ΠΟΛΙΤΙΚΗ

Γιώργος Τσίπρας: Η κυβέρνηση δεν έχει αναπτυξιακή στρατηγική

«Η κυβέρνηση μας επιστρέφει ολοταχώς στις παθογένειες και στρεβλώσεις ενός οικονομικού μοντέλου που μας οδήγησε στη βαθιά κρίση» δηλώνει μεταξύ άλλων στη «ΜτΚ» ο βουλευτής και αναπληρωτής τομεάρχης Οικονομίας του ΣΥΡΙΖΑ

 08/12/2019 18:23

Γιώργος Τσίπρας: Η κυβέρνηση δεν έχει αναπτυξιακή στρατηγική

Ιάσων Μπάντιος

Η κυβέρνηση ισχυρίζεται πως εφαρμόζει αναπτυξιακές πολιτικές που εσείς δεν εφαρμόσατε. Τελικά ποιο από τα δύο μεγάλα κόμματα μπορεί να εγγυηθεί την ανάπτυξη;

Δεν διαθέτει αναπτυξιακή στρατηγική η κυβέρνηση και αυτό είναι το πιο ανησυχητικό απ’ όλα. Η αναπτυξιακή της φιλοσοφία συμπυκνώνεται, από τη μια μεριά, στο δίπτυχο τουρισμός-οικοδομή. Έτσι θα συμμετέχει η Ελλάδα στην 4η Βιομηχανική Επανάσταση;

Από την άλλη μεριά, η κυβέρνηση μας επιστρέφει ολοταχώς στις παθογένειες και στρεβλώσεις ενός οικονομικού μοντέλου που μας οδήγησε στη βαθιά κρίση. Ωφέλεια για τους λίγους, κρατικοδίαιτη επιχειρηματικότητα μέσα από το τραπεζικό σύστημα και νομοθετικές χάρες σε φίλους, αύξηση των ανισοτήτων, ελάχιστη στήριξη της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας.

Ζούμε όχι μόνο στο μήνα του μέλιτος μιας νέας κυβέρνησης αλλά και σε μια εικονική πραγματικότητα μιας σούπερ-κυβέρνησης που λύνει τάχα όλα τα προβλήματα. Ωστόσο όση μιντιακή υπεροπλία και αν διαθέτει, τα προβλήματα δεν μπαίνουν κάτω από το χαλί, από τα εθνικά μέχρι την οικονομία. Για παράδειγμα, τα βασικά της προεκλογικά αφηγήματα, η ανάπτυξη του 4% και η ελάφρυνση της μεσαίας τάξης, θα αποδειχτούν πυροτεχνήματα. Το προσφυγικό όπου αποδείχτηκαν ανίκανοι σε λίγους μήνες, έκανε φανερό ότι ο αντιπολιτευτικός λαϊκισμός δεν συνιστά και κυβερνητική πολιτική. Το ίδιο, η παραίτηση Διαματάρη και οι διορισμοί αποτυχημένων πολιτευτών και φίλων στις διοικήσεις νοσοκομείων διέλυσαν το παραμύθι της αριστείας.

Την ίδια ώρα η τουρκική προκλητικότητα συνεχίζεται σε σχέση με τα ανοιχτά ζητήματα στο Αιγαίο, την Κύπρο αλλά και το προσφυγικό ζήτημα. Υπάρχει η λεγόμενη εθνική γραμμή από όλα τα κόμματα απέναντι στους γείτονές μας;

Για να υπάρχει εθνική γραμμή πρέπει καταρχάς να υπάρχει κάποια γραμμή, να υπάρχει σχεδιασμός και πολιτική από την πλευρά της κυβέρνησης. Τους πρώτους αυτούς μήνες, η κυβέρνηση Μητσοτάκη κινήθηκε με την αυταπάτη του κατευνασμού και ό,τι κάπως θα τα βρουν με τον Ερντογάν. Είναι για αυτό που στη συνάντηση της Ν. Υόρκης ήταν η πρώτη φορά που Έλληνας Πρωθυπουργός δεν έθεσε σε Τούρκο ηγέτη το ζήτημα των παραβιάσεων.

