ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Το τροπάριο της Κασσιανής σε μετάφραση Φώτη Κόντογλου και Κωστή Παλαμά

Απόσπασμα από το άρθρο Το τροπάριο της Κασσιανής στην Νεοελληνική ποίηση του πρωτοπρεσβυτέρου Δημητρίου Αθανασίου

 11/04/2023 17:57

Το τροπάριο της Κασσιανής σε μετάφραση Φώτη Κόντογλου και Κωστή Παλαμά
Φωτ. orthodoxianewsagency.gr

Το βράδυ της Μεγάλης Τρίτης ψάλλεται στις εκκλησίες ο Όρθρος της Μεγάλης Τετάρτης. Το τελευταίο τροπάριο στην ακολουθία είναι της βυζαντινής υμνογράφου Κασσιανής, ένα από τα σημαντικότερα κείμενα της Ορθοδοξίας.

Απόσπασμα από το άρθρο Το τροπάριο της Κασσιανής στην Νεοελληνική ποίηση του πρωτοπρεσβυτέρου Δημητρίου Αθανασίου

Η «Κασσιανή», βέβαια, δεν μπορούσε ν’ αφήσει ασυγκίνητους τους ανθρώπους των ελληνικών Γραμμάτων και των Μουσών, τους κορυφαίους μάλιστα, όπως τον Κωστή Παλαμά και τον Θεόφιλο Βορέα, αλλά και τον Ιωάννη Πολέμη, μείζονες ή ελάσσονες, του ποιητικού και του πεζού νεοελληνικού λόγου. Οι οποίοι μετέφρασαν την «Κασσιανή» ή εμπνεύστηκαν από το έργο και τον θρύλο της μοναδικής αυτής ποιήτριας της θρησκευτικής μας υμνογραφίας. Στην συνέχεια δημοσιεύουμε το πώς οκτώ άνδρες και μία γυναίκα προσέγγισαν, ένιωσαν και απέδωσαν το παραπάνω βυζαντινό αριστούργημα στην νέα Ελληνική. Σημειώνουμε ότι εκτός της λογοτεχνικής και θρησκευτικής αξίας του τροπαρίου υπάρχουν και άλλοι λόγοι που ώθησαν ομάδα ποιητών να ασχοληθεί με αυτό. Πρώτα ο έντονος ”δεκτικός πρός λύτρωσιν” χαρακτήρας του τροπαρίου.

Κάθε άνθρωπος σε κάθε εποχή και οποιασδήποτε ψυχοπνευματικής δομής αισθάνεται την ανάγκη της μετανοίας και της λύτρωσης από τα αμαρτήματά του. Επίσης η δύναμη της παράδοσης, που διέσωσε μέχρι τις μέρες μας την ιστορία της Κασσιανής και του Θεόφιλου, που συγκίνησε και αυτή σε διάφορες εποχές ευαίσθητες καρδιές.Τέλος το φύλον της συγγραφέως έδωκε στο τροπάριο χαρακτήρα λεπτής καλαισθησίας, που είλκυσε την προσοχή των μελετητών και το ενδιαφέρον τους.

 Απόδοση από τον Φώτη Κόντογλου. 

Κύριε, η εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσούσα γυνή,
την σην αισθομένη Θεότητα μυροφόρου αναλαβούσα τάξιν,
οδυρομένη μύρα σοι προ του ενταφιασμού κομίζει.
Οίμοι! λέγουσα, οτι νυξ μοι υπάρχει, οίστρος ακολασίας,
ζοφώδης τε και ασέληνος έρως της αμαρτίας.

Δέξαι μου τας πηγάς των δακρύων,
ο νεφέλαις διεξάγων της θαλάσσης το ύδωρ,
κάμφθητί μοι προς τους στεναγμούς της καρδίας,
ο κλίνας τους ουρανούς τη αφάτω σου κενώσει.

Καταφιλήσω τους αχράντους σου πόδας,
αποσμήξω τούτους δε πάλιν τοις της κεφαλής μου βοστρύχοις,
ων εν τω Παραδείσω Εύα το δειλινόν κρότον τοις ώσιν ηχηθείσα,
τω φόβω εκρύβη.

Αμαρτιών μου τα πλήθη
και κριμάτων σου αβύσσους τις εξιχνιάσει,
ψυχοσώστα Σωτήρ μου;
Μη με την σην δούλην παρίδης,
ο αμέτρητον έχων το έλεος.

