ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Η επενδυτική βαθμίδα περνά μέσα… από τις κάλπες

Δρόμο στρωμένο με αγκάθια θα χρειαστεί να διανύσει η νέα κυβέρνηση - Η ακρίβεια, η επιστροφή στους δημοσιονομικούς κανόνες και η ευκαιρία ανάταξης της οικονομίας

 12/04/2023 07:00

Η επενδυτική βαθμίδα περνά μέσα… από τις κάλπες

Στέφανος Μαχτσίρας

Η διαρκής μάχη με τις ανατιμήσεις, το αγκάθι της αύξησης του κόστους χρήματος που επιβαρύνει τους δανειολήπτες, η ανάκτηση της πολυπόθητης επενδυτικής βαθμίδας και οι κρίσιμες διαβουλεύσεις με τους εταίρους μας στην ΕΕ για τους μεσοπρόθεσμους δημοσιονομικούς στόχους μέχρι το 2027 θα «παιδέψουν» αρκετά τη νέα κυβέρνηση που θα κληθεί να δώσει λύσεις… και απαντήσεις σε όλα αυτά τα κρίσιμα ζητήματα.

Όπως διαμορφώνεται σήμερα η κατάσταση, ακόμη και αν παραμείνουν σε χαμηλά επίπεδα οι τιμές της ενέργειας, η ακρίβεια θα «συντροφεύει» πολίτες και επιχειρήσεις μέχρι το τέλος του έτους, ακόμα και αν ρίξει ταχύτητες ενώ την ίδια ώρα την τανάλια σφίγγει και η υπέρμετρη αύξηση του κόστους δανεισμού.

Το νέο κυβερνητικό σχήμα θα αναμετρηθεί με τη Λερναία Ύδρα των ανατιμήσεων με το οπλοστάσιο να είναι εκ των πραγμάτων περιορισμένο, έχοντας εξαντλήσει την όποια δυναμική του (επιδόματα, καλάθια νοικοκυριού, κ.τ.λ.). Ενδεχομένως η δραστική μείωση του ΦΠΑ να έφερνε μεγαλύτερο αποτέλεσμα αλλά ο δημοσιονομικός χώρος δεν είναι άπλετος.

Αν και ο γενικός πληθωρισμός πέφτει, ο δομικός πληθωρισμός, δηλαδή εκείνος ο δείκτης που μετρά τις τιμές πέρα από τα ευμετάβλητα είδη τροφίμων και καυσίμων, τραβά την ανηφόρα, προδιαθέτοντας για μόνιμες αυξήσεις τιμών.

Την ίδια στιγμή, οι τεράστιες αυξήσεις στο κόστος εξυπηρέτησης των δανείων εξαιτίας της ανόδου των επιτοκίων προβληματίζουν το οικονομικό επιτελείο το οποίο εξαιτίας και των περιορισμένων δημοσιονομικών περιθωρίων πέρα από πιέσεις στις τράπεζες για στήριξη των συνεπών δανειοληπτών, εμπράκτως δεν βοηθάει.

Η βαθμίδα

Σύμφωνα με τα μηνύματα που εκπέμπονται από ξένους οίκους και οικονομικούς αναλυτές, η Ελλάδα θα περάσει στο μονοπάτι της επενδυτικής βαθμίδας που θα αναβαθμίσει σε πολλαπλά επίπεδα την ελληνική οικονομία, αν η κυβέρνηση που θα εκλεγεί είναι σταθερή και ακολουθήσει… ενάρετο δημοσιονομικό δρόμο.

Μετά την κατάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας, η Ελλάδα θα είναι σε θέση να τραβήξει ευκολότερα επενδυτικά κεφάλαια που θα αισθάνονται μεγαλύτερη «ασφάλεια» να τοποθετηθούν σε ελληνικά ομόλογα, «ανοίγοντας» περαιτέρω τη χώρα σε επενδύσεις μακράς πνοής που θα εισφέρουν πολύτιμα κεφάλαια στην πραγματική οικονομία. Παράλληλα, το ελληνικό δημόσιο και οι τράπεζες θα μπορούν να δανείζονται με χαμηλότερα επιτόκια, γεγονός που θα τις διευκολύνει να κατευθύνουν ευκολότερα ζεστό χρήμα στην αγορά. Δεν αποκλείεται πάντως μία μίνι έκπληξη με τον οίκο πιστοληπτικής αξιολόγησης Standard & Poors να ανοίγει, στις 21 Απριλίου, τον δρόμο για να επιστρέψει η Ελλάδα στην επενδυτική βαθμίδα. Σε αυτή την κατεύθυνση αναμφίβολα βοηθά και ο μηδενισμός του πρωτογενούς ελλείμματος το 2022.

Για το υπουργείο Οικονοµικών όµως ζητούµενο είναι η επενδυτική βαθµίδα να δοθεί από τουλάχιστον δύο οίκους αξιολόγησης. Σε κάθε περίπτωση, παραµένουν στο τραπέζι τόσο το μετριοπαθές σενάριο για ανάκτηση της επενδυτικής βαθµίδας το φθινόπωρο ή έστω μέχρι το τέλος του έτους όσο και το απαισιόδοξο (βασίζεται σε πολιτικές αναταράξεις και συνέχιση της τραπεζικής κρίσης) που µεταθέτει το ενδεχόµενο για το 2024.

Πακτωλός χρημάτων αλλά και σφίξιμο του ζωναριού

Η Ελλάδα ναι μεν έχει αυξήσει την ελκυστικότητά της τραβώντας διαρκώς επενδύσεις, ωστόσο ακόμα παλεύει να αναπληρώσει το τεράστιο επενδυτικό χάσμα (100 δισ. ευρώ) της περιόδου των μνημονίων ενώ ως γνωστόν αγορές και επενδυτές ψηφίζουν… δαγκωτό ηρεμία και σταθερότητα.

Η χώρα μας έχει γίνει από το 2019 προορισμός άμεσων ξένων επενδύσεων συνολικού ύψους 16 δισ. ευρώ, με το «κεφάλαιο» να αυγατίζει συνεχώς. Η νέα κυβέρνηση είναι αναγκαίο να τρέξει με ταχύτητα, διαφάνεια και αποτελεσματικότητα ούτως ώστε να διατεθούν οι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης με τη μέγιστη δυνατή δικαιοσύνη καθώς μέχρι στιγμής υπάρχει διάχυτη η αίσθηση πως αφορούν ελάχιστες μεγάλες επιχειρήσεις. Από το 2021 μέχρι σήμερα η Ελλάδα έχει απορροφήσει πάνω από 3 δισ. πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης.

Καθίσταται σαφές πως η αποστολή της επόμενης κυβέρνησης θα είναι αρκετά απαιτητική καθώς θα πρέπει να απορροφήσει περίπου το 90% των πόρων που πρόκειται να διατεθούν μέχρι τα μέσα του 2026 προς την Ελλάδα. Αξίζει να σημειωθεί πως η Ελλάδα μέχρι το 2030 θα κληθεί να διαχειριστεί πόρους πάνω από 80 δισ. ευρώ από Ταμείο Ανάκαμψης, νέο ΕΣΠΑ και νέα Κοινή Αγροτική Πολιτική ενώ μπορεί να προσβλέπει σε εισροή κεφαλαίων που ενδεχομένως αγγίξουν τα 100 δισ. ευρώ αν η χώρα προσελκύσει και ικανά αριθμό ιδιωτικών επενδύσεων

Η επόμενη κυβέρνηση μετά από σκληρές διαπραγματεύσεις θα πρέπει να συμφωνήσει με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή τους δημοσιονομικούς στόχους της χώρας μέχρι και το 2027.

Σε αυτή τη φάση, η Ελλάδα έχει συστήσει με πρωτοβουλία του πρωθυπουργού μια άτυπη συμμαχία του Νότου με την Ιταλία και την Πορτογαλία, για την αλλαγή των δημοσιονομικών κανόνων, που είναι το πρώτο στάδιο της διαπραγμάτευσης.

Λαμβάνοντας σαν δεδομένο το γεγονός της επιστροφής των δημοσιονομικών κανόνων το 2024 (ανάγκη για επίτευξη πρωτογενών πλεονασμάτων) με τα λουριά να σφίγγουν και τα μέτρα στήριξης να αποσύρονται, οι στόχοι που θα συμφωνηθούν αφενός είναι ανάγκη να μην υπονομεύουν την αναπτυξιακή δυναμική της χώρας, αφετέρου να μην τη βγάζουν από τις δημοσιονομικές ράγες.

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 09.04.2023

Η διαρκής μάχη με τις ανατιμήσεις, το αγκάθι της αύξησης του κόστους χρήματος που επιβαρύνει τους δανειολήπτες, η ανάκτηση της πολυπόθητης επενδυτικής βαθμίδας και οι κρίσιμες διαβουλεύσεις με τους εταίρους μας στην ΕΕ για τους μεσοπρόθεσμους δημοσιονομικούς στόχους μέχρι το 2027 θα «παιδέψουν» αρκετά τη νέα κυβέρνηση που θα κληθεί να δώσει λύσεις… και απαντήσεις σε όλα αυτά τα κρίσιμα ζητήματα.

Όπως διαμορφώνεται σήμερα η κατάσταση, ακόμη και αν παραμείνουν σε χαμηλά επίπεδα οι τιμές της ενέργειας, η ακρίβεια θα «συντροφεύει» πολίτες και επιχειρήσεις μέχρι το τέλος του έτους, ακόμα και αν ρίξει ταχύτητες ενώ την ίδια ώρα την τανάλια σφίγγει και η υπέρμετρη αύξηση του κόστους δανεισμού.

Το νέο κυβερνητικό σχήμα θα αναμετρηθεί με τη Λερναία Ύδρα των ανατιμήσεων με το οπλοστάσιο να είναι εκ των πραγμάτων περιορισμένο, έχοντας εξαντλήσει την όποια δυναμική του (επιδόματα, καλάθια νοικοκυριού, κ.τ.λ.). Ενδεχομένως η δραστική μείωση του ΦΠΑ να έφερνε μεγαλύτερο αποτέλεσμα αλλά ο δημοσιονομικός χώρος δεν είναι άπλετος.

Αν και ο γενικός πληθωρισμός πέφτει, ο δομικός πληθωρισμός, δηλαδή εκείνος ο δείκτης που μετρά τις τιμές πέρα από τα ευμετάβλητα είδη τροφίμων και καυσίμων, τραβά την ανηφόρα, προδιαθέτοντας για μόνιμες αυξήσεις τιμών.

Την ίδια στιγμή, οι τεράστιες αυξήσεις στο κόστος εξυπηρέτησης των δανείων εξαιτίας της ανόδου των επιτοκίων προβληματίζουν το οικονομικό επιτελείο το οποίο εξαιτίας και των περιορισμένων δημοσιονομικών περιθωρίων πέρα από πιέσεις στις τράπεζες για στήριξη των συνεπών δανειοληπτών, εμπράκτως δεν βοηθάει.

Η βαθμίδα

Σύμφωνα με τα μηνύματα που εκπέμπονται από ξένους οίκους και οικονομικούς αναλυτές, η Ελλάδα θα περάσει στο μονοπάτι της επενδυτικής βαθμίδας που θα αναβαθμίσει σε πολλαπλά επίπεδα την ελληνική οικονομία, αν η κυβέρνηση που θα εκλεγεί είναι σταθερή και ακολουθήσει… ενάρετο δημοσιονομικό δρόμο.

Μετά την κατάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας, η Ελλάδα θα είναι σε θέση να τραβήξει ευκολότερα επενδυτικά κεφάλαια που θα αισθάνονται μεγαλύτερη «ασφάλεια» να τοποθετηθούν σε ελληνικά ομόλογα, «ανοίγοντας» περαιτέρω τη χώρα σε επενδύσεις μακράς πνοής που θα εισφέρουν πολύτιμα κεφάλαια στην πραγματική οικονομία. Παράλληλα, το ελληνικό δημόσιο και οι τράπεζες θα μπορούν να δανείζονται με χαμηλότερα επιτόκια, γεγονός που θα τις διευκολύνει να κατευθύνουν ευκολότερα ζεστό χρήμα στην αγορά. Δεν αποκλείεται πάντως μία μίνι έκπληξη με τον οίκο πιστοληπτικής αξιολόγησης Standard & Poors να ανοίγει, στις 21 Απριλίου, τον δρόμο για να επιστρέψει η Ελλάδα στην επενδυτική βαθμίδα. Σε αυτή την κατεύθυνση αναμφίβολα βοηθά και ο μηδενισμός του πρωτογενούς ελλείμματος το 2022.

Για το υπουργείο Οικονοµικών όµως ζητούµενο είναι η επενδυτική βαθµίδα να δοθεί από τουλάχιστον δύο οίκους αξιολόγησης. Σε κάθε περίπτωση, παραµένουν στο τραπέζι τόσο το μετριοπαθές σενάριο για ανάκτηση της επενδυτικής βαθµίδας το φθινόπωρο ή έστω μέχρι το τέλος του έτους όσο και το απαισιόδοξο (βασίζεται σε πολιτικές αναταράξεις και συνέχιση της τραπεζικής κρίσης) που µεταθέτει το ενδεχόµενο για το 2024.

Πακτωλός χρημάτων αλλά και σφίξιμο του ζωναριού

Η Ελλάδα ναι μεν έχει αυξήσει την ελκυστικότητά της τραβώντας διαρκώς επενδύσεις, ωστόσο ακόμα παλεύει να αναπληρώσει το τεράστιο επενδυτικό χάσμα (100 δισ. ευρώ) της περιόδου των μνημονίων ενώ ως γνωστόν αγορές και επενδυτές ψηφίζουν… δαγκωτό ηρεμία και σταθερότητα.

Η χώρα μας έχει γίνει από το 2019 προορισμός άμεσων ξένων επενδύσεων συνολικού ύψους 16 δισ. ευρώ, με το «κεφάλαιο» να αυγατίζει συνεχώς. Η νέα κυβέρνηση είναι αναγκαίο να τρέξει με ταχύτητα, διαφάνεια και αποτελεσματικότητα ούτως ώστε να διατεθούν οι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης με τη μέγιστη δυνατή δικαιοσύνη καθώς μέχρι στιγμής υπάρχει διάχυτη η αίσθηση πως αφορούν ελάχιστες μεγάλες επιχειρήσεις. Από το 2021 μέχρι σήμερα η Ελλάδα έχει απορροφήσει πάνω από 3 δισ. πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης.

Καθίσταται σαφές πως η αποστολή της επόμενης κυβέρνησης θα είναι αρκετά απαιτητική καθώς θα πρέπει να απορροφήσει περίπου το 90% των πόρων που πρόκειται να διατεθούν μέχρι τα μέσα του 2026 προς την Ελλάδα. Αξίζει να σημειωθεί πως η Ελλάδα μέχρι το 2030 θα κληθεί να διαχειριστεί πόρους πάνω από 80 δισ. ευρώ από Ταμείο Ανάκαμψης, νέο ΕΣΠΑ και νέα Κοινή Αγροτική Πολιτική ενώ μπορεί να προσβλέπει σε εισροή κεφαλαίων που ενδεχομένως αγγίξουν τα 100 δισ. ευρώ αν η χώρα προσελκύσει και ικανά αριθμό ιδιωτικών επενδύσεων

Η επόμενη κυβέρνηση μετά από σκληρές διαπραγματεύσεις θα πρέπει να συμφωνήσει με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή τους δημοσιονομικούς στόχους της χώρας μέχρι και το 2027.

Σε αυτή τη φάση, η Ελλάδα έχει συστήσει με πρωτοβουλία του πρωθυπουργού μια άτυπη συμμαχία του Νότου με την Ιταλία και την Πορτογαλία, για την αλλαγή των δημοσιονομικών κανόνων, που είναι το πρώτο στάδιο της διαπραγμάτευσης.

Λαμβάνοντας σαν δεδομένο το γεγονός της επιστροφής των δημοσιονομικών κανόνων το 2024 (ανάγκη για επίτευξη πρωτογενών πλεονασμάτων) με τα λουριά να σφίγγουν και τα μέτρα στήριξης να αποσύρονται, οι στόχοι που θα συμφωνηθούν αφενός είναι ανάγκη να μην υπονομεύουν την αναπτυξιακή δυναμική της χώρας, αφετέρου να μην τη βγάζουν από τις δημοσιονομικές ράγες.

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 09.04.2023

ΣΧΟΛΙΑ

Επιλέξτε Κατηγορία