ΔΙΕΘΝΗ

Θα αλλάξει η Τουρκία πολιτική;

Η «αμερικανική υποχώρηση» δημιουργεί νέα δεδομένα στην περιοχή

 28/11/2021 18:17

Θα αλλάξει η Τουρκία πολιτική;

Παντελής Σαββίδης

Όλοι στην Ευρώπη και τη Μέση Ανατολή μιλούν για την σταδιακή εγκατάλειψη της περιοχής από τους Αμερικανούς αλλά η Ουάσιγκτον τους διαψεύδει. «Δεν φεύγουμε» είναι το αμερικανικό μοτίβο. Κανείς, όμως, δεν τους πιστεύει. Προκαλεί εντύπωση πόσο πολύ έχει συνειδητοποιηθεί το κενό που θα αφήσουν. Όσο ήταν παρούσες πολλοί δεν τους ήθελαν. Τώρα που αποχωρούν, του ψάχνουν.

Έστω και με αμερικανικό τρόπο, οι ΗΠΑ διαχειρίστηκαν τις μεταπολεμικές υποθέσεις της περιοχής με τρόπο που καμιά άλλη δύναμη δεν θα το πετύχαινε.

Σε ό,τι μας αφορά ως Έλληνες, ούτε η επιβολή και υποστήριξη της Δικτατορίας, ούτε η ενθάρρυνση και ανοχή της Τουρκίας στο Κυπριακό μπορούν να μας ικανοποιήσουν. Θα έλεγα και αρκετές από τις θέσεις τους στις ελληνοτουρκικές διαφορές. Αλλά, για ορισμένους, υπήρξαν και στιγμές που αποσόβησαν κινδύνους. Χάσαμε, όμως, από αυτές τις μεσολαβήσεις, όπως π.χ. στα Ίμια. Εν πάση περιπτώσει επικρατεί η εντύπωση πως η συμμετοχή στο ΝΑΤΟ διαμόρφωσε μια ισορροπία τρόμου και αποτρέπει έναν πόλεμο μεταξύ των δύο κρατών. Όποιος θέλει το πιστεύει.

Δεν είμαστε, μόνο, εμείς. Και άλλες χώρες της περιοχής με τον ίδιο τρόπο προσεγγίζουν την αμερικανική παρουσία. Αλλά, τώρα που θέλουν να φύγουν προβληματίζονται.

Η «αμερικανική υποχώρηση» δημιουργεί νέα δεδομένα στην περιοχή. Οι όποιες εντάσεις και οι όποιες εξελίξεις είχαν διαμορφωθεί με το δεδομένο ότι οι ΗΠΑ ήσαν παρούσες. Και αν χρειαζόταν θα παρενέβαιναν. Η απουσία τους δημιουργεί ένα κενό το οποίο φοβίζει. Και οι παίκτες παίρνουν τα μέτρα τους.

Σε ό,τι μας αφορά η άμεση αντιμετώπιση του κινδύνου και η συνειδητοποίηση πως δεν υπάρχει κάποιος άλλος που θα υπερασπίσει τη χώρα πέραν του λαού της, έδωσε μία κινητικότητα στην ελληνική διπλωματία. Βγήκε από έναν βαθύ λήθαργο στον οποίο είχε πέσει από την ψευδαίσθηση της ασφάλειας που δημιουργούσε η συμμετοχή στην Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΝΑΤΟ. Έγινε συνείδηση, ακόμη, και στην Αθήνα, πως στις κρίσιμες στιγμές θα είναι μόνη. Γι’ αυτό πρέπει να φροντίσει τα του οίκου της. Θα τα καταφέρει; Θα δούμε.

Το ελληνοτουρκικό μέτωπο συνεχίζει να παραμένει ενεργό και δεν θα αδρανοποιηθεί διότι οι διαφορές τις οποίες εφηύρε η Άγκυρα έχουν να κάνουν με στρατηγικές της επιλογές. Και στην Κύπρο και στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο. Και, πράγματι, είναι. Καλώς ή κακώς, δύο παίκτες δεν σηκώνει καμιά περιοχή. Και στη δική μας περιοχή, ή η Τουρκία θα κυριαρχήσει ή η Ελλάδα θα σωθεί. Και τα δύο μαζί είναι δύσκολα. Άρα, οι ψευδαισθήσεις περί συνύπαρξης πρέπει να υποχωρήσουν.

