ΑΠΟΨΕΙΣ

Τα «Τέμπη» αλλάζουν την πολιτική…

Η τραγωδία των Τεμπών και ο χαμός δεκάδων κυρίως νεαρών ανθρώπων σμπαράλιασε το σκηνικό που είχε ήδη στηθεί με φόντο τις κάλπες

 26/03/2023 20:00

Τα «Τέμπη» αλλάζουν την πολιτική…

Μιχάλης Αλεξανδρίδης

Έχω διατυπώσει εδώ και μερικές βδομάδες το συμπέρασμά μου πως το ελληνικό πολιτικό σύστημα αντί να επικεντρώνεται στην αναζήτηση λύσεων στα θέματα της κοινωνίας και να εργάζεται για αυτές, αρκείται στο ταπεινό πεδίο της διαχείρισης των προβλημάτων και της προσπάθειας επηρεασμού των ψηφοφόρων, μέσα από διχαστικά και μανιχαϊστικά διλήμματα του «ή εγώ ή αυτός», του φωτός και του σκότους, του παραδείσου και της κόλασης.

Δεν ξέρω αν η επιλογή γίνεται με γνώμονα την ευκολότερη και βολικότερη λύση, ή από απόλυτη ανικανότητα -αν δηλαδή ισχύει αυτό που λένε στα καφενεία ότι το πολιτικό προσωπικό της χώρας υπολείπεται του ρόλου και των αρμοδιοτήτων που τυπικά αναλαμβάνει -αλλά μου κάνει εντύπωση η επίπονη προσπάθεια αποφυγής του πεδίου της πραγματικής πολιτικής.

Αντί να κάνουν δηλαδή ουσιαστικό απολογισμό έργων και να υποβάλλουν συγκεκριμένες προτάσεις, σχέδια και προγράμματα και μέσα από αυτά να επιδιώξουν την αναγνώριση των συγκριτικών πλεονεκτημάτων των κομμάτων και προσώπων, αναλώνονται σε συμψηφισμούς, σε κατηγορίες -ακόμη και εξόφθαλμα συκοφαντικές- για τον αντίπαλο και σε χωρίς φειδώ παράθεση μιας ακατάσχετης- πλην θολής κι αφηρημένης υποσχεσιολογίας.

Τους τελευταίους μήνες, όλα έδειχναν πως οδηγούμασταν στις κάλπες ακριβώς έτσι. Με τους Πάτσηδες και τους Παππάδες, με τους Αδώνιδες και τους Πολάκηδες και με ένα ρηχό πεδίο αντιπαράθεσης με τους μεν να λένε πως όλα καλά τα έκανε η κυβέρνηση και όλα χάλια η προηγούμενη και τους δε να ισχυρίζονται πως είχαν επιτελέσει σπουδαίο έργο ενώ οι σημερινοί οδηγούν την χώρα στην κατάρρευση. Το κυριότερο όμως είναι πως τόσο οι προσωπικές αντιπαραθέσεις όσο και η προεκλογική συνθηματολογία των κομμάτων δεν εδράζονταν σε απτά παραδείγματα, συγκεκριμένα στοιχεία και προτάσεις αλλά απλώνονταν σε ένα συγκεχυμένο νεφέλωμα, στο οποίο υπάρχουν «τα πάντα όλα», χωρίς όμως τον οδικό χάρτη για την υλοποίηση τους.

Εξυπακούεται πως όλα αυτά συμπερασματικά θα κατέληγαν στη διατύπωση του διλήμματος: «ή εγώ ή αυτός».

Κάπως έτσι, το έργο θα τελείωνε για να ξανανέβει με μικρές τροποποιήσεις και ενδεχομένως κάποια νέα πρόσωπα σε τέσσερα χρόνια....

Η τραγωδία των Τεμπών και ο χαμός δεκάδων κυρίως νεαρών ανθρώπων -μάλλον με δολοφονία θα πρέπει να παρομοιαστεί και όχι με θυσία, καθώς η τελευταία εμπεριέχει την έννοια της αυτόβουλης επιλογής του θυσιαζόμενου χάρη ενός ανώτερου σκοπού- σμπαράλιασε το προαναφερόμενο σκηνικό που είχε ήδη στηθεί.

