ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ

Απολογήθηκαν και οι 12 κατηγορούμενοι για τη δολοφονία του Άλκη Καμπανού

Μέχρι σήμερα μόνο ο 2ος κατηγορούμενος παραδέχεται ότι χτύπησε τον Άλκη - Κανένας δεν είδε ποιοι ήταν πάνω από τον 19χρονο που βρισκόταν αιμόφυρτος δίπλα από τα σκαλιά της πολυκατοικίας

 11/05/2023 11:37

Απολογήθηκαν και οι 12 κατηγορούμενοι για τη δολοφονία του Άλκη Καμπανού

Βιολέτα Φωτιάδη

Με την απολογία του οδηγού του Polo «έκλεισε» σήμερα ο κύκλος των απολογιών στην πολύκροτη δίκη των 12 οπαδών του ΠΑΟΚ για τη δολοφονία του Άλκη Καμπανού και τον τραυματισμό των δύο φίλων του.

Μέχρι στιγμής μόνο ο 2ος κατηγορούμενος παραδέχθηκε ότι έπληξε με το μαχαίρι του τον Άλκη προκαλώντας του το τραύμα στη μηριαία αρτηρία ενώ κανένας από τους υπόλοιπους κατηγορούμενους που περιέγραψαν ενώπιον του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Θεσσαλονίκης τη δική τους εκδοχή για τη στυγερή επίθεση, με οπαδικά κίνητρα, της 1ης Φεβρουαρίου στη Χαριλάου, δεν παραδέχεται ότι πλησίασε τον 19χρονο ούτε μπορεί να αναγνωρίσει ποιοι του προκάλεσαν τις κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις και ποιοι βρίσκονταν από πάνω του όσο εκείνος ήταν αιμόφυρτος στο έδαφος.

10ος κατηγορούμενος: «Πήρα το δρεπάνι για να προστατευτώ, όχι για να εκδικηθώ»

«Έχω μετανιώσει την ώρα και τη στιγμή. Θέλω ζητήσω συγγνώμη, βέβαια αυτή η συγγνώμη δεν φέρνει πίσω το παλικάρι αλλά εγώ οφείλω να τη ζητήσω. Συγγνώμη στην οικογένεια, στην μητέρα του και τον πατέρα του και στους φίλους του Άλκη και στις οικογένειές τους».

Με αυτά τα λόγια ξεκίνησε την απολογία του ο 10ος κατηγορούμενος ο οποίος το μοιραίο βράδυ κουβαλούσε μαζί του το δρεπάνι που βρέθηκε στον τόπο του εγκλήματος. Ο 22χρονος παραδέχθηκε πως τραυμάτισε με το δρεπάνι τον Δ.Κ. , φίλο του Άλκη, την ώρα που προσπαθούσε να ξεφύγει πηδώντας πάνω από ένα τειχάκι στα σκαλιά της πολυκατοικίας.

Ο ίδιος περιέγραψε πώς πάρθηκε η απόφαση να κινηθούν οι «12» προς τη Χαριλάου, πώς πήρε το δρεπάνι από τον σύνδεσμο του ΠΑΟΚ και όσα θυμάται από την φονική επίθεση:

 «Ήμουν σπίτι και κατά τις 21:30 πήγα στο σύνδεσμο. Εκεί βρίσκονταν κάποιοι από τους συγκατηγορούμενούς μου αλλά δεν θυμάμαι ποιοι. Πήρα μπύρα και έκατσα μέσα στο δωμάτιο και έβλεπα τον αγώνα βόλει. Αυτός ο σύνδεσμος ήταν σαν μπουτίκ με ρούχα συνδέσμου, οπότε ερχόντουσαν πολλοί άνθρωποι, έχω δει πατεράδες με μικρά παιδιά να έρχονται να βλέπουν ματς. Μετά μίλησα με τον 11ο, του έστειλα μήνυμα για το τι θα κάνει, αν θα κατέβει να πιούμε καμία μπύρα και ήρθε. Μετά ήρθαν και οι άλλοι. Είχα ακούσει για το Ωραιόκαστρο, ότι κυνήγησαν κάποιους οπαδούς του ΠΑΟΚ αλλά δεν έδωσα μεγάλη σημασία. Είδα κάποια στιγμή τους υπόλοιπους συγκατηγορούμενους να σηκώνονται και ρώτησα τι έγινε και μου είπαν ότι πάνε Χαριλάου. Κατάλαβα ότι θα πάνε να μαλώσουν και να κυνηγήσουν.

Προσωπικά δεν έχω συμμετάσχει ξανά σε κάποιο επεισόδιο. Αποφάσισα να πάω και με ακολούθησε και ο 11ος . Κοίταξα σε μία γωνία η οποία είχε κάποια σίδερα μέσα σε μία μαύρη σακούλα και μέσα σε αυτή βρήκα το δρεπάνι και το πήρα. Είχα πει ψέματα στην ανακρίτρια ότι το βρήκα στο αμάξι, το πήρα από το σύνδεσμο. Στην αρχή όταν το έπιασα νόμιζα πως ήταν σίδερο αλλά μετά το έβγαλα έξω και το είδα. Αυθόρμητα το βρήκα και το πήρα. Δεν είδα τον 11ο να παίρνει κάτι. Μπήκαμε στο αμάξι και κάποια στιγμή στη διαδρομή είδα ένα στειλιάρι», είπε ο κατηγορούμενος και υποστήριξε πως η απόφασή του να συμμετάσχει στην επίθεση ήταν παρορμητική και δεν φανταζόταν αυτή την τραγική κατάληξη: «Εγώ δεν είχα στο μυαλό μου αυτό που έγινε. Κανένα παιδί δεν είχε στο μυαλό του αυτό που έγινε και είμαστε σήμερα ενώπιόν σας».

Πώς έγινε το χτύπημα με το δρεπάνι

Όταν η αυτοκινητοπομπή έφτασε στη συμβολή των οδών Πλαστήρα και Γαζή το αμάξι στο οποίο επέβαινε ο 10ος κατηγορούμενος, το Polo, έστριψε και μπήκε στη Γαζή ενώ τα άλλα δύο οχήματα έμειναν στην Πλαστήρα.

Όπως είπε ο 22χρονος είχε δει τον Άλκη και την παρέα του να κάθονται στα σκαλιά της πολυκατοικίας και μόλις οι πρώτοι συγκατηγορούμενοί του από το Citroen προσέγγισαν τα σκαλιά που βρισκόντουσαν οι νεαροί εκείνος αποφάσισε να αποβιβαστεί και κινηθεί προς το μέρος τους.

Κατά τη διάρκεια της επίθεσης και αφού έχει καταφέρει το τραύμα στον φίλο του Άλκη, ο 22χρονος χάνει το δρεπάνι που κρατούσε το οποίο όπως είπε του έπεσε από τα χέρια αλλά δεν γνωρίζει πώς βρέθηκε στο σημείο κοντά στον Άλκη:

 «Πήγαμε στην Πλαστήρα, μπροστά μας ήταν το Clio. Εγώ τα είδα τα παιδιά στην πολυκατοικία πριν στρίψουμε. Ο οδηγός του Polo έστριψε απότομα. Είδα κάποιον από το Citroen να βγαίνει και να μας κάνει νόημα. Νόμιζα πως ήταν ο οδηγός αλλά έπρεπε να ήταν ο 2ος. To Polo σταμάτησε δύο – τρεις πολυκατοικίες πιο εκεί. Κατέβηκα πρώτος, πίσω μου ήταν ο 9ος και πιο πίσω ο 11ος.

Καθώς πήγαινα στη συμπλοκή είδα ένα παιδί που είχε κράνος να προσπαθεί να χτυπήσει έναν δικό μας. Ανέβηκα κάποια σκαλάκια, είδα ένα παιδί που πήγαινε να πηδήξει τα κάγκελα προς τη Γαζή και τότε άνοιξα το δρεπάνι και το χτύπησα. Δεν είχα πρόθεση να χτυπήσω, μου βγήκε ασυναίσθητα. Είδα το παιδί γυρισμένο, με το γλουτό του προς τα εμένα. Ήταν λάθος μου εννοείται.

Μετά κινήθηκα κεντρικά και δεξιά προς τα σκαλιά, εκεί δέχθηκα ένα χτύπημα από κράνος. Ζαλίστηκα λίγο. Δεν κατάλαβα να είναι εκεί κάποιος συγκατηγορούμενός μου. Μετά το χτύπημα με το κράνος είδα το στειλιάρι να προσπαθεί να χτυπήσει αυτόν με το κράνος. Τότε ένιωσα κάποιον να με σπρώχνει και μου έπεσε το δρεπάνι από τα χέρια. Ένιωσα κάποιον δίπλα μου ίσως ο 2ος αλλά δεν είμαι σίγουρος.

Τον Α.Β. τον έχω εικόνα μόνο στην αρχή να χτυπάει με το κράνος τον 2ο. Δεν έχω άλλη εικόνα. Τον Άλκη δεν τον πρόσεξα καθόλου. Μετά έψαχνα το δρεπάνι, κοιτούσα κάτω, δεν ξέρω πως έφτασε εκεί που βρέθηκε, δεν πήγα προς τα εκεί. Φοβήθηκα όταν το έχασα. Μου ξύπνησαν μνήμες από την επίθεση που είχα δεχθεί. Είχα ακούσει και για εκείνη τη γειτονιά ότι γίνονται επεισόδια και φοβήθηκα όταν έχασα αυτό που κρατούσα. Έκανα κάποια βήματα προς τα πίσω, το έψαχνα, φώναζα “πάμε”.

Το μόνο που ήθελα ήταν να μπω στο αμάξι να φύγω αλλά το αμάξι δεν ήταν εκεί και νόμιζα πως ο οδηγός μας παράτησε. Σκεφτόμουν αν θα φύγω με τα πόδια, μετά ήρθαν και τα παιδιά και πολύ πιο κάτω είδαμε τα φώτα του αμαξιού και μπήκαμε.

Ο οδηγός του αυτοκινήτου μάς ρώτησε τι έγινε. Είπα ότι χτύπησα ένα παιδί στο γλουτό, ο 9ος είπε ότι χτύπησε έναν με το μαχαίρι κι ο 11ος είπε ότι χτύπησε με το στειλιάρι αυτόν που με χτύπησε με το κράνος. Δεν είχα δει ούτε αίματα ούτε είχα καταλάβει. Όταν μάθαμε τι έγινε δεν μπορούσε να το χωρέσει το μυαλό μου, δεν μπορούσα να το χωνέψω. Πέρασαν πολλές σκέψεις από το μυαλό μου. Ούτε τα παιδιά από το αμάξι κατάλαβαν κάτι».

«Δεν ήταν ο 9ος πάνω από τον Άλκη»

Ερωτηθείς αν φεύγοντας από το σημείο της επίθεσης είδε τον Άλκη πεσμένο και χτυπημένο, μέσα στα αίματα, δίπλα στα σκαλιά της πολυκατοικίας ο κατηγορούμενος απάντησε πως δεν τον «πρόσεξε καθόλου». Ωστόσο, στην κατάθεσή του στην ανακρίτρια ο 22χρονος είχε τοποθετήσει τον 9ο πάνω από τον Άλκη, μία δήλωση που ανασκεύασε σήμερα κατά την απολογία του: «Είδα ένα παιδί που ήταν πεσμένο. Δεν ήταν ο 9ος από πάνω του όπως είπα στην ανακρίτρια. Μετά από πέντε μήνες μπορώ να καταλάβω ότι δεν ήταν ο 9ος πάνω από εκείνο το παιδί. Δεν είχα δει αυτόν που ήταν από πάνω του να κρατάει κάτι και έτσι έκανα τον συνειρμό αλλά τα είχα μπερδέψει».

Λίγο αργότερα και εφόσον έχουν απομακρυνθεί από το σημείο της επίθεσης ο οδηγός του Polo σταματά ώστε ο 9ος κατηγορούμενος να ξεφορτωθεί το μαχαίρι του και δύο κράνη μηχανής που είχαν στο αμάξι (παρόλο που μόνο το ένα – του 11ου – χρησιμοποιήθηκε εκείνη τη νύχτα). «Φτάσαμε σε εκείνο το σημείο και ο 9ος πέταξε τα κράνη και το μαχαίρι. Το στειλιάρι πρέπει να το πέταξε ο 11ος πριν μπούμε στο αμάξι γιατί όταν μπήκαμε να φύγουμε δεν ήταν εκεί. Για τα άλλα αντικείμενα που βρέθηκαν με το μαχαίρι και τα κράνη δεν γνωρίζω κάτι».

Στη συνέχεια, όπως ισχυρίστηκε ο 10ος κατηγορούμενος γύρισε στο σύνδεσμο του ΠΑΟΚ στο κέντρο της πόλης μαζί με τον 11ο συγκατηγορούμενό του. Εκεί συνάντησαν τον 1ο κατηγορούμενο, οδηγό του Citroen, στο οποίο ο 22χρονος εκμυστηρεύτηκε πως άφησε το δρεπάνι στην αιματοβαμμένη Γαζή. Υπενθυμίζεται πως το δρεπάνι βρέθηκε στον τόπο του εγκλήματος μέσα σε μία λίμνη αίματος ενώ πάνω του εντοπίστηκε και DNA του Άλκη. «Μου φαίνεται λογικό να βρέθηκε dna γιατί εκεί ήταν μέσα στα αίματα. Εγώ με σιγουριά μπορώ να σας πω ότι δεν χτύπησα τον Άλκη ούτε τον Α.Β.», τόνισε ο κατηγορούμενος.

Απαντώντας σε ερώτηση της εισαγγελέως για το αν ο ίδιος συμμετείχε στη φονική επίθεση προκειμένου να πάρει εκδίκηση για τον σοβαρό τραυματισμό του ένα χρόνο πριν την 1η Φεβρουαρίου 2022, από οπαδούς του Άρη ο 22χρονος είπε: «Δεν έχω αισθήματα μίσους ούτε ήθελα να κάνω όσα μου έκαναν εκείνοι όταν μου επιτέθηκαν. Πήρα το δρεπάνι γιατί έχω τραυματιστεί στο μάτι και δεν ήθελα να με πλησιάσει κάποιος, όχι για να εκδικηθώ. Όσο τρομακρικό φαινόταν το δρεπάνι σε εσάς άλλο τόσο φαινόταν και σε εμένα. Έλεγα πως αν το κρατούσα δεν θα πλησιάσει κανείς αλλά το χρησιμοποίησα. Λάθος μου».

Ολοκληρώνοντας την απολογία του ο 10ος κατηγορούμενος ζήτησε ακόμα ένα συγγνώμη από τις οικογένειες του Άλκη και των φίλων του και είπε πως «θέλω να ξέρουν οι μητέρες αυτών των παιδιών (των φίλων του Άλκη) ότι δεν χτύπησα τα παιδιά τους».

11ος κατηγορούμενος: «Δεν είδα αίματα, δεν έφτασα ποτέ κοντά στο σημείο που ήταν ο Άλκης»

Παίρνοντας το λόγο για να απολογηθεί ο 11ος κατηγορούμενος ζήτησε κι αυτός με τη σειρά του συγγνώμη από την οικογένεια του Άλκη και δήλωσε μετανιωμένος για τη συμμετοχή του στην επίθεση. 

Ο ίδιος υποστήριξε πως μετέβη στο σύνδεσμο του ΠΑΟΚ έπειτα από μήνυμα που του έστειλε ο 10ος, άκουσε για το οπαδικό περιστατικό στο Ωραιόκαστρο που είχε προηγηθεί εκείνη την ημέρα και αποφάσισε να πάει κι αυτός μαζί με τους άλλους 11 οπαδούς στη Χαριλάου για να «τσακωθούν».

Ο 24χρονος είναι εκείνος που κατά την επίθεση έφερε μαζί του ένα ξύλινο στειλιάρι το οποίο πήρε όπως είπε από το σύνδεσμο του ΠΑΟΚ λίγο πριν αναχωρήσουν για τη Χαριλαου. Ο ίδιος επέβαινε στο αυτοκίνητο που έστριψε στη Γαζή μαζί με τον 12ο, τον 10ο και τον 9ο κατηγορούμενο και όπως ανέφερε αποφάσισε να φορέσει το κράνος μηχανής που είχε μαζί του, να αρπάξει το ξύλινο στειλιάρι του και να κινηθεί προς το μέρος του Άλκη και της παρέας του ακολουθώντας τους άλλους δύο συγκατηγορούμενούς του:

«Φτάσαμε Πλαστήρα και τα δύο μπροστινά αμάξια σταμάτησαν. Εμείς στρίψαμε αριστερά. Τότε είδα τα παιδιά στην πολυκατοικία και υπέθεσα ότι ήταν οπαδοί του Άρη.

Πρώτα κατέβηκε ο 10ος, μετά ο 9ος και μετά εγω. Τη στιγμή που κατέβηκα πήρα το ξύλο, φόρεσα το κράνος και πήγα προς τα σκαλάκια. Είδα την κίνηση που έκανε ο Α.Β., που χτύπησε με το κράνος τον 2ο. Είδα και τον 10ο που χτύπησε τον Δ.Κ. και νομίζω είδα και τον 9ο. Είδα το χτύπημα του Α.Β. στον 10ο και προσπάθησα να τον χτυπήσω κι εγώ με το στειλιάρι. Τον χτύπησα στο κεφάλι 2-3 φορές. Εκείνη τη στιγμή δεν ήξερα που τον χτύπησα ακριβώς. Μπροστά ήταν ο 2ος είδα να κάνει κάποιες κινήσεις αλλά δεν κατάλαβα τι έκανε ακριβώς».

Ο ίδιος υποστήριξε πως δεν είδε ούτε τον Άλκη, ούτε τα αίματα, ούτε ποιοι τον χτύπησαν, με το ακροατήριο να σχολιάζει «τίποτα, αέρας ήταν». 

«Έτρεξα προς το αυτοκίνητο και πριν μπω πέταξα το ξύλο. Ο οδηγός μάς φώναζε "τι έγινε;" επειδή μας είδε ταραγμένους και του είπαμε ποιον χτύπησε ο καθένας. Χαθήκαμε από τον πανικό μας και βγήκαμε προς τη Θέρμη. Σταματήσαμε και ο 9ος πέταξε τα κράνη και το μαχαίρι. Ξαναμπήκε στο αμάξι και φύγαμε».

Επιστρέφοντας στον σύνδεσμο του ΠΑΟΚ ο 24χρονος είπε πως είδε τον 1ο κατηγορούμενο και λίγο αργότερα έφυγαν μαζί με τον 10ο για να πάνε στο σπίτι ενός φίλου τους αγνοόντας - όπως ισχυρίστηκε -  ότι ο Άλκης έχει αφήσει την τελευταία του πνοή στη Γαζή: 

«Όταν πήγα στο σπίτι του φίλου μας είχα κλειδιά, τον περίμενα και μετά που του είπα για το περιστατικό έπεσα και κοιμήθηκα. Εκείνος με ξύπνησε το πρωί και μου είπε τι έγινε. Δεν μπορώ να περιγράψω πώς ένιωθα, δεν μπορούσα να φάω, να κοιμηθώ, δεν μπορώ να το εξηγήσω».

Ερωτηθείς για το στειλιάρι που πήρε από το σύνδεσμο απάντησε πως δεν πίστευε ότι μπορούσε να προκαλέσει ζημιά και πως τελικά δεν έπρεπε να το πάρει.

Σε βιντεοληπτικό υλικό που περιλαμβάνεται στη δικογραφία ο 11ος κατηγορούμενος απεικονίζεται κοντά στο σημείο που βρισκόταν ο Άλκης και φαίνεται πως απομακρύνεται προς το τέλος από το περιστατικό.

12ος κατηγορούμενος: «Μακάρι να κατέβαινα από το αμάξι, να έβλεπα τι έγινε και να το έλεγα»

Με την απολογία του 12ου κατηγορούμενου ολοκληρώθηκε η αποδεικτική διαδικασία στην 31η δικάσιμο για τη δολοφονία του Άλκη Καμπανού και τον τραυματισμό των δύο φίλων του. Ο 23χρονος οδηγός του Polo υποστήριξε πως είχε μόνο το ρόλο του «ταξιτζή» μεταφέροντας ορισμένους από τους συγκατηγορούμενούς του στο σημείο της επίθεσης νομίζοντας, όπως είπε, πως «πάνε απλά για να τσακωθούν».

Ο ίδιος εξήγησε πως όταν του ζητήθηκε να μεταφέρει τους τρεις συγκατηγορούμενούς του «δέχθηκε για να μην φανεί δειλός» αλλά όπως είπε «δεν είχε σκοπό να τσακωθεί με ανθρώπους που δεν γνώριζε και δεν του είχαν κάνει τίποτα».

«Εκείνη τη μέρα μίλησα με τον 9ο και τον ρώτησα αν θα κάνουμε κάτι. Δεν γνώριζα για το περιστατικό στο Ωραιόκαστρο, το έμαθα όταν πήγα στο σύνδεσμο. Όταν πήγα στον σύνδεσμο ρώτησα τον 9ο αν θα κατέβει εκείνος και μου είπε “ανέβα”.

Ανεβαίνω και επικρατούσε μία αναστάτωση μέσα στο χώρο. Δεν γνώριζα κανέναν. Τον 10ο τον είχα δει στο γήπεδο αλλά δεν είχαμε μιλήσει.

Χαιρέτησα τον 9ο και μου είπε να περιμένω γιατί κάτι έγινε. Περίμενα και μετά από λίγο με ρώτησε αν μπορώ να βάλω το αυτοκίνητο για να πάνε να μαλώσουν. Δυστυχώς είπα ναι. Δέχθηκα σε δευτερόλεπτα, ίσως γιατί δεν ήθελα να φανώ δειλός. Πήγα στο αυτοκίνητό μου, περίμενα και ήρθαν».

Ο 23χρονος υποστήριξε πως όταν οι άλλοι τρεις μπήκαν στο αμάξι του δεν είδε να κρατούν αντικείμενα και μόνο όταν έφτασαν στη Γαζή και αποβιβάστηκαν από το αυτοκίνητο παρατήρησε ένα ξύλο και ένα σίδερο (εννοεί το δρεπάνι):

«Φτάσαμε στην Πλαστήρα. Δεν ήξερα τι θα συναντήσω και τι θα γίνει εκεί. Πίσω μας υπήρχε ένα αμάξι και καθάρισα το πίσω τζάμι για να δω από τον καθρέφτη τι γίνεται γιατί είχε δυνατή εξάτμιση. Όταν κοίταξα μπροστά είδα τα δύο αμάξια να έχουν σταματήσει και έκανα αριστερά γιατί δεν πρόλαβα να φρενάρω. Είδα το λεωφορείο να έρχεται και ήμουν στο αντίθετο ρεύμα. Για αυτό μπήκα στη Γαζή αριστερά. Μόλις έκανα 10-20 μέτρα μου είπαν να σταματήσω. Εκεί κατάλαβα ότι είδαν κάποιους. Πολύ γρήγορα κατέβηκαν οι συνεπιβάτες μου. Ο 11ος κατέβηκε τελευταίος. Εκείνη την ώρα είδα να κρατούν αντικείμενα. Από την αρχή είχα ενδοιασμούς, δεν μπορούσα να πάω να τσακωθώ με κάποιον που δεν μου είχαν κάνει τίποτα. Είδα να τρέχουν με τα όπλα και σάστισα. Εγώ ήξερα ότι θα πάνε μόνο με τα χέρια. Αναστατώθηκα και έφυγα προς το τέλος της Σεφέρη».

Από το σημείο που σταθμεύει στο τέλος της Γαζή, στη συμβολή με την οδό Σεφέρη, ο ίδιος λέει πως δεν έχει οπτική επαφή με την επίθεση και πως σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα επέστρεψαν στο αυτοκίνητο και οι άλλοι τρεις κατηγορούμενοι, αναστατωμένοι. Όταν είπαν στον οδηγό τι συνέβη και ότι ο καθένας χτύπησε από κάποιον με το όπλο που κουβαλούσε ο ίδιος περιγράφει πως άρχισε να τους φωνάζει και να τους βρίζει:

«Φτάνω στη Σεφέρη, βλέπω μία εσοχή και έστριψα το αμάξι για να μπω εκεί. Δευτερόλεπτα μετά ήρθαν και οι άλλοι. Ήταν αναστατωμένοι. Τους ρώτησα τι έγινε και μου απάντησαν ότι υπήρχαν μαχαίρια και χτύπησαν τα παιδιά. Δεν ήξερα τι να πω και τι να κάνω, τους φώναζα, τους έβριζα. Μου έλεγαν που να πάω, βγήκαμε σε κάποια αδιέξοδα, μου έδιναν οδηγίες αλλά ούτε κι αυτοί ήξερα. Πήγαμε κάτω από τη γέφυρα μου είπε ο 9ος να σταματήσω και πέταξε τα κράνη και το μαχαίρι».

Λίγο αργότερα ο 24χρονος αποβιβάζει τους τρεις νεαρούς στη Νεάπολη και επιστρέφει σπίτι του. Το ίδιο βράδυ τον επισκέπτεται ο 9ος κατηγορούμενος και τον ενημερώνει πως ο Άλκης είναι νεκρός: «Τους άφησα στη Νεάπολη, ήθελα να τους αφήσω γιατί μαχαιρώθηκε ένας άνθρωπος. Πήγα σπίτι μου. Είχα άγχος για το τι είχε γίνει και πιο αργά ήρθε ο 9ος σπίτι μου και μου είπε αυτό που μου είπε. Μου ζήτησε συγγνώμη και του είπα να φύγει, να εξαφανιστεί, ότι δεν θέλω να τον βλέπω. Ήταν το χειρότερο συναίσθημα που είχα νιώσει στη ζωή μου.

Το πρώτο που σκέφτηκα ήταν να συνεχίσω, να μην καταλάβει η οικογένειά μου ότι ήμουν εκεί. Μετά από μερικές μέρες βρήκα το θάρρος και τους το είπα. Μίλησα με ένα δικηγόρο, του είπα ότι ήθελα να παραδοθώ και μου είπε κι εκείνος πως θα ήταν καλό να το κάνω».

Σε ερώτηση της εισαγγελέως για το ποιοι χτύπησαν τον Άλκη – εκτός από τον 2ο κατηγορούμενο που το παραδέχεται – ο 12ος απαντούσε πως δεν γνωρίζει ποιοι είναι εκείνοι που του προκάλεσαν τα χτυπήματα στο κεφάλι. «Εννοείται κάποιοι χτύπησαν τον Άλκη. Δεν πέθανε μόνο του το παιδί. Μακάρι να κατέβαινα, να έβλεπα για να σας πω».

Το δικαστήριο κύρηξε σήμερα τη λήξη της αποδεικτικης διαδικασίας και αναμένεται να πραγματοποιηθεί η αγόρευση της εισαγγελέως στις 2 Ιουνίου.

Με την απολογία του οδηγού του Polo «έκλεισε» σήμερα ο κύκλος των απολογιών στην πολύκροτη δίκη των 12 οπαδών του ΠΑΟΚ για τη δολοφονία του Άλκη Καμπανού και τον τραυματισμό των δύο φίλων του.

Μέχρι στιγμής μόνο ο 2ος κατηγορούμενος παραδέχθηκε ότι έπληξε με το μαχαίρι του τον Άλκη προκαλώντας του το τραύμα στη μηριαία αρτηρία ενώ κανένας από τους υπόλοιπους κατηγορούμενους που περιέγραψαν ενώπιον του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου Θεσσαλονίκης τη δική τους εκδοχή για τη στυγερή επίθεση, με οπαδικά κίνητρα, της 1ης Φεβρουαρίου στη Χαριλάου, δεν παραδέχεται ότι πλησίασε τον 19χρονο ούτε μπορεί να αναγνωρίσει ποιοι του προκάλεσαν τις κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις και ποιοι βρίσκονταν από πάνω του όσο εκείνος ήταν αιμόφυρτος στο έδαφος.

10ος κατηγορούμενος: «Πήρα το δρεπάνι για να προστατευτώ, όχι για να εκδικηθώ»

«Έχω μετανιώσει την ώρα και τη στιγμή. Θέλω ζητήσω συγγνώμη, βέβαια αυτή η συγγνώμη δεν φέρνει πίσω το παλικάρι αλλά εγώ οφείλω να τη ζητήσω. Συγγνώμη στην οικογένεια, στην μητέρα του και τον πατέρα του και στους φίλους του Άλκη και στις οικογένειές τους».

Με αυτά τα λόγια ξεκίνησε την απολογία του ο 10ος κατηγορούμενος ο οποίος το μοιραίο βράδυ κουβαλούσε μαζί του το δρεπάνι που βρέθηκε στον τόπο του εγκλήματος. Ο 22χρονος παραδέχθηκε πως τραυμάτισε με το δρεπάνι τον Δ.Κ. , φίλο του Άλκη, την ώρα που προσπαθούσε να ξεφύγει πηδώντας πάνω από ένα τειχάκι στα σκαλιά της πολυκατοικίας.

Ο ίδιος περιέγραψε πώς πάρθηκε η απόφαση να κινηθούν οι «12» προς τη Χαριλάου, πώς πήρε το δρεπάνι από τον σύνδεσμο του ΠΑΟΚ και όσα θυμάται από την φονική επίθεση:

 «Ήμουν σπίτι και κατά τις 21:30 πήγα στο σύνδεσμο. Εκεί βρίσκονταν κάποιοι από τους συγκατηγορούμενούς μου αλλά δεν θυμάμαι ποιοι. Πήρα μπύρα και έκατσα μέσα στο δωμάτιο και έβλεπα τον αγώνα βόλει. Αυτός ο σύνδεσμος ήταν σαν μπουτίκ με ρούχα συνδέσμου, οπότε ερχόντουσαν πολλοί άνθρωποι, έχω δει πατεράδες με μικρά παιδιά να έρχονται να βλέπουν ματς. Μετά μίλησα με τον 11ο, του έστειλα μήνυμα για το τι θα κάνει, αν θα κατέβει να πιούμε καμία μπύρα και ήρθε. Μετά ήρθαν και οι άλλοι. Είχα ακούσει για το Ωραιόκαστρο, ότι κυνήγησαν κάποιους οπαδούς του ΠΑΟΚ αλλά δεν έδωσα μεγάλη σημασία. Είδα κάποια στιγμή τους υπόλοιπους συγκατηγορούμενους να σηκώνονται και ρώτησα τι έγινε και μου είπαν ότι πάνε Χαριλάου. Κατάλαβα ότι θα πάνε να μαλώσουν και να κυνηγήσουν.

Προσωπικά δεν έχω συμμετάσχει ξανά σε κάποιο επεισόδιο. Αποφάσισα να πάω και με ακολούθησε και ο 11ος . Κοίταξα σε μία γωνία η οποία είχε κάποια σίδερα μέσα σε μία μαύρη σακούλα και μέσα σε αυτή βρήκα το δρεπάνι και το πήρα. Είχα πει ψέματα στην ανακρίτρια ότι το βρήκα στο αμάξι, το πήρα από το σύνδεσμο. Στην αρχή όταν το έπιασα νόμιζα πως ήταν σίδερο αλλά μετά το έβγαλα έξω και το είδα. Αυθόρμητα το βρήκα και το πήρα. Δεν είδα τον 11ο να παίρνει κάτι. Μπήκαμε στο αμάξι και κάποια στιγμή στη διαδρομή είδα ένα στειλιάρι», είπε ο κατηγορούμενος και υποστήριξε πως η απόφασή του να συμμετάσχει στην επίθεση ήταν παρορμητική και δεν φανταζόταν αυτή την τραγική κατάληξη: «Εγώ δεν είχα στο μυαλό μου αυτό που έγινε. Κανένα παιδί δεν είχε στο μυαλό του αυτό που έγινε και είμαστε σήμερα ενώπιόν σας».

Πώς έγινε το χτύπημα με το δρεπάνι

Όταν η αυτοκινητοπομπή έφτασε στη συμβολή των οδών Πλαστήρα και Γαζή το αμάξι στο οποίο επέβαινε ο 10ος κατηγορούμενος, το Polo, έστριψε και μπήκε στη Γαζή ενώ τα άλλα δύο οχήματα έμειναν στην Πλαστήρα.

Όπως είπε ο 22χρονος είχε δει τον Άλκη και την παρέα του να κάθονται στα σκαλιά της πολυκατοικίας και μόλις οι πρώτοι συγκατηγορούμενοί του από το Citroen προσέγγισαν τα σκαλιά που βρισκόντουσαν οι νεαροί εκείνος αποφάσισε να αποβιβαστεί και κινηθεί προς το μέρος τους.

Κατά τη διάρκεια της επίθεσης και αφού έχει καταφέρει το τραύμα στον φίλο του Άλκη, ο 22χρονος χάνει το δρεπάνι που κρατούσε το οποίο όπως είπε του έπεσε από τα χέρια αλλά δεν γνωρίζει πώς βρέθηκε στο σημείο κοντά στον Άλκη:

 «Πήγαμε στην Πλαστήρα, μπροστά μας ήταν το Clio. Εγώ τα είδα τα παιδιά στην πολυκατοικία πριν στρίψουμε. Ο οδηγός του Polo έστριψε απότομα. Είδα κάποιον από το Citroen να βγαίνει και να μας κάνει νόημα. Νόμιζα πως ήταν ο οδηγός αλλά έπρεπε να ήταν ο 2ος. To Polo σταμάτησε δύο – τρεις πολυκατοικίες πιο εκεί. Κατέβηκα πρώτος, πίσω μου ήταν ο 9ος και πιο πίσω ο 11ος.

Καθώς πήγαινα στη συμπλοκή είδα ένα παιδί που είχε κράνος να προσπαθεί να χτυπήσει έναν δικό μας. Ανέβηκα κάποια σκαλάκια, είδα ένα παιδί που πήγαινε να πηδήξει τα κάγκελα προς τη Γαζή και τότε άνοιξα το δρεπάνι και το χτύπησα. Δεν είχα πρόθεση να χτυπήσω, μου βγήκε ασυναίσθητα. Είδα το παιδί γυρισμένο, με το γλουτό του προς τα εμένα. Ήταν λάθος μου εννοείται.

Μετά κινήθηκα κεντρικά και δεξιά προς τα σκαλιά, εκεί δέχθηκα ένα χτύπημα από κράνος. Ζαλίστηκα λίγο. Δεν κατάλαβα να είναι εκεί κάποιος συγκατηγορούμενός μου. Μετά το χτύπημα με το κράνος είδα το στειλιάρι να προσπαθεί να χτυπήσει αυτόν με το κράνος. Τότε ένιωσα κάποιον να με σπρώχνει και μου έπεσε το δρεπάνι από τα χέρια. Ένιωσα κάποιον δίπλα μου ίσως ο 2ος αλλά δεν είμαι σίγουρος.

Τον Α.Β. τον έχω εικόνα μόνο στην αρχή να χτυπάει με το κράνος τον 2ο. Δεν έχω άλλη εικόνα. Τον Άλκη δεν τον πρόσεξα καθόλου. Μετά έψαχνα το δρεπάνι, κοιτούσα κάτω, δεν ξέρω πως έφτασε εκεί που βρέθηκε, δεν πήγα προς τα εκεί. Φοβήθηκα όταν το έχασα. Μου ξύπνησαν μνήμες από την επίθεση που είχα δεχθεί. Είχα ακούσει και για εκείνη τη γειτονιά ότι γίνονται επεισόδια και φοβήθηκα όταν έχασα αυτό που κρατούσα. Έκανα κάποια βήματα προς τα πίσω, το έψαχνα, φώναζα “πάμε”.

Το μόνο που ήθελα ήταν να μπω στο αμάξι να φύγω αλλά το αμάξι δεν ήταν εκεί και νόμιζα πως ο οδηγός μας παράτησε. Σκεφτόμουν αν θα φύγω με τα πόδια, μετά ήρθαν και τα παιδιά και πολύ πιο κάτω είδαμε τα φώτα του αμαξιού και μπήκαμε.

Ο οδηγός του αυτοκινήτου μάς ρώτησε τι έγινε. Είπα ότι χτύπησα ένα παιδί στο γλουτό, ο 9ος είπε ότι χτύπησε έναν με το μαχαίρι κι ο 11ος είπε ότι χτύπησε με το στειλιάρι αυτόν που με χτύπησε με το κράνος. Δεν είχα δει ούτε αίματα ούτε είχα καταλάβει. Όταν μάθαμε τι έγινε δεν μπορούσε να το χωρέσει το μυαλό μου, δεν μπορούσα να το χωνέψω. Πέρασαν πολλές σκέψεις από το μυαλό μου. Ούτε τα παιδιά από το αμάξι κατάλαβαν κάτι».

«Δεν ήταν ο 9ος πάνω από τον Άλκη»

Ερωτηθείς αν φεύγοντας από το σημείο της επίθεσης είδε τον Άλκη πεσμένο και χτυπημένο, μέσα στα αίματα, δίπλα στα σκαλιά της πολυκατοικίας ο κατηγορούμενος απάντησε πως δεν τον «πρόσεξε καθόλου». Ωστόσο, στην κατάθεσή του στην ανακρίτρια ο 22χρονος είχε τοποθετήσει τον 9ο πάνω από τον Άλκη, μία δήλωση που ανασκεύασε σήμερα κατά την απολογία του: «Είδα ένα παιδί που ήταν πεσμένο. Δεν ήταν ο 9ος από πάνω του όπως είπα στην ανακρίτρια. Μετά από πέντε μήνες μπορώ να καταλάβω ότι δεν ήταν ο 9ος πάνω από εκείνο το παιδί. Δεν είχα δει αυτόν που ήταν από πάνω του να κρατάει κάτι και έτσι έκανα τον συνειρμό αλλά τα είχα μπερδέψει».

Λίγο αργότερα και εφόσον έχουν απομακρυνθεί από το σημείο της επίθεσης ο οδηγός του Polo σταματά ώστε ο 9ος κατηγορούμενος να ξεφορτωθεί το μαχαίρι του και δύο κράνη μηχανής που είχαν στο αμάξι (παρόλο που μόνο το ένα – του 11ου – χρησιμοποιήθηκε εκείνη τη νύχτα). «Φτάσαμε σε εκείνο το σημείο και ο 9ος πέταξε τα κράνη και το μαχαίρι. Το στειλιάρι πρέπει να το πέταξε ο 11ος πριν μπούμε στο αμάξι γιατί όταν μπήκαμε να φύγουμε δεν ήταν εκεί. Για τα άλλα αντικείμενα που βρέθηκαν με το μαχαίρι και τα κράνη δεν γνωρίζω κάτι».

Στη συνέχεια, όπως ισχυρίστηκε ο 10ος κατηγορούμενος γύρισε στο σύνδεσμο του ΠΑΟΚ στο κέντρο της πόλης μαζί με τον 11ο συγκατηγορούμενό του. Εκεί συνάντησαν τον 1ο κατηγορούμενο, οδηγό του Citroen, στο οποίο ο 22χρονος εκμυστηρεύτηκε πως άφησε το δρεπάνι στην αιματοβαμμένη Γαζή. Υπενθυμίζεται πως το δρεπάνι βρέθηκε στον τόπο του εγκλήματος μέσα σε μία λίμνη αίματος ενώ πάνω του εντοπίστηκε και DNA του Άλκη. «Μου φαίνεται λογικό να βρέθηκε dna γιατί εκεί ήταν μέσα στα αίματα. Εγώ με σιγουριά μπορώ να σας πω ότι δεν χτύπησα τον Άλκη ούτε τον Α.Β.», τόνισε ο κατηγορούμενος.

Απαντώντας σε ερώτηση της εισαγγελέως για το αν ο ίδιος συμμετείχε στη φονική επίθεση προκειμένου να πάρει εκδίκηση για τον σοβαρό τραυματισμό του ένα χρόνο πριν την 1η Φεβρουαρίου 2022, από οπαδούς του Άρη ο 22χρονος είπε: «Δεν έχω αισθήματα μίσους ούτε ήθελα να κάνω όσα μου έκαναν εκείνοι όταν μου επιτέθηκαν. Πήρα το δρεπάνι γιατί έχω τραυματιστεί στο μάτι και δεν ήθελα να με πλησιάσει κάποιος, όχι για να εκδικηθώ. Όσο τρομακρικό φαινόταν το δρεπάνι σε εσάς άλλο τόσο φαινόταν και σε εμένα. Έλεγα πως αν το κρατούσα δεν θα πλησιάσει κανείς αλλά το χρησιμοποίησα. Λάθος μου».

Ολοκληρώνοντας την απολογία του ο 10ος κατηγορούμενος ζήτησε ακόμα ένα συγγνώμη από τις οικογένειες του Άλκη και των φίλων του και είπε πως «θέλω να ξέρουν οι μητέρες αυτών των παιδιών (των φίλων του Άλκη) ότι δεν χτύπησα τα παιδιά τους».

11ος κατηγορούμενος: «Δεν είδα αίματα, δεν έφτασα ποτέ κοντά στο σημείο που ήταν ο Άλκης»

Παίρνοντας το λόγο για να απολογηθεί ο 11ος κατηγορούμενος ζήτησε κι αυτός με τη σειρά του συγγνώμη από την οικογένεια του Άλκη και δήλωσε μετανιωμένος για τη συμμετοχή του στην επίθεση. 

Ο ίδιος υποστήριξε πως μετέβη στο σύνδεσμο του ΠΑΟΚ έπειτα από μήνυμα που του έστειλε ο 10ος, άκουσε για το οπαδικό περιστατικό στο Ωραιόκαστρο που είχε προηγηθεί εκείνη την ημέρα και αποφάσισε να πάει κι αυτός μαζί με τους άλλους 11 οπαδούς στη Χαριλάου για να «τσακωθούν».

Ο 24χρονος είναι εκείνος που κατά την επίθεση έφερε μαζί του ένα ξύλινο στειλιάρι το οποίο πήρε όπως είπε από το σύνδεσμο του ΠΑΟΚ λίγο πριν αναχωρήσουν για τη Χαριλαου. Ο ίδιος επέβαινε στο αυτοκίνητο που έστριψε στη Γαζή μαζί με τον 12ο, τον 10ο και τον 9ο κατηγορούμενο και όπως ανέφερε αποφάσισε να φορέσει το κράνος μηχανής που είχε μαζί του, να αρπάξει το ξύλινο στειλιάρι του και να κινηθεί προς το μέρος του Άλκη και της παρέας του ακολουθώντας τους άλλους δύο συγκατηγορούμενούς του:

«Φτάσαμε Πλαστήρα και τα δύο μπροστινά αμάξια σταμάτησαν. Εμείς στρίψαμε αριστερά. Τότε είδα τα παιδιά στην πολυκατοικία και υπέθεσα ότι ήταν οπαδοί του Άρη.

Πρώτα κατέβηκε ο 10ος, μετά ο 9ος και μετά εγω. Τη στιγμή που κατέβηκα πήρα το ξύλο, φόρεσα το κράνος και πήγα προς τα σκαλάκια. Είδα την κίνηση που έκανε ο Α.Β., που χτύπησε με το κράνος τον 2ο. Είδα και τον 10ο που χτύπησε τον Δ.Κ. και νομίζω είδα και τον 9ο. Είδα το χτύπημα του Α.Β. στον 10ο και προσπάθησα να τον χτυπήσω κι εγώ με το στειλιάρι. Τον χτύπησα στο κεφάλι 2-3 φορές. Εκείνη τη στιγμή δεν ήξερα που τον χτύπησα ακριβώς. Μπροστά ήταν ο 2ος είδα να κάνει κάποιες κινήσεις αλλά δεν κατάλαβα τι έκανε ακριβώς».

Ο ίδιος υποστήριξε πως δεν είδε ούτε τον Άλκη, ούτε τα αίματα, ούτε ποιοι τον χτύπησαν, με το ακροατήριο να σχολιάζει «τίποτα, αέρας ήταν». 

«Έτρεξα προς το αυτοκίνητο και πριν μπω πέταξα το ξύλο. Ο οδηγός μάς φώναζε "τι έγινε;" επειδή μας είδε ταραγμένους και του είπαμε ποιον χτύπησε ο καθένας. Χαθήκαμε από τον πανικό μας και βγήκαμε προς τη Θέρμη. Σταματήσαμε και ο 9ος πέταξε τα κράνη και το μαχαίρι. Ξαναμπήκε στο αμάξι και φύγαμε».

Επιστρέφοντας στον σύνδεσμο του ΠΑΟΚ ο 24χρονος είπε πως είδε τον 1ο κατηγορούμενο και λίγο αργότερα έφυγαν μαζί με τον 10ο για να πάνε στο σπίτι ενός φίλου τους αγνοόντας - όπως ισχυρίστηκε -  ότι ο Άλκης έχει αφήσει την τελευταία του πνοή στη Γαζή: 

«Όταν πήγα στο σπίτι του φίλου μας είχα κλειδιά, τον περίμενα και μετά που του είπα για το περιστατικό έπεσα και κοιμήθηκα. Εκείνος με ξύπνησε το πρωί και μου είπε τι έγινε. Δεν μπορώ να περιγράψω πώς ένιωθα, δεν μπορούσα να φάω, να κοιμηθώ, δεν μπορώ να το εξηγήσω».

Ερωτηθείς για το στειλιάρι που πήρε από το σύνδεσμο απάντησε πως δεν πίστευε ότι μπορούσε να προκαλέσει ζημιά και πως τελικά δεν έπρεπε να το πάρει.

Σε βιντεοληπτικό υλικό που περιλαμβάνεται στη δικογραφία ο 11ος κατηγορούμενος απεικονίζεται κοντά στο σημείο που βρισκόταν ο Άλκης και φαίνεται πως απομακρύνεται προς το τέλος από το περιστατικό.

12ος κατηγορούμενος: «Μακάρι να κατέβαινα από το αμάξι, να έβλεπα τι έγινε και να το έλεγα»

Με την απολογία του 12ου κατηγορούμενου ολοκληρώθηκε η αποδεικτική διαδικασία στην 31η δικάσιμο για τη δολοφονία του Άλκη Καμπανού και τον τραυματισμό των δύο φίλων του. Ο 23χρονος οδηγός του Polo υποστήριξε πως είχε μόνο το ρόλο του «ταξιτζή» μεταφέροντας ορισμένους από τους συγκατηγορούμενούς του στο σημείο της επίθεσης νομίζοντας, όπως είπε, πως «πάνε απλά για να τσακωθούν».

Ο ίδιος εξήγησε πως όταν του ζητήθηκε να μεταφέρει τους τρεις συγκατηγορούμενούς του «δέχθηκε για να μην φανεί δειλός» αλλά όπως είπε «δεν είχε σκοπό να τσακωθεί με ανθρώπους που δεν γνώριζε και δεν του είχαν κάνει τίποτα».

«Εκείνη τη μέρα μίλησα με τον 9ο και τον ρώτησα αν θα κάνουμε κάτι. Δεν γνώριζα για το περιστατικό στο Ωραιόκαστρο, το έμαθα όταν πήγα στο σύνδεσμο. Όταν πήγα στον σύνδεσμο ρώτησα τον 9ο αν θα κατέβει εκείνος και μου είπε “ανέβα”.

Ανεβαίνω και επικρατούσε μία αναστάτωση μέσα στο χώρο. Δεν γνώριζα κανέναν. Τον 10ο τον είχα δει στο γήπεδο αλλά δεν είχαμε μιλήσει.

Χαιρέτησα τον 9ο και μου είπε να περιμένω γιατί κάτι έγινε. Περίμενα και μετά από λίγο με ρώτησε αν μπορώ να βάλω το αυτοκίνητο για να πάνε να μαλώσουν. Δυστυχώς είπα ναι. Δέχθηκα σε δευτερόλεπτα, ίσως γιατί δεν ήθελα να φανώ δειλός. Πήγα στο αυτοκίνητό μου, περίμενα και ήρθαν».

Ο 23χρονος υποστήριξε πως όταν οι άλλοι τρεις μπήκαν στο αμάξι του δεν είδε να κρατούν αντικείμενα και μόνο όταν έφτασαν στη Γαζή και αποβιβάστηκαν από το αυτοκίνητο παρατήρησε ένα ξύλο και ένα σίδερο (εννοεί το δρεπάνι):

«Φτάσαμε στην Πλαστήρα. Δεν ήξερα τι θα συναντήσω και τι θα γίνει εκεί. Πίσω μας υπήρχε ένα αμάξι και καθάρισα το πίσω τζάμι για να δω από τον καθρέφτη τι γίνεται γιατί είχε δυνατή εξάτμιση. Όταν κοίταξα μπροστά είδα τα δύο αμάξια να έχουν σταματήσει και έκανα αριστερά γιατί δεν πρόλαβα να φρενάρω. Είδα το λεωφορείο να έρχεται και ήμουν στο αντίθετο ρεύμα. Για αυτό μπήκα στη Γαζή αριστερά. Μόλις έκανα 10-20 μέτρα μου είπαν να σταματήσω. Εκεί κατάλαβα ότι είδαν κάποιους. Πολύ γρήγορα κατέβηκαν οι συνεπιβάτες μου. Ο 11ος κατέβηκε τελευταίος. Εκείνη την ώρα είδα να κρατούν αντικείμενα. Από την αρχή είχα ενδοιασμούς, δεν μπορούσα να πάω να τσακωθώ με κάποιον που δεν μου είχαν κάνει τίποτα. Είδα να τρέχουν με τα όπλα και σάστισα. Εγώ ήξερα ότι θα πάνε μόνο με τα χέρια. Αναστατώθηκα και έφυγα προς το τέλος της Σεφέρη».

Από το σημείο που σταθμεύει στο τέλος της Γαζή, στη συμβολή με την οδό Σεφέρη, ο ίδιος λέει πως δεν έχει οπτική επαφή με την επίθεση και πως σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα επέστρεψαν στο αυτοκίνητο και οι άλλοι τρεις κατηγορούμενοι, αναστατωμένοι. Όταν είπαν στον οδηγό τι συνέβη και ότι ο καθένας χτύπησε από κάποιον με το όπλο που κουβαλούσε ο ίδιος περιγράφει πως άρχισε να τους φωνάζει και να τους βρίζει:

«Φτάνω στη Σεφέρη, βλέπω μία εσοχή και έστριψα το αμάξι για να μπω εκεί. Δευτερόλεπτα μετά ήρθαν και οι άλλοι. Ήταν αναστατωμένοι. Τους ρώτησα τι έγινε και μου απάντησαν ότι υπήρχαν μαχαίρια και χτύπησαν τα παιδιά. Δεν ήξερα τι να πω και τι να κάνω, τους φώναζα, τους έβριζα. Μου έλεγαν που να πάω, βγήκαμε σε κάποια αδιέξοδα, μου έδιναν οδηγίες αλλά ούτε κι αυτοί ήξερα. Πήγαμε κάτω από τη γέφυρα μου είπε ο 9ος να σταματήσω και πέταξε τα κράνη και το μαχαίρι».

Λίγο αργότερα ο 24χρονος αποβιβάζει τους τρεις νεαρούς στη Νεάπολη και επιστρέφει σπίτι του. Το ίδιο βράδυ τον επισκέπτεται ο 9ος κατηγορούμενος και τον ενημερώνει πως ο Άλκης είναι νεκρός: «Τους άφησα στη Νεάπολη, ήθελα να τους αφήσω γιατί μαχαιρώθηκε ένας άνθρωπος. Πήγα σπίτι μου. Είχα άγχος για το τι είχε γίνει και πιο αργά ήρθε ο 9ος σπίτι μου και μου είπε αυτό που μου είπε. Μου ζήτησε συγγνώμη και του είπα να φύγει, να εξαφανιστεί, ότι δεν θέλω να τον βλέπω. Ήταν το χειρότερο συναίσθημα που είχα νιώσει στη ζωή μου.

Το πρώτο που σκέφτηκα ήταν να συνεχίσω, να μην καταλάβει η οικογένειά μου ότι ήμουν εκεί. Μετά από μερικές μέρες βρήκα το θάρρος και τους το είπα. Μίλησα με ένα δικηγόρο, του είπα ότι ήθελα να παραδοθώ και μου είπε κι εκείνος πως θα ήταν καλό να το κάνω».

Σε ερώτηση της εισαγγελέως για το ποιοι χτύπησαν τον Άλκη – εκτός από τον 2ο κατηγορούμενο που το παραδέχεται – ο 12ος απαντούσε πως δεν γνωρίζει ποιοι είναι εκείνοι που του προκάλεσαν τα χτυπήματα στο κεφάλι. «Εννοείται κάποιοι χτύπησαν τον Άλκη. Δεν πέθανε μόνο του το παιδί. Μακάρι να κατέβαινα, να έβλεπα για να σας πω».

Το δικαστήριο κύρηξε σήμερα τη λήξη της αποδεικτικης διαδικασίας και αναμένεται να πραγματοποιηθεί η αγόρευση της εισαγγελέως στις 2 Ιουνίου.

ΣΧΟΛΙΑ

Επιλέξτε Κατηγορία