ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΑΡΘΡΩΝ

«Να μην σβηστούν με την υπεροψία του ισχυρού οι αποζημιώσεις» λένε τα γερμανικά ΜΜΕ

Τέσσερις από τις μεγαλύτερες γερμανικές εφημερίδες αναδεικνύουν το θέμα των γερμανικών οφειλών προς την Ελλάδα

 20/04/2019 15:24

«Να μην σβηστούν με την υπεροψία του ισχυρού οι αποζημιώσεις» λένε τα γερμανικά ΜΜΕ

Στη διεκδίκηση των γερμανικών οφειλών προς την Ελλάδα για τα ναζιστικά εγκλήματα που διαπράχθησαν την περίοδο της κατοχής μετά την σχετική απόφαση του ελληνικού κοινοβουλίου αναφέρεται εκτενώς και σήμερα ο γερμανικός τύπος με ρεπορτάζ, σχόλια και ιστορικές αναφορές.

«Με σπάνια ομοφωνία η ελληνική βουλή ανέθεσε στον Αλέξη Τσίπρα την εντολή να αξιώσει εκ νέου επανορθώσεις για τα ναζιστικά εγκλήματα», αναφέρει σε ρεπορτάζ της η Süddeutsche Zeitung,σημειώνοντας ότι το επόμενο βήμα που αναμένεται από ελληνικής πλευράς είναι μια σχετική ρηματική διακοίνωση προς τη Γερμανία. Όπως σημειώνει το ρεπορτάζ: «Κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής μεταξύ 1941 και 199 πέθαναν δεκάδες χιλιάδες Έλληνες –σε σφαγές, στις μάχες, λόγω πείνας και εκτοπισμών. Κατ´ επανάληψη στο παρελθόν εκπρόσωποι των θυμάτων είχαν εγείρει αξιώσεις για αποζημίωση. Ήταν εν μέρει επιτυχείς σε ελληνικά δικαστήρια, γεγονός που παραλίγο να οδηγήσει σε κατασχέσεις γερμανικών περιουσιών".

Για την επιλογή της συγκεκριμένης χρονικής συγκυρίας από την κυβέρνηση Τσίπρα να τεθεί επίσημα το ζήτηση των πολεμικών διεκδικήσεων η εφημερίδα σημειώνει: «Ο Τσίπρας έλεγε, ότι ήθελε πρώτα να περιμένει μέχρι την ολοκλήρωση του προγράμματος βοήθειας προς την Ελλάδα, ώστε να μην μπλέξει να δύο θέματα. Ωστόσο για την επιλογή του συγκεκριμένου χρονικού σημείου για την απόφαση της Βουλής, ρόλο πρέπει να έπαιξε και ο ελληνικός προεκλογικός αγώνας. Το αργότερο τον Οκτώβριο αναμένονται εθνικές εκλογές, και η συντηρητική ΝΔ προηγείται καθαρά του ΣΥΡΙΖΑ.»

Σε άλλο σημείο η ίδια εφημερίδα επιγράφει σχόλιο για το ίδιο θέμα με τίτλο «Παλιά φρίκη». Σύμφωνα με το σχόλιο αυτή η μακροχρόνια ιστορία της διεκδίκησης πολεμικών επανορθώσεων, παρά το δεν έχει οδηγήσει μέχρι στιγμής σε αποζημιώσεις ιδιωτών από διεθνή δικαιοδοτικά όργανα βάσει του διεθνούς δικαίου, είχε ωστόσο ως συνέπεια «να γίνει συνείδηση σε ένα ευρύτερο κοινό στη Γερμανία η φρίκη της κατοχής στην Ελλάδα κατά τον Β´ Παγκόσμιο Πόλεμο, μέσα στην οποία συγκαταλέγεται και το Δίστομο». Όπως παρατηρεί το σχόλιο, και η νυν διεκδίκηση της ελληνικής κυβέρνησης ενδέχεται να καταλήξει σε διεθνή δικαστήρια, ενώ μέχρι την τελική απόφαση θα χρειαστούν χρόνια. 

