ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ

Αέρια ρύπανση: Στο «κόκκινο» η Θεσσαλονίκη έως το 2026 αν δεν ληφθούν μέτρα

Η ΕΕ είχε προειδοποιήσει τη χώρα μας από το 2009 ότι θα πρέπει να αντιμετωπίσει το πρόβλημα και μετά από μία μακρά διαδικασία διαβουλεύσεων παρέπεμψε την Ελλάδα στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, το οποίο πριν από 10 ημέρες εξέδωσε καταδικαστική απόφαση

 03/04/2023 07:00

Αέρια ρύπανση: Στο «κόκκινο» η Θεσσαλονίκη έως το 2026 αν δεν ληφθούν μέτρα

Σοφία Χριστοφορίδου

Στο «κόκκινο» θα συνεχίσουν να βρίσκονται μέχρι το 2026 οι συγκεντρώσεις αιωρούμενων σωματιδίων ΡΜ10 στη Θεσσαλονίκη, εκτός αν ληφθούν εγκαίρως μέτρα. Η ΕΕ είχε προειδοποιήσει τη χώρα μας από το 2009 ότι θα πρέπει να αντιμετωπίσει το πρόβλημα και μετά από μία μακρά διαδικασία διαβουλεύσεων παρέπεμψε την Ελλάδα στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, το οποίο πριν από δέκα ημέρες εξέδωσε καταδικαστική απόφαση.

Το αν αυτή η καταδίκη περιοριστεί μόνο στην καταβολή των δικαστικών εξόδων όπως ορίζει η δικαστική απόφαση ή μεταφραστεί στην επιβολή προστίμου από την Κομισιόν μένει να φανεί το επόμενο διάστημα. Η Επιτροπή μπορεί να ορίσει προθεσμία για την εκτέλεση της αποφάσεως αυτής και αν μετά την παρέλευση της προθεσμίας κρίνει ότι η Ελλάδα συνεχίζει να μην λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα μπορεί να προσφύγει εκ νέου στο Δικαστήριο, με μία διαδικασία που λέγεται «παράβαση επί παραβάσεως». 

Στην περίπτωση αυτή, η Επιτροπή μπορεί να προτείνει στο Δικαστήριο να επιβάλει στο κράτος που δεν συμμορφώνεται χρηματική κύρωση, ήτοι την καταβολή χρηματικής ποινής ή/και κατ’ αποκοπήν ποσού. Αν το Δικαστήριο διαπιστώσει δεύτερη παράβαση, μπορεί να εκδώσει απόφαση έναντι του κράτους επιβάλλοντας χρηματικές κυρώσεις.

Την ίδια ώρα, για ανεπάρκεια εκ μέρους της ΠΚΜ και αδικαιολόγητες καθυστερήσεις στην ανταπόκριση του ΥΠΕΝ κάνουν λόγο οι 6 βουλευτές Θεσσαλονίκης του ΣΥΡΙΖΑ τονίζοντας σε ερώτησή τους ότι «έχουν περάσει τέσσερα χρόνια και κανένα μέτρο δεν έχει ληφθεί στην πόλη με κόστος στην υγεία του πληθυσμού και πιθανή δεύτερη παραπομπή στο Ευρ. Δικαστήριο με επιβολή προστίμου». 

Οι βουλευτές ρωτούν ποιες είναι οι ενέργειες της Περιφέρειας και του ΥΠΕΝ από το 2020 και έπειτα για την αναχαίτιση του προβλήματος και με ποια τα αποτελέσματά της και ζητούν να κατατεθούν προς ενημέρωση της Βουλής και των πολιτών η Μελέτη Εφαρμογής από το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας για την αντιμετώπιση των υπερβάσεων των συγκεντρώσεων αιωρούμενων σωματιδίων ΑΣ10 στη Θεσσαλονίκη, που ολοκληρώθηκε το 2022, συνοδευόμενη από την αξιολόγηση των αρμοδίων υπηρεσιών, καθώς και οι θεσμικές αποφάσεις για την εφαρμογή μέτρων περιορισμού και αντιμετώπισης της αέριας ρύπανσης στη Θεσσαλονίκη και την τήρηση των υποχρεώσεων της χώρας. 

Την ερώτηση υπογράφουν οι Σωκράτης Φάμελλος, Γιάννης Αμανατίδης, Δώρα Αυγέρη, Χρήστος Γιαννούλης, Κώστας Ζουράρις, Κατερίνα Νοτοπούλου και Αλέξανδρος Τριανταφυλλίδης.

Τι άλλαξε στα χρόνια της κρίσης

Τα χρόνια πριν την οικονομική κρίση η σημαντικότερη πηγή ρύπανσης στην περιοχή της Θεσσαλονίκης ήταν οι μεταφορές και έπονταν η βιομηχανία και η θέρμανση. Σταδιακά καταγράφηκε μία μεταβολή στο «μίγμα» των αέριων ρύπων στη Θεσσαλονίκη, με μείωση της αιθαλομίχλης και του διοξειδίου του θείο, κυρίως εξαιτίας της μείωσης της περιεκτικότητας των καυσίμων σε θείο και της απόσυρσης των παλαιάς τεχνολογίας αυτοκινήτων- και τα δύο προέκυψαν μετά από νομοθετικές ρυθμίσεις της πολιτείας.

Μία άλλη απόφαση της πολιτείας όμως ήρθε να επιδεινώσει την κατάσταση ως προς τα αιωρούμενα σωματίδια. Από το 1993 ήταν απαγορευμένη η χρήση βιομάζας (ξύλα, πέλετ) σε κεντρικά συστήματα θέρμανσης στην Αττική και τη Θεσσαλονίκη, καθώς την εποχή εκείνη τα διαθέσιμα συστήματα βιομάζας χαρακτηρίζονταν από σχετικά υψηλές εκπομπές αιωρούμενων σωματιδίων. 

Η απαγόρευση κράτησε μέχρι τον Νοέμβριο του 2011, οπότε και επιτράπηκε ξανά η καύση βιομάζας στην Αττική και την Θεσσαλονίκη. Ταυτόχρονα εκτοξεύτηκε η τιμή του πετρελαίου λόγω του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης.

Το ίδιο διάστημα η ελληνική κοινωνία βρισκόταν αντιμέτωπη με μία πρωτοφανή οικονομική κρίση. Η κίνηση των οχημάτων στους δρόμους μειώθηκε αισθητά, για την εξοικονόμηση χρημάτων, με αποτέλεσμα τα αιωρούμενα σωματίδια από τη συγκεκριμένη πηγή να μειωθούν κατά 20%. 

