ΚΟΙΝΩΝΙΑ

Ιστορίες: Οι πίνακες του Αλεξανδράκη για τον πόλεμο του ’40

Ο θριαμβικός πόλεμος εναντίον των Ιταλών αποτυπώθηκε εικονογραφικά, με έξοχο τρόπο, στους πίνακές του

 28/10/2023 13:03

Ιστορίες: Οι πίνακες του Αλεξανδράκη για τον πόλεμο του ’40

Βασίλης Κεχαγιάς

Η αποτύπωση του ελληνοϊταλικού πολέμου σε εικόνες αριθμεί κάποιες ντοκιμαντερίστικες κινηματογραφικές σκηνές και κάποιοι ζωγραφικοί πίνακες, ογδόντα τον αριθμό. Ενώ τούτες οι εικαστικές δημιουργίες είναι σχεδόν κοινότοπες, με την έννοια ότι τους γνωρίζουν άπαντες, τον υπογράφοντα Αλέξανδρο Αλεξανδράκη οι περισσότεροι τον αγνοούν. Και όμως… Πρόκειται για ένα σημαντικότατο ζωγράφο, δικαίως βραβευμένο από την Ακαδημία για το έργο του. Ο Αλέξανδρος Αλεξανδράκης γεννήθηκε στην Αθήνα στις 8 Μαρτίου του 1913. 

Παρά τις αντιρρήσεις της αστικής οικογένειάς του για την επιθυμία του να ασχοληθεί με τη ζωγραφική, αυτός έκανε την πρώτη του εμφάνιση το 1930, με 19 ελαιογραφίες, δύο υδατογραφίες και δύο σχέδια, σε έκθεση οργανωμένη από τη Χριστιανική Οργάνωση Νέων. Από το 1931 ως το 1937 σπούδασε στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών. Κυριότεροι δάσκαλοί του, οι οποίοι τον επηρέασαν, ήταν ο Ουμβέρτος Αργυρός και ο Σπύρος Βικάτος.

Εκτός αυτών επιρροή επάνω του είχαν ο Γιώργος Ροϊλός, ο Γιώργος Προκοπίου και η Θάλεια Φλωράκη Καραβία, με την εικαστική τους ενασχόληση με τον πόλεμο του 1897, τους βαλκανικούς πολέμους και τη Μικρασιατική καταστροφή. Ένα αξιοσημείωτο γεγονός είναι ότι κατά τις προκαταρκτικές εξετάσεις για την εισαγωγή του στη Σχολή Καλών Τεχνών κρίθηκε «ανεπίδεκτος μαθήσεως». 

Και πώς κατάφερε να εισέλθει στη σχολή; Θεωρώντας ότι τον έπνιγε το δίκιο ζήτησε ακρόαση από τον υπουργό Παιδείας και έτσι κατάφερε να παρακάμψει την αποτυχία του. Η δικαίωση ήρθε το 1937, όταν στον τελικό διαγωνισμό κέρδισε όλα τα βραβεία (σύνθεση, προσωπογραφία, γυμνό, ημίγυμνο).

Με τον καθηγητή του Αργυρό τον συνδέει κάτι ακόμη: και οι δύο ασχολήθηκαν με τον ελληνοϊταλικό πόλεμο, και εδώ ο μαθητής ξεπέρασε το δάσκαλο. Το λεύκωμά του «Έτσι πολεμούσαμε» είναι αυτό που κράτησε στη μνήμη μας τον πόλεμο του ’40, με 80 πίνακες και 21 σχέδια.

Εντέλει, η καλλιτεχνική δραστηριότητά του περιλαμβάνει συμμετοχές σε πολλές εκθέσεις στην Ελλάδα και το εξωτερικό, το πρώτο βραβείο χαρακτικής της ΑΣΚΤ το 1943, αλλά και τα δύο πρώτα βραβεία σχεδιασμού αφίσας του σχεδίου Μάρσαλ το 1950, όπως και τον αντίστοιχο σχεδιασμού για τον ΕΟΤ την επόμενη χρονιά. Παρά τη σφοδρή επιθυμία του, δεν κατάφερε το 1965 να καταλάβει την καθηγητική έδρα στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών, ενώ γελοιογραφούσε συγχρόνως στην εφημερίδα «Έθνος». Μετά θάνατος βραβεύθηκε από την Ακαδημία Αθηνών για το λεύκωμα «Έτσι πολεμούσαμε».