«Θα είχε περισσότερο νόημα» σημειώνει το σχόλιο «ο χρόνος αυτός να χρησιμοποιηθεί για μια πολιτική προσέγγιση. Για παράδειγμα το Βερολίνο να μπορούσε να στηρίξει καλύτερα το Ταμείο για το Μέλλον, το κοινό πρότζεκτ για τη διατήρηση της ιστορικής μνήμης με περισσότερα από μόνο ένα εκατομ. ευρώ ετησίως. Αλλά αυτό που η Ελλάδα χρειάζεται σήμερα επειγόντως είναι κάτι άλλο, επενδύσεις. Οι γερμανικές εταιρείες δεν μπορούν να εξαναγκαστούν αλλά να ενθαρρυνθούν προς αυτή την κατεύθυνση».

O Xανς Ντίτριχ Γκένσερ στη Βόννη, κατά τη διάρκεια των συνομιλιών για τη Συνθήκη 2+4

O Xανς Ντίτριχ Γκένσερ στη Βόννη, κατά τη διάρκεια των συνομιλιών για τη Συνθήκη 2+4

Frankfurter Allgemine Zeitung (FAZ): Να μην σβηστούν με την υπεροψία του ισχυρού οι αποζημιώσεις

Και η Frankfurter Allgemeine Zeitungσχολιάζει επίσης το θέμα των πολεμικών διεκδικήσεων της Ελλάδας έναντι της Γερμανίας κάνοντας μια αναδρομή στην ιστορία των ελληνογερμανικών σχέσεων μεταπολεμικά με αναφορές βέβαια και στην πρόσφατη ιστορία των διμερών σχέσεων. 

"Υπάρχουν Γερμανοί που αγνοούν σε πόσο μεγάλο βαθμό εξακολουθεί να υπάρχει μέχρι σήμερα η μνήμη των εγκλημάτων των ναζί / εθνικοσοσιαλιστών κατακτητών σε ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες - συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας. Επιπλέον, η χώρα χρειάστηκε περισσότερο χρόνο από άλλους για να ανακάμψει από τη «γερμανική βασιλεία του τρόμου».

Ήταν επομένως ένα θαύμα η φιλική διάθεση (των Ελλήνων) προς τη Γερμανία, η οποία σύντομα θεωρήθηκε δεδομένη. Ωστόσο, δεν ήταν συνδεδεμένη με τη λήθη εκείνων των γεγονότων που σχεδόν κάθε οικογένεια στην Ελλάδα μπορεί να διηγηθεί.

Βέβαια, και οι ίδιοι οι Έλληνες γνωρίζουν ότι η πιο πρόσφατη απαίτηση για αποζημιώσεις δεν είναι ρεαλιστική. Μια κακή συμβουλή, ωστόσο, θα ήταν να σβήσουμε με την υπεροψία του ισχυρού εντελώς από το τραπέζι τη ρηματική διακοίνωση προς τη γερμανική κυβέρνηση.

Στην επεξεργασία του παρελθόντος μας για το Τρίτο Ράιχ ανήκουν ακριβώς η προσπάθεια συμφιλίωσης και στενότερης συνεργασίας. Διότι στο ελληνικό κοινοβούλιο, όλα τα κόμματα υποστηρίζουν την απαίτηση για αποζημιώσεις. Τις απορρίπτει μόνο τη φασιστική «Χρυσή Αυγή». Με αυτήν οι δημοκράτες δεν πρέπει να έχουν τίποτα το κοινό".

«Η Ελλάδα απαιτεί την καταβολή πολεμικών επανορθώσεων από τη Γερμανία από το 1950. Αλλά η καθημερινή πολιτική ήταν πιο σημαντική για καιρό», γράφει ο σχολιογράφος σημειώνοντας ότι «η διεκδίκηση πολεμικών επανορθώσεων της Αθήνας από τη Γερμανία ανήκει εδώ και δεκαετίες στα λίγα πολιτικά θέματα, όπου τα κατά τα λοιπά βαθιά διχασμένα πολιτικά κόμμα συμφωνούν». Το σχόλιο αναφέρεται σε συνέντευξη του Γιώργου Παπανδρέου στην FAZ το 2010, στην οποία και ο τότε πρωθυπουργός είχε χαρακτηρίζει το θέμα «ανοιχτό», ωστόσο τότε είχε πει ότι «δεν θα το θέσουμε στην καθημερινή πολιτική ατζέντα, γιατί προς το παρόν μας απασχολούν άλλα προβλήματα». Και ο Αλέξης Τσίπρας μιλά σήμερα για ένα «ανοιχτό θέμα», το οποίο επιδιώκει να θέσει πριν τις επερχόμενες εκλογές του Οκτωβρίου, ώστε να μην αλλάξει κάτι στη συνέχεια από την επόμενη κυβέρνηση.

Και ο Κυριάκος Μητσοτάκης που στήριξε την πρόταση του Αλέξη Τσίπρα κάνοντας λόγο για ένα «άλυτο ιστορικό ζήτημα», φαίνεται να εκπροσωπεί, όπως παρατηρεί το σχόλιο, την πολιτική γραμμή του πατέρα του, Κωνσταντίνου Μητσοτάκη. «Αμέσως μετά την επικύρωση της Συμφωνίας 2+4, τον Μάρτιο του 1991, ο Κ. Μητσοτάκης και ο τότε υπ. Εξωτερικών Αντώνης Σαμαράς άνοιξαν, το θέμα των πολεμικών αποζημιώσεων -ο Σαμαράς το έθεσε μεταξύ άλλων σε μια συνομιλία με τον τότε υπ. Εξωτερικών της Γερμανίας Χανς Ντίντριχ Γκένσερ.» Εντούτοις, όπως παρατηρεί η εφημερίδα το θέμα των πολεμικών διεκδικήσεων της Ελλάδας από τη Γερμανία είχε τεθεί πολύ νωρίτερα στο παρελθόν, αλλά πάντα «καλύπτονταν από άλλους συμβιβασμούς της τρέχουσας πολιτικής, για παράδειγμα μέσω της Συμφωνίας για τον Καπνό το 1950, την οποία υπέγραψε στη Βόννη ο Γεώργιος Παπανδρέου, ο παππούς του Γιώργου Παπανδρέου». Όπως αναφέρει σε άλλο σημείο το σχόλιο: «Σε αντάλλαγμα για την απαλλαγή  από τον φόρο επί των εξαγωγών καπνού προς τη Γερμανία, η Αθήνα την εποχή εκείνη εμφανίστηκε πρόθυμη να αναβάλει προσωρινά τις απαιτήσεις για πολεμικές αποζημιώσεις. Στη δεκαετία του 60, ήταν πιο σημαντικό για την Ελλάδα να στείλει Gastarbeiter στη Γερμανία, λόγω της υψηλής ανεργίας, από το να διεκδικήσει επανορθώσεις. Ωστόσο επίσημα η Ελλάδα ποτέ δεν παραιτήθηκε από τις αξιώσεις, σύμφωνα με την ελληνική ανάγνωση».

Νeues Deutschland (ΝD): Το θέμα των αποζημιώσεων δεν έχει κλείσει. Διαπραγματευτείτε με τους Έλληνες!

«Το θέμα των αποζημιώσεων για τη ναζιστική εποχή δεν έχει κλείσει. Οι Γερμανοί θα πρέπει να ανταποκριθούν στο αίτημα του ελληνικού Κοινοβουλίου και να διαπραγματευτούν με την Ελλάδα για το θέμα αυτό.

Είναι δικαιολογημένο το ερώτημα γιατί συζητούνται αυτή τη στιγμή οι αποζημιώσεις και πάλι στην Ελλάδα. Αυτό σχετίζεται με τον κυρίαρχο ρόλο που διαδραματίζει η Γερμανία στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Ιδίως η γερμανική κυβέρνηση πίεσε μαζί με την τρόικα, αποτελούμενη από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, την κυβέρνηση της Αθήνας να ακολουθήσουν μια αυστηρή πολιτική λιτότητας, για να λάβει η υπερχρεωμένη Νοτιοευρωπαϊκή χώρα δάνεια ως αντάλλαγμα. Αυτή περιλάμβανε περικοπές των συντάξεων και των μισθών. Μια ανεξάρτητη πολιτική δεν ήταν πλέον δυνατή για την Ελλάδα. Αν και η χώρα έχει εξέλθει εδώ και καιρό από το λεγόμενο σχέδιο διάσωσης της Ε.Ε., η φτώχεια εξακολουθεί να είναι μεγάλη. Επιπλέον, οι δανειστές έχουν επωφεληθεί από την "βοήθεια" τους για την Ελλάδα. Η Γερμανία αποκόμισε κέρδη δισεκατομμυρίων από τους τόκους.

Είναι κατανοητό ότι πολλοί Έλληνες αισθάνονται ότι αντιμετωπίζονται χωρίς σεβασμό. Όταν η χώρα αντιμετώπιζε το φάσμα της πτώχευσης, δεν έκανε κανείς την σκέψη στην γερμανική δημόσια ζωή ότι θα έπρεπε να συμπεριφέρονται διαφορετικά στον Ευρωπαίο εταίρο του διότι οι δολοφόνοι του ναζιστικού Ράιχ ήταν υπεύθυνοι για τον θάνατο εκατοντάδων χιλιάδων Ελλήνων, την σχεδόν πλήρη εξολόθρευση της εβραϊκής κοινότητας, την λεηλασία της οικονομίας και την εκτεταμένη καταστροφή των υποδομών. Απέναντι σε χώρες που οι Γερμανοί έχουν διαπράξει τέτοια εγκλήματα πριν από μερικές δεκαετίες, είναι σκόπιμη η αυτοσυγκράτηση. Αντ 'αυτής, πολλά γερμανικά μέσα ενημέρωσης και πολιτικοί, όπως η καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ και ο τότε υπουργός Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε επέδειξαν μια επαίσχυντη αλαζονεία εκείνες τις μέρες της ελληνικής οικονομικής κρίσης. Ας ελπίσουμε ότι κάποια μέρα θα λάβουν το λογαριασμό».

«Ο μπαμπούλας» των πολεμικών διεκδικήσεων

Κλείνοντας και η Stuttgarter Zeitung σχολιάζει το ζήτημα της νέας διεκδίκησης γερμανικών πολεμικών επανορθώσεων σημειώνοντας: «Η πολιτική πίεση είναι μεγαλύτερη από τον νομικό κίνδυνο (σσ: που ενδέχεται να προκαλέσει η νομική διεκδίκηση πολεμικών επανορθώσεων) είναι ο κίνδυνος άσκησης πολιτικής πίεσης. Η ελληνική επίθεση ενδέχεται να βρει μιμητές σε μια ολοένα και πιο εθνικιστική Ευρώπη. Ήδη Ιταλία και Πολωνία εξετάζουν το ζήτημα. Η πιθανότητα διολίσθησης στον ρόλο του μπαμπούλα (για τη Γερμανία) είναι δεδομένη. Είναι επομένως προς το συμφέρον του Βερολίνου να τραβήξει μια γραμμή σε αυτά τα αιτήματα. Στην αναζήτηση συμβιβασμού πρέπει να ληφθεί υπόψη και το γεγονός ότι η Γερμανία δεν παρέμεινε αδρανής στην επιδιόρθωση του ελληνικού κράτους».

Πηγή: Deutche Welle, AΠΕ

Στη διεκδίκηση των γερμανικών οφειλών προς την Ελλάδα για τα ναζιστικά εγκλήματα που διαπράχθησαν την περίοδο της κατοχής μετά την σχετική απόφαση του ελληνικού κοινοβουλίου αναφέρεται εκτενώς και σήμερα ο γερμανικός τύπος με ρεπορτάζ, σχόλια και ιστορικές αναφορές.

«Με σπάνια ομοφωνία η ελληνική βουλή ανέθεσε στον Αλέξη Τσίπρα την εντολή να αξιώσει εκ νέου επανορθώσεις για τα ναζιστικά εγκλήματα», αναφέρει σε ρεπορτάζ της η Süddeutsche Zeitung,σημειώνοντας ότι το επόμενο βήμα που αναμένεται από ελληνικής πλευράς είναι μια σχετική ρηματική διακοίνωση προς τη Γερμανία. Όπως σημειώνει το ρεπορτάζ: «Κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής μεταξύ 1941 και 199 πέθαναν δεκάδες χιλιάδες Έλληνες –σε σφαγές, στις μάχες, λόγω πείνας και εκτοπισμών. Κατ´ επανάληψη στο παρελθόν εκπρόσωποι των θυμάτων είχαν εγείρει αξιώσεις για αποζημίωση. Ήταν εν μέρει επιτυχείς σε ελληνικά δικαστήρια, γεγονός που παραλίγο να οδηγήσει σε κατασχέσεις γερμανικών περιουσιών".

Για την επιλογή της συγκεκριμένης χρονικής συγκυρίας από την κυβέρνηση Τσίπρα να τεθεί επίσημα το ζήτηση των πολεμικών διεκδικήσεων η εφημερίδα σημειώνει: «Ο Τσίπρας έλεγε, ότι ήθελε πρώτα να περιμένει μέχρι την ολοκλήρωση του προγράμματος βοήθειας προς την Ελλάδα, ώστε να μην μπλέξει να δύο θέματα. Ωστόσο για την επιλογή του συγκεκριμένου χρονικού σημείου για την απόφαση της Βουλής, ρόλο πρέπει να έπαιξε και ο ελληνικός προεκλογικός αγώνας. Το αργότερο τον Οκτώβριο αναμένονται εθνικές εκλογές, και η συντηρητική ΝΔ προηγείται καθαρά του ΣΥΡΙΖΑ.»

Σε άλλο σημείο η ίδια εφημερίδα επιγράφει σχόλιο για το ίδιο θέμα με τίτλο «Παλιά φρίκη». Σύμφωνα με το σχόλιο αυτή η μακροχρόνια ιστορία της διεκδίκησης πολεμικών επανορθώσεων, παρά το δεν έχει οδηγήσει μέχρι στιγμής σε αποζημιώσεις ιδιωτών από διεθνή δικαιοδοτικά όργανα βάσει του διεθνούς δικαίου, είχε ωστόσο ως συνέπεια «να γίνει συνείδηση σε ένα ευρύτερο κοινό στη Γερμανία η φρίκη της κατοχής στην Ελλάδα κατά τον Β´ Παγκόσμιο Πόλεμο, μέσα στην οποία συγκαταλέγεται και το Δίστομο». Όπως παρατηρεί το σχόλιο, και η νυν διεκδίκηση της ελληνικής κυβέρνησης ενδέχεται να καταλήξει σε διεθνή δικαστήρια, ενώ μέχρι την τελική απόφαση θα χρειαστούν χρόνια. 

«Θα είχε περισσότερο νόημα» σημειώνει το σχόλιο «ο χρόνος αυτός να χρησιμοποιηθεί για μια πολιτική προσέγγιση. Για παράδειγμα το Βερολίνο να μπορούσε να στηρίξει καλύτερα το Ταμείο για το Μέλλον, το κοινό πρότζεκτ για τη διατήρηση της ιστορικής μνήμης με περισσότερα από μόνο ένα εκατομ. ευρώ ετησίως. Αλλά αυτό που η Ελλάδα χρειάζεται σήμερα επειγόντως είναι κάτι άλλο, επενδύσεις. Οι γερμανικές εταιρείες δεν μπορούν να εξαναγκαστούν αλλά να ενθαρρυνθούν προς αυτή την κατεύθυνση».

O Xανς Ντίτριχ Γκένσερ στη Βόννη, κατά τη διάρκεια των συνομιλιών για τη Συνθήκη 2+4

O Xανς Ντίτριχ Γκένσερ στη Βόννη, κατά τη διάρκεια των συνομιλιών για τη Συνθήκη 2+4

Frankfurter Allgemine Zeitung (FAZ): Να μην σβηστούν με την υπεροψία του ισχυρού οι αποζημιώσεις

Και η Frankfurter Allgemeine Zeitungσχολιάζει επίσης το θέμα των πολεμικών διεκδικήσεων της Ελλάδας έναντι της Γερμανίας κάνοντας μια αναδρομή στην ιστορία των ελληνογερμανικών σχέσεων μεταπολεμικά με αναφορές βέβαια και στην πρόσφατη ιστορία των διμερών σχέσεων. 

"Υπάρχουν Γερμανοί που αγνοούν σε πόσο μεγάλο βαθμό εξακολουθεί να υπάρχει μέχρι σήμερα η μνήμη των εγκλημάτων των ναζί / εθνικοσοσιαλιστών κατακτητών σε ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες - συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας. Επιπλέον, η χώρα χρειάστηκε περισσότερο χρόνο από άλλους για να ανακάμψει από τη «γερμανική βασιλεία του τρόμου».

Ήταν επομένως ένα θαύμα η φιλική διάθεση (των Ελλήνων) προς τη Γερμανία, η οποία σύντομα θεωρήθηκε δεδομένη. Ωστόσο, δεν ήταν συνδεδεμένη με τη λήθη εκείνων των γεγονότων που σχεδόν κάθε οικογένεια στην Ελλάδα μπορεί να διηγηθεί.

Βέβαια, και οι ίδιοι οι Έλληνες γνωρίζουν ότι η πιο πρόσφατη απαίτηση για αποζημιώσεις δεν είναι ρεαλιστική. Μια κακή συμβουλή, ωστόσο, θα ήταν να σβήσουμε με την υπεροψία του ισχυρού εντελώς από το τραπέζι τη ρηματική διακοίνωση προς τη γερμανική κυβέρνηση.

Στην επεξεργασία του παρελθόντος μας για το Τρίτο Ράιχ ανήκουν ακριβώς η προσπάθεια συμφιλίωσης και στενότερης συνεργασίας. Διότι στο ελληνικό κοινοβούλιο, όλα τα κόμματα υποστηρίζουν την απαίτηση για αποζημιώσεις. Τις απορρίπτει μόνο τη φασιστική «Χρυσή Αυγή». Με αυτήν οι δημοκράτες δεν πρέπει να έχουν τίποτα το κοινό".

«Η Ελλάδα απαιτεί την καταβολή πολεμικών επανορθώσεων από τη Γερμανία από το 1950. Αλλά η καθημερινή πολιτική ήταν πιο σημαντική για καιρό», γράφει ο σχολιογράφος σημειώνοντας ότι «η διεκδίκηση πολεμικών επανορθώσεων της Αθήνας από τη Γερμανία ανήκει εδώ και δεκαετίες στα λίγα πολιτικά θέματα, όπου τα κατά τα λοιπά βαθιά διχασμένα πολιτικά κόμμα συμφωνούν». Το σχόλιο αναφέρεται σε συνέντευξη του Γιώργου Παπανδρέου στην FAZ το 2010, στην οποία και ο τότε πρωθυπουργός είχε χαρακτηρίζει το θέμα «ανοιχτό», ωστόσο τότε είχε πει ότι «δεν θα το θέσουμε στην καθημερινή πολιτική ατζέντα, γιατί προς το παρόν μας απασχολούν άλλα προβλήματα». Και ο Αλέξης Τσίπρας μιλά σήμερα για ένα «ανοιχτό θέμα», το οποίο επιδιώκει να θέσει πριν τις επερχόμενες εκλογές του Οκτωβρίου, ώστε να μην αλλάξει κάτι στη συνέχεια από την επόμενη κυβέρνηση.

Και ο Κυριάκος Μητσοτάκης που στήριξε την πρόταση του Αλέξη Τσίπρα κάνοντας λόγο για ένα «άλυτο ιστορικό ζήτημα», φαίνεται να εκπροσωπεί, όπως παρατηρεί το σχόλιο, την πολιτική γραμμή του πατέρα του, Κωνσταντίνου Μητσοτάκη. «Αμέσως μετά την επικύρωση της Συμφωνίας 2+4, τον Μάρτιο του 1991, ο Κ. Μητσοτάκης και ο τότε υπ. Εξωτερικών Αντώνης Σαμαράς άνοιξαν, το θέμα των πολεμικών αποζημιώσεων -ο Σαμαράς το έθεσε μεταξύ άλλων σε μια συνομιλία με τον τότε υπ. Εξωτερικών της Γερμανίας Χανς Ντίντριχ Γκένσερ.» Εντούτοις, όπως παρατηρεί η εφημερίδα το θέμα των πολεμικών διεκδικήσεων της Ελλάδας από τη Γερμανία είχε τεθεί πολύ νωρίτερα στο παρελθόν, αλλά πάντα «καλύπτονταν από άλλους συμβιβασμούς της τρέχουσας πολιτικής, για παράδειγμα μέσω της Συμφωνίας για τον Καπνό το 1950, την οποία υπέγραψε στη Βόννη ο Γεώργιος Παπανδρέου, ο παππούς του Γιώργου Παπανδρέου». Όπως αναφέρει σε άλλο σημείο το σχόλιο: «Σε αντάλλαγμα για την απαλλαγή  από τον φόρο επί των εξαγωγών καπνού προς τη Γερμανία, η Αθήνα την εποχή εκείνη εμφανίστηκε πρόθυμη να αναβάλει προσωρινά τις απαιτήσεις για πολεμικές αποζημιώσεις. Στη δεκαετία του 60, ήταν πιο σημαντικό για την Ελλάδα να στείλει Gastarbeiter στη Γερμανία, λόγω της υψηλής ανεργίας, από το να διεκδικήσει επανορθώσεις. Ωστόσο επίσημα η Ελλάδα ποτέ δεν παραιτήθηκε από τις αξιώσεις, σύμφωνα με την ελληνική ανάγνωση».

Νeues Deutschland (ΝD): Το θέμα των αποζημιώσεων δεν έχει κλείσει. Διαπραγματευτείτε με τους Έλληνες!

«Το θέμα των αποζημιώσεων για τη ναζιστική εποχή δεν έχει κλείσει. Οι Γερμανοί θα πρέπει να ανταποκριθούν στο αίτημα του ελληνικού Κοινοβουλίου και να διαπραγματευτούν με την Ελλάδα για το θέμα αυτό.

Είναι δικαιολογημένο το ερώτημα γιατί συζητούνται αυτή τη στιγμή οι αποζημιώσεις και πάλι στην Ελλάδα. Αυτό σχετίζεται με τον κυρίαρχο ρόλο που διαδραματίζει η Γερμανία στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Ιδίως η γερμανική κυβέρνηση πίεσε μαζί με την τρόικα, αποτελούμενη από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, την κυβέρνηση της Αθήνας να ακολουθήσουν μια αυστηρή πολιτική λιτότητας, για να λάβει η υπερχρεωμένη Νοτιοευρωπαϊκή χώρα δάνεια ως αντάλλαγμα. Αυτή περιλάμβανε περικοπές των συντάξεων και των μισθών. Μια ανεξάρτητη πολιτική δεν ήταν πλέον δυνατή για την Ελλάδα. Αν και η χώρα έχει εξέλθει εδώ και καιρό από το λεγόμενο σχέδιο διάσωσης της Ε.Ε., η φτώχεια εξακολουθεί να είναι μεγάλη. Επιπλέον, οι δανειστές έχουν επωφεληθεί από την "βοήθεια" τους για την Ελλάδα. Η Γερμανία αποκόμισε κέρδη δισεκατομμυρίων από τους τόκους.

Είναι κατανοητό ότι πολλοί Έλληνες αισθάνονται ότι αντιμετωπίζονται χωρίς σεβασμό. Όταν η χώρα αντιμετώπιζε το φάσμα της πτώχευσης, δεν έκανε κανείς την σκέψη στην γερμανική δημόσια ζωή ότι θα έπρεπε να συμπεριφέρονται διαφορετικά στον Ευρωπαίο εταίρο του διότι οι δολοφόνοι του ναζιστικού Ράιχ ήταν υπεύθυνοι για τον θάνατο εκατοντάδων χιλιάδων Ελλήνων, την σχεδόν πλήρη εξολόθρευση της εβραϊκής κοινότητας, την λεηλασία της οικονομίας και την εκτεταμένη καταστροφή των υποδομών. Απέναντι σε χώρες που οι Γερμανοί έχουν διαπράξει τέτοια εγκλήματα πριν από μερικές δεκαετίες, είναι σκόπιμη η αυτοσυγκράτηση. Αντ 'αυτής, πολλά γερμανικά μέσα ενημέρωσης και πολιτικοί, όπως η καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ και ο τότε υπουργός Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε επέδειξαν μια επαίσχυντη αλαζονεία εκείνες τις μέρες της ελληνικής οικονομικής κρίσης. Ας ελπίσουμε ότι κάποια μέρα θα λάβουν το λογαριασμό».

«Ο μπαμπούλας» των πολεμικών διεκδικήσεων

Κλείνοντας και η Stuttgarter Zeitung σχολιάζει το ζήτημα της νέας διεκδίκησης γερμανικών πολεμικών επανορθώσεων σημειώνοντας: «Η πολιτική πίεση είναι μεγαλύτερη από τον νομικό κίνδυνο (σσ: που ενδέχεται να προκαλέσει η νομική διεκδίκηση πολεμικών επανορθώσεων) είναι ο κίνδυνος άσκησης πολιτικής πίεσης. Η ελληνική επίθεση ενδέχεται να βρει μιμητές σε μια ολοένα και πιο εθνικιστική Ευρώπη. Ήδη Ιταλία και Πολωνία εξετάζουν το ζήτημα. Η πιθανότητα διολίσθησης στον ρόλο του μπαμπούλα (για τη Γερμανία) είναι δεδομένη. Είναι επομένως προς το συμφέρον του Βερολίνου να τραβήξει μια γραμμή σε αυτά τα αιτήματα. Στην αναζήτηση συμβιβασμού πρέπει να ληφθεί υπόψη και το γεγονός ότι η Γερμανία δεν παρέμεινε αδρανής στην επιδιόρθωση του ελληνικού κράτους».

Πηγή: Deutche Welle, AΠΕ

ΣΧΟΛΙΑ

Επιλέξτε Κατηγορία