Οι ηγέτες μας προσπάθησαν αρχικά να εντάξουν αυτήν την τραγωδία στο ήδη διαμορφωμένο πεδίο αντιπαράθεσης: οι μεν να φορτώσουν τις ευθύνες στους δε, οι άλλοι να τις φορτώσουν στον υπάλληλο, την κακιά ώρα και την…ουρά τους, ενώ οι υπόλοιποι να την επιμερίσουν στους νυν και τους πρώην. 

Ταυτόχρονα άπαντες έσπευσαν να υποσχεθούν πως αν νικήσουν, θα τιμωρήσουν τους υπαιτίους και θα λύσουν όλα τα προβλήματα ώστε να μην ξανά υπάρξει τέτοιο κακό, ενώ πικρόχολα διέδιδαν υπογείως την κινδυνολογία πως στην περίπτωση που εκλεγεί ο άλλος, ούτε διαλεύκανση και απόδοση ευθυνών θα υπάρξει, ούτε θα γίνουν αυτά που χρειάζεται προκειμένου να μην ξαναθρηνήσουμε αθώα θύματα.



Λογάριαζαν όμως χωρίς τον ξενοδόχο. Η τραγωδία των Τεμπών σε συνδυασμό με τις αποκαλύψεις για τα αίτια που την προκάλεσαν αλλά και τα απλά πράγματα που θα μπορούσαν να είχαν γίνει ώστε αυτή να είχε αποτραπεί, τους χάλασε τη μανέστρα.

Αρχικά ο αρμόδιος υπουργός αφού δάκρυσε ον κάμερα και δήλωσε πως αποκλειστικός υπεύθυνος είναι ο σταθμάρχης, εξαφανίστηκε μαζί με τους υφυπουργούς του για να μην προκαλέσουν εις βάρος τους συνειρμούς. Με ανάλογο σκεπτικό, εξαφανίστηκε αρχικά και ο προκάτοχος του, ώστε να αποφύγει να αναλάβει τμήμα της ευθύνης για την μη εγκατάσταση του συστήματος τηλεδιοίκησης που θα διόρθωνε αυτόματα το όποιο ανθρώπινο λάθος και θα απέτρεπε το κακό. 

Ταυτόχρονα κυβέρνηση, κόμματα, συστήματα οικονομικής εξουσίας και διαπλοκής, έπεσαν με τα μούτρα στις δημοσκοπήσεις προκειμένου να ιχνηλατήσουν την κοινή γνώμη και να διακριβώσουν τα ποιοτικά στοιχεία του θυμού που κατέκλυσε τη χώρα. Του τι βάθος έχει δηλαδή και πώς μπορεί να μετριαστεί και σταδιακά να ξεχαστεί, ώστε όταν φτάσουν οι εκλογές -που μετατοπίζονται στις παρυφές του καλοκαιριού- οι ψηφοφόροι να φτάσουν στις κάλπες έχοντας στο μυαλό τους μόνον τα προκαθορισμένα εδώ και μήνες διλήμματα.

Ο πρώτος από τους πολιτικούς αρχηγούς που έδειξε να αντιλαμβάνεται την τεράστια αλλαγή που επέφεραν τα Τέμπη στην συλλογική συνείδηση των πολιτών, ήταν ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης. Θέλετε επειδή είναι πιο ευαίσθητος λήπτης μηνυμάτων, θέλετε επειδή είναι πλαισιώνεται από κορυφαίους πολιτικούς αναλυτές, ο πρωθυπουργός διείδε την πλήρη ανατροπή των δεδομένων, και άρχισε να μετατοπίζει ανάλογα την πολιτική του επιχειρηματολογία, για να μείνει σε επαφή με την κοινή γνώμη. Η διολίσθηση του από το «φταίει το ανθρώπινο λάθος», στο «παραίτηση υπουργού λόγω αντικειμενικής αλλά όχι υποκειμενικής ευθύνης», ακολούθως στο «ζητώ συγγνώμη εκ μέρους όλων όσοι κυβέρνησαν», στο «ζητώ συγγνώμη ως κυβερνήτης», μέχρι το έσχατο σημείο, την υπόσχεση πως την επόμενη τετραετία όχι μόνο θα ολοκληρώσει τα έργα αποτροπής δυστυχημάτων, αλλά θα αλλάξει το βαθύ κράτος και θα πατάξει το ρουσφέτι, την ευνοιοκρατία και την χρήση του κράτους ως λάφυρο, καταγράφουν την τεράστια απόσταση που διένυσε η κυβερνητική επιχειρηματολογία, στην προσπάθεια της να καταλαγιάσει την εις βάρος της λαϊκή δυσαρέσκεια, να δείξει πως έλαβε το μήνυμα και θα ανταποκριθεί σε αυτό.

