ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Περισσότερες επιχειρήσεις, περισσότεροι και καλύτερα αμειβόμενοι εργαζόμενοι το 2019

Ωστόσο, σύμφωνα με τα στοιχεία του συστήματος ΕΡΓΑΝΗ απέχουμε πολύ από τον προ κρίσης κατώτατο μισθό

 31/12/2019 16:11

Περισσότερες επιχειρήσεις,  περισσότεροι και καλύτερα  αμειβόμενοι εργαζόμενοι το 2019

Σοφία Χριστοφορίδου

Ένας ασφαλής δείκτης για το πώς πάει μια οικονομία είναι ο αριθμός των ιδιωτικών επιχειρήσεων που λειτουργούν -και φυσικά ο αριθμός των εργαζομένων που απασχολούν. Τα στοιχεία καταγράφουν τα πρώτα σημάδια της ανάκαμψης: αυξήθηκαν οι επιχειρήσεις και ο αριθμός των εργαζομένων, αυξήθηκαν οι εργαζόμενοι πλήρους απασχόλησης. Αποκαλύπτουν όμως και τη διάρθρωση της ελληνικής οικονομίας, αλλά και τις περιφερειακές ανισότητες

Οι ειδικές εκθέσεις «Εργάνη», απ’ όπου αντλήσαμε τα στοιχεία, είναι μια «φωτογραφία» της στιγμής, αποτυπώνουν την κατάσταση στην αγορά εργασίας κάθε φθινόπωρο -προφανώς η εικόνα είναι διαφορετική το καλοκαίρι, που έχουμε περισσότερους εργαζόμενους λόγω τουρισμού- αλλά αποτελούν ένα καλό μέτρο σύγκρισης. Για παράδειγμα, το 2013, εν μέσω κρίσης λειτουργούσαν περί τις 194.000 ιδιωτικές επιχειρήσεις. Το 2017 έφτασαν τις 219.000, πέρσι τις 257.000 και τη φετινή χρονιά τις 265.000.

Ο απόλυτος αριθμός των εργαζόμενων είναι επίσης ένας ασφαλής δείκτης, σε αντίθεση με τα ποσοστά ανεργίας, που αποτελούν μια αναλογία ως προς το εργατικό δυναμικό, το οποίο ως γνωστόν στα χρόνια της κρίσης συρρικνώθηκε εξαιτίας της μετανάστευσης σχεδόν μισού εκατομμυρίου Ελλήνων. Φέτος οι εργαζόμενοι ήταν πάνω από δύο εκατομμύρια, από 1,3 εκατομμύρια το 2013. Μάλιστα οι εργαζόμενοι είναι περισσότεροι κατά 78.391 σε σχέση με το 2018.

Μπορεί τα αριθμητικά και τα ποιοτικά στοιχεία να βελτιώνονται, σε σχέση με τα δύσκολα χρόνια της κρίσης, ωστόσο ακόμα και σήμερα πάνω από 400.000 εργαζόμενοι παίρνουν μισθό κάτω από 500 ευρώ μεικτά, όταν ο κατώτατος μισθός μετά την αύξηση 11% από την προηγούμενη κυβέρνηση είναι στα 650 ευρώ. Πάνω από μισό εκατομμύριο εργαζόμενοι παίρνουν μισθό μεταξύ 500 και 800 ευρώ. Αθροιστικά δηλαδή πάνω από τους μισούς εργαζόμενους είναι χαμηλόμισθοι, κοντά ή κάτω από το όριο των 751 ευρώ, δηλαδή του κατώτατου μισθού που ίσχυε το μακρινό 2009. Σχεδόν ένας στους τρεις (31%) εργαζόμενους δεν δουλεύει πλήρες ωράριο.

Από την ανάλυση των στοιχείων προκύπτει και κάτι ελπιδοφόρο: μια μεγάλη μετακίνηση (άνω των 165.000 εργαζόμενων) από την χαμηλή κλίμακα των μισθών έως 600 ευρώ σε μεγαλύτερους μισθούς, από 700 έως 1.000 ευρώ, ενώ 33.000 περισσότεροι εργαζόμενοι σε σχέση με το 2018 λαμβάνουν μισθούς από 1.000 έως 2.000 ευρώ. Πάντως πάνω από τους μισούς εργαζόμενους (56%) ζουν με μισθό έως 900 ευρώ.

Η παρούσα κυβέρνηση δεσμεύτηκε για αύξηση του κατώτατου μισθού σε ποσοστό διπλάσιο της αύξησης του ΑΕΠ, μέχρι να φτάσουμε στο ποσό των 700 ευρώ, ωστόσο από ότι φαίνεται για το 2020 δεν θα γίνει νέα αύξηση. Εντός του Φεβρουαρίου του 2020 θα πρέπει να ξεκινήσει η διαβούλευση μεταξύ εργατικών και εργοδοτικών οργανώσεων για τον νέο κατώτατο μισθό, διαδικασία που πρέπει να ολοκληρωθεί ως το τέλος Μαΐου. Ως το τέλος Ιουνίου ο υπουργός Εργασίας θα πρέπει να εισηγηθεί στο υπουργικό συμβούλιο τον νέο κατώτατο μισθό, ο οποίος θα ισχύσει από το 2021.

Μικρές επιχειρήσεις και περιφερειακές ανισότητες

Η ειδική έκθεση της «Εργάνης» παρέχει στοιχεία και για μια «ακτινογραφία» της επιχειρηματικότητας στην Ελλάδα. Το 88% των επιχειρήσεων απασχολούν 1 έως 10 άτομα. Μάλιστα σε σχέση με πέρσι δημιουργήθηκαν 6.196 μικρές επιχειρήσεις αυτού του εύρους, φτάνοντας τις 233.630. Πάνω από τις μισές (151.672) είναι ατομικές επιχειρήσεις αυτοαπασχολούμενων. Άλλο ένα 10% των επιχειρήσεων απασχολεί έως 50 άτομα -φέτος δημιουργήθηκαν άλλες 1.559 επιχειρήσεις τέτοιου μεγέθους. Ένας στους οκτώ επιχειρηματίες (12,6%) έχουν καφέ, μπαρ ή εστιατόριο, και ένας στους έξι (17,5%) έχει εμπορικό κατάστημα. Δηλαδή πρόκειται για επιχειρήσεις χαμηλής εξειδίκευσης που δεν παράγουν προϊόντα με προστιθέμενη αξία, πόσο μάλλον διεθνώς εμπορεύσιμα. Είναι όμως οι μεγάλοι εργοδότες του ιδιωτικού τομέα, καθώς οι δύο αυτοί κλάδοι απασχολούν το ένα τέταρτο του συνόλου των εργαζόμενων.

Φυσικά δεν αποτελεί έκπληξη ότι οι περισσότερες επιχειρήσεις είναι συγκεντρωμένες στην Αττική (38,7%) -σχεδόν τέσσερις στις δέκα, όπως εξάλλου ισχύει και για τον πληθυσμό της Ελλάδας. Εκεί δουλεύουν πάνω από τους μισούς εργαζομένους της χώρας, στοιχείο που επιβεβαιώνει αυτό που είναι κοινός τόπος, ότι οι επιχειρήσεις της Αττικής είναι μεγαλύτερες και πιο εύρωστες, γι’ αυτό και μπορούν να απασχολούν περισσότερο προσωπικό. Στην Κεντρική Μακεδονία δραστηριοποιούνται πάνω από 45.000 επιχειρήσεις (λιγότερες από τις μισές σε σχέση με την Αττική) και απασχολούν το ένα έκτο του συνόλου των εργαζόμενων (316.421 άτομα). Τα μικρότερα ποσοστά εργαζομένων ανά Περιφέρεια καταγράφονται στο Βόρειο Αιγαίο (1%) και στη Δυτική Μακεδονία (1,7%). Από τις πιο φτωχές περιοχές, πλην των νησιών, είναι η Ευρυτανία (με 314 ιδιωτικές επιχειρήσεις και μόλις χίλιους εργαζόμενους) και τα Γρεβενά (όπου λειτουργούν 605 επιχειρήσεις με 2.113 εργαζόμενους στον ιδιωτικό τομέα).

Εντός της περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας καταγράφεται επίσης συγκέντρωση της οικονομικής δραστηριότητας στη Θεσσαλονίκη, όπου λειτουργούν διπλάσιες επιχειρήσεις από το άθροισμα όλων των άλλων περιφερειακών ενοτήτων (34.820 έναντι 17.724) και φυσικά απασχολούν τους περισσότερους εργαζόμενους (σχεδόν 230.000 στη Θεσσαλονίκη έναντι 59.000 στις υπόλοιπες περιοχές).

Δημοσιεύτηκε στη "ΜτΚ" 29/12/2019

Ένας ασφαλής δείκτης για το πώς πάει μια οικονομία είναι ο αριθμός των ιδιωτικών επιχειρήσεων που λειτουργούν -και φυσικά ο αριθμός των εργαζομένων που απασχολούν. Τα στοιχεία καταγράφουν τα πρώτα σημάδια της ανάκαμψης: αυξήθηκαν οι επιχειρήσεις και ο αριθμός των εργαζομένων, αυξήθηκαν οι εργαζόμενοι πλήρους απασχόλησης. Αποκαλύπτουν όμως και τη διάρθρωση της ελληνικής οικονομίας, αλλά και τις περιφερειακές ανισότητες

Οι ειδικές εκθέσεις «Εργάνη», απ’ όπου αντλήσαμε τα στοιχεία, είναι μια «φωτογραφία» της στιγμής, αποτυπώνουν την κατάσταση στην αγορά εργασίας κάθε φθινόπωρο -προφανώς η εικόνα είναι διαφορετική το καλοκαίρι, που έχουμε περισσότερους εργαζόμενους λόγω τουρισμού- αλλά αποτελούν ένα καλό μέτρο σύγκρισης. Για παράδειγμα, το 2013, εν μέσω κρίσης λειτουργούσαν περί τις 194.000 ιδιωτικές επιχειρήσεις. Το 2017 έφτασαν τις 219.000, πέρσι τις 257.000 και τη φετινή χρονιά τις 265.000.

Ο απόλυτος αριθμός των εργαζόμενων είναι επίσης ένας ασφαλής δείκτης, σε αντίθεση με τα ποσοστά ανεργίας, που αποτελούν μια αναλογία ως προς το εργατικό δυναμικό, το οποίο ως γνωστόν στα χρόνια της κρίσης συρρικνώθηκε εξαιτίας της μετανάστευσης σχεδόν μισού εκατομμυρίου Ελλήνων. Φέτος οι εργαζόμενοι ήταν πάνω από δύο εκατομμύρια, από 1,3 εκατομμύρια το 2013. Μάλιστα οι εργαζόμενοι είναι περισσότεροι κατά 78.391 σε σχέση με το 2018.

Μπορεί τα αριθμητικά και τα ποιοτικά στοιχεία να βελτιώνονται, σε σχέση με τα δύσκολα χρόνια της κρίσης, ωστόσο ακόμα και σήμερα πάνω από 400.000 εργαζόμενοι παίρνουν μισθό κάτω από 500 ευρώ μεικτά, όταν ο κατώτατος μισθός μετά την αύξηση 11% από την προηγούμενη κυβέρνηση είναι στα 650 ευρώ. Πάνω από μισό εκατομμύριο εργαζόμενοι παίρνουν μισθό μεταξύ 500 και 800 ευρώ. Αθροιστικά δηλαδή πάνω από τους μισούς εργαζόμενους είναι χαμηλόμισθοι, κοντά ή κάτω από το όριο των 751 ευρώ, δηλαδή του κατώτατου μισθού που ίσχυε το μακρινό 2009. Σχεδόν ένας στους τρεις (31%) εργαζόμενους δεν δουλεύει πλήρες ωράριο.

Από την ανάλυση των στοιχείων προκύπτει και κάτι ελπιδοφόρο: μια μεγάλη μετακίνηση (άνω των 165.000 εργαζόμενων) από την χαμηλή κλίμακα των μισθών έως 600 ευρώ σε μεγαλύτερους μισθούς, από 700 έως 1.000 ευρώ, ενώ 33.000 περισσότεροι εργαζόμενοι σε σχέση με το 2018 λαμβάνουν μισθούς από 1.000 έως 2.000 ευρώ. Πάντως πάνω από τους μισούς εργαζόμενους (56%) ζουν με μισθό έως 900 ευρώ.

Η παρούσα κυβέρνηση δεσμεύτηκε για αύξηση του κατώτατου μισθού σε ποσοστό διπλάσιο της αύξησης του ΑΕΠ, μέχρι να φτάσουμε στο ποσό των 700 ευρώ, ωστόσο από ότι φαίνεται για το 2020 δεν θα γίνει νέα αύξηση. Εντός του Φεβρουαρίου του 2020 θα πρέπει να ξεκινήσει η διαβούλευση μεταξύ εργατικών και εργοδοτικών οργανώσεων για τον νέο κατώτατο μισθό, διαδικασία που πρέπει να ολοκληρωθεί ως το τέλος Μαΐου. Ως το τέλος Ιουνίου ο υπουργός Εργασίας θα πρέπει να εισηγηθεί στο υπουργικό συμβούλιο τον νέο κατώτατο μισθό, ο οποίος θα ισχύσει από το 2021.

Μικρές επιχειρήσεις και περιφερειακές ανισότητες

Η ειδική έκθεση της «Εργάνης» παρέχει στοιχεία και για μια «ακτινογραφία» της επιχειρηματικότητας στην Ελλάδα. Το 88% των επιχειρήσεων απασχολούν 1 έως 10 άτομα. Μάλιστα σε σχέση με πέρσι δημιουργήθηκαν 6.196 μικρές επιχειρήσεις αυτού του εύρους, φτάνοντας τις 233.630. Πάνω από τις μισές (151.672) είναι ατομικές επιχειρήσεις αυτοαπασχολούμενων. Άλλο ένα 10% των επιχειρήσεων απασχολεί έως 50 άτομα -φέτος δημιουργήθηκαν άλλες 1.559 επιχειρήσεις τέτοιου μεγέθους. Ένας στους οκτώ επιχειρηματίες (12,6%) έχουν καφέ, μπαρ ή εστιατόριο, και ένας στους έξι (17,5%) έχει εμπορικό κατάστημα. Δηλαδή πρόκειται για επιχειρήσεις χαμηλής εξειδίκευσης που δεν παράγουν προϊόντα με προστιθέμενη αξία, πόσο μάλλον διεθνώς εμπορεύσιμα. Είναι όμως οι μεγάλοι εργοδότες του ιδιωτικού τομέα, καθώς οι δύο αυτοί κλάδοι απασχολούν το ένα τέταρτο του συνόλου των εργαζόμενων.

Φυσικά δεν αποτελεί έκπληξη ότι οι περισσότερες επιχειρήσεις είναι συγκεντρωμένες στην Αττική (38,7%) -σχεδόν τέσσερις στις δέκα, όπως εξάλλου ισχύει και για τον πληθυσμό της Ελλάδας. Εκεί δουλεύουν πάνω από τους μισούς εργαζομένους της χώρας, στοιχείο που επιβεβαιώνει αυτό που είναι κοινός τόπος, ότι οι επιχειρήσεις της Αττικής είναι μεγαλύτερες και πιο εύρωστες, γι’ αυτό και μπορούν να απασχολούν περισσότερο προσωπικό. Στην Κεντρική Μακεδονία δραστηριοποιούνται πάνω από 45.000 επιχειρήσεις (λιγότερες από τις μισές σε σχέση με την Αττική) και απασχολούν το ένα έκτο του συνόλου των εργαζόμενων (316.421 άτομα). Τα μικρότερα ποσοστά εργαζομένων ανά Περιφέρεια καταγράφονται στο Βόρειο Αιγαίο (1%) και στη Δυτική Μακεδονία (1,7%). Από τις πιο φτωχές περιοχές, πλην των νησιών, είναι η Ευρυτανία (με 314 ιδιωτικές επιχειρήσεις και μόλις χίλιους εργαζόμενους) και τα Γρεβενά (όπου λειτουργούν 605 επιχειρήσεις με 2.113 εργαζόμενους στον ιδιωτικό τομέα).

Εντός της περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας καταγράφεται επίσης συγκέντρωση της οικονομικής δραστηριότητας στη Θεσσαλονίκη, όπου λειτουργούν διπλάσιες επιχειρήσεις από το άθροισμα όλων των άλλων περιφερειακών ενοτήτων (34.820 έναντι 17.724) και φυσικά απασχολούν τους περισσότερους εργαζόμενους (σχεδόν 230.000 στη Θεσσαλονίκη έναντι 59.000 στις υπόλοιπες περιοχές).

Δημοσιεύτηκε στη "ΜτΚ" 29/12/2019

ΣΧΟΛΙΑ

Επιλέξτε Κατηγορία