Ακόμη και τώρα, μετά την ψυχρολουσία του μνημονίου Τουρκίας-Λιβύης, είδαμε στο περιθώριο της συνόδου του ΝΑΤΟ έναν Μητσοτάκη που δεν μπορεί να σταθεί επαρκώς απέναντι σε τόσο σοβαρά θέματα. Δεν μπορεί μετά από μια κίνηση που αποτελεί ευθεία αμφισβήτηση κυριαρχικών μας δικαιωμάτων, να λέει ο πρωθυπουργός, βγαίνοντας από τη συνάντηση με Ερντογάν: «Θέλω να διαβεβαιώσω τον ελληνικό λαό ότι δυσκολίες στη σχέση με την Τουρκία, υπήρχαν, υπάρχουν και θα υπάρχουν»!

Τα τελευταία χρόνια, παρά το γεγονός ότι η Τουρκία έγινε πιο επιθετική και αναβαθμίστηκε γεωπολιτικά, η Ελλάδα δεν «μίκρυνε» απέναντί της. Ο λόγος είναι κι εμείς κινηθήκαμε στο πλαίσιο μιας ενεργητικής εξωτερικής πολιτικής που άλλαξε τα δεδομένα γύρω μας. Αποκτήσαμε περισσότερα στηρίγματα στη γειτονιά μας, χειριστήκαμε με επιτυχή τρόπο τα ενεργειακά ζητήματα συνάπτοντας συμμαχίες, λύσαμε ένα χρόνιο πρόβλημα στα βόρειά μας με τη Συμφωνία των Πρεσπών, αναβαθμίσαμε τη σχέση με τις ΗΠΑ, και για πρώτη φορά προκαλέσαμε καταδικαστικές αποφάσεις και κυρώσεις, ρητά, της ΕΕ εναντίον της Τουρκίας.

Αν και η σημερινή κυβέρνηση κινείται πάνω σε αυτές τις κατακτήσεις, φοβάμαι ότι επιστρέφουμε στο δόγμα της αδράνειας που ίσχυε πριν το 2015. Αλλά σε μια περίοδο αστάθειας και μεγάλων αλλαγών αυτό θα ήταν το χειρότερο λάθος. Ο εθνικισμός που χωρίς δισταγμό υιοθέτησε η ΝΔ προεκλογικά για ψηφοθηρικούς λόγους, όχι μόνο αποδείχτηκε για μια ακόμη φορά ότι δεν συνιστά πατριωτική πολιτική, αλλά ο ντυμένος «εθνικιστής» Μητσοτάκης για το μακεδονικό αποκαλύπτεται πολύ κατώτερος των περιστάσεων, ειδικά στα εθνικά ζητήματα.

Τις προηγούμενες ημέρες είχαμε την επανεμφάνιση του Αντώνη Σαμαρά στο συνέδριο της ΝΔ, ο οποίος χαρακτήρισε «επικίνδυνη και απαράδεκτη» τη Συμφωνία των Πρεσπών. Μπορεί η ΝΔ να τηρήσει τη Συμφωνία όταν υπάρχουν τέτοιες φωνές στο εσωτερικό της;

Ο πρώην Πρωθυπουργός που για το προσφυγικό ζήτημα ζήλεψε την ορολογία και τα επιχειρήματα της Χρυσής Αυγής, στο ζήτημα της Συμφωνίας των Πρεσπών δεν έκανε τίποτα άλλο από το να συνεχίσει την προεκλογική γραμμή Μητσοτάκη που, όμως, υπέστη οβιδιακή μεταμόρφωση μετεκλογικά, επιβεβαιώνοντας την προεκλογική υποκρισία.

Ο κ. Μητσοτάκης δεν ήταν που υποσχόταν προεκλογικά στους βορειοελλαδίτες το «βέτο στην ενταξιακή πορεία των Σκοπίων στην ΕΕ όσο τα εθνικά συμφέροντα της Ελλάδας δεν διασφαλίζονται»; Τώρα αναζητά ανεπιτυχώς τρόπους να αντιστρέψει το βέτο Μακρόν για τη Βόρεια Μακεδονία…

Το κόμμα σας βρίσκεται σε διαδικασία διεύρυνσης και ανασυγκρότησης. Πώς αποτιμάτε την πρώτη συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής Ανασυγκρότησης;

Είναι ένα σπουδαίο ξεκίνημα για τον μετασχηματισμό του ΣΥΡΙΖΑ σε ένα μεγάλο, μαζικό, λαϊκό, προοδευτικό κόμμα. Το μεγάλο στοίχημα είναι αν θα συμμετάσχουν στην πορεία προς το συνέδριο οι δεκάδες χιλιάδες ζωντανές δυνάμεις των τοπικών κοινωνιών, που ψηφίζουν ή συμπαθούν τον Αλέξη Τσίπρα, που δεν θα συμμετείχαν στο σημερινό ΣΥΡΙΖΑ, αλλά θα συμμετείχαν σε ένα νέο, πιο ανοιχτό εγχείρημα. Πρόκειται για δυνάμεις από την τοπική αυτοδιοίκηση, το συνδικαλιστικό χώρο, τη νεολαία που προβληματίζεται και ασφυκτιά, τους ανθρώπους της παραγωγής, νέους επιχειρηματίες. Το άνοιγμα όχι σε κάποιον πολιτικό χώρο, αλλά το άνοιγμα στην κοινωνία είναι ακριβώς το μεγάλο στοίχημα μετασχηματισμού του ΣΥΡΙΖΑ και πορείας προς το συνέδριο.

Ωστόσο, στο εσωτερικό του κόμματός σας διατυπώνονται ενστάσεις σε σχέση με τον τρόπο συγκρότησης της Επιτροπής. Πώς τις σχολιάζετε;

Οι ενστάσεις αυτές διατυπώθηκαν κυρίως από τη νεολαία. Σε ότι αφορά τη νεολαία, το κυρίως πρόβλημα είναι η δική της διεύρυνση και η δυνατότητα επικοινωνίας με τους χιλιάδες νέους που ανησυχούν για το μέλλον τους κι ας μην αυτοπροσδιορίζονται ως Αριστερά. Σε ό,τι αφορά άλλες πηγές ενστάσεων, θα έλεγα πως είναι οι ίδιοι σύντροφοι που θέτουν καμιά φορά εμπόδια στη μεγάλη διεύρυνση του ΣΥΡΙΖΑ. Αν μπορούσαν ανεμπόδιστα να πάρουν μέρος στην πορεία προς το συνέδριο όλοι όσοι το επιθυμούν, χωρίς προϋποθέσεις και face control, σε όλες τις πόλεις της χώρας, θα μπορούσαν σίγουρα να υπάρξουν και άλλοι τρόποι συγκρότησης της Κεντρικής Επιτροπής Ανασυγκρότησης.

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 8 Δεκεμβρίου 2019

Η κυβέρνηση ισχυρίζεται πως εφαρμόζει αναπτυξιακές πολιτικές που εσείς δεν εφαρμόσατε. Τελικά ποιο από τα δύο μεγάλα κόμματα μπορεί να εγγυηθεί την ανάπτυξη;

Δεν διαθέτει αναπτυξιακή στρατηγική η κυβέρνηση και αυτό είναι το πιο ανησυχητικό απ’ όλα. Η αναπτυξιακή της φιλοσοφία συμπυκνώνεται, από τη μια μεριά, στο δίπτυχο τουρισμός-οικοδομή. Έτσι θα συμμετέχει η Ελλάδα στην 4η Βιομηχανική Επανάσταση;

Από την άλλη μεριά, η κυβέρνηση μας επιστρέφει ολοταχώς στις παθογένειες και στρεβλώσεις ενός οικονομικού μοντέλου που μας οδήγησε στη βαθιά κρίση. Ωφέλεια για τους λίγους, κρατικοδίαιτη επιχειρηματικότητα μέσα από το τραπεζικό σύστημα και νομοθετικές χάρες σε φίλους, αύξηση των ανισοτήτων, ελάχιστη στήριξη της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας.

Ζούμε όχι μόνο στο μήνα του μέλιτος μιας νέας κυβέρνησης αλλά και σε μια εικονική πραγματικότητα μιας σούπερ-κυβέρνησης που λύνει τάχα όλα τα προβλήματα. Ωστόσο όση μιντιακή υπεροπλία και αν διαθέτει, τα προβλήματα δεν μπαίνουν κάτω από το χαλί, από τα εθνικά μέχρι την οικονομία. Για παράδειγμα, τα βασικά της προεκλογικά αφηγήματα, η ανάπτυξη του 4% και η ελάφρυνση της μεσαίας τάξης, θα αποδειχτούν πυροτεχνήματα. Το προσφυγικό όπου αποδείχτηκαν ανίκανοι σε λίγους μήνες, έκανε φανερό ότι ο αντιπολιτευτικός λαϊκισμός δεν συνιστά και κυβερνητική πολιτική. Το ίδιο, η παραίτηση Διαματάρη και οι διορισμοί αποτυχημένων πολιτευτών και φίλων στις διοικήσεις νοσοκομείων διέλυσαν το παραμύθι της αριστείας.

Την ίδια ώρα η τουρκική προκλητικότητα συνεχίζεται σε σχέση με τα ανοιχτά ζητήματα στο Αιγαίο, την Κύπρο αλλά και το προσφυγικό ζήτημα. Υπάρχει η λεγόμενη εθνική γραμμή από όλα τα κόμματα απέναντι στους γείτονές μας;

Για να υπάρχει εθνική γραμμή πρέπει καταρχάς να υπάρχει κάποια γραμμή, να υπάρχει σχεδιασμός και πολιτική από την πλευρά της κυβέρνησης. Τους πρώτους αυτούς μήνες, η κυβέρνηση Μητσοτάκη κινήθηκε με την αυταπάτη του κατευνασμού και ό,τι κάπως θα τα βρουν με τον Ερντογάν. Είναι για αυτό που στη συνάντηση της Ν. Υόρκης ήταν η πρώτη φορά που Έλληνας Πρωθυπουργός δεν έθεσε σε Τούρκο ηγέτη το ζήτημα των παραβιάσεων.

Ακόμη και τώρα, μετά την ψυχρολουσία του μνημονίου Τουρκίας-Λιβύης, είδαμε στο περιθώριο της συνόδου του ΝΑΤΟ έναν Μητσοτάκη που δεν μπορεί να σταθεί επαρκώς απέναντι σε τόσο σοβαρά θέματα. Δεν μπορεί μετά από μια κίνηση που αποτελεί ευθεία αμφισβήτηση κυριαρχικών μας δικαιωμάτων, να λέει ο πρωθυπουργός, βγαίνοντας από τη συνάντηση με Ερντογάν: «Θέλω να διαβεβαιώσω τον ελληνικό λαό ότι δυσκολίες στη σχέση με την Τουρκία, υπήρχαν, υπάρχουν και θα υπάρχουν»!

Τα τελευταία χρόνια, παρά το γεγονός ότι η Τουρκία έγινε πιο επιθετική και αναβαθμίστηκε γεωπολιτικά, η Ελλάδα δεν «μίκρυνε» απέναντί της. Ο λόγος είναι κι εμείς κινηθήκαμε στο πλαίσιο μιας ενεργητικής εξωτερικής πολιτικής που άλλαξε τα δεδομένα γύρω μας. Αποκτήσαμε περισσότερα στηρίγματα στη γειτονιά μας, χειριστήκαμε με επιτυχή τρόπο τα ενεργειακά ζητήματα συνάπτοντας συμμαχίες, λύσαμε ένα χρόνιο πρόβλημα στα βόρειά μας με τη Συμφωνία των Πρεσπών, αναβαθμίσαμε τη σχέση με τις ΗΠΑ, και για πρώτη φορά προκαλέσαμε καταδικαστικές αποφάσεις και κυρώσεις, ρητά, της ΕΕ εναντίον της Τουρκίας.

Αν και η σημερινή κυβέρνηση κινείται πάνω σε αυτές τις κατακτήσεις, φοβάμαι ότι επιστρέφουμε στο δόγμα της αδράνειας που ίσχυε πριν το 2015. Αλλά σε μια περίοδο αστάθειας και μεγάλων αλλαγών αυτό θα ήταν το χειρότερο λάθος. Ο εθνικισμός που χωρίς δισταγμό υιοθέτησε η ΝΔ προεκλογικά για ψηφοθηρικούς λόγους, όχι μόνο αποδείχτηκε για μια ακόμη φορά ότι δεν συνιστά πατριωτική πολιτική, αλλά ο ντυμένος «εθνικιστής» Μητσοτάκης για το μακεδονικό αποκαλύπτεται πολύ κατώτερος των περιστάσεων, ειδικά στα εθνικά ζητήματα.

