H δολοφονία του Ζέβγου

ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ 20 Μαρτίου 1947

H δολοφονία του Ζέβγου

Βασίλης Κεχαγιάς


Οι πυροβολισμοί που δολοφόνησαν τον Γιάννη Ζέβγο

Για όσους διερωτώνται πού ακριβώς ήταν το σημείο όπου έπεσε νεκρός ο Γιάννης Ζέβγος, μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ, θα το προσδιορίζαμε λίγο επάνω από την εκκλησία της Αγίας Σοφίας, εκεί που έως πρόσφατα βρισκόταν το εστιατόριο «Ελβετικόν» και όπου μετέβαινε το θύμα, για να γευματίσει. Στη 1.20 το μεσημέρι της 20ής Μαρτίου του 1947 δεχόταν τέσσερις σφαίρες από τον Χρήστο Βλάχο, πρώην κομμουνιστή, ανανήψαντα, μετά την εκδίωξή του από το στρατόπεδο Μπούλκες, στην πρώην Γιουγκοσλαβία, όπου εκπαιδεύονταν μέλη του Δημοκρατικού Στρατού. Από την άλλη, ο Γιάννης Ζέβγος ήταν μετριοπαθές στέλεχος του ΚΚΕ, εξ ου και η συμμετοχή του, ως υπουργός Γεωργίας, στην κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας του Γεωργίου Παπανδρέου, από την οποία παραιτήθηκε με την έναρξη των Δεκεμβριανών. Ασκούσε το επάγγελμα του δημοσιογράφου και στην Κ.Ε. συμμετείχε από το 1935, αλλά διετέλεσε και μέλος της κυβέρνησης του βουνού ως υπουργός γραμματέας. Μαζί με τους Τσάτσο, Σβώλο και Σγουρίτσα είχε εκπροσωπήσει το ΕΑΜ στη συμφωνία της Καζέρτας.

Στη Θεσσαλονίκη βρέθηκε από τις αρχές του Φεβρουαρίου του 1947, ως εκπρόσωπος του ΕΑΜ στην Επιτροπή του ΟΗΕ, προκειμένου να εκθέσει την άποψη της αριστεράς για τα διαμειβόμενα στην πόλη και στην ευρύτερη περιοχή της Μακεδονίας. Συγκέντρωνε στοιχεία για τραμπουκισμούς και ξυλοδαρμούς, όπως και την καταστροφή των κομματικών γραφείων του ΚΚΕ, αλλά και του «Ριζοσπάστη», από φασιστικές συμμορίες. Στις 7 Μαρτίου είχε δημοσιεύσει άρθρο στην αριστερή εφημερίδα της Θεσσαλονίκης «Αγωνιστής» με τίτλο «Όχι άλλο αίμα», αποδεικνύοντας τη μετριοπάθειά του. Άλλωστε, ήταν γνωστές οι αντιζαχαριαδικές του θέσεις, αφού πρέσβευε τη «δημοκρατική εξέλιξη» αντί της δικτατορίας του προλεταριάτου. Ωστόσο, μία μέρα μετά την κηδεία του, η οποία τελέσθηκε σε κλειστό κύκλο και σε κλίμα τρομοκρατίας, ο Νίκος Ζαχαριάδης με τον Γιάννη Πασσαλίδη, τη σύζυγο και την κόρη του Ζέβγου ήλθαν στη Θεσσαλονίκη και κατέθεσαν στεφάνι στον τάφο του.


Αντί άλλης ιστορικής παράθεσης, δανειζόμαστε τις γραμμές του Στράτου Δορδανά από το βιβλίο του «Ο πόλεμος εντός των τειχών», όπου αναλύεται η καταγωγή των ηθικών αυτουργών της δολοφονίας: «Πίσω από τη δολοφονία του Ζέβγου και από το σχεδιασμό ενός αριθμού άλλων προγραμματισμένων δολοφονιών βρισκόταν η ΕΣΑ και το Γ’ Σώμα Στρατού. Αξιωματικοί των υπηρεσιών αυτών τους είχαν κατατάξει σε εθνικόφρονες οργανώσεις, τους χρηματοδοτούσαν, τους υπαγόρευαν τις καταθέσεις στην Επιτροπή του ΟΗΕ και τους είχαν εξοπλίσει για δολοφόνους, υποσχόμενοι ασυλία. Η δολοφονία του Ζέβγου πραγματοποιήθηκε έπειτα από στενή παρακολούθηση της ομάδας, η οποία, όταν διαπίστωσε ότι δεν μπορούσε να τελειώσει τη «δουλειά» νύχτα και στο ξενοδοχείο, επέλεξε να τον εκτελέσει με την πρώτη ευκαιρία σε δημόσιο χώρο. Ο δολοφόνος του Ζέβγου αντιπροσωπεύει το θύτη και το θύμα μαζί, που βγήκε από τον παραλογισμό της δεκαετίας του ’40 με αίμα στα χέρια, για να καταλήξει αργότερα στον κόσμο του παραλογισμού της Λέρου, ομολογώντας στην πραγματικότητα ότι προτού συντρίψει τους «εχθρούς της πατρίδας είχε και ο ίδιος συνθλιβεί από τις μυλόπετρες της Ιστορίας».

