ΚΟΙΝΩΝΙΑ

Θαυμάζοντας το... αυτονόητο

Καλοί κι άξιοι, λοιπόν, και οι Ρουμάνοι που καταφέραμε να τους κάνουμε «ανέκδοτο» - με την καλή έννοια- κι όλα τα «ευχαριστώ» του κόσμου δε φτάνουν, όμως όλα αυτά είναι τα αυτονόητα κι εμείς τόσο λίγοι, τόσο παρακμιακοί, τόσο ανήμποροι...

 15/08/2021 20:00

Θαυμάζοντας το... αυτονόητο

Μιχάλης Αλεξανδρίδης

Δέκα μέρες στις στάχτες η Νότια Ελλάδα κι αν τα πολλά λόγια είναι φτώχεια, κατά το γνωστό ρητό, στην περίπτωση του πρωτοφανούς ολέθρου για το περιβάλλον και τη ζωή όχι μονάχα των χιλιάδων πυρόπληκτων, αλλά όλων μας (το οξυγόνο λιγόστεψε παντού, άσε που ο οικονομικός λογαριασμός μάς αφορά όλους), τα λόγια έχουν χάσει τη σημασία τους, αφού μέρες τώρα βλέπουμε -οι περισσότεροι από τον δροσερό μας καναπέ- τον εφιάλτη σε λάιβ μετάδοση.

Σκέφτηκα, λοιπόν, πώς δεν έχει και μεγάλη σημασία να πω κι εγώ σήμερα ποιος φταίει τόσα και τόσα χρόνια που καιγόμαστε κι αντί να βάλουμε μυαλό και να πάρουμε τα μέτρα μας, καιγόμαστε ακόμη περισσότερο. Άλλωστε στα αναλυτικά ρεπορτάζ της σημερινής «ΜτΚ» θα διαβάσετε πολλά και σημαντικά που θα δείχνουν τους υπαίτιους, είτε είναι φυσικά πρόσωπα και πολιτικές είτε η συστηματική μας αδιαφορία για τον πλανήτη, το σπίτι όλων μας.

Στους ξένους, που αποδεικνύονται, πιο δικοί μας κι από τους δικούς μας, στην αξιοσύνη τους, στην έμπρακτη συμπαράστασή τους και κυρίως σ’ εκείνα που τόσο δείχνουν να μας εντυπωσιάζουν αν και δε θα έπρεπε, θέλω σήμερα να σταθώ.

Αναφέρομαι φυσικά στις δυνάμεις από την ευρωπαϊκή μας οικογένεια κι όχι μόνο, που ήρθαν να συνδράμουν καθοριστικά μπας και λάβει τέλος ο εφιάλτης και που γίνονται δεκτοί με ενθουσιασμό (τα βάγια και τα κλαδιά, δυστυχώς κάηκαν) από τους χαροκαμένους κατοίκους της Εύβοιας, της Ηλείας, της Μεσσηνίας, της Αρκαδίας, ακόμη και της βορειοανατολικής Αττικής.

Τι διαβάζουμε, λοιπόν, και γράφουμε εμείς οι δημοσιογράφοι; Πρώτα για την αλληλεγγύη στην πράξη και τη συγκινητική τους συμπαράσταση κι έπειτα για την οργάνωση και τον εξοπλισμό τους. Υπερσύγχρονα, λέει, οχήματα οι Ρουμάνοι, φοβερές τεχνικές με τη μάνικα οι Σέρβοι, βομβαρδιστικά νερού οι Ρώσοι, ειδικοί στις αναζωπυρώσεις οι Γερμανοί, υπερσύχρονο καμπ έστησαν οι Πολωνοί, μέχρι γιατρό και ψυχολόγο έχουν μαζί τους οι Γάλλοι.

Τα γράφουμε κι εμείς και τα διαβάζουμε και μας προκαλούν δέος. Κι αυτό από μόνο του δείχνει την κατάντια μας ημών των «υπεράνω» που βαυκαλιζόμαστε ακόμη για τον πολιτισμό, την ιστορία μας, το επίπεδό μας, την ξεχωριστή μας θέση στην ιστορία και θεωρούμε «θαύμα» να έχει ο πυροσβέστης ειδική στολή που δεν καίγεται, «επίτευγμα» ανεπανάληπτο να έρχεται μαζί με τον άνθρωπο που ρίχνεται κυριολεκτικά στις φλόγες γιατρός, «ανεπανάληπτο» να μπορεί ο κομάντο να στήσει αντίσκηνο και να μην κοιμάται στο δρόμο.