Ο ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ

Ο Αλεξανδράκης, ακολουθώντας το δάσκαλό του Αργυρό, πέρασε από την ιμπρεσιονιστική τάση της ζωγραφικής τέχνης. Εκτός από αυτό, ο άλλος καθηγητής του, ο Βικάτος, του ενέπνευσε την ενασχόληση με τους κατατρεγμένους της ζωής, τους θλιμμένους και τους ταλαιπωρημένους. Στα δύσκολα χρόνια της Κατοχής, ωστόσο, η τεχνοτροπία και η νοοτροπία του άλλαξαν. Ο ζωγράφος στράφηκε προς τους σκληρούς τόνους και μεταπολεμικά ασχολήθηκε με την αποτύπωση των αγαπημένων του αλόγων και της θάλασσας.

Απέναντι στα σύγχρονα ρεύματα, ο Αλεξανδράκης έμεινε κλειστός και ουσιαστικά αμύνθηκε απέναντί τους. Πίστευε ότι είναι ανιστόρητο και απαίδευτο το να απορρίπτεις ένα έργο τέχνης, επειδή δε διαθέτει στοιχεία μοντερνισμού. Αυτό ήταν σύμφωνο και με το χαρακτήρα του, αφού επρόκειτο για άνθρωπο κατά βάση συντηρητικό και εσωστρεφή.

Δεν είναι λίγες οι φορές που ο πόλεμος ενέπνευσε την τέχνη και ιδίως σε κλασικότερες περιόδους βρίσκουμε μεγάλους πίνακες Γάλλων ζωγράφων να κοσμούν μουσεία, εντυπωσιάζοντας με το μέγεθός τους και την ακαδημαϊκού τύπου, λεπτομερή αποτύπωση του πολεμικού πεδίου. Ανάλογες, ογκώδεις κατασκευές βρίσκουμε και στη ρωσική ζωγραφική του 19ου αιώνα, με επικέντρωση, μάλιστα, στον πόνο του θανάτου, τον οποίον προκαλεί ο πόλεμος. Αντιστοίχως και στην Ελλάδα γνωρίζουμε τα ψηφιδωτά με την απεικόνιση των πολέμων του Μεγάλου Αλεξάνδρου, αλλά και τους πίνακες τους εμπνευσμένους από το 1821, με γνωστότερες, όμως, τις δημιουργίες ενός Γάλλου, του Ντελακρουά, αριστουργήματα του ρομαντισμού, δίχως να υστερούν και τα έργα του Θεόδωρου Βρυζάκη.

Όσο για τον Αλεξανδράκη, κατάφερε να αποδώσει ένα δυναμισμό στην εικόνα, την έκανε να μοιάζει σαν στοπ καρέ κινηματογραφικής ταινίας. Με τα παλ χρώματα να δημιουργούν μία αντίθεση με την ένταση του γεγονότος, μοιάζουν οι δημιουργίες του να ισορροπούν ανάμεσα στη λάσπη των αλβανικών βουνών και το πάθος της νίκης που εκπέμπουν τα πρόσωπα. Είναι όταν η τέχνη διαιωνίζει τη στιγμή…


Ο ΑΥΤΟΠΤΗΣ ΜΑΡΤΥΣ

Το λεύκωμα «Έτσι πολεμούσαμε», με θέμα τον ελληνοϊταλικό πόλεμο, αφιερώθηκε από τον Αλέξανδρο Αλεξανδράκη στους γονείς του «που έδωσαν το παρόν στον πόλεμο με τα έξι παιδιά τους». Ο ίδιος γράφει στον πρόλογο του λευκώματος: «Μερικοί από όσους έλαβαν μέρος στον πόλεμο του 1940-41 και έζησαν όλες αυτές τις δυνατές, αλλά και σκληρές στιγμές του, άφησαν τις γραπτές μαρτυρίες τους. 

