ΑΠΟΨΕΙΣ

Θα πάρει ο τουρισμός τη ρεβάνς;

Φοβάμαι, πως τα πρώτα στοιχεία από τις κρατήσεις και οι ευοίωνες προβλέψεις για ένα καλοκαίρι που θα προσιδιάζει με αυτό του 2019, δεν θα επιβεβαιωθούν

 01/05/2022 20:00

Θα πάρει ο τουρισμός τη ρεβάνς;

Μιχάλης Αλεξανδρίδης

Από ιδιοσυγκρασία ανήκω στους αισιόδοξους. Στον περιορισμένο μάλιστα αριθμό των υπερβολικά και αβάσιμα αισιόδοξων, που ως εκ τούτου συχνά απογοητεύομαι και θλίβομαι όποτε δεν επιβεβαιώνονται οι υψηλές προσδοκίες που θρέφω για κάτι.

Όσες διαψεύσεις ωστόσο κι αν έχουν υποστεί οι προβλέψεις μου, δεν χάνω την πίστη μου πως και ακόμη κι αν μας περικλείει ζόφος, στο τέλος κάτι θα γίνει και θα σωθεί η κατάσταση. Κάτι καλό θα βγει μέσα από το τέλμα ή θα γίνει η έκπληξη με την εμφάνιση ενός από μηχανής Θεού που θα βάλει το χέρι του να μας τραβήξει στην ασφαλή στεριά.

Τα σημειώνω αυτά για να τονίσω ότι ακόμη κι εγώ ως εμμονικά αισιόδοξος, κρατώ μικρό καλάθι όταν ακούω τους ανθρώπους του τουρισμού να προβλέπουν αποτελέσματα της προ πανδημίας εποχής.

Εντάξει, αντιλαμβάνομαι το «μπούκωμα» της ψυχής των ανθρώπων που ύστερα από δύο χρόνια περιορισμών και τρόμου, χρειάζονται όσο τίποτα άλλο να ανοίξουν την στρόφιγγα της ψυχολογίας τους ξορκίζοντας όσα ζήσαμε τα δύο προηγούμενα καλοκαίρια. Τι καλύτερο λοιπόν, για ανέμελες διακοπές; Για ένα γεμάτο ταξίδι σε άλλα γη σε άλλα μέρη; Και τι καλύτερο για τον μέσο Ευρωπαίο, από ένα ταξίδι στην Ελλάδα με τα μοναδικά πλεονεκτήματα του ήλιου, του ουρανού και της θάλασσας;

Στον αντίποδα με αυτήν την τάση για ταξίδια ακόμη κι οπουδήποτε, έρχονται οι τελευταίες εξελίξεις στο μέτωπο του πολέμου και η ακρίβεια που ενέσκηψε και επιτάθηκε με την ενεργειακή κρίση ως συνακόλουθη της εισβολής του Πούτιν στην Ουκρανία.

Η βαρβαρότητα που κυριαρχεί πλέον στην νοτιοανατολική Ευρώπη, πέραν του ότι στερεί από τον ελληνικό τουρισμό τους δυνητικούς πελάτες -Ρώσους και Ουκρανούς- που για λόγους σχετικής γειτνίασης αλλά εξαιτίας ομόδοξων θρησκευτικών πεποιθήσεων προτιμούσαν την χώρα μας, χτυπάει τα βαλάντια όλων των μέσων Ευρωπαίων παραδίδοντάς τους στον φόβο για την επόμενη μέρα και την ανασφάλεια.

Φοβάμαι, πως τα πρώτα στοιχεία από τις κρατήσεις και οι ευοίωνες προβλέψεις για ένα καλοκαίρι που θα προσιδιάζει με αυτό του 2019, δεν θα επιβεβαιωθούν.

Μακάρι να διαψευστώ. Η εθνική οικονομία προσδοκά τόσα από τον τουρισμό- την βαριά της βιομηχανία. Ακόμη περισσότερο σκέφτομαι τους επαγγελματίες του κλάδου- επιχειρηματίες, αυτοαπασχολούμενοι και εργαζόμενοι- που δεν θα αντέξουν μια ακόμη χρονιά στον βρόντο.

************************************************************

Ήταν τέτοιες μέρες πέρσι όταν και εγώ, όπως και όλοι οι υπόλοιποι, μετρούσαμε τις μέρες για να ανεβάσουν ρολά καφετέριες, ταβέρνες και μπαρ και να ανταμώσουμε με φίλους και αγαπημένους μεταξύ τύρου και... κεφτέ. Θυμάμαι ακόμη την προσμονή να ξημερώσει η 3η του Μάη και η ζωή μας να θυμίσει λίγο εκείνη που είχαμε πριν το ξέσπασμα της πανδημίας. Και δεν ήταν επειδή είμαστε γλεντζέδες εκ φύσεως και προγραμματισμένοι να τρώμε και να πίνουμε, αλλά επειδή κάθε είδους κατάστημα εστίασης ήταν κλειστό κοντά 7 μήνες λόγω Covid.