Η κυβέρνηση προσπάθησε να αποδώσει το συμβάν σε ξεκαθάρισμα λογαριασμών ανάμεσα σε κομμουνιστές. Από την άλλη, ο υπουργός Δημοσίας Τάξεως, Ναπολέων Ζέρβας, ο άλλοτε αρχηγός του ΕΔΕΣ, σε ομιλία του στη Βέροια, στις 22 Μαρτίου του 1947, εκφώνησε έναν εμπρηστικό λόγο: «Πρέπει να γνωρίζετε ότι εις την τρομοκρατίαν θα εφαρμοστεί δέκα φορές όλεθρος και εις την σφαγήν δέκα φορές σφαγή». Αποτέλεσμα αυτού ήταν η χήρα του δολοφονηθέντος Καίτη Νισύριου-Ζέβγου να καταθέσει μήνυση εναντίον του Ζέρβα για ηθική αυτουργία.

Τελικά, ποιος ήταν κερδισμένος από την εκτέλεση ενός πολιτικού, ο οποίος βρισκόταν στην εμπροσθοφυλακή της ίασης των πληγών του εμφυλίου; Όσο κι αν τα πάντα καταδεικνύουν το αντικομουνιστικό παρακράτος της πόλης, πάντα η όποια μορφή προβοκάτσιας ελλοχεύει στις πιθανότητες. Εκείνη που σίγουρα έπεσε νεκρή μαζί με το πτώμα του Ζέβγου ήταν η προσπάθεια ειρήνευσης των αντιμαχόμενων πλευρών του εμφυλίου, στη φάση που άνοιγε η σκληρότατη δεύτερη φάση του.

Ο ΑΥΤOΠΤΗΣ ΜΑΡΤΥΣ 

Δύο λογοτέχνες της Θεσσαλονίκης κατέγραψαν την εικόνα που αποκόμισαν από τη δολοφονία του Ζέβγου, από τον περίγυρο και την πόλη. Ο Γιώργος Ιωάννου στο βιβλίο του «Το δικό μας αίμα» έγραψε: «Όταν ένα πρωινό σκοτώσανε τον Ζέβγο έξω από του Κεραμέως την κλινική, στο πεζοδρόμιο, κι ύστερα βγάλανε μέσα στη σύγχυση παράρτημα που προσπαθούσε να μας πείσει ότι τον πυροβόλησε ένας... απατημένος σύζυγος, ενώ βέβαια επρόκειτο για πληρωμένο δολοφόνο και αλήτη, πέρασα δήθεν αδιάφορος από την οδό Αγ. Σοφίας κι εκεί, στο σημείο αυτό, κοντά στα ‘Διονύσια’, είδα νερά χυμένα, καθαρίσματα πολλά -κάτι είχαν πλύνει βιαστικά και εξαλείψει... εν τούτοις όπως λέει και το Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο ‘ο αγρός εκείνος εκλήθη αγρός αίματος έως της σήμερον...’. Έχουμε κι άλλους τέτοιους αγρούς στη Σαλονίκη, στρέμματα πολλά. Το άλλο πρωί για να φτάσεις στο πανεπιστήμιο έπρεπε να διασχίσεις δύο πυκνότατους στοίχους χωροφυλάκων, που φρουρούσαν την οδό προς την Ευαγγελίστρια, όπου τον είχαν. Μόνο στη γυναίκα του σκοτωμένου επέτρεψαν την είσοδο. Ήταν αυστηρά και σοφά όλα τα μέτρα. Βρισκόταν και ο Ζέρβας από μέρες στην πόλη μας, υπουργός Δημοσίας Τάξεως».

Αλλά και ο Ντίνος Χριστιανόπουλος είχε την προσωπική του εμπειρία: «Ο Ζέβγος ήταν το υπ’ αριθμόν ένα πρόσωπο στην ηγεσία του ΚΚΕ κατά τα Δεκεμβριανά, αυτός μαζί με τον Σιάντο. Αργότερα, όταν επέστρεψε από τη Γερμανία ο σύντροφος Νίκος Ζαχαριάδης, ο Ζέβγος και ο Σιάντος παραμερίστηκαν λίγο. Ο Ζέβγος λοιπόν είχε έρθει στη Θεσσαλονίκη για λίγες μέρες τον Μάρτιο του 1947 κι ήταν στην κομμουνιστική εφημερίδα ‘Λαϊκή Φωνή’, που βρισκόταν στη γωνία Πλάτωνος και Εγνατίας. Αφού τελείωσε τη δουλειά του, κατέβαινε από την οδό Αγ. Σοφίας, σταμάτησε στο βιβλιοπωλείο του Διαμαντόπουλου και έριξε μια ματιά στη βιτρίνα με τα βιβλία (εκείνη την εποχή το βιβλιοπωλείο έβαζε και λίγα πολιτικά βιβλία). Αμέριμνος προχώρησε λίγο πιο κάτω, κάποιος ‘χίτης’, ονόματι Βλάχος, τον περίμενε στη γωνία και εξ επαφής τον πυροβόλησε και τον σκότωσε. Ο Ζέβγος έπεσε στη μέση του δρόμου, τον μάζεψαν και οι αριστεροί του έκαναν παλλαϊκή κηδεία. Όσο για τον Βλάχο, δεν τιμωρήθηκε από κανέναν, αλλά τρελάθηκε από τύψεις συνειδήσεως, έτσι είπαν».

Στην πραγματικότητα, ο κόσμος συνέρρεε στον τόπο της δολοφονίας, καταθέτοντας στεφάνια και ανάβοντας κεριά, ενώ γονατίζοντας τραγουδούσαν το πένθιμο εμβατήριο.

Ο μυστηριώδης Χρήστος Βλάχος

Ο τριαντατριάχρονος δολοφόνος του Γιάννη Ζέβγου, ο Χρήστος Βλάχος, υπήρξε μια προσωπικότητα λουσμένη στο μυστήριο. Κρεοπώλης στο επάγγελμα, καταγόταν από τις Σέρρες και ήταν ένας από τους εκατόν πέντε κομμουνιστές, οι οποίοι εκδιώχθηκαν από το στρατόπεδο εκπαίδευσης Ελασιτών, στο Μπούλκες της πρώην Γιουγκοσλαβίας. Ως «ανανήψας» έτυχε της αστυνομικής συμπάθειας, για να γίνει τρόφιμος της Ελληνικής Στρατιωτικής Αστυνομίας στο Βαρδάρη και του Γ’ Σώματος Στρατού. Η αστυνομία έδειξε να πιστεύει το κίνητρο της πράξης του, όπως ο ίδιος το ανέφερε, ανακοινώνοντας ότι πρόκειται για αγανακτισμένο πολίτη, από τα πεπραγμένα του ΚΚΕ στην πατρίδα του, αλλά και για τα όσα ο ίδιος υπέστη στο Μπούλκες. Μάλιστα ισχυρίσθηκε ότι όσο βρισκόταν στο Μπούλκες, η γυναίκα του τον απατούσε με κομμουνιστές, και με το ίδιο το θύμα, ενώ ήταν αυτός που του στέρησε την κομματική του ιδιότητα. Την ώρα που ο Ζέβγος έπεφτε στο πεζοδρόμιο, πραγματικά... αγανακτισμένοι πολίτες έπεφταν επάνω του, για να τον συλλάβουν. Όσο κι αν φαντάζει περίεργο, στο δικαστήριο έγινε επίσης πιστευτή η δικαιολογία της πράξης του και απαλλάχθηκε στις 22 Οκτωβρίου 1948.

Εντύπωση προκαλεί η συνηγορία που γνώρισε, πολλά έτη αργότερα, ο Βλάχος από τον Μάρκο Βαφειάδη, βαφτίζοντας τον Βλάχο «καλό κομμουνιστή» της Κομματικής Οργάνωσης του ΚΚΕ Θεσσαλονίκης, αφήνοντας να εννοηθεί ότι το χέρι του το όπλισαν άνθρωποι του Ζαχαριάδη, οι οποίοι ήθελαν να ξεφορτωθούν το μετριοπαθή Ζέβγο. Μάλιστα συνέδεσε τη δολοφονία του Ζέβγου με τα ξεκαθαρίσματα του Άρη Βελουχιώτη, του Πλουμπίδη και του Καραγιώργη. Σύμφωνα με τον επίσης αντίπαλο του Ζαχαριάδη, Μάρκο Βαφειάδη, ο Βασίλης Μπαρτζιώτας οργάνωσε τη δολοφονία, έπειτα από εντολή του Γιάννη Ιωαννίδη. Από την άλλη, στον «Ριζοσπάστη» δημοσιεύθηκε επιστολή του Νίκου Σιδηρόπουλου, ο οποίος μαρτυρούσε ότι μαζί με τον Βλάχο και τον Τσάκωνα τους παρέδωσαν οπλισμό από το Γ’ Σώμα Στρατού, προκειμένου να δολοφονήσουν τον Ζέβγο, το δικηγόρο Σακελλαρόπουλο, τον Δηλαβέρη και τον Πασσαλίδη.

Ο Χρήστος Βλάχος φυγαδεύτηκε στην Αργεντινή, στο Μπουένος Άιρες, γνωστό καταφύγιο φυγόδικων από όλο τον κόσμο. Όταν επέστρεψε στην Ελλάδα, το 1968, νοσηλεύθηκε για διανοητική διαταραχή στο ψυχιατρείο της Λέρου. Εκεί η χούντα του επεφύλασσε ιδιαίτερη περιποίηση, αφού ήταν ο μόνος, μεταξύ χιλίων επτακοσίων τροφίμων, με ιδιαίτερο δωμάτιο, υπηρέτη και... κοστούμι. Σε συνέντευξή του, το 1985, στην εφημερίδα «Ακρόπολις» δήλωσε πως εκτέλεσε τον Ζέβγο «έπειτα από άνωθεν εντολή, επειδή η πατρίδα κινδύνευε και έπρεπε να καθαρίσει τους κομμουνιστές».

*Δημοσιεύτηκε στη "ΜτΚ" στις 17 Μαρτίου 2019.


Οι πυροβολισμοί που δολοφόνησαν τον Γιάννη Ζέβγο

Για όσους διερωτώνται πού ακριβώς ήταν το σημείο όπου έπεσε νεκρός ο Γιάννης Ζέβγος, μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ, θα το προσδιορίζαμε λίγο επάνω από την εκκλησία της Αγίας Σοφίας, εκεί που έως πρόσφατα βρισκόταν το εστιατόριο «Ελβετικόν» και όπου μετέβαινε το θύμα, για να γευματίσει. Στη 1.20 το μεσημέρι της 20ής Μαρτίου του 1947 δεχόταν τέσσερις σφαίρες από τον Χρήστο Βλάχο, πρώην κομμουνιστή, ανανήψαντα, μετά την εκδίωξή του από το στρατόπεδο Μπούλκες, στην πρώην Γιουγκοσλαβία, όπου εκπαιδεύονταν μέλη του Δημοκρατικού Στρατού. Από την άλλη, ο Γιάννης Ζέβγος ήταν μετριοπαθές στέλεχος του ΚΚΕ, εξ ου και η συμμετοχή του, ως υπουργός Γεωργίας, στην κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας του Γεωργίου Παπανδρέου, από την οποία παραιτήθηκε με την έναρξη των Δεκεμβριανών. Ασκούσε το επάγγελμα του δημοσιογράφου και στην Κ.Ε. συμμετείχε από το 1935, αλλά διετέλεσε και μέλος της κυβέρνησης του βουνού ως υπουργός γραμματέας. Μαζί με τους Τσάτσο, Σβώλο και Σγουρίτσα είχε εκπροσωπήσει το ΕΑΜ στη συμφωνία της Καζέρτας.

Στη Θεσσαλονίκη βρέθηκε από τις αρχές του Φεβρουαρίου του 1947, ως εκπρόσωπος του ΕΑΜ στην Επιτροπή του ΟΗΕ, προκειμένου να εκθέσει την άποψη της αριστεράς για τα διαμειβόμενα στην πόλη και στην ευρύτερη περιοχή της Μακεδονίας. Συγκέντρωνε στοιχεία για τραμπουκισμούς και ξυλοδαρμούς, όπως και την καταστροφή των κομματικών γραφείων του ΚΚΕ, αλλά και του «Ριζοσπάστη», από φασιστικές συμμορίες. Στις 7 Μαρτίου είχε δημοσιεύσει άρθρο στην αριστερή εφημερίδα της Θεσσαλονίκης «Αγωνιστής» με τίτλο «Όχι άλλο αίμα», αποδεικνύοντας τη μετριοπάθειά του. Άλλωστε, ήταν γνωστές οι αντιζαχαριαδικές του θέσεις, αφού πρέσβευε τη «δημοκρατική εξέλιξη» αντί της δικτατορίας του προλεταριάτου. Ωστόσο, μία μέρα μετά την κηδεία του, η οποία τελέσθηκε σε κλειστό κύκλο και σε κλίμα τρομοκρατίας, ο Νίκος Ζαχαριάδης με τον Γιάννη Πασσαλίδη, τη σύζυγο και την κόρη του Ζέβγου ήλθαν στη Θεσσαλονίκη και κατέθεσαν στεφάνι στον τάφο του.


Αντί άλλης ιστορικής παράθεσης, δανειζόμαστε τις γραμμές του Στράτου Δορδανά από το βιβλίο του «Ο πόλεμος εντός των τειχών», όπου αναλύεται η καταγωγή των ηθικών αυτουργών της δολοφονίας: «Πίσω από τη δολοφονία του Ζέβγου και από το σχεδιασμό ενός αριθμού άλλων προγραμματισμένων δολοφονιών βρισκόταν η ΕΣΑ και το Γ’ Σώμα Στρατού. Αξιωματικοί των υπηρεσιών αυτών τους είχαν κατατάξει σε εθνικόφρονες οργανώσεις, τους χρηματοδοτούσαν, τους υπαγόρευαν τις καταθέσεις στην Επιτροπή του ΟΗΕ και τους είχαν εξοπλίσει για δολοφόνους, υποσχόμενοι ασυλία. Η δολοφονία του Ζέβγου πραγματοποιήθηκε έπειτα από στενή παρακολούθηση της ομάδας, η οποία, όταν διαπίστωσε ότι δεν μπορούσε να τελειώσει τη «δουλειά» νύχτα και στο ξενοδοχείο, επέλεξε να τον εκτελέσει με την πρώτη ευκαιρία σε δημόσιο χώρο. Ο δολοφόνος του Ζέβγου αντιπροσωπεύει το θύτη και το θύμα μαζί, που βγήκε από τον παραλογισμό της δεκαετίας του ’40 με αίμα στα χέρια, για να καταλήξει αργότερα στον κόσμο του παραλογισμού της Λέρου, ομολογώντας στην πραγματικότητα ότι προτού συντρίψει τους «εχθρούς της πατρίδας είχε και ο ίδιος συνθλιβεί από τις μυλόπετρες της Ιστορίας».

Η κυβέρνηση προσπάθησε να αποδώσει το συμβάν σε ξεκαθάρισμα λογαριασμών ανάμεσα σε κομμουνιστές. Από την άλλη, ο υπουργός Δημοσίας Τάξεως, Ναπολέων Ζέρβας, ο άλλοτε αρχηγός του ΕΔΕΣ, σε ομιλία του στη Βέροια, στις 22 Μαρτίου του 1947, εκφώνησε έναν εμπρηστικό λόγο: «Πρέπει να γνωρίζετε ότι εις την τρομοκρατίαν θα εφαρμοστεί δέκα φορές όλεθρος και εις την σφαγήν δέκα φορές σφαγή». Αποτέλεσμα αυτού ήταν η χήρα του δολοφονηθέντος Καίτη Νισύριου-Ζέβγου να καταθέσει μήνυση εναντίον του Ζέρβα για ηθική αυτουργία.

Τελικά, ποιος ήταν κερδισμένος από την εκτέλεση ενός πολιτικού, ο οποίος βρισκόταν στην εμπροσθοφυλακή της ίασης των πληγών του εμφυλίου; Όσο κι αν τα πάντα καταδεικνύουν το αντικομουνιστικό παρακράτος της πόλης, πάντα η όποια μορφή προβοκάτσιας ελλοχεύει στις πιθανότητες. Εκείνη που σίγουρα έπεσε νεκρή μαζί με το πτώμα του Ζέβγου ήταν η προσπάθεια ειρήνευσης των αντιμαχόμενων πλευρών του εμφυλίου, στη φάση που άνοιγε η σκληρότατη δεύτερη φάση του.

Ο ΑΥΤOΠΤΗΣ ΜΑΡΤΥΣ 

Δύο λογοτέχνες της Θεσσαλονίκης κατέγραψαν την εικόνα που αποκόμισαν από τη δολοφονία του Ζέβγου, από τον περίγυρο και την πόλη. Ο Γιώργος Ιωάννου στο βιβλίο του «Το δικό μας αίμα» έγραψε: «Όταν ένα πρωινό σκοτώσανε τον Ζέβγο έξω από του Κεραμέως την κλινική, στο πεζοδρόμιο, κι ύστερα βγάλανε μέσα στη σύγχυση παράρτημα που προσπαθούσε να μας πείσει ότι τον πυροβόλησε ένας... απατημένος σύζυγος, ενώ βέβαια επρόκειτο για πληρωμένο δολοφόνο και αλήτη, πέρασα δήθεν αδιάφορος από την οδό Αγ. Σοφίας κι εκεί, στο σημείο αυτό, κοντά στα ‘Διονύσια’, είδα νερά χυμένα, καθαρίσματα πολλά -κάτι είχαν πλύνει βιαστικά και εξαλείψει... εν τούτοις όπως λέει και το Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο ‘ο αγρός εκείνος εκλήθη αγρός αίματος έως της σήμερον...’. Έχουμε κι άλλους τέτοιους αγρούς στη Σαλονίκη, στρέμματα πολλά. Το άλλο πρωί για να φτάσεις στο πανεπιστήμιο έπρεπε να διασχίσεις δύο πυκνότατους στοίχους χωροφυλάκων, που φρουρούσαν την οδό προς την Ευαγγελίστρια, όπου τον είχαν. Μόνο στη γυναίκα του σκοτωμένου επέτρεψαν την είσοδο. Ήταν αυστηρά και σοφά όλα τα μέτρα. Βρισκόταν και ο Ζέρβας από μέρες στην πόλη μας, υπουργός Δημοσίας Τάξεως».

Αλλά και ο Ντίνος Χριστιανόπουλος είχε την προσωπική του εμπειρία: «Ο Ζέβγος ήταν το υπ’ αριθμόν ένα πρόσωπο στην ηγεσία του ΚΚΕ κατά τα Δεκεμβριανά, αυτός μαζί με τον Σιάντο. Αργότερα, όταν επέστρεψε από τη Γερμανία ο σύντροφος Νίκος Ζαχαριάδης, ο Ζέβγος και ο Σιάντος παραμερίστηκαν λίγο. Ο Ζέβγος λοιπόν είχε έρθει στη Θεσσαλονίκη για λίγες μέρες τον Μάρτιο του 1947 κι ήταν στην κομμουνιστική εφημερίδα ‘Λαϊκή Φωνή’, που βρισκόταν στη γωνία Πλάτωνος και Εγνατίας. Αφού τελείωσε τη δουλειά του, κατέβαινε από την οδό Αγ. Σοφίας, σταμάτησε στο βιβλιοπωλείο του Διαμαντόπουλου και έριξε μια ματιά στη βιτρίνα με τα βιβλία (εκείνη την εποχή το βιβλιοπωλείο έβαζε και λίγα πολιτικά βιβλία). Αμέριμνος προχώρησε λίγο πιο κάτω, κάποιος ‘χίτης’, ονόματι Βλάχος, τον περίμενε στη γωνία και εξ επαφής τον πυροβόλησε και τον σκότωσε. Ο Ζέβγος έπεσε στη μέση του δρόμου, τον μάζεψαν και οι αριστεροί του έκαναν παλλαϊκή κηδεία. Όσο για τον Βλάχο, δεν τιμωρήθηκε από κανέναν, αλλά τρελάθηκε από τύψεις συνειδήσεως, έτσι είπαν».

Στην πραγματικότητα, ο κόσμος συνέρρεε στον τόπο της δολοφονίας, καταθέτοντας στεφάνια και ανάβοντας κεριά, ενώ γονατίζοντας τραγουδούσαν το πένθιμο εμβατήριο.

