ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Μανώλης Μητσιάς στη «ΜτΚ»: Επεδίωξα πάντα μέσα από τα τραγούδια να εκφραστώ ως άνθρωπος

Με αφορμή τη σημερινή συναυλία για τα 50 χρόνια του στο τραγούδι, ο ερμηνευτής μιλά για την πορεία του, τον κορονοϊό και τον πόλεμο στην Ουκρανία

 04/11/2022 09:00

Μανώλης Μητσιάς στη «ΜτΚ»: Επεδίωξα πάντα μέσα από τα τραγούδια να εκφραστώ ως άνθρωπος

Κυριακή Τσολάκη

Έρχεται στη Θεσσαλονίκη φέρνοντας στις αποσκευές του «Πενήντα χρόνια χρυσάφι». Έτσι ονομάζει το πρόγραμμα που θα παρουσιάσει στην πόλη και θα περιλαμβάνει ένα μεγάλο μέρος των τραγουδιών τα οποία ο Μανώλης Μητσιάς ερμήνευσε σε όλη τη διάρκεια του μισού αιώνα «και λίγο παραπάνω», όπως λέει στη ΜτΚ, της πορείας του.

Ο τίτλος ανήκει στον Διονύση Σαββόπουλο. «Αυτός τον επέλεξε. Με τον Διονύση συνεργαστήκαμε πριν δύο χρόνια, περνώντας μαζί πολύ χρόνο. Όταν ήρθε η εποχή να κάνω τη συναυλία μου στο Ηρώδειο και ενώ δουλεύαμε μαζί αναρωτιόμουν τι τίτλο να βάλω στο πρόγραμμα. Τότε εκείνος έριξε την ιδέα αυτή, μου λέει έχεις πει καταπληκτικά τραγούδια», τονίζει ο γνωστός ερμηνευτής.

Έτσι, στη διάρκεια της συναυλίας του ο ίδιος προσπάθησε να συμπυκνώσει πέντε δεκαετίες τραγουδιστικής καριέρας. «Όσο μπορώ θα κάνω μία αναδρομή από τη μέρα που ξεκίνησα μέχρι σήμερα. Αν το κατορθώσω γιατί είναι πολύ δύσκολο αυτό. Και βέβαια ο κόσμος από κάτω θα είναι αυτός που θα με παρακινήσει να πω τα τραγούδια που θέλει και εκείνος», επισημαίνει ο Μανώλης Μητσιάς.

Η παράστασή του δίνει και μία αφορμή να κοιτάξει πίσω στο παρελθόν. «Τα συναισθήματα που μου γεννιούνται είναι διάφορα. Σκέφτομαι πώς ήμουν, πώς ξεκίνησα, τι ανθρώπους γνώρισα στην πορεία μου όλα αυτά τα χρόνια. Αυτό το τελευταίο είναι και το πιο σημαντικό για εμένα και νιώθω χαρούμενος και περήφανος», υπογραμμίζει.

«Το μόνο που ήθελα ήταν να πω σωστά και καλά τραγούδια»

Το παιδί που έφυγε από ένα μικρό χωριό της Βόρειας Χαλκιδικής, τα Δουμπιά, για να έρθει στη Θεσσαλονίκη αναζητώντας μία καλύτερη τύχη, δεν περίμενε ποτέ πως μπροστά του θα διαγραφόταν ένα τόσο λαμπρό καλλιτεχνικό μέλλον. 

«Ξεκινώντας από την επαρχία δεν περίμενα ότι θα έκανα τέτοια καριέρα, αλλά επεδίωξα πάντα μέσα από τα τραγούδια να εκφραστώ ως άνθρωπος. Αυτό με ενδιέφερε πάντα και βέβαια η επιδίωξή μου ήταν να συνεργαστώ με ανθρώπους που ήταν οι κορυφαίοι στον χώρο αυτό. Επεδίωξα να καθιερωθώ ως ερμηνευτής και όχι μόνο να βγάζω το μεροκάματο. Δεν με ενδιέφερε ποτέ και καθόλου η προβολή και το μόνο που ήθελα ήταν να πω σωστά και καλά τραγούδια, τίποτε άλλο», λέει σήμερα.

Επιχειρώντας να κάνει τις πιο σημαντικές στάσεις στην καριέρα του φέρνει ξανά στο μυαλό του τη Θεσσαλονίκη αφού το πρώτο βήμα για να μπει επαγγελματικά στον καλλιτεχνικό χώρο ήταν οι δύο μπουάτ της πόλης, τα «Σκαμνιά» της πλατείας Ναβαρίνου και «107».

Τα συγκεκριμένα δύο μαγαζιά ήταν πρωτοπόρα και έγιναν η αιτία να ανοίξουν άλλες είκοσι μπουάτ στη Θεσσαλονίκη, όπως προσθέτει. «Αυτά για μένα ήταν μεγάλος σταθμός, σηματοδότησαν την αρχή της καριέρας μου και έζησα την επιβράβευση και την αγάπη του κόσμου που κάθε μέρα γέμιζε και τους δύο χώρους. 

Εκείνη την εποχή έβγαλα και το πρώτο μου δοκιμαστικό τραγούδι με τίτλο «Η Πέτρα» του Ανδρέα Πρέζα, το οποίο και θα ερμηνεύσω τιμής ένεκεν στη διάρκεια της συναυλίας. Μετά, όταν κατέβηκα στην Αθήνα ήταν πολύ σημαντική και καθοριστικής σημασίας για εμένα η γνωριμία μου με τον Νίκο Γκάτσο και τον Δήμο Μούτση. Και βέβαια πριν από αυτό, το 1968, ήταν κρίσιμη η συνάντησή μου με τον Μίκη Θεοδωράκη, που πήγα να τον δω για να με ακούσει και να μου πει αν αξίζω. Γιατί δεν γίνεσαι τραγουδιστής με ένα μεροκάματο σε μια μπουάτ ή σε ένα λαϊκό μαγαζί. Όταν ο Θεοδωράκης μου έδωσε τις ευλογίες του ξεκίνησα σιγά - σιγά τις συνεργασίες μου και με όλους τους υπόλοιπους σπουδαίους με τους οποίους δούλεψα».

Θεοδωράκης και Χατζιδάκις

Από το Μίκη Θεοδωράκη έχει και τις πιο έντονες αναμνήσεις. «Δεν θα ξεχάσω ποτέ πάνω στη σκηνή την περιοδεία μας στην Αμερική. Παίξαμε στα μεγαλύτερα θέατρα του κόσμου (Carnegie Hall, Kennedy Center, Lincoln Center) σε πολύ σπουδαίες σκηνές, που δεν μπορούν να τις πλησιάσουν εύκολα οι Έλληνες καλλιτέχνες. Αυτές οι στιγμές με τον Μίκη και εμένα να τραγουδάω το Άξιον Εστί και τα Επιφάνια ήταν μοναδικές. Υπήρχαν από κάτω 5.000 κόσμου που χειροκροτούσαν όρθιοι, ενώ οι μισοί έκλαιγαν. Μας γεννήθηκαν συναισθήματα πολύ περίεργα και συγκινητικά, πράγματα αλησμόνητα», θυμάται ο Μανώλης Μητσιάς.

Φέρνει όμως στο μυαλό του και στιγμές στο στούντιο ηχογράφησης με τον Μάνο Χατζιδάκι: «Όταν ηχογραφούσαμε την Αθανασία θυμάμαι ότι εγώ τραγουδούσα διαφορετικά σαν λαϊκός τραγουδιστής ενώ ο Μάνος ήθελε κάτι άλλο. Ήθελε η ερμηνεία μου να έχει μέσα της μία θεατρικότητα και μου απέρριπτε πολλές εκτελέσεις. Ήθελε να ειπωθούν τα πράγματα όπως το είχε φανταστεί, όπως είχε γράψει τη μουσική και ό,τι έλεγε μέσα ο στίχος, στον οποίο έδινε μεγάλη σημασία και ειδικά στα τραγούδια του Γκάτσου. Στο τραγούδι έδινε μία άλλη διάσταση ο Μάνος, μία θεατρικότητα. Αντιμετώπιζε το κάθε κομμάτι σαν ένα μικρό μονόπρακτο».

Άλλωστε ο ερμηνευτής είναι συχνά και συνδημιουργός, αφού «ο καλός ανεβάζει το τραγούδι, ενώ ο κακός το κατεβάζει», όπως υποστηρίζει.

«Καμία ανθρώπινη ζωή δεν αντικαθίσταται»

Ως καλλιτέχνης που συνηθίζει να εκφράζει την άποψή του για κοινωνικοπολιτικά προβλήματα μιλάει για τον πόλεμο στην Ουκρανία, αλλά και τον κορονοϊό: «Η άποψή μου είναι ότι είναι ένας πόλεμος άδικος, ένας πόλεμος που ενώ στην αρχή είχε δίκιο ο Πούτιν, στη συνέχεια με τον τρόπο που ενήργησε το έχασε. Οι σκοτωμοί και όλα αυτά που συμβαίνουν δεν επιτρέπονται στη σημερινή εποχή. Καμία ανθρώπινη ζωή δεν αντικαθίσταται γι’ αυτό δεν συγχωρείται και να σκοτώνεται». Ως προς τον κορονοϊό είμαι αισιόδοξος. Τον πέρασα δύο φορές και είμαι μία χαρά. Είμαι όμως εμβολιασμένος. Είναι καλό να κάνουν το εμβόλιο οι άνθρωποι», καταλήγει.


ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης

Παρασκευή 4 Νοεμβρίου στις 9 μ.μ.

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 30.10.2022

Έρχεται στη Θεσσαλονίκη φέρνοντας στις αποσκευές του «Πενήντα χρόνια χρυσάφι». Έτσι ονομάζει το πρόγραμμα που θα παρουσιάσει στην πόλη και θα περιλαμβάνει ένα μεγάλο μέρος των τραγουδιών τα οποία ο Μανώλης Μητσιάς ερμήνευσε σε όλη τη διάρκεια του μισού αιώνα «και λίγο παραπάνω», όπως λέει στη ΜτΚ, της πορείας του.

Ο τίτλος ανήκει στον Διονύση Σαββόπουλο. «Αυτός τον επέλεξε. Με τον Διονύση συνεργαστήκαμε πριν δύο χρόνια, περνώντας μαζί πολύ χρόνο. Όταν ήρθε η εποχή να κάνω τη συναυλία μου στο Ηρώδειο και ενώ δουλεύαμε μαζί αναρωτιόμουν τι τίτλο να βάλω στο πρόγραμμα. Τότε εκείνος έριξε την ιδέα αυτή, μου λέει έχεις πει καταπληκτικά τραγούδια», τονίζει ο γνωστός ερμηνευτής.

Έτσι, στη διάρκεια της συναυλίας του ο ίδιος προσπάθησε να συμπυκνώσει πέντε δεκαετίες τραγουδιστικής καριέρας. «Όσο μπορώ θα κάνω μία αναδρομή από τη μέρα που ξεκίνησα μέχρι σήμερα. Αν το κατορθώσω γιατί είναι πολύ δύσκολο αυτό. Και βέβαια ο κόσμος από κάτω θα είναι αυτός που θα με παρακινήσει να πω τα τραγούδια που θέλει και εκείνος», επισημαίνει ο Μανώλης Μητσιάς.

Η παράστασή του δίνει και μία αφορμή να κοιτάξει πίσω στο παρελθόν. «Τα συναισθήματα που μου γεννιούνται είναι διάφορα. Σκέφτομαι πώς ήμουν, πώς ξεκίνησα, τι ανθρώπους γνώρισα στην πορεία μου όλα αυτά τα χρόνια. Αυτό το τελευταίο είναι και το πιο σημαντικό για εμένα και νιώθω χαρούμενος και περήφανος», υπογραμμίζει.

«Το μόνο που ήθελα ήταν να πω σωστά και καλά τραγούδια»

Το παιδί που έφυγε από ένα μικρό χωριό της Βόρειας Χαλκιδικής, τα Δουμπιά, για να έρθει στη Θεσσαλονίκη αναζητώντας μία καλύτερη τύχη, δεν περίμενε ποτέ πως μπροστά του θα διαγραφόταν ένα τόσο λαμπρό καλλιτεχνικό μέλλον. 

«Ξεκινώντας από την επαρχία δεν περίμενα ότι θα έκανα τέτοια καριέρα, αλλά επεδίωξα πάντα μέσα από τα τραγούδια να εκφραστώ ως άνθρωπος. Αυτό με ενδιέφερε πάντα και βέβαια η επιδίωξή μου ήταν να συνεργαστώ με ανθρώπους που ήταν οι κορυφαίοι στον χώρο αυτό. Επεδίωξα να καθιερωθώ ως ερμηνευτής και όχι μόνο να βγάζω το μεροκάματο. Δεν με ενδιέφερε ποτέ και καθόλου η προβολή και το μόνο που ήθελα ήταν να πω σωστά και καλά τραγούδια, τίποτε άλλο», λέει σήμερα.

Επιχειρώντας να κάνει τις πιο σημαντικές στάσεις στην καριέρα του φέρνει ξανά στο μυαλό του τη Θεσσαλονίκη αφού το πρώτο βήμα για να μπει επαγγελματικά στον καλλιτεχνικό χώρο ήταν οι δύο μπουάτ της πόλης, τα «Σκαμνιά» της πλατείας Ναβαρίνου και «107».

Τα συγκεκριμένα δύο μαγαζιά ήταν πρωτοπόρα και έγιναν η αιτία να ανοίξουν άλλες είκοσι μπουάτ στη Θεσσαλονίκη, όπως προσθέτει. «Αυτά για μένα ήταν μεγάλος σταθμός, σηματοδότησαν την αρχή της καριέρας μου και έζησα την επιβράβευση και την αγάπη του κόσμου που κάθε μέρα γέμιζε και τους δύο χώρους. 

Εκείνη την εποχή έβγαλα και το πρώτο μου δοκιμαστικό τραγούδι με τίτλο «Η Πέτρα» του Ανδρέα Πρέζα, το οποίο και θα ερμηνεύσω τιμής ένεκεν στη διάρκεια της συναυλίας. Μετά, όταν κατέβηκα στην Αθήνα ήταν πολύ σημαντική και καθοριστικής σημασίας για εμένα η γνωριμία μου με τον Νίκο Γκάτσο και τον Δήμο Μούτση. Και βέβαια πριν από αυτό, το 1968, ήταν κρίσιμη η συνάντησή μου με τον Μίκη Θεοδωράκη, που πήγα να τον δω για να με ακούσει και να μου πει αν αξίζω. Γιατί δεν γίνεσαι τραγουδιστής με ένα μεροκάματο σε μια μπουάτ ή σε ένα λαϊκό μαγαζί. Όταν ο Θεοδωράκης μου έδωσε τις ευλογίες του ξεκίνησα σιγά - σιγά τις συνεργασίες μου και με όλους τους υπόλοιπους σπουδαίους με τους οποίους δούλεψα».

Θεοδωράκης και Χατζιδάκις

Από το Μίκη Θεοδωράκη έχει και τις πιο έντονες αναμνήσεις. «Δεν θα ξεχάσω ποτέ πάνω στη σκηνή την περιοδεία μας στην Αμερική. Παίξαμε στα μεγαλύτερα θέατρα του κόσμου (Carnegie Hall, Kennedy Center, Lincoln Center) σε πολύ σπουδαίες σκηνές, που δεν μπορούν να τις πλησιάσουν εύκολα οι Έλληνες καλλιτέχνες. Αυτές οι στιγμές με τον Μίκη και εμένα να τραγουδάω το Άξιον Εστί και τα Επιφάνια ήταν μοναδικές. Υπήρχαν από κάτω 5.000 κόσμου που χειροκροτούσαν όρθιοι, ενώ οι μισοί έκλαιγαν. Μας γεννήθηκαν συναισθήματα πολύ περίεργα και συγκινητικά, πράγματα αλησμόνητα», θυμάται ο Μανώλης Μητσιάς.

Φέρνει όμως στο μυαλό του και στιγμές στο στούντιο ηχογράφησης με τον Μάνο Χατζιδάκι: «Όταν ηχογραφούσαμε την Αθανασία θυμάμαι ότι εγώ τραγουδούσα διαφορετικά σαν λαϊκός τραγουδιστής ενώ ο Μάνος ήθελε κάτι άλλο. Ήθελε η ερμηνεία μου να έχει μέσα της μία θεατρικότητα και μου απέρριπτε πολλές εκτελέσεις. Ήθελε να ειπωθούν τα πράγματα όπως το είχε φανταστεί, όπως είχε γράψει τη μουσική και ό,τι έλεγε μέσα ο στίχος, στον οποίο έδινε μεγάλη σημασία και ειδικά στα τραγούδια του Γκάτσου. Στο τραγούδι έδινε μία άλλη διάσταση ο Μάνος, μία θεατρικότητα. Αντιμετώπιζε το κάθε κομμάτι σαν ένα μικρό μονόπρακτο».

Άλλωστε ο ερμηνευτής είναι συχνά και συνδημιουργός, αφού «ο καλός ανεβάζει το τραγούδι, ενώ ο κακός το κατεβάζει», όπως υποστηρίζει.

«Καμία ανθρώπινη ζωή δεν αντικαθίσταται»

Ως καλλιτέχνης που συνηθίζει να εκφράζει την άποψή του για κοινωνικοπολιτικά προβλήματα μιλάει για τον πόλεμο στην Ουκρανία, αλλά και τον κορονοϊό: «Η άποψή μου είναι ότι είναι ένας πόλεμος άδικος, ένας πόλεμος που ενώ στην αρχή είχε δίκιο ο Πούτιν, στη συνέχεια με τον τρόπο που ενήργησε το έχασε. Οι σκοτωμοί και όλα αυτά που συμβαίνουν δεν επιτρέπονται στη σημερινή εποχή. Καμία ανθρώπινη ζωή δεν αντικαθίσταται γι’ αυτό δεν συγχωρείται και να σκοτώνεται». Ως προς τον κορονοϊό είμαι αισιόδοξος. Τον πέρασα δύο φορές και είμαι μία χαρά. Είμαι όμως εμβολιασμένος. Είναι καλό να κάνουν το εμβόλιο οι άνθρωποι», καταλήγει.


ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης

Παρασκευή 4 Νοεμβρίου στις 9 μ.μ.

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 30.10.2022

ΣΧΟΛΙΑ

Επιλέξτε Κατηγορία