Να θυμηθώ ακριβώς πώς ήταν η αίσθηση τότε, πώς ήταν η διάθεσή μας, τι ακριβώς κάναμε και πώς νιώθαμε δε μπορώ, όχι επειδή πέρασε καιρός αλλά κυρίως επειδή το μυαλό, όπως υποστηρίζουν οι ειδικοί, είναι τόσο έξυπνο που μπλοκάρει από μόνο του το κακό όταν δε μπορεί να το διαχειριστεί. Το μόνο, όμως που ξέρω μετά πάσης βεβαιότητας είναι πως το πολύμηνο αυτό lockdown, όπως και εκείνα που προηγήθηκαν μας κόστισαν απίστευτα πολύ σε χρήμα και ψυχική οδύνη.

Με αυτό κατά νου και με δεδομένο επίσης πως όλοι μας έχουμε φτάσει στα όριά μας και η παρούσα κατάσταση στη χώρα (με την ακρίβεια) και στον πλανήτη (με τον πόλεμο και τη φρίκη) δε βοηθά καθόλου, καταλαβαίνω την απόφαση της κυβέρνησης να πάρει πίσω (σχεδόν) κάθε μέτρο καταπολέμησης του κορονοϊού από την Πρωτομαγιά.

Όμως, τελειώνει η πανδημία επειδή εμείς το αποφασίσαμε ή μήπως πρέπει να ρωτήσουμε και τον κορονοϊό; Γιατί καλές οι πολιτικές αποφάσεις με γνώμονα την οικονομία και τα θέλω της κοινωνίας, αλλά πολύ φοβάμαι πως ο COVID-19 δεν είναι σαν τα... χαλιά που τα ξεστρώνουμε του Αγίου Κωνσταντίνου και τα ξαναστρώνουμε το φθινόπωρο.

Γιατί δεδομένη η ζωτική σημασία του τουρισμού και της ανάσας όλων, δεδομένοι και οι 40 και 50 και 60 νεκροί κάθε μέρα, δεδομένη και η άρνηση μεγάλης μερίδας των συμπολιτών μας να εμβολιαστούν, επομένως να θωρακιστούν σε μια νέα και πιθανότατη λόγω χαλάρωσης έξαρση. Και δυστυχώς το μήνυμα που περνά σε κάθε τόνο, πως δηλαδή η πανδημία τέλειωσε γιατί εμείς αποφασίσαμε πως τέλειωσε, μη λαμβάνοντας υπόψη ούτε την ίδια την υγειονομική κατάσταση ούτε το ταμπεραμέντο και τα (ανύπαρκτα πολλές φορές) μυαλά της ελληνικής κοινωνίας, έρχεται σε πλήρη αντίφαση με τα όσα έγιναν τα προηγούμενα δυόμισι χρόνια.

Και το χειρότερο; Πως οι χιλιάδες «ψεκασμένοι» μόνο που δε βγήκαν να πανηγυρίσουν για τη δήθεν δικαίωσή τους, αφού με την απόφαση να καταργηθούν τα μέτρα ενώ ο κορονοϊός είναι ακόμη εδώ, αισθάνονται πως οι κυβερνώντες «ομολογούν» πως οι αποφάσεις για τα lockdown ήταν κυρίως πολιτικές και δευτερευόντως υγειονομικές, ενώ φυσικά δεν υπάρχει πλέον καμία πίεση προς κανέναν να ξανακάνει εμβόλιο.

Με τούτα και με τα άλλα και με τις εικόνες από το πρωτοφανές ξεσάλωμα των ημερών του Πάσχα σε νησιά και χωριά, πολύ φοβάμαι πως η επιβεβλημένη επιστροφή στην κανονικότητα η οποία γίνεται ουσιαστικά άνευ όρων, θα μας κοστίσει ακριβά, πολύ ακριβά...

Ας ελπίσουμε οι μισοί τουλάχιστον κάτι να μάθαμε απ’ αυτά τα δυόμισι χρόνια και να τηρούμε μέτρα αυτοπροστασίας και ό,τι άλλο χρειάζεται για να μείνουμε ασφαλείς, χωρίς χωροφύλακα αυτή τη φορά. Και εάν το πετύχουμε, ίσως να μη χρειαστεί τον Σεπτέμβρη που μας είπαν οι κυβερνώντες πως θα μας επαναφέρουν στην... πανδημική τάξη, να μας κακοφανεί.