Παρόμοια αλλαγή στρατηγικής επέδειξε κι ο Νίκος Ανδρουλακης, που μιλάει για κυβέρνηση συνεργασίας, όχι στη βάση νομής χαρτοφυλακίων και κρατικής εξουσίας, αλλά πάνω σε ένα προκαθορισμένο πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων που τελειώνει τις παθογένειες του ελληνικού συστήματος διακυβέρνησης, διαχωρίζει το κράτος από το κόμμα, επιβάλλει διαφάνεια, ισονομία, αξιοκρατία και αξιολόγηση.

Είμαι βέβαιος πως και ο Αλέξης Τσίπρας θα τροποποιήσει την εκλογική του στρατηγική, προσθέτοντας κάποια ψήγματα αυτοκριτικής για λάθη και παραλείψεις της δικής του διακυβέρνησης όπως και πιο συγκεκριμένες υποσχέσεις για το πως θα πορευθεί στην περίπτωση νίκης του.

Αυτή η μετατόπιση στην εκλογική στρατηγική των κομμάτων, είναι πολύ σημαντική εφόσον συνοδεύεται από δύο προϋποθέσεις:

Πρώτη, η αποσαφήνιση των γενικόλογου προγραμματικού λόγου κάθε κόμματος και η παρουσίαση συγκεκριμένων μέτρων. (Θα ανέμενε κανείς για παράδειγμα ως πρώτο βήμα της κήρυξης πολέμου με το «βαθύ κράτος» που εξήγγειλε ο πρωθυπουργός, να μιλήσει ξεκάθαρα για δραστική μείωση των υπουργών, για περιορισμό των μετακλητών υπαλλήλων (που ξεπέρασαν κατά πολύ τους αντίστοιχους επί ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ), για σεβασμό των ανεξάρτητων αρχών, για διαφάνεια στις αναθέσεις του δημοσίου χρήματος, για θωράκιση και ταχεία απόδοση της δικαιοσύνης κλπ. Εξυπακούεται ότι κάτι αντίστοιχο αναμένεται και από τα κόμματα της αντιπολίτευσης, μαζί με περιγραφή του τι θα κάνουν, προκειμένου η χώρα να κυβερνηθεί με σταθερότητα, με σύνεση και με συνθήκες που εγγυώνται το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα.

Δεύτερη, η εγκατάλειψη της διχαστικής, συκοφαντικής προς τους αντιπάλους και αγοραίας προεκλογικής αντιπαράθεσης, με ταυτόχρονη- κι αυτό είναι το σημαντικότερο- κάθαρση των ψηφοδελτίων των κομμάτων από τους εμποτισμένους με την νοοτροπία του παρελθόντος, τους ανίκανους, τους τοξικούς, τους ελεγχόμενους από μέσα ενημέρωσης και οικονομικούς παράγοντες, τους εμφορούμενος από την αγωνιώδη προσπάθεια να πλουτίσουν και γενικά να μας καθίσουν στο σβέρκο χωρίς να προσφέρουν ανάλογο έργο.

Ζητάω πολλά; Ναι με βάση τα σημερινά δεδομένα, αλλά τα αναγκαία αν θέλουμε να πούμε πώς θα υλοποιήσουμε σπουδαίες μεταρρυθμίσεις που μετατρέψουν την Ελλάδα σε μια σύγχρονη ευρωπαϊκή χώρα.


