ΑΠΟΨΕΙΣ

Καμπανάκια για την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης

Είναι κακό νέο για την δημοκρατία μας όταν η μεγάλη πλειοψηφία των πολιτών αμφισβητεί την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης, και μάλιστα με την επίκληση επιχειρημάτων που δεν φαίνονται έωλα

 17/03/2024 20:10

Καμπανάκια  για την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης

Μιχάλης Αλεξανδρίδης

Δεν θεοποιώ, ούτε θεωρώ ως ακλόνητα δεδομένα τα ευρήματα των δημοσκοπήσεων, γνωρίζοντας εκ πείρας πως αυτά δεν αποτελούν παρά μια φωτογραφία της στιγμής.

Αλλά καθώς πρόκειται περί αξιόπιστης φωτογραφίας -έστω κι αν η πραγματικότητα που αυτή απεικονίζει μπορεί κάλλιστα την επόμενη ώρα να τροποποιηθεί- πάντα τις μελετώ και τις αξιοποιώ ως εργαλεία στη δουλειά μου.

Το λέω αυτό με αφορμή τα στοιχεία που καταγράφουν πως το 80% της κοινής γνώμης συγκλονιστικό ποσοστό- αμφιβάλουν για το αν η δικαιοσύνη στη χώρα μας είναι «τυφλή» κι ανεξάρτητη από την πολιτική εξουσία. Παρόμοια είναι και η αίσθηση που αποκομίζω συνομιλώντας με πολλούς και διάφορων αποκλίσεων ανθρώπους που θεωρούν ομοθύμως ότι η ελληνική δικαιοσύνη επηρεάζεται βαθιά από την εκτελεστική εξουσία -την κυβέρνηση δηλαδή- και πώς κρίνει με άλλα μέτρα και σταθμά κατήγορους και κατηγορούμενους ανάλογα με ποιανού συμφέροντα διακυβεύονται.

Το τελευταίο διάστημα, η συζήτηση περί ανεξαρτησίας ή μη της δικαιοσύνης, μπήκε ορμητικά στην επικαιρότητα, εξαιτίας αφενός της τραγωδίας των Τεμπών, αφετέρου της δίκης για τους βιασμούς και το κύκλωμα μαστροπείας της δωδεκάχρονης στον Κολωνό.

Οι αποκαλύψεις για το ανεμπόδιστο από την δικαιοσύνη μπάζωμα της περιοχής μία μέρα μετά την μοιραία σύγκρουση των τρένων, δημιούργησε πολλά ερωτηματικά. Ακόμη μεγαλύτερη δυσφορία στην κοινή γνώμη προκάλεσε η αποκάλυψη της Μαρίας Καρυστιανού (μητέρα της 20χρονης Μάρθης που έχασε τη ζωή της στα Τέμπη) πως όταν επισκέφτηκε την εισαγγελέα του Αρείου Πάγου κ. Αδειλίνη ζητώντας της να κάνει τα δέοντα για την διαλεύκανση των συνθηκών του δυστυχήματος και την παραπομπή σε δίκη όσων εμπλέκονται είτε με τα λάθη τους είτε με τις παραλείψεις των μέτρων που όφειλαν να είχαν λάβει και με τα οποία θα αποτρέπονταν η σύγκρουση, της συνέστησε να απευθυνθεί στην εκκλησία για να βρει παρηγοριά.

Το πράγμα ξέφυγε, με την αποκάλυψη ότι η εισαγγελέας στη δίκη του βασικού κατηγορούμενου για παιδεραστία και μαστροπεία του παιδιού από τον Κολωνό, πρότεινε την αθώωσή του λόγω αμφιβολιών, ενώ ο ίδιος είχε ομολογήσει πως βίασε επανειλημμένα την κοπέλα -μην μου πει κανείς για συγκατάθεση παιδιού δώδεκα χρονών…

Είναι κακό νέο για την δημοκρατία μας όταν η μεγάλη πλειοψηφία των πολιτών αμφισβητεί την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης, και μάλιστα με την επίκληση επιχειρημάτων που δεν φαίνονται έωλα. Το κλίμα αυτό, οφείλει να προβληματίσει τους λειτουργούς της δικαιοσύνης αλλά και την κυβέρνηση, που δέχεται τα πυρά πως αυτή είναι που επηρεάζει προς όφελός της την δικαιοσύνη.



