ΑΠΟΨΕΙΣ

Η σημασία του Βασίλη Χατζηπαναγή

 07/02/2021 23:00

Στο Κατσάνειο μπορείτε να δείτε το γκράφιτι του Βασίλη Χατζηπαναγή, που έφτιαξε ο Ηλίας Στύλος. Είναι μία περιοχή άλλωστε, όλο μπλε του Γηραιού, φορτωμένη με χιλιάδες αναμνήσεις. Καυτανζόγλειο, Ιβανώφειο, Κατσάνειο.

Ο Ηλίας Στύλος, είναι ένας καλλιτέχνης που δεν βλέπει ποδόσφαιρο όπως διάβασα στις δηλώσεις του, αλλά έχει τη δική του σεβαστή καλλιτεχνική άποψη που αποτύπωσε στα δύο ήδη γνωστά του γκράφιτι μεγάλων μπαλαδόρων που δονούν τη συλλογική μας μνήμη και που κοσμούν τοίχους της πόλης: του Ντιέγκο Μαραντόνα και του «Βάσια». Αυτό που με κέρδισε είναι η δήλωσή του «Με δυσκόλεψε το βλέμμα του. Είναι το πιο βασικό σε μία προσωπογραφία. Όπως επίσης και το μαλλί του Χατζηπαναγή, που ήταν ιδιαίτερο».

Σωστός ο κύριος, παρότι δεν πρόλαβε τον Βασίλη σε ενεργό δράση.

Περνάς καμιά φορά με το αυτοκίνητο από οδό Αγίου Δημητρίου και νομίζεις ότι «ακούς» τον ήχο του πλήθους να βγαίνει μέσα από το ψυχρό όγκο του ιστορικού Καυτανζόγλειου και ψιθυρίζεις τον στίχο του όμορφου τραγουδιού «Νύχτωσε Νύχτα» των αδελφών Κατσιμίχα:

«Μ’ απ’ όλα περισσότερο αυτό που με πειράζει/

είναι την απουσία σου πως πάω να συνηθίσω».

Ποια απουσία; Μα αυτήν του Γηραιού, του Ηρακλή του Σαλονικιού από το πρωτάθλημα το οποίο δεν αναγνωρίζουμε πια ούτε καν από τον τίτλο του. Ως «Α’ Εθνικής κατηγορίας» το αγαπήσαμε και ως Super League συνεχίζει. Σαν τρελό φορτηγό βέβαια, αλλά τέλος πάντων συνεχίζει…

Ο Ηρακλής βέβαια κάποια στιγμή θα επιστρέψει εκεί που ιστορικά ανήκει αλλά σήμερα δεν είναι αυτό το θέμα μας.

Το θέμα μας είναι η σημασία του Βασίλη Χατζηπαναγή.

Έσπευδαν θυμάμαι στο γήπεδο οπαδοί από όλες τις ομάδες για να τον απολαύσουν στις επινοήσεις, τις περίτεχνες ενέργειες, το απαράμιλλο αγωνιστικό του στιλ.

Έγραψε ένας φίλος κάτω από την ανάρτησή μου για το γκράφιτι του Βασίλη: «Ερχόταν ο ‘ηρακληδέας’ φίλος μας, ο Μιχάλης, Κυριακή μεσημέρι στην καφετέρια του χωριού και μας ρωτούσε. ‘Πάμε για Χατζηπαναγή;’. Φυσικά και πάμε. Και πηγαίναμε αρειανοί και παοκτσήδες να δούμε τον μεγάλο αυτό παίκτη να ζωγραφίζει μέσα στο Καυτανζόγλειο».

Τι ζωηρότατη αντίθεση με το γκρίζο σήμερα που στα γήπεδα βρίσκονται -τουλάχιστο αυτό ξέραμε μέχρι να αδειάσουν λόγω κορονοϊού- μόνο οπαδοί της γηπεδούχου ομάδας. Ο Βασίλης είναι τελικά αιώνιο σύμβολο του πολιτισμού της αναγνώρισης της αξίας του. Ένα βάλσαμο απέναντι στη βία των φανατικών οπαδών όλων των ομάδων με την επίμονη άρνηση της πραγματικότητας και την απόρριψη του ορθού λόγου.

«Ο φανατικός είναι ένας οπαδός σε κατάσταση παραφροσύνης», έγραψε στο υπέροχο βιβλίο «Τα χίλια πρόσωπα του ποδόσφαιρου» ο βραβευμένος Ουρουγουανός συγγραφέας Εντουάρντο Γκαλεάνο. Και ο φανατικός ξορκίζοντας τη σκυφτή ζωή της υπόλοιπης εβδομάδας με την υποτιθέμενη «παντοδυναμία» του στην κερκίδα της Κυριακής έχει φτιάξει στις μέρες μας το δικό του σύμπαν.

Σουρρεαλιστικό τελετουργικό

Πριν από τον κορονοϊό όλοι λίγο πολύ είχαν «αποδεχθεί» το σύγχρονο τελετουργικό του ποδοσφαίρου. Η συντριπτική πλειοψηφία των παλιών φιλάθλων στην Ελλάδα έχει εδώ και δεκαετίες εγκαταλείψει το γήπεδο λόγω της βίας και του παραλογισμού της εξέδρας αλλά και της πλήρους ανυποληψίας και αναξιοπιστίας της διοργάνωσης του πρωταθλήματος και του κυπέλου. Οι νεότεροι θεωρούν πάλι φυσιολογικό και «κανονικότητα», το γεγονός ότι στο γήπεδο πηγαίνουν μόνο οι οπαδοί της γηπεδούχου ομάδας, αλλά και την ίδια την εικόνα του άδειου, άντε και μισογεμάτου καμιά φορά γηπέδου.

Ήταν όμως ακόμα και έτσι πραγματικοί οπαδοί, με σάρκα και οστά, στο γήπεδο και όχι «ψηφιακοί».

Τώρα ζούμε μέσα από την τηλεόραση, τη σουρεαλιστική γηπεδική πραγματικότητα της προσομοίωσης οπαδών.

Η σύγχρονη τεχνολογία… γεμίζει της κερκίδες με εικονικούς φίλαθλους, φτιάχνει ήχο της οχλαγωγίας του ματς και των πανηγυρισμών στα γκολ μέσω υπολογιστών και βοηθά τις κάμερες της ζωντανής μετάδοσης να στείλουν στα εκατομμύρια των τηλεθεατών μια υποφερτή εικόνα γηπέδου. Διότι οι φίλαθλοι εγκατέλειψαν το γήπεδο αλλά όχι το ποδόσφαιρο. Αυτό μαρτυρούν τα υψηλά ποσοστά τηλεθέασης των αγώνων και εκεί εδράζεται και η ελπίδα ότι ένα καλύτερο από μας πλήθος θα επιβάλει στο μέλλον κανόνες και αξιοπρέπεια στο άθλημα και δώσει γήπεδο πεδίο δόξης σε ένα νέο Κούδα, έναν νέο Χατζηπαναγή.

Μέχρι τότε κρατάμε -και ευτυχώς μπορούμε να τα βλέπουμε κιόλας στο διαδίκτυο- το σόου του Βασίλη σ’ εκείνο το ματς με τον Παναθηναϊκό (2-2) τον Φεβρουάριο του 1984 στο Καυτανζόγλειο μπροστά σε 45.000 φιλάθλους και την απίστευτη ευκαιρία τετ α τετ του Μιτόσεβιτς σε πάσα «πάρε-βάλε» από τον Χατζηπαναγή και την ντρίπλα του ίδιου στον Παναγιώτη Στυλιανόπουλο, λίγα χρόνια νωρίτερα με εκείνον τον «εξωγήινο» τρόπο όταν σήκωσε την μπάλα με ένα απίστευτο, τακουνάκι κάνοντας ταυτόχρονα ελιγμό, αλλάζοντας κατεύθυνση σε αγώνα εναντίον της ΑΕΚ.

Πάνω από όλα όμως θυμόμαστε τη νύχτα «που χάθηκε η μπάλα» στις 9 Ιουνίου του 1976, στον τελικό κυπέλλου με θριαμβευτή τον Ηρακλή επί του Ολυμπιακού που έγινε μπροστά σε 30.000 τυχερούς φίλαθλους στο τότε γήπεδο της Νέας Φιλαδέλφειας. Τυχεροί όμως ήταν και τα εκατομμύρια των Ελλήνων φιλάθλων που απήλαυσαν αυτό το ματς από την ασπρόμαυρη τηλεόραση του ΕΙΡΤ. Το «φιλμ» εκείνου του αξέχαστου αγώνα: Το ματς έληξε 4-4 (στην παράταση) και στη συνέχεια 6-5 υπέρ του Ηρακλή στα πέναλτι, με εκείνο το υποδειγματικό σουτ στο «γάμμα» του Κελεσίδη από τον αμυντικό του Γηραιού Μανώλη Τουμπόγλου. Η ομορφιά αυτού του θρίλερ όμως κορυφώθηκε στα δύο γκολ του 21χρόνου μόλις Βασίλη Χατζηπαναγή.

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 7 Φεβρουαρίου 2021