ΠΟΛΙΤΙΚΗ

Ένας Πιερρακάκης δεν φέρνει την άνοιξη

Ένας Πιερρακάκης, δεν θα μπορούσε να αλλάξει σε έναν- δύο- τρία χρόνια την δαιδαλώδη γραφειοκρατία που κυριαρχεί στην διοίκηση του ελληνικού κράτους και την ανευθυνουπεύθυνη νοοτροπία που έχει εμποτισθεί στο DNA της φυλής μας

 02/01/2022 20:00

Ένας Πιερρακάκης δεν φέρνει την άνοιξη

Μιχάλης Αλεξανδρίδης

Ένας κούκος δεν φέρνει την άνοιξη λέει η γνωστή παροιμία. Αλλά και στην περίπτωση που διαψεύδοντας την παροιμία ένας κούκος θα μπορούσε κάτω από ορισμένες συνθήκες να φέρει την άνοιξη, ένας Πιερρακάκης, δεν θα μπορούσε να αλλάξει σε έναν- δύο- τρία χρόνια την δαιδαλώδη γραφειοκρατία που κυριαρχεί στην διοίκηση του ελληνικού κράτους και την ανευθυνουπεύθυνη νοοτροπία που έχει εμποτισθεί στο DNA της φυλής μας και ιδιαίτερα των δημοσίων υπαλλήλων.

Τα γράφω αυτά -μέρες που είναι με το κλείσιμο της χρονιάς και την έλευση της νέας- με αφορμή δύο γεγονότα: πρώτο, την νέα καινοτομία που αθόρυβα ετοίμασε, εγκατέστησε κι έθεσε σε εφαρμογή το υπουργείο ψηφιακής πολιτικής (ψηφιακή κάρτα ταυτοπροσωπίας) και δεύτερο την απίθανη ταλαιπωρία στην οποία υποβάλλει το ελληνικό κράτος έναν έφηβο, που θα κάνει το… έγκλημα να χάσει την ταυτότητά του.

Για το πρώτο- το θετικό, του Πιερρακάκη- υποθέτω το γνωρίζετε. Κι όσοι δεν το γνωρίζουν ήδη, ας το μάθουν από την στήλη:

Από την Τρίτη το πρωί, λοιπόν, στο Covid Free Wallet του κινητού μας, εκτός από το πιστοποιητικό μπορούμε να αποθηκεύσουμε και έγγραφο ταυτοπροσωπείας που μας ζητούν για την είσοδό μας σε οποιοδήποτε χώρο.

Για το δεύτερο, θα σας αφηγηθώ μια ιστορία: δεκαεπτάχρονος ξεχνάει το δελτίο ταυτότητάς του σε ένα μαγαζί όπου την έδωσε μαζί με το πιστοποιητικό εμβολιασμού για έλεγχο ταυτοπροσωπίας (εξ ου και το νέο που γράφω παραπάνω) ώστε να του επιτραπεί η είσοδος. Το κατάστημα αντί να κρατήσει μια δυο μέρες την ταυτότητα περιμένοντας να την αναζητήσει ο νεαρός αφού διαπιστώσει την απώλειά της, την παραδίδει στο αστυνομικό τμήμα της περιοχής.

Ο νεαρός ανακαλύπτει την απώλεια και γυρνώντας ανάποδα την διαδρομή του, βρίσκει ότι η ταυτότητά του παραδόθηκε στο αστυνομικό τμήμα Λευκού Πύργου. Τηλεφωνεί (χαχαχαχα, γελάω γιατί είναι σχεδόν απίθανο να σηκώσουν το τηλέφωνο του κοινού σε δημόσια υπηρεσία). Επιμένει και κάποια στιγμή στέκεται τυχερός. Όχι τόσο ώστε να του πουν ότι έχουν εκεί την ταυτότητά του, αλλά εφόσον του είπαν από το μαγαζί πως την παρέδωσαν, θα πρέπει να περάσει από εκεί ή από άλλο κτίριο- πεντακόσια μέτρα μακριά- όπου εδρεύει η ασφάλεια του ιδίου αστυνομικού τμήματος, για να ρωτήσει καθώς ο ίδιος που σήκωσε το τηλέφωνο, δεν μπορεί να βοηθήσει…

Δεκαεπτάχρονος σε αστυνομικό τμήμα χωρίς ταυτότητα… πανικοβάλλεται και ζητά την βοήθεια του… έμπειρου πατέρα του. Πηγαίνει ο άνθρωπος το άλλο πρωί στο κτίριο της Αριστοτέλους -του λένε πως οι ταυτότητες παραδίδονται στην ασφάλεια και άρα πρέπει να πάει στην Δωδεκανήσου. Ρωτάει αν θα του την δώσουν ή θα πρέπει να είναι μαζί κι ο νεαρός. Του απαντούν «ανάλογα σε ποιον θα πέσετε να έχει υπηρεσία. Άλλοι είναι τυπικοί και δεν θα σας τη δώσουν, άλλοι όχι».