Όμως ό,τι «κερδήθηκε» σε μείωση ρύπων από τα λιγότερα αυτοκίνητα που κυκλοφορούσαν στους δρόμους «αναπληρώθηκε» και με το παραπάνω από την καύση βιομάζας για θέρμανση, καθώς οι άνθρωποι έκαιγαν πρακτικά οτιδήποτε μπορούσε να καεί.

Έτσι φτάσαμε ο βασικός αέριος ρύπος στη Θεσσαλονίκη (και την Αθήνα, για την οποία επίσης εκδόθηκε καταδικαστική απόφαση από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο) να είναι τα αιωρούμενα σωματίδια ΡΜ10. Δεν είναι τυχαίο ότι οι υπερβάσεις των θεσμοθετημένων ορίων καταγράφονται τους μήνες από τον Οκτώβριο μέχρι Μάρτιο, που έχει κρύο και τα τζάκια, οι θερμάστρες και οι καυστήρες. 

Τους καλοκαιρινούς μήνες βέβαια έχουμε την αφρικανική σκόνη, που όμως δεν συνυπολογίστηκε κατά την εξέταση των υπερβάσεων των ορίων που οδήγησαν στην παραπομπή στο Ευρωπαϊκό δικαστήριο.

Συνεχίζονται οι υπερβάσεις

Όσοι άλλαξαν τρόπο θέρμανσης κατά τη διάρκεια της κρίσης συνεχίζουν ακόμα και σήμερα να καιν βιομάζα, κάτι που αντανακλάται και στις μετρήσεις της συγκέντρωσης των αιωρούμενων μικροσωματιδίων. Όπως σημειώνεται στο Εθνικό Πρόγραμμα Ελέγχου της Ατμοσφαιρικής Ρύπανσης (2021) του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας οι υπερβάσεις δεν καταγράφονται στη μέση ετήσια οριακή τιμή αλλά στη μέση ημερήσια οριακή τιμή, σε ορισμένους σταθμούς παρακολούθησης, μεταξύ των οποίων οι Σταθμοί Αγίας Σοφίας και Κορδελιού στη Θεσσαλονίκη.

Σύμφωνα με την πιο πρόσφατη (2021) ετήσια έκθεση του ΥΠΕΝ οι μέσες μηνιαίες τιμές ήταν πάνω από το μέσο όρο 24 ωρών (35 μg/m3) στους σταθμούς:

Αγίας Σοφίας τους μήνες Φεβρουάριο (57 μg/m3), Ιούνιο (41 μg/m3), Ιούλιο (43 μg/m3), Νοέμβριο (52 μg/m3) και Δεκέμβριο (48 μg/m3).

Κορδελιού τους μήνες Φεβρουάριο (50 μg/m3) και Νοέμβριο (40 μg/m3).

Ενώ είναι επιτρεπτές μέχρι 35 παραβάσεις ορίων ετησίως, στο σταθμό Αγ. Σοφίας για το 2021 καταγράφηκαν 62 υπερβάσεις του ημερήσιου ορίου και στο Κορδελιό 54, καθιστώντας τις περιοχές αυτές στην κορυφή με τις πιο συχνές και μόνιμες υπερβάσεις των ορίων. Οι πιο χαμηλές συγκεντρώσεις καταγράφονται στο σταθμό μέτρησης Πανοράματος.

Αυξημένα τα ΡΜ10 μέχρι το 2026

Στο Επιχειρησιακό Σχέδιο Δράσης για την αντιμετώπιση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης στη Θεσσαλονίκη οι μελετητές προχώρησαν σε ποιοτική και ποσοτική εκτίμηση της μελλοντικής εξέλιξης της ατμοσφαιρικής ρύπανσης και διαμόρφωσαν ένα σενάριο αναμενόμενης εξέλιξης μέχρι το 2026. 

Για το σενάριο αυτό ελήφθησαν υπόψη οι μετρήσεις του 2016, τα δρομολογημένα έργα, όπως επίσης και οι παρεμβάσεις ή τάσεις στη βιομηχανία-βιοτεχνία, την κεντρική θέρμανση, τις μεταφορές και τη γεωργία και πώς θα επηρεάσουν τις εκπομπές και τη μελλοντική ποιότητα της ατμόσφαιρας. 

Με τη βοήθεια ενός υπολογιστικού εργαλείου πρόγνωσης των συγκεντρώσεων ατμοσφαιρικής ρύπανσης προέκυψε ότι οι ρύποι για τους οποίους παρατηρείται αύξηση των συγκεντρώσεων είναι τα αιωρούμενα σωματίδια PM10 και το διοξείδιο του αζώτου (NO2). Σε αυτούς τους δύο ρύπους παρατηρούνται υπερβάσεις των θεσμοθετημένων ορίων: στη μέγιστη μέση ημερήσια συγκέντρωση για αιωρούμενα σωματίδια PM10 και στη μέση ετήσια συγκέντρωση για το διοξείδιο του αζώτου (ΝΟ2).

Ως προς τα ΡΜ10, για τα οποία υπήρξε η καταδικαστική απόφαση από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, οι μελετητές προβλέπουν ότι το 2026 η μέση ημερήσια συγκέντρωση μπορεί να φτάσει τα 135,97 μg/m3 (από 131,53 μg/m3 το 2016) όταν δεν πρέπει να καταγράφεται υπέρβαση του ορίου των 50 μg/m3 για περισσότερες από 35 μέρες ετησίως. Το θεσμοθετημένο όριο για τη μέση ετήσια τιμή είναι 40 μg/m3 και με βάση ττο σενάριο των μελετητών το 2026 η τιμή των PM10 παραμένει ελάχιστα κάτω από αυτό, στα 39,83 μg/m3.

Σύμφωνα με την εκτίμηση των μελετητών «η μεγαλύτερη μεταβολή αναμένεται στα αιωρούμενα σωματίδια PM10, και οφείλεται κυρίως στον τομέα της βιομηχανίας λόγω της ανάπτυξης του τομέα των κατασκευών και της ανάπτυξης μονάδων παραγωγής ενέργειας, η οποία θα επιφέρει συνολικά αύξηση, παρόλο που αναμένεται μία μικρή βελτίωση στις μεταφορές και την γεωργία». 