Καλοί κι άξιοι, λοιπόν, και οι Ρουμάνοι που καταφέραμε να τους κάνουμε «ανέκδοτο» - με την καλή έννοια- κι όλα τα «ευχαριστώ» του κόσμου δε φτάνουν, όμως όλα αυτά είναι τα αυτονόητα κι εμείς τόσο λίγοι, τόσο παρακμιακοί, τόσο ανήμποροι...

Ας ελπίσουμε από την περιπέτειά μας να μάθουμε και να σταματήσουμε να στέλνουμε τους ήρωες στη μάχη χωρίς όπλα.


***************************************************************************************************

Εκείνο που περισσότερο με στενοχωρεί με την όλη κατάσταση -και μην περάσει από κανενός το νου πως υποτιμώ τη βοήθεια, ίσα ίσα που σε τέτοιες περιπτώσεις, όλοι αιτούνται συνδρομής κι όλοι τη δέχονται με ανακούφιση- είναι πώς από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου, η Ελλάδα καίγεται.

Κάθε καλοκαίρι, περισσότερο κι από το ραντεβού στο πανηγύρι του χωριού, πιο σίγουρο είναι το θλιβερό ραντεβού μας με τον όλεθρο του φυσικού μας πλούτου και τις περιουσίες των ανθρώπων. Προφανώς τις επόμενες ημέρες, όταν με το καλό, με τις υπερπροσπάθειες Ελλήνων και ξένων πυροσβεστών, πιλότων, εθελοντών, σβήσει και η τελευταία φλόγα, θα αρχίσει κι ο καταλογισμός των ευθυνών – που είναι πολλές, μεγάλες και διαχρονικές.

Όμως, χρειάζεται συζήτηση ειδική και μάλιστα πάνω απ’ τα αποκαΐδια για να μάθουμε πως δε μπορεί οι πυροσβέστες μας να έχουν σόλες που λιώνουν από τις φωτιές, πώς οι στολές τους δεν είναι οι κατάλληλες, πώς δε γίνεται να επιχειρούν για ώρες μέσα στη φωτιά και να τους πηγαίνει νερό ένας αλληλέγγυος πιτσιρικάς με το μηχανάκι της δουλειάς τους ή να τους αγοράζουν κολλύρια για τα μάτια, πεντάχρονα παιδάκια στην Εύβοια, όπως έμαθα και συγκλονίστηκα;

Σε κάθε πόλεμο, είτε αυτός που δίνουμε εδώ και 19 μήνες με τον κορονοϊό (και δυστυχώς τον ξαναχάνουμε, αλλά θα τα πούμε από εβδομάδα αυτά), είτε αυτός με τους καύσωνες και τις πυρκαγιές, ο εκάστοτε στρατός σου πρέπει να είναι αυτό που λέει η ρημάδα η λέξη «ετοιμοπόλεμος». Κι ο δικός μας αποδείχτηκε ο φτωχός συγγενής και μάλιστα εκείνων που οι περισσότεροι με βλακώδη ευκολία αποκαλούσαμε «υπανάπτυκτους» και λιγότερο «ευρωπαίους» από μας. Κι ήρθαν οι οργανωμένοι σαν επίλεκτη ταξιαρχία Ρουμάνοι, οι Τσέχοι, οι Πολωνοί κι όλοι οι άλλοι και σήκωσαν τα drones τους και χαρτογράφησαν δάση και ρυάκια για να αντλούν νερό κι ο λαός της Εύβοιας τους υποδέχτηκε σαν απελευθερωτές.

Γιατί; Για το αυτονόητο. Κι αυτό είναι το πιο θλιβερό μας μάθημα απ’ αυτή την ιστορία. Κι αφού η Ελλάδα καίγεται και δυστυχώς θα συνεχίσει να καίγεται και να πλημμυρίζει, πρέπει τα σώματα αυτά, της πυροσβεστικής δηλαδή και της πολιτικής προστασίας να τα αντιμετωπίσει το κράτος όπως τα άλλα που θεωρεί προφανώς –διαχρονικά, πάντα- πιο σημαντικά. Τουλάχιστον, αν καταλάβει τι έγινε κι αν όντως θεωρεί πραγματική έννοια την «ασύμμετρη απειλή» και δεν την επαναλαμβάνει μονότονα ως άλλοθι.