* Δημοσιεύτηκε στη «ΜτΚ» στις 25/26.03.2023

Έχω διατυπώσει εδώ και μερικές βδομάδες το συμπέρασμά μου πως το ελληνικό πολιτικό σύστημα αντί να επικεντρώνεται στην αναζήτηση λύσεων στα θέματα της κοινωνίας και να εργάζεται για αυτές, αρκείται στο ταπεινό πεδίο της διαχείρισης των προβλημάτων και της προσπάθειας επηρεασμού των ψηφοφόρων, μέσα από διχαστικά και μανιχαϊστικά διλήμματα του «ή εγώ ή αυτός», του φωτός και του σκότους, του παραδείσου και της κόλασης.

Δεν ξέρω αν η επιλογή γίνεται με γνώμονα την ευκολότερη και βολικότερη λύση, ή από απόλυτη ανικανότητα -αν δηλαδή ισχύει αυτό που λένε στα καφενεία ότι το πολιτικό προσωπικό της χώρας υπολείπεται του ρόλου και των αρμοδιοτήτων που τυπικά αναλαμβάνει -αλλά μου κάνει εντύπωση η επίπονη προσπάθεια αποφυγής του πεδίου της πραγματικής πολιτικής.

Αντί να κάνουν δηλαδή ουσιαστικό απολογισμό έργων και να υποβάλλουν συγκεκριμένες προτάσεις, σχέδια και προγράμματα και μέσα από αυτά να επιδιώξουν την αναγνώριση των συγκριτικών πλεονεκτημάτων των κομμάτων και προσώπων, αναλώνονται σε συμψηφισμούς, σε κατηγορίες -ακόμη και εξόφθαλμα συκοφαντικές- για τον αντίπαλο και σε χωρίς φειδώ παράθεση μιας ακατάσχετης- πλην θολής κι αφηρημένης υποσχεσιολογίας.

Τους τελευταίους μήνες, όλα έδειχναν πως οδηγούμασταν στις κάλπες ακριβώς έτσι. Με τους Πάτσηδες και τους Παππάδες, με τους Αδώνιδες και τους Πολάκηδες και με ένα ρηχό πεδίο αντιπαράθεσης με τους μεν να λένε πως όλα καλά τα έκανε η κυβέρνηση και όλα χάλια η προηγούμενη και τους δε να ισχυρίζονται πως είχαν επιτελέσει σπουδαίο έργο ενώ οι σημερινοί οδηγούν την χώρα στην κατάρρευση. Το κυριότερο όμως είναι πως τόσο οι προσωπικές αντιπαραθέσεις όσο και η προεκλογική συνθηματολογία των κομμάτων δεν εδράζονταν σε απτά παραδείγματα, συγκεκριμένα στοιχεία και προτάσεις αλλά απλώνονταν σε ένα συγκεχυμένο νεφέλωμα, στο οποίο υπάρχουν «τα πάντα όλα», χωρίς όμως τον οδικό χάρτη για την υλοποίηση τους.

Εξυπακούεται πως όλα αυτά συμπερασματικά θα κατέληγαν στη διατύπωση του διλήμματος: «ή εγώ ή αυτός».

Κάπως έτσι, το έργο θα τελείωνε για να ξανανέβει με μικρές τροποποιήσεις και ενδεχομένως κάποια νέα πρόσωπα σε τέσσερα χρόνια....

Η τραγωδία των Τεμπών και ο χαμός δεκάδων κυρίως νεαρών ανθρώπων -μάλλον με δολοφονία θα πρέπει να παρομοιαστεί και όχι με θυσία, καθώς η τελευταία εμπεριέχει την έννοια της αυτόβουλης επιλογής του θυσιαζόμενου χάρη ενός ανώτερου σκοπού- σμπαράλιασε το προαναφερόμενο σκηνικό που είχε ήδη στηθεί.