Συγκεκριμένα υπολογίζεται ότι θα αυξηθεί κατά 50% η συνδρομή της βιομηχανίας-βιοτεχνίας στη συγκέντρωση των αιωρούμενων σωματιδίων ΡΜ10, ενώ για την κεντρική θέρμανση που σήμερα θεωρείται ο βασικότερος επιβαρυντικός παράγοντας (κυρίως σε σχέση με την καύση βιομάζας) όχι μόνο δεν προβλέπεται μείωση ς αλλά και μικρή αύξηση 5% της συνεισφοράς της στις εκπομπές αιωρούμενων σωματιδίων.

Οι πηγές των αιωρούμενων σωματιδίων

Όπως αναφέρεται στο Επιχειρησιακό Σχέδιο Δράσης για την καταπολέμηση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης στη Θεσσαλονίκη, «κυριότερες πηγές ΡΜ10 είναι, κατά φθίνουσα σειρά συνεισφοράς, η κεντρική θέρμανση, η βιομηχανία, η καύση γεωργικής βιομάζας, η χρήση λιπασμάτων και οι οδικές μεταφορές. 

Η παρουσία των αιωρούμενων σωματιδίων στην περιοχή της Θεσσαλονίκης τους χειμερινούς μήνες είναι αυξημένη εξαιτίας της λειτουργίας των τζακιών (καύση βιομάζας), της αυξημένης κυκλοφοριακής κίνησης και της βιομηχανικής δραστηριότητας». Λαμβάνοντας υπόψη μόνο τις βιομηχανικές εκπομπές, ο κλάδος των εξορύξεων, αλλά και η διαχείριση των δομικών υλικών που εξορύσσονται καθώς και η οδική μεταφορά τους, είναι η κύρια πηγή αιωρούμενων σωματιδίων ΡΜ10. 

Στη μελέτη επισημαίνεται ακόμη ότι «τα ρυπαντικά φορτία των βασικών βιομηχανικών κλάδων που απαντώνται στην δυτική Θεσσαλονίκη (μη μεταλλικά ορυκτά, παραγωγή βασικών μετάλλων και διύλιση πετρελαίου) έχουν μια διακριτή συμβολή στις εκπομπές αιωρούμενων σωματιδίων ΡΜ10, ωστόσο η συνεισφορά τους έχει περιοριστεί σημαντικά μετά την εφαρμογή της Οδηγίας περί βιομηχανικών εκπομπών που μείωσε σημαντικά τις οριακές τιμές εκπομπών και, επομένως, τα εκπεμπόμενα ρυπαντικά φορτία».

Τέλος, σημειώνεται στην περιοχή της Θεσσαλονίκης το θαλάσσιο άλας συμμετέχει στα αιωρούμενα σωματίδια έως 10%, με την υψηλότερη τιμή να παρατηρείται την άνοιξη.

Εδώ τα μέτρα, εκεί τα μέτρα, πού είναι τα μέτρα;

Για την καταδικαστική απόφαση από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο σημαντικό ρόλο έπαιξε το γεγονός ότι η χώρα μας δεν παρουσίασε ένα σχέδιο με συγκεκριμένα μέτρα για την αντιμετώπιση του προβλήματος.

Το 2018 η Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας ανέθεσε την εκπόνηση του Επιχειρησιακού Σχεδίου Δράσης για την καταπολέμηση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης στη Θεσσαλονίκη. Η μελέτη ολοκληρώθηκε τον Ιούλιο του 2020 και στη συνέχεια διαβιβάσθηκε στη Διεύθυνση Κλιματικής Αλλαγής και Ποιότητας της Ατμόσφαιρας του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας (ΥΠΕΝ). 

Στο Επιχειρησιακό σχέδιο καταγράφονται τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν σε περίπτωση αυξημένων συγκεντρώσεων αιωρούμενων σωματιδίων. Ανάλογα με τις υπερβάσεις των ορίων υπάρχει κλιμάκωση των συστάσεων και των μέτρων. 

Οι ευπαθείς ομάδες μπορεί να κληθούν να περιορίσουν κάθε έντονη σωματική άσκηση σε εξωτερικούς χώρους, να εκδοθεί σύσταση για αποφυγή της χρήσης τζακιών, και θερμαστρών, να απαγορευτούν οι πάσης φύσεως καύσεις σε ανοικτούς χώρους ή να αποφασιστεί διακοπή λειτουργίας των παιδικών σταθμών και των σχολικών μονάδων, ή και η διακοπή της λειτουργίας των εγκαταστάσεων κεντρικής θέρμανσης σε όλες τις δημόσιες υπηρεσίες. 

Σε πιο οξυμένες καταστάσεις τα μέτρα περιλαμβάνουν τη μείωση κατά 20%-30% της δραστηριότητας των βιομηχανιών, η απαγόρευση κυκλοφορίας των ιδιωτικής χρήσης επιβατικών μη καταλυτικών βενζινοκίνητων και πετρελαιοκίνητων οχημάτων σε συγκεκριμένες περιοχές, η εκ περιτροπής κίνηση των δημοσίας χρήσης οχημάτων κ.ά.

Όμως αυτά δεν είναι μέτρα για την πρόληψη και αντιμετώπιση του προβλήματος και για αυτό η μελέτη που κόστισε 100.000 ευρώ κρίθηκε ελλιπής. Έτσι αποφασίστηκε να εκπονηθεί μια… πιο συγκεκριμένη μελέτη από τον Οργανισμό Φυσικού Περιβάλλοντος και Κλιματικής Αλλαγής (ΟΦΥΠΕΚΑ) που να προτείνει μέτρα για την αντιμετώπιση των υπερβάσεων των συγκεντρώσεων αιωρούμενων σωματιδίων ΑΣ10 στη Θεσσαλονίκη.

Η μελέτη ολοκληρώθηκε τον Μάιο του 2022. Σχεδόν ένα χρόνο μετά, το περιεχόμενο της παραμένει άγνωστο. Δεν έχει σταλεί στην Περιφέρεια, δεν έχει κοινοποιηθεί στην Μόνιμη Επιτροπή Περιβάλλοντος του ΤΕΕ, η οποία ζήτησε να λάβει γνώση και δεν κατέστη δυνατόν να έχει πρόσβαση σε αυτήν ούτε η «ΜτΚ». 

Σύμφωνα με πηγές από το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας «αυτήν την περίοδο επανεξετάζονται τα προτεινόμενα μέτρα, ώστε να εντοπιστούν οι βέλτιστες πρακτικές, ως προς τον χρόνο και τον τρόπο εφαρμογής τους». Η «ΜτΚ» έθεσε γραπτώς συγκεκριμένα ερωτήματα στον αρμόδιο υπουργό Κώστα Σκρέκα, ωστόσο μέχρι την ώρα που γράφονταν αυτές οι γραμμές δεν είχε σταλεί απάντηση.

Ποιος έχει την αρμοδιότητα;

Σε ένα τόσο σύνθετο και πολυπαραγοντικό πρόβλημα όπως η ατμοσφαιρική ρύπανση δεν είναι πάντα ξεκάθαρο ποιος έχει την αρμοδιότητα να κάνει τι.

Σύμφωνα με την κοινοτική Οδηγία 2008/50/ΕΚ για την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα τα κράτη-μέλη οφείλουν να ορίσουν ζώνες (αστικές, προαστιακές, αγροτικές, μη εκτεθειμένες αγροτικές) και να πραγματοποιούν εκτιμήσεις της ποιότητας του αέρα και της διαχείρισης της ποιότητας του αέρα.

Σε ότι αφορά τις αρμοδιότητες των Περιφερειών, προβλέπονται, μεταξύ άλλων, τα εξής:

1. Οι περιφερειακές υπηρεσίες είναι υπεύθυνες για την εγκατάσταση, σε αντιπροσωπευτικές θέσεις εθνικού δικτύου, σταθμών για την παρακολούθηση της ποιότητας της ατμόσφαιρας και την παρακολούθηση της λειτουργίας τους.

2. Όταν τα επίπεδα των ρύπων υπερβαίνουν τις οριακές τιμές, οι περιφερειακές υπηρεσίες μεριμνούν ώστε να εκπονούνται σχέδια για την ποιότητα του αέρα στις εν λόγω περιοχές.

3. Οι Περιφέρειες οφείλουν να ενημερώνουν και να αποστέλλουν ετησίως στο ΥΠΕΝ τα σχέδια για την ποιότητα του αέρα στην περιοχή τους με αναλυτικές πληροφορίες.

4. Εάν σε μία περιοχή υπάρχει κίνδυνος τα επίπεδα των ρύπων να υπερβαίνουν ένα ή περισσότερα από τα όρια συναγερμού, οι κατά τόπους Περιφέρειες οφείλουν να εκπονούν σχέδια δράσης στα οποία αναφέρονται τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν βραχυπρόθεσμα για να μειωθούν οι κίνδυνοι από αυτή την υπέρβαση ή να περιοριστεί η διάρκειά της. 

Τα σχέδια βραχυπρόθεσμης δράσης που υποβάλλονται από τις Περιφέρειες μπορεί να προβλέπουν τη λήψη ουσιαστικών μέτρων για τον έλεγχο ή/και τη διακοπή δραστηριοτήτων οι οποίες συμβάλλουν στον κίνδυνο υπέρβασης των αντίστοιχων οριακών τιμών. 

Όλα τα παραπάνω σχετίζονται με την καταγραφή και την παρακολούθηση του προβλήματος- και εδώ θα μπορούσαν να γίνουν περισσότερα, αρχής γενομένης με τη αξιοποίηση των δεδομένων όλων των μετρητών ακόμα κι αν δεν ανήκουν στο Εθνικό δίκτυο (πχ μετρητές έχουν οι δήμοι Θεσσαλονίκης, Θέρμης, Δέλτα, Παύλου Μελά, η ΟΛΘ ΑΕ, η Εγνατία Οδός, η Αττικό Μετρό). 

Τι γίνεται όμως με την αντιμετώπιση των αιτιών, για να μην χρειαστεί να εφαρμοστούν έκτακτα μέτρα σε περίπτωση υπερβάσεων των ορίων; Εδώ χρειάζονται συντονισμένες πρωτοβουλίες που προϋποθέτουν νομοθετικές ρυθμίσεις. Για παράδειγμα, η επαναφορά της απαγόρευσης καύσης βιομάζας, σε συνθήκες ενεργειακής κρίσης, θα πρέπει να συνοδεύεται από κίνητρα προς τους πολίτες και τις επιχειρήσεις για επιλογή άλλου καυσίμου. 

Η προώθηση της ηλεκτροκίνησης επίσης πρέπει να συνοδεύεται από κίνητρα και χρηματοδοτήσεις. Οι αποφάσεις είναι στο χέρι της κεντρικής διοίκησης, ενώ τα κονδύλια υπάρχουν τόσο στα τομεακά όσο και στα επιχειρησιακά προγράμματα. 

Η μείωση της κυκλοφορίας των οχημάτων σχετίζεται με γενναίες αποφάσεις που πρέπει να λάβουν οι δήμοι και να αποδεχτούν οι πολίτες. Τέλος η «πράσινη κουρτίνα» απέναντι στην αέρια ρύπανση αποδεικνύεται το τελευταίο διάστημα ένα συλλογικό ζητούμενο για όλη την κοινωνία.


Απόστολος Π. Σίσκος, MSc

Πρόεδρος δ.σ. ENVIROMETRICS

Μήπως οι υπερβάσεις στα PM10/PM2,5 είναι η κορυφή του παγόβουνου;

Η καταδίκη της Ελλάδας για τις υπερβάσεις των ορίων της ποιότητας της ατμόσφαιρας τόσο στην Αθήνα όσο και στην Θεσσαλονίκη ήταν αναμενόμενη. Πέρα όμως από τα προφανή μέτρα που πρέπει να ληφθούν από την κεντρική κυβέρνηση αλλά και από τους ΟΤΑ, θα πρέπει στην περίπτωση της Θεσσαλονίκης, να αξιολογηθεί η συμβολή των πιθανών υψηλών συγκεντρώσεων υποβάθρου εξαιτίας του Θερμαϊκού.

Η σημερινή κατάσταση είναι ιδιαίτερα ανησυχητική για τη δημόσια υγεία με δεδομένο ότι δεν έχει προχωρήσει, στις περισσότερες περιφέρειες της χώρας, η διενέργεια ενδεικτικών μετρήσεων βαρέων μετάλλων (Αs, Ni, Pb, Cd) και βενζο(α)πυρενίου στα PM10 όπως προβλέπεται υπ’ αριθμόν 94642/1807/11-10-2021 επιστολή του ΥΠΕΝ προς τις περιφέρειες.

Η βελτίωση της ποιότητας του αέρα στις πόλεις είναι παγκόσμια προτεραιότητα. Θέλει όμως διαχρονική δέσμευση όλων των εμπλεκομένων μερών καθώς και συστηματική παρακολούθηση όλων των επιστημονικών εξελίξεων και παραγόντων που την επηρεάζουν.

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 02.04.2023

Σχετικά Άρθρα

Στο «κόκκινο» θα συνεχίσουν να βρίσκονται μέχρι το 2026 οι συγκεντρώσεις αιωρούμενων σωματιδίων ΡΜ10 στη Θεσσαλονίκη, εκτός αν ληφθούν εγκαίρως μέτρα. Η ΕΕ είχε προειδοποιήσει τη χώρα μας από το 2009 ότι θα πρέπει να αντιμετωπίσει το πρόβλημα και μετά από μία μακρά διαδικασία διαβουλεύσεων παρέπεμψε την Ελλάδα στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, το οποίο πριν από δέκα ημέρες εξέδωσε καταδικαστική απόφαση.

Το αν αυτή η καταδίκη περιοριστεί μόνο στην καταβολή των δικαστικών εξόδων όπως ορίζει η δικαστική απόφαση ή μεταφραστεί στην επιβολή προστίμου από την Κομισιόν μένει να φανεί το επόμενο διάστημα. Η Επιτροπή μπορεί να ορίσει προθεσμία για την εκτέλεση της αποφάσεως αυτής και αν μετά την παρέλευση της προθεσμίας κρίνει ότι η Ελλάδα συνεχίζει να μην λαμβάνει όλα τα αναγκαία μέτρα μπορεί να προσφύγει εκ νέου στο Δικαστήριο, με μία διαδικασία που λέγεται «παράβαση επί παραβάσεως». 

Στην περίπτωση αυτή, η Επιτροπή μπορεί να προτείνει στο Δικαστήριο να επιβάλει στο κράτος που δεν συμμορφώνεται χρηματική κύρωση, ήτοι την καταβολή χρηματικής ποινής ή/και κατ’ αποκοπήν ποσού. Αν το Δικαστήριο διαπιστώσει δεύτερη παράβαση, μπορεί να εκδώσει απόφαση έναντι του κράτους επιβάλλοντας χρηματικές κυρώσεις.

Την ίδια ώρα, για ανεπάρκεια εκ μέρους της ΠΚΜ και αδικαιολόγητες καθυστερήσεις στην ανταπόκριση του ΥΠΕΝ κάνουν λόγο οι 6 βουλευτές Θεσσαλονίκης του ΣΥΡΙΖΑ τονίζοντας σε ερώτησή τους ότι «έχουν περάσει τέσσερα χρόνια και κανένα μέτρο δεν έχει ληφθεί στην πόλη με κόστος στην υγεία του πληθυσμού και πιθανή δεύτερη παραπομπή στο Ευρ. Δικαστήριο με επιβολή προστίμου». 

Οι βουλευτές ρωτούν ποιες είναι οι ενέργειες της Περιφέρειας και του ΥΠΕΝ από το 2020 και έπειτα για την αναχαίτιση του προβλήματος και με ποια τα αποτελέσματά της και ζητούν να κατατεθούν προς ενημέρωση της Βουλής και των πολιτών η Μελέτη Εφαρμογής από το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας για την αντιμετώπιση των υπερβάσεων των συγκεντρώσεων αιωρούμενων σωματιδίων ΑΣ10 στη Θεσσαλονίκη, που ολοκληρώθηκε το 2022, συνοδευόμενη από την αξιολόγηση των αρμοδίων υπηρεσιών, καθώς και οι θεσμικές αποφάσεις για την εφαρμογή μέτρων περιορισμού και αντιμετώπισης της αέριας ρύπανσης στη Θεσσαλονίκη και την τήρηση των υποχρεώσεων της χώρας. 

Την ερώτηση υπογράφουν οι Σωκράτης Φάμελλος, Γιάννης Αμανατίδης, Δώρα Αυγέρη, Χρήστος Γιαννούλης, Κώστας Ζουράρις, Κατερίνα Νοτοπούλου και Αλέξανδρος Τριανταφυλλίδης.

Τι άλλαξε στα χρόνια της κρίσης

Τα χρόνια πριν την οικονομική κρίση η σημαντικότερη πηγή ρύπανσης στην περιοχή της Θεσσαλονίκης ήταν οι μεταφορές και έπονταν η βιομηχανία και η θέρμανση. Σταδιακά καταγράφηκε μία μεταβολή στο «μίγμα» των αέριων ρύπων στη Θεσσαλονίκη, με μείωση της αιθαλομίχλης και του διοξειδίου του θείο, κυρίως εξαιτίας της μείωσης της περιεκτικότητας των καυσίμων σε θείο και της απόσυρσης των παλαιάς τεχνολογίας αυτοκινήτων- και τα δύο προέκυψαν μετά από νομοθετικές ρυθμίσεις της πολιτείας.

Μία άλλη απόφαση της πολιτείας όμως ήρθε να επιδεινώσει την κατάσταση ως προς τα αιωρούμενα σωματίδια. Από το 1993 ήταν απαγορευμένη η χρήση βιομάζας (ξύλα, πέλετ) σε κεντρικά συστήματα θέρμανσης στην Αττική και τη Θεσσαλονίκη, καθώς την εποχή εκείνη τα διαθέσιμα συστήματα βιομάζας χαρακτηρίζονταν από σχετικά υψηλές εκπομπές αιωρούμενων σωματιδίων. 

Η απαγόρευση κράτησε μέχρι τον Νοέμβριο του 2011, οπότε και επιτράπηκε ξανά η καύση βιομάζας στην Αττική και την Θεσσαλονίκη. Ταυτόχρονα εκτοξεύτηκε η τιμή του πετρελαίου λόγω του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης.

Το ίδιο διάστημα η ελληνική κοινωνία βρισκόταν αντιμέτωπη με μία πρωτοφανή οικονομική κρίση. Η κίνηση των οχημάτων στους δρόμους μειώθηκε αισθητά, για την εξοικονόμηση χρημάτων, με αποτέλεσμα τα αιωρούμενα σωματίδια από τη συγκεκριμένη πηγή να μειωθούν κατά 20%. 

Όμως ό,τι «κερδήθηκε» σε μείωση ρύπων από τα λιγότερα αυτοκίνητα που κυκλοφορούσαν στους δρόμους «αναπληρώθηκε» και με το παραπάνω από την καύση βιομάζας για θέρμανση, καθώς οι άνθρωποι έκαιγαν πρακτικά οτιδήποτε μπορούσε να καεί.

Έτσι φτάσαμε ο βασικός αέριος ρύπος στη Θεσσαλονίκη (και την Αθήνα, για την οποία επίσης εκδόθηκε καταδικαστική απόφαση από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο) να είναι τα αιωρούμενα σωματίδια ΡΜ10. Δεν είναι τυχαίο ότι οι υπερβάσεις των θεσμοθετημένων ορίων καταγράφονται τους μήνες από τον Οκτώβριο μέχρι Μάρτιο, που έχει κρύο και τα τζάκια, οι θερμάστρες και οι καυστήρες. 

Τους καλοκαιρινούς μήνες βέβαια έχουμε την αφρικανική σκόνη, που όμως δεν συνυπολογίστηκε κατά την εξέταση των υπερβάσεων των ορίων που οδήγησαν στην παραπομπή στο Ευρωπαϊκό δικαστήριο.

Συνεχίζονται οι υπερβάσεις

Όσοι άλλαξαν τρόπο θέρμανσης κατά τη διάρκεια της κρίσης συνεχίζουν ακόμα και σήμερα να καιν βιομάζα, κάτι που αντανακλάται και στις μετρήσεις της συγκέντρωσης των αιωρούμενων μικροσωματιδίων. Όπως σημειώνεται στο Εθνικό Πρόγραμμα Ελέγχου της Ατμοσφαιρικής Ρύπανσης (2021) του υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας οι υπερβάσεις δεν καταγράφονται στη μέση ετήσια οριακή τιμή αλλά στη μέση ημερήσια οριακή τιμή, σε ορισμένους σταθμούς παρακολούθησης, μεταξύ των οποίων οι Σταθμοί Αγίας Σοφίας και Κορδελιού στη Θεσσαλονίκη.

Σύμφωνα με την πιο πρόσφατη (2021) ετήσια έκθεση του ΥΠΕΝ οι μέσες μηνιαίες τιμές ήταν πάνω από το μέσο όρο 24 ωρών (35 μg/m3) στους σταθμούς:

Αγίας Σοφίας τους μήνες Φεβρουάριο (57 μg/m3), Ιούνιο (41 μg/m3), Ιούλιο (43 μg/m3), Νοέμβριο (52 μg/m3) και Δεκέμβριο (48 μg/m3).

Κορδελιού τους μήνες Φεβρουάριο (50 μg/m3) και Νοέμβριο (40 μg/m3).

Ενώ είναι επιτρεπτές μέχρι 35 παραβάσεις ορίων ετησίως, στο σταθμό Αγ. Σοφίας για το 2021 καταγράφηκαν 62 υπερβάσεις του ημερήσιου ορίου και στο Κορδελιό 54, καθιστώντας τις περιοχές αυτές στην κορυφή με τις πιο συχνές και μόνιμες υπερβάσεις των ορίων. Οι πιο χαμηλές συγκεντρώσεις καταγράφονται στο σταθμό μέτρησης Πανοράματος.

Αυξημένα τα ΡΜ10 μέχρι το 2026

Στο Επιχειρησιακό Σχέδιο Δράσης για την αντιμετώπιση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης στη Θεσσαλονίκη οι μελετητές προχώρησαν σε ποιοτική και ποσοτική εκτίμηση της μελλοντικής εξέλιξης της ατμοσφαιρικής ρύπανσης και διαμόρφωσαν ένα σενάριο αναμενόμενης εξέλιξης μέχρι το 2026. 

Για το σενάριο αυτό ελήφθησαν υπόψη οι μετρήσεις του 2016, τα δρομολογημένα έργα, όπως επίσης και οι παρεμβάσεις ή τάσεις στη βιομηχανία-βιοτεχνία, την κεντρική θέρμανση, τις μεταφορές και τη γεωργία και πώς θα επηρεάσουν τις εκπομπές και τη μελλοντική ποιότητα της ατμόσφαιρας. 

Με τη βοήθεια ενός υπολογιστικού εργαλείου πρόγνωσης των συγκεντρώσεων ατμοσφαιρικής ρύπανσης προέκυψε ότι οι ρύποι για τους οποίους παρατηρείται αύξηση των συγκεντρώσεων είναι τα αιωρούμενα σωματίδια PM10 και το διοξείδιο του αζώτου (NO2). Σε αυτούς τους δύο ρύπους παρατηρούνται υπερβάσεις των θεσμοθετημένων ορίων: στη μέγιστη μέση ημερήσια συγκέντρωση για αιωρούμενα σωματίδια PM10 και στη μέση ετήσια συγκέντρωση για το διοξείδιο του αζώτου (ΝΟ2).

Ως προς τα ΡΜ10, για τα οποία υπήρξε η καταδικαστική απόφαση από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, οι μελετητές προβλέπουν ότι το 2026 η μέση ημερήσια συγκέντρωση μπορεί να φτάσει τα 135,97 μg/m3 (από 131,53 μg/m3 το 2016) όταν δεν πρέπει να καταγράφεται υπέρβαση του ορίου των 50 μg/m3 για περισσότερες από 35 μέρες ετησίως. Το θεσμοθετημένο όριο για τη μέση ετήσια τιμή είναι 40 μg/m3 και με βάση ττο σενάριο των μελετητών το 2026 η τιμή των PM10 παραμένει ελάχιστα κάτω από αυτό, στα 39,83 μg/m3.

Σύμφωνα με την εκτίμηση των μελετητών «η μεγαλύτερη μεταβολή αναμένεται στα αιωρούμενα σωματίδια PM10, και οφείλεται κυρίως στον τομέα της βιομηχανίας λόγω της ανάπτυξης του τομέα των κατασκευών και της ανάπτυξης μονάδων παραγωγής ενέργειας, η οποία θα επιφέρει συνολικά αύξηση, παρόλο που αναμένεται μία μικρή βελτίωση στις μεταφορές και την γεωργία». 

Συγκεκριμένα υπολογίζεται ότι θα αυξηθεί κατά 50% η συνδρομή της βιομηχανίας-βιοτεχνίας στη συγκέντρωση των αιωρούμενων σωματιδίων ΡΜ10, ενώ για την κεντρική θέρμανση που σήμερα θεωρείται ο βασικότερος επιβαρυντικός παράγοντας (κυρίως σε σχέση με την καύση βιομάζας) όχι μόνο δεν προβλέπεται μείωση ς αλλά και μικρή αύξηση 5% της συνεισφοράς της στις εκπομπές αιωρούμενων σωματιδίων.

Οι πηγές των αιωρούμενων σωματιδίων

Όπως αναφέρεται στο Επιχειρησιακό Σχέδιο Δράσης για την καταπολέμηση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης στη Θεσσαλονίκη, «κυριότερες πηγές ΡΜ10 είναι, κατά φθίνουσα σειρά συνεισφοράς, η κεντρική θέρμανση, η βιομηχανία, η καύση γεωργικής βιομάζας, η χρήση λιπασμάτων και οι οδικές μεταφορές. 

Η παρουσία των αιωρούμενων σωματιδίων στην περιοχή της Θεσσαλονίκης τους χειμερινούς μήνες είναι αυξημένη εξαιτίας της λειτουργίας των τζακιών (καύση βιομάζας), της αυξημένης κυκλοφοριακής κίνησης και της βιομηχανικής δραστηριότητας». Λαμβάνοντας υπόψη μόνο τις βιομηχανικές εκπομπές, ο κλάδος των εξορύξεων, αλλά και η διαχείριση των δομικών υλικών που εξορύσσονται καθώς και η οδική μεταφορά τους, είναι η κύρια πηγή αιωρούμενων σωματιδίων ΡΜ10. 

Στη μελέτη επισημαίνεται ακόμη ότι «τα ρυπαντικά φορτία των βασικών βιομηχανικών κλάδων που απαντώνται στην δυτική Θεσσαλονίκη (μη μεταλλικά ορυκτά, παραγωγή βασικών μετάλλων και διύλιση πετρελαίου) έχουν μια διακριτή συμβολή στις εκπομπές αιωρούμενων σωματιδίων ΡΜ10, ωστόσο η συνεισφορά τους έχει περιοριστεί σημαντικά μετά την εφαρμογή της Οδηγίας περί βιομηχανικών εκπομπών που μείωσε σημαντικά τις οριακές τιμές εκπομπών και, επομένως, τα εκπεμπόμενα ρυπαντικά φορτία».

Τέλος, σημειώνεται στην περιοχή της Θεσσαλονίκης το θαλάσσιο άλας συμμετέχει στα αιωρούμενα σωματίδια έως 10%, με την υψηλότερη τιμή να παρατηρείται την άνοιξη.

Εδώ τα μέτρα, εκεί τα μέτρα, πού είναι τα μέτρα;

Για την καταδικαστική απόφαση από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο σημαντικό ρόλο έπαιξε το γεγονός ότι η χώρα μας δεν παρουσίασε ένα σχέδιο με συγκεκριμένα μέτρα για την αντιμετώπιση του προβλήματος.

Το 2018 η Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας ανέθεσε την εκπόνηση του Επιχειρησιακού Σχεδίου Δράσης για την καταπολέμηση της ατμοσφαιρικής ρύπανσης στη Θεσσαλονίκη. Η μελέτη ολοκληρώθηκε τον Ιούλιο του 2020 και στη συνέχεια διαβιβάσθηκε στη Διεύθυνση Κλιματικής Αλλαγής και Ποιότητας της Ατμόσφαιρας του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας (ΥΠΕΝ). 

Στο Επιχειρησιακό σχέδιο καταγράφονται τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν σε περίπτωση αυξημένων συγκεντρώσεων αιωρούμενων σωματιδίων. Ανάλογα με τις υπερβάσεις των ορίων υπάρχει κλιμάκωση των συστάσεων και των μέτρων. 

Οι ευπαθείς ομάδες μπορεί να κληθούν να περιορίσουν κάθε έντονη σωματική άσκηση σε εξωτερικούς χώρους, να εκδοθεί σύσταση για αποφυγή της χρήσης τζακιών, και θερμαστρών, να απαγορευτούν οι πάσης φύσεως καύσεις σε ανοικτούς χώρους ή να αποφασιστεί διακοπή λειτουργίας των παιδικών σταθμών και των σχολικών μονάδων, ή και η διακοπή της λειτουργίας των εγκαταστάσεων κεντρικής θέρμανσης σε όλες τις δημόσιες υπηρεσίες. 

Σε πιο οξυμένες καταστάσεις τα μέτρα περιλαμβάνουν τη μείωση κατά 20%-30% της δραστηριότητας των βιομηχανιών, η απαγόρευση κυκλοφορίας των ιδιωτικής χρήσης επιβατικών μη καταλυτικών βενζινοκίνητων και πετρελαιοκίνητων οχημάτων σε συγκεκριμένες περιοχές, η εκ περιτροπής κίνηση των δημοσίας χρήσης οχημάτων κ.ά.

Όμως αυτά δεν είναι μέτρα για την πρόληψη και αντιμετώπιση του προβλήματος και για αυτό η μελέτη που κόστισε 100.000 ευρώ κρίθηκε ελλιπής. Έτσι αποφασίστηκε να εκπονηθεί μια… πιο συγκεκριμένη μελέτη από τον Οργανισμό Φυσικού Περιβάλλοντος και Κλιματικής Αλλαγής (ΟΦΥΠΕΚΑ) που να προτείνει μέτρα για την αντιμετώπιση των υπερβάσεων των συγκεντρώσεων αιωρούμενων σωματιδίων ΑΣ10 στη Θεσσαλονίκη.

Η μελέτη ολοκληρώθηκε τον Μάιο του 2022. Σχεδόν ένα χρόνο μετά, το περιεχόμενο της παραμένει άγνωστο. Δεν έχει σταλεί στην Περιφέρεια, δεν έχει κοινοποιηθεί στην Μόνιμη Επιτροπή Περιβάλλοντος του ΤΕΕ, η οποία ζήτησε να λάβει γνώση και δεν κατέστη δυνατόν να έχει πρόσβαση σε αυτήν ούτε η «ΜτΚ». 

Σύμφωνα με πηγές από το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας «αυτήν την περίοδο επανεξετάζονται τα προτεινόμενα μέτρα, ώστε να εντοπιστούν οι βέλτιστες πρακτικές, ως προς τον χρόνο και τον τρόπο εφαρμογής τους». Η «ΜτΚ» έθεσε γραπτώς συγκεκριμένα ερωτήματα στον αρμόδιο υπουργό Κώστα Σκρέκα, ωστόσο μέχρι την ώρα που γράφονταν αυτές οι γραμμές δεν είχε σταλεί απάντηση.

Ποιος έχει την αρμοδιότητα;

Σε ένα τόσο σύνθετο και πολυπαραγοντικό πρόβλημα όπως η ατμοσφαιρική ρύπανση δεν είναι πάντα ξεκάθαρο ποιος έχει την αρμοδιότητα να κάνει τι.

Σύμφωνα με την κοινοτική Οδηγία 2008/50/ΕΚ για την ποιότητα του ατμοσφαιρικού αέρα τα κράτη-μέλη οφείλουν να ορίσουν ζώνες (αστικές, προαστιακές, αγροτικές, μη εκτεθειμένες αγροτικές) και να πραγματοποιούν εκτιμήσεις της ποιότητας του αέρα και της διαχείρισης της ποιότητας του αέρα.

Σε ότι αφορά τις αρμοδιότητες των Περιφερειών, προβλέπονται, μεταξύ άλλων, τα εξής:

1. Οι περιφερειακές υπηρεσίες είναι υπεύθυνες για την εγκατάσταση, σε αντιπροσωπευτικές θέσεις εθνικού δικτύου, σταθμών για την παρακολούθηση της ποιότητας της ατμόσφαιρας και την παρακολούθηση της λειτουργίας τους.

2. Όταν τα επίπεδα των ρύπων υπερβαίνουν τις οριακές τιμές, οι περιφερειακές υπηρεσίες μεριμνούν ώστε να εκπονούνται σχέδια για την ποιότητα του αέρα στις εν λόγω περιοχές.

3. Οι Περιφέρειες οφείλουν να ενημερώνουν και να αποστέλλουν ετησίως στο ΥΠΕΝ τα σχέδια για την ποιότητα του αέρα στην περιοχή τους με αναλυτικές πληροφορίες.

4. Εάν σε μία περιοχή υπάρχει κίνδυνος τα επίπεδα των ρύπων να υπερβαίνουν ένα ή περισσότερα από τα όρια συναγερμού, οι κατά τόπους Περιφέρειες οφείλουν να εκπονούν σχέδια δράσης στα οποία αναφέρονται τα μέτρα που πρέπει να ληφθούν βραχυπρόθεσμα για να μειωθούν οι κίνδυνοι από αυτή την υπέρβαση ή να περιοριστεί η διάρκειά της. 

Τα σχέδια βραχυπρόθεσμης δράσης που υποβάλλονται από τις Περιφέρειες μπορεί να προβλέπουν τη λήψη ουσιαστικών μέτρων για τον έλεγχο ή/και τη διακοπή δραστηριοτήτων οι οποίες συμβάλλουν στον κίνδυνο υπέρβασης των αντίστοιχων οριακών τιμών. 

Όλα τα παραπάνω σχετίζονται με την καταγραφή και την παρακολούθηση του προβλήματος- και εδώ θα μπορούσαν να γίνουν περισσότερα, αρχής γενομένης με τη αξιοποίηση των δεδομένων όλων των μετρητών ακόμα κι αν δεν ανήκουν στο Εθνικό δίκτυο (πχ μετρητές έχουν οι δήμοι Θεσσαλονίκης, Θέρμης, Δέλτα, Παύλου Μελά, η ΟΛΘ ΑΕ, η Εγνατία Οδός, η Αττικό Μετρό). 

Τι γίνεται όμως με την αντιμετώπιση των αιτιών, για να μην χρειαστεί να εφαρμοστούν έκτακτα μέτρα σε περίπτωση υπερβάσεων των ορίων; Εδώ χρειάζονται συντονισμένες πρωτοβουλίες που προϋποθέτουν νομοθετικές ρυθμίσεις. Για παράδειγμα, η επαναφορά της απαγόρευσης καύσης βιομάζας, σε συνθήκες ενεργειακής κρίσης, θα πρέπει να συνοδεύεται από κίνητρα προς τους πολίτες και τις επιχειρήσεις για επιλογή άλλου καυσίμου. 

Η προώθηση της ηλεκτροκίνησης επίσης πρέπει να συνοδεύεται από κίνητρα και χρηματοδοτήσεις. Οι αποφάσεις είναι στο χέρι της κεντρικής διοίκησης, ενώ τα κονδύλια υπάρχουν τόσο στα τομεακά όσο και στα επιχειρησιακά προγράμματα. 

Η μείωση της κυκλοφορίας των οχημάτων σχετίζεται με γενναίες αποφάσεις που πρέπει να λάβουν οι δήμοι και να αποδεχτούν οι πολίτες. Τέλος η «πράσινη κουρτίνα» απέναντι στην αέρια ρύπανση αποδεικνύεται το τελευταίο διάστημα ένα συλλογικό ζητούμενο για όλη την κοινωνία.


Απόστολος Π. Σίσκος, MSc

Πρόεδρος δ.σ. ENVIROMETRICS

Μήπως οι υπερβάσεις στα PM10/PM2,5 είναι η κορυφή του παγόβουνου;

Η καταδίκη της Ελλάδας για τις υπερβάσεις των ορίων της ποιότητας της ατμόσφαιρας τόσο στην Αθήνα όσο και στην Θεσσαλονίκη ήταν αναμενόμενη. Πέρα όμως από τα προφανή μέτρα που πρέπει να ληφθούν από την κεντρική κυβέρνηση αλλά και από τους ΟΤΑ, θα πρέπει στην περίπτωση της Θεσσαλονίκης, να αξιολογηθεί η συμβολή των πιθανών υψηλών συγκεντρώσεων υποβάθρου εξαιτίας του Θερμαϊκού.

Η σημερινή κατάσταση είναι ιδιαίτερα ανησυχητική για τη δημόσια υγεία με δεδομένο ότι δεν έχει προχωρήσει, στις περισσότερες περιφέρειες της χώρας, η διενέργεια ενδεικτικών μετρήσεων βαρέων μετάλλων (Αs, Ni, Pb, Cd) και βενζο(α)πυρενίου στα PM10 όπως προβλέπεται υπ’ αριθμόν 94642/1807/11-10-2021 επιστολή του ΥΠΕΝ προς τις περιφέρειες.

Η βελτίωση της ποιότητας του αέρα στις πόλεις είναι παγκόσμια προτεραιότητα. Θέλει όμως διαχρονική δέσμευση όλων των εμπλεκομένων μερών καθώς και συστηματική παρακολούθηση όλων των επιστημονικών εξελίξεων και παραγόντων που την επηρεάζουν.

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 02.04.2023

ΣΧΟΛΙΑ

Επιλέξτε Κατηγορία