Με το βιβλίο τούτο θέλησα κι εγώ να διηγηθώ τον πόλεμο με το δικό μου τρόπο. Δεκανέας πολυβολητής στο αλβανικό μέτωπο, προσπάθησα να κρατήσω σε σκίτσα συγκλονιστικές, καθημερινές εντυπώσεις. Μερικά από αυτά τα σκίτσα έγιναν κάτω από συνθήκες σχετικά ομαλές, σε καταλύματα υποφερτά, με υλικά που είχα πάρει μαζί μου. Άλλα πάλι έγιναν στο πόδι, σε οποιοδήποτε κομμάτι χαρτί βρισκόταν μπροστά μου και μέσα σε φοβερά δύσκολες περιστάσεις.

Στην τέχνη μου με απασχόλησαν πολλά. Οι εικόνες όμως του μετώπου και της υπεράνθρωπης προσπάθειάς μας, με το φοβερά άνισο αγώνα, έρχονται και ξαναέρχονται στη ζωγραφική μου σαν ανεξόφλητο χρέος. Τα σχέδια αυτά, καθώς και τα σχέδια που ζωγράφισα αργότερα, παρουσιάζω σήμερα συγκεντρωμένα, σαν μια μαρτυρία των όσων ζήσαμε εκεί απάνω».

Ο Σπύρος Μαρκεζίνης στον τέταρτο τόμο του έργου του Ιστορία της Νεωτέρας Ελλάδος γράφει χαρακτηριστικά: «Η ευκαιρία της καλλιτεχνικής του ζωής του υπήρξεν ο πόλεμος όπου ο ζωγράφος υπηρέτησεν εις την γραμμήν των πρόσω, ετιμήθη δια του Πολεμικού Σταυρού. Ό,τι κυρίως διακρίνει τους πολεμικούς πίνακάς του είναι η λαμπρά κίνησις και η επιτυχία να μεταδίδει εις τον θεατήν την συγκίνησιν , την οποίαν απεικονίζει το θέμα του. Λαμπράν επίσης απόδοσιν επιτυγχάνει εις τα άλογα εις την κίνησιν και εις την ορμήν των».

Η Ακαδημία Αθηνών είναι από τις λίγες φορές που τίμησε έναν καλλιτέχνη μετά θάνατον, γράφοντας: «Έδοξε τη Ακαδημία Αθηνών Αλέξανδρον Αλεξανδράκη βραβεύσαι μετά θάνατον ότι πολλά του προς Ιταλούς πολέμου 1940-41 σκιαγραφίας απεικάσας ου μετρίως τω έθνει συνεβάλλετο».


Μία σελίδα ημερολογίου

Με το δικό τους τρόπο, ένα γράμμα από το μέτωπο ή μία σελίδα ημερολογίου θα μπορούσαν να αποτελέσουν έργο τέχνης, όμοιο με αυτούς τους πίνακες του Αλεξανδράκη. Για παράδειγμα, οι εκδόσεις Ανατολή στην Αθήνα μας έφεραν σε επαφή με το ημερολόγιο του Ντίνου Μαγγιοράκου, από το οποίο παραθέτουμε την πρώτη σελίδα:

«Αυτό το ημερολόγιο το έγραψα πάνω στα βουνά, απ’ όπου ξεκίνησε η Νίκη. Κάθε μέρα, πολλές φορές την ίδια μέρα, προ της μάχης, ενώ αυτή διαρκούσε, ύστερα απ’ αυτήν, με ένα μικρό μολύβι έγραφα πάνω σε παντός είδους χαρτιά που έσερνα μαζί μου.

Σημείωνα ότι έβλεπαν τα μάτια μου ή με κόπο μάθαινα, ρωτώντας άλλους που ήξεραν. Ό,τι γράφεται σε αυτό το ημερολόγιο είναι αντικειμενικό και αμερόληπτο. Προσπάθησα από την αρχή να παρουσιάζω τα πράγματα όπως συνέβαιναν, χωρίς δικές μου φανταστικές προσθήκες.

Παρηκολούθησα το 8ον Σύνταγμα Πεζικού και μπορεί να πει κανείς ότι το βιβλίον αυτό αποτελεί, ύστερα από το κάψιμον των Αρχείων, τη μοναδική του Ιστορία. Κρυμμένο το χειρόγραφο κατά το διάστημα της σκλαβιάς, βλέπει τυπωμένο σε αυτό το βιβλίο το φως της δημοσιότητος τώρα που είμαστε ελεύθεροι. Θα νοιώσω τον εαυτό μου ευτυχισμένο, αν η έκδοσίς του προσθέσει έστω και μια σελίδα στην Ιστορία του Αλβανικού Έπους.

Δευτέρα 28 Οκτωβρίου 1940

Πηγαίνοντας για το Σταθμό Πελοποννήσου, δεν βλέπω το δρόμο, που γέμισε κιόλας στρατιωτικούς.

Τρίτη 29 Οκτωβρίου 1940

Με τα ξημερώματα στο ποδάρι. Πρόχειρο πλύσιμο, πρόγευμα στο δρόμο για το Σύνταγμα.

Παρουσιάζομαι στον υπασπιστή Δημ. Σκούμπη, που εξακολουθεί να εργάζεται ακοίμητης στα παληά γραφεία του Συντάγματος. Του δίνω το φύλλον πορείας και με πληροφορεί πως η Μονάδα 336, στην οποίαν ανήκω, είναι το Έμπεδο Ναυπλίου. Το 8ον Σύνταγμα είναι πια η 111 Μονάδα. Δεν διστάζω ούτε στιγμή. Τον παρακαλώ να με τοποθετήσει στην 111 Μονάδα. Μου σφίγγει το χέρι λέγοντάς μου, ότι με τοποθετεί στον 11ο Λόχο Πολυβόλων. Παρουσιάζομαι στον Διοικητή του Συντάγματος, Αντ/ρχην Παναγ. Μπασακίδη κι έπειτα αρχίζει κιόλας η δουλειά.

Μόλις πήρα… το διορισμό μου, παίρνω και την πρώτη διαταγή, να επιβλέψω στο φόρτωμα και τη μεταφορά των πυρομαχικών. Πού είναι η αποθήκη; Ρωτάω. Μου δείχνουν ένα γραφικό και ταπεινό εξωκκλήσι, στην άκρη του «πεδίου ασκήσεων» του Συντάγματος.

Σύντομα πηγαίνω προς τα εκεί. Παράξενο περιβάλλον για φύλαγμα των προς τα εκεί . Παράξενο περιβάλλον για φύλαγμα πυρομαχικών. Κιβώτιο με φυσίγγια για όπλα Μάουζερ, πολυβόλα και οπλοπολυβόλα Χότσκις, καταλαμβάνουν το εσωτερικό της εκκλησίτσας. Σε δύο ώρες η εκκλησίτσα άδειασε. Τα πυρομαχικά μεταφέρθηκαν με αυτοκίνητα σε διάφορα καλυβόσπιτα και αχυροκαλύβες τριγύρω στα Λευκάκια».


Ημερολόγιο καταστρώματος

1913

Γέννηση του ζωγράφου Αλέξανδρου Αλεξανδράκη

1931

Ο Αλεξανδράκης ξεκινάει τις σπουδές του στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών

1937

Αποφοίτηση από την ΑΣΚΤ.