Οι ηγέτες μας προσπάθησαν αρχικά να εντάξουν αυτήν την τραγωδία στο ήδη διαμορφωμένο πεδίο αντιπαράθεσης: οι μεν να φορτώσουν τις ευθύνες στους δε, οι άλλοι να τις φορτώσουν στον υπάλληλο, την κακιά ώρα και την…ουρά τους, ενώ οι υπόλοιποι να την επιμερίσουν στους νυν και τους πρώην. 

Ταυτόχρονα άπαντες έσπευσαν να υποσχεθούν πως αν νικήσουν, θα τιμωρήσουν τους υπαιτίους και θα λύσουν όλα τα προβλήματα ώστε να μην ξανά υπάρξει τέτοιο κακό, ενώ πικρόχολα διέδιδαν υπογείως την κινδυνολογία πως στην περίπτωση που εκλεγεί ο άλλος, ούτε διαλεύκανση και απόδοση ευθυνών θα υπάρξει, ούτε θα γίνουν αυτά που χρειάζεται προκειμένου να μην ξαναθρηνήσουμε αθώα θύματα.



Λογάριαζαν όμως χωρίς τον ξενοδόχο. Η τραγωδία των Τεμπών σε συνδυασμό με τις αποκαλύψεις για τα αίτια που την προκάλεσαν αλλά και τα απλά πράγματα που θα μπορούσαν να είχαν γίνει ώστε αυτή να είχε αποτραπεί, τους χάλασε τη μανέστρα.

Αρχικά ο αρμόδιος υπουργός αφού δάκρυσε ον κάμερα και δήλωσε πως αποκλειστικός υπεύθυνος είναι ο σταθμάρχης, εξαφανίστηκε μαζί με τους υφυπουργούς του για να μην προκαλέσουν εις βάρος τους συνειρμούς. Με ανάλογο σκεπτικό, εξαφανίστηκε αρχικά και ο προκάτοχος του, ώστε να αποφύγει να αναλάβει τμήμα της ευθύνης για την μη εγκατάσταση του συστήματος τηλεδιοίκησης που θα διόρθωνε αυτόματα το όποιο ανθρώπινο λάθος και θα απέτρεπε το κακό. 

Ταυτόχρονα κυβέρνηση, κόμματα, συστήματα οικονομικής εξουσίας και διαπλοκής, έπεσαν με τα μούτρα στις δημοσκοπήσεις προκειμένου να ιχνηλατήσουν την κοινή γνώμη και να διακριβώσουν τα ποιοτικά στοιχεία του θυμού που κατέκλυσε τη χώρα. Του τι βάθος έχει δηλαδή και πώς μπορεί να μετριαστεί και σταδιακά να ξεχαστεί, ώστε όταν φτάσουν οι εκλογές -που μετατοπίζονται στις παρυφές του καλοκαιριού- οι ψηφοφόροι να φτάσουν στις κάλπες έχοντας στο μυαλό τους μόνον τα προκαθορισμένα εδώ και μήνες διλήμματα.

Ο πρώτος από τους πολιτικούς αρχηγούς που έδειξε να αντιλαμβάνεται την τεράστια αλλαγή που επέφεραν τα Τέμπη στην συλλογική συνείδηση των πολιτών, ήταν ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης. Θέλετε επειδή είναι πιο ευαίσθητος λήπτης μηνυμάτων, θέλετε επειδή είναι πλαισιώνεται από κορυφαίους πολιτικούς αναλυτές, ο πρωθυπουργός διείδε την πλήρη ανατροπή των δεδομένων, και άρχισε να μετατοπίζει ανάλογα την πολιτική του επιχειρηματολογία, για να μείνει σε επαφή με την κοινή γνώμη. Η διολίσθηση του από το «φταίει το ανθρώπινο λάθος», στο «παραίτηση υπουργού λόγω αντικειμενικής αλλά όχι υποκειμενικής ευθύνης», ακολούθως στο «ζητώ συγγνώμη εκ μέρους όλων όσοι κυβέρνησαν», στο «ζητώ συγγνώμη ως κυβερνήτης», μέχρι το έσχατο σημείο, την υπόσχεση πως την επόμενη τετραετία όχι μόνο θα ολοκληρώσει τα έργα αποτροπής δυστυχημάτων, αλλά θα αλλάξει το βαθύ κράτος και θα πατάξει το ρουσφέτι, την ευνοιοκρατία και την χρήση του κράτους ως λάφυρο, καταγράφουν την τεράστια απόσταση που διένυσε η κυβερνητική επιχειρηματολογία, στην προσπάθεια της να καταλαγιάσει την εις βάρος της λαϊκή δυσαρέσκεια, να δείξει πως έλαβε το μήνυμα και θα ανταποκριθεί σε αυτό.