* Δημοσιεύτηκε στη "ΜτΚ" στις 14-15.08.2021

Δέκα μέρες στις στάχτες η Νότια Ελλάδα κι αν τα πολλά λόγια είναι φτώχεια, κατά το γνωστό ρητό, στην περίπτωση του πρωτοφανούς ολέθρου για το περιβάλλον και τη ζωή όχι μονάχα των χιλιάδων πυρόπληκτων, αλλά όλων μας (το οξυγόνο λιγόστεψε παντού, άσε που ο οικονομικός λογαριασμός μάς αφορά όλους), τα λόγια έχουν χάσει τη σημασία τους, αφού μέρες τώρα βλέπουμε -οι περισσότεροι από τον δροσερό μας καναπέ- τον εφιάλτη σε λάιβ μετάδοση.

Σκέφτηκα, λοιπόν, πώς δεν έχει και μεγάλη σημασία να πω κι εγώ σήμερα ποιος φταίει τόσα και τόσα χρόνια που καιγόμαστε κι αντί να βάλουμε μυαλό και να πάρουμε τα μέτρα μας, καιγόμαστε ακόμη περισσότερο. Άλλωστε στα αναλυτικά ρεπορτάζ της σημερινής «ΜτΚ» θα διαβάσετε πολλά και σημαντικά που θα δείχνουν τους υπαίτιους, είτε είναι φυσικά πρόσωπα και πολιτικές είτε η συστηματική μας αδιαφορία για τον πλανήτη, το σπίτι όλων μας.

Στους ξένους, που αποδεικνύονται, πιο δικοί μας κι από τους δικούς μας, στην αξιοσύνη τους, στην έμπρακτη συμπαράστασή τους και κυρίως σ’ εκείνα που τόσο δείχνουν να μας εντυπωσιάζουν αν και δε θα έπρεπε, θέλω σήμερα να σταθώ.

Αναφέρομαι φυσικά στις δυνάμεις από την ευρωπαϊκή μας οικογένεια κι όχι μόνο, που ήρθαν να συνδράμουν καθοριστικά μπας και λάβει τέλος ο εφιάλτης και που γίνονται δεκτοί με ενθουσιασμό (τα βάγια και τα κλαδιά, δυστυχώς κάηκαν) από τους χαροκαμένους κατοίκους της Εύβοιας, της Ηλείας, της Μεσσηνίας, της Αρκαδίας, ακόμη και της βορειοανατολικής Αττικής.

Τι διαβάζουμε, λοιπόν, και γράφουμε εμείς οι δημοσιογράφοι; Πρώτα για την αλληλεγγύη στην πράξη και τη συγκινητική τους συμπαράσταση κι έπειτα για την οργάνωση και τον εξοπλισμό τους. Υπερσύγχρονα, λέει, οχήματα οι Ρουμάνοι, φοβερές τεχνικές με τη μάνικα οι Σέρβοι, βομβαρδιστικά νερού οι Ρώσοι, ειδικοί στις αναζωπυρώσεις οι Γερμανοί, υπερσύχρονο καμπ έστησαν οι Πολωνοί, μέχρι γιατρό και ψυχολόγο έχουν μαζί τους οι Γάλλοι.

Τα γράφουμε κι εμείς και τα διαβάζουμε και μας προκαλούν δέος. Κι αυτό από μόνο του δείχνει την κατάντια μας ημών των «υπεράνω» που βαυκαλιζόμαστε ακόμη για τον πολιτισμό, την ιστορία μας, το επίπεδό μας, την ξεχωριστή μας θέση στην ιστορία και θεωρούμε «θαύμα» να έχει ο πυροσβέστης ειδική στολή που δεν καίγεται, «επίτευγμα» ανεπανάληπτο να έρχεται μαζί με τον άνθρωπο που ρίχνεται κυριολεκτικά στις φλόγες γιατρός, «ανεπανάληπτο» να μπορεί ο κομάντο να στήσει αντίσκηνο και να μην κοιμάται στο δρόμο.

Καλοί κι άξιοι, λοιπόν, και οι Ρουμάνοι που καταφέραμε να τους κάνουμε «ανέκδοτο» - με την καλή έννοια- κι όλα τα «ευχαριστώ» του κόσμου δε φτάνουν, όμως όλα αυτά είναι τα αυτονόητα κι εμείς τόσο λίγοι, τόσο παρακμιακοί, τόσο ανήμποροι...

Ας ελπίσουμε από την περιπέτειά μας να μάθουμε και να σταματήσουμε να στέλνουμε τους ήρωες στη μάχη χωρίς όπλα.


***************************************************************************************************

Εκείνο που περισσότερο με στενοχωρεί με την όλη κατάσταση -και μην περάσει από κανενός το νου πως υποτιμώ τη βοήθεια, ίσα ίσα που σε τέτοιες περιπτώσεις, όλοι αιτούνται συνδρομής κι όλοι τη δέχονται με ανακούφιση- είναι πώς από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου, η Ελλάδα καίγεται.

Κάθε καλοκαίρι, περισσότερο κι από το ραντεβού στο πανηγύρι του χωριού, πιο σίγουρο είναι το θλιβερό ραντεβού μας με τον όλεθρο του φυσικού μας πλούτου και τις περιουσίες των ανθρώπων. Προφανώς τις επόμενες ημέρες, όταν με το καλό, με τις υπερπροσπάθειες Ελλήνων και ξένων πυροσβεστών, πιλότων, εθελοντών, σβήσει και η τελευταία φλόγα, θα αρχίσει κι ο καταλογισμός των ευθυνών – που είναι πολλές, μεγάλες και διαχρονικές.

Όμως, χρειάζεται συζήτηση ειδική και μάλιστα πάνω απ’ τα αποκαΐδια για να μάθουμε πως δε μπορεί οι πυροσβέστες μας να έχουν σόλες που λιώνουν από τις φωτιές, πώς οι στολές τους δεν είναι οι κατάλληλες, πώς δε γίνεται να επιχειρούν για ώρες μέσα στη φωτιά και να τους πηγαίνει νερό ένας αλληλέγγυος πιτσιρικάς με το μηχανάκι της δουλειάς τους ή να τους αγοράζουν κολλύρια για τα μάτια, πεντάχρονα παιδάκια στην Εύβοια, όπως έμαθα και συγκλονίστηκα;

Σε κάθε πόλεμο, είτε αυτός που δίνουμε εδώ και 19 μήνες με τον κορονοϊό (και δυστυχώς τον ξαναχάνουμε, αλλά θα τα πούμε από εβδομάδα αυτά), είτε αυτός με τους καύσωνες και τις πυρκαγιές, ο εκάστοτε στρατός σου πρέπει να είναι αυτό που λέει η ρημάδα η λέξη «ετοιμοπόλεμος». Κι ο δικός μας αποδείχτηκε ο φτωχός συγγενής και μάλιστα εκείνων που οι περισσότεροι με βλακώδη ευκολία αποκαλούσαμε «υπανάπτυκτους» και λιγότερο «ευρωπαίους» από μας. Κι ήρθαν οι οργανωμένοι σαν επίλεκτη ταξιαρχία Ρουμάνοι, οι Τσέχοι, οι Πολωνοί κι όλοι οι άλλοι και σήκωσαν τα drones τους και χαρτογράφησαν δάση και ρυάκια για να αντλούν νερό κι ο λαός της Εύβοιας τους υποδέχτηκε σαν απελευθερωτές.

Γιατί; Για το αυτονόητο. Κι αυτό είναι το πιο θλιβερό μας μάθημα απ’ αυτή την ιστορία. Κι αφού η Ελλάδα καίγεται και δυστυχώς θα συνεχίσει να καίγεται και να πλημμυρίζει, πρέπει τα σώματα αυτά, της πυροσβεστικής δηλαδή και της πολιτικής προστασίας να τα αντιμετωπίσει το κράτος όπως τα άλλα που θεωρεί προφανώς –διαχρονικά, πάντα- πιο σημαντικά. Τουλάχιστον, αν καταλάβει τι έγινε κι αν όντως θεωρεί πραγματική έννοια την «ασύμμετρη απειλή» και δεν την επαναλαμβάνει μονότονα ως άλλοθι.


* Δημοσιεύτηκε στη "ΜτΚ" στις 14-15.08.2021

ΣΧΟΛΙΑ

Επιλέξτε Κατηγορία