Ο μυστηριώδης Χρήστος Βλάχος

Ο τριαντατριάχρονος δολοφόνος του Γιάννη Ζέβγου, ο Χρήστος Βλάχος, υπήρξε μια προσωπικότητα λουσμένη στο μυστήριο. Κρεοπώλης στο επάγγελμα, καταγόταν από τις Σέρρες και ήταν ένας από τους εκατόν πέντε κομμουνιστές, οι οποίοι εκδιώχθηκαν από το στρατόπεδο εκπαίδευσης Ελασιτών, στο Μπούλκες της πρώην Γιουγκοσλαβίας. Ως «ανανήψας» έτυχε της αστυνομικής συμπάθειας, για να γίνει τρόφιμος της Ελληνικής Στρατιωτικής Αστυνομίας στο Βαρδάρη και του Γ’ Σώματος Στρατού. Η αστυνομία έδειξε να πιστεύει το κίνητρο της πράξης του, όπως ο ίδιος το ανέφερε, ανακοινώνοντας ότι πρόκειται για αγανακτισμένο πολίτη, από τα πεπραγμένα του ΚΚΕ στην πατρίδα του, αλλά και για τα όσα ο ίδιος υπέστη στο Μπούλκες. Μάλιστα ισχυρίσθηκε ότι όσο βρισκόταν στο Μπούλκες, η γυναίκα του τον απατούσε με κομμουνιστές, και με το ίδιο το θύμα, ενώ ήταν αυτός που του στέρησε την κομματική του ιδιότητα. Την ώρα που ο Ζέβγος έπεφτε στο πεζοδρόμιο, πραγματικά... αγανακτισμένοι πολίτες έπεφταν επάνω του, για να τον συλλάβουν. Όσο κι αν φαντάζει περίεργο, στο δικαστήριο έγινε επίσης πιστευτή η δικαιολογία της πράξης του και απαλλάχθηκε στις 22 Οκτωβρίου 1948.

Εντύπωση προκαλεί η συνηγορία που γνώρισε, πολλά έτη αργότερα, ο Βλάχος από τον Μάρκο Βαφειάδη, βαφτίζοντας τον Βλάχο «καλό κομμουνιστή» της Κομματικής Οργάνωσης του ΚΚΕ Θεσσαλονίκης, αφήνοντας να εννοηθεί ότι το χέρι του το όπλισαν άνθρωποι του Ζαχαριάδη, οι οποίοι ήθελαν να ξεφορτωθούν το μετριοπαθή Ζέβγο. Μάλιστα συνέδεσε τη δολοφονία του Ζέβγου με τα ξεκαθαρίσματα του Άρη Βελουχιώτη, του Πλουμπίδη και του Καραγιώργη. Σύμφωνα με τον επίσης αντίπαλο του Ζαχαριάδη, Μάρκο Βαφειάδη, ο Βασίλης Μπαρτζιώτας οργάνωσε τη δολοφονία, έπειτα από εντολή του Γιάννη Ιωαννίδη. Από την άλλη, στον «Ριζοσπάστη» δημοσιεύθηκε επιστολή του Νίκου Σιδηρόπουλου, ο οποίος μαρτυρούσε ότι μαζί με τον Βλάχο και τον Τσάκωνα τους παρέδωσαν οπλισμό από το Γ’ Σώμα Στρατού, προκειμένου να δολοφονήσουν τον Ζέβγο, το δικηγόρο Σακελλαρόπουλο, τον Δηλαβέρη και τον Πασσαλίδη.

Ο Χρήστος Βλάχος φυγαδεύτηκε στην Αργεντινή, στο Μπουένος Άιρες, γνωστό καταφύγιο φυγόδικων από όλο τον κόσμο. Όταν επέστρεψε στην Ελλάδα, το 1968, νοσηλεύθηκε για διανοητική διαταραχή στο ψυχιατρείο της Λέρου. Εκεί η χούντα του επεφύλασσε ιδιαίτερη περιποίηση, αφού ήταν ο μόνος, μεταξύ χιλίων επτακοσίων τροφίμων, με ιδιαίτερο δωμάτιο, υπηρέτη και... κοστούμι. Σε συνέντευξή του, το 1985, στην εφημερίδα «Ακρόπολις» δήλωσε πως εκτέλεσε τον Ζέβγο «έπειτα από άνωθεν εντολή, επειδή η πατρίδα κινδύνευε και έπρεπε να καθαρίσει τους κομμουνιστές».

*Δημοσιεύτηκε στη "ΜτΚ" στις 17 Μαρτίου 2019.

ΣΧΟΛΙΑ

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Επιλέξτε Κατηγορία