≈ ≈

Κύριε, η γυναίκα που έπεσε σε πολλές αμαρτίες,
σαν ένιωσε τη θεότητά σου, γίνηκε μυροφόρα και σε άλειψε με μυρουδικά
πριν από τον ενταφιασμό σου κι έλεγε οδυρόμενη:
Αλίμονο σε μένα, γιατί μέσα μου είναι νύχτα κατασκότεινη και δίχως φεγγάρι,
η μανία της ασωτείας κι ο έρωτας της αμαρτίας.

Δέξου από μένα τις πηγές των δακρύων,
εσύ που μεταλλάζεις με τα σύννεφα το νερό της θάλασσας.
Λύγισε στ’ αναστενάγματα της καρδιάς μου,
εσύ που έγειρες τον ουρανό και κατέβηκες στη γης.

Θα καταφιλήσω τα άχραντα ποδάρια σου,
και θα τα σφουγγίσω πάλι με τα πλοκάμια της κεφαλής μου·
αυτά τα ποδάρια, που σαν η Εύα κατά το δειλινό, τ’ άκουσε να περπατάνε,
από το φόβο της κρύφτηκε.

Των αμαρτιών μου τα πλήθη
και των κριμάτων σου την άβυσσο, ποιος μπορεί να τα εξιχνιάση,
ψυχοσώστη Σωτήρα μου;
Μην καταφρονέσης τη δούλη σου,
εσύ που έχεις τ’ αμέτρητο έλεος.

 Ο Κωστής Παλαμάς και η Κασσιανή 

Πριν αναφερθούμε στη μετάφραση του τροπαρίου την οποία φιλοτέχνησε ο Κωστής Παλαμάς σημειώνουμε ότι κανείς δεν μπορεί να διασώσει και να μας μεταδώσει εκείνον τον παλμό, τον οίστρο του πάθους, τον οδυρμό και τον σπαραγμό της νέας μοναχής γυναίκας. Ο Παλαμάς, ο «ερωτοπλάνταχτος γυναικολάτρης», κατά τον αυτοχαρακτηρισμό του, γράφει για τη μετάφραση του τροπαρίου της Κασσιανής: 

«Το στροφικά μετασχηματισμένο στ’ αργαστήρι μου τροπάρι της βυζαντινής καλόγριας, ψάλτρας [που] σφραγίζει τη σειρά [των ποιημάτων από τους «Βωμούς»], δίνοντας κασσιανισμός και τ’ όνομα στο περιοδικό παράδαρμα στον πλατειά ζοφερό κύκλο των κολασμένων για μένα τραγουδιών αυτών που αποτελεί κυριότατα το τιτλοφορημένο ατομικό στοιχείο του όλου μου τραγουδιού […] ονόμασα κασσιανισμό τον πυρετό που φλέγεται στα ποιήματα της σειράς». 

Στους «Βωμούς» ο Παλαμάς περιλαμβάνει και τους εξής χαρακτηριστικούς στίχους: «Με της Κασσίας καλόγριας τα δάκρυα, τα τροπάρια κλαίω, βρέχω, φιλώ τ’ άχραντα, πόρνη, του θείου ποδάρια. Ξεπλέκω ολόμαυρα ύστερα μαλλιά, τα κρίματά μου, για να σφουγγίσω τ’ άχραντα ποδάρια του έρωτά μου». 

Ο Κώστας Παπαδημητρίου σημειώνει τα εξής: «Τα δραματικά λόγια του τροπαρίου της Κασσιανής δεν ήταν δυνατόν να μην μιλήσουν και στην περιπαθή και ευαίσθητη ψυχή του ποιητή Κ. Παλαμά, που με πολλούς τρόπους ύμνησε τον κόσμο του Βυζαντίου σε διάφορους τόνους λυρικής μέθης. 

Ζη και αυτός παρόμοιες καταστάσεις κάτω από το βάρος της δικής του αμαρτωλότητας, των τύψεων και της λαχτάρας για συγχώρεση. Τούτο το ποίημα της Κασσιανής, σαν ένα παθητικό κρυφομίλημα, εκφράζει και τη δική του κριματισμένη και αμαρτωλή ψυχή. Νιώθει και τη δική του ψυχική κατάσταση να ταυτίζεται με κείνες της Κασσιανής και της αμαρτωλής μοιχαλίδας. 