Βράβευσή του για τα έργα αποφοίτησής του

1940

Κατατάσσεται στο στρατό, με την κήρυξη του πολέμου

1943

Βράβευσή του σε διαγωνισμό χαρακτικής

1950

Βράβευση της αφίσας του για το σχέδιο Μάρσαλ

1951

Βράβευση της αφίσας του για τον ΕΟΤ

1968

Θάνατος του Αλέξανδρου Αλεξανδράκη

Μετά θάνατον βράβευσή του από την Ακαδημία Αθηνών για το λεύκωμα «Έτσι πολεμούσαμε»

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 28-29.10.2023

Η αποτύπωση του ελληνοϊταλικού πολέμου σε εικόνες αριθμεί κάποιες ντοκιμαντερίστικες κινηματογραφικές σκηνές και κάποιοι ζωγραφικοί πίνακες, ογδόντα τον αριθμό. Ενώ τούτες οι εικαστικές δημιουργίες είναι σχεδόν κοινότοπες, με την έννοια ότι τους γνωρίζουν άπαντες, τον υπογράφοντα Αλέξανδρο Αλεξανδράκη οι περισσότεροι τον αγνοούν. Και όμως… Πρόκειται για ένα σημαντικότατο ζωγράφο, δικαίως βραβευμένο από την Ακαδημία για το έργο του. Ο Αλέξανδρος Αλεξανδράκης γεννήθηκε στην Αθήνα στις 8 Μαρτίου του 1913. 

Παρά τις αντιρρήσεις της αστικής οικογένειάς του για την επιθυμία του να ασχοληθεί με τη ζωγραφική, αυτός έκανε την πρώτη του εμφάνιση το 1930, με 19 ελαιογραφίες, δύο υδατογραφίες και δύο σχέδια, σε έκθεση οργανωμένη από τη Χριστιανική Οργάνωση Νέων. Από το 1931 ως το 1937 σπούδασε στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών. Κυριότεροι δάσκαλοί του, οι οποίοι τον επηρέασαν, ήταν ο Ουμβέρτος Αργυρός και ο Σπύρος Βικάτος.

Εκτός αυτών επιρροή επάνω του είχαν ο Γιώργος Ροϊλός, ο Γιώργος Προκοπίου και η Θάλεια Φλωράκη Καραβία, με την εικαστική τους ενασχόληση με τον πόλεμο του 1897, τους βαλκανικούς πολέμους και τη Μικρασιατική καταστροφή. Ένα αξιοσημείωτο γεγονός είναι ότι κατά τις προκαταρκτικές εξετάσεις για την εισαγωγή του στη Σχολή Καλών Τεχνών κρίθηκε «ανεπίδεκτος μαθήσεως». 

Και πώς κατάφερε να εισέλθει στη σχολή; Θεωρώντας ότι τον έπνιγε το δίκιο ζήτησε ακρόαση από τον υπουργό Παιδείας και έτσι κατάφερε να παρακάμψει την αποτυχία του. Η δικαίωση ήρθε το 1937, όταν στον τελικό διαγωνισμό κέρδισε όλα τα βραβεία (σύνθεση, προσωπογραφία, γυμνό, ημίγυμνο).

Με τον καθηγητή του Αργυρό τον συνδέει κάτι ακόμη: και οι δύο ασχολήθηκαν με τον ελληνοϊταλικό πόλεμο, και εδώ ο μαθητής ξεπέρασε το δάσκαλο. Το λεύκωμά του «Έτσι πολεμούσαμε» είναι αυτό που κράτησε στη μνήμη μας τον πόλεμο του ’40, με 80 πίνακες και 21 σχέδια.

Εντέλει, η καλλιτεχνική δραστηριότητά του περιλαμβάνει συμμετοχές σε πολλές εκθέσεις στην Ελλάδα και το εξωτερικό, το πρώτο βραβείο χαρακτικής της ΑΣΚΤ το 1943, αλλά και τα δύο πρώτα βραβεία σχεδιασμού αφίσας του σχεδίου Μάρσαλ το 1950, όπως και τον αντίστοιχο σχεδιασμού για τον ΕΟΤ την επόμενη χρονιά. Παρά τη σφοδρή επιθυμία του, δεν κατάφερε το 1965 να καταλάβει την καθηγητική έδρα στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών, ενώ γελοιογραφούσε συγχρόνως στην εφημερίδα «Έθνος». Μετά θάνατος βραβεύθηκε από την Ακαδημία Αθηνών για το λεύκωμα «Έτσι πολεμούσαμε».