Πηγαίνει στην Δωδεκανήσου, όπου έκπληκτος ενημερώνεται ότι η ταυτότητα έχει καταστραφεί, γιατί πέρασε μια μέρα…

Ζητά πρακτικό καταστροφής και δεν υπάρχει. Απορεί πώς είναι δυνατόν να την καταστρέψουν δίχως να κάνουν μια προσπάθεια να βρουν τον άνθρωπο τηλεφωνικά, καθώς θα μπορούσε να την χάσει χωρίς να το γνωρίζει, και συμφωνούν μαζί του…

Ρωτάει τι θα πρέπει να κάνει, του λένε να βγάλει καινούργια.

Ρωτάει πώς μπορεί να γίνει αυτό και του λένε να κλείσει ραντεβού με το αρμόδιο τμήμα που εκείνη την στιγμή δεν… λόγω γιορτών.

Ρωτάει πώς μπορεί να κυκλοφορεί το παιδί χωρίς ταυτότητα, καθώς απαιτείται για την ταυτοπροσωπία με το πιστοποιητικό εμβολιασμού, του λένε με την βεβαίωση κατάθεσης ηλεκτρονικού αιτήματος για έκδοση νέας ταυτότητας (προηγούμενο έργο Πιερρακάκη).

Τους ρωτάει αν μπορεί να γίνει άμεσα αυτό και του λένε ναι εφόσον έχει κωδικούς TAXIS (που δεν έχει ως ανήλικος) ή τραπεζικό λογαριασμό (που πάλι δεν έχει καθώς οι τράπεζες έχουν περίεργες διαδικασίες για τους μη ενήλικες).

Στην παρατήρηση του ανθρώπου ότι η μόνη λύση που προσφέρουν στο παιδί μέχρι να καταφέρει να φτάσει σε ραντεβού για έκδοση νέας ταυτότητας, είναι το να μην κυκλοφορεί, εισπράττει την στερεότυπη απάντηση: δεν φταίμε εμείς κύριε- έτσι λέει ο νόμος.

Καλή χρονιά να έχουμε…

*******************************************************************************************

Συμπληρώνουμε δυο ολόκληρα χρόνια απόλυτης και βίαιης ανατροπής όλων όσα ξέραμε για τη ζωή και οι μεγαλύτεροι και οι μικρότεροι και μιας και συνηθίζεται λίγο πριν τη δύση μιας χρονιάς και πριν την ανατολή μιας νέας η πατροπαράδοτη ανασκόπηση, όσα δεινά μικρά ή μεγαλύτερα και να επιχειρήσω να απαριθμήσω, πάντοτε θα ξεχνάω τα μισά.

Γι’ αυτό και σήμερα, στην τελευταία στήλη αυτής της χρονιάς δε θα αναλωθώ –για μία ακόμη φορά- στο να περιγράψω τις απίστευτες παλινωδίες των κυβερνώντων αναφορικά με τον χειρισμό της πανδημίας (άλλωστε ετούτη τη βδομάδα παράγινε τόσο το κακό που ακόμη κι ο σχολιασμός θα είναι φτωχός μπροστά στα γεγονότα που εκτυλίχθηκαν ον κάμερα), αλλά και στα της αξιωματικής αντιπολίτευσης που συνεχίζει να πατά σε δύο βάρκες (η μία ο συλλογικός στόχος και η άλλη ο Πολάκης), αλλά θα επιλέξω να πω την ταπεινή μου γνώμη για το τι πρέπει να γίνει από σήμερα κιόλας και από την 1η του νέου χρόνου οπωσδήποτε.

Μπήκαμε, λοιπόν, στην περιπέτεια του κορονοϊού με φόβο, αλλά και... πάθος και κάτι οι άφθαρτοι τότε -τόσο απέναντι στην κοινή γνώμη όσο και με καθαρό μυαλό- επιστήμονες, κάτι το ρητό «ο θάνατός σου, η ζωή μου» που μας γλίτωσε από τα χειρότερα βλέποντας την τραγωδία στο Μπέργκαμο, γίναμε στο πρώτο κύμα παράδειγμα προς μίμηση. Κάπου εκεί, σταμάτησαν οι δάφνες πάνω στις οποίες αναπαύονταν οι κυβερνώντες κι άρχισαν τα... ντράβαλα. Και ήταν πολλά, πάρα πολλά κι όταν μπήκε το ’21 και ήρθαν τα εμβόλια, στο κάδρο μπήκαν κι άλλοι δακτυλοδεικτούμενοι, οι αρνητές κι οι αντιεμβολιαστές.