* Αυτό το κλίμα αμφισβήτησης της συνταγματικής λειτουργίας της δικαιοσύνης, φυσικά και δεν μπορεί να αντιστραφεί με την συνεχή κι επίμονη προσθήκη της λέξης «ανεξάρτητη» σε κάθε αναφορά της δικαιοσύνης από επίσημα χείλη.

Όχι μόνον δεν αποτελεί πειστική απάντηση στις συγκεκριμένες αιτιάσεις, αλλά απεναντίας, διευρύνει την καχυποψία των πολιτών.

Δεν θέλω να παριστάνω τον παντογνώστη και μακριά από εμένα οι αφορισμοί και τα επικριτικά σχόλια για την απαλλακτική πρόταση της εισαγγελέως στη δίκη του Μίχου.

* Δεν γνωρίζω τα πλήρη στοιχεία που περιλαμβάνονται στο φάκελο της δικογραφίας, ούτε το τι διαμείφθηκε στο δικαστήριο κατά την ακροαματική διαδικασία, καθώς όλη η διαδικασία διαδραματίστηκε κεκλεισμένων των θυρών λόγω της ιδιαίτερης ευαισθησίας της υπόθεσης (παιδεραστία κλπ)

Επιπρόσθετα, δεν κάνω το λάθος να ταυτίσω και ως εκ τούτου να κρίνω ολόκληρη την δικαιοσύνη από την αξιολογική κρίση ενός ανθρώπου -εισαγγελέα- αφού δεν έχει ακόμη ανακοινώσει την απόφασή του το δικαστήριο που απαρτίζεται από πολλούς δικαστές και ενόρκους που εκφέρουν την ετυμηγορία τους.

Απλά διατυπώνω και την δική μου ανησυχία υπογραμμίζοντας την γνωστή ρήση: και οι κρίνοντες κρίνονται.

* Και μιας και μιλάω για όλα αυτά, θυμίζω κάτι που από αυτή τη στήλη έχω γράψει ξανά και ξανά, με άλλες αφορμές για σχόλια που μας έδωσε στο παρελθόν η δικαιοσύνη με αποφάσεις της (όπως π.χ. την απόφαση για την αποφυλάκιση Λιγνάδη παρά την καταδίκη, ή την εισαγγελική πρόταση στην περίπτωση των Χρυσαυγιτών, που τελικά, όμως, δεν ελήφθη υπόψη από το δικαστήριο ως προς την απόφαση). Είχε, πει, λοιπόν, τότε ως πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ και με την εγνωσμένη ιδιότητά του ως Συνταγματολόγου, ο Βαγγέλης Βενιζέλος σχολιάζοντας την ετυμηγορία του δικαστηρίου για τα βασανιστήρια των εργατών από φραουλοπαραγωγούς στη Μανωλάδα (μια απόφαση για την οποία η χώρα μας καταδικάστηκε αργότερα από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο), πώς σε κάποιες περιπτώσεις η δικαιοσύνη οφείλει να λαμβάνει υπόψη της και το κοινό περί δικαίου αίσθημα. Επαναλαμβάνω, πώς δε γνωρίζω τα στοιχεία της δίκης, ούτε θέλω να προδικάσω την απόφαση, ούτε φυσικά πώς πρέπει να αγνοούμε τους νόμους, αλλά δεν περιποιεί τιμή σε κανέναν άνθρωπο, πόσο μάλλον λειτουργό της δικαιοσύνης να λέει όσα είπε στην πρότασή της η εισαγγελέας στην περίπτωση της 12χρονης.

* Όσο και να σκαλίζω τη μνήμη μου, δεν μπορώ να βρω άλλη περίπτωση σε αυτήν την πόλη που για ένα θέμα που αιτιολογημένα προξενεί διχογνωμίες, υπήρξε ανταλλαγή επιστολών με άριστη χρήση της ελληνικής γλώσσας, με σεβασμό, με νηφαλιότητα, με παράθεση βάσιμων κι εμπεριστατωμένων επιχειρημάτων ανάμεσα σε δύο θεσμικά πρόσωπα. Αναφέρομαι φυσικά στον μητροπολίτη Θεσσαλονίκης Φιλόθεο και την διευθύντρια του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης Ελίζ Ζαλαντό που αντάλλαξαν δημόσια επιστολές για την γνωστή αφίσα, χωρίς να καταφύγουν σε αφορισμούς, απορριπτικούς χαρακτηρισμούς, απειλές και ύβρεις. Θυμάμαι τα παλιότερα με Άνθιμο, Μπουτάρη, Ψωμιάδη και φτύνω στον κόρφο μου.

Μπράβο τους.

* Δημοσιεύτηκε στη "ΜτΚ" στις 17.03.2024

Δεν θεοποιώ, ούτε θεωρώ ως ακλόνητα δεδομένα τα ευρήματα των δημοσκοπήσεων, γνωρίζοντας εκ πείρας πως αυτά δεν αποτελούν παρά μια φωτογραφία της στιγμής.

Αλλά καθώς πρόκειται περί αξιόπιστης φωτογραφίας -έστω κι αν η πραγματικότητα που αυτή απεικονίζει μπορεί κάλλιστα την επόμενη ώρα να τροποποιηθεί- πάντα τις μελετώ και τις αξιοποιώ ως εργαλεία στη δουλειά μου.

Το λέω αυτό με αφορμή τα στοιχεία που καταγράφουν πως το 80% της κοινής γνώμης συγκλονιστικό ποσοστό- αμφιβάλουν για το αν η δικαιοσύνη στη χώρα μας είναι «τυφλή» κι ανεξάρτητη από την πολιτική εξουσία. Παρόμοια είναι και η αίσθηση που αποκομίζω συνομιλώντας με πολλούς και διάφορων αποκλίσεων ανθρώπους που θεωρούν ομοθύμως ότι η ελληνική δικαιοσύνη επηρεάζεται βαθιά από την εκτελεστική εξουσία -την κυβέρνηση δηλαδή- και πώς κρίνει με άλλα μέτρα και σταθμά κατήγορους και κατηγορούμενους ανάλογα με ποιανού συμφέροντα διακυβεύονται.

Το τελευταίο διάστημα, η συζήτηση περί ανεξαρτησίας ή μη της δικαιοσύνης, μπήκε ορμητικά στην επικαιρότητα, εξαιτίας αφενός της τραγωδίας των Τεμπών, αφετέρου της δίκης για τους βιασμούς και το κύκλωμα μαστροπείας της δωδεκάχρονης στον Κολωνό.

Οι αποκαλύψεις για το ανεμπόδιστο από την δικαιοσύνη μπάζωμα της περιοχής μία μέρα μετά την μοιραία σύγκρουση των τρένων, δημιούργησε πολλά ερωτηματικά. Ακόμη μεγαλύτερη δυσφορία στην κοινή γνώμη προκάλεσε η αποκάλυψη της Μαρίας Καρυστιανού (μητέρα της 20χρονης Μάρθης που έχασε τη ζωή της στα Τέμπη) πως όταν επισκέφτηκε την εισαγγελέα του Αρείου Πάγου κ. Αδειλίνη ζητώντας της να κάνει τα δέοντα για την διαλεύκανση των συνθηκών του δυστυχήματος και την παραπομπή σε δίκη όσων εμπλέκονται είτε με τα λάθη τους είτε με τις παραλείψεις των μέτρων που όφειλαν να είχαν λάβει και με τα οποία θα αποτρέπονταν η σύγκρουση, της συνέστησε να απευθυνθεί στην εκκλησία για να βρει παρηγοριά.

Το πράγμα ξέφυγε, με την αποκάλυψη ότι η εισαγγελέας στη δίκη του βασικού κατηγορούμενου για παιδεραστία και μαστροπεία του παιδιού από τον Κολωνό, πρότεινε την αθώωσή του λόγω αμφιβολιών, ενώ ο ίδιος είχε ομολογήσει πως βίασε επανειλημμένα την κοπέλα -μην μου πει κανείς για συγκατάθεση παιδιού δώδεκα χρονών…

Είναι κακό νέο για την δημοκρατία μας όταν η μεγάλη πλειοψηφία των πολιτών αμφισβητεί την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης, και μάλιστα με την επίκληση επιχειρημάτων που δεν φαίνονται έωλα. Το κλίμα αυτό, οφείλει να προβληματίσει τους λειτουργούς της δικαιοσύνης αλλά και την κυβέρνηση, που δέχεται τα πυρά πως αυτή είναι που επηρεάζει προς όφελός της την δικαιοσύνη.



* Αυτό το κλίμα αμφισβήτησης της συνταγματικής λειτουργίας της δικαιοσύνης, φυσικά και δεν μπορεί να αντιστραφεί με την συνεχή κι επίμονη προσθήκη της λέξης «ανεξάρτητη» σε κάθε αναφορά της δικαιοσύνης από επίσημα χείλη.

Όχι μόνον δεν αποτελεί πειστική απάντηση στις συγκεκριμένες αιτιάσεις, αλλά απεναντίας, διευρύνει την καχυποψία των πολιτών.

Δεν θέλω να παριστάνω τον παντογνώστη και μακριά από εμένα οι αφορισμοί και τα επικριτικά σχόλια για την απαλλακτική πρόταση της εισαγγελέως στη δίκη του Μίχου.

* Δεν γνωρίζω τα πλήρη στοιχεία που περιλαμβάνονται στο φάκελο της δικογραφίας, ούτε το τι διαμείφθηκε στο δικαστήριο κατά την ακροαματική διαδικασία, καθώς όλη η διαδικασία διαδραματίστηκε κεκλεισμένων των θυρών λόγω της ιδιαίτερης ευαισθησίας της υπόθεσης (παιδεραστία κλπ)

Επιπρόσθετα, δεν κάνω το λάθος να ταυτίσω και ως εκ τούτου να κρίνω ολόκληρη την δικαιοσύνη από την αξιολογική κρίση ενός ανθρώπου -εισαγγελέα- αφού δεν έχει ακόμη ανακοινώσει την απόφασή του το δικαστήριο που απαρτίζεται από πολλούς δικαστές και ενόρκους που εκφέρουν την ετυμηγορία τους.

Απλά διατυπώνω και την δική μου ανησυχία υπογραμμίζοντας την γνωστή ρήση: και οι κρίνοντες κρίνονται.

* Και μιας και μιλάω για όλα αυτά, θυμίζω κάτι που από αυτή τη στήλη έχω γράψει ξανά και ξανά, με άλλες αφορμές για σχόλια που μας έδωσε στο παρελθόν η δικαιοσύνη με αποφάσεις της (όπως π.χ. την απόφαση για την αποφυλάκιση Λιγνάδη παρά την καταδίκη, ή την εισαγγελική πρόταση στην περίπτωση των Χρυσαυγιτών, που τελικά, όμως, δεν ελήφθη υπόψη από το δικαστήριο ως προς την απόφαση). Είχε, πει, λοιπόν, τότε ως πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ και με την εγνωσμένη ιδιότητά του ως Συνταγματολόγου, ο Βαγγέλης Βενιζέλος σχολιάζοντας την ετυμηγορία του δικαστηρίου για τα βασανιστήρια των εργατών από φραουλοπαραγωγούς στη Μανωλάδα (μια απόφαση για την οποία η χώρα μας καταδικάστηκε αργότερα από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο), πώς σε κάποιες περιπτώσεις η δικαιοσύνη οφείλει να λαμβάνει υπόψη της και το κοινό περί δικαίου αίσθημα. Επαναλαμβάνω, πώς δε γνωρίζω τα στοιχεία της δίκης, ούτε θέλω να προδικάσω την απόφαση, ούτε φυσικά πώς πρέπει να αγνοούμε τους νόμους, αλλά δεν περιποιεί τιμή σε κανέναν άνθρωπο, πόσο μάλλον λειτουργό της δικαιοσύνης να λέει όσα είπε στην πρότασή της η εισαγγελέας στην περίπτωση της 12χρονης.

* Όσο και να σκαλίζω τη μνήμη μου, δεν μπορώ να βρω άλλη περίπτωση σε αυτήν την πόλη που για ένα θέμα που αιτιολογημένα προξενεί διχογνωμίες, υπήρξε ανταλλαγή επιστολών με άριστη χρήση της ελληνικής γλώσσας, με σεβασμό, με νηφαλιότητα, με παράθεση βάσιμων κι εμπεριστατωμένων επιχειρημάτων ανάμεσα σε δύο θεσμικά πρόσωπα. Αναφέρομαι φυσικά στον μητροπολίτη Θεσσαλονίκης Φιλόθεο και την διευθύντρια του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης Ελίζ Ζαλαντό που αντάλλαξαν δημόσια επιστολές για την γνωστή αφίσα, χωρίς να καταφύγουν σε αφορισμούς, απορριπτικούς χαρακτηρισμούς, απειλές και ύβρεις. Θυμάμαι τα παλιότερα με Άνθιμο, Μπουτάρη, Ψωμιάδη και φτύνω στον κόρφο μου.

Μπράβο τους.

* Δημοσιεύτηκε στη "ΜτΚ" στις 17.03.2024

ΣΧΟΛΙΑ

Επιλέξτε Κατηγορία