Ο ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ

Ο Αλεξανδράκης, ακολουθώντας το δάσκαλό του Αργυρό, πέρασε από την ιμπρεσιονιστική τάση της ζωγραφικής τέχνης. Εκτός από αυτό, ο άλλος καθηγητής του, ο Βικάτος, του ενέπνευσε την ενασχόληση με τους κατατρεγμένους της ζωής, τους θλιμμένους και τους ταλαιπωρημένους. Στα δύσκολα χρόνια της Κατοχής, ωστόσο, η τεχνοτροπία και η νοοτροπία του άλλαξαν. Ο ζωγράφος στράφηκε προς τους σκληρούς τόνους και μεταπολεμικά ασχολήθηκε με την αποτύπωση των αγαπημένων του αλόγων και της θάλασσας.

Απέναντι στα σύγχρονα ρεύματα, ο Αλεξανδράκης έμεινε κλειστός και ουσιαστικά αμύνθηκε απέναντί τους. Πίστευε ότι είναι ανιστόρητο και απαίδευτο το να απορρίπτεις ένα έργο τέχνης, επειδή δε διαθέτει στοιχεία μοντερνισμού. Αυτό ήταν σύμφωνο και με το χαρακτήρα του, αφού επρόκειτο για άνθρωπο κατά βάση συντηρητικό και εσωστρεφή.

Δεν είναι λίγες οι φορές που ο πόλεμος ενέπνευσε την τέχνη και ιδίως σε κλασικότερες περιόδους βρίσκουμε μεγάλους πίνακες Γάλλων ζωγράφων να κοσμούν μουσεία, εντυπωσιάζοντας με το μέγεθός τους και την ακαδημαϊκού τύπου, λεπτομερή αποτύπωση του πολεμικού πεδίου. Ανάλογες, ογκώδεις κατασκευές βρίσκουμε και στη ρωσική ζωγραφική του 19ου αιώνα, με επικέντρωση, μάλιστα, στον πόνο του θανάτου, τον οποίον προκαλεί ο πόλεμος. Αντιστοίχως και στην Ελλάδα γνωρίζουμε τα ψηφιδωτά με την απεικόνιση των πολέμων του Μεγάλου Αλεξάνδρου, αλλά και τους πίνακες τους εμπνευσμένους από το 1821, με γνωστότερες, όμως, τις δημιουργίες ενός Γάλλου, του Ντελακρουά, αριστουργήματα του ρομαντισμού, δίχως να υστερούν και τα έργα του Θεόδωρου Βρυζάκη.

Όσο για τον Αλεξανδράκη, κατάφερε να αποδώσει ένα δυναμισμό στην εικόνα, την έκανε να μοιάζει σαν στοπ καρέ κινηματογραφικής ταινίας. Με τα παλ χρώματα να δημιουργούν μία αντίθεση με την ένταση του γεγονότος, μοιάζουν οι δημιουργίες του να ισορροπούν ανάμεσα στη λάσπη των αλβανικών βουνών και το πάθος της νίκης που εκπέμπουν τα πρόσωπα. Είναι όταν η τέχνη διαιωνίζει τη στιγμή…


Ο ΑΥΤΟΠΤΗΣ ΜΑΡΤΥΣ

Το λεύκωμα «Έτσι πολεμούσαμε», με θέμα τον ελληνοϊταλικό πόλεμο, αφιερώθηκε από τον Αλέξανδρο Αλεξανδράκη στους γονείς του «που έδωσαν το παρόν στον πόλεμο με τα έξι παιδιά τους». Ο ίδιος γράφει στον πρόλογο του λευκώματος: «Μερικοί από όσους έλαβαν μέρος στον πόλεμο του 1940-41 και έζησαν όλες αυτές τις δυνατές, αλλά και σκληρές στιγμές του, άφησαν τις γραπτές μαρτυρίες τους. 

Με το βιβλίο τούτο θέλησα κι εγώ να διηγηθώ τον πόλεμο με το δικό μου τρόπο. Δεκανέας πολυβολητής στο αλβανικό μέτωπο, προσπάθησα να κρατήσω σε σκίτσα συγκλονιστικές, καθημερινές εντυπώσεις. Μερικά από αυτά τα σκίτσα έγιναν κάτω από συνθήκες σχετικά ομαλές, σε καταλύματα υποφερτά, με υλικά που είχα πάρει μαζί μου. Άλλα πάλι έγιναν στο πόδι, σε οποιοδήποτε κομμάτι χαρτί βρισκόταν μπροστά μου και μέσα σε φοβερά δύσκολες περιστάσεις.

Στην τέχνη μου με απασχόλησαν πολλά. Οι εικόνες όμως του μετώπου και της υπεράνθρωπης προσπάθειάς μας, με το φοβερά άνισο αγώνα, έρχονται και ξαναέρχονται στη ζωγραφική μου σαν ανεξόφλητο χρέος. Τα σχέδια αυτά, καθώς και τα σχέδια που ζωγράφισα αργότερα, παρουσιάζω σήμερα συγκεντρωμένα, σαν μια μαρτυρία των όσων ζήσαμε εκεί απάνω».

Ο Σπύρος Μαρκεζίνης στον τέταρτο τόμο του έργου του Ιστορία της Νεωτέρας Ελλάδος γράφει χαρακτηριστικά: «Η ευκαιρία της καλλιτεχνικής του ζωής του υπήρξεν ο πόλεμος όπου ο ζωγράφος υπηρέτησεν εις την γραμμήν των πρόσω, ετιμήθη δια του Πολεμικού Σταυρού. Ό,τι κυρίως διακρίνει τους πολεμικούς πίνακάς του είναι η λαμπρά κίνησις και η επιτυχία να μεταδίδει εις τον θεατήν την συγκίνησιν , την οποίαν απεικονίζει το θέμα του. Λαμπράν επίσης απόδοσιν επιτυγχάνει εις τα άλογα εις την κίνησιν και εις την ορμήν των».

Η Ακαδημία Αθηνών είναι από τις λίγες φορές που τίμησε έναν καλλιτέχνη μετά θάνατον, γράφοντας: «Έδοξε τη Ακαδημία Αθηνών Αλέξανδρον Αλεξανδράκη βραβεύσαι μετά θάνατον ότι πολλά του προς Ιταλούς πολέμου 1940-41 σκιαγραφίας απεικάσας ου μετρίως τω έθνει συνεβάλλετο».


Μία σελίδα ημερολογίου

Με το δικό τους τρόπο, ένα γράμμα από το μέτωπο ή μία σελίδα ημερολογίου θα μπορούσαν να αποτελέσουν έργο τέχνης, όμοιο με αυτούς τους πίνακες του Αλεξανδράκη. Για παράδειγμα, οι εκδόσεις Ανατολή στην Αθήνα μας έφεραν σε επαφή με το ημερολόγιο του Ντίνου Μαγγιοράκου, από το οποίο παραθέτουμε την πρώτη σελίδα:

«Αυτό το ημερολόγιο το έγραψα πάνω στα βουνά, απ’ όπου ξεκίνησε η Νίκη. Κάθε μέρα, πολλές φορές την ίδια μέρα, προ της μάχης, ενώ αυτή διαρκούσε, ύστερα απ’ αυτήν, με ένα μικρό μολύβι έγραφα πάνω σε παντός είδους χαρτιά που έσερνα μαζί μου.

Σημείωνα ότι έβλεπαν τα μάτια μου ή με κόπο μάθαινα, ρωτώντας άλλους που ήξεραν. Ό,τι γράφεται σε αυτό το ημερολόγιο είναι αντικειμενικό και αμερόληπτο. Προσπάθησα από την αρχή να παρουσιάζω τα πράγματα όπως συνέβαιναν, χωρίς δικές μου φανταστικές προσθήκες.

Παρηκολούθησα το 8ον Σύνταγμα Πεζικού και μπορεί να πει κανείς ότι το βιβλίον αυτό αποτελεί, ύστερα από το κάψιμον των Αρχείων, τη μοναδική του Ιστορία. Κρυμμένο το χειρόγραφο κατά το διάστημα της σκλαβιάς, βλέπει τυπωμένο σε αυτό το βιβλίο το φως της δημοσιότητος τώρα που είμαστε ελεύθεροι. Θα νοιώσω τον εαυτό μου ευτυχισμένο, αν η έκδοσίς του προσθέσει έστω και μια σελίδα στην Ιστορία του Αλβανικού Έπους.

Δευτέρα 28 Οκτωβρίου 1940

Πηγαίνοντας για το Σταθμό Πελοποννήσου, δεν βλέπω το δρόμο, που γέμισε κιόλας στρατιωτικούς.

Τρίτη 29 Οκτωβρίου 1940

Με τα ξημερώματα στο ποδάρι. Πρόχειρο πλύσιμο, πρόγευμα στο δρόμο για το Σύνταγμα.

Παρουσιάζομαι στον υπασπιστή Δημ. Σκούμπη, που εξακολουθεί να εργάζεται ακοίμητης στα παληά γραφεία του Συντάγματος. Του δίνω το φύλλον πορείας και με πληροφορεί πως η Μονάδα 336, στην οποίαν ανήκω, είναι το Έμπεδο Ναυπλίου. Το 8ον Σύνταγμα είναι πια η 111 Μονάδα. Δεν διστάζω ούτε στιγμή. Τον παρακαλώ να με τοποθετήσει στην 111 Μονάδα. Μου σφίγγει το χέρι λέγοντάς μου, ότι με τοποθετεί στον 11ο Λόχο Πολυβόλων. Παρουσιάζομαι στον Διοικητή του Συντάγματος, Αντ/ρχην Παναγ. Μπασακίδη κι έπειτα αρχίζει κιόλας η δουλειά.

Μόλις πήρα… το διορισμό μου, παίρνω και την πρώτη διαταγή, να επιβλέψω στο φόρτωμα και τη μεταφορά των πυρομαχικών. Πού είναι η αποθήκη; Ρωτάω. Μου δείχνουν ένα γραφικό και ταπεινό εξωκκλήσι, στην άκρη του «πεδίου ασκήσεων» του Συντάγματος.

Σύντομα πηγαίνω προς τα εκεί. Παράξενο περιβάλλον για φύλαγμα των προς τα εκεί . Παράξενο περιβάλλον για φύλαγμα πυρομαχικών. Κιβώτιο με φυσίγγια για όπλα Μάουζερ, πολυβόλα και οπλοπολυβόλα Χότσκις, καταλαμβάνουν το εσωτερικό της εκκλησίτσας. Σε δύο ώρες η εκκλησίτσα άδειασε. Τα πυρομαχικά μεταφέρθηκαν με αυτοκίνητα σε διάφορα καλυβόσπιτα και αχυροκαλύβες τριγύρω στα Λευκάκια».


Ημερολόγιο καταστρώματος

1913

Γέννηση του ζωγράφου Αλέξανδρου Αλεξανδράκη

1931

Ο Αλεξανδράκης ξεκινάει τις σπουδές του στην Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών

1937

Αποφοίτηση από την ΑΣΚΤ.

Βράβευσή του για τα έργα αποφοίτησής του

1940

Κατατάσσεται στο στρατό, με την κήρυξη του πολέμου

1943

Βράβευσή του σε διαγωνισμό χαρακτικής

1950

Βράβευση της αφίσας του για το σχέδιο Μάρσαλ

1951

Βράβευση της αφίσας του για τον ΕΟΤ

1968

Θάνατος του Αλέξανδρου Αλεξανδράκη

Μετά θάνατον βράβευσή του από την Ακαδημία Αθηνών για το λεύκωμα «Έτσι πολεμούσαμε»

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 28-29.10.2023

ΣΧΟΛΙΑ

Επιλέξτε Κατηγορία