ΠΑΙΔΕΙΑ

Σε φροντιστήρια και ιδιαίτερα «φεύγει» το 1/3 του μισθού

Στα ύψη οι εκπαιδευτικές δαπάνες για εργαζόμενους του ιδιωτικού τομέα

 13/03/2024 07:00

Σε φροντιστήρια και ιδιαίτερα «φεύγει» το 1/3 του μισθού

Έλενα Καραβασίλη

Βαθιά το χέρι στην τσέπη βάζουν γονείς, εργαζόμενοι στον ιδιωτικό τομέα προκειμένου να καλύψουν τις εκπαιδευτικές ανάγκες των παιδιών τους. Όπως λένε οι ίδιοι στη «ΜτΚ», τουλάχιστον το 1/3 του οικογενειακού προϋπολογισμού μηνιαίως, «εξανεμίζεται» σε δίδακτρα που πληρώνουν σε φροντιστήρια ξένων γλωσσών και ενισχυτικής διδασκαλίας, ιδιαίτερα μαθήματα και αθλητικές δραστηριότητες. Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα της ΓΣΕΕ και του Ινστιτούτου Εργασίας, που υλοποιήθηκε σε συνεργασία με την εταιρεία Alco, ένας στους δύο εργαζόμενους του ιδιωτικού τομέα καταβάλει τουλάχιστον 500 ευρώ σε εκπαιδευτικές δαπάνες σε μηνιαία βάση, ενώ το 30% ξοδεύει τουλάχιστον 750 ευρώ, δηλαδή σχεδόν έναν μηνιαίο κατώτατο μισθό.

Το 91% των συμμετεχόντων δηλώνει ότι τα τελευταία τρία χρόνια το κόστος των εκπαιδευτικών δαπανών αυξάνεται συνεχώς και εκτιμούν ότι οι ιδιωτικές δαπάνες για την εκπαίδευση των παιδιών τους είναι ανελαστικές και δύσκολα μπορούν να μειωθούν.

Την ίδια ώρα, οι απόψεις των γονέων ως προς την επερχόμενη ίδρυση των μη κρατικών πανεπιστημίων διίστανται, με όσους στέλνουν ήδη τα παιδιά τους σε ΑΕΙ να τηρούν αρνητική στάση και να ζητούν την οικονομική ενίσχυση των δημόσιων πανεπιστημίων, άλλους να εκτιμούν πως κάτι τέτοιο θα αυξήσει ακόμη περισσότερο τις εκπαιδευτικές τους δαπάνες και άλλους, να υποστηρίζουν στη «ΜτΚ» πως η ίδρυσή τους θα τους γλιτώσει από τα έξοδα των φροντιστηρίων.

«Υποχρηματοδοτούμενα τα ΑΕΙ»

Η Αλεξία Πουλιοπούλου είναι μητέρα τριών παιδιών εκ των οποίων τα δύο σπουδάζουν στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και το τρίτο φοιτά στην Α’ Λυκείου, σε δημόσιο σχολείο. Λέει πως είναι τυχερή καθώς τα μεγάλα της παιδιά πέρασαν στη Θεσσαλονίκη κι έτσι γλίτωσε από τα έξοδα διαβίωσής τους σε άλλη πόλη. Το εισόδημά της μαζί με του συζύγου της ανέρχεται περίπου στα 2.500 ευρώ εκ των οποίων τα 800 δαπανώνται για τις εκπαιδευτικές ανάγκες των παιδιών τους. 

«Για τη μικρή μου πληρώνουμε ιδιαίτερα για τα μαθήματα της θεωρητικής κατεύθυνσης, προκειμένου να προετοιμαστεί για τις πανελλαδικές και μαθήματα ζωγραφικής που της αρέσεις. Ευτυχώς με τις ξένες γλώσσες έχουμε τελειώσει». Περιγράφει πως παρότι τα παιδιά της σπουδάζουν στο ΑΠΘ, υπάρχουν ανάγκες που δεν καλύπτονται από το πανεπιστήμιο. 

«Καλούμαστε να πληρώσουμε για τα αντιδραστήρια στην Πολυτεχνική Σχολή, στο τμήμα Χημικών Μηχανικών που δεν υπάρχουν, ενώ θα έπρεπε. Βιβλία και οτιδήποτε άλλο χρειάζονται για τη σχολή τους. Τα πανεπιστήμια υποχρηματοδοτούνται. Το άλλο μου παιδί σπουδάζει άρπα στο τμήμα Μουσικών Σπουδών ΑΠΘ και πληρώνουμε έξτρα το ωδείο και ιδιαίτερα μουσικής προκειμένου να ανταπεξέλθει. Είναι μία άριστη σχολή που πρέπει όμως να έχεις μουσική παιδεία που αποκτιέται με πολύ χρήμα και δεν παρέχεται δυστυχώς στο δημόσιο σχολείο», περιγράφει. 

Ως επιπλέον έξοδα, τα δύο μεγάλα παιδιά διδάσκονται σε φροντιστήριο Κορεάτικα και Ιταλικά. Η ίδια τονίζει πως «η διασκέδαση και οι αγορές έχουν περιοριστεί πάρα πολύ προκειμένου να καλυφθούν οι πάγιες ανάγκες μας». Για την ίδρυση των μη κρατικών τονίζει πως στέκεται κάθετα αντίθετη.

«Το παιδί μου για να εισαχθεί στο Πολυτεχνείο έπρεπε να γράψει 18,500 μόρια. Δεν μπορεί λοιπόν κάποιος να έχει το ίδιο πτυχίο με 9,500 μόρια που είναι η ελάχιστη βάση εισαγωγής. Είναι άδικο ένα παιδί που μπορεί να πληρώσει να έχει το ίδιο πτυχίο με την κόρη μου που διάβαζε αδιάκοπα και σκληρά για έξι χρόνια».

«Η δουλειά που γίνεται στο σχολείο δεν επαρκεί»

Διαφορετική άποψη έχει ο Νίκος Παπαδόπουλος, πατέρας δύο παιδιών το ένα στη Β’ Γυμνασίου και το άλλο στην Α’ Λυκείου, σε δημόσια σχολεία. Το μηνιαίο τους εισόδημα ανέρχεται στα 2.500 ευρώ από τα οποία, περίπου τα 600 ευρώ «φεύγουν» στις εκπαιδευτικές δαπάνες των παιδιών. 

Εξωσχολικές αθλητικές δραστηριότητες κάνουν και τα δύο του παιδιά. Φροντιστήριο ξένων γλωσσών αλλά και ενισχυτικής διδασκαλίας πληρώνει για το παιδί του Γυμνασίου, ιδιαίτερα σε θεωρητικά μαθήματα και ξένη γλώσσα για το παιδί του Λυκείου. «Δυστυχώς και στα αγγλικά και στα βασικά μαθήματα, η δουλειά που γίνεται στο σχολείο δεν επαρκεί ούτε για να πάρουν πτυχίο ξένης γλώσσας ούτε για να περάσουν στις πανελλαδικές». 

Λέει πως έχουν περικόψει τις εξόδους τους για φαγητό στο 75% καθώς «κάθε χρόνο οι εκπαιδευτικές δαπάνες αυξάνονται και ξέρουμε τι θα κληθούμε να πληρώσουμε και τα επόμενα χρόνια». 

Περιγράφει πως είναι υπέρ της ίδρυσης μη κρατικών πανεπιστημίων εξηγώντας πως «εάν ήξερα ότι θα υπάρχουν ιδιωτικά πανεπιστήμια, δεν θα έδινα τόσα λεφτά σε φροντιστήρια και ιδιαίτερα. Εφόσον είναι μαθήτρια του 17, προφανώς και δεν μπορεί να σπουδάσει ιατρική μπορεί όμως να σπουδάσει σε μία άλλη αξιοπρεπή σχολή χωρίς να περνάει το άγχος των πανελληνίων. 

Έχω φίλο που η κόρη του σπουδάζει ιατρική στη Ρουμανία. Γιατί να μη μείνει αυτό το παιδί να σπουδάσει εδώ, σε παράρτημα ξένου πανεπιστημίου και να πρέπει οι γονείς να διώχνουν τα λεφτά τους στο εξωτερικό;», διερωτάται.

«Περιορίσαμε εξόδους και σούπερ μάρκετ»

Μητέρα δύο παιδιών και ιδιοκτήτρια λογιστικού γραφείου είναι η Μαρία Τιμήνη. Το ένα της παιδί πηγαίνει στην έκτη Δημοτικού και το άλλο στη Γ’ Γυμνασίου, σε δημόσια σχολεία. Λέει πως ο μισός μισθός τους πηγαίνει στις εκπαιδευτικές δαπάνες των παιδιών. Αθλητικές δραστηριότητες, φροντιστήριο ξένων γλωσσών και ιδιαίτερα μαθήματα συγκαταλέγονται στα πάγια έξοδα της οικογένειας. 

«Παρότι στο δημοτικό διδάσκονται αγγλικά, το μάθημα που γίνεται φυσικά και δεν αρκεί για να πάρει το παιδί το lower. H μεγάλη μου κόρη κάνει ιδιαίτερα μαθήματα σε μαθηματικά και φιλολογικά, προκειμένου να προετοιμαστεί για τις πανελλαδικές». Ως οικογένεια έχουν προχωρήσει σε περικοπές από τις εξόδους τους αλλά και από τα χρήματα που δαπανούν στο σούπερ μάρκετ ενώ όπως λέει έχει χρειαστεί να ζητήσουν οικονομική ενίσχυση από συγγενικά πρόσωπα, προκειμένου να καλυφθούν οι εκπαιδευτικές δαπάνες των παιδιών. 

«Την τελευταία τριετία το κόστος των φροντιστηρίων έχουν αυξηθεί σημαντικά», τονίζει.

«Μονόδρομος οι περικοπές»

Η Τόνια Κοκολίδου έχει ένα γιο στην Α’ Λυκείου και μία κόρη στην Α’ Γυμνασίου. Εργάζεται με μερική απασχόληση σε τουριστικό γραφείο και ο σύζυγος της με πλήρη, στον ιδιωτικό τομέα. Το οικογενειακό τους εισόδημα ανέρχεται περίπου στα 2.400 ευρώ.

«Τα 450 ευρώ κάθε μήνα φεύγουν σε φροντιστήρια και αθλητικές δραστηριότητες. Η κόρη μου κάνει αγγλικά σε φροντιστήριο προκειμένου να μπορέσει να πάρει το πτυχίο και ο μεγάλος πηγαίνει σε φροντιστήριο για να προετοιμαστεί για τις πανελλαδικές». Οι περικοπές ήταν μονόδρομος όπως λέει. 

«Κόπηκαν εκδρομές, τα προσωπικά ψώνια και μειώσαμε και τη συχνότητα του σούπερ μάρκετ. Την τελευταία τριετία αυξήθηκαν σημαντικά οι εκπαιδευτικές δαπάνες διότι, όσο αναβαίνουν τάξη αυξάνονται και οι δαπάνες». 

Η ίδια εκτιμά πως η ίδρυση των μη κρατικών θα αυξήσει τις δαπάνες τους. «Εάν δεν περάσει σε κάποια καλή σχολή, θα ψαχτούμε για τα ιδιωτικά. Δίχως βέβαια να γνωρίζω εάν θα είμαστε σε θέση να καλύψουμε αυτό το έξοδο. Στις χώρες των Βαλκανίων, το κόστος διαβίωσης είναι πιο χαμηλό οπότε ίσως τελικά να είναι πιο οικονομικό να πάει σε κάποιο τέτοιο πανεπιστήμιο, από το να μείνει εδώ». 

Μεταφέρει μάλιστα πως η ίδια σπούδασε στο Γαλλικό Πανεπιστήμιο του Στρασβούργου όπου το 1995 τα δίδακτρα ανερχόταν σε 1 εκατ. δραχμές. «Εκτιμώ λοιπόν ότι και στα υπό ίδρυση μη κρατικά πανεπιστήμια, τα δίδακτρα δεν θα είναι οικονομικά και η μεσαία τάξη δεν θα μπορεί να στείλει το παιδί του», καταλήγει.

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 10.03.2024

Βαθιά το χέρι στην τσέπη βάζουν γονείς, εργαζόμενοι στον ιδιωτικό τομέα προκειμένου να καλύψουν τις εκπαιδευτικές ανάγκες των παιδιών τους. Όπως λένε οι ίδιοι στη «ΜτΚ», τουλάχιστον το 1/3 του οικογενειακού προϋπολογισμού μηνιαίως, «εξανεμίζεται» σε δίδακτρα που πληρώνουν σε φροντιστήρια ξένων γλωσσών και ενισχυτικής διδασκαλίας, ιδιαίτερα μαθήματα και αθλητικές δραστηριότητες. Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα της ΓΣΕΕ και του Ινστιτούτου Εργασίας, που υλοποιήθηκε σε συνεργασία με την εταιρεία Alco, ένας στους δύο εργαζόμενους του ιδιωτικού τομέα καταβάλει τουλάχιστον 500 ευρώ σε εκπαιδευτικές δαπάνες σε μηνιαία βάση, ενώ το 30% ξοδεύει τουλάχιστον 750 ευρώ, δηλαδή σχεδόν έναν μηνιαίο κατώτατο μισθό.

Το 91% των συμμετεχόντων δηλώνει ότι τα τελευταία τρία χρόνια το κόστος των εκπαιδευτικών δαπανών αυξάνεται συνεχώς και εκτιμούν ότι οι ιδιωτικές δαπάνες για την εκπαίδευση των παιδιών τους είναι ανελαστικές και δύσκολα μπορούν να μειωθούν.

Την ίδια ώρα, οι απόψεις των γονέων ως προς την επερχόμενη ίδρυση των μη κρατικών πανεπιστημίων διίστανται, με όσους στέλνουν ήδη τα παιδιά τους σε ΑΕΙ να τηρούν αρνητική στάση και να ζητούν την οικονομική ενίσχυση των δημόσιων πανεπιστημίων, άλλους να εκτιμούν πως κάτι τέτοιο θα αυξήσει ακόμη περισσότερο τις εκπαιδευτικές τους δαπάνες και άλλους, να υποστηρίζουν στη «ΜτΚ» πως η ίδρυσή τους θα τους γλιτώσει από τα έξοδα των φροντιστηρίων.

«Υποχρηματοδοτούμενα τα ΑΕΙ»

Η Αλεξία Πουλιοπούλου είναι μητέρα τριών παιδιών εκ των οποίων τα δύο σπουδάζουν στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και το τρίτο φοιτά στην Α’ Λυκείου, σε δημόσιο σχολείο. Λέει πως είναι τυχερή καθώς τα μεγάλα της παιδιά πέρασαν στη Θεσσαλονίκη κι έτσι γλίτωσε από τα έξοδα διαβίωσής τους σε άλλη πόλη. Το εισόδημά της μαζί με του συζύγου της ανέρχεται περίπου στα 2.500 ευρώ εκ των οποίων τα 800 δαπανώνται για τις εκπαιδευτικές ανάγκες των παιδιών τους. 

«Για τη μικρή μου πληρώνουμε ιδιαίτερα για τα μαθήματα της θεωρητικής κατεύθυνσης, προκειμένου να προετοιμαστεί για τις πανελλαδικές και μαθήματα ζωγραφικής που της αρέσεις. Ευτυχώς με τις ξένες γλώσσες έχουμε τελειώσει». Περιγράφει πως παρότι τα παιδιά της σπουδάζουν στο ΑΠΘ, υπάρχουν ανάγκες που δεν καλύπτονται από το πανεπιστήμιο. 

«Καλούμαστε να πληρώσουμε για τα αντιδραστήρια στην Πολυτεχνική Σχολή, στο τμήμα Χημικών Μηχανικών που δεν υπάρχουν, ενώ θα έπρεπε. Βιβλία και οτιδήποτε άλλο χρειάζονται για τη σχολή τους. Τα πανεπιστήμια υποχρηματοδοτούνται. Το άλλο μου παιδί σπουδάζει άρπα στο τμήμα Μουσικών Σπουδών ΑΠΘ και πληρώνουμε έξτρα το ωδείο και ιδιαίτερα μουσικής προκειμένου να ανταπεξέλθει. Είναι μία άριστη σχολή που πρέπει όμως να έχεις μουσική παιδεία που αποκτιέται με πολύ χρήμα και δεν παρέχεται δυστυχώς στο δημόσιο σχολείο», περιγράφει. 

Ως επιπλέον έξοδα, τα δύο μεγάλα παιδιά διδάσκονται σε φροντιστήριο Κορεάτικα και Ιταλικά. Η ίδια τονίζει πως «η διασκέδαση και οι αγορές έχουν περιοριστεί πάρα πολύ προκειμένου να καλυφθούν οι πάγιες ανάγκες μας». Για την ίδρυση των μη κρατικών τονίζει πως στέκεται κάθετα αντίθετη.

«Το παιδί μου για να εισαχθεί στο Πολυτεχνείο έπρεπε να γράψει 18,500 μόρια. Δεν μπορεί λοιπόν κάποιος να έχει το ίδιο πτυχίο με 9,500 μόρια που είναι η ελάχιστη βάση εισαγωγής. Είναι άδικο ένα παιδί που μπορεί να πληρώσει να έχει το ίδιο πτυχίο με την κόρη μου που διάβαζε αδιάκοπα και σκληρά για έξι χρόνια».

«Η δουλειά που γίνεται στο σχολείο δεν επαρκεί»

Διαφορετική άποψη έχει ο Νίκος Παπαδόπουλος, πατέρας δύο παιδιών το ένα στη Β’ Γυμνασίου και το άλλο στην Α’ Λυκείου, σε δημόσια σχολεία. Το μηνιαίο τους εισόδημα ανέρχεται στα 2.500 ευρώ από τα οποία, περίπου τα 600 ευρώ «φεύγουν» στις εκπαιδευτικές δαπάνες των παιδιών. 

Εξωσχολικές αθλητικές δραστηριότητες κάνουν και τα δύο του παιδιά. Φροντιστήριο ξένων γλωσσών αλλά και ενισχυτικής διδασκαλίας πληρώνει για το παιδί του Γυμνασίου, ιδιαίτερα σε θεωρητικά μαθήματα και ξένη γλώσσα για το παιδί του Λυκείου. «Δυστυχώς και στα αγγλικά και στα βασικά μαθήματα, η δουλειά που γίνεται στο σχολείο δεν επαρκεί ούτε για να πάρουν πτυχίο ξένης γλώσσας ούτε για να περάσουν στις πανελλαδικές». 

Λέει πως έχουν περικόψει τις εξόδους τους για φαγητό στο 75% καθώς «κάθε χρόνο οι εκπαιδευτικές δαπάνες αυξάνονται και ξέρουμε τι θα κληθούμε να πληρώσουμε και τα επόμενα χρόνια». 

Περιγράφει πως είναι υπέρ της ίδρυσης μη κρατικών πανεπιστημίων εξηγώντας πως «εάν ήξερα ότι θα υπάρχουν ιδιωτικά πανεπιστήμια, δεν θα έδινα τόσα λεφτά σε φροντιστήρια και ιδιαίτερα. Εφόσον είναι μαθήτρια του 17, προφανώς και δεν μπορεί να σπουδάσει ιατρική μπορεί όμως να σπουδάσει σε μία άλλη αξιοπρεπή σχολή χωρίς να περνάει το άγχος των πανελληνίων. 

Έχω φίλο που η κόρη του σπουδάζει ιατρική στη Ρουμανία. Γιατί να μη μείνει αυτό το παιδί να σπουδάσει εδώ, σε παράρτημα ξένου πανεπιστημίου και να πρέπει οι γονείς να διώχνουν τα λεφτά τους στο εξωτερικό;», διερωτάται.

«Περιορίσαμε εξόδους και σούπερ μάρκετ»

Μητέρα δύο παιδιών και ιδιοκτήτρια λογιστικού γραφείου είναι η Μαρία Τιμήνη. Το ένα της παιδί πηγαίνει στην έκτη Δημοτικού και το άλλο στη Γ’ Γυμνασίου, σε δημόσια σχολεία. Λέει πως ο μισός μισθός τους πηγαίνει στις εκπαιδευτικές δαπάνες των παιδιών. Αθλητικές δραστηριότητες, φροντιστήριο ξένων γλωσσών και ιδιαίτερα μαθήματα συγκαταλέγονται στα πάγια έξοδα της οικογένειας. 

«Παρότι στο δημοτικό διδάσκονται αγγλικά, το μάθημα που γίνεται φυσικά και δεν αρκεί για να πάρει το παιδί το lower. H μεγάλη μου κόρη κάνει ιδιαίτερα μαθήματα σε μαθηματικά και φιλολογικά, προκειμένου να προετοιμαστεί για τις πανελλαδικές». Ως οικογένεια έχουν προχωρήσει σε περικοπές από τις εξόδους τους αλλά και από τα χρήματα που δαπανούν στο σούπερ μάρκετ ενώ όπως λέει έχει χρειαστεί να ζητήσουν οικονομική ενίσχυση από συγγενικά πρόσωπα, προκειμένου να καλυφθούν οι εκπαιδευτικές δαπάνες των παιδιών. 

«Την τελευταία τριετία το κόστος των φροντιστηρίων έχουν αυξηθεί σημαντικά», τονίζει.

«Μονόδρομος οι περικοπές»

Η Τόνια Κοκολίδου έχει ένα γιο στην Α’ Λυκείου και μία κόρη στην Α’ Γυμνασίου. Εργάζεται με μερική απασχόληση σε τουριστικό γραφείο και ο σύζυγος της με πλήρη, στον ιδιωτικό τομέα. Το οικογενειακό τους εισόδημα ανέρχεται περίπου στα 2.400 ευρώ.

«Τα 450 ευρώ κάθε μήνα φεύγουν σε φροντιστήρια και αθλητικές δραστηριότητες. Η κόρη μου κάνει αγγλικά σε φροντιστήριο προκειμένου να μπορέσει να πάρει το πτυχίο και ο μεγάλος πηγαίνει σε φροντιστήριο για να προετοιμαστεί για τις πανελλαδικές». Οι περικοπές ήταν μονόδρομος όπως λέει. 

«Κόπηκαν εκδρομές, τα προσωπικά ψώνια και μειώσαμε και τη συχνότητα του σούπερ μάρκετ. Την τελευταία τριετία αυξήθηκαν σημαντικά οι εκπαιδευτικές δαπάνες διότι, όσο αναβαίνουν τάξη αυξάνονται και οι δαπάνες». 

Η ίδια εκτιμά πως η ίδρυση των μη κρατικών θα αυξήσει τις δαπάνες τους. «Εάν δεν περάσει σε κάποια καλή σχολή, θα ψαχτούμε για τα ιδιωτικά. Δίχως βέβαια να γνωρίζω εάν θα είμαστε σε θέση να καλύψουμε αυτό το έξοδο. Στις χώρες των Βαλκανίων, το κόστος διαβίωσης είναι πιο χαμηλό οπότε ίσως τελικά να είναι πιο οικονομικό να πάει σε κάποιο τέτοιο πανεπιστήμιο, από το να μείνει εδώ». 

Μεταφέρει μάλιστα πως η ίδια σπούδασε στο Γαλλικό Πανεπιστήμιο του Στρασβούργου όπου το 1995 τα δίδακτρα ανερχόταν σε 1 εκατ. δραχμές. «Εκτιμώ λοιπόν ότι και στα υπό ίδρυση μη κρατικά πανεπιστήμια, τα δίδακτρα δεν θα είναι οικονομικά και η μεσαία τάξη δεν θα μπορεί να στείλει το παιδί του», καταλήγει.

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 10.03.2024

ΣΧΟΛΙΑ

Επιλέξτε Κατηγορία