ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΣ

Οι γυναίκες δεν πρέπει να αθλούνται για τα μάτια των ανδρών

Ο διδάσκων στο τμήμα Δημοσιογραφίας και ΜΜΕ του ΑΠΘ, Παναγιώτης Σπηλιόπουλος, σχολιάζει την αντικειμενοποίηση του σώματος των αθλητριών και τις διαστάσεις που έχει λάβει

 14/09/2022 11:00

Οι γυναίκες δεν πρέπει να αθλούνται για τα μάτια των ανδρών

Ελένη Τσαλκατίδου

Τα τελευταία χρόνια αναδεικνύονται όλο και περισσότερο ζητήματα που έχουν να κάνουν με τον σεξισμό και την αντικειμενοποίηση του γυναικείου σώματος στον αθλητισμό. Οι ίδιες οι αθλήτριες αντιδρούν πλέον, τονίζοντας πως δεν αθλούνται για τα μάτια των αντρών, αλλά για την δική τους ικανοποίηση και επιτυχία. Άραγε, αναρωτήθηκε ποτέ κανείς πώς μπορεί να νιώθουν οι γυναίκες που έχουν αφιερώσει τη ζωή τους στον αθλητισμό, όταν αντιμετωπίζονται σαν σεξουαλικό θέαμα;

Τον Ιούλιο του 2021 οι αθλήτριες της ενόργανης γυμναστικής της Γερμανίας έγραψαν ιστορία, καθώς έστειλαν ένα ισχυρό μήνυμα κατά της σεξουαλικοποίησης των γυναικών στον αθλητισμό. Πώς; Επιλέγοντας να διαγωνιστούν με ολόσωμες στολές αντί για τα συνηθισμένα κορμάκια που χρησιμοποιούνταν κατ’ αποκλειστικότητα έως τότε.

Λίγες ημέρες μετά, ακόμη ένα σκάνδαλο βγήκε στην επιφάνεια, όταν τα μέλη της νορβηγικής γυναικείας ομάδας παράκτιας χειροσφαίρισης τιμωρήθηκαν με πρόστιμο 150 ευρώ η καθεμία, επειδή σε ένδειξη διαμαρτυρίας για τη σεξιστική ενδυματολογική επιβολή, έπαιξαν με σορτς στον τελικό του ευρωπαϊκού πρωταθλήματος 2021, αντί για τα μικροσκοπικά μπικίνι που προβλέπονταν από τον κανονισμό.

Την περασμένη εβδομάδα, η Ιταλίδα πρωταθλήτρια της καλλιτεχνικής κολύμβησης, Λίντα Τσερούτι, επικρίθηκε από ακόλουθούς της στο Instagram για μια φωτογραφία που ανέβασε, όπου απεικονίζεται σε ανάποδο σπαγκάτο να ποζάρει με τα οκτώ της μετάλλια.

Η «ΜτΚ» και το makthes.gr μίλησαν με τον Παναγιώτη Σπηλιόπουλο, ο οποίος από το 2015 αποτελεί μέλος του διδακτικού προσωπικού του τμήματος Δημοσιογραφίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Ο ίδιος είναι κάτοχος μεταπτυχιακού τίτλου στο αθλητικό μάνατζμεντ με έμφαση στα Μέσα επικοινωνίας και αυτήν την περίοδο ολοκληρώνει τη διδακτορική διατριβή του στην επικοινωνία των ΠΑΕ και την επίδρασή τους στο τελικό ειδησεογραφικό προϊόν των ΜΜΕ.

«Καιρός ήταν να αρχίσουν να αντιδρούν οι αθλήτριες στη σεξουαλικοποίηση των αθλημάτων τους, προτάσσοντας ότι δεν θα έπρεπε να αντιμετωπίζονται ως σεξουαλικό θέαμα από τον εκάστοτε διοργανωτή. Μιλάμε για αθλητισμό που μπορεί να σημαίνει και θέαμα, όχι όμως με όρους εξωτερικής εμφάνισης, αλλά δεξιοτήτων, ικανοτήτων, ευγενούς άμιλλας, κι εντέλει, απόδοσης. Οι αθλήτριες έστω και αργά αρχίζουν να αντιδρούν ομαδικά σε αυτές τις καταστάσεις και εμένα τουλάχιστον αυτό με βρίσκει απόλυτα σύμφωνο», σχολίασε αναφορικά με το κύμα αντιδράσεων τα τελευταία 2-3 χρόνια.

«Άλλωστε είναι ένα θέμα που ερευνούμε συστηματικά στο τμήμα Δημοσιογραφίας στο ΑΠΘ εδώ και 6-7 χρόνια. Είδαμε στην περίπτωση των Νορβηγίδων ότι η αντίδρασή τους είχε ως αποτέλεσμα να καταργηθεί το υποχρεωτικό μικροσκοπικό μπικίνι, όταν την ίδια ώρα οι άνδρες φορούσαν μακριά σορτς και αμάνικες μπλούζες! Δυστυχώς στον αθλητισμό, που είναι ένας χώρος ανδροκρατούμενος, επικρατούν τα στερεότυπα δηλαδή μία αρνητική ή/και παραπλανητική γενίκευση για τις γυναίκες αθλήτριες που συμμετέχουν στον αθλητισμό. Έτσι, το σώμα της γυναίκας αντικειμενοποιείται και σεξουαλικοποιείται όχι μόνο από τους θεατές, αλλά και από τους ανθρώπους του ίδιου του αθλήματος, με την αρνητική συμβολή των ΜΜΕ, που οδηγούν στη «συμβολική εξόντωση» αυτών. Ειδικά μετά την εξέλιξη της τεχνολογίας, την έλευση και διείσδυση του διαδικτύου και την άνθηση των Μέσων Κοινωνικής Δικτύωσης όπου το περιβάλλον είναι κυριολεκτικά ανεξέλεγκτο, διαπιστώνουμε περιστατικά, όπως το πρόσφατο με την Ιταλίδα αθλήτρια της καλλιτεχνικής κολύμβησης», πρόσθεσε.

panagiotis-spiliopoulos.jpg

Ο διδάσκων στο τμήμα Δημοσιογραφίας και ΜΜΕ του ΑΠΘ, Παναγιώτης Σπηλιόπουλος


«Στερεοτυπικές συμπεριφορές που υπονομεύουν την αξία και την ικανότητα των αθλητριών»

Σχολιάζοντας το εάν είναι η κουλτούρα του εκάστοτε αθλήματος αυτή που επηρεάζει την επιλογή της ανάλογης ενδυμασίας, είπε: «Αντίθετα, η κουλτούρα του κάθε αθλήματος επιζητά ενδυμασία και γενικότερα εξοπλισμό, που να κάνει τον αθλητή/τρια να νιώθει άνετα, να τον/την προστατεύει και να υποβοηθά τις κινήσεις και κατ’ επέκταση την απόδοσή του/της. Καμιά κουλτούρα δεν επιβάλλει, για παράδειγμα, το μαγιό της καλλιτεχνικής κολύμβησης ούτε το μπούστο του μπιτς βόλεϊ, επίσης ένα άθλημα όπου οι άνδρες έχουν εντελώς διαφορετική ενδυμασία όταν αγωνίζονται, όπου εδώ θα πρέπει να τονίσουμε ότι δεν υπάρχει καμιά επιβολή από τους κανονισμούς όπως στην περίπτωση του μπιτς χάντμπολ. Το μάρκετινγκ είναι απαραίτητο στον αθλητισμό, αλλά σε συνδυασμό με την τηλεοπτική μετάδοση και το υποτιθέμενο κατά πλειονότητα ανδρικό κοινό ως ομάδα-στόχο, οδηγούν σε στερεοτυπικές συμπεριφορές που υπονομεύουν την αξία και την ικανότητα των αθλητριών. Ως εκ τούτου, αν εξαιρέσω κάπως τον χώρο του τένις, στα υπόλοιπα αθλήματα νομίζω ότι είναι καθαρά θέμα μάρκετινγκ και τηλεοπτικής προβολής. Σε κάποιες περιπτώσεις είναι και επιλογή των αθλητριών για χορηγικούς λόγους, χωρίς αυτό να θέλω να παρεξηγηθεί».

Επιπλέον, ερωτηθείς για το εάν η επιλογή αποκαλυπτικών στολών για τις αθλήτριες εξυπηρετεί πρακτικούς σκοπούς ή υπάρχει κάτι άλλο πίσω από αυτήν, ο Παναγιώτης Σπηλιόπουλος τόνισε: «Η περίπτωση του μπιτς βόλεϊ είναι χαρακτηριστική και δίνει την απάντηση. Για να λάβει τηλεοπτική προβολή στο ξεκίνημά του ως άθλημα και να αναλάβει τη χορηγία η μπύρα Μίλερ, τέθηκαν αυτές οι προϋποθέσεις που έγιναν κανονισμοί. Να φορούν οι αθλήτριες μπικίνι και η κάμερα να εστιάζει στην κοιλιά ή στους γλουτούς. Αυτό σημαίνει επιστημονικά ότι οι αθλήτριες παρουσιάζονται από τα ΜΜΕ με βάση την εξιδανικευμένη σεξουαλική γοητεία τους. Είναι θέμα αθλητριών να αρνούνται ή ΝΑ δέχονται την επιβολή της ενδυμασίας, καθώς όπως παρατηρούμε στην περίπτωση του μπιτς βόλεϊ, υπεραμύνονται της εμφάνισης για λόγους πρακτικούς, επιχείρημα που δεν με βρίσκει καθόλου σύμφωνο. Θεωρώ ότι οι αθλήτριες φοβούνται πως με την αλλαγή ενδυμασίας θα χαθούν πολλές χορηγίες. Επομένως, βάζουν το οικονομικό συμφέρον τους πάνω από τη φυλετική προσβολή και αξιοπρέπεια. Βεβαίως, να ξεκαθαρίσουμε ότι είναι δικαίωμά τους να επιλέγουν εμφάνιση, όμως δεν είναι δικαίωμα της εκάστοτε ομοσπονδίας ή της τηλεόρασης στο όνομα της τηλεθέασης να επιβάλλουν ενδυμασία που αντικειμενοποιεί και σεξουαλικοποιεί».

«Σεξουαλικοποίηση για την άνοδο του γυναικείου αθλητισμού»

Επιπλέον, το ζήτημα της σεξουαλικοποίησης στο χώρο του αθλητισμού έχει πολλαπλές συνέπειες. «Καταρχάς, ως στερεότυπο, είναι κάτι αρνητικό. Και έχει τόσο αθλητικές όσο και κοινωνικές προεκτάσεις. Αναφορικά με τις ίδιες τις αθλήτριες, θεωρώ πως δεν είναι ελεύθερες σε μικρή ηλικία από την οικογένειά τους να επιλέξουν άθλημα ή αργότερα να αγωνιστούν χωρίς άγχος, όταν για παράδειγμα υπάρχει κάποιος μεθυσμένος ή όχι στην εξέδρα να φωνάζει «βγάλε τη φανέλα» όπως έχουμε δει να γίνεται αρκετά συχνά στο ποδόσφαιρο γυναικών. Ή να κάθεται κάποιος στην τηλεόραση για να παρακολουθήσει «όμορφα κορίτσια» ή «κορμάρες» διότι τα Μέσα μεταφέρουν την ανακριβή ιδέα ότι ο γυναικείος αθλητισμός είναι κατώτερος και άξιος μόνο για την τέρψη των ματιών», απάντησε ο διδάσκων στο τμήμα Δημοσιογραφίας και ΜΜΕ του ΑΠΘ.

Και συνέχισε λέγοντας πως «θεωρώ ότι ο μηχανισμός του φόβου για το σύστημα, που έχουν επιβάλλει τα Μέσα για την κάλυψη των αθλημάτων, για να μιλήσουμε με όρους ρεαλισμού, οδηγούν αναπόφευκτα σε σκέψεις του τύπου ότι η σεξουαλικοποίηση των αθλητριών αποτελεί μια ενδεδειγμένη λύση για την άνοδο του γυναικείου αθλητισμού. Και κατ’ επέκταση αυτούς ή αυτές που σκέφτονται μόνο οικονομικίστικα, δηλαδή για την εξεύρεση πόρων μέσα από την προβολή του αθλήματος, τους οδηγεί να σκέφτονται έτσι και να ενεργούν κατ’ αυτόν τον τρόπο. Στο πρόσφατο Ευρωπαϊκό πρωτάθλημα στίβου, θαύμασα την Αλβανίδα, Λουίζα Γκέγκα. Έψαχνα φωτογραφία της για να γράψω ένα σχόλιο που ήθελα και δεν έβρισκα. Σκέφτηκα, λοιπόν, ακριβώς αυτό: ‘Ε, βέβαια, δεν είναι ψηλή, ξανθιά γαλανομάτα, για να έχει πλημμυρίσει με φωτογραφίες και βίντεο το διαδίκτυο, με ύμνους στις αθλητικές αρετές της και μη’».

Τέλος, σε ερώτηση αναφορικά με τον ρόλο που έχουν διαδραματίσει τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης προς την κατεύθυνση της αντίδρασης των αθλητριών, ο Παναγιώτης Σπηλιόπουλος επεσήμανε: «Τα ΜΚΔ έχουν δώσει το δικαίωμα στις γυναίκες να είναι οι ίδιες διαχειρίστριες της εικόνας τους και όχι τα Μέσα. Ως εκ τούτου, ναι, έχουν διαδραματίσει ιδιαίτερα σοβαρό, θετικό ρόλο. Από την άλλη, εικόνες όπως της Ιταλίδας αθλήτριας της καλλιτεχνικής κολύμβησης, παρεξηγούνται από το κοινό που δεν γνωρίζει το άθλημα ή που είναι εκπαιδευμένο από τα Μέσα να αρχίσει τα σεξιστικά ανέκδοτα και σχόλια. Θεωρώ, λοιπόν, πως οι αθλήτριες θα πρέπει να είναι πιο προσεκτικές, για να προλαβαίνουν τέτοιες καταστάσεις».

Τα τελευταία χρόνια αναδεικνύονται όλο και περισσότερο ζητήματα που έχουν να κάνουν με τον σεξισμό και την αντικειμενοποίηση του γυναικείου σώματος στον αθλητισμό. Οι ίδιες οι αθλήτριες αντιδρούν πλέον, τονίζοντας πως δεν αθλούνται για τα μάτια των αντρών, αλλά για την δική τους ικανοποίηση και επιτυχία. Άραγε, αναρωτήθηκε ποτέ κανείς πώς μπορεί να νιώθουν οι γυναίκες που έχουν αφιερώσει τη ζωή τους στον αθλητισμό, όταν αντιμετωπίζονται σαν σεξουαλικό θέαμα;

Τον Ιούλιο του 2021 οι αθλήτριες της ενόργανης γυμναστικής της Γερμανίας έγραψαν ιστορία, καθώς έστειλαν ένα ισχυρό μήνυμα κατά της σεξουαλικοποίησης των γυναικών στον αθλητισμό. Πώς; Επιλέγοντας να διαγωνιστούν με ολόσωμες στολές αντί για τα συνηθισμένα κορμάκια που χρησιμοποιούνταν κατ’ αποκλειστικότητα έως τότε.

Λίγες ημέρες μετά, ακόμη ένα σκάνδαλο βγήκε στην επιφάνεια, όταν τα μέλη της νορβηγικής γυναικείας ομάδας παράκτιας χειροσφαίρισης τιμωρήθηκαν με πρόστιμο 150 ευρώ η καθεμία, επειδή σε ένδειξη διαμαρτυρίας για τη σεξιστική ενδυματολογική επιβολή, έπαιξαν με σορτς στον τελικό του ευρωπαϊκού πρωταθλήματος 2021, αντί για τα μικροσκοπικά μπικίνι που προβλέπονταν από τον κανονισμό.

Την περασμένη εβδομάδα, η Ιταλίδα πρωταθλήτρια της καλλιτεχνικής κολύμβησης, Λίντα Τσερούτι, επικρίθηκε από ακόλουθούς της στο Instagram για μια φωτογραφία που ανέβασε, όπου απεικονίζεται σε ανάποδο σπαγκάτο να ποζάρει με τα οκτώ της μετάλλια.

Η «ΜτΚ» και το makthes.gr μίλησαν με τον Παναγιώτη Σπηλιόπουλο, ο οποίος από το 2015 αποτελεί μέλος του διδακτικού προσωπικού του τμήματος Δημοσιογραφίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Ο ίδιος είναι κάτοχος μεταπτυχιακού τίτλου στο αθλητικό μάνατζμεντ με έμφαση στα Μέσα επικοινωνίας και αυτήν την περίοδο ολοκληρώνει τη διδακτορική διατριβή του στην επικοινωνία των ΠΑΕ και την επίδρασή τους στο τελικό ειδησεογραφικό προϊόν των ΜΜΕ.

«Καιρός ήταν να αρχίσουν να αντιδρούν οι αθλήτριες στη σεξουαλικοποίηση των αθλημάτων τους, προτάσσοντας ότι δεν θα έπρεπε να αντιμετωπίζονται ως σεξουαλικό θέαμα από τον εκάστοτε διοργανωτή. Μιλάμε για αθλητισμό που μπορεί να σημαίνει και θέαμα, όχι όμως με όρους εξωτερικής εμφάνισης, αλλά δεξιοτήτων, ικανοτήτων, ευγενούς άμιλλας, κι εντέλει, απόδοσης. Οι αθλήτριες έστω και αργά αρχίζουν να αντιδρούν ομαδικά σε αυτές τις καταστάσεις και εμένα τουλάχιστον αυτό με βρίσκει απόλυτα σύμφωνο», σχολίασε αναφορικά με το κύμα αντιδράσεων τα τελευταία 2-3 χρόνια.

«Άλλωστε είναι ένα θέμα που ερευνούμε συστηματικά στο τμήμα Δημοσιογραφίας στο ΑΠΘ εδώ και 6-7 χρόνια. Είδαμε στην περίπτωση των Νορβηγίδων ότι η αντίδρασή τους είχε ως αποτέλεσμα να καταργηθεί το υποχρεωτικό μικροσκοπικό μπικίνι, όταν την ίδια ώρα οι άνδρες φορούσαν μακριά σορτς και αμάνικες μπλούζες! Δυστυχώς στον αθλητισμό, που είναι ένας χώρος ανδροκρατούμενος, επικρατούν τα στερεότυπα δηλαδή μία αρνητική ή/και παραπλανητική γενίκευση για τις γυναίκες αθλήτριες που συμμετέχουν στον αθλητισμό. Έτσι, το σώμα της γυναίκας αντικειμενοποιείται και σεξουαλικοποιείται όχι μόνο από τους θεατές, αλλά και από τους ανθρώπους του ίδιου του αθλήματος, με την αρνητική συμβολή των ΜΜΕ, που οδηγούν στη «συμβολική εξόντωση» αυτών. Ειδικά μετά την εξέλιξη της τεχνολογίας, την έλευση και διείσδυση του διαδικτύου και την άνθηση των Μέσων Κοινωνικής Δικτύωσης όπου το περιβάλλον είναι κυριολεκτικά ανεξέλεγκτο, διαπιστώνουμε περιστατικά, όπως το πρόσφατο με την Ιταλίδα αθλήτρια της καλλιτεχνικής κολύμβησης», πρόσθεσε.

panagiotis-spiliopoulos.jpg

Ο διδάσκων στο τμήμα Δημοσιογραφίας και ΜΜΕ του ΑΠΘ, Παναγιώτης Σπηλιόπουλος


«Στερεοτυπικές συμπεριφορές που υπονομεύουν την αξία και την ικανότητα των αθλητριών»

Σχολιάζοντας το εάν είναι η κουλτούρα του εκάστοτε αθλήματος αυτή που επηρεάζει την επιλογή της ανάλογης ενδυμασίας, είπε: «Αντίθετα, η κουλτούρα του κάθε αθλήματος επιζητά ενδυμασία και γενικότερα εξοπλισμό, που να κάνει τον αθλητή/τρια να νιώθει άνετα, να τον/την προστατεύει και να υποβοηθά τις κινήσεις και κατ’ επέκταση την απόδοσή του/της. Καμιά κουλτούρα δεν επιβάλλει, για παράδειγμα, το μαγιό της καλλιτεχνικής κολύμβησης ούτε το μπούστο του μπιτς βόλεϊ, επίσης ένα άθλημα όπου οι άνδρες έχουν εντελώς διαφορετική ενδυμασία όταν αγωνίζονται, όπου εδώ θα πρέπει να τονίσουμε ότι δεν υπάρχει καμιά επιβολή από τους κανονισμούς όπως στην περίπτωση του μπιτς χάντμπολ. Το μάρκετινγκ είναι απαραίτητο στον αθλητισμό, αλλά σε συνδυασμό με την τηλεοπτική μετάδοση και το υποτιθέμενο κατά πλειονότητα ανδρικό κοινό ως ομάδα-στόχο, οδηγούν σε στερεοτυπικές συμπεριφορές που υπονομεύουν την αξία και την ικανότητα των αθλητριών. Ως εκ τούτου, αν εξαιρέσω κάπως τον χώρο του τένις, στα υπόλοιπα αθλήματα νομίζω ότι είναι καθαρά θέμα μάρκετινγκ και τηλεοπτικής προβολής. Σε κάποιες περιπτώσεις είναι και επιλογή των αθλητριών για χορηγικούς λόγους, χωρίς αυτό να θέλω να παρεξηγηθεί».

Επιπλέον, ερωτηθείς για το εάν η επιλογή αποκαλυπτικών στολών για τις αθλήτριες εξυπηρετεί πρακτικούς σκοπούς ή υπάρχει κάτι άλλο πίσω από αυτήν, ο Παναγιώτης Σπηλιόπουλος τόνισε: «Η περίπτωση του μπιτς βόλεϊ είναι χαρακτηριστική και δίνει την απάντηση. Για να λάβει τηλεοπτική προβολή στο ξεκίνημά του ως άθλημα και να αναλάβει τη χορηγία η μπύρα Μίλερ, τέθηκαν αυτές οι προϋποθέσεις που έγιναν κανονισμοί. Να φορούν οι αθλήτριες μπικίνι και η κάμερα να εστιάζει στην κοιλιά ή στους γλουτούς. Αυτό σημαίνει επιστημονικά ότι οι αθλήτριες παρουσιάζονται από τα ΜΜΕ με βάση την εξιδανικευμένη σεξουαλική γοητεία τους. Είναι θέμα αθλητριών να αρνούνται ή ΝΑ δέχονται την επιβολή της ενδυμασίας, καθώς όπως παρατηρούμε στην περίπτωση του μπιτς βόλεϊ, υπεραμύνονται της εμφάνισης για λόγους πρακτικούς, επιχείρημα που δεν με βρίσκει καθόλου σύμφωνο. Θεωρώ ότι οι αθλήτριες φοβούνται πως με την αλλαγή ενδυμασίας θα χαθούν πολλές χορηγίες. Επομένως, βάζουν το οικονομικό συμφέρον τους πάνω από τη φυλετική προσβολή και αξιοπρέπεια. Βεβαίως, να ξεκαθαρίσουμε ότι είναι δικαίωμά τους να επιλέγουν εμφάνιση, όμως δεν είναι δικαίωμα της εκάστοτε ομοσπονδίας ή της τηλεόρασης στο όνομα της τηλεθέασης να επιβάλλουν ενδυμασία που αντικειμενοποιεί και σεξουαλικοποιεί».

«Σεξουαλικοποίηση για την άνοδο του γυναικείου αθλητισμού»

Επιπλέον, το ζήτημα της σεξουαλικοποίησης στο χώρο του αθλητισμού έχει πολλαπλές συνέπειες. «Καταρχάς, ως στερεότυπο, είναι κάτι αρνητικό. Και έχει τόσο αθλητικές όσο και κοινωνικές προεκτάσεις. Αναφορικά με τις ίδιες τις αθλήτριες, θεωρώ πως δεν είναι ελεύθερες σε μικρή ηλικία από την οικογένειά τους να επιλέξουν άθλημα ή αργότερα να αγωνιστούν χωρίς άγχος, όταν για παράδειγμα υπάρχει κάποιος μεθυσμένος ή όχι στην εξέδρα να φωνάζει «βγάλε τη φανέλα» όπως έχουμε δει να γίνεται αρκετά συχνά στο ποδόσφαιρο γυναικών. Ή να κάθεται κάποιος στην τηλεόραση για να παρακολουθήσει «όμορφα κορίτσια» ή «κορμάρες» διότι τα Μέσα μεταφέρουν την ανακριβή ιδέα ότι ο γυναικείος αθλητισμός είναι κατώτερος και άξιος μόνο για την τέρψη των ματιών», απάντησε ο διδάσκων στο τμήμα Δημοσιογραφίας και ΜΜΕ του ΑΠΘ.

Και συνέχισε λέγοντας πως «θεωρώ ότι ο μηχανισμός του φόβου για το σύστημα, που έχουν επιβάλλει τα Μέσα για την κάλυψη των αθλημάτων, για να μιλήσουμε με όρους ρεαλισμού, οδηγούν αναπόφευκτα σε σκέψεις του τύπου ότι η σεξουαλικοποίηση των αθλητριών αποτελεί μια ενδεδειγμένη λύση για την άνοδο του γυναικείου αθλητισμού. Και κατ’ επέκταση αυτούς ή αυτές που σκέφτονται μόνο οικονομικίστικα, δηλαδή για την εξεύρεση πόρων μέσα από την προβολή του αθλήματος, τους οδηγεί να σκέφτονται έτσι και να ενεργούν κατ’ αυτόν τον τρόπο. Στο πρόσφατο Ευρωπαϊκό πρωτάθλημα στίβου, θαύμασα την Αλβανίδα, Λουίζα Γκέγκα. Έψαχνα φωτογραφία της για να γράψω ένα σχόλιο που ήθελα και δεν έβρισκα. Σκέφτηκα, λοιπόν, ακριβώς αυτό: ‘Ε, βέβαια, δεν είναι ψηλή, ξανθιά γαλανομάτα, για να έχει πλημμυρίσει με φωτογραφίες και βίντεο το διαδίκτυο, με ύμνους στις αθλητικές αρετές της και μη’».

Τέλος, σε ερώτηση αναφορικά με τον ρόλο που έχουν διαδραματίσει τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης προς την κατεύθυνση της αντίδρασης των αθλητριών, ο Παναγιώτης Σπηλιόπουλος επεσήμανε: «Τα ΜΚΔ έχουν δώσει το δικαίωμα στις γυναίκες να είναι οι ίδιες διαχειρίστριες της εικόνας τους και όχι τα Μέσα. Ως εκ τούτου, ναι, έχουν διαδραματίσει ιδιαίτερα σοβαρό, θετικό ρόλο. Από την άλλη, εικόνες όπως της Ιταλίδας αθλήτριας της καλλιτεχνικής κολύμβησης, παρεξηγούνται από το κοινό που δεν γνωρίζει το άθλημα ή που είναι εκπαιδευμένο από τα Μέσα να αρχίσει τα σεξιστικά ανέκδοτα και σχόλια. Θεωρώ, λοιπόν, πως οι αθλήτριες θα πρέπει να είναι πιο προσεκτικές, για να προλαβαίνουν τέτοιες καταστάσεις».

ΣΧΟΛΙΑ

Επιλέξτε Κατηγορία