Πολύ συχνά, γεμάτος μυστικοπάθεια και συντριβή, αισθανόμενος την αμαρτία να τον βαραίνη, βυθίζεται στη συντριβή που χαρακτηρίζει μεγάλο μέρος του έργου του. Εκείνη η συντριβή, θα πη ο ίδιος, «με βυθίζει σε μια εκστατική προσδοκία, με φτερώνει και μ' εξαγνίζει, με κάνει να διαβλέπω το είναι μου σ' έναν καθρέφτη μαγικό, μου φέρνει δάκρυα στα μάτια».

Ε.Κ. ΠΑΛΑΜΑ: Κασσιανή

Κύριε, γυναίκα αμαρτωλή, πολλά,

πολλά, θολά βαριά τα κρίματά μου.

Μα, ω Κύριε, πώς η θεότης Σου μιλά

μεσ’ στην καρδιά μου!

Κύριε, προτού Σε κρύψ’ η εντάφια γη

Από τη δροσαυγή λουλούδια πήρα

κι απ’ της λατρείας την τρίσβαθη πηγή

Σου φέρνω μύρα.

Οίστρος με σέρνει ακολασίας…. Νυχτιά,

σκοτάδι αφέγγαρο, άναστρο με ζώνει,

το σκοτάδι της αμαρτίας’ φωτιά

με καίει, με λιώνει.

Εσύ που από τα πέλαα τα νερά

Τα υψώνεις νέφη, πάρε τα, Έρωτά μου,

Κυλάνε, είναι ποτάμια φλογερά

Τα δάκρυά μου….

Γύρε σ’ εμέ. Η ψυχή μου πώς πονεί!

Δέξου με Εσύ που δέχτηκες και γείραν

Άφραστα ως εδώ κάτου οι ουρανοί

και σάρκα επήραν.

Στ’ άχραντά Σου τα πόδια, Βασιλιά

μου, Εσύ, θα πέσω και θα στα φιλήσω

και με της κεφαλής μου τα μαλλιά

θα στα σφουγγίσω.

Τ’ άκουσεν η Εύα μέσ’ στο αποσπερνό

της παράδεισος φως ν’ αντιχτυπάνε,

κι αλαφιασμένη κρύφτηκε…. Πονώ,

σώσε, έλεος κάνε.

Ψυχοσώστ’ οι αμαρτίες μου λαός

Τα ξεδιάλυτα ποιός θα ξεδιαλύση;

Αμέτρτητό Σου το έλεος, ο Θεός!

Άβυσσο η κρίση.

Πηγή: Το τροπάριο της Κασσιανής στην Νεοελληνική ποίηση - Του πρωτοπρεσβυτέρου Δημητρίου Αθανασίου
Academia.edu

Το βράδυ της Μεγάλης Τρίτης ψάλλεται στις εκκλησίες ο Όρθρος της Μεγάλης Τετάρτης. Το τελευταίο τροπάριο στην ακολουθία είναι της βυζαντινής υμνογράφου Κασσιανής, ένα από τα σημαντικότερα κείμενα της Ορθοδοξίας.

Απόσπασμα από το άρθρο Το τροπάριο της Κασσιανής στην Νεοελληνική ποίηση του πρωτοπρεσβυτέρου Δημητρίου Αθανασίου

Η «Κασσιανή», βέβαια, δεν μπορούσε ν’ αφήσει ασυγκίνητους τους ανθρώπους των ελληνικών Γραμμάτων και των Μουσών, τους κορυφαίους μάλιστα, όπως τον Κωστή Παλαμά και τον Θεόφιλο Βορέα, αλλά και τον Ιωάννη Πολέμη, μείζονες ή ελάσσονες, του ποιητικού και του πεζού νεοελληνικού λόγου. Οι οποίοι μετέφρασαν την «Κασσιανή» ή εμπνεύστηκαν από το έργο και τον θρύλο της μοναδικής αυτής ποιήτριας της θρησκευτικής μας υμνογραφίας. Στην συνέχεια δημοσιεύουμε το πώς οκτώ άνδρες και μία γυναίκα προσέγγισαν, ένιωσαν και απέδωσαν το παραπάνω βυζαντινό αριστούργημα στην νέα Ελληνική. Σημειώνουμε ότι εκτός της λογοτεχνικής και θρησκευτικής αξίας του τροπαρίου υπάρχουν και άλλοι λόγοι που ώθησαν ομάδα ποιητών να ασχοληθεί με αυτό. Πρώτα ο έντονος ”δεκτικός πρός λύτρωσιν” χαρακτήρας του τροπαρίου.

Κάθε άνθρωπος σε κάθε εποχή και οποιασδήποτε ψυχοπνευματικής δομής αισθάνεται την ανάγκη της μετανοίας και της λύτρωσης από τα αμαρτήματά του. Επίσης η δύναμη της παράδοσης, που διέσωσε μέχρι τις μέρες μας την ιστορία της Κασσιανής και του Θεόφιλου, που συγκίνησε και αυτή σε διάφορες εποχές ευαίσθητες καρδιές.Τέλος το φύλον της συγγραφέως έδωκε στο τροπάριο χαρακτήρα λεπτής καλαισθησίας, που είλκυσε την προσοχή των μελετητών και το ενδιαφέρον τους.

 Απόδοση από τον Φώτη Κόντογλου. 

Κύριε, η εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσούσα γυνή,
την σην αισθομένη Θεότητα μυροφόρου αναλαβούσα τάξιν,
οδυρομένη μύρα σοι προ του ενταφιασμού κομίζει.
Οίμοι! λέγουσα, οτι νυξ μοι υπάρχει, οίστρος ακολασίας,
ζοφώδης τε και ασέληνος έρως της αμαρτίας.

Δέξαι μου τας πηγάς των δακρύων,
ο νεφέλαις διεξάγων της θαλάσσης το ύδωρ,
κάμφθητί μοι προς τους στεναγμούς της καρδίας,
ο κλίνας τους ουρανούς τη αφάτω σου κενώσει.

Καταφιλήσω τους αχράντους σου πόδας,
αποσμήξω τούτους δε πάλιν τοις της κεφαλής μου βοστρύχοις,
ων εν τω Παραδείσω Εύα το δειλινόν κρότον τοις ώσιν ηχηθείσα,
τω φόβω εκρύβη.

Αμαρτιών μου τα πλήθη
και κριμάτων σου αβύσσους τις εξιχνιάσει,
ψυχοσώστα Σωτήρ μου;
Μη με την σην δούλην παρίδης,
ο αμέτρητον έχων το έλεος.

≈ ≈

Κύριε, η γυναίκα που έπεσε σε πολλές αμαρτίες,
σαν ένιωσε τη θεότητά σου, γίνηκε μυροφόρα και σε άλειψε με μυρουδικά
πριν από τον ενταφιασμό σου κι έλεγε οδυρόμενη:
Αλίμονο σε μένα, γιατί μέσα μου είναι νύχτα κατασκότεινη και δίχως φεγγάρι,
η μανία της ασωτείας κι ο έρωτας της αμαρτίας.

Δέξου από μένα τις πηγές των δακρύων,
εσύ που μεταλλάζεις με τα σύννεφα το νερό της θάλασσας.
Λύγισε στ’ αναστενάγματα της καρδιάς μου,
εσύ που έγειρες τον ουρανό και κατέβηκες στη γης.

Θα καταφιλήσω τα άχραντα ποδάρια σου,
και θα τα σφουγγίσω πάλι με τα πλοκάμια της κεφαλής μου·
αυτά τα ποδάρια, που σαν η Εύα κατά το δειλινό, τ’ άκουσε να περπατάνε,
από το φόβο της κρύφτηκε.

Των αμαρτιών μου τα πλήθη
και των κριμάτων σου την άβυσσο, ποιος μπορεί να τα εξιχνιάση,
ψυχοσώστη Σωτήρα μου;
Μην καταφρονέσης τη δούλη σου,
εσύ που έχεις τ’ αμέτρητο έλεος.

 Ο Κωστής Παλαμάς και η Κασσιανή 

Πριν αναφερθούμε στη μετάφραση του τροπαρίου την οποία φιλοτέχνησε ο Κωστής Παλαμάς σημειώνουμε ότι κανείς δεν μπορεί να διασώσει και να μας μεταδώσει εκείνον τον παλμό, τον οίστρο του πάθους, τον οδυρμό και τον σπαραγμό της νέας μοναχής γυναίκας. Ο Παλαμάς, ο «ερωτοπλάνταχτος γυναικολάτρης», κατά τον αυτοχαρακτηρισμό του, γράφει για τη μετάφραση του τροπαρίου της Κασσιανής: 

«Το στροφικά μετασχηματισμένο στ’ αργαστήρι μου τροπάρι της βυζαντινής καλόγριας, ψάλτρας [που] σφραγίζει τη σειρά [των ποιημάτων από τους «Βωμούς»], δίνοντας κασσιανισμός και τ’ όνομα στο περιοδικό παράδαρμα στον πλατειά ζοφερό κύκλο των κολασμένων για μένα τραγουδιών αυτών που αποτελεί κυριότατα το τιτλοφορημένο ατομικό στοιχείο του όλου μου τραγουδιού […] ονόμασα κασσιανισμό τον πυρετό που φλέγεται στα ποιήματα της σειράς». 