Για να μην τα πολυλογώ, κλείνουμε τη χρονιά με περισσότερους από 20.000 νεκρούς και με αριθμούς κρουσμάτων που μέχρι κι αυτή την εβδομάδα μας φαίνονταν μακρινοί και ταιριαστοί σε χώρες με τριπλάσιους και τετραπλάσιους πληθυσμούς από εμάς. Και το ερώτημα που προκύπτει είναι ένα και μοναδικό: και τώρα τι κάνουμε;

Προφανώς όταν έχει χαθεί έστω και μία ζωή, πόσο μάλλον 20.000, δεν δικαιούται κανείς ούτε καν να σκεφτεί πως ό,τι έγινε, έγινε και πάμε παρακάτω. Γιατί ευθύνες υπάρχουν και θα αποδοθούν, όμως η πανδημία μαίνεται και δεν υπάρχει περιθώριο για δευτερόλεπτο χαμένου χρόνου. Η κυβέρνηση, λοιπόν, που βλέπει τα κρούσματα να αυξάνονται κατά 10.000 μέρα με τη μέρα, πρέπει επιτέλους να ξεχάσει ακόμη και τη λέξη «πολιτικό κόστος» και να φροντίσει τα αυστηρά μέτρα που έλαβε εσπευσμένα κι αφού την πρόλαβε η πανδημία να τηρηθούν στο έπακρο. Και μόλις μπει ο νέος χρόνος και φτάσει η πρώτη εργάσιμη Δευτέρα, να παραμερίσει ενδοιασμούς, διαφωνίες κλπ και να εμβολιάσει την άλλη μέρα το πρωί τους υπαλλήλους της (και μας) που αρνούνται. Γιατί παράγινε το κακό, παραπύκνωσαν οι φωνασκίες συγκεκριμένων υπουργών από τα τηλεπαράθυρα, ξεχείλισε η αγανάκτηση όλων όσοι πράξαμε και μια και δυο και τρεις το χρέος μας και δε μπορεί από ολόκληρη κυβέρνηση να κάνει τη δουλειά του σωστά κι υπεύθυνα μόνο ένας, ο Πιερρακάκης. Γιατί έτσι όπως πάει το θέμα, θα έχουμε application για κάθε πιστοποιητικό υγείας ή άλλο, αλλά δε θα έχει μείνει κανένας να το δείξουμε...

Αλλά και η αντιπολίτευση, έστω και τώρα πρέπει να ξεχάσει κι αυτή το πολιτικό κόστος και τους συντροφικούς δεσμούς και με εμφατικό κι επιδεικτικό τρόπο να αδειάσει τους Πολάκηδες αλλά και τον πολακισμό. Όχι μόνο για τα μάτια του κόσμου, αλλά γιατί αν συνεχίσουν έτσι και δεν βοηθήσουν αποφασιστικά, δε θα έχουν χώρα να εξασκήσουν τον πόθο τους, να κυβερνήσουν δηλαδή.

Όσο για τους αρνητές και λοιπούς ψεκασμένους που δε σέβονται ούτε τον ανθρώπινο πόνο, ούτε τίποτα άλλο, ας μετανοήσουν πριν να είναι αργά όπως είναι για πολλούς εξ αυτών που άφησαν πίσω χήρες, χήρους κι ορφανά γιατί «δεν τρώνε σανό». Κι όλοι οι υπόλοιποι, όσο κι αν μας κοστίζει προσωπικά και ψυχικά, ας τους απομονώσουμε ακόμη κι αν είναι αδέρφια ή παιδιά μας. Για το δικό τους το καλό, μήπως και ο εκβιασμός μας τους οδηγήσει στο «τσίμπημα» και σώσουμε έτσι τις ζωές τους.

Μεγάλη προσοχή, λοιπόν και υγεία σε όλο τον κόσμο. Και του χρόνου να είμαστε εδώ, να τα λέμε και να ξαναχτίσουμε ό,τι γκρέμισε ο COVID.


* Δημοσιεύτηκε στη "ΜτΚ" στις 31/12.2021-02/01.2022


Ένας κούκος δεν φέρνει την άνοιξη λέει η γνωστή παροιμία. Αλλά και στην περίπτωση που διαψεύδοντας την παροιμία ένας κούκος θα μπορούσε κάτω από ορισμένες συνθήκες να φέρει την άνοιξη, ένας Πιερρακάκης, δεν θα μπορούσε να αλλάξει σε έναν- δύο- τρία χρόνια την δαιδαλώδη γραφειοκρατία που κυριαρχεί στην διοίκηση του ελληνικού κράτους και την ανευθυνουπεύθυνη νοοτροπία που έχει εμποτισθεί στο DNA της φυλής μας και ιδιαίτερα των δημοσίων υπαλλήλων.

Τα γράφω αυτά -μέρες που είναι με το κλείσιμο της χρονιάς και την έλευση της νέας- με αφορμή δύο γεγονότα: πρώτο, την νέα καινοτομία που αθόρυβα ετοίμασε, εγκατέστησε κι έθεσε σε εφαρμογή το υπουργείο ψηφιακής πολιτικής (ψηφιακή κάρτα ταυτοπροσωπίας) και δεύτερο την απίθανη ταλαιπωρία στην οποία υποβάλλει το ελληνικό κράτος έναν έφηβο, που θα κάνει το… έγκλημα να χάσει την ταυτότητά του.

Για το πρώτο- το θετικό, του Πιