ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Ο τραγικός μονόλογος της Μαρίνας διά χειρός Χάρη Βλαβιανού

Ο γνωστός ποιητής μιλάει στη «ΜτΚ» για το νέο βιβλίο του με τίτλο «Τώρα θα μιλήσω εγώ», το θάνατο της αδελφής του από ναρκωτικά και την «αγία ελληνική οικογένεια»

 19/03/2021 12:02

Ο τραγικός μονόλογος της Μαρίνας διά χειρός Χάρη Βλαβιανού

Βιολέτα Φωτιάδη

«Όταν πέθανε η μητέρα μας πήγαμε στο σπίτι της να το αδειάσουμε και ανοίγοντας εγώ ένα συρτάρι είδα εκατοντάδες φωτογραφίες δικές μου, της μητέρα μου, αλλά καμία της Μαρίνας. Υπήρχαν μάλιστα πολλές σκισμένες με το χέρι, βίαια, που η μάνα μου είχε κόψει τη Μαρίνα και είχε αφήσει μόνο ένα χέρι της ή το πόδι της που δεν μπορούσε να τα κόψει. Η προσπάθεια αυτή της μάνας μου να εξαφανίσει την ύπαρξη της Μαρίνας από τη ζωή της, όπως και κάθε τεκμήριό της, επανερχόταν συνέχεια μπροστά μου και πυροδότησε το να γράψω το βιβλίο». Κάπως έτσι ο Χάρης Βλαβιανός συνθέτει το «κύκνειο άσμα» της αδερφής του, Μαρίνας, στο βιβλίο του που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Πατάκη με τίτλο «Τώρα θα μιλήσω εγώ».

vivlio-vlavianos.jpg

Η Μαρίνα, ύστερα από πολυετή προσπάθεια να απεξαρτηθεί από τα ναρκωτικά, χάνει τη ζωή της στο Μιλάνο από υπερβολική δόση ηρωίνης. Σήμερα, ο βραβευμένος ποιητής, επανέρχεται για να δώσει φωνή «σε έναν άνθρωπο που δεν μπορεί να υπερασπιστεί τον εαυτό του γιατί έχει πεθάνει». Διά χειρός Χάρη, η Μαρίνα διεκδικεί ένα μερίδιο της αλήθειας και γίνεται ο κεντρικός αφηγητής της ζωής της.

«Υπήρχε μεγάλος θυμός από την πλευρά της Μαρίνας αλλά κυρίως ένιωθε ματαίωση, ότι δεν ήταν αποδεκτή. Αυτό που δημιούργησε τον θυμό ήταν η έλλειψη αγάπης. Εκτός αυτού, όταν ένας άνθρωπος είναι εθισμένος σε ουσίες καταφεύγει σε ψέματα επομένως για πολλά χρόνια ο βασικός αφηγητής του τί συνέβαινε στη ζωή της ήταν η μητέρα. Η Μαρίνα διεκδικεί ένα μερίδιο της αλήθειας. Αυτά που μετέφερε η μητέρα μου δεν ήταν όλη η πραγματικότητα. Το να έχεις στην οικογένεια ένα εξαρτημένο άτομο δεν είναι εύκολο. Ούτε για τη μητέρα μου ήταν αλλά ούτε και για μένα που ήμουν ο αδερφός της και την αγαπούσα χωρίς όρους και όρια. Εγώ τότε δε ζούσα στην Ελλάδα και είχαμε και δέκα χρόνια διαφορά μεταξύ μας. Όταν λοιπόν ξεκίνησε το πρόβλημα εγώ δεν ήμουν κοντά της. Αργότερα και αναζητώντας μια άλλη σχέση μαζί της κατάλαβα τι συνέβαινε και δυστυχώς ήμουν πάντα ανάμεσα σε διασταυρωμένα πυρά. Και οι δύο υπέφεραν με διαφορετικό τρόπο» εξηγεί ο κ. Βλαβιανός.

