ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΣ

Ίντερ - Μίλαν: Κρατάει χρόνια αυτή η κολόνια (βίντεο)

Στο "ντέρμπι της Παναγίτσας" διακυβεύονται τα ιερά και τα όσια των δύο θηρίων του Μιλάνου

 21/10/2018 08:24

Ίντερ - Μίλαν: Κρατάει χρόνια αυτή η κολόνια (βίντεο)

Τηλέμαχος Φασούλας

Ίδια πόλη, ίδια έδρα, ίδια ομάδα (στην αρχή). Πολλά τα κοινά, αλλά ακόμη περισσότερα αυτά που τους χωρίζουν. Και όχι μόνο μέσα στο γήπεδο. Ίντερ και Μίλαν, δύο από τις παραδοσιακές δυνάμεις της Ιταλίας, αιώνιοι -κυριολεκτικά- αντίπαλοι, θα μονομαχήσουν απόψε το βράδυ στις 21:30 για την αίγλη, για το κύρος, για την υστεροφημία, για την κυριαρχία στην πόλη. Α, και για τους βαθμούς.

Η απαρχή της έχθρας

Πρόκειται για ένα από τα μεγαλύτερα και πιο εχρθικά ντέρμπι παγκοσμίως. Αντιπαλότητα που κρατάει έναν αιώνα και βάλε.

Στο μακρινό 1908, λοιπόν, τα μέλη της Μίλαν (που είχε ιδρυθεί το 1899) διαφώνησαν για το αν πρέπει να επιτραπεί η προσθήκη ξένων ποδοσφαιριστών στο δυναμικό της ομάδας. Μια διαμάχη που οδήγησε σε σχίσμα. Οι στασιαστές αποχώρησαν από την αρχική ομάδα και ίδρυσαν την σημερινή Ίντερ, ή όπως είναι ολόκληρο το όνομά της, Ιντερνατσιονάλε. Που σημαίνει δηλαδή διεθνής ομάδα, δηλώνοντας έτσι ξεκάθαρα την πρόθεσή τους να υπάρχουν στο ρόστερ και παίκτες από άλλες χώρες.

Ίντερ - Μίλαν ή αλλιώς "ντέρμπι της Παναγίτσας"

Οι μυημένοι στα ποδοσφαιρικά γνωρίζουν ότι οι αγώνες μεταξύ των δύο συμπολιτών του Μιλάνου έχουν το προσωνύμιο “Derby della Madoninna” ή ελληνιστί, "ντέρμπι της Παναγίτσας". Γνωρίζουν ότι έχει το συγκεκριμένο προσωνύμιο, ωστόσο ίσως δεν γνωρίζουν το γιατί.

Αυτή η ονομασία προέρχεται από το φημισμένο άγαλμα της Παναγίας (Madonna στα ιταλικά), που δεσπόζει στην κορυφή του καθεδρικού ναού της πρωτεύουσας της μόδας, του Duomo. Πρόκειται για ένα ιστορικότατο και επιβλητικότατο μνημείο, που επισκιάζει τα πάντα στην πόλη. Τόσο, που έχει φτάσει να έχει “συμμετοχή” μέχρι και σε έναν ποδοσφαιρικό αγώνα.

Δεν μιλάμε απλά για ποδόσφαιρο

Υπήρχαν και οι κοινωνικές προεκτάσεις, το κοινωνικό υπόβαθρο. Η Ίντερ, έχοντας επιλέξει να επιτρέψει και την ύπαρξη ξένων ποδοσφαιριστών, έβγαζε μια πιο ελιτίστικη εικόνα και θεωρούνταν η ομάδα των αστών του Μιλάνου. Μάλιστα, οι οπαδοί των «νερατζούρι» (δηλαδή μπλε και μαύρο, τα χρώματα του συλλόγου) είχαν το ψευδώνυμο “bauscia”, που σημαίνει κομπορρήμονας, αυτός που καυχιέται.

Στην αντίπερα όχθη, η Μίλαν διέθετε οπαδούς κατά βάση από την εργατική τάξη, ανθρώπους λαϊκούς που με τη σειρά τους είχαν το ψευδώνυμο “casciavit”, δηλαδή κατσαβίδι, το οποίο, κατ' επέκταση, δήλωνε τον άτεχνο.

Άλλος ένας κοινωνικός διαχωρισμός τέτοιου είδους, συνοδευόμενος επίσης από προσωνύμια ήταν και ο εξής: οι αστοί υποστηρικτές της Ίντερ, λόγω της ευημερούσας καταγωγής τους, είχαν τη δυνατότητα να πηγαίνουν στο γήπεδο με μοτοσυκλέτα (“mutureta” το... απαραίτητο ψευδώνυμο), ενώ οι «ροσονέρι» των λαϊκών στρωμάτων της Μίλαν ήταν γνωστοί και ως “tramvèe”, εκείνοι δηλαδή που πήγαιναν στο γήπεδο με τα μέσα μεταφοράς.

Η δεκαετία-ορόσημο

Η δεκαετία του '60 περιλάμβανε τεράστιες και λαμπερές κόντρες. Λάμψη που είχε ως πηγή δύο συγκεκριμένους παίκτες. Δύο μεγάλα αστέρια του ιταλικού ποδοσφαίρου. Ο λόγος για τον Σάντρο Ματσόλα της Ίντερ και το αντίπαλο δέος στη Μίλαν, το “golden boy” Τζιάνι Ριβέρα.

Κατά τη διάρκεια εκείνης της περιόδου έλαβαν χώρα σπουδαίοι αγώνες μεταξύ των δύο ομάδων, με τη μεταξύ τους αντιπαλότητα να γιγαντώνεται. Η Μίλαν έκανε την αρχή κατακτώντας το ευρωπαϊκό κύπελλο τη σεζόν 1962-63, με την Ίντερ να απαντάει με δύο σερί κατακτήσεις (1963-64 και 1964-65), για να επιστρέψει εκ νέου στον ευρωπαϊκό θρόνο η Μίλαν το 1968-69.

Άξια αναφοράς τα ονόματα εκείνων που είχαν την τύχη να προπονούν εκείνες τις δύο ομάδες του Μιλάνου. Νερέο Ρόκο της Μίλαν και Ελένιο Ερέρα της Ίντερ.

Η... άτυχη εθνική Ιταλίας

Τέτοια ήταν η έχθρα ανάμεσα στις δύο συμπολίτισσες, που είχε αντίκτυπο μέχρι και στην εθνική ομάδα της χώρας εκείνη την περίοδο.

Ο τότε ομοσπονδιακός τεχνικός, Φερούτσιο Βαλκαρέτζι, παραδομένος στις εχθρικές ορέξεις των δύο ομάδων, δεν μπορούσε να χρησιμοποιήσει μαζί στο γήπεδο τους Ματσόλα και Ριβέρα, με τον έναν τις περισσότερες φορές να αντικαθιστά τον άλλον.

Αυτός ίσως να ήταν και ένας από τους σημαντικότερους παράγοντες εξαιτίας του οποίου η Ιταλία... την πάτησε στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1970, όπου είχε φτάσει μέχρι τον τελικό, αλλά υποτάχθηκε στους Βραζιλιάνους με τελικό σκορ 4-1 και τον Ριβέρα να μπαίνει στο γήπεδο στο 84', όταν όλα είχαν κριθεί. Πολλοί πίστευαν πως το εκρηκτικό στυλ παιχνιδιού του άσου της Μίλαν θα μπορούσε να είχε αλλάξει το αποτέλεσμα.

Η σύγχρονη εποχή

Μετά τις ιστορικές κόντρες της δεκαετίας του ‘90, όπου από τη μία το ολλανδικό τρίο Ράικαρντ, Γκούλιτ, Φαν Μπάστεν της Μίλαν “κονταροχτυπιόταν” με το αντίστοιχο γεμανικό Μπρέμε, Ματέους, Κλίνσμαν της Ίντερ -διάστημα στο οποίο οι «ροσονέρι» κατέκτησαν 2 Κύπελλα Πρωταθλητριών το ‘90 και το ‘94, ενώ η Ίντερ... περιορίστηκε σε 3 κύπελλα ΟΥΕΦΑ το ‘91, το ‘94 και το ‘98- περάσαμε στον 21ο αιώνα.

Εκεί που η Μίλαν με την εκπληκτική ομάδα του Κάρλο Αντσελότι και των Ζέεντορφ, Γκατούζο, Μαλντίνι, Νέστα, Ντίντα, Πίρλο, Ιντζάγκι έφτασε 3 φορές σε τελικό Τσάμπιονς Λιγκ, κατακτώντας το βαρύτιμο τρόπαιο τις 2 (2003, 2007), για να πάρει τη σκυτάλη στην Ευρώπη η Ίντερ προσθέτοντας στη συλλογή της το Τσάμπιονς Λιγκ του 2010 με σύνθεση αποτελούμενη από Μιλίτο, Ετό, Ματεράτσι, Στάνκοβιτς, Ζανέτι και προπονητή τον Μουρίνιο.

Από το 2000 κι έπειτα, όσον αφορά τα εγχώρια, οι «νερατζούρι» κυριαρχούν, έχοντας να επιδείξουν τα 5 σερί πρωταθλήματα από το ‘06 έως και το ‘10, ενώ η Μίλαν τα αντίστοιχα του ‘04 και του ‘11.

Αλησμόνητες βραδιές

Όπως συμβαίνει σε όλες αυτές τις ιστορίες μεγάλης και παθιασμένης αντιπαράθεσης, αυτό που δίνει “τροφή”  στους οπαδούς, είναι οι μεγάλες νίκες επί του μισητού αντιπάλου. Μίλαν και Ίντερ έχουν να επιδείξουν τέτοια βράδια από τις αρχές του περασμένου αιώνα.

Οι «νερατζούρι» ήταν αυτοί που έκαναν πρώτοι την αρχή στα μεγάλα σκορ, επικρατώντας 5-0 στην έδρα των «ροσονέρι» στις 2 Φεβρουαρίου 1910 και 5-1 ως γηπεδούχοι ακριβώς 15 ημέρες αργότερα. Το πρώτο σοβαρό… πλήγμα από πλευράς Μίλαν, άργησε περίπου έναν χρόνο. Ήταν 30 Απριλίου 1911 όταν η Μίλαν επικράτησε 6-3 της Ίντερ. Η μεγαλύτερη διαφορά μεταξύ των δυο ομάδων, πάντως, ήταν το εκκωφαντικό 0-6 της Μίλαν στην έδρα της τυπικά γηπεδούχου Ίντερ στις 11 Μαΐου 2001 για το πρωτάθλημα της Ιταλίας.

Το ντέρμπι της ντροπής

Το ημερολόγιο δείχνει 12 Απριλίου του 2005. Η αποφράδα νύχτα έχει φτάσει. Η Ίντερ υποδέχεται τη συμπολίτσσα για τη ρεβάνς του 2-0 υπέρ της Μίλαν στο πλαίσιο της προημιτελικής φάσης του Τσάμπιονς Λιγκ.

Ο πρώτος σκόρερ στην ιστορία των μεταξύ τους αγώνων, ο Ουκρανός «φονιάς», Αντρέι Σεφτσένκο, κάνει πολύ δύσκολα τα πράγματα για τους “ιντερίστι” ανοίγοντας το σκορ στο 30ό λεπτό.

Επειδή όμως η βλακεία δεν είναι αποκλειστικά ελληνική, οι οπαδοί της Ίντερ αποφάσισαν ότι ο αγώνας δε χρειαζόταν να ολοκληρωθεί, οπότε επιδόθηκαν στο πασίγνωστο σπορ της ρίψης αντικειμένων και φωτοβολίδων, μία από τις οποίες χτύπησε τον Βραζιλιάνο τερματοφύλακα της Μίλαν, Ντίντα, στην πλάτη. Ο διαιτητής Μάρκους Μερκ διέκοψε τον αγώνα και έπειτα ανέλαβε η ΟΥΕΦΑ.

Η ευρωπαϊκή ομοσπονδία, γνωστή για την αυστηρότητά της σε τέτοιου είδους υποθέσεις, τιμώρησε με βαρύ χρηματικό πρόστιμο και 4 αγωνιστικές κεκλεισμένων των θυρών την (τυπικά) γηπεδούχο, με την Μίλαν να παίρνει προφανώς τη νίκη στα χαρτιά με 3-0 και να φτάνει μέχρι τον τελικό, όπου ακολούθησε ο εφιάλτης την Κωνσταντινούπολης (επική επιστροφή της Λίβερπουλ από το 0-3 και κατάκτηση στα πέναλτι).

Οι δύο ομάδες του Μιλάνου δεν διάγουν και τις καλύτερες περιόδους τους πλέον, ωστόσο τα μεταξύ τους ντέρμπι έχουν πάντα τη δική τους χάρη και λάμψη, σε ό,τι κατάσταση κι αν βρίσκεται η κάθε μία.

Αυτό που μένει να μάθει όλος ο ποδοσφαιρικός πλανήτης είναι το αν απόψε η μπίλια θα κάτσει στο μπλε-μαύρο ή στο κοκκινόμαυρο.

Οι μεγαλύτεροι «φονιάδες»

Αντρέι Σεφτσένκο 14 (Μίλαν)

Τζουζέπε Μεάτσα 13 (Ίντερ/Μίλαν)

Γκούναρ Νόρνταλ 11 (Μίλαν)

Ιστβάν Νάιερς    11 (Ίντερ)

Ενρίκο Καντιάνι 10 (Ίντερ/Μίλαν)

Το 0-6 της Μίλαν

Η φωτοβολίδα στον Ντίντα


Ίδια πόλη, ίδια έδρα, ίδια ομάδα (στην αρχή). Πολλά τα κοινά, αλλά ακόμη περισσότερα αυτά που τους χωρίζουν. Και όχι μόνο μέσα στο γήπεδο. Ίντερ και Μίλαν, δύο από τις παραδοσιακές δυνάμεις της Ιταλίας, αιώνιοι -κυριολεκτικά- αντίπαλοι, θα μονομαχήσουν απόψε το βράδυ στις 21:30 για την αίγλη, για το κύρος, για την υστεροφημία, για την κυριαρχία στην πόλη. Α, και για τους βαθμούς.

Η απαρχή της έχθρας

Πρόκειται για ένα από τα μεγαλύτερα και πιο εχρθικά ντέρμπι παγκοσμίως. Αντιπαλότητα που κρατάει έναν αιώνα και βάλε.

Στο μακρινό 1908, λοιπόν, τα μέλη της Μίλαν (που είχε ιδρυθεί το 1899) διαφώνησαν για το αν πρέπει να επιτραπεί η προσθήκη ξένων ποδοσφαιριστών στο δυναμικό της ομάδας. Μια διαμάχη που οδήγησε σε σχίσμα. Οι στασιαστές αποχώρησαν από την αρχική ομάδα και ίδρυσαν την σημερινή Ίντερ, ή όπως είναι ολόκληρο το όνομά της, Ιντερνατσιονάλε. Που σημαίνει δηλαδή διεθνής ομάδα, δηλώνοντας έτσι ξεκάθαρα την πρόθεσή τους να υπάρχουν στο ρόστερ και παίκτες από άλλες χώρες.

Ίντερ - Μίλαν ή αλλιώς "ντέρμπι της Παναγίτσας"

Οι μυημένοι στα ποδοσφαιρικά γνωρίζουν ότι οι αγώνες μεταξύ των δύο συμπολιτών του Μιλάνου έχουν το προσωνύμιο “Derby della Madoninna” ή ελληνιστί, "ντέρμπι της Παναγίτσας". Γνωρίζουν ότι έχει το συγκεκριμένο προσωνύμιο, ωστόσο ίσως δεν γνωρίζουν το γιατί.

Αυτή η ονομασία προέρχεται από το φημισμένο άγαλμα της Παναγίας (Madonna στα ιταλικά), που δεσπόζει στην κορυφή του καθεδρικού ναού της πρωτεύουσας της μόδας, του Duomo. Πρόκειται για ένα ιστορικότατο και επιβλητικότατο μνημείο, που επισκιάζει τα πάντα στην πόλη. Τόσο, που έχει φτάσει να έχει “συμμετοχή” μέχρι και σε έναν ποδοσφαιρικό αγώνα.

Δεν μιλάμε απλά για ποδόσφαιρο

Υπήρχαν και οι κοινωνικές προεκτάσεις, το κοινωνικό υπόβαθρο. Η Ίντερ, έχοντας επιλέξει να επιτρέψει και την ύπαρξη ξένων ποδοσφαιριστών, έβγαζε μια πιο ελιτίστικη εικόνα και θεωρούνταν η ομάδα των αστών του Μιλάνου. Μάλιστα, οι οπαδοί των «νερατζούρι» (δηλαδή μπλε και μαύρο, τα χρώματα του συλλόγου) είχαν το ψευδώνυμο “bauscia”, που σημαίνει κομπορρήμονας, αυτός που καυχιέται.

Στην αντίπερα όχθη, η Μίλαν διέθετε οπαδούς κατά βάση από την εργατική τάξη, ανθρώπους λαϊκούς που με τη σειρά τους είχαν το ψευδώνυμο “casciavit”, δηλαδή κατσαβίδι, το οποίο, κατ' επέκταση, δήλωνε τον άτεχνο.

Άλλος ένας κοινωνικός διαχωρισμός τέτοιου είδους, συνοδευόμενος επίσης από προσωνύμια ήταν και ο εξής: οι αστοί υποστηρικτές της Ίντερ, λόγω της ευημερούσας καταγωγής τους, είχαν τη δυνατότητα να πηγαίνουν στο γήπεδο με μοτοσυκλέτα (“mutureta” το... απαραίτητο ψευδώνυμο), ενώ οι «ροσονέρι» των λαϊκών στρωμάτων της Μίλαν ήταν γνωστοί και ως “tramvèe”, εκείνοι δηλαδή που πήγαιναν στο γήπεδο με τα μέσα μεταφοράς.

Η δεκαετία-ορόσημο

Η δεκαετία του '60 περιλάμβανε τεράστιες και λαμπερές κόντρες. Λάμψη που είχε ως πηγή δύο συγκεκριμένους παίκτες. Δύο μεγάλα αστέρια του ιταλικού ποδοσφαίρου. Ο λόγος για τον Σάντρο Ματσόλα της Ίντερ και το αντίπαλο δέος στη Μίλαν, το “golden boy” Τζιάνι Ριβέρα.

Κατά τη διάρκεια εκείνης της περιόδου έλαβαν χώρα σπουδαίοι αγώνες μεταξύ των δύο ομάδων, με τη μεταξύ τους αντιπαλότητα να γιγαντώνεται. Η Μίλαν έκανε την αρχή κατακτώντας το ευρωπαϊκό κύπελλο τη σεζόν 1962-63, με την Ίντερ να απαντάει με δύο σερί κατακτήσεις (1963-64 και 1964-65), για να επιστρέψει εκ νέου στον ευρωπαϊκό θρόνο η Μίλαν το 1968-69.

Άξια αναφοράς τα ονόματα εκείνων που είχαν την τύχη να προπονούν εκείνες τις δύο ομάδες του Μιλάνου. Νερέο Ρόκο της Μίλαν και Ελένιο Ερέρα της Ίντερ.

Η... άτυχη εθνική Ιταλίας

Τέτοια ήταν η έχθρα ανάμεσα στις δύο συμπολίτισσες, που είχε αντίκτυπο μέχρι και στην εθνική ομάδα της χώρας εκείνη την περίοδο.

Ο τότε ομοσπονδιακός τεχνικός, Φερούτσιο Βαλκαρέτζι, παραδομένος στις εχθρικές ορέξεις των δύο ομάδων, δεν μπορούσε να χρησιμοποιήσει μαζί στο γήπεδο τους Ματσόλα και Ριβέρα, με τον έναν τις περισσότερες φορές να αντικαθιστά τον άλλον.

Αυτός ίσως να ήταν και ένας από τους σημαντικότερους παράγοντες εξαιτίας του οποίου η Ιταλία... την πάτησε στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1970, όπου είχε φτάσει μέχρι τον τελικό, αλλά υποτάχθηκε στους Βραζιλιάνους με τελικό σκορ 4-1 και τον Ριβέρα να μπαίνει στο γήπεδο στο 84', όταν όλα είχαν κριθεί. Πολλοί πίστευαν πως το εκρηκτικό στυλ παιχνιδιού του άσου της Μίλαν θα μπορούσε να είχε αλλάξει το αποτέλεσμα.

Η σύγχρονη εποχή

Μετά τις ιστορικές κόντρες της δεκαετίας του ‘90, όπου από τη μία το ολλανδικό τρίο Ράικαρντ, Γκούλιτ, Φαν Μπάστεν της Μίλαν “κονταροχτυπιόταν” με το αντίστοιχο γεμανικό Μπρέμε, Ματέους, Κλίνσμαν της Ίντερ -διάστημα στο οποίο οι «ροσονέρι» κατέκτησαν 2 Κύπελλα Πρωταθλητριών το ‘90 και το ‘94, ενώ η Ίντερ... περιορίστηκε σε 3 κύπελλα ΟΥΕΦΑ το ‘91, το ‘94 και το ‘98- περάσαμε στον 21ο αιώνα.

Εκεί που η Μίλαν με την εκπληκτική ομάδα του Κάρλο Αντσελότι και των Ζέεντορφ, Γκατούζο, Μαλντίνι, Νέστα, Ντίντα, Πίρλο, Ιντζάγκι έφτασε 3 φορές σε τελικό Τσάμπιονς Λιγκ, κατακτώντας το βαρύτιμο τρόπαιο τις 2 (2003, 2007), για να πάρει τη σκυτάλη στην Ευρώπη η Ίντερ προσθέτοντας στη συλλογή της το Τσάμπιονς Λιγκ του 2010 με σύνθεση αποτελούμενη από Μιλίτο, Ετό, Ματεράτσι, Στάνκοβιτς, Ζανέτι και προπονητή τον Μουρίνιο.

Από το 2000 κι έπειτα, όσον αφορά τα εγχώρια, οι «νερατζούρι» κυριαρχούν, έχοντας να επιδείξουν τα 5 σερί πρωταθλήματα από το ‘06 έως και το ‘10, ενώ η Μίλαν τα αντίστοιχα του ‘04 και του ‘11.

Αλησμόνητες βραδιές

Όπως συμβαίνει σε όλες αυτές τις ιστορίες μεγάλης και παθιασμένης αντιπαράθεσης, αυτό που δίνει “τροφή”  στους οπαδούς, είναι οι μεγάλες νίκες επί του μισητού αντιπάλου. Μίλαν και Ίντερ έχουν να επιδείξουν τέτοια βράδια από τις αρχές του περασμένου αιώνα.

Οι «νερατζούρι» ήταν αυτοί που έκαναν πρώτοι την αρχή στα μεγάλα σκορ, επικρατώντας 5-0 στην έδρα των «ροσονέρι» στις 2 Φεβρουαρίου 1910 και 5-1 ως γηπεδούχοι ακριβώς 15 ημέρες αργότερα. Το πρώτο σοβαρό… πλήγμα από πλευράς Μίλαν, άργησε περίπου έναν χρόνο. Ήταν 30 Απριλίου 1911 όταν η Μίλαν επικράτησε 6-3 της Ίντερ. Η μεγαλύτερη διαφορά μεταξύ των δυο ομάδων, πάντως, ήταν το εκκωφαντικό 0-6 της Μίλαν στην έδρα της τυπικά γηπεδούχου Ίντερ στις 11 Μαΐου 2001 για το πρωτάθλημα της Ιταλίας.

Το ντέρμπι της ντροπής

Το ημερολόγιο δείχνει 12 Απριλίου του 2005. Η αποφράδα νύχτα έχει φτάσει. Η Ίντερ υποδέχεται τη συμπολίτσσα για τη ρεβάνς του 2-0 υπέρ της Μίλαν στο πλαίσιο της προημιτελικής φάσης του Τσάμπιονς Λιγκ.

Ο πρώτος σκόρερ στην ιστορία των μεταξύ τους αγώνων, ο Ουκρανός «φονιάς», Αντρέι Σεφτσένκο, κάνει πολύ δύσκολα τα πράγματα για τους “ιντερίστι” ανοίγοντας το σκορ στο 30ό λεπτό.

Επειδή όμως η βλακεία δεν είναι αποκλειστικά ελληνική, οι οπαδοί της Ίντερ αποφάσισαν ότι ο αγώνας δε χρειαζόταν να ολοκληρωθεί, οπότε επιδόθηκαν στο πασίγνωστο σπορ της ρίψης αντικειμένων και φωτοβολίδων, μία από τις οποίες χτύπησε τον Βραζιλιάνο τερματοφύλακα της Μίλαν, Ντίντα, στην πλάτη. Ο διαιτητής Μάρκους Μερκ διέκοψε τον αγώνα και έπειτα ανέλαβε η ΟΥΕΦΑ.

Η ευρωπαϊκή ομοσπονδία, γνωστή για την αυστηρότητά της σε τέτοιου είδους υποθέσεις, τιμώρησε με βαρύ χρηματικό πρόστιμο και 4 αγωνιστικές κεκλεισμένων των θυρών την (τυπικά) γηπεδούχο, με την Μίλαν να παίρνει προφανώς τη νίκη στα χαρτιά με 3-0 και να φτάνει μέχρι τον τελικό, όπου ακολούθησε ο εφιάλτης την Κωνσταντινούπολης (επική επιστροφή της Λίβερπουλ από το 0-3 και κατάκτηση στα πέναλτι).

Οι δύο ομάδες του Μιλάνου δεν διάγουν και τις καλύτερες περιόδους τους πλέον, ωστόσο τα μεταξύ τους ντέρμπι έχουν πάντα τη δική τους χάρη και λάμψη, σε ό,τι κατάσταση κι αν βρίσκεται η κάθε μία.

Αυτό που μένει να μάθει όλος ο ποδοσφαιρικός πλανήτης είναι το αν απόψε η μπίλια θα κάτσει στο μπλε-μαύρο ή στο κοκκινόμαυρο.

Οι μεγαλύτεροι «φονιάδες»

Αντρέι Σεφτσένκο 14 (Μίλαν)

Τζουζέπε Μεάτσα 13 (Ίντερ/Μίλαν)

Γκούναρ Νόρνταλ 11 (Μίλαν)

Ιστβάν Νάιερς    11 (Ίντερ)

Ενρίκο Καντιάνι 10 (Ίντερ/Μίλαν)

Το 0-6 της Μίλαν

Η φωτοβολίδα στον Ντίντα


ΣΧΟΛΙΑ

Επιλέξτε Κατηγορία