Η αυτοκριτική και το mea coulpa των πολιτικών

 30/06/2019 20:00

Συγνώμη, αγαπητοί μου αναγνώστες, αλλά υπάρχει κανείς που εκλαμβάνει ως αυτοκριτική την αναφορά «κάναμε λάθη», χωρίς να περιγράφεται το ποια είναι αυτά, πότε έγιναν, πόσο κόστισαν, τι μας δίδαξαν και γιατί δεν πρόκειται να τα επαναλάβουμε;

Πόσο μάλλον όταν ακόμη κι αυτή η γενική κι αόριστη φράση δεν περιορίζεται στο πρώτο ενικό πρόσωπο «έκανα λάθη», αλλά διαχέεται στους πολλούς με το «κάναμε λάθη».

Εννοείται ότι για να μην υποθέσει κανείς ότι είμαστε και τίποτα… σφάλλοντες, κολλάμε αμέσως μετά ένα μεγαλοπρεπές «αλλά», που σβήνει κάθε έννοια λάθους. «Κάναμε λάθη, αλλά, κρατήσαμε τη χώρα όρθια».

Αναφέρομαι φυσικά στις ομιλίες των πολιτικών -εν προκειμένω σε αυτήν του Κώστα Καραμανλή- που εμφανίζονται άπαντες να έχουν βαριά δυσανεξία στην αυτοκριτική, την παραδοχή λάθους, την ανάληψη ευθύνης.

Ο Καραμανλής δεν παραδέχτηκε κανένα λάθος του. Ούτε θεώρησε υποχρέωσή του να κλείσει τη δεκαετή περίοδο της ηθελημένης σιωπής του, δίνοντας τη δική του εκδοχή στα μεγάλα ερωτήματα σχετικά με τα έργα και τις ημέρες του, που έμειναν αναπάντητα.

Γιατί δεν μίλησε τότε για την έκρηξη του χρέους, αν γνώριζε ότι φτιάχτηκαν τα στοιχεία όπως κατηγόρησε ευθέως ο Γιουνκέρ, γιατί παραιτήθηκε δύο χρόνια μετά την πανηγυρική επανεκλογή του, ποιος και γιατί διαμόρφωσε την εντύπωση ότι υπήρξε σχέδιο μυστικών υπηρεσιών να τον δολοφονήσουν.

Όλα αυτά τα ερωτήματα έμειναν αναπάντητα, θαρρείς και σβήστηκαν με τα δέκα χρόνια συνειδητής σιωπής που ακολούθησαν.

Ακόμη όμως κι αν έμειναν κάποια βασανιστικά ερωτήματα, αυτά παραγράφηκαν το βραδάκι της Τετάρτης στο Βελλίδειο από τις επευφημίες χιλιάδων ανθρώπων, που θέλησαν να παραστούν αυτοπροσώπως στο τέλος της σιωπής του πρώην πρωθυπουργού.

Θέλω να πιστεύω ότι κάποτε η ιστορία θα γράψει τις απαντήσεις που οφείλονται στα ερωτήματα σχετικά με το πώς φτάσαμε ανυποψίαστοι στο χείλος του γκρεμού.

Το μόνο βέβαιο αυτήν την ώρα είναι ότι ο Κώστας Καραμανλής προστάτεψε απολύτως την υστεροφημία του με την επιλογή του να μείνει σιωπηλός στην περίοδο της μεγάλης κρίσης και του σοκ.

Βγήκε από το κάδρο των συμμετεχόντων στην κρίση και μένοντας έξω από την πολιτική αντιπαράθεση, απαλλάχτηκε πλήρως των ευθυνών που ίσως του ανήκουν, φορτώνοντάς τις στους… άλλους. (Κυρίως στο ΠΑΣΟΚ και δευτερευόντως στον Σαμαρά).

Μάλιστα, η ενδεχομένως όχι αθώα επιλογή του Τσίπρα να προσεταιριστεί ανθρώπους του καραμανλικού περιβάλλοντος (Παυλόπουλος, Παπαγγελόπουλος, Καμμένος κ.ά.) έβγαλε τον πρώην πρωθυπουργό και από το στόχαστρο του ΣΥΡΙΖΑ, δίνοντας στη σιωπή του καθαρτήρια ιδιότητα.

Ο Καραμανλής έσπασε τη σιωπή του την Τετάρτη, απογοητεύοντας όσους περιμέναμε κάποιες απαντήσεις στα καυτά ερωτήματα που σχετίζονται με τον ίδιο. Στην ομιλία του κάλεσε τους Νεοδημοκράτες σε πανστρατιά για μεγάλη νίκη της παράταξής, αλλά απέφυγε να ασκήσει κριτική στην κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ και προσωπικά στον Αλέξη Τσίπρα.

Ακόμη κι έτσι όμως, το τέλος της σιωπής του ενόχλησε τον πρωθυπουργό, που έσπασε την ιδιότυπη ανακωχή ανάμεσά τους και μίλησε για πρώτη φορά για τον Καραμανλή, λέγοντας ότι «άφησε 24 δισ. πρωτογενές πλεόνασμα και δραπέτευσε».

Ας ελπίσουμε πως θα αρχίσει να γράφεται η πραγματική ιστορία των χρόνων των μνημονίων…

Η στρατηγική που ακολούθησε ο Κώστας Καραμανλής, θα διδάσκεται στα τμήματα πολιτικών επιστημών των πανεπιστημίων, ως ο ιδανικότερος τρόπος διαφυγής και αφαίρεσης της εικόνας ενός πρωταγωνιστή από το κάδρο των υπαιτίων μιας κακής εξέλιξης.

Ακριβώς το αντίθετο δηλαδή από τους ΠΑΣΟΚους (ΓΑΠ και Βενιζέλο) που ξεκατινιάστηκαν φτάνοντας στο σημείο να μιλάνε με λεπτομέρειες για το τι είπε ο ένας και τι ο άλλος επιχειρώντας ο ένας να φορτώσει τις ευθύνες στον άλλον.

Ένα ξεκατίνιασμα που έφτασε στο σημείο να μην χωράνε οι δύο κάτω από την ίδια στέγη. Έφυγε ο πρώτος καταγγέλλοντας τον δεύτερο ότι τον έριξε πραξικοπηματικά, ενώ ο Βενιζέλος τον κατηγορούσε για διασπαστή και υπονομευτή της παράταξης. Τώρα που ο ΓΑΠ ξαναγύρισε στο μαντρί μετά την αποτυχημένη απόπειρά του, ο δεύτερος ουσιαστικά εξωθήθηκε σε αποχώρηση.

Υπενθυμίζω ότι πρώτος ο Ανδρέας Παπανδρέου έλυσε τον άλυτο μέχρι τότε ερώτημα του πώς μπορείς να δείξεις ότι κάνεις αυτοκριτική, χωρίς ουσιαστικά να την κάνεις. Ο Ανδρέας έλεγε το «κάναμε λάθη» -χωρίς να τα αναφερθεί συγκεκριμένα σε αυτά- και συνέχιζε με ένα: «αλλά καταφέραμε…» περιγράφοντας πληθώρα δημοφιλών έργων.

Μάλιστα για να μην μείνει η παραμικρή πιθανότητα να εκληφθεί η δήθεν αυτοκριτική ως ομολογία αποτυχίας, συμπλήρωνε κατηγορηματικά: «όσοι δουλεύουν, κάνουν και λάθη».

Ως αποκορύφωμα της έξυπνης κι ανώδυνης διαφυγής από την κριτική, αξιολογείται η καταφυγή στην λατινική φράση «mea coulpa” όταν όφειλε να αναγνωρίσει ένα λάθος του, δίχως όμως να το ομολογήσει σε απλά ελληνικά…

Αυτό που έχει σημασία είναι να το πάρουμε απόφαση ότι από πολιτικό δεν υπάρχει περίπτωση να ακούσουμε αυτοκριτική. Πόσο μάλλον, «συγνώμη» για τα λάθη που καλούμαστε εμείς να πληρώσουμε.

Ούτε για την χρεοκοπία της χώρας μας, ούτε για την άρνησή τους να συμφωνήσουν μεταξύ τους σε ένα μίνιμουν πλαίσιο προστασίας των συμφερόντων της χώρας και των πολιτών, ούτε για την αποτυχημένη διαπραγμάτευσή τους με τους δανειστές, ούτε για τις προεκλογικές τους υποσχέσεις που καταλήγουν σε χίμαιρες την επομένη των εκλογών.

Κι όταν δεν ακούς αυτοκριτική για αυτά τα μεγάλα, πώς περιμένει κανείς να ακουστεί «συγνώμη» για τα μικρότερα αλλά πιο κραυγαλέα. Για το Μάτι, για την ξεφτίλα που ζούμε στην Θεσσαλονίκη με τον ΟΑΣΘ, για για για…

Βλέπω τις δημοσκοπήσεις και την ανοδική πορεία του κόμματος του Βαρουφάκη και μα πιάνει χαρμολύπη. Λυπάμαι που υπάρχουν Έλληνες -σημαντικός αριθμός- που ξέχασαν ότι ο άνθρωπος έφερε την χώρα στο χείλος του γκρεμού και ελκύονται από την εμφανώς αβάσιμη και ουτοπική του πρόταση. Χαίρομαι που ο Τσίπρας νιώθει αδύναμος να αναχαιτίσει το ρεύμα φυγής ψηφοφόρων του προς τον πάλαι ποτέ υπουργό του παρά την εναγώνια καταφυγή του σε επιχειρήματα του τύπου: πού πάτε, αυτός είναι πολιτικός απατεώνας, ανοησίες λέει. Η ιστορία εκδικείται και είναι απόδοση δικαιοσύνης αυτό…

Όσοι μέχρι πρότινος θεωρούσαν ότι τα μνημόνια έφεραν την κρίση κι όχι το αντίθετο, πίστεψαν ότι μπορούσαν να «σκίσουν» τα πρώτα, χωρίς να αντιμετωπίσουν την δεύτερη. Πού να καταλάβουν ότι δεν μπορεί να υπάρξει βελτίωση της ζωής στην χώρα χωρίς αύξηση του ΑΕΠ και πως αυτό για να συμβεί προϋποθέτει μεταρρυθμίσεις, αξιοπιστία, ιδιωτικές επενδύσεις, σκληρή δουλειά.

Στο μεταξύ ο καιρός περνά. Η δική μας γενιά ισοπεδώθηκε, η επόμενη έφυγε στα ξένα και ό,τι είχε μια αξία στην χώρα, υποθηκεύτηκε για εκατό χρόνια.

Παρόλα αυτά, το χρέος ακόμη μεγαλώνει…

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 30 Ιουνίου 2019

Συγνώμη, αγαπητοί μου αναγνώστες, αλλά υπάρχει κανείς που εκλαμβάνει ως αυτοκριτική την αναφορά «κάναμε λάθη», χωρίς να περιγράφεται το ποια είναι αυτά, πότε έγιναν, πόσο κόστισαν, τι μας δίδαξαν και γιατί δεν πρόκειται να τα επαναλάβουμε;

Πόσο μάλλον όταν ακόμη κι αυτή η γενική κι αόριστη φράση δεν περιορίζεται στο πρώτο ενικό πρόσωπο «έκανα λάθη», αλλά διαχέεται στους πολλούς με το «κάναμε λάθη».

Εννοείται ότι για να μην υποθέσει κανείς ότι είμαστε και τίποτα… σφάλλοντες, κολλάμε αμέσως μετά ένα μεγαλοπρεπές «αλλά», που σβήνει κάθε έννοια λάθους. «Κάναμε λάθη, αλλά, κρατήσαμε τη χώρα όρθια».

Αναφέρομαι φυσικά στις ομιλίες των πολιτικών -εν προκειμένω σε αυτήν του Κώστα Καραμανλή- που εμφανίζονται άπαντες να έχουν βαριά δυσανεξία στην αυτοκριτική, την παραδοχή λάθους, την ανάληψη ευθύνης.

Ο Καραμανλής δεν παραδέχτηκε κανένα λάθος του. Ούτε θεώρησε υποχρέωσή του να κλείσει τη δεκαετή περίοδο της ηθελημένης σιωπής του, δίνοντας τη δική του εκδοχή στα μεγάλα ερωτήματα σχετικά με τα έργα και τις ημέρες του, που έμειναν αναπάντητα.

Γιατί δεν μίλησε τότε για την έκρηξη του χρέους, αν γνώριζε ότι φτιάχτηκαν τα στοιχεία όπως κατηγόρησε ευθέως ο Γιουνκέρ, γιατί παραιτήθηκε δύο χρόνια μετά την πανηγυρική επανεκλογή του, ποιος και γιατί διαμόρφωσε την εντύπωση ότι υπήρξε σχέδιο μυστικών υπηρεσιών να τον δολοφονήσουν.

Όλα αυτά τα ερωτήματα έμειναν αναπάντητα, θαρρείς και σβήστηκαν με τα δέκα χρόνια συνειδητής σιωπής που ακολούθησαν.

Ακόμη όμως κι αν έμειναν κάποια βασανιστικά ερωτήματα, αυτά παραγράφηκαν το βραδάκι της Τετάρτης στο Βελλίδειο από τις επευφημίες χιλιάδων ανθρώπων, που θέλησαν να παραστούν αυτοπροσώπως στο τέλος της σιωπής του πρώην πρωθυπουργού.

Θέλω να πιστεύω ότι κάποτε η ιστορία θα γράψει τις απαντήσεις που οφείλονται στα ερωτήματα σχετικά με το πώς φτάσαμε ανυποψίαστοι στο χείλος του γκρεμού.

Το μόνο βέβαιο αυτήν την ώρα είναι ότι ο Κώστας Καραμανλής προστάτεψε απολύτως την υστεροφημία του με την επιλογή του να μείνει σιωπηλός στην περίοδο της μεγάλης κρίσης και του σοκ.

Βγήκε από το κάδρο των συμμετεχόντων στην κρίση και μένοντας έξω από την πολιτική αντιπαράθεση, απαλλάχτηκε πλήρως των ευθυνών που ίσως του ανήκουν, φορτώνοντάς τις στους… άλλους. (Κυρίως στο ΠΑΣΟΚ και δευτερευόντως στον Σαμαρά).

Μάλιστα, η ενδεχομένως όχι αθώα επιλογή του Τσίπρα να προσεταιριστεί ανθρώπους του καραμανλικού περιβάλλοντος (Παυλόπουλος, Παπαγγελόπουλος, Καμμένος κ.ά.) έβγαλε τον πρώην πρωθυπουργό και από το στόχαστρο του ΣΥΡΙΖΑ, δίνοντας στη σιωπή του καθαρτήρια ιδιότητα.

Ο Καραμανλής έσπασε τη σιωπή του την Τετάρτη, απογοητεύοντας όσους περιμέναμε κάποιες απαντήσεις στα καυτά ερωτήματα που σχετίζονται με τον ίδιο. Στην ομιλία του κάλεσε τους Νεοδημοκράτες σε πανστρατιά για μεγάλη νίκη της παράταξής, αλλά απέφυγε να ασκήσει κριτική στην κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ και προσωπικά στον Αλέξη Τσίπρα.

Ακόμη κι έτσι όμως, το τέλος της σιωπής του ενόχλησε τον πρωθυπουργό, που έσπασε την ιδιότυπη ανακωχή ανάμεσά τους και μίλησε για πρώτη φορά για τον Καραμανλή, λέγοντας ότι «άφησε 24 δισ. πρωτογενές πλεόνασμα και δραπέτευσε».

Ας ελπίσουμε πως θα αρχίσει να γράφεται η πραγματική ιστορία των χρόνων των μνημονίων…

Η στρατηγική που ακολούθησε ο Κώστας Καραμανλής, θα διδάσκεται στα τμήματα πολιτικών επιστημών των πανεπιστημίων, ως ο ιδανικότερος τρόπος διαφυγής και αφαίρεσης της εικόνας ενός πρωταγωνιστή από το κάδρο των υπαιτίων μιας κακής εξέλιξης.

Ακριβώς το αντίθετο δηλαδή από τους ΠΑΣΟΚους (ΓΑΠ και Βενιζέλο) που ξεκατινιάστηκαν φτάνοντας στο σημείο να μιλάνε με λεπτομέρειες για το τι είπε ο ένας και τι ο άλλος επιχειρώντας ο ένας να φορτώσει τις ευθύνες στον άλλον.

Ένα ξεκατίνιασμα που έφτασε στο σημείο να μην χωράνε οι δύο κάτω από την ίδια στέγη. Έφυγε ο πρώτος καταγγέλλοντας τον δεύτερο ότι τον έριξε πραξικοπηματικά, ενώ ο Βενιζέλος τον κατηγορούσε για διασπαστή και υπονομευτή της παράταξης. Τώρα που ο ΓΑΠ ξαναγύρισε στο μαντρί μετά την αποτυχημένη απόπειρά του, ο δεύτερος ουσιαστικά εξωθήθηκε σε αποχώρηση.

Υπενθυμίζω ότι πρώτος ο Ανδρέας Παπανδρέου έλυσε τον άλυτο μέχρι τότε ερώτημα του πώς μπορείς να δείξεις ότι κάνεις αυτοκριτική, χωρίς ουσιαστικά να την κάνεις. Ο Ανδρέας έλεγε το «κάναμε λάθη» -χωρίς να τα αναφερθεί συγκεκριμένα σε αυτά- και συνέχιζε με ένα: «αλλά καταφέραμε…» περιγράφοντας πληθώρα δημοφιλών έργων.

Μάλιστα για να μην μείνει η παραμικρή πιθανότητα να εκληφθεί η δήθεν αυτοκριτική ως ομολογία αποτυχίας, συμπλήρωνε κατηγορηματικά: «όσοι δουλεύουν, κάνουν και λάθη».

Ως αποκορύφωμα της έξυπνης κι ανώδυνης διαφυγής από την κριτική, αξιολογείται η καταφυγή στην λατινική φράση «mea coulpa” όταν όφειλε να αναγνωρίσει ένα λάθος του, δίχως όμως να το ομολογήσει σε απλά ελληνικά…

Αυτό που έχει σημασία είναι να το πάρουμε απόφαση ότι από πολιτικό δεν υπάρχει περίπτωση να ακούσουμε αυτοκριτική. Πόσο μάλλον, «συγνώμη» για τα λάθη που καλούμαστε εμείς να πληρώσουμε.

Ούτε για την χρεοκοπία της χώρας μας, ούτε για την άρνησή τους να συμφωνήσουν μεταξύ τους σε ένα μίνιμουν πλαίσιο προστασίας των συμφερόντων της χώρας και των πολιτών, ούτε για την αποτυχημένη διαπραγμάτευσή τους με τους δανειστές, ούτε για τις προεκλογικές τους υποσχέσεις που καταλήγουν σε χίμαιρες την επομένη των εκλογών.

Κι όταν δεν ακούς αυτοκριτική για αυτά τα μεγάλα, πώς περιμένει κανείς να ακουστεί «συγνώμη» για τα μικρότερα αλλά πιο κραυγαλέα. Για το Μάτι, για την ξεφτίλα που ζούμε στην Θεσσαλονίκη με τον ΟΑΣΘ, για για για…

Βλέπω τις δημοσκοπήσεις και την ανοδική πορεία του κόμματος του Βαρουφάκη και μα πιάνει χαρμολύπη. Λυπάμαι που υπάρχουν Έλληνες -σημαντικός αριθμός- που ξέχασαν ότι ο άνθρωπος έφερε την χώρα στο χείλος του γκρεμού και ελκύονται από την εμφανώς αβάσιμη και ουτοπική του πρόταση. Χαίρομαι που ο Τσίπρας νιώθει αδύναμος να αναχαιτίσει το ρεύμα φυγής ψηφοφόρων του προς τον πάλαι ποτέ υπουργό του παρά την εναγώνια καταφυγή του σε επιχειρήματα του τύπου: πού πάτε, αυτός είναι πολιτικός απατεώνας, ανοησίες λέει. Η ιστορία εκδικείται και είναι απόδοση δικαιοσύνης αυτό…

Όσοι μέχρι πρότινος θεωρούσαν ότι τα μνημόνια έφεραν την κρίση κι όχι το αντίθετο, πίστεψαν ότι μπορούσαν να «σκίσουν» τα πρώτα, χωρίς να αντιμετωπίσουν την δεύτερη. Πού να καταλάβουν ότι δεν μπορεί να υπάρξει βελτίωση της ζωής στην χώρα χωρίς αύξηση του ΑΕΠ και πως αυτό για να συμβεί προϋποθέτει μεταρρυθμίσεις, αξιοπιστία, ιδιωτικές επενδύσεις, σκληρή δουλειά.

Στο μεταξύ ο καιρός περνά. Η δική μας γενιά ισοπεδώθηκε, η επόμενη έφυγε στα ξένα και ό,τι είχε μια αξία στην χώρα, υποθηκεύτηκε για εκατό χρόνια.

Παρόλα αυτά, το χρέος ακόμη μεγαλώνει…

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 30 Ιουνίου 2019

ΣΧΟΛΙΑ

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Επιλέξτε Κατηγορία