* Δημοσιεύτηκε στη "ΜτΚ" στις 30.04.2022


Από ιδιοσυγκρασία ανήκω στους αισιόδοξους. Στον περιορισμένο μάλιστα αριθμό των υπερβολικά και αβάσιμα αισιόδοξων, που ως εκ τούτου συχνά απογοητεύομαι και θλίβομαι όποτε δεν επιβεβαιώνονται οι υψηλές προσδοκίες που θρέφω για κάτι.

Όσες διαψεύσεις ωστόσο κι αν έχουν υποστεί οι προβλέψεις μου, δεν χάνω την πίστη μου πως και ακόμη κι αν μας περικλείει ζόφος, στο τέλος κάτι θα γίνει και θα σωθεί η κατάσταση. Κάτι καλό θα βγει μέσα από το τέλμα ή θα γίνει η έκπληξη με την εμφάνιση ενός από μηχανής Θεού που θα βάλει το χέρι του να μας τραβήξει στην ασφαλή στεριά.

Τα σημειώνω αυτά για να τονίσω ότι ακόμη κι εγώ ως εμμονικά αισιόδοξος, κρατώ μικρό καλάθι όταν ακούω τους ανθρώπους του τουρισμού να προβλέπουν αποτελέσματα της προ πανδημίας εποχής.

Εντάξει, αντιλαμβάνομαι το «μπούκωμα» της ψυχής των ανθρώπων που ύστερα από δύο χρόνια περιορισμών και τρόμου, χρειάζονται όσο τίποτα άλλο να ανοίξουν την στρόφιγγα της ψυχολογίας τους ξορκίζοντας όσα ζήσαμε τα δύο προηγούμενα καλοκαίρια. Τι καλύτερο λοιπόν, για ανέμελες διακοπές; Για ένα γεμάτο ταξίδι σε άλλα γη σε άλλα μέρη; Και τι καλύτερο για τον μέσο Ευρωπαίο, από ένα ταξίδι στην Ελλάδα με τα μοναδικά πλεονεκτήματα του ήλιου, του ουρανού και της θάλασσας;

Στον αντίποδα με αυτήν την τάση για ταξίδια ακόμη κι οπουδήποτε, έρχονται οι τελευταίες εξελίξεις στο μέτωπο του πολέμου και η ακρίβεια που ενέσκηψε και επιτάθηκε με την ενεργειακή κρίση ως συνακόλουθη της εισβολής του Πούτιν στην Ουκρανία.

Η βαρβαρότητα που κυριαρχεί πλέον στην νοτιοανατολική Ευρώπη, πέραν του ότι στερεί από τον ελληνικό τουρισμό τους δυνητικούς πελάτες -Ρώσους και Ουκρανούς- που για λόγους σχετικής γειτνίασης αλλά εξαιτίας ομόδοξων θρησκευτικών πεποιθήσεων προτιμούσαν την χώρα μας, χτυπάει τα βαλάντια όλων των μέσων Ευρωπαίων παραδίδοντάς τους στον φόβο για την επόμενη μέρα και την ανασφάλεια.

Φοβάμαι, πως τα πρώτα στοιχεία από τις κρατήσεις και οι ευοίωνες προβλέψεις για ένα καλοκαίρι που θα προσιδιάζει με αυτό του 2019, δεν θα επιβεβαιωθούν.

Μακάρι να διαψευστώ. Η εθνική οικονομία προσδοκά τόσα από τον τουρισμό- την βαριά της βιομηχανία. Ακόμη περισσότερο σκέφτομαι τους επαγγελματίες του κλάδου- επιχειρηματίες, αυτοαπασχολούμενοι και εργαζόμενοι- που δεν θα αντέξουν μια ακόμη χρονιά στον βρόντο.

************************************************************

Ήταν τέτοιες μέρες πέρσι όταν και εγώ, όπως και όλοι οι υπόλοιποι, μετρούσαμε τις μέρες για να ανεβάσουν ρολά καφετέριες, ταβέρνες και μπαρ και να ανταμώσουμε με φίλους και αγαπημένους μεταξύ τύρου και... κεφτέ. Θυμάμαι ακόμη την προσμονή να ξημερώσει η 3η του Μάη και η ζωή μας να θυμίσει λίγο εκείνη που είχαμε πριν το ξέσπασμα της πανδημίας. Και δεν ήταν επειδή είμαστε γλεντζέδες εκ φύσεως και προγραμματισμένοι να τρώμε και να πίνουμε, αλλά επειδή κάθε είδους κατάστημα εστίασης ήταν κλειστό κοντά 7 μήνες λόγω Covid.