Μπορεί, όμως, το διεθνές περιβάλλον να εξελιχθεί θετικά για την ελληνική περίπτωση;

Η όποια κινητοποίηση της ελληνικής διπλωματίας επέφερε ένα ελληνογαλλικό σύμφωνο καθόλου αμελητέο. Σε μια Ευρώπη, μάλιστα, που παραπαίει χωρίς πυξίδα και απειλείται από την ίδια πολιτική Σόιμπλε στην μετά Μέρκελ εποχή, αν το υπουργείο Οικονομικών αναλάβει ο πρόεδρος των Φιλελευθέρων, το Σύμφωνο αυτό αποτελεί ένα πρωτόλειο κείμενο που μπορεί να συσπειρώσει και άλλες δυνάμεις, παρά τον πόλεμο που θα δεχθεί από τους φίλους του Τούρκου δικτάτορα, σοσιαλιστές του κ. Σάντσεθ στην Ισπανία.

Υπάρχουν μερικοί ακόμη παράγοντες που έχουν να κάνουν με την Τουρκία και θα πρέπει να εξετασθούν για να απαντηθεί το ερώτημα αν η Τουρκία θα αρχίσει να διαφοροποιεί την πολιτική της σε έναν μετα-αμερικανικό κόσμο στην περιοχή μας.

Ο ένας είναι η υγεία του Τούρκου προέδρου. Ό,τι και να λένε η υγεία του κ. Ερντογάν είναι επιβαρυμένη. Δεν έχει τις παλιές αντοχές και κανείς δεν μπορεί να προβλέψει την επόμενη ημέρα. Όλα μπορούν να συμβούν.

Ο άλλος είναι η κόπωση από την υπερεπέκταση. Η Τουρκία υπερεπεκτάθηκε πολύ πέραν των δυνατοτήτων της. Η υπερεπέκταση αυτή δεν απέφερε τους αναμενόμενους καρπούς. Για να διατηρηθεί θέλει καταβολή δυνάμεων, ανθρώπινες θυσίες και χρήματα.

Τα χρήματα, όμως, αρχίζουν να μην υπάρχουν. Για να βρεθούν η Τουρκία ή έπρεπε να προσφύγει στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, κάτι που ο Ερντογάν το αντιμετωπίζει όπως ο διάολος το λιβάνι, ή να τα αναζητήσει στα αραβικά κεφάλαια. Διότι όσο πέφτει το βιοτικό επίπεδο του τουρκικού λαού, τόσο η νίκη στις εκλογές γίνεται επισφαλής.

Η επισφάλεια αυτή οδηγεί τον Τούρκο πρόεδρο στον μονόδρομο των δικτατόρων. Οι εκλογές είτε δεν χρειάζονται, είτε αν γίνουν, θα πρέπει να νοθευτούν. Αυτό, μερικά χρόνια πριν, μπορούσε να επιτευχθεί. Σήμερα, υπάρχουν δυνάμεις που δεν φαίνονται αλλά και δεν ελέγχονται πλήρως. Μπορεί κανείς να αποκλείσει μία λύση τύπου αλ Σίσι, στην Τουρκία; Όχι, λένε όσοι γνωρίζουν. Ποιος θα είναι ο Σίσι; Ο Ακάρ. Ένα σενάριο που δεν αποκλείεται.

Προς το παρόν για να αντιμετωπίσει την προσωρινή, όπως θα φαντάζεται ο ίδιος, κρίση (οικονομική και υπερεπέκτασης) ο Ερντογάν κάνει ανοίγματα εδώ και ένα χρόνο σε όλες τις μεσανατολικές χώρες με τις οποίες ήταν θανάσιμος αντίπαλος.

Η προσέγγιση με τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα είναι μια τέτοια κίνηση. Συμφέρει στον Ερντογάν, συμφέρει, όμως, και στα εμιράτα, τα οποία θα ελέγξουν με χαμηλό τίμημα κρίσιμους τομείς της τουρκικής οικονομίας. Και αυτό δεν είναι καλό για την Τουρκία.

Το ερώτημα είναι αν συμφέρει την Ελλάδα.

Ορισμένοι αναλυτές ανησυχούν αλλά η προσέγγιση μπορεί να μην είναι αρνητική:

1. Η προσέγγιση γίνεται από την τουρκική διαπίστωση ότι το παιχνίδι της υπερεπέκτασης δεν κερδίζεται. Η Τουρκία αντιλαμβάνεται ότι απομονώνεται. Με τις ΗΠΑ έχουν πρόβλημα, με τη Ρωσία ως ένα σημείο μπορούν να τα βρουν, με την Κίνα, το μέλλον δεν είναι τόσο σαφές και με την μετά Μέρκελ Ευρώπη τα πράγματα δεν προοιωνίζονται ρόδινα.

