ΠΟΛΙΤΙΚΗ

Στην τελική ευθεία για τις εθνικές εκλογές: Οι αριθμοί «κλειδιά» και τα σενάρια

Τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της τρέχουσας προεκλογικής περιόδου, οι θετικές εκπλήξεις, τα δημοσκοπικά δεδομένα και οι αστάθμητοι παράγοντες

 15/05/2023 10:00

Στην τελική ευθεία για τις εθνικές εκλογές: Οι αριθμοί «κλειδιά» και τα σενάρια

Νίκος Ηλιάδης

«Η κάλπη είναι γκαστρωμένη», έλεγε το πάλαι ποτέ ο ιστορικός ηγέτης του ΚΚΕ Χαρίλαος Φλωράκης, σε μία εποχή που οι δημοσκοπήσεις δεν είχαν μπει ακόμη στην εξίσωση των εκλογών. Μοναδικό στοιχείο πρόγνωσης ήταν η μαζικότητα των πολιτικών συγκεντρώσεων, παρά τις μετακινούμενες στρατιές των οπαδών. Ήταν οι εποχές που η μάχη κρινόταν στην πλατεία. 

Προϊόντος του χρόνου τα χαρακτηριστικά των εκλογικών αναμετρήσεων έχουν διαφοροποιηθεί σημαντικά. Οι δημοσκοπήσεις, όσο έξω και αν πέφτουν καμιά φορά, δεν παύουν να προϊδεάζουν για το τελικό εκλογικό αποτέλεσμα. 

Αν όχι για τα ακριβή ποσοστά, τουλάχιστον για τη σειρά κατάταξης των κομμάτων. Εξαίρεση η οριακή αναμέτρηση του 2000 καθώς και οι εκλογές του Μαΐου του 2012 όταν υπήρξε κατάρρευση του πολιτικού σκηνικού, όπως το είχαμε γνωρίσει όλα τα χρόνια μετά τη μεταπολίτευση.

Η τρέχουσα προεκλογική περίοδος έχει τα δικά της, ιδιαίτερα χαρακτηριστικά. Οι εκλογές της προσεχούς Κυριακής είναι οι «εκλογές του καναπέ» και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης. 

Μόνον την τελευταία εβδομάδα που απομένει αναμένεται να δούμε κάποιο κόσμο στις πλατείες. Μάλιστα, στη Θεσσαλονίκη θα υπάρχει η δυνατότητα της απόλυτης σύγκρισης καθώς Κυριάκος Μητσοτάκης και Αλέξης Τσίπρας επέλεξαν τον ίδιο χώρο, την πρώτη προβλήτα του Λιμανιού, για να απευθύνουν την κεντρική ομιλία τους. 

Έως τώρα οι πολιτικοί αρχηγοί προτίμησαν να μιλούν σε κλειστούς χώρους, μικρής σχετικά χωρητικότητας, να παραχωρούν συνεντεύξεις σε τηλεοπτικούς σταθμούς, ακόμη και στα λεγόμενα «πρωινάδικα», αλλά και σε youtuber καθώς και να προβάλουν χιλιάδες μηνύματα στο TikTok με προφανή στόχο να προσεγγίσουν το νεανικό κοινό. 

Στις μάλλον θετικές εκπλήξεις αυτής της προεκλογικής περιόδου είναι η απουσία τοξικότητας, όπως την είχαμε γνωρίσει παλαιότερα, παρά τις κάποιες ατυχείς δηλώσεις ορισμένων μεμονωμένων στελεχών.

Τα δημοσκοπικά δεδομένα

Στην τελική ευθεία προς τις εκλογές της 21ης Μαΐου, κάποια ερωτήματα σχετικά με το τι θα βγάλει η κάλπη φαίνεται να έχουν ήδη απαντηθεί, κάποια άλλα όμως, θα απαντηθούν το βράδυ των εκλογών ή και τις αμέσως επόμενες ημέρες των διερευνητικών εντολών. 

Το πρώτο ερώτημα που φαίνεται να απαντάται είναι η σειρά εκλογής των κομμάτων. Με βάση τα δεδομένα όλων των δημοσκοπήσεων η Νέα Δημοκρατία θα είναι πρώτο κόμμα και θα ακολουθούν ο ΣΥΡΙΖΑ, το ΠΑΣΟΚ, το ΚΚΕ κ.ο.κ. 

