ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Ο δρόμος προς τη νέα εποχή

Καθίζηση εισοδημάτων και τζίρων - Όλοι οι δείκτες κινούνται σε αρνητική τροχιά - Απαιτείται η διαμόρφωση ενός συνεκτικού αναπτυξιακού σχεδίου που σε συνδυασμό με τον αναπροσανατολισμό του παραγωγικού μοντέλου θα κινητοποιήσει και θα εμπνεύσει τους πολίτες

 14/09/2020 08:00

Ο δρόμος προς τη νέα εποχή

Στέφανος Μαχτσίρας

Το γενικευμένο lockdown που επιβλήθηκε λόγω της πανδημίας στοίχισε στη χώρα τη μεγαλύτερη ύφεση στη μεταπολεμική ιστορία της. Η ραγδαία συρρίκνωση του ΑΕΠ κατά 15,2% στο β’ τρίμηνο σε σύγκριση με την ίδια περίοδο του προηγούμενου έτους, αν και αναμενόταν, προκαλεί έντονο προβληματισμό στην κυβέρνηση αποτυπώνοντας παράλληλα ανάγλυφα τις επιπτώσεις σε εισοδήματα και τζίρους εργαζομένων και επιχειρήσεων από το «πάγωμα» κάθε είδους οικονομικής δραστηριότητας. Τα στοιχεία για την ύφεση στο γ’ τρίμηνο θα δώσουν πιο πλήρη εικόνα του αντίκτυπου του COVID-19 στην πραγματική οικονομία καθορίζοντας σε μεγάλο βαθμό το μέγεθος της ύφεσης για το 2020.

Είναι προφανές πως η οικονομία σε όλη τη διάρκεια του 2020 θα παραμείνει εγκλωβισμένη σε υφεσιακή τροχιά με όλους τους δείκτες να είναι στο «κόκκινο».

Απασχόληση

Πολλοί εργαζόμενοι, ιδίως σε τουρισμό και εστίαση, θα βρεθούν αντιμέτωποι με το φάσμα της ανεργίας. Αν και τα έκτακτα μέτρα στήριξης της απασχόλησης (αναστολές συμβάσεων, αποζημίωση ειδικού σκοπού, κ.λπ.) στόχο έχουν να συγκρατήσουν μία αλματώδη αύξηση της ανεργίας, είναι αμφίβολο αν θα το επιτύχουν.

Είναι ενδεικτικό πως τον Ιούνιο και τον Ιούλιο ο αριθμός των καταγεγραμμένων ανέργων στον ΟΑΕΔ ξεπερνούσε το ένα εκατομμύριο. Είναι πιθανό το ποσοστό της ανεργίας να ξεπεράσει το 20%, όταν εξαντληθεί η δυναμική των μέτρων και οι επιχειρήσεις αρχίσουν τις απολύσεις. Καθίσταται σαφές πως κάτι τέτοιο θα είχε καταστροφικές συνέπειες στην κοινωνική συνοχή, βυθίζοντας παράλληλα την οικονομία ακόμα πιο βαθιά στην ύφεση.

Έλλειμμα

Με βάση τις εκτιμήσεις που γίνονται στο οικονομικό επιτελείο, οι οποίες αναθεωρούντα συνεχώς λόγω της απρόβλεπτης εξέλιξης της πανδημίας, η χρονιά θα κλείσει με έλλειμμα γενικής κυβέρνησης που θα ξεπεράσει το 7% του ΑΕΠ (περίπου 14-15 δισ. σε καθαρά νούμερα). Το πρωτογενές έλλειμμα (δηλαδή το έλλειμμα που δεν περιλαμβάνει τους τόκους για την εξυπηρέτηση του δημόσιου χρέους), εκτιμάται ότι θα ξεπεράσει το 3,5-4% του ΑΕΠ. Οι δαπάνες για τη χρηματοδότηση των παρεμβάσεων στήριξης εργαζόμενων και επιχειρήσεων αλλά και η «βουτιά» των εσόδων του κράτους επιβαρύνουν το έλλειμμα.

Να σημειωθεί πως αυτή τη χρονιά (πιθανόν και το 2021) η σιδηρά δημοσιονομική πειθαρχία έχει χαλαρώσει σε όλη την Ευρώπη καθώς θεωρείται δεδομένο ότι οι κυβερνήσεις θα έχουν ελλειμματικούς προϋπολογισμούς, λόγω της αναπόφευκτης ύφεσης και των μέτρων στήριξης των οικονομιών. Συνεπώς, οι κανόνες που έτσι κι αλλιώς δεν υπάκουαν σε καμία οικονομική λογική, για επίτευξη θηριωδών πρωτογενών πλεονασμάτων ύψους 3,5% του ΑΕΠ για την Ελλάδα, έχουν ανασταλεί μέχρι νεωτέρας.

Χρέος

Οι συνεχείς προσφυγές σε δανεισμό, μέσω ομολόγων και εντόκων για να διατηρηθούν τα ταμειακά διαθέσιμα του κράτους στο ύψος που βρίσκονταν πριν την κρίση (37,5 δισ. ευρώ) σε συνδυασμό με την κατακόρυφη πτώση της οικονομικής δραστηριότητας αναμένεται να «ωθήσουν» το χρέος πάνω από το 200% του ΑΕΠ.

Σύμφωνα με στοιχεία του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, το ύψος του ακαθάριστου δημόσιου χρέους στο τέλος του περασμένου Ιουνίου έφτασε τα 362,87 δισ. ευρώ, από 356,02 δισ. τον Δεκέμβριο του 2019. Καταγράφεται μία αύξηση 6,9 δισ. σε ένα εξάμηνο εξαιτίας των εκδόσεων ομολόγων και εντόκων γραμματίων για να χρηματοδοτηθούν τα μέτρα στήριξης της οικονομίας και να υπάρχει ένα δίχτυ ασφαλείας για την αντιμετώπιση εκτάκτων αναγκών.

Αν λάβουμε υπόψιν το βασικό σενάριο βάσει του οποίου κινείται το οικονομικό επιτελείο και η ύφεση αγγίξει το 8%, τότε σε απόλυτα νούμερα το ΑΕΠ που διαμορφώθηκε την περασμένη χρονιά στα 187,46 δισ. ευρώ θα πέσει στα 172,56 δισ. ευρώ, κάτι που θα λειτουργήσει επιβαρυντικά για το δημόσιο χρέος.

Μπροστά σε κρίσιμες αποφάσεις

Το πολιτικό σύστημα (πρωτίστως η κυβέρνηση χωρίς όμως να εξαιρούνται και τα υπόλοιπα κόμματα), οι παραγωγικές δυνάμεις και η κοινωνία καλούνται να αναμετρηθούν με αφορμή την πανδημία (νωρίτερα απ’ ό,τι υπολόγιζαν), με χρόνιες παθογένειες και αγκυλώσεις που κρατάνε την χώρα καθηλωμένη επί δεκαετίες. Τα μνημόνια μπορεί να «νοικοκύρεψαν» τα δημόσια οικονομικά, με δυσβάστακτο βέβαια κοινωνικό κόστος και εξοντωτικές θυσίες από τους πολίτες, αλλά απέτυχαν να οδηγήσουν την Ελλάδα στην υιοθέτηση τομών και μεταρρυθμίσεων που θα πρόσφεραν προοπτική και όραμα στην κοινωνία.

Η χώρα αυτή τη στιγμή βιώνει τις κοινωνικές επιπτώσεις της κορονο-κρίσης οι οποίες σε όλο τους το εύρος θα φανούν από τον Οκτώβριο. Το ταμείο ανάκαμψης της ΕΕ και τα κεφάλαια που θα εισρεύσουν στην οικονομία καθιστούν επιτακτική ανάγκη την κατάρτιση ενός άμεσα εφαρμόσιμου, συνεκτικού και αποτελεσματικού σχεδίου αξιοποίησής τους που θα… απαντά στις ανάγκες του σήμερα με το βλέμμα όμως στο μέλλον.

Η πανδημία ανέδειξε με οδυνηρό τρόπο πως η χώρα δεν είναι δυνατό να στηρίζει το αναπτυξιακό της μοντέλο αιωνίως μόνο στον τουρισμό. Ο κόσμος αλλάζει με ταχύτατους ρυθμούς και μένει να φανεί αν η Ελλάδα θα ακολουθήσει ή θα μείνει προσκολλημένη στο παρελθόν. Η επένδυση στην ανάπτυξη μίας ισχυρής βιομηχανίας, στην ενίσχυση των εξαγωγών, στην καινοτομία, στην πράσινη οικονομία, στην παραγωγή προϊόντων υψηλής προστιθέμενης αξίας δείχνει το δρόμο προς τη νέα εποχή.

Το προσχέδιο των προτάσεων της επιτροπής Πισσαρίδη κινείται προς αυτή την κατεύθυνση αν και δεν περιλαμβάνει κάτι το πραγματικά καινοτόμο που θα πείσει την κοινωνία να στρατευθεί για να υπηρετήσει έναν εθνικό στόχο.

Kάθε κρίση γεννά και μία ευκαιρία. Αρκεί να έχει κάποιος τη διορατικότητα να την αντιληφθεί αξιοποιώντας την. Eίναι ώρα να κοιτάξουμε (κοινωνία και πολιτικό σύστημα) κατάματα την πραγματικότητα και να ανοίξει η συζήτηση για το πώς θέλουμε να χτίσουμε το νέο παραγωγικό μοντέλο μίας χώρας ισχυρής και ευημερούσας.


*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 12-13 Σεπτεμβρίου 2020

Το γενικευμένο lockdown που επιβλήθηκε λόγω της πανδημίας στοίχισε στη χώρα τη μεγαλύτερη ύφεση στη μεταπολεμική ιστορία της. Η ραγδαία συρρίκνωση του ΑΕΠ κατά 15,2% στο β’ τρίμηνο σε σύγκριση με την ίδια περίοδο του προηγούμενου έτους, αν και αναμενόταν, προκαλεί έντονο προβληματισμό στην κυβέρνηση αποτυπώνοντας παράλληλα ανάγλυφα τις επιπτώσεις σε εισοδήματα και τζίρους εργαζομένων και επιχειρήσεων από το «πάγωμα» κάθε είδους οικονομικής δραστηριότητας. Τα στοιχεία για την ύφεση στο γ’ τρίμηνο θα δώσουν πιο πλήρη εικόνα του αντίκτυπου του COVID-19 στην πραγματική οικονομία καθορίζοντας σε μεγάλο βαθμό το μέγεθος της ύφεσης για το 2020.

Είναι προφανές πως η οικονομία σε όλη τη διάρκεια του 2020 θα παραμείνει εγκλωβισμένη σε υφεσιακή τροχιά με όλους τους δείκτες να είναι στο «κόκκινο».

Απασχόληση

Πολλοί εργαζόμενοι, ιδίως σε τουρισμό και εστίαση, θα βρεθούν αντιμέτωποι με το φάσμα της ανεργίας. Αν και τα έκτακτα μέτρα στήριξης της απασχόλησης (αναστολές συμβάσεων, αποζημίωση ειδικού σκοπού, κ.λπ.) στόχο έχουν να συγκρατήσουν μία αλματώδη αύξηση της ανεργίας, είναι αμφίβολο αν θα το επιτύχουν.

Είναι ενδεικτικό πως τον Ιούνιο και τον Ιούλιο ο αριθμός των καταγεγραμμένων ανέργων στον ΟΑΕΔ ξεπερνούσε το ένα εκατομμύριο. Είναι πιθανό το ποσοστό της ανεργίας να ξεπεράσει το 20%, όταν εξαντληθεί η δυναμική των μέτρων και οι επιχειρήσεις αρχίσουν τις απολύσεις. Καθίσταται σαφές πως κάτι τέτοιο θα είχε καταστροφικές συνέπειες στην κοινωνική συνοχή, βυθίζοντας παράλληλα την οικονομία ακόμα πιο βαθιά στην ύφεση.

Έλλειμμα

Με βάση τις εκτιμήσεις που γίνονται στο οικονομικό επιτελείο, οι οποίες αναθεωρούντα συνεχώς λόγω της απρόβλεπτης εξέλιξης της πανδημίας, η χρονιά θα κλείσει με έλλειμμα γενικής κυβέρνησης που θα ξεπεράσει το 7% του ΑΕΠ (περίπου 14-15 δισ. σε καθαρά νούμερα). Το πρωτογενές έλλειμμα (δηλαδή το έλλειμμα που δεν περιλαμβάνει τους τόκους για την εξυπηρέτηση του δημόσιου χρέους), εκτιμάται ότι θα ξεπεράσει το 3,5-4% του ΑΕΠ. Οι δαπάνες για τη χρηματοδότηση των παρεμβάσεων στήριξης εργαζόμενων και επιχειρήσεων αλλά και η «βουτιά» των εσόδων του κράτους επιβαρύνουν το έλλειμμα.

Να σημειωθεί πως αυτή τη χρονιά (πιθανόν και το 2021) η σιδηρά δημοσιονομική πειθαρχία έχει χαλαρώσει σε όλη την Ευρώπη καθώς θεωρείται δεδομένο ότι οι κυβερνήσεις θα έχουν ελλειμματικούς προϋπολογισμούς, λόγω της αναπόφευκτης ύφεσης και των μέτρων στήριξης των οικονομιών. Συνεπώς, οι κανόνες που έτσι κι αλλιώς δεν υπάκουαν σε καμία οικονομική λογική, για επίτευξη θηριωδών πρωτογενών πλεονασμάτων ύψους 3,5% του ΑΕΠ για την Ελλάδα, έχουν ανασταλεί μέχρι νεωτέρας.

Χρέος

Οι συνεχείς προσφυγές σε δανεισμό, μέσω ομολόγων και εντόκων για να διατηρηθούν τα ταμειακά διαθέσιμα του κράτους στο ύψος που βρίσκονταν πριν την κρίση (37,5 δισ. ευρώ) σε συνδυασμό με την κατακόρυφη πτώση της οικονομικής δραστηριότητας αναμένεται να «ωθήσουν» το χρέος πάνω από το 200% του ΑΕΠ.

Σύμφωνα με στοιχεία του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, το ύψος του ακαθάριστου δημόσιου χρέους στο τέλος του περασμένου Ιουνίου έφτασε τα 362,87 δισ. ευρώ, από 356,02 δισ. τον Δεκέμβριο του 2019. Καταγράφεται μία αύξηση 6,9 δισ. σε ένα εξάμηνο εξαιτίας των εκδόσεων ομολόγων και εντόκων γραμματίων για να χρηματοδοτηθούν τα μέτρα στήριξης της οικονομίας και να υπάρχει ένα δίχτυ ασφαλείας για την αντιμετώπιση εκτάκτων αναγκών.

Αν λάβουμε υπόψιν το βασικό σενάριο βάσει του οποίου κινείται το οικονομικό επιτελείο και η ύφεση αγγίξει το 8%, τότε σε απόλυτα νούμερα το ΑΕΠ που διαμορφώθηκε την περασμένη χρονιά στα 187,46 δισ. ευρώ θα πέσει στα 172,56 δισ. ευρώ, κάτι που θα λειτουργήσει επιβαρυντικά για το δημόσιο χρέος.

Μπροστά σε κρίσιμες αποφάσεις

Το πολιτικό σύστημα (πρωτίστως η κυβέρνηση χωρίς όμως να εξαιρούνται και τα υπόλοιπα κόμματα), οι παραγωγικές δυνάμεις και η κοινωνία καλούνται να αναμετρηθούν με αφορμή την πανδημία (νωρίτερα απ’ ό,τι υπολόγιζαν), με χρόνιες παθογένειες και αγκυλώσεις που κρατάνε την χώρα καθηλωμένη επί δεκαετίες. Τα μνημόνια μπορεί να «νοικοκύρεψαν» τα δημόσια οικονομικά, με δυσβάστακτο βέβαια κοινωνικό κόστος και εξοντωτικές θυσίες από τους πολίτες, αλλά απέτυχαν να οδηγήσουν την Ελλάδα στην υιοθέτηση τομών και μεταρρυθμίσεων που θα πρόσφεραν προοπτική και όραμα στην κοινωνία.

Η χώρα αυτή τη στιγμή βιώνει τις κοινωνικές επιπτώσεις της κορονο-κρίσης οι οποίες σε όλο τους το εύρος θα φανούν από τον Οκτώβριο. Το ταμείο ανάκαμψης της ΕΕ και τα κεφάλαια που θα εισρεύσουν στην οικονομία καθιστούν επιτακτική ανάγκη την κατάρτιση ενός άμεσα εφαρμόσιμου, συνεκτικού και αποτελεσματικού σχεδίου αξιοποίησής τους που θα… απαντά στις ανάγκες του σήμερα με το βλέμμα όμως στο μέλλον.

Η πανδημία ανέδειξε με οδυνηρό τρόπο πως η χώρα δεν είναι δυνατό να στηρίζει το αναπτυξιακό της μοντέλο αιωνίως μόνο στον τουρισμό. Ο κόσμος αλλάζει με ταχύτατους ρυθμούς και μένει να φανεί αν η Ελλάδα θα ακολουθήσει ή θα μείνει προσκολλημένη στο παρελθόν. Η επένδυση στην ανάπτυξη μίας ισχυρής βιομηχανίας, στην ενίσχυση των εξαγωγών, στην καινοτομία, στην πράσινη οικονομία, στην παραγωγή προϊόντων υψηλής προστιθέμενης αξίας δείχνει το δρόμο προς τη νέα εποχή.

Το προσχέδιο των προτάσεων της επιτροπής Πισσαρίδη κινείται προς αυτή την κατεύθυνση αν και δεν περιλαμβάνει κάτι το πραγματικά καινοτόμο που θα πείσει την κοινωνία να στρατευθεί για να υπηρετήσει έναν εθνικό στόχο.

Kάθε κρίση γεννά και μία ευκαιρία. Αρκεί να έχει κάποιος τη διορατικότητα να την αντιληφθεί αξιοποιώντας την. Eίναι ώρα να κοιτάξουμε (κοινωνία και πολιτικό σύστημα) κατάματα την πραγματικότητα και να ανοίξει η συζήτηση για το πώς θέλουμε να χτίσουμε το νέο παραγωγικό μοντέλο μίας χώρας ισχυρής και ευημερούσας.


*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 12-13 Σεπτεμβρίου 2020

ΣΧΟΛΙΑ

Επιλέξτε Κατηγορία