Στους «Βωμούς» ο Παλαμάς περιλαμβάνει και τους εξής χαρακτηριστικούς στίχους: «Με της Κασσίας καλόγριας τα δάκρυα, τα τροπάρια κλαίω, βρέχω, φιλώ τ’ άχραντα, πόρνη, του θείου ποδάρια. Ξεπλέκω ολόμαυρα ύστερα μαλλιά, τα κρίματά μου, για να σφουγγίσω τ’ άχραντα ποδάρια του έρωτά μου». 

Ο Κώστας Παπαδημητρίου σημειώνει τα εξής: «Τα δραματικά λόγια του τροπαρίου της Κασσιανής δεν ήταν δυνατόν να μην μιλήσουν και στην περιπαθή και ευαίσθητη ψυχή του ποιητή Κ. Παλαμά, που με πολλούς τρόπους ύμνησε τον κόσμο του Βυζαντίου σε διάφορους τόνους λυρικής μέθης. 

Ζη και αυτός παρόμοιες καταστάσεις κάτω από το βάρος της δικής του αμαρτωλότητας, των τύψεων και της λαχτάρας για συγχώρεση. Τούτο το ποίημα της Κασσιανής, σαν ένα παθητικό κρυφομίλημα, εκφράζει και τη δική του κριματισμένη και αμαρτωλή ψυχή. Νιώθει και τη δική του ψυχική κατάσταση να ταυτίζεται με κείνες της Κασσιανής και της αμαρτωλής μοιχαλίδας. 

Πολύ συχνά, γεμάτος μυστικοπάθεια και συντριβή, αισθανόμενος την αμαρτία να τον βαραίνη, βυθίζεται στη συντριβή που χαρακτηρίζει μεγάλο μέρος του έργου του. Εκείνη η συντριβή, θα πη ο ίδιος, «με βυθίζει σε μια εκστατική προσδοκία, με φτερώνει και μ' εξαγνίζει, με κάνει να διαβλέπω το είναι μου σ' έναν καθρέφτη μαγικό, μου φέρνει δάκρυα στα μάτια».

Ε.Κ. ΠΑΛΑΜΑ: Κασσιανή

Κύριε, γυναίκα αμαρτωλή, πολλά,

πολλά, θολά βαριά τα κρίματά μου.

Μα, ω Κύριε, πώς η θεότης Σου μιλά

μεσ’ στην καρδιά μου!

Κύριε, προτού Σε κρύψ’ η εντάφια γη

Από τη δροσαυγή λουλούδια πήρα

κι απ’ της λατρείας την τρίσβαθη πηγή

Σου φέρνω μύρα.

Οίστρος με σέρνει ακολασίας…. Νυχτιά,

σκοτάδι αφέγγαρο, άναστρο με ζώνει,

το σκοτάδι της αμαρτίας’ φωτιά

με καίει, με λιώνει.

Εσύ που από τα πέλαα τα νερά

Τα υψώνεις νέφη, πάρε τα, Έρωτά μου,

Κυλάνε, είναι ποτάμια φλογερά

Τα δάκρυά μου….

Γύρε σ’ εμέ. Η ψυχή μου πώς πονεί!

Δέξου με Εσύ που δέχτηκες και γείραν

Άφραστα ως εδώ κάτου οι ουρανοί

και σάρκα επήραν.

Στ’ άχραντά Σου τα πόδια, Βασιλιά

μου, Εσύ, θα πέσω και θα στα φιλήσω

και με της κεφαλής μου τα μαλλιά

θα στα σφουγγίσω.

Τ’ άκουσεν η Εύα μέσ’ στο αποσπερνό

της παράδεισος φως ν’ αντιχτυπάνε,

κι αλαφιασμένη κρύφτηκε…. Πονώ,

σώσε, έλεος κάνε.

Ψυχοσώστ’ οι αμαρτίες μου λαός

Τα ξεδιάλυτα ποιός θα ξεδιαλύση;

Αμέτρτητό Σου το έλεος, ο Θεός!

Άβυσσο η κρίση.

Πηγή: Το τροπάριο της Κασσιανής στην Νεοελληνική ποίηση - Του πρωτοπρεσβυτέρου Δημητρίου Αθανασίου
Academia.edu

ΣΧΟΛΙΑ

Επιλέξτε Κατηγορία