Να θυμηθώ ακριβώς πώς ήταν η αίσθηση τότε, πώς ήταν η διάθεσή μας, τι ακριβώς κάναμε και πώς νιώθαμε δε μπορώ, όχι επειδή πέρασε καιρός αλλά κυρίως επειδή το μυαλό, όπως υποστηρίζουν οι ειδικοί, είναι τόσο έξυπνο που μπλοκάρει από μόνο του το κακό όταν δε μπορεί να το διαχειριστεί. Το μόνο, όμως που ξέρω μετά πάσης βεβαιότητας είναι πως το πολύμηνο αυτό lockdown, όπως και εκείνα που προηγήθηκαν μας κόστισαν απίστευτα πολύ σε χρήμα και ψυχική οδύνη.

Με αυτό κατά νου και με δεδομένο επίσης πως όλοι μας έχουμε φτάσει στα όριά μας και η παρούσα κατάσταση στη χώρα (με την ακρίβεια) και στον πλανήτη (με τον πόλεμο και τη φρίκη) δε βοηθά καθόλου, καταλαβαίνω την απόφαση της κυβέρνησης να πάρει πίσω (σχεδόν) κάθε μέτρο καταπολέμησης του κορονοϊού από την Πρωτομαγιά.

Όμως, τελειώνει η πανδημία επειδή εμείς το αποφασίσαμε ή μήπως πρέπει να ρωτήσουμε και τον κορονοϊό; Γιατί καλές οι πολιτικές αποφάσεις με γνώμονα την οικονομία και τα θέλω της κοινωνίας, αλλά πολύ φοβάμαι πως ο COVID-19 δεν είναι σαν τα... χαλιά που τα ξεστρώνουμε του Αγίου Κωνσταντίνου και τα ξαναστρώνουμε το φθινόπωρο.

Γιατί δεδομένη η ζωτική σημασία του τουρισμού και της ανάσας όλων, δεδομένοι και οι 40 και 50 και 60 νεκροί κάθε μέρα, δεδομένη και η άρνηση μεγάλης μερίδας των συμπολιτών μας να εμβολιαστούν, επομένως να θωρακιστούν σε μια νέα και πιθανότατη λόγω χαλάρωσης έξαρση. Και δυστυχώς το μήνυμα που περνά σε κάθε τόνο, πως δηλαδή η πανδημία τέλειωσε γιατί εμείς αποφασίσαμε πως τέλειωσε, μη λαμβάνοντας υπόψη ούτε την ίδια την υγειονομική κατάσταση ούτε το ταμπεραμέντο και τα (ανύπαρκτα πολλές φορές) μυαλά της ελληνικής κοινωνίας, έρχεται σε πλήρη αντίφαση με τα όσα έγιναν τα προηγούμενα δυόμισι χρόνια.

Και το χειρότερο; Πως οι χιλιάδες «ψεκασμένοι» μόνο που δε βγήκαν να πανηγυρίσουν για τη δήθεν δικαίωσή τους, αφού με την απόφαση να καταργηθούν τα μέτρα ενώ ο κορονοϊός είναι ακόμη εδώ, αισθάνονται πως οι κυβερνώντες «ομολογούν» πως οι αποφάσεις για τα lockdown ήταν κυρίως πολιτικές και δευτερευόντως υγειονομικές, ενώ φυσικά δεν υπάρχει πλέον καμία πίεση προς κανέναν να ξανακάνει εμβόλιο.

Με τούτα και με τα άλλα και με τις εικόνες από το πρωτοφανές ξεσάλωμα των ημερών του Πάσχα σε νησιά και χωριά, πολύ φοβάμαι πως η επιβεβλημένη επιστροφή στην κανονικότητα η οποία γίνεται ουσιαστικά άνευ όρων, θα μας κοστίσει ακριβά, πολύ ακριβά...

Ας ελπίσουμε οι μισοί τουλάχιστον κάτι να μάθαμε απ’ αυτά τα δυόμισι χρόνια και να τηρούμε μέτρα αυτοπροστασίας και ό,τι άλλο χρειάζεται για να μείνουμε ασφαλείς, χωρίς χωροφύλακα αυτή τη φορά. Και εάν το πετύχουμε, ίσως να μη χρειαστεί τον Σεπτέμβρη που μας είπαν οι κυβερνώντες πως θα μας επαναφέρουν στην... πανδημική τάξη, να μας κακοφανεί.


* Δημοσιεύτηκε στη "ΜτΚ" στις 30.04.2022


ΣΧΟΛΙΑ

Επιλέξτε Κατηγορία