ΑΠΟΨΕΙΣ

Πορτρέτο

 12/05/2019 19:09

Η μαμά μου ήταν μια όμορφη, ψηλή, ξανθιά γυναίκα, χαρούμενη, με απίστευτο χιούμορ και σπάνιο ταλέντο στην τέχνη της ζωής. Είχε απόλυτο σεβασμό στην ελευθερία του άλλου, ήταν στοργική, είχε μέτρο άριστον σε όλα, είχε ευγένεια και πολιτισμό.

Αν με ρωτήσετε τι μου λείπει περισσότερο, δεν μπορώ να απαντήσω, επειδή όλα μου λείπουν περισσότερο, μου λείπει η μαμά μου πάντα και για πάντα. Αυτά τα διαμάντια, οι γονείς μας, που χάνονται για πάντα και τίποτα δεν μπορεί να αντικαταστήσει την τεράστια έλλειψη.

Με τη μαμά μου τραγουδούσαμε τα απογεύματα, μου έλεγε ιστορίες, μου μάθαινε τον κόσμο γλυκά, συμβουλευτικά, τις αρετές των ανθρώπων και τι να προσέχω, πού να παραδίνομαι και για τι να αμφιβάλλω. Πέρασα την παιδική και την εφηβική μου ηλικία άφοβη, γεμάτη προσδοκίες. Δεν φοβόμουν την εξουσία των μεγάλων, ούτε το σχολείο ούτε το σκοτάδι, ούτε τα σκυλιά ή άλλα πράγματα που φοβούνται συνήθως τα παιδιά.

Το μέτρο στην αντιμετώπιση των γεγονότων της ζωής και το αστείρευτο χιούμορ της ήταν τα πολυτιμότερα πετράδια στο στέμμα των αρετών, που φορούσε στο κεφάλι της η μαμά μου, και λέω μαμά και όχι μητέρα, γιατί είναι η μαμά μου, γεμάτη αγάπη, που ξέρω ότι ακόμη ξέρει πολύ καλά τι κάνω και πώς πορεύομαι στη ζωή...

Σε μια σχολική γιορτή της μητέρας, ήμουν στα πέντε, στο νηπιαγωγείο και η αγαπημένη μου δασκάλα μού έδωσε να απαγγείλω ένα ποίημα, το εξής: «Κι αν μου χτίζουνε παλάτια,

κι αν μου πούνε κάτσε εδώ

δεν γυρνώ τα δυο μου μάτια, μια στιγμούλα να τα ’δω

κάθε ενού πουλιού τ’ αρέσει μόνο η ίδια του η φωλιά και μένα μόνο μου αρέσει της μαμάς μου η αγκαλιά». Πρόβες στο σπίτι να το μάθω και «να το πεις, Μένη, δυνατά...», ξανά και ξανά!

Την πολυπόθητη ημέρα της γιορτής η μαμά μου, πρώτη σειρά, ως συνήθως και εγώ μεταξύ αστεριών και εδάφους, η γιορτή άρχισε, χειροκροτήματα, φουστανάκι οργάντζα με δαντελίτσα εγώ, απαραίτητος φιόγκος στα μαλλιά, καμάρι και μπροστά μου μικρόφωνο, έκθαμβη άρχισα να απαγγέλλω, δυνατά και τότε είδα τη μαμά μου να κλαίει γελώντας και να χειροκροτεί με όλη τη δύναμη της αγάπης και της ψυχής της! Δεν κρατήθηκα και αντί να υποκλιθώ και να φύγω, όπως έκαναν όλα τα παιδιά, κατέβηκα τρέχοντας από την εξέδρα και χώθηκα στη λατρευτή αγκαλιά της μαμάς μου, επιβεβαιώνοντας τους στίχους του ποιήματος, που μόλις είχα πει! Από κει μετά αυτό το ποίημα ήταν πάντα το σύνθημα και η επωδός κάθε καβγά ανάμεσά μας!

Γιόρτασα πολλές φορές με τη μανούλα μου τη γιορτή της μητέρας, ευτυχώς, και κάθε φορά μέχρι το τέλος έκλαιγε όταν της έλεγα αυτό το σχολικό ποιηματάκι και εγώ, κάθε φορά, χωνόμουν όλο και πιο βαθιά στην αγκαλιά της!

Σ’ ευχαριστώ, ακριβή μου μαμά, για όλα, από τα βάθη της καρδιάς μου…

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 12 Μαΐου 2019