ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Στα «χαρακώματα» κυβέρνηση - τράπεζες, στα… οχυρά οι δανειολήπτες

Γιατί οι συνεπείς οφειλέτες πληρώνουν τα σπασμένα - Τι προβλέπει το σχέδιο για την στήριξη των ευάλωτων δανειοληπτών - Πόσοι και πώς θα πάρουν επιδότηση - Ποιες «αμαρτίες» βαραίνουν τα τραπεζικά ιδρύματα

 14/12/2022 07:00

Στα «χαρακώματα» κυβέρνηση - τράπεζες, στα… οχυρά οι δανειολήπτες

Στέφανος Μαχτσίρας

Τα «μαχαίρια από τα θηκάρια» έβγαλαν κυβέρνηση και τραπεζίτες, την ώρα που μερίδα δανειοληπτών υφίσταται τις συνέπειες ακρίβειας, ενεργειακής κρίσης και ανόδου των επιτοκίων, με αποτέλεσμα σε πολλές περιπτώσεις δάνεια που μέχρι πρότινος αποπληρώνονταν κανονικά, πλέον να δυσκολεύονται να εξυπηρετηθούν.

Το σχέδιο στήριξης των ευάλωτων, που μετά από άσκηση έντονων πιέσεων από το οικονομικό επιτελείο επεξεργάζονται οι τραπεζίτες, έχει συμβάλλει στην εκτόνωση του «δύσκολου» κλίματος που είχε διαμορφωθεί στις σχέσεις των δύο πλευρών με τα… μαχαίρα να ξαναμπαίνουν στα θηκάρια, την ώρα που η ελληνική οικονομία βρίσκεται σε σημείο καμπής και έχει απόλυτη ανάγκη τις τράπεζες για να «τρέξει» στον μαραθώνιο της ανάπτυξης.

Η αύξηση των δόσεων, απόρροια της ανόδου των επιτοκίων από την ΕΚΤ για να μπει φρένο στον πληθωρισμό, πλήττει τους συνεπείς δανειολήπτες που δεν κατέφυγαν σε ρύθμιση της οφειλής τους. Πρόκειται για εκείνους οι οποίοι έλαβαν δάνειο την προηγούμενη δεκαετία αποπληρώνοντας μέχρι σήμερα κανονικά το χρέος τους και τώρα βρίσκονται αντιμέτωποι με αυξημένες μηνιαίες δόσεις μέχρι και 175 ευρώ.

Για ένα δάνειο π.χ. 100.000 ευρώ που δόθηκε το 2013 με επιτόκιο 3,5% και σήμερα έχει αυξηθεί στο 5,5% και έχει διάρκεια αποπληρωμής τα 20 χρόνια, η δόση έχει «τσιμπήσει» σε σχέση με τον Ιούλιο από τα 586 ευρώ στα 694 ευρώ (άνοδος 108 ευρώ) ενώ προβλέπεται περαιτέρω αύξηση, εφόσον το επιτόκιο αναφοράς ανεβεί στο 3%, με την μηνιαία δόση τότε, σε σχέση με τον Ιούλιο, να προσεγγίζει τα 175 ευρώ.

Αν αυτές οι αυξήσεις συνδυαστούν με τις ραγδαίες ανατιμήσεις σε ενέργεια και είδη πρώτης ανάγκης, καθίσταται σαφές πως η θηλιά για τους συνεπείς σφίγγει με τα δάνειά τους να είναι ένα βήμα από το να… βαθυκοκκινίσουν, αν δε γίνει κάτι δραστικό.

Οι τράπεζες από την πλευρά τους ενώ στην αρχή πήγαν να κάνουν… τον ψόφιο κοριό πετώντας στο οικονομικό επιτελείο το μπαλάκι προσβλέποντας σε κρατική στήριξη των ευάλωτων, μετά τα πρωθυπουργικά «γκάζια» ανακρούουν σταδιακά πρύμναν, ζυγίζοντας πιθανές λύσεις στήριξης για τα δάνεια όσων έχουν ανάγκη (υπολογίζονται σε 30.000 - 40.000). Ουσιαστικά με την τακτική τους «βασανίζουν» πολίτες, διακινδυνεύοντας μία νέα γενιά κόκκινων δανείων, οι οποίοι πλήρωναν κανονικά ακόμα και στα μνημονιακά χρόνια τις δόσεις των οφειλών τους.

Έχοντας λοιπόν λάβει το αυστηρό κυβερνητικό μήνυμα που ξέκοψε κάθε πιθανότητα για κρατική βοήθεια ελέω πιεσμένων δημοσιονομικών μεγεθών, οι τράπεζες γράφουν και σβήνουν πιθανές λύσεις.

Στο πλαίσιο αυτό εξετάζεται:

- Επιδότηση των μηνιαίων δόσεων των ευάλωτων δανειοληπτών κατά 50%. Αν δηλαδή η δόση έχει αυξηθεί 100 ευρώ οι τράπεζες θα δώσουν τα 50.

- Η διάρκεια της επιδότησης προσομοιάζει της Γέφυρας Ι και ανέρχεται σε 12 μήνες. Εφόσον εφαρμοστεί από 01/01/2023, θα διατρέξει όλο το επόμενο έτος.

- Επιλέξιμοι οφειλέτες είναι όσοι έχουν λάβει στεγαστικό δάνειο με υποθήκη πρώτης κατοικίας.

- Η περίμετρος του προγράμματος είναι σημαντικά μικρότερη, καθώς θα περιλαμβάνει μόνο τους ευάλωτους δανειολήπτες, με εισοδηματικά προφανώς κριτήρια. Εκτιμάται ότι οι δικαιούχοι δεν θα ξεπερνούν τις 20 χιλ. με 30 χιλ. έναντι των 75.666 που ήταν στη Γέφυρα Ι.

Σύμφωνα με το υπό διαμόρφωση σχέδιο, μία τεχνική λύση που εξετάζεται είναι να συγκεντρώνονται οι «εισφορές» των τραπεζών σε έναν δημόσιο «κουμπαρά» από όπου θα πιστώνονται οι επιδοτήσεις στους ευάλωτους οφειλέτες που θα ενταχθούν στο πρόγραμμα.

Τα επιτελεία των τεσσάρων συστημικών τραπεζών θα σπεύσουν σε πρώτη φάση να στείλουν στη Φρανκφούρτη τα χαρακτηριστικά της πρότασης που εμπίπτουν στο εποπτικό ενδιαφέρον της αρμόδιας αρχής της ΕΚΤ.

Με βάση αυτές τις παραμέτρους, ο Επόπτης θα αποφανθεί το κόστος που συνεπάγεται για τις τράπεζες η επιδότηση των δανειακών υποχρεώσεων των ευάλωτων νοικοκυριών.

Η αρμοδιότητά του Επόπτη έγκειται στον υπολογισμό των επιπλέον κεφαλαίων που θα χρειαστούν οι τράπεζες για να εφαρμόσουν το σχέδιο. Έτσι, θα ζητηθεί από κάθε τράπεζα χωριστά να καταθέσει σχέδιο κεφαλαιακής ενίσχυσης αναλόγως της «τρύπας» που θα δημιουργήσει η εν λόγω πρωτοβουλία.

Με άλλα λόγια, οι τέσσερις συστημικές τράπεζες θα κληθούν να «θυσιάσουν» ένα μικρό μέρος από τα κέρδη ύψους 3,5 δισ. ευρώ που θα εμφανίσουν το 2022.

Tην ίδια στιγμή, η κυβέρνηση βγάζει στη σέντρα τις τράπεζες και για άλλα ζητήματα.

Επιτόκια: Το οικονομικό επιτελείο πιέζει για αύξηση των επιτοκίων καταθέσεων και μείωση των επιτοκίων χορηγήσεων. Οι τράπεζες το έχουν παρατραβήξει με τις ιλιγγιώδεις αυξήσεις στα επιτόκια χορηγήσεων δανείων ενώ τα επιτόκια καταθέσεων παραμένουν σε βαρομετρικό χαμηλό.

Σύμφωνα με στοιχεία της Τράπεζα της Ελλάδος για τον Οκτώβριο, σημαντική αύξηση καταγράφεται στο κυμαινόμενο επιτόκιο των στεγαστικών δανείων το οποίο σχεδόν διπλασιάστηκε από την αρχή του χρόνου (από 2,36% στο 4%).

Οι τράπεζες διατηρήσαν τον μήνα αυτό σχεδόν αμετάβλητο στο 0,05% το επιτόκιο των νέων καταθέσεων (από 0,04% στην αρχή του έτους) αυξάνοντας όμως το σταθμισμένο επιτόκιο των νέων δανείων στο 4,86%, από 3,90% που ήταν στην αρχή του 2022. Η εξέλιξη αυτή είχε ως αποτέλεσμα να αυξηθεί το επιτοκιακό περιθώριο στο 4,23% από 3,86% που ήταν στην αρχή του έτους.

Η αιτία είναι η πλεονάζουσα ρευστότητα που υπάρχει στο τραπεζικό σύστημα και η οποία συγκρατεί τα επιτόκια καταθέσεων χαμηλά, παρά την παράλληλη άνοδο των επιτοκίων χορηγήσεων, που ενισχύονται λόγω της ανόδου του euribor. Οι συνολικές καταθέσεις στις τράπεζες έχουν αυξηθεί στα 183,1 δισ. ευρώ από 132,9 δισ. ευρώ στις αρχές του 2019, καταγράφοντας άνοδο πάνω από 45 δισ. τα τελευταία χρόνια.

Προμήθειες: Η κυβέρνηση ζητά εξορθολογισμό των χρεώσεων σε απλές τραπεζικές συναλλαγές με τις ελληνικές τράπεζες να αντιτείνουν πως τα έσοδα από προμήθειες είναι από τα χαμηλότερα στην Ευρώπη

- Μπόνους: Το ΥΠΟΙΚ απέρριψε ρητά το ενδεχόμενο να καταβληθούν μπόνους στα υψηλόβαθμα τραπεζικά για τη χρήση του 2022. Μπόνους σε τραπεζικά στελέχη θα αποτελούσε το λιγότερο πρόκληση μέσα σε μία τέτοια συγκυρία…

Αξίζει να σημειωθεί πως οι τράπεζες από το 2013 μέχρι το 2015 έχουν ανακεφαλαιοποιηθεί τρεις φορές με το δημόσιο να συνεισφέρει 30 δισ. ευρώ, διαδικασία απολύτως αναγκαία, καθώς σε διαφορετική περίπτωση θα πλήρωναν τη λυπητερή οι καταθέτες…

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 11.12.2022

Τα «μαχαίρια από τα θηκάρια» έβγαλαν κυβέρνηση και τραπεζίτες, την ώρα που μερίδα δανειοληπτών υφίσταται τις συνέπειες ακρίβειας, ενεργειακής κρίσης και ανόδου των επιτοκίων, με αποτέλεσμα σε πολλές περιπτώσεις δάνεια που μέχρι πρότινος αποπληρώνονταν κανονικά, πλέον να δυσκολεύονται να εξυπηρετηθούν.

Το σχέδιο στήριξης των ευάλωτων, που μετά από άσκηση έντονων πιέσεων από το οικονομικό επιτελείο επεξεργάζονται οι τραπεζίτες, έχει συμβάλλει στην εκτόνωση του «δύσκολου» κλίματος που είχε διαμορφωθεί στις σχέσεις των δύο πλευρών με τα… μαχαίρα να ξαναμπαίνουν στα θηκάρια, την ώρα που η ελληνική οικονομία βρίσκεται σε σημείο καμπής και έχει απόλυτη ανάγκη τις τράπεζες για να «τρέξει» στον μαραθώνιο της ανάπτυξης.

Η αύξηση των δόσεων, απόρροια της ανόδου των επιτοκίων από την ΕΚΤ για να μπει φρένο στον πληθωρισμό, πλήττει τους συνεπείς δανειολήπτες που δεν κατέφυγαν σε ρύθμιση της οφειλής τους. Πρόκειται για εκείνους οι οποίοι έλαβαν δάνειο την προηγούμενη δεκαετία αποπληρώνοντας μέχρι σήμερα κανονικά το χρέος τους και τώρα βρίσκονται αντιμέτωποι με αυξημένες μηνιαίες δόσεις μέχρι και 175 ευρώ.

Για ένα δάνειο π.χ. 100.000 ευρώ που δόθηκε το 2013 με επιτόκιο 3,5% και σήμερα έχει αυξηθεί στο 5,5% και έχει διάρκεια αποπληρωμής τα 20 χρόνια, η δόση έχει «τσιμπήσει» σε σχέση με τον Ιούλιο από τα 586 ευρώ στα 694 ευρώ (άνοδος 108 ευρώ) ενώ προβλέπεται περαιτέρω αύξηση, εφόσον το επιτόκιο αναφοράς ανεβεί στο 3%, με την μηνιαία δόση τότε, σε σχέση με τον Ιούλιο, να προσεγγίζει τα 175 ευρώ.

Αν αυτές οι αυξήσεις συνδυαστούν με τις ραγδαίες ανατιμήσεις σε ενέργεια και είδη πρώτης ανάγκης, καθίσταται σαφές πως η θηλιά για τους συνεπείς σφίγγει με τα δάνειά τους να είναι ένα βήμα από το να… βαθυκοκκινίσουν, αν δε γίνει κάτι δραστικό.

Οι τράπεζες από την πλευρά τους ενώ στην αρχή πήγαν να κάνουν… τον ψόφιο κοριό πετώντας στο οικονομικό επιτελείο το μπαλάκι προσβλέποντας σε κρατική στήριξη των ευάλωτων, μετά τα πρωθυπουργικά «γκάζια» ανακρούουν σταδιακά πρύμναν, ζυγίζοντας πιθανές λύσεις στήριξης για τα δάνεια όσων έχουν ανάγκη (υπολογίζονται σε 30.000 - 40.000). Ουσιαστικά με την τακτική τους «βασανίζουν» πολίτες, διακινδυνεύοντας μία νέα γενιά κόκκινων δανείων, οι οποίοι πλήρωναν κανονικά ακόμα και στα μνημονιακά χρόνια τις δόσεις των οφειλών τους.

Έχοντας λοιπόν λάβει το αυστηρό κυβερνητικό μήνυμα που ξέκοψε κάθε πιθανότητα για κρατική βοήθεια ελέω πιεσμένων δημοσιονομικών μεγεθών, οι τράπεζες γράφουν και σβήνουν πιθανές λύσεις.

Στο πλαίσιο αυτό εξετάζεται:

- Επιδότηση των μηνιαίων δόσεων των ευάλωτων δανειοληπτών κατά 50%. Αν δηλαδή η δόση έχει αυξηθεί 100 ευρώ οι τράπεζες θα δώσουν τα 50.

- Η διάρκεια της επιδότησης προσομοιάζει της Γέφυρας Ι και ανέρχεται σε 12 μήνες. Εφόσον εφαρμοστεί από 01/01/2023, θα διατρέξει όλο το επόμενο έτος.

- Επιλέξιμοι οφειλέτες είναι όσοι έχουν λάβει στεγαστικό δάνειο με υποθήκη πρώτης κατοικίας.

- Η περίμετρος του προγράμματος είναι σημαντικά μικρότερη, καθώς θα περιλαμβάνει μόνο τους ευάλωτους δανειολήπτες, με εισοδηματικά προφανώς κριτήρια. Εκτιμάται ότι οι δικαιούχοι δεν θα ξεπερνούν τις 20 χιλ. με 30 χιλ. έναντι των 75.666 που ήταν στη Γέφυρα Ι.

Σύμφωνα με το υπό διαμόρφωση σχέδιο, μία τεχνική λύση που εξετάζεται είναι να συγκεντρώνονται οι «εισφορές» των τραπεζών σε έναν δημόσιο «κουμπαρά» από όπου θα πιστώνονται οι επιδοτήσεις στους ευάλωτους οφειλέτες που θα ενταχθούν στο πρόγραμμα.

Τα επιτελεία των τεσσάρων συστημικών τραπεζών θα σπεύσουν σε πρώτη φάση να στείλουν στη Φρανκφούρτη τα χαρακτηριστικά της πρότασης που εμπίπτουν στο εποπτικό ενδιαφέρον της αρμόδιας αρχής της ΕΚΤ.

Με βάση αυτές τις παραμέτρους, ο Επόπτης θα αποφανθεί το κόστος που συνεπάγεται για τις τράπεζες η επιδότηση των δανειακών υποχρεώσεων των ευάλωτων νοικοκυριών.

Η αρμοδιότητά του Επόπτη έγκειται στον υπολογισμό των επιπλέον κεφαλαίων που θα χρειαστούν οι τράπεζες για να εφαρμόσουν το σχέδιο. Έτσι, θα ζητηθεί από κάθε τράπεζα χωριστά να καταθέσει σχέδιο κεφαλαιακής ενίσχυσης αναλόγως της «τρύπας» που θα δημιουργήσει η εν λόγω πρωτοβουλία.

Με άλλα λόγια, οι τέσσερις συστημικές τράπεζες θα κληθούν να «θυσιάσουν» ένα μικρό μέρος από τα κέρδη ύψους 3,5 δισ. ευρώ που θα εμφανίσουν το 2022.

Tην ίδια στιγμή, η κυβέρνηση βγάζει στη σέντρα τις τράπεζες και για άλλα ζητήματα.

Επιτόκια: Το οικονομικό επιτελείο πιέζει για αύξηση των επιτοκίων καταθέσεων και μείωση των επιτοκίων χορηγήσεων. Οι τράπεζες το έχουν παρατραβήξει με τις ιλιγγιώδεις αυξήσεις στα επιτόκια χορηγήσεων δανείων ενώ τα επιτόκια καταθέσεων παραμένουν σε βαρομετρικό χαμηλό.

Σύμφωνα με στοιχεία της Τράπεζα της Ελλάδος για τον Οκτώβριο, σημαντική αύξηση καταγράφεται στο κυμαινόμενο επιτόκιο των στεγαστικών δανείων το οποίο σχεδόν διπλασιάστηκε από την αρχή του χρόνου (από 2,36% στο 4%).

Οι τράπεζες διατηρήσαν τον μήνα αυτό σχεδόν αμετάβλητο στο 0,05% το επιτόκιο των νέων καταθέσεων (από 0,04% στην αρχή του έτους) αυξάνοντας όμως το σταθμισμένο επιτόκιο των νέων δανείων στο 4,86%, από 3,90% που ήταν στην αρχή του 2022. Η εξέλιξη αυτή είχε ως αποτέλεσμα να αυξηθεί το επιτοκιακό περιθώριο στο 4,23% από 3,86% που ήταν στην αρχή του έτους.

Η αιτία είναι η πλεονάζουσα ρευστότητα που υπάρχει στο τραπεζικό σύστημα και η οποία συγκρατεί τα επιτόκια καταθέσεων χαμηλά, παρά την παράλληλη άνοδο των επιτοκίων χορηγήσεων, που ενισχύονται λόγω της ανόδου του euribor. Οι συνολικές καταθέσεις στις τράπεζες έχουν αυξηθεί στα 183,1 δισ. ευρώ από 132,9 δισ. ευρώ στις αρχές του 2019, καταγράφοντας άνοδο πάνω από 45 δισ. τα τελευταία χρόνια.

Προμήθειες: Η κυβέρνηση ζητά εξορθολογισμό των χρεώσεων σε απλές τραπεζικές συναλλαγές με τις ελληνικές τράπεζες να αντιτείνουν πως τα έσοδα από προμήθειες είναι από τα χαμηλότερα στην Ευρώπη

- Μπόνους: Το ΥΠΟΙΚ απέρριψε ρητά το ενδεχόμενο να καταβληθούν μπόνους στα υψηλόβαθμα τραπεζικά για τη χρήση του 2022. Μπόνους σε τραπεζικά στελέχη θα αποτελούσε το λιγότερο πρόκληση μέσα σε μία τέτοια συγκυρία…

Αξίζει να σημειωθεί πως οι τράπεζες από το 2013 μέχρι το 2015 έχουν ανακεφαλαιοποιηθεί τρεις φορές με το δημόσιο να συνεισφέρει 30 δισ. ευρώ, διαδικασία απολύτως αναγκαία, καθώς σε διαφορετική περίπτωση θα πλήρωναν τη λυπητερή οι καταθέτες…

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 11.12.2022

ΣΧΟΛΙΑ

Επιλέξτε Κατηγορία