Όσον και αν η Κουμουνδούρου αμφισβητεί τα δημοσκοπικά δεδομένα, τυχόν ανατροπή της σειράς πρώτου, δεύτερου κόμματος θα συνεπάγεται μέγα κάζο για τις εταιρείες δημοσκοπήσεων, μεταξύ αυτών και της εταιρείας με την οποία συνεργάζεται ο ΣΥΡΙΖΑ. 

Στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης προσπαθούν πάντως να αμφισβητήσουν τις δημοσκοπικές βεβαιότητες προβάλλοντας διάφορους ισχυρισμούς, από το ότι σημαντική μερίδα, κυρίως των νεαρών ψηφοφόρων που θα ψηφίσουν για πρώτη φορά και υπολογίζονται περί τις 430.000, δεν καταγράφονται στις δημοσκοπήσεις έως το ότι πολλοί δεν απαντούν επειδή φοβούνται πως... παρακολουθούνται.

Στη Νέα Δημοκρατία, με βάση τα ευρήματα των φανερών ή και κρυφών δημοσκοπήσεων θεωρούν ότι ο στόχος ενός ποσοστού μεταξύ 34% και 35% είναι εφικτός. Στο κυβερνών κόμμα βλέπουν με ανακούφιση η δυναμική των κομμάτων να επιστρέφει σταδιακά στα επίπεδα που είχαν διαμορφωθεί πριν από το πρωτοφανές δυστύχημα των Τεμπών εξ ου και επανήλθε ως ρεαλιστικός ο στόχος της επιδίωξης της αυτοδυναμίας.

Στον ΣΥΡΙΖΑ, πέρα από τον υπερβολικά φιλόδοξο στόχο για πρωτιά, «έστω και με μισή μονάδα», ο ρεαλιστικός πήχης φαίνεται να τοποθετείται σε ένα ποσοστό το οποίο θα γράψει τουλάχιστον «3» μπροστά. Εδώ και μερικές ημέρες και τα δύο κόμματα αυξάνουν τη συσπείρωσή τους, ωστόσο, η αύξηση αυτή είναι μεγαλύτερη για το κυβερνών κόμμα, με αποτέλεσμα να ανοίγει και άλλο η ψαλίδα η οποία σήμερα εκτιμάται από 4% ως και πάνω από 6%.

Το ΠΑΣΟΚ δείχνει να σταθεροποιείται σε ποσοστά υψηλότερα από το 8,1% που πήρε το 2019, αλλά ο στόχος για ένα ισχυρό διψήφιο ποσοστό φαντάζει μάλλον δύσκολος.

Το ΚΚΕ εμφανίζεται αρκετά ενισχυμένο, τουλάχιστον κατά μία μονάδα σε σχέση με το 5,3% του 2019, το ΜέΡΑ25 φαίνεται να εξασφαλίζει με άνεση και με καλό ποσοστό την είσοδο στη Βουλή, συγκεντρώνοντας αρκετή αντισυστημική ψήφο, αλλά και την προτίμηση μερίδας των ψηφοφόρων που θα προσέλθουν για πρώτη φορά στην κάλπη, ενώ η Ελληνική Λύση δείχνει να βρίσκεται σε μικρή υποχώρηση, μετά τις εσωτερικές αναταράξεις των δύο τελευταίων εβδομάδων εξαιτίας της αποπομπής βουλευτών από τα ψηφοδέλτια του κόμματος.

Θα πρέπει να σημειωθεί σε αυτό το σημείο ότι υπάρχουν δύο αστάθμητοι παράγοντες οι οποίοι μπορούν να διαφοροποιήσουν εν μέρει, τα δημοσκοπικά δεδομένα. 

Ο πρώτος αφορά την γκρίζα ζώνη της αδιευκρίνιστης ψήφου και κυρίως των αναποφάσιστων. Ένα σημαντικό μέρος αυτών φαίνεται να επιστρέφει στη ΝΔ από την οποία είχε μετακινηθεί μετά τα Τέμπη, ενώ μικρότερα μερίδια κατανέμονται σε ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ. 

Ο δεύτερος παράγοντας είναι η κάλπη την οποία θα επιλέξουν οι ψηφοφόρου του «κόμματος Κασιδιάρη» το οποίο είναι πλέον εκτός παιχνιδιού, μετά την απόφαση του Αρείου Πάγου. Οι εκτιμήσεις θέλουν αυτούς τους ψηφοφόρους να κατευθύνονται σε μικρότερα ακροδεξιά ή αντισυστημικά κόμματα, συνεπώς, δεν θα είναι σε θέση να επηρεάσουν την τελική διάταξη των κομμάτων. 