Τις προηγούμενες ημέρες είχαμε την επανεμφάνιση του Αντώνη Σαμαρά στο συνέδριο της ΝΔ, ο οποίος χαρακτήρισε «επικίνδυνη και απαράδεκτη» τη Συμφωνία των Πρεσπών. Μπορεί η ΝΔ να τηρήσει τη Συμφωνία όταν υπάρχουν τέτοιες φωνές στο εσωτερικό της;

Ο πρώην Πρωθυπουργός που για το προσφυγικό ζήτημα ζήλεψε την ορολογία και τα επιχειρήματα της Χρυσής Αυγής, στο ζήτημα της Συμφωνίας των Πρεσπών δεν έκανε τίποτα άλλο από το να συνεχίσει την προεκλογική γραμμή Μητσοτάκη που, όμως, υπέστη οβιδιακή μεταμόρφωση μετεκλογικά, επιβεβαιώνοντας την προεκλογική υποκρισία.

Ο κ. Μητσοτάκης δεν ήταν που υποσχόταν προεκλογικά στους βορειοελλαδίτες το «βέτο στην ενταξιακή πορεία των Σκοπίων στην ΕΕ όσο τα εθνικά συμφέροντα της Ελλάδας δεν διασφαλίζονται»; Τώρα αναζητά ανεπιτυχώς τρόπους να αντιστρέψει το βέτο Μακρόν για τη Βόρεια Μακεδονία…

Το κόμμα σας βρίσκεται σε διαδικασία διεύρυνσης και ανασυγκρότησης. Πώς αποτιμάτε την πρώτη συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής Ανασυγκρότησης;

Είναι ένα σπουδαίο ξεκίνημα για τον μετασχηματισμό του ΣΥΡΙΖΑ σε ένα μεγάλο, μαζικό, λαϊκό, προοδευτικό κόμμα. Το μεγάλο στοίχημα είναι αν θα συμμετάσχουν στην πορεία προς το συνέδριο οι δεκάδες χιλιάδες ζωντανές δυνάμεις των τοπικών κοινωνιών, που ψηφίζουν ή συμπαθούν τον Αλέξη Τσίπρα, που δεν θα συμμετείχαν στο σημερινό ΣΥΡΙΖΑ, αλλά θα συμμετείχαν σε ένα νέο, πιο ανοιχτό εγχείρημα. Πρόκειται για δυνάμεις από την τοπική αυτοδιοίκηση, το συνδικαλιστικό χώρο, τη νεολαία που προβληματίζεται και ασφυκτιά, τους ανθρώπους της παραγωγής, νέους επιχειρηματίες. Το άνοιγμα όχι σε κάποιον πολιτικό χώρο, αλλά το άνοιγμα στην κοινωνία είναι ακριβώς το μεγάλο στοίχημα μετασχηματισμού του ΣΥΡΙΖΑ και πορείας προς το συνέδριο.

Ωστόσο, στο εσωτερικό του κόμματός σας διατυπώνονται ενστάσεις σε σχέση με τον τρόπο συγκρότησης της Επιτροπής. Πώς τις σχολιάζετε;

Οι ενστάσεις αυτές διατυπώθηκαν κυρίως από τη νεολαία. Σε ότι αφορά τη νεολαία, το κυρίως πρόβλημα είναι η δική της διεύρυνση και η δυνατότητα επικοινωνίας με τους χιλιάδες νέους που ανησυχούν για το μέλλον τους κι ας μην αυτοπροσδιορίζονται ως Αριστερά. Σε ό,τι αφορά άλλες πηγές ενστάσεων, θα έλεγα πως είναι οι ίδιοι σύντροφοι που θέτουν καμιά φορά εμπόδια στη μεγάλη διεύρυνση του ΣΥΡΙΖΑ. Αν μπορούσαν ανεμπόδιστα να πάρουν μέρος στην πορεία προς το συνέδριο όλοι όσοι το επιθυμούν, χωρίς προϋποθέσεις και face control, σε όλες τις πόλεις της χώρας, θα μπορούσαν σίγουρα να υπάρξουν και άλλοι τρόποι συγκρότησης της Κεντρικής Επιτροπής Ανασυγκρότησης.

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 8 Δεκεμβρίου 2019

ΣΧΟΛΙΑ

Επιλέξτε Κατηγορία