ΑΠΟΨΕΙΣ

Υπέροχα τραγούδια ενός παλιού Ιούλη

 16/07/2023 22:00

Τι γνωρίζουν οι ποιητές και οι στιχουργοί το οποίο το ChatGPT δεν γνωρίζει; «Υπάρχει λόγος που η τεχνητή νοημοσύνη γράφει πολύ απαίσιο στίχο» διαβάζω σε άρθρο στο «The Atlantic».

Το ChatGPT μπορεί να γράψει ποιητικές ροές «αναμασημένου» κειμένου που όμως δεν θρηνούν, δεν παρηγορούν δεν ξορκίζουν.

Δεν ικανοποιούν το ελάχιστο κριτήριο του ποιήματος, που είναι το προσωπικό βίωμα του ποιητή. Πόσο μάλλον να χωρέσει τον αναστεναγμό ενός βιωμένου τραγουδιού.

Ο καθένας μας βρίσκει στα τραγούδια τις μοναδικές στιγμές που έζησε. Κάθε γενιά έχει και το δικό της βιωματικό σάουντρακ. Κάτι σαν «ποιο τραγούδι άκουγες τότε;». Σαν ένα φιλμ ιλιγγιώδες είναι η ζωή μας έτσι κι αλλιώς.

Ομοίως έχει και τον Ιούλη του. Με δέος σκέφτομαι τους σημερινούς 75ρηδες και 80ρηδες που γέμισαν κάποτε με οργή και πάθος τις πλατείες. Ήταν το καλοκαίρι του 1965, του ξεσπάσματος της νεολαίας αλλά και της αποστασίας, του μάρτυρα Πέτρουλα και των δολοπλοκιών της Φρειδερίκης.

Τα τραγούδια τους, τα συνθήματά τους, τον Μίκη τους, τον ήρωα Λαμπράκη τους. Έγχρωμη και όμως ασπρόμαυρη η εικόνα τους. Σκούρο παντελόνι και άσπρο πουκάμισο. «Άπονη ζωή» και «Δόξα τω Θεώ» με μία μπουκιά και ένα ποτήρι δίπλα στο τζουκ μποξ.

Εμείς ήμασταν 7-8 χρονών τον ταραγμένο Ιούλιο του 1965. Είναι θολές οι μνήμες μας από τα παραπονεμένα λόγια του μπαμπά και το ραδιοφωνάκι του. Μεγάλο σουξέ η «Υπομονή» (Γρηγόρης Μπιθικώτσης και Αλίκη Βουγιουκλάκη) Τραγούδι του Κινηματογράφου, στην ταινία της. Χρονιάς «Μοντέρνα Σταχτοπούτα». Στίχοι: Αλέκος Σακελλάριος, μουσική: Σταύρος Ξαρχάκος.

Το καλοκαίρι του 1965 συνδέθηκε βέβαια και με το καλύτερο single όλων των εποχών αφού εκείνον τον Ιούλιο γράφτηκε το (I can’t get no) Satisfaction των Rolling Stones.

Με τη δραχμούλα στο τζουκ μποξ άκουγαν κι άλλα σουξέ της γειτονιάς: «Στ’ Αποστόλη το κουτούκι», Καλδάρας και Μπιθικώτσης.

«Αποστόλη, αδελφέ μου» φώναζε στο φίλο του ο μπαμπάς επηρεασμένος από τους στίχους, ενώ εμείς το κουτούκι το ακούγαμε ως. «φουντούκι»! Επίσης «Τα τρένα που φύγαν» με την Βίκυ. Μοσχολιού και το απίστευτο «Ένα πιάτο άδειο στο τραπέζι» του Στέλιου Καζαντζίδη σε στίχους Κώστα Βίρβου και σύνθεση Θόδωρου Δερβενιώτη που ήταν ο ατόφιος πόνος της ξενιτιάς στα χρόνια του εξήντα.

«Ένα πιάτο άδειο στο τραπέζι

Μία καρέκλα πάντα αδειανή

Σε προσμένουν πότε θα γυρίσεις

Απ’ τα ξένα δόλιο μας παιδί»!

Είμαι μέλος της μετρίως μέτριας γενιάς της μετέπειτα μεταπολίτευσης, που μισοκατάλαβε τι έφερνε η χούντα μαζί της. Είχαμε όμως το δράμα μας κι εμείς.

Δεν λένε να ξεθωριάσουν οι εικόνες, τα τραγούδια, οι ευωδιές και τα συναισθήματα λ.χ. εκείνου του καλοκαιριού του 1971 στις πρώτες μας μέρες στο γυμνάσιο. Πράγματα που κράτησε μέσα από τους λαβυρίνθους του, το μυαλό μας.

Αγαπήσαμε από το δημοτικό κιόλας το ξένο τραγούδι. Μαζεύαμε φωτογραφίες και στιχάκια ενώ πιέζοντας αφόρητα τον μπαμπά αποκτήσαμε και το πρώτο μας σαρανταπεντάρι. Venus, Shocking Blue.

Υπέροχη ανάμνηση κράτησα από ένα ρεπορτάζ στο νεανικό περιοδικό της εποχής ΦΑΝΤΑΖΙΟ, όπου έγραφε για το Sticky Fingers, τον καινούργιο δίσκο των Rolling Stones. Αλήτικη αυτοπεποίθηση στις φωτογραφίες , ανέδιδαν οι 28χρονοι τότε Μικ και Κιθ μέσα στα χρωματιστά τους πουκάμισα.

Καλοκαίρι άνθισης του ελαφρό λαϊκού τραγουδιού ήταν όμως αυτό του 1971 με έντονη την ανάμνηση να ακούς στο δρόμο τη μουσική που ερχόταν από το διπλανό σπίτι με τα ανοιχτά παράθυρα και τα κλειστά παντζούρια:

«Ο Σταμούλης ο λοχίας», «Χάντρα στο κομπολόι σου», «Ρωμιός αγάπησε ρωμιά», «Άλλος για Χίο τράβηξε», «Δεν υπάρχει ευτυχία».

Ο Ιούλης όμως και πιο πολύ ο Αύγουστος, που άλλαξαν τα γούστα κόσμου ήταν οι μήνες του 1974.

Ο κόσμος τον ανυποψίαστο Μάιο 1974 άκουγε «Λίγο κρασί, λίγο θάλασσα και τα’ αγόρι μου» από τη Μαρινέλλα που ήταν η πρώτη συμμετοχή της Ελλάδας στη Γιουροβίζιον και το Waterloo των Σουηδών ABBA, που δικαίως πήρε σ εκείνη την διοργάνωση την πρώτη θέση απογειώνοντας το γκρουπ που έκανε καριέρα πάνω από τέσσερις δεκαετίες.

Σαν έφηβοι ακούγαμε αυτά τα τραγούδια πίνοντας αναψυκτικό, μπίρα ή ένα φραπεδάκι που ήταν και νεοφερμένο τότε στα υπαίθρια καφέ της κατηφόρας από τη ΧΑΝΘ προς το ολοκαίνουργιο επίσης άγαλμα του Μεγάλου Αλεξάνδρου στην παραλία. Το πιο δημοφιλές στέκι ήταν ο «Λουκάς».

Επίσης έπαιζαν συνεχώς τα μεγάφωνα: Την «Κυρά Ζωή» με τον Μητροπάνο και το «Let Me Roll It» του Paul Mc Cartney με τους Wings. Επίσης το «You are everything» με την Dianna Ross και τον Marvin.

Μέσα στα πυκνά γεγονότα εκείνου του Ιουλίου του ’74, ξεχωρίζει και μία είδηση που ικανοποίησε τους φιλάθλους του ΠΑΟΚ: υπέγραψε στην ομάδα ο Βραζιλιάνος Νέτο Γκουερίνο τον οποίο δοκίμασε ο Λες Σάνον και έμεινε ικανοποιημένος.

Η πτώση της χούντας στις 24 Ιουλίου 1974 τα άλλαξε όλα εκείνο το καλοκαίρι. Οι μεγάλοι συνθέτες (Μίκης Θεοδωράκης, Μάνος Λοΐζος, Σταύρος Ξαρχάκος, Γιάννης Μαρκόπουλος, Δήμος Μούτσης και άλλοι), απαλλαγμένοι από τη λογοκρισία της χούντας, ηχογράφησαν πολλά και σπουδαία έργα, τα οποία κυκλοφόρησαν και έγιναν ανάρπαστα από ένα κοινό που διψούσε. Μεγάλωσαν τα γένια των φοιτητών, η ψυχή αλλιώτεψε, όπως προφητικά έλεγε το τραγούδι από το 1972, ήρθαν τα χακί τζάκετ, τα αμπέχονα, οι μπουάτ.

Ο Νίκος Ξυλούρης, ο Γιώργος Νταλάρας, ο Στέλιος Καζαντζίδης, ο Λάκης Χαλκιάς, η Μαρία Φαραντούρη, ο Μανώλης Μητσιάς, ο Χαράλαμπος Γαργανουράκης, η Τάνια Τσανακλίδου, η Βίκυ Μοσχολιού, ο Κώστας Σμοκοβίτης, η Χαρούλα Αλεξίου και ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου και πολλοί άλλοι συνέδεσαν άπαξ και διαπαντός το όνομά τους με εκείνο το κύμα της «πολιτικής» δισκογραφίας.

Οι πλατείες και τα γήπεδα δονούνται: «Τη Ρωμιοσύνη μην την κλαις», «Κυκλάμινο», «Ο Δρόμος»…

Για να επανέλθουμε:

Αυτό που είναι μάλλον αδύνατον είναι να γράψει η τεχνητή νοημοσύνη είναι στίχους βασισμένους σε προσωπικές εμπειρίες -όπως αυτές που κατέγραφαν οι μεγάλοι δημιουργοί όπως ο Λευτέρης Παπαδόπουλος (Αριστοτέλους), Κώστας Μύρης (Χίλια Μύρια Κύματα), Μάνος Ελευθερίου (Μαλαματένια Λόγια), Γιάννης Ρίτσος (Μέρα Μαγιού), John Lennon (Strawberry Fields) Ray Davis (Lola), Roger Waters, (Shine on You Crazy Diamond).

Δεν τόσο εύκολο να βρεις εκείνο μοτίβο γλώσσας που συμπιέζει τα ακατάστατα δεδομένα της εμπειρίας, του συναισθήματος, της αλήθειας ή της γνώσης και τα μετατρέπει, όπως σε «αξέχαστη αφήγηση».

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 16.07.2023