Παρόμοια αλλαγή στρατηγικής επέδειξε κι ο Νίκος Ανδρουλακης, που μιλάει για κυβέρνηση συνεργασίας, όχι στη βάση νομής χαρτοφυλακίων και κρατικής εξουσίας, αλλά πάνω σε ένα προκαθορισμένο πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων που τελειώνει τις παθογένειες του ελληνικού συστήματος διακυβέρνησης, διαχωρίζει το κράτος από το κόμμα, επιβάλλει διαφάνεια, ισονομία, αξιοκρατία και αξιολόγηση.

Είμαι βέβαιος πως και ο Αλέξης Τσίπρας θα τροποποιήσει την εκλογική του στρατηγική, προσθέτοντας κάποια ψήγματα αυτοκριτικής για λάθη και παραλείψεις της δικής του διακυβέρνησης όπως και πιο συγκεκριμένες υποσχέσεις για το πως θα πορευθεί στην περίπτωση νίκης του.

Αυτή η μετατόπιση στην εκλογική στρατηγική των κομμάτων, είναι πολύ σημαντική εφόσον συνοδεύεται από δύο προϋποθέσεις:

Πρώτη, η αποσαφήνιση των γενικόλογου προγραμματικού λόγου κάθε κόμματος και η παρουσίαση συγκεκριμένων μέτρων. (Θα ανέμενε κανείς για παράδειγμα ως πρώτο βήμα της κήρυξης πολέμου με το «βαθύ κράτος» που εξήγγειλε ο πρωθυπουργός, να μιλήσει ξεκάθαρα για δραστική μείωση των υπουργών, για περιορισμό των μετακλητών υπαλλήλων (που ξεπέρασαν κατά πολύ τους αντίστοιχους επί ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ), για σεβασμό των ανεξάρτητων αρχών, για διαφάνεια στις αναθέσεις του δημοσίου χρήματος, για θωράκιση και ταχεία απόδοση της δικαιοσύνης κλπ. Εξυπακούεται ότι κάτι αντίστοιχο αναμένεται και από τα κόμματα της αντιπολίτευσης, μαζί με περιγραφή του τι θα κάνουν, προκειμένου η χώρα να κυβερνηθεί με σταθερότητα, με σύνεση και με συνθήκες που εγγυώνται το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα.

Δεύτερη, η εγκατάλειψη της διχαστικής, συκοφαντικής προς τους αντιπάλους και αγοραίας προεκλογικής αντιπαράθεσης, με ταυτόχρονη- κι αυτό είναι το σημαντικότερο- κάθαρση των ψηφοδελτίων των κομμάτων από τους εμποτισμένους με την νοοτροπία του παρελθόντος, τους ανίκανους, τους τοξικούς, τους ελεγχόμενους από μέσα ενημέρωσης και οικονομικούς παράγοντες, τους εμφορούμενος από την αγωνιώδη προσπάθεια να πλουτίσουν και γενικά να μας καθίσουν στο σβέρκο χωρίς να προσφέρουν ανάλογο έργο.

Ζητάω πολλά; Ναι με βάση τα σημερινά δεδομένα, αλλά τα αναγκαία αν θέλουμε να πούμε πώς θα υλοποιήσουμε σπουδαίες μεταρρυθμίσεις που μετατρέψουν την Ελλάδα σε μια σύγχρονη ευρωπαϊκή χώρα.


* Δημοσιεύτηκε στη «ΜτΚ» στις 25/26.03.2023

ΣΧΟΛΙΑ

Επιλέξτε Κατηγορία