ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Ιεροκλής Μιχαηλίδης: Με την αδιαφορία τίποτε δεν λύνεται

Αυτό το καλοκαίρι ο ηθοποιός παίζει με δεξιοτεχνία «Τάβλι» και μιλά στη «ΜτΚ» για το γνωστό και αγαπημένο έργο του Δημήτρη Κεχαΐδη και τις προεκτάσεις του

 26/06/2019 07:00

Ιεροκλής Μιχαηλίδης: Με την αδιαφορία τίποτε δεν λύνεται
Ιεροκλής Μιχαηλίδης και Γεράσιμος Σκιαδαρέσης συμπρωταγωνιστούν στο «Τάβλι» του Δημήτρη Κεχαΐδη.

Κυριακή Τσολάκη

Ρίχνει τα ζάρια και φέρνει… εξάρες! Θα μπορούσες να το πεις για εκείνον μεταφορικά αλλά και κυριολεκτικά. Μεταφορικά αν σκεφτείς πως ο Ιεροκλής Μιχαηλίδης είναι ένας από τους ηθοποιούς της γενιάς του που έχουν διαγράψει μια λαμπρή πορεία στο χώρο του θεάτρου, του σινεμά, της τηλεόρασης, αφού ακολουθώντας το δικό του μοναχικό δρόμο μετά τους «Άγαμους Θύτες», που ενώνονται τώρα πια μόνο κατά περιόδους, έχει συνεργαστεί με τους σπουδαιότερους έλληνες σκηνοθέτες, προσθέτοντας στο βιογραφικό του πολλούς ενδιαφέροντες ρόλους.

Κυριολεκτικά, γιατί αυτήν τη φορά παίζει με δεξιοτεχνία «Τάβλι», αφού στη διάρκεια του φετινού καλοκαιριού υποδύεται τον Κόλια, τον έναν από τους δύο χαρακτήρες του αγαπημένου θεατρικού έργου του Δημήτρη Κεχαΐδη, στο οποίο συμπρωταγωνιστεί με τον Γεράσιμο Σκιαδαρέση.

Πρόκειται για ένα θεατρικό κείμενο που, όταν ανέβηκε για πρώτη φορά το 1972, αποτελούσε ένα σχόλιο στη νοοτροπία του Νεοέλληνα εκείνης της εποχής για εύκολο κέρδος, στην τάση του «να πιάσει την καλή». Από τότε μέχρι σήμερα πολλά έχουν αλλάξει, φαίνεται όμως ότι στην πλειονότητα των πολιτών επικρατεί η ίδια αντίληψη. «Νομίζω ότι όλα αυτά τα χρόνια η θεωρία της ήσσονος προσπάθειας ήταν κυρίαρχη στη χώρα», συμφωνεί ο ηθοποιός.

Άλλωστε, ένα μέρος της κρίσης οφείλεται και σε αυτήν τη στάση ζωής. «Πολλοί κοίταζαν χωρίς μεγάλο κόπο να κατακτήσουν πολλά. Ας μην ξεχνάμε ότι το οικονομικό είναι και ένα μέσο αυτοπραγμάτωσης. Αυτό επαναλαμβάνει συνέχεια ο ένας από τους δύο ήρωες, αυτό επιθυμεί και ο άλλος. Κάτι τέτοιο όμως είναι στα όρια του τραγικού και του γελοίου», τονίζει ο ηθοποιός.

Τον ρωτάω αν τέτοιου είδους τακτικές εκφράζονται στον τρόπο που ψηφίζουμε. «Αν δεις τις μετακινήσεις των υποψηφίων, αν δεις τον τρόπο που ψηφίζουν και πώς μετακινούνται οι ψηφοφόροι, νομίζω θα καταλάβεις πως για τις επιλογές υπερτερεί η ιδιοτέλεια σε προσωπικό επίπεδο. Δεν ψηφίζουμε τα προγράμματα, ούτε μας ενδιαφέρει πώς να φτιάξουμε ένα κράτος δικαίου, που να λειτουργεί σωστά».

«Η μεγάλη αποχή είναι μεγάλη απογοήτευση»

Και τη μεγάλη αποχή των ψηφοφόρων από τις εκλογές πώς τη χαρακτηρίζει; Πού την αποδίδει; «Είναι μεγάλη απογοήτευση. Όλο αυτό που συζητάμε, όλος ο εκφυλισμός, η αξιακή κλίμακα που έχει καταρρεύσει, έχει ως απόρροια αυτόν το σκεπτικισμό και αυτήν την αδιαφορία. Θεωρείς ότι με κανέναν τα πράγματα δεν μπορούν να αλλάξουν.

Νομίζω όμως ότι αυτό είναι λάθος. Εάν θα μπορούσαμε να έχουμε όλοι σοβαρή και τεκμηριωμένη άποψη, θα μπορούσαμε να είμαστε και σοβαροί πολίτες και να συμμετέχουμε στα κοινά. Με την αδιαφορία τίποτε δεν λύνεται. Είναι ό,τι χειρότερο», απαντά.

Πιστεύει ότι πολλές φορές οι διέξοδοι είναι σε πρόσωπα και όχι σε σχηματισμούς.

«Δεν υπάρχει άλλος τρόπος να οργανωθεί η κοινωνία. Όλα αυτά τα χρόνια όμως οι επιλογές ήταν σε πρόσωπα τα οποία απομονώθηκαν από την πολιτική ζωή, ενώ είχαν ρηξικέλευθο και δυναμικό λόγο αλλά και πολύ ενδιαφέρουσες θέσεις και απόψεις. Αν οι πολίτες, οι ψηφοφόροι των κομμάτων ή τα κομματικά μέλη ενός σχηματισμού απομονώνουν και εξοβελίζουν ό,τι πιο υγιές υπάρχει ως άποψη, τότε πώς θα πάει μπροστά μια χώρα; Το περίεργο είναι ότι κατά τεκμήριο μορφωμένοι άνθρωποι, που έχουν πτυχία, δεν μπορούν να έχουν σε πολλές περιπτώσεις στοιχειώδη πολιτική σκέψη. Μιλάνε με απλουστεύσεις, οι οποίες είναι σχεδόν ακατανόητες. Εκεί σε πιάνει απογοήτευση και λες ‘είναι δυνατόν όλο αυτός ο κόσμος να ψηφίζει τέτοια άτομα;’», αναρωτιέται.

Ωστόσο, ελπίζει πως μετά την κρίση αρκετοί έχουν αλλάξει, ότι «έχουμε βάλει μυαλό», όπως λέει χαρακτηριστικά. «Βλέπω μια μερίδα πολιτών που αρχίζει και σκέφτεται ότι πρέπει πια να ζούμε σε μια καλύτερη δημοκρατία, ένα αίτημα το οποίο έπεσε στο κενό. Προαπαιτούμενο για όλα αυτά είναι η αξιοκρατία. Πρόσφατα, ένας πολύ σπουδαίος νομικός είπε ότι η αξιοκρατία είναι η βάση της δημοκρατίας. Αυτό είναι κάτι που δεν το έχουμε αντιληφθεί ακόμη. Δεν έχουμε καταλάβει ότι προσπαθώντας κάποιος να κάνει τη δουλειά του και να βολευτεί καταστρατηγεί στην ουσία την έννοια της ισονομίας και εντέλει και της ίδιας της δημοκρατίας. Αυτά είναι θέματα που έπρεπε να έχουμε κουβεντιάσει από την αρχή της κρίσης. Όπως και το πόσο καθένας από εμάς έχει ευθύνη σε ατομικό επίπεδο, γιατί πάντα είμαστε συνηθισμένοι να θεωρούμε ότι όλοι οι άλλοι φταίνε εκτός από εμάς και ότι όλοι οι άλλοι πρέπει να αλλάξουν εκτός από εμάς».

Ως εκ τούτου δεν είναι καθόλου αισιόδοξος για την έκβαση της ευρύτερης κατάστασης. «Εδώ και δέκα χρόνια είμαστε ακόμη στην αλφαβήτα. Τώρα σαν να άρχισε πια να συμβαίνει κάτι λες κι έκλεισε ένας κύκλος. Ίσως έπρεπε να φτάσουμε εδώ, κοντά στον πάτο που είμαστε αυτήν τη στιγμή, για να δούμε σοβαρά ορισμένα πράγματα, αλλά είναι δύσκολο όλο αυτό, πολύ δύσκολο», λέει.

Και ο ρόλος του; Πόσο συνδέεται με όλα αυτά; Πόσες ταυτίσεις έχει μαζί του; «Στην υποκριτική πρέπει να βρεις εκείνο το κομμάτι του εαυτού σου, του χαρακτήρα σου που ο ρόλος εμπεριέχει. Μέσα από σένα παίζεις, όχι μέσα από κάποιον άλλον. Όλοι οι άνθρωποι έχουν όλες τις πλευρές. Εκεί ψάχνεις… Όλο αυτό είναι στην ουσία και ένα παιχνίδι της υποκριτικής, το οποίο την κάνει γοητευτική», καταλήγει.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

«Το τάβλι»

Παραστάσεις: Τετάρτη 26 και Πέμπτη 27 Ιουνίου στις 9.15 μ.μ.

Θέατρο Κήπου (τηλ. 2310-256775)

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 23 Ιουνίου 2019

Ρίχνει τα ζάρια και φέρνει… εξάρες! Θα μπορούσες να το πεις για εκείνον μεταφορικά αλλά και κυριολεκτικά. Μεταφορικά αν σκεφτείς πως ο Ιεροκλής Μιχαηλίδης είναι ένας από τους ηθοποιούς της γενιάς του που έχουν διαγράψει μια λαμπρή πορεία στο χώρο του θεάτρου, του σινεμά, της τηλεόρασης, αφού ακολουθώντας το δικό του μοναχικό δρόμο μετά τους «Άγαμους Θύτες», που ενώνονται τώρα πια μόνο κατά περιόδους, έχει συνεργαστεί με τους σπουδαιότερους έλληνες σκηνοθέτες, προσθέτοντας στο βιογραφικό του πολλούς ενδιαφέροντες ρόλους.

Κυριολεκτικά, γιατί αυτήν τη φορά παίζει με δεξιοτεχνία «Τάβλι», αφού στη διάρκεια του φετινού καλοκαιριού υποδύεται τον Κόλια, τον έναν από τους δύο χαρακτήρες του αγαπημένου θεατρικού έργου του Δημήτρη Κεχαΐδη, στο οποίο συμπρωταγωνιστεί με τον Γεράσιμο Σκιαδαρέση.

Πρόκειται για ένα θεατρικό κείμενο που, όταν ανέβηκε για πρώτη φορά το 1972, αποτελούσε ένα σχόλιο στη νοοτροπία του Νεοέλληνα εκείνης της εποχής για εύκολο κέρδος, στην τάση του «να πιάσει την καλή». Από τότε μέχρι σήμερα πολλά έχουν αλλάξει, φαίνεται όμως ότι στην πλειονότητα των πολιτών επικρατεί η ίδια αντίληψη. «Νομίζω ότι όλα αυτά τα χρόνια η θεωρία της ήσσονος προσπάθειας ήταν κυρίαρχη στη χώρα», συμφωνεί ο ηθοποιός.

Άλλωστε, ένα μέρος της κρίσης οφείλεται και σε αυτήν τη στάση ζωής. «Πολλοί κοίταζαν χωρίς μεγάλο κόπο να κατακτήσουν πολλά. Ας μην ξεχνάμε ότι το οικονομικό είναι και ένα μέσο αυτοπραγμάτωσης. Αυτό επαναλαμβάνει συνέχεια ο ένας από τους δύο ήρωες, αυτό επιθυμεί και ο άλλος. Κάτι τέτοιο όμως είναι στα όρια του τραγικού και του γελοίου», τονίζει ο ηθοποιός.

Τον ρωτάω αν τέτοιου είδους τακτικές εκφράζονται στον τρόπο που ψηφίζουμε. «Αν δεις τις μετακινήσεις των υποψηφίων, αν δεις τον τρόπο που ψηφίζουν και πώς μετακινούνται οι ψηφοφόροι, νομίζω θα καταλάβεις πως για τις επιλογές υπερτερεί η ιδιοτέλεια σε προσωπικό επίπεδο. Δεν ψηφίζουμε τα προγράμματα, ούτε μας ενδιαφέρει πώς να φτιάξουμε ένα κράτος δικαίου, που να λειτουργεί σωστά».

«Η μεγάλη αποχή είναι μεγάλη απογοήτευση»

Και τη μεγάλη αποχή των ψηφοφόρων από τις εκλογές πώς τη χαρακτηρίζει; Πού την αποδίδει; «Είναι μεγάλη απογοήτευση. Όλο αυτό που συζητάμε, όλος ο εκφυλισμός, η αξιακή κλίμακα που έχει καταρρεύσει, έχει ως απόρροια αυτόν το σκεπτικισμό και αυτήν την αδιαφορία. Θεωρείς ότι με κανέναν τα πράγματα δεν μπορούν να αλλάξουν.

Νομίζω όμως ότι αυτό είναι λάθος. Εάν θα μπορούσαμε να έχουμε όλοι σοβαρή και τεκμηριωμένη άποψη, θα μπορούσαμε να είμαστε και σοβαροί πολίτες και να συμμετέχουμε στα κοινά. Με την αδιαφορία τίποτε δεν λύνεται. Είναι ό,τι χειρότερο», απαντά.

Πιστεύει ότι πολλές φορές οι διέξοδοι είναι σε πρόσωπα και όχι σε σχηματισμούς.

«Δεν υπάρχει άλλος τρόπος να οργανωθεί η κοινωνία. Όλα αυτά τα χρόνια όμως οι επιλογές ήταν σε πρόσωπα τα οποία απομονώθηκαν από την πολιτική ζωή, ενώ είχαν ρηξικέλευθο και δυναμικό λόγο αλλά και πολύ ενδιαφέρουσες θέσεις και απόψεις. Αν οι πολίτες, οι ψηφοφόροι των κομμάτων ή τα κομματικά μέλη ενός σχηματισμού απομονώνουν και εξοβελίζουν ό,τι πιο υγιές υπάρχει ως άποψη, τότε πώς θα πάει μπροστά μια χώρα; Το περίεργο είναι ότι κατά τεκμήριο μορφωμένοι άνθρωποι, που έχουν πτυχία, δεν μπορούν να έχουν σε πολλές περιπτώσεις στοιχειώδη πολιτική σκέψη. Μιλάνε με απλουστεύσεις, οι οποίες είναι σχεδόν ακατανόητες. Εκεί σε πιάνει απογοήτευση και λες ‘είναι δυνατόν όλο αυτός ο κόσμος να ψηφίζει τέτοια άτομα;’», αναρωτιέται.

Ωστόσο, ελπίζει πως μετά την κρίση αρκετοί έχουν αλλάξει, ότι «έχουμε βάλει μυαλό», όπως λέει χαρακτηριστικά. «Βλέπω μια μερίδα πολιτών που αρχίζει και σκέφτεται ότι πρέπει πια να ζούμε σε μια καλύτερη δημοκρατία, ένα αίτημα το οποίο έπεσε στο κενό. Προαπαιτούμενο για όλα αυτά είναι η αξιοκρατία. Πρόσφατα, ένας πολύ σπουδαίος νομικός είπε ότι η αξιοκρατία είναι η βάση της δημοκρατίας. Αυτό είναι κάτι που δεν το έχουμε αντιληφθεί ακόμη. Δεν έχουμε καταλάβει ότι προσπαθώντας κάποιος να κάνει τη δουλειά του και να βολευτεί καταστρατηγεί στην ουσία την έννοια της ισονομίας και εντέλει και της ίδιας της δημοκρατίας. Αυτά είναι θέματα που έπρεπε να έχουμε κουβεντιάσει από την αρχή της κρίσης. Όπως και το πόσο καθένας από εμάς έχει ευθύνη σε ατομικό επίπεδο, γιατί πάντα είμαστε συνηθισμένοι να θεωρούμε ότι όλοι οι άλλοι φταίνε εκτός από εμάς και ότι όλοι οι άλλοι πρέπει να αλλάξουν εκτός από εμάς».

Ως εκ τούτου δεν είναι καθόλου αισιόδοξος για την έκβαση της ευρύτερης κατάστασης. «Εδώ και δέκα χρόνια είμαστε ακόμη στην αλφαβήτα. Τώρα σαν να άρχισε πια να συμβαίνει κάτι λες κι έκλεισε ένας κύκλος. Ίσως έπρεπε να φτάσουμε εδώ, κοντά στον πάτο που είμαστε αυτήν τη στιγμή, για να δούμε σοβαρά ορισμένα πράγματα, αλλά είναι δύσκολο όλο αυτό, πολύ δύσκολο», λέει.

Και ο ρόλος του; Πόσο συνδέεται με όλα αυτά; Πόσες ταυτίσεις έχει μαζί του; «Στην υποκριτική πρέπει να βρεις εκείνο το κομμάτι του εαυτού σου, του χαρακτήρα σου που ο ρόλος εμπεριέχει. Μέσα από σένα παίζεις, όχι μέσα από κάποιον άλλον. Όλοι οι άνθρωποι έχουν όλες τις πλευρές. Εκεί ψάχνεις… Όλο αυτό είναι στην ουσία και ένα παιχνίδι της υποκριτικής, το οποίο την κάνει γοητευτική», καταλήγει.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

«Το τάβλι»

Παραστάσεις: Τετάρτη 26 και Πέμπτη 27 Ιουνίου στις 9.15 μ.μ.

Θέατρο Κήπου (τηλ. 2310-256775)

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 23 Ιουνίου 2019

ΣΧΟΛΙΑ

Επιλέξτε Κατηγορία