Αλλά ούτε και το περίφημο debate της Τετάρτης το οποίο κινήθηκε στα απολύτως προβλεπόμενα πλαίσια, κατάφερε να μπει στην εκλογική εξίσωση.

Θα υπάρξει κυβέρνηση;

Το δεύτερο ερώτημα το οποίο φαίνεται επίσης να έχει απαντηθεί είναι ότι, με βάση και τα ανωτέρω, από την κάλπη της Κυριακής δεν πρόκειται να υπάρξει αυτοδύναμη κυβέρνηση. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι δεν μπορεί να προκύψει κυβέρνηση συνεργασίας, σενάριο το οποίο ευνοείται από την ισχυρή πιθανότητα πλέον και η επόμενη Βουλή να είναι εξακομματική. 

Με βάση τελευταίες μετρήσεις που δείχνουν τη ΝΔ να ανεβάζει και άλλο τη συσπείρωσή της και το ΠΑΣΟΚ να καταφέρνει, έστω και οριακό διψήφιο ποσοστό, τα δύο κόμματα φαίνεται, υπό κάποιες προϋποθέσεις, να συγκροτούν κοινοβουλευτική πλειοψηφία 151 έως 154 εδρών. 

Το ερώτημα, βεβαίως, είναι εάν οι ηγεσίες των δύο κομμάτων θα επιδιώξουν να συγκροτήσουν μία τέτοια κυβέρνηση. Με βάση τις εκατέρωθεν δηλώσεις, καθώς και όσα ειπώθηκαν στο debate της περασμένης Τετάρτης η απάντηση σε αυτό το ερώτημα είναι αρνητική.

Επίσης φαίνεται παντελώς ανέφικτο το σενάριο συγκρότησης «κυβέρνησης των ηττημένων» καθώς το άθροισμα των εδρών ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ και ΜέΡΑ25 έχει ως οροφή τις 145 έδρες.


Ο στόχος της ΝΔ

Εφόσον τα δημοσκοπικά δεδομένα επιβεβαιωθούν στην κάλπη η πρώτη διερευνητική εντολή το πρωί της 22ας Μαΐου θα παραδοθεί στα χέρια του Κυριάκου Μητσοτάκη. Το ερώτημα είναι εάν ο πρόεδρος της ΝΔ θα την αξιοποιήσει ή θα την επιστρέψει την ίδια στιγμή. Ο ίδιος επιθυμεί ασφαλώς το δεύτερο και αυτό θα πράξει εφόσον του το επιτρέψει βεβαίως το εκλογικό ποσοστό που θα λάβει το κυβερνών κόμμα. 

Ο διακηρυγμένος στόχος του πρωθυπουργού είναι η επιδίωξη της αυτοδυναμίας. Αυτό όμως προϋποθέτει ότι η ΝΔ θα λάβει ποσοστό τουλάχιστον 34% με 35% ώστε να νομιμοποιείται να πει ότι θα πάει σε επαναληπτική εκλογή στις 2 Ιουλίου για να πετύχει ποσοστό της τάξης του 37,5% με 38% που εκτιμάται ότι θα αρκεί για την αυτοδυναμία. 

Βεβαίως, σε αυτήν την περίπτωση θα πρέπει να εξηγήσει με τρόπο πειστικό γιατί δεν επιδιώκει κυβέρνηση συνεργασίας με το ΠΑΣΟΚ, εφόσον προκύπτει το επιτρέπουν οι αριθμοί, αλλά προτιμά να παρατείνει την πολιτική εκκρεμότητα στη χώρα. 

Το επιχείρημα της ΝΔ σε αυτή την περίπτωση είναι ότι ακόμη και εάν επαρκούν οι έδρες δεν συντρέχουν οι πολιτικές προϋποθέσεις, καθώς ο Νίκος Ανδρουλάκης θέτει ανυπέρβλητα εμπόδια, όπως για παράδειγμα, να μην είναι πρωθυπουργός ο κ. Μητσοτάκης. Σε κάθε περίπτωση, αποτυχία για τη ΝΔ θα είναι οποιοδήποτε ποσοστό κάτω του 33%, ενώ ως επιτυχία θα θεωρηθεί ποσοστό άνω του 34% και με τη διαφορά από τον ΣΥΡΙΖΑ στις τέσσερις ποσοστιαίες μονάδες τουλάχιστον.


Οι επιδιώξεις του ΣΥΡΙΖΑ

Στην Κουμουνδούρου από την άλλη, παρά τον διακηρυγμένο στόχο της πρωτιάς «έστω και με μισή μονάδα», γνωρίζουν καλά ότι αυτό δεν είναι το πιθανότερο σενάριο. Εφόσον η κάλπη επιβεβαιώσει τα δημοσκοπικά δεδομένα και το άθροισμα των εδρών ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ και ΜέΡΑ25, υπολείπεται των 150, τότε το πιθανότερο είναι και ο Αλέξης Τσίπρας να παραδώσει αμέσως τη διερευνητική εντολή.

Σε αυτήν την περίπτωση δύο είναι τα κρίσιμα μεγέθη για το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης και τον τέως πρωθυπουργό. Το πρώτο είναι το ποσοστό που θα λάβει ο ΣΥΡΙΖΑ. Εάν δεν έχει «3» μπροστά θα πρόκειται ασφαλώς για αποτυχία. Θα είναι η πρώτη φορά που κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης θα λάβει ποσοστό χαμηλότερο των προηγούμενων εκλογών, έπειτα μάλιστα από μία κυβερνητική θητεία του αντιπάλου την οποία το ίδιο έχει χαρακτηρίσει «καταστροφική». 

Το δεύτερο κρίσιμο μέγεθος θα είναι η διαφορά που θα έχει ο ΣΥΡΙΖΑ από τη ΝΔ. Εάν αυτή είναι μεγαλύτερη των τριών, τεσσάρων μονάδων η Κουμουνδούρου δεν θα πρέπει να αισθάνεται καθόλου ικανοποιημένη. Ο συνδυασμός δε, ενός ποσοστού μικρότερου του 30% ή ακόμη και μικρότερου του 31,5% που είχε πάρει το 2019, με μία διαφορά άνω των τεσσάρων ποσοστιαίων μονάδων, είναι βέβαιο πως θα δημιουργήσει σημαντικά προβλήματα στον Αλέξη Τσίπρα.


Ο πήχης για το ΠΑΣΟΚ

Οι εκλογές είναι κρίσιμες και για τον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ. Ο Νίκος Ανδρουλάκης ξεκίνησε με δημοσκοπική φόρα την καριέρα του στην ηγεσία του Χαριλάου Τρικούπη, φτάνοντας να καταγράφει ποσοστά ως και 16%, αλλά τα είδε σταδιακά να υποχωρούν και τώρα είναι αναγκασμένος να δώσει μία μάχη επιβίωσης καθώς οποιοδήποτε ποσοστό κάτω του 10% θα συνιστά γι’ αυτόν αποτυχία. 

Η αλλαγή στην ηγεσία πριν από περίπου ενάμιση χρόνο, δημιούργησε κλίμα αισιοδοξίας ότι το κόμμα θα καταφέρει να παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο, επιτυγχάνοντας σημαντικό διψήφιο ποσοστό. Όμως ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ υιοθέτησε μία προεκλογική τακτική «υψηλού ρίσκου» με το «ούτε Μητσοτάκης, ούτε Τσίπρας» και αυτό φαίνεται να μην του βγαίνει προς το παρόν.

Ο κ. Ανδρουλάκης θα βρεθεί σε δύσκολη θέση στην περίπτωση που οι βουλευτές του ΠΑΣΟΚ θα αρκούν για συγκρότηση κυβέρνησης συνεργασίας με τη ΝΔ. Εάν επιμείνει στο «όχι πρωθυπουργός ο Μητσοτάκης», διευκολύνει τον αρχηγό της ΝΔ να πάει σε επαναληπτικές εκλογές στις οποίες το κόμμα του θα δεχθεί ακόμη μεγαλύτερες πιέσεις. Το καλό σενάριο για τον κ. Ανδρουλάκη είναι να πετύχει το ΠΑΣΟΚ ένα καθαρό διψήφιο ποσοστό της τάξης του 12% και την ίδια ώρα ο κ. Μητσοτάκης να επιμείνει στη επιδίωξη της αυτοδυναμίας ώστε να χρεωθεί εκείνος την προσφυγή σε νέες εκλογές.

Με βάση τα έως τώρα δεδομένα και εάν δεν συμβεί κάτι δραματικό την τελευταία εβδομάδα, ικανό να διαφοροποιήσει μία, κατά τα φαινόμενα, παγιωμένη κατάσταση, η τελική αναμέτρηση θα κριθεί απ' ότι φαίνεται στα... play off της 2ας Ιουλίου.

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 14.05.2023

«Η κάλπη είναι γκαστρωμένη», έλεγε το πάλαι ποτέ ο ιστορικός ηγέτης του ΚΚΕ Χαρίλαος Φλωράκης, σε μία εποχή που οι δημοσκοπήσεις δεν είχαν μπει ακόμη στην εξίσωση των εκλογών. Μοναδικό στοιχείο πρόγνωσης ήταν η μαζικότητα των πολιτικών συγκεντρώσεων, παρά τις μετακινούμενες στρατιές των οπαδών. Ήταν οι εποχές που η μάχη κρινόταν στην πλατεία. 

Προϊόντος του χρόνου τα χαρακτηριστικά των εκλογικών αναμετρήσεων έχουν διαφοροποιηθεί σημαντικά. Οι δημοσκοπήσεις, όσο έξω και αν πέφτουν καμιά φορά, δεν παύουν να προϊδεάζουν για το τελικό εκλογικό αποτέλεσμα. 

Αν όχι για τα ακριβή ποσοστά, τουλάχιστον για τη σειρά κατάταξης των κομμάτων. Εξαίρεση η οριακή αναμέτρηση του 2000 καθώς και οι εκλογές του Μαΐου του 2012 όταν υπήρξε κατάρρευση του πολιτικού σκηνικού, όπως το είχαμε γνωρίσει όλα τα χρόνια μετά τη μεταπολίτευση.

Η τρέχουσα προεκλογική περίοδος έχει τα δικά της, ιδιαίτερα χαρακτηριστικά. Οι εκλογές της προσεχούς Κυριακής είναι οι «εκλογές του καναπέ» και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης. 

Μόνον την τελευταία εβδομάδα που απομένει αναμένεται να δούμε κάποιο κόσμο στις πλατείες. Μάλιστα, στη Θεσσαλονίκη θα υπάρχει η δυνατότητα της απόλυτης σύγκρισης καθώς Κυριάκος Μητσοτάκης και Αλέξης Τσίπρας επέλεξαν τον ίδιο χώρο, την πρώτη προβλήτα του Λιμανιού, για να απευθύνουν την κεντρική ομιλία τους. 

Έως τώρα οι πολιτικοί αρχηγοί προτίμησαν να μιλούν σε κλειστούς χώρους, μικρής σχετικά χωρητικότητας, να παραχωρούν συνεντεύξεις σε τηλεοπτικούς σταθμούς, ακόμη και στα λεγόμενα «πρωινάδικα», αλλά και σε youtuber καθώς και να προβάλουν χιλιάδες μηνύματα στο TikTok με προφανή στόχο να προσεγγίσουν το νεανικό κοινό. 

Στις μάλλον θετικές εκπλήξεις αυτής της προεκλογικής περιόδου είναι η απουσία τοξικότητας, όπως την είχαμε γνωρίσει παλαιότερα, παρά τις κάποιες ατυχείς δηλώσεις ορισμένων μεμονωμένων στελεχών.

Τα δημοσκοπικά δεδομένα

Στην τελική ευθεία προς τις εκλογές της 21ης Μαΐου, κάποια ερωτήματα σχετικά με το τι θα βγάλει η κάλπη φαίνεται να έχουν ήδη απαντηθεί, κάποια άλλα όμως, θα απαντηθούν το βράδυ των εκλογών ή και τις αμέσως επόμενες ημέρες των διερευνητικών εντολών. 

Το πρώτο ερώτημα που φαίνεται να απαντάται είναι η σειρά εκλογής των κομμάτων. Με βάση τα δεδομένα όλων των δημοσκοπήσεων η Νέα Δημοκρατία θα είναι πρώτο κόμμα και θα ακολουθούν ο ΣΥΡΙΖΑ, το ΠΑΣΟΚ, το ΚΚΕ κ.ο.κ. 

Όσον και αν η Κουμουνδούρου αμφισβητεί τα δημοσκοπικά δεδομένα, τυχόν ανατροπή της σειράς πρώτου, δεύτερου κόμματος θα συνεπάγεται μέγα κάζο για τις εταιρείες δημοσκοπήσεων, μεταξύ αυτών και της εταιρείας με την οποία συνεργάζεται ο ΣΥΡΙΖΑ. 

Στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης προσπαθούν πάντως να αμφισβητήσουν τις δημοσκοπικές βεβαιότητες προβάλλοντας διάφορους ισχυρισμούς, από το ότι σημαντική μερίδα, κυρίως των νεαρών ψηφοφόρων που θα ψηφίσουν για πρώτη φορά και υπολογίζονται περί τις 430.000, δεν καταγράφονται στις δημοσκοπήσεις έως το ότι πολλοί δεν απαντούν επειδή φοβούνται πως... παρακολουθούνται.

Στη Νέα Δημοκρατία, με βάση τα ευρήματα των φανερών ή και κρυφών δημοσκοπήσεων θεωρούν ότι ο στόχος ενός ποσοστού μεταξύ 34% και 35% είναι εφικτός. Στο κυβερνών κόμμα βλέπουν με ανακούφιση η δυναμική των κομμάτων να επιστρέφει σταδιακά στα επίπεδα που είχαν διαμορφωθεί πριν από το πρωτοφανές δυστύχημα των Τεμπών εξ ου και επανήλθε ως ρεαλιστικός ο στόχος της επιδίωξης της αυτοδυναμίας.

Στον ΣΥΡΙΖΑ, πέρα από τον υπερβολικά φιλόδοξο στόχο για πρωτιά, «έστω και με μισή μονάδα», ο ρεαλιστικός πήχης φαίνεται να τοποθετείται σε ένα ποσοστό το οποίο θα γράψει τουλάχιστον «3» μπροστά. Εδώ και μερικές ημέρες και τα δύο κόμματα αυξάνουν τη συσπείρωσή τους, ωστόσο, η αύξηση αυτή είναι μεγαλύτερη για το κυβερνών κόμμα, με αποτέλεσμα να ανοίγει και άλλο η ψαλίδα η οποία σήμερα εκτιμάται από 4% ως και πάνω από 6%.

Το ΠΑΣΟΚ δείχνει να σταθεροποιείται σε ποσοστά υψηλότερα από το 8,1% που πήρε το 2019, αλλά ο στόχος για ένα ισχυρό διψήφιο ποσοστό φαντάζει μάλλον δύσκολος.

Το ΚΚΕ εμφανίζεται αρκετά ενισχυμένο, τουλάχιστον κατά μία μονάδα σε σχέση με το 5,3% του 2019, το ΜέΡΑ25 φαίνεται να εξασφαλίζει με άνεση και με καλό ποσοστό την είσοδο στη Βουλή, συγκεντρώνοντας αρκετή αντισυστημική ψήφο, αλλά και την προτίμηση μερίδας των ψηφοφόρων που θα προσέλθουν για πρώτη φορά στην κάλπη, ενώ η Ελληνική Λύση δείχνει να βρίσκεται σε μικρή υποχώρηση, μετά τις εσωτερικές αναταράξεις των δύο τελευταίων εβδομάδων εξαιτίας της αποπομπής βουλευτών από τα ψηφοδέλτια του κόμματος.

Θα πρέπει να σημειωθεί σε αυτό το σημείο ότι υπάρχουν δύο αστάθμητοι παράγοντες οι οποίοι μπορούν να διαφοροποιήσουν εν μέρει, τα δημοσκοπικά δεδομένα. 

Ο πρώτος αφορά την γκρίζα ζώνη της αδιευκρίνιστης ψήφου και κυρίως των αναποφάσιστων. Ένα σημαντικό μέρος αυτών φαίνεται να επιστρέφει στη ΝΔ από την οποία είχε μετακινηθεί μετά τα Τέμπη, ενώ μικρότερα μερίδια κατανέμονται σε ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ. 

Ο δεύτερος παράγοντας είναι η κάλπη την οποία θα επιλέξουν οι ψηφοφόρου του «κόμματος Κασιδιάρη» το οποίο είναι πλέον εκτός παιχνιδιού, μετά την απόφαση του Αρείου Πάγου. Οι εκτιμήσεις θέλουν αυτούς τους ψηφοφόρους να κατευθύνονται σε μικρότερα ακροδεξιά ή αντισυστημικά κόμματα, συνεπώς, δεν θα είναι σε θέση να επηρεάσουν την τελική διάταξη των κομμάτων. 

Αλλά ούτε και το περίφημο debate της Τετάρτης το οποίο κινήθηκε στα απολύτως προβλεπόμενα πλαίσια, κατάφερε να μπει στην εκλογική εξίσωση.

Θα υπάρξει κυβέρνηση;

Το δεύτερο ερώτημα το οποίο φαίνεται επίσης να έχει απαντηθεί είναι ότι, με βάση και τα ανωτέρω, από την κάλπη της Κυριακής δεν πρόκειται να υπάρξει αυτοδύναμη κυβέρνηση. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι δεν μπορεί να προκύψει κυβέρνηση συνεργασίας, σενάριο το οποίο ευνοείται από την ισχυρή πιθανότητα πλέον και η επόμενη Βουλή να είναι εξακομματική. 

Με βάση τελευταίες μετρήσεις που δείχνουν τη ΝΔ να ανεβάζει και άλλο τη συσπείρωσή της και το ΠΑΣΟΚ να καταφέρνει, έστω και οριακό διψήφιο ποσοστό, τα δύο κόμματα φαίνεται, υπό κάποιες προϋποθέσεις, να συγκροτούν κοινοβουλευτική πλειοψηφία 151 έως 154 εδρών. 

Το ερώτημα, βεβαίως, είναι εάν οι ηγεσίες των δύο κομμάτων θα επιδιώξουν να συγκροτήσουν μία τέτοια κυβέρνηση. Με βάση τις εκατέρωθεν δηλώσεις, καθώς και όσα ειπώθηκαν στο debate της περασμένης Τετάρτης η απάντηση σε αυτό το ερώτημα είναι αρνητική.

Επίσης φαίνεται παντελώς ανέφικτο το σενάριο συγκρότησης «κυβέρνησης των ηττημένων» καθώς το άθροισμα των εδρών ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ και ΜέΡΑ25 έχει ως οροφή τις 145 έδρες.


Ο στόχος της ΝΔ

Εφόσον τα δημοσκοπικά δεδομένα επιβεβαιωθούν στην κάλπη η πρώτη διερευνητική εντολή το πρωί της 22ας Μαΐου θα παραδοθεί στα χέρια του Κυριάκου Μητσοτάκη. Το ερώτημα είναι εάν ο πρόεδρος της ΝΔ θα την αξιοποιήσει ή θα την επιστρέψει την ίδια στιγμή. Ο ίδιος επιθυμεί ασφαλώς το δεύτερο και αυτό θα πράξει εφόσον του το επιτρέψει βεβαίως το εκλογικό ποσοστό που θα λάβει το κυβερνών κόμμα. 

Ο διακηρυγμένος στόχος του πρωθυπουργού είναι η επιδίωξη της αυτοδυναμίας. Αυτό όμως προϋποθέτει ότι η ΝΔ θα λάβει ποσοστό τουλάχιστον 34% με 35% ώστε να νομιμοποιείται να πει ότι θα πάει σε επαναληπτική εκλογή στις 2 Ιουλίου για να πετύχει ποσοστό της τάξης του 37,5% με 38% που εκτιμάται ότι θα αρκεί για την αυτοδυναμία. 

Βεβαίως, σε αυτήν την περίπτωση θα πρέπει να εξηγήσει με τρόπο πειστικό γιατί δεν επιδιώκει κυβέρνηση συνεργασίας με το ΠΑΣΟΚ, εφόσον προκύπτει το επιτρέπουν οι αριθμοί, αλλά προτιμά να παρατείνει την πολιτική εκκρεμότητα στη χώρα. 

Το επιχείρημα της ΝΔ σε αυτή την περίπτωση είναι ότι ακόμη και εάν επαρκούν οι έδρες δεν συντρέχουν οι πολιτικές προϋποθέσεις, καθώς ο Νίκος Ανδρουλάκης θέτει ανυπέρβλητα εμπόδια, όπως για παράδειγμα, να μην είναι πρωθυπουργός ο κ. Μητσοτάκης. Σε κάθε περίπτωση, αποτυχία για τη ΝΔ θα είναι οποιοδήποτε ποσοστό κάτω του 33%, ενώ ως επιτυχία θα θεωρηθεί ποσοστό άνω του 34% και με τη διαφορά από τον ΣΥΡΙΖΑ στις τέσσερις ποσοστιαίες μονάδες τουλάχιστον.


Οι επιδιώξεις του ΣΥΡΙΖΑ

Στην Κουμουνδούρου από την άλλη, παρά τον διακηρυγμένο στόχο της πρωτιάς «έστω και με μισή μονάδα», γνωρίζουν καλά ότι αυτό δεν είναι το πιθανότερο σενάριο. Εφόσον η κάλπη επιβεβαιώσει τα δημοσκοπικά δεδομένα και το άθροισμα των εδρών ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ και ΜέΡΑ25, υπολείπεται των 150, τότε το πιθανότερο είναι και ο Αλέξης Τσίπρας να παραδώσει αμέσως τη διερευνητική εντολή.

Σε αυτήν την περίπτωση δύο είναι τα κρίσιμα μεγέθη για το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης και τον τέως πρωθυπουργό. Το πρώτο είναι το ποσοστό που θα λάβει ο ΣΥΡΙΖΑ. Εάν δεν έχει «3» μπροστά θα πρόκειται ασφαλώς για αποτυχία. Θα είναι η πρώτη φορά που κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης θα λάβει ποσοστό χαμηλότερο των προηγούμενων εκλογών, έπειτα μάλιστα από μία κυβερνητική θητεία του αντιπάλου την οποία το ίδιο έχει χαρακτηρίσει «καταστροφική». 

Το δεύτερο κρίσιμο μέγεθος θα είναι η διαφορά που θα έχει ο ΣΥΡΙΖΑ από τη ΝΔ. Εάν αυτή είναι μεγαλύτερη των τριών, τεσσάρων μονάδων η Κουμουνδούρου δεν θα πρέπει να αισθάνεται καθόλου ικανοποιημένη. Ο συνδυασμός δε, ενός ποσοστού μικρότερου του 30% ή ακόμη και μικρότερου του 31,5% που είχε πάρει το 2019, με μία διαφορά άνω των τεσσάρων ποσοστιαίων μονάδων, είναι βέβαιο πως θα δημιουργήσει σημαντικά προβλήματα στον Αλέξη Τσίπρα.


Ο πήχης για το ΠΑΣΟΚ

Οι εκλογές είναι κρίσιμες και για τον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ. Ο Νίκος Ανδρουλάκης ξεκίνησε με δημοσκοπική φόρα την καριέρα του στην ηγεσία του Χαριλάου Τρικούπη, φτάνοντας να καταγράφει ποσοστά ως και 16%, αλλά τα είδε σταδιακά να υποχωρούν και τώρα είναι αναγκασμένος να δώσει μία μάχη επιβίωσης καθώς οποιοδήποτε ποσοστό κάτω του 10% θα συνιστά γι’ αυτόν αποτυχία. 

Η αλλαγή στην ηγεσία πριν από περίπου ενάμιση χρόνο, δημιούργησε κλίμα αισιοδοξίας ότι το κόμμα θα καταφέρει να παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο, επιτυγχάνοντας σημαντικό διψήφιο ποσοστό. Όμως ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ υιοθέτησε μία προεκλογική τακτική «υψηλού ρίσκου» με το «ούτε Μητσοτάκης, ούτε Τσίπρας» και αυτό φαίνεται να μην του βγαίνει προς το παρόν.

Ο κ. Ανδρουλάκης θα βρεθεί σε δύσκολη θέση στην περίπτωση που οι βουλευτές του ΠΑΣΟΚ θα αρκούν για συγκρότηση κυβέρνησης συνεργασίας με τη ΝΔ. Εάν επιμείνει στο «όχι πρωθυπουργός ο Μητσοτάκης», διευκολύνει τον αρχηγό της ΝΔ να πάει σε επαναληπτικές εκλογές στις οποίες το κόμμα του θα δεχθεί ακόμη μεγαλύτερες πιέσεις. Το καλό σενάριο για τον κ. Ανδρουλάκη είναι να πετύχει το ΠΑΣΟΚ ένα καθαρό διψήφιο ποσοστό της τάξης του 12% και την ίδια ώρα ο κ. Μητσοτάκης να επιμείνει στη επιδίωξη της αυτοδυναμίας ώστε να χρεωθεί εκείνος την προσφυγή σε νέες εκλογές.

Με βάση τα έως τώρα δεδομένα και εάν δεν συμβεί κάτι δραματικό την τελευταία εβδομάδα, ικανό να διαφοροποιήσει μία, κατά τα φαινόμενα, παγιωμένη κατάσταση, η τελική αναμέτρηση θα κριθεί απ' ότι φαίνεται στα... play off της 2ας Ιουλίου.

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 14.05.2023

ΣΧΟΛΙΑ

Επιλέξτε Κατηγορία