ΑΠΟΨΕΙΣ

Τεχνοκρατικά μεν, άστοχα δε

 21/04/2021 21:00

Ως κύριο πλεονέκτημα της κυβέρνησης Μητσοτάκη προβλήθηκε από την αρχή η διαχειριστική της επάρκεια. Προγραμματισμός και αποτελεσματικότητα, ιδιότητες λίαν απαραίτητες για την επίτευξη κάθε κυβερνητικού στόχου και πολύ περισσότερου ενός μακροπρόθεσμου στόχου, όπως η οικονομική ανάπτυξη και η κοινωνική ανθεκτικότητα. Είναι όμως αρκετές οι ιδιότητες αυτές για μια κυβέρνηση που δεν έχει την ικανότητα να θέσει τις σωστές προτεραιότητες; Προφανώς όχι. Ακόμα λοιπόν και αν αποδεχθεί κάποιος τον προγραμματισμό και την αποτελεσματικότητα του κ. Πιερρακάκη ως προσόν ολόκληρης της κυβέρνησης, κάνοντας ένα λογικό άλμα που ξεπερνά την απόσταση της Γης από τη Σελήνη, η αξιολόγηση των προτεραιοτήτων του κυβερνητικού σχεδιασμού θα ήταν επιτακτική.

Το Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας που ανακοινώθηκε ως Ευαγγέλιο από τον πρωθυπουργό είναι ένα δομημένο και τεχνοκρατικό κείμενο, διανθισμένο με όρους συμβατούς με τα ευρωπαϊκά κείμενα και τις στρατηγικές (Πράσινη Συμφωνία, Next Generation EU κ.ά.). Ωστόσο, το Σχέδιο με τον ευφάνταστο τίτλο «Ελλάδα 2.0» μαρτυρά την απόσταση των κυβερνητικών σχεδιασμών από την πραγματικότητα στην οποία έχει περιέλθει η χώρα μετά από τον ένα χρόνο της πανδημίας, ενώ πρέπει να υπογραμμιστεί ότι ακόμα και ως προς το κριτήριο του σχεδιασμού υστερεί σημαντικά καθώς κάνει μία μόνο γενικόλογη αναφορά -και μάλιστα χωρίς σχετικό προϋπολογισμό- στους κλάδους του Πολιτισμού και του Τουρισμού εντός της κατηγορίας των Εμβληματικών Επενδύσεων.

Ας εστιάσουμε ωστόσο στην απόσταση των προτεραιοτήτων της κυβέρνησης, όπως αυτές αποτυπώνονται στο «Ελλάδα 2.0» σε σύγκριση με τις πραγματικές ανάγκες της χώρας. Το σχέδιο αναπτύσσεται σε τέσσερις πυλώνες: (1) την πράσινη μετάβαση, (2) τον ψηφιακό μετασχηματισμό, (3) την κοινωνική συνοχή και (4) τις ιδιωτικές επενδύσεις. Το μεγαλύτερο μέρος του συνολικού ποσού αντιστοιχίζεται στον πυλώνα της κοινωνικής συνοχής, με μία ωστόσο απροσδόκητη κατανομή στους επιμέρους άξονες. Η ενίσχυση των ψηφιακών δυνατοτήτων της εκπαίδευσης λαμβάνει 50% υψηλότερο προϋπολογισμό από την ενίσχυση της ποιότητας του συστήματος υγείας και 300% υψηλότερο προϋπολογισμό από την προώθηση συμμετοχής στην αγορά εργασίας. Τα ποσά μαρτυρούν ότι η κυβέρνηση αφενός προωθεί το μοντέλο της τηλεκπαίδευσης ως τη «θεία λύση» για αναβάθμιση της παιδείας στη χώρα, αφετέρου εκτιμά ότι οι θέσεις εργασίες που θα χαθούν λόγω της ύφεσης που προκάλεσε η πανδημία θα είναι περιορισμένες. Ο πρώτος συλλογισμός είναι πέρα για πέρα λανθασμένος, ενώ και ο δεύτερος ενέχει μεγάλο ρίσκο δεδομένου ότι η επόμενη μέρα της πανδημίας δεν έχει ακόμα καν οριστικοποιηθεί ημερολογιακά.

Ως προς τα ποσά που αντιστοιχίζονται στους άλλους τρεις πυλώνες, αξίζει να σημειωθεί:

- (α) το πολύ χαμηλό ποσό των μόλις 375 εκατ. ευρώ (από ένα σύνολο 17,8 δισ. επιδοτήσεων και άλλων 12,7 δισ. ευρώ δανείων) που αφορά στον ψηφιακό μετασχηματισμό των επιχειρήσεων στον δεύτερο πυλώνα, του ψηφιακού μετασχημτισμού, παρά την προφανή ανάγκη που δημιούργησε η πανδημία στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις για κάλυψη με ψηφιακά εργαλεία των πωλήσεων, της εφοδιαστικής αλυσίδας και του μάρκετινγκ,

- (β) το πολύ χαμηλό ποσό των μόλις 444 εκατ. ευρώ που αφορά την προώθηση της έρευνας και της καινοτομίας στον τέταρτο πυλώνα, των ιδιωτικών επενδύσεων, σε όφελος προφανώς παλαιικών επιχειρηματικών προτύπων που δεν αφορούν νεοφυείς επιχειρήσεις,

- (γ) το συγκριτικά με τη θέση που καταλαμβάνει η Ελλάδα στην υλοποίηση των στόχων βιώσιμης ανάπτυξης του ΟΗΕ ανεπαρκές ποσό των 1,762 δισ. Ευρώ που αφορά την αειφόρο χρήση των πόρων και την ανθεκτικότητα στην κλιματική αλλαγή στον πρώτο πυλώνα, της πράσινης μετάβασης, ποσό που μοιάζει ανεπαρκές μπροστά στις πρόσφατες και επαναλαμβανόμενες φυσικές καταστροφές που έχει αντιμετωπίσει η χώρα.

Το Εθνικό Σχέδιο Ανάπτυξης και Ανθεκτικότητας «Ελλάδα 2.0» μπορεί να επιβεβαιώνει την τεχνοκρατική επάρκεια της κυβέρνησης Μητσοτάκη και να θέτει εκ νέου στο τραπέζι προβλήματα που θα έπρεπε να είχαν αντιμετωπιστεί από την εποχή του πρώτου μνημονίου πριν από μία δεκαετία. Όμως φοβάμαι ότι την ίδια στιγμή μαρτυρά τις λανθασμένες προτεραιότητες του κυβερνητικού σχεδιασμού. Ένας τεχνοκρατικός σχεδιασμός μπορεί κάλλιστα να είναι άστοχος. Και αυτό είναι που τελικά μετράει περισσότερο.

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 18 Απριλίου 2021