Η νοσηρή σχέση μητέρας και κόρης βρίσκεται στο επίκεντρο του σπαρακτικού μονολόγου με τη Μαρίνα να είναι το ανεπιθύμητο παιδί και τη μητέρα, σύμφωνα με τον ποιητή, να είναι κατώτερη των περιστάσεων.

«Όταν το παιδί σου έχει φτάσει σε αυτή την οριακή κατάσταση όπου έχει μπλέξει με ναρκωτικά πρέπει να κάνεις μία υπέρβαση και να βοηθήσεις όσο μπορείς περισσότερο. Όχι να τραπείς σε φυγή επειδή η συνθήκη που δημιουργεί ο εθισμός σε φέρνει σε δύσκολη κοινωνική θέση. Πιστεύω ότι η μητέρα μου δε στάθηκε στο ύψος των περιστάσεων και δεν αντιμετώπισε το ζήτημα όπως θα έπρεπε. Σε αυτό το επίπεδο η συμπεριφορά της ήταν ασυγχώρητη. Η Μαρίνα ήταν ένα παιδί ανεπιθύμητο. Η ιστορία που αναφέρω μέσα στο βιβλίο, που η μητέρα μου νόμιζε πως είχε καρκίνο και τελικά ήταν έγκυος, η οποία προσωπικά μου φαίνεται λίγο τραβηγμένη αλλά η μητέρα μου την έλεγε συνέχεια, δείχνει ότι αντιμετωπίζεις το έμβρυο ως βάρος. Ότι δεν είναι ένα παιδί που γεννήθηκε μέσα από έναν έρωτα αλλά από την αρχή το βλέπεις ως αρρώστια. Τελικά το παιδί αυτό μεγάλωσε με άλλον άνθρωπο μέσα στο σπίτι και δεν ένιωσε την αποδοχή. Και τότε ξεκίνησε το κακό, τότε που δεν ένιωσε την αγάπη που θα έπρεπε», λέει χαρακτηριστικά.

«Το παιδί είναι εύκολο να το κάνεις αλλά δύσκολο να το μεγαλώσεις»

Με τη Μαρίνα να «παίρνει το λόγο» και να μιλά για τη ζωή της ο ποιητής την επαναφέρει από το περιθώριο στο προσκήνιο αλλά και στις μνήμες όλων όσων την ήξεραν.

«Δεν ξέρω αν λυτρώνεσαι με τη συγγραφή ενός τέτοιου βιβλίου γιατί είμαστε οι πληγές μας. Το θέμα είναι να μην μας εμποδίζουν αυτές οι πληγές στο να ζούμε. Να μην μας παραλύσουν. Νιώθω μία χαρά που έδωσα ζωή σε ένα πρόσωπο που ήταν ξεχασμένο. Όταν βγήκε το βιβλίο πολλοί φίλοι της Μαρίνας, παλιοί συμμαθητές της, άνθρωποι που είχαν να την δουν χρόνια, το διάβασαν και επικοινώνησαν μαζί μου. Επανέφερα την Μαρίνα στη μνήμη τους γιατί δεν είναι ένα πρόσωπο που έφυγε και κανείς δε θυμάται. Πέθανε στο Μιλάνο μόνης της, είναι θαμμένη σε ένα νεκροταφείο μόνη της, στην Ιταλία δεν είχε πολλές σχέσεις και κάπως το πρόσωπό της διασώζεται με αυτό τον τρόπο. Πολλοί δεν ήξεραν καν ότι είχε πεθάνει».

Το θέμα που ανακύπτει από την ιστορία της Μαρίνας δεν αφορά μονάχα την εξάρτηση. Η ελληνική οικογένεια, ένα κοινωνικό «άβατο» για τη χώρα μας, αποδομείται και παρά την τέλεια εικόνα της φανερώνονται οι τραγικές συνέπειες που μπορεί να έχει σε ένα παιδί όταν ο γονέας δε φαίνεται, αλλά είναι ακατάλληλος: «Υπάρχει αυτό το ελληνικό ‘τα εν οίκω μη εν δήμω’. Υπάρχει αυτό το ψέμα που λέγεται ‘η αγία ελληνική οικογένεια’. Είναι ψέμα και το συναντάμε στις ειδήσεις με θέματα παιδεραστίας, βιασμών μέσα στην οικογένεια κ.λπ. τα οποία κουκουλώνονταν μέχρι πρόσφατα. Εγώ δεν έχω αυτό το ταμπού. Όταν γράφει όμως κάποιος το πάνω χέρι το έχει η λογοτεχνία και δημιουργεί μία δική της αλήθεια και οι λεπτομέρειες δεν έχουν σημασία. Φεύγει δηλαδή η ιστορία από το προσωπικό και αφορά και άλλους. Όταν κυκλοφόρησε το ‘Αίμα νερό’ μου έγραψαν πολλοί άνθρωποι με πολύ διαφορετικές ζωές από τη δική μου αλλά με κοινά τραύματα. Αντίστοιχα και μετά από αυτό το βιβλίο επικοινώνησαν μαζί μου άνθρωποι που έχουν στην οικογένεια ηρωινομανείς. Ακόμα ένα μεγάλο ταμπού για το τί θα πει η κοινωνία, η γειτονιά. Όλα ξεκινούν από την οικογένεια και για να κάνει κάποιος οικογένεια πρέπει να ξέρει ότι αυτό προϋποθέτει κάποια πράγματα. Όλοι οι γονείς κάνουμε λάθη και είναι λογικό αλλά πρέπει να προσπαθούμε. Άλλο το λάθος και άλλο το να κάνεις πράγματα που έχουν εγκληματικές συνέπειες σε ένα παιδί. Το παιδί είναι εύκολο να το κάνεις αλλά δύσκολο να το μεγαλώσεις. Αυτός που υιοθετεί ένα παιδί είναι πιο συνειδητοποιημένος και για αυτό λέω ότι οι γονείς που γεννούν ένα παιδί πρέπει να το ‘υιοθετήσουν’ μετά. Να καταλάβουν δηλαδή τί σημαίνει να είναι γονείς. Επομένως η μητέρα μου ας πούμε δεν έπρεπε να έχει κάνει παιδιά».

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 13-14 Μαρτίου 2021 

«Όταν πέθανε η μητέρα μας πήγαμε στο σπίτι της να το αδειάσουμε και ανοίγοντας εγώ ένα συρτάρι είδα εκατοντάδες φωτογραφίες δικές μου, της μητέρα μου, αλλά καμία της Μαρίνας. Υπήρχαν μάλιστα πολλές σκισμένες με το χέρι, βίαια, που η μάνα μου είχε κόψει τη Μαρίνα και είχε αφήσει μόνο ένα χέρι της ή το πόδι της που δεν μπορούσε να τα κόψει. Η προσπάθεια αυτή της μάνας μου να εξαφανίσει την ύπαρξη της Μαρίνας από τη ζωή της, όπως και κάθε τεκμήριό της, επανερχόταν συνέχεια μπροστά μου και πυροδότησε το να γράψω το βιβλίο». Κάπως έτσι ο Χάρης Βλαβιανός συνθέτει το «κύκνειο άσμα» της αδερφής του, Μαρίνας, στο βιβλίο του που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις Πατάκη με τίτλο «Τώρα θα μιλήσω εγώ».

vivlio-vlavianos.jpg

Η Μαρίνα, ύστερα από πολυετή προσπάθεια να απεξαρτηθεί από τα ναρκωτικά, χάνει τη ζωή της στο Μιλάνο από υπερβολική δόση ηρωίνης. Σήμερα, ο βραβευμένος ποιητής, επανέρχεται για να δώσει φωνή «σε έναν άνθρωπο που δεν μπορεί να υπερασπιστεί τον εαυτό του γιατί έχει πεθάνει». Διά χειρός Χάρη, η Μαρίνα διεκδικεί ένα μερίδιο της αλήθειας και γίνεται ο κεντρικός αφηγητής της ζωής της.

«Υπήρχε μεγάλος θυμός από την πλευρά της Μαρίνας αλλά κυρίως ένιωθε ματαίωση, ότι δεν ήταν αποδεκτή. Αυτό που δημιούργησε τον θυμό ήταν η έλλειψη αγάπης. Εκτός αυτού, όταν ένας άνθρωπος είναι εθισμένος σε ουσίες καταφεύγει σε ψέματα επομένως για πολλά χρόνια ο βασικός αφηγητής του τί συνέβαινε στη ζωή της ήταν η μητέρα. Η Μαρίνα διεκδικεί ένα μερίδιο της αλήθειας. Αυτά που μετέφερε η μητέρα μου δεν ήταν όλη η πραγματικότητα. Το να έχεις στην οικογένεια ένα εξαρτημένο άτομο δεν είναι εύκολο. Ούτε για τη μητέρα μου ήταν αλλά ούτε και για μένα που ήμουν ο αδερφός της και την αγαπούσα χωρίς όρους και όρια. Εγώ τότε δε ζούσα στην Ελλάδα και είχαμε και δέκα χρόνια διαφορά μεταξύ μας. Όταν λοιπόν ξεκίνησε το πρόβλημα εγώ δεν ήμουν κοντά της. Αργότερα και αναζητώντας μια άλλη σχέση μαζί της κατάλαβα τι συνέβαινε και δυστυχώς ήμουν πάντα ανάμεσα σε διασταυρωμένα πυρά. Και οι δύο υπέφεραν με διαφορετικό τρόπο» εξηγεί ο κ. Βλαβιανός.

Η νοσηρή σχέση μητέρας και κόρης βρίσκεται στο επίκεντρο του σπαρακτικού μονολόγου με τη Μαρίνα να είναι το ανεπιθύμητο παιδί και τη μητέρα, σύμφωνα με τον ποιητή, να είναι κατώτερη των περιστάσεων.

«Όταν το παιδί σου έχει φτάσει σε αυτή την οριακή κατάσταση όπου έχει μπλέξει με ναρκωτικά πρέπει να κάνεις μία υπέρβαση και να βοηθήσεις όσο μπορείς περισσότερο. Όχι να τραπείς σε φυγή επειδή η συνθήκη που δημιουργεί ο εθισμός σε φέρνει σε δύσκολη κοινωνική θέση. Πιστεύω ότι η μητέρα μου δε στάθηκε στο ύψος των περιστάσεων και δεν αντιμετώπισε το ζήτημα όπως θα έπρεπε. Σε αυτό το επίπεδο η συμπεριφορά της ήταν ασυγχώρητη. Η Μαρίνα ήταν ένα παιδί ανεπιθύμητο. Η ιστορία που αναφέρω μέσα στο βιβλίο, που η μητέρα μου νόμιζε πως είχε καρκίνο και τελικά ήταν έγκυος, η οποία προσωπικά μου φαίνεται λίγο τραβηγμένη αλλά η μητέρα μου την έλεγε συνέχεια, δείχνει ότι αντιμετωπίζεις το έμβρυο ως βάρος. Ότι δεν είναι ένα παιδί που γεννήθηκε μέσα από έναν έρωτα αλλά από την αρχή το βλέπεις ως αρρώστια. Τελικά το παιδί αυτό μεγάλωσε με άλλον άνθρωπο μέσα στο σπίτι και δεν ένιωσε την αποδοχή. Και τότε ξεκίνησε το κακό, τότε που δεν ένιωσε την αγάπη που θα έπρεπε», λέει χαρακτηριστικά.

«Το παιδί είναι εύκολο να το κάνεις αλλά δύσκολο να το μεγαλώσεις»

Με τη Μαρίνα να «παίρνει το λόγο» και να μιλά για τη ζωή της ο ποιητής την επαναφέρει από το περιθώριο στο προσκήνιο αλλά και στις μνήμες όλων όσων την ήξεραν.

«Δεν ξέρω αν λυτρώνεσαι με τη συγγραφή ενός τέτοιου βιβλίου γιατί είμαστε οι πληγές μας. Το θέμα είναι να μην μας εμποδίζουν αυτές οι πληγές στο να ζούμε. Να μην μας παραλύσουν. Νιώθω μία χαρά που έδωσα ζωή σε ένα πρόσωπο που ήταν ξεχασμένο. Όταν βγήκε το βιβλίο πολλοί φίλοι της Μαρίνας, παλιοί συμμαθητές της, άνθρωποι που είχαν να την δουν χρόνια, το διάβασαν και επικοινώνησαν μαζί μου. Επανέφερα την Μαρίνα στη μνήμη τους γιατί δεν είναι ένα πρόσωπο που έφυγε και κανείς δε θυμάται. Πέθανε στο Μιλάνο μόνης της, είναι θαμμένη σε ένα νεκροταφείο μόνη της, στην Ιταλία δεν είχε πολλές σχέσεις και κάπως το πρόσωπό της διασώζεται με αυτό τον τρόπο. Πολλοί δεν ήξεραν καν ότι είχε πεθάνει».

Το θέμα που ανακύπτει από την ιστορία της Μαρίνας δεν αφορά μονάχα την εξάρτηση. Η ελληνική οικογένεια, ένα κοινωνικό «άβατο» για τη χώρα μας, αποδομείται και παρά την τέλεια εικόνα της φανερώνονται οι τραγικές συνέπειες που μπορεί να έχει σε ένα παιδί όταν ο γονέας δε φαίνεται, αλλά είναι ακατάλληλος: «Υπάρχει αυτό το ελληνικό ‘τα εν οίκω μη εν δήμω’. Υπάρχει αυτό το ψέμα που λέγεται ‘η αγία ελληνική οικογένεια’. Είναι ψέμα και το συναντάμε στις ειδήσεις με θέματα παιδεραστίας, βιασμών μέσα στην οικογένεια κ.λπ. τα οποία κουκουλώνονταν μέχρι πρόσφατα. Εγώ δεν έχω αυτό το ταμπού. Όταν γράφει όμως κάποιος το πάνω χέρι το έχει η λογοτεχνία και δημιουργεί μία δική της αλήθεια και οι λεπτομέρειες δεν έχουν σημασία. Φεύγει δηλαδή η ιστορία από το προσωπικό και αφορά και άλλους. Όταν κυκλοφόρησε το ‘Αίμα νερό’ μου έγραψαν πολλοί άνθρωποι με πολύ διαφορετικές ζωές από τη δική μου αλλά με κοινά τραύματα. Αντίστοιχα και μετά από αυτό το βιβλίο επικοινώνησαν μαζί μου άνθρωποι που έχουν στην οικογένεια ηρωινομανείς. Ακόμα ένα μεγάλο ταμπού για το τί θα πει η κοινωνία, η γειτονιά. Όλα ξεκινούν από την οικογένεια και για να κάνει κάποιος οικογένεια πρέπει να ξέρει ότι αυτό προϋποθέτει κάποια πράγματα. Όλοι οι γονείς κάνουμε λάθη και είναι λογικό αλλά πρέπει να προσπαθούμε. Άλλο το λάθος και άλλο το να κάνεις πράγματα που έχουν εγκληματικές συνέπειες σε ένα παιδί. Το παιδί είναι εύκολο να το κάνεις αλλά δύσκολο να το μεγαλώσεις. Αυτός που υιοθετεί ένα παιδί είναι πιο συνειδητοποιημένος και για αυτό λέω ότι οι γονείς που γεννούν ένα παιδί πρέπει να το ‘υιοθετήσουν’ μετά. Να καταλάβουν δηλαδή τί σημαίνει να είναι γονείς. Επομένως η μητέρα μου ας πούμε δεν έπρεπε να έχει κάνει παιδιά».

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 13-14 Μαρτίου 2021 

ΣΧΟΛΙΑ

Επιλέξτε Κατηγορία