2. Η οικονομία της Τουρκίας δεν πάει καλά.

3. Οι στρατιωτικές συνεργασίες στην περιοχή δεν την ευνοούν.

4. Υπάρχει μια διάθεση στη Μέση Ανατολή να κλεισθούν ανοικτά στρατιωτικά μέτωπα. Αυτό μπορεί να βάλει και το Ιράν στο παιχνίδι. Η παρουσία του Ιράν δεν μπορεί να είναι ευνοϊκή για την Τουρκία.

5. Η προσέγγιση δεν γίνεται με όρους ευνοϊκούς για την Τουρκία. Είναι, μάλλον, η επισπεύδουσα.

6. Το σπουδαιότερο είναι ότι τα Εμιράτα σε αντάλλαγμα των επενδύσεων που θα κάνουν και της προσέγγισης με την Τουρκία θα ζητήσουν αλλαγή της τουρκικής πολιτικής ή, ακόμη, και απομάκρυνση της Τουρκίας από τη Λιβύη. Μια καλή διαχείριση αυτής της υπόθεσης μπορεί να οδηγήσει σε αδράνεια ή κατάργηση του τουρκολιβυκού συμφώνου. Αυτό το σύμφωνο είναι το κύριο βάρος της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής σήμερα.

7. Όλα αυτά γίνονται στο πλαίσιο μιας νέας ισορροπίας στη Μέση Ανατολή μετά την μείωση της αμερικανικής παρουσίας.

8. Θα πρέπει να προστεθεί ότι βρίσκεται σε εξέλιξη και η δημιουργία μιας πρωτόλειας κρατικής κουρδικής υπόστασης και πως η επιχείρηση των τούρκων να εισχωρήσουν στο Ιράκ, δεν πήγε καλά λόγω της κουρδικής αντίδρασης.

Όλα αυτά δημιουργούν νέα δεδομένα τα οποία, ακόμη, βρίσκονται σε δυναμική εξέλιξη.

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 28 Νοεμβρίου 2021

Όλοι στην Ευρώπη και τη Μέση Ανατολή μιλούν για την σταδιακή εγκατάλειψη της περιοχής από τους Αμερικανούς αλλά η Ουάσιγκτον τους διαψεύδει. «Δεν φεύγουμε» είναι το αμερικανικό μοτίβο. Κανείς, όμως, δεν τους πιστεύει. Προκαλεί εντύπωση πόσο πολύ έχει συνειδητοποιηθεί το κενό που θα αφήσουν. Όσο ήταν παρούσες πολλοί δεν τους ήθελαν. Τώρα που αποχωρούν, του ψάχνουν.

Έστω και με αμερικανικό τρόπο, οι ΗΠΑ διαχειρίστηκαν τις μεταπολεμικές υποθέσεις της περιοχής με τρόπο που καμιά άλλη δύναμη δεν θα το πετύχαινε.

Σε ό,τι μας αφορά ως Έλληνες, ούτε η επιβολή και υποστήριξη της Δικτατορίας, ούτε η ενθάρρυνση και ανοχή της Τουρκίας στο Κυπριακό μπορούν να μας ικανοποιήσουν. Θα έλεγα και αρκετές από τις θέσεις τους στις ελληνοτουρκικές διαφορές. Αλλά, για ορισμένους, υπήρξαν και στιγμές που αποσόβησαν κινδύνους. Χάσαμε, όμως, από αυτές τις μεσολαβήσεις, όπως π.χ. στα Ίμια. Εν πάση περιπτώσει επικρατεί η εντύπωση πως η συμμετοχή στο ΝΑΤΟ διαμόρφωσε μια ισορροπία τρόμου και αποτρέπει έναν πόλεμο μεταξύ των δύο κρατών. Όποιος θέλει το πιστεύει.

Δεν είμαστε, μόνο, εμείς. Και άλλες χώρες της περιοχής με τον ίδιο τρόπο προσεγγίζουν την αμερικανική παρουσία. Αλλά, τώρα που θέλουν να φύγουν προβληματίζονται.

Η «αμερικανική υποχώρηση» δημιουργεί νέα δεδομένα στην περιοχή. Οι όποιες εντάσεις και οι όποιες εξελίξεις είχαν διαμορφωθεί με το δεδομένο ότι οι ΗΠΑ ήσαν παρούσες. Και αν χρειαζόταν θα παρενέβαιναν. Η απουσία τους δημιουργεί ένα κενό το οποίο φοβίζει. Και οι παίκτες παίρνουν τα μέτρα τους.

Σε ό,τι μας αφορά η άμεση αντιμετώπιση του κινδύνου και η συνειδητοποίηση πως δεν υπάρχει κάποιος άλλος που θα υπερασπίσει τη χώρα πέραν του λαού της, έδωσε μία κινητικότητα στην ελληνική διπλωματία. Βγήκε από έναν βαθύ λήθαργο στον οποίο είχε πέσει από την ψευδαίσθηση της ασφάλειας που δημιουργούσε η συμμετοχή στην Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΝΑΤΟ. Έγινε συνείδηση, ακόμη, και στην Αθήνα, πως στις κρίσιμες στιγμές θα είναι μόνη. Γι’ αυτό πρέπει να φροντίσει τα του οίκου της. Θα τα καταφέρει; Θα δούμε.

Το ελληνοτουρκικό μέτωπο συνεχίζει να παραμένει ενεργό και δεν θα αδρανοποιηθεί διότι οι διαφορές τις οποίες εφηύρε η Άγκυρα έχουν να κάνουν με στρατηγικές της επιλογές. Και στην Κύπρο και στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο. Και, πράγματι, είναι. Καλώς ή κακώς, δύο παίκτες δεν σηκώνει καμιά περιοχή. Και στη δική μας περιοχή, ή η Τουρκία θα κυριαρχήσει ή η Ελλάδα θα σωθεί. Και τα δύο μαζί είναι δύσκολα. Άρα, οι ψευδαισθήσεις περί συνύπαρξης πρέπει να υποχωρήσουν.

Μπορεί, όμως, το διεθνές περιβάλλον να εξελιχθεί θετικά για την ελληνική περίπτωση;

Η όποια κινητοποίηση της ελληνικής διπλωματίας επέφερε ένα ελληνογαλλικό σύμφωνο καθόλου αμελητέο. Σε μια Ευρώπη, μάλιστα, που παραπαίει χωρίς πυξίδα και απειλείται από την ίδια πολιτική Σόιμπλε στην μετά Μέρκελ εποχή, αν το υπουργείο Οικονομικών αναλάβει ο πρόεδρος των Φιλελευθέρων, το Σύμφωνο αυτό αποτελεί ένα πρωτόλειο κείμενο που μπορεί να συσπειρώσει και άλλες δυνάμεις, παρά τον πόλεμο που θα δεχθεί από τους φίλους του Τούρκου δικτάτορα, σοσιαλιστές του κ. Σάντσεθ στην Ισπανία.

Υπάρχουν μερικοί ακόμη παράγοντες που έχουν να κάνουν με την Τουρκία και θα πρέπει να εξετασθούν για να απαντηθεί το ερώτημα αν η Τουρκία θα αρχίσει να διαφοροποιεί την πολιτική της σε έναν μετα-αμερικανικό κόσμο στην περιοχή μας.

Ο ένας είναι η υγεία του Τούρκου προέδρου. Ό,τι και να λένε η υγεία του κ. Ερντογάν είναι επιβαρυμένη. Δεν έχει τις παλιές αντοχές και κανείς δεν μπορεί να προβλέψει την επόμενη ημέρα. Όλα μπορούν να συμβούν.

Ο άλλος είναι η κόπωση από την υπερεπέκταση. Η Τουρκία υπερεπεκτάθηκε πολύ πέραν των δυνατοτήτων της. Η υπερεπέκταση αυτή δεν απέφερε τους αναμενόμενους καρπούς. Για να διατηρηθεί θέλει καταβολή δυνάμεων, ανθρώπινες θυσίες και χρήματα.

Τα χρήματα, όμως, αρχίζουν να μην υπάρχουν. Για να βρεθούν η Τουρκία ή έπρεπε να προσφύγει στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, κάτι που ο Ερντογάν το αντιμετωπίζει όπως ο διάολος το λιβάνι, ή να τα αναζητήσει στα αραβικά κεφάλαια. Διότι όσο πέφτει το βιοτικό επίπεδο του τουρκικού λαού, τόσο η νίκη στις εκλογές γίνεται επισφαλής.

Η επισφάλεια αυτή οδηγεί τον Τούρκο πρόεδρο στον μονόδρομο των δικτατόρων. Οι εκλογές είτε δεν χρειάζονται, είτε αν γίνουν, θα πρέπει να νοθευτούν. Αυτό, μερικά χρόνια πριν, μπορούσε να επιτευχθεί. Σήμερα, υπάρχουν δυνάμεις που δεν φαίνονται αλλά και δεν ελέγχονται πλήρως. Μπορεί κανείς να αποκλείσει μία λύση τύπου αλ Σίσι, στην Τουρκία; Όχι, λένε όσοι γνωρίζουν. Ποιος θα είναι ο Σίσι; Ο Ακάρ. Ένα σενάριο που δεν αποκλείεται.

Προς το παρόν για να αντιμετωπίσει την προσωρινή, όπως θα φαντάζεται ο ίδιος, κρίση (οικονομική και υπερεπέκτασης) ο Ερντογάν κάνει ανοίγματα εδώ και ένα χρόνο σε όλες τις μεσανατολικές χώρες με τις οποίες ήταν θανάσιμος αντίπαλος.

Η προσέγγιση με τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα είναι μια τέτοια κίνηση. Συμφέρει στον Ερντογάν, συμφέρει, όμως, και στα εμιράτα, τα οποία θα ελέγξουν με χαμηλό τίμημα κρίσιμους τομείς της τουρκικής οικονομίας. Και αυτό δεν είναι καλό για την Τουρκία.

Το ερώτημα είναι αν συμφέρει την Ελλάδα.

Ορισμένοι αναλυτές ανησυχούν αλλά η προσέγγιση μπορεί να μην είναι αρνητική:

1. Η προσέγγιση γίνεται από την τουρκική διαπίστωση ότι το παιχνίδι της υπερεπέκτασης δεν κερδίζεται. Η Τουρκία αντιλαμβάνεται ότι απομονώνεται. Με τις ΗΠΑ έχουν πρόβλημα, με τη Ρωσία ως ένα σημείο μπορούν να τα βρουν, με την Κίνα, το μέλλον δεν είναι τόσο σαφές και με την μετά Μέρκελ Ευρώπη τα πράγματα δεν προοιωνίζονται ρόδινα.

2. Η οικονομία της Τουρκίας δεν πάει καλά.

3. Οι στρατιωτικές συνεργασίες στην περιοχή δεν την ευνοούν.

4. Υπάρχει μια διάθεση στη Μέση Ανατολή να κλεισθούν ανοικτά στρατιωτικά μέτωπα. Αυτό μπορεί να βάλει και το Ιράν στο παιχνίδι. Η παρουσία του Ιράν δεν μπορεί να είναι ευνοϊκή για την Τουρκία.

5. Η προσέγγιση δεν γίνεται με όρους ευνοϊκούς για την Τουρκία. Είναι, μάλλον, η επισπεύδουσα.

6. Το σπουδαιότερο είναι ότι τα Εμιράτα σε αντάλλαγμα των επενδύσεων που θα κάνουν και της προσέγγισης με την Τουρκία θα ζητήσουν αλλαγή της τουρκικής πολιτικής ή, ακόμη, και απομάκρυνση της Τουρκίας από τη Λιβύη. Μια καλή διαχείριση αυτής της υπόθεσης μπορεί να οδηγήσει σε αδράνεια ή κατάργηση του τουρκολιβυκού συμφώνου. Αυτό το σύμφωνο είναι το κύριο βάρος της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής σήμερα.

7. Όλα αυτά γίνονται στο πλαίσιο μιας νέας ισορροπίας στη Μέση Ανατολή μετά την μείωση της αμερικανικής παρουσίας.

8. Θα πρέπει να προστεθεί ότι βρίσκεται σε εξέλιξη και η δημιουργία μιας πρωτόλειας κρατικής κουρδικής υπόστασης και πως η επιχείρηση των τούρκων να εισχωρήσουν στο Ιράκ, δεν πήγε καλά λόγω της κουρδικής αντίδρασης.

Όλα αυτά δημιουργούν νέα δεδομένα τα οποία, ακόμη, βρίσκονται σε δυναμική εξέλιξη.

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 28 Νοεμβρίου 2021

ΣΧΟΛΙΑ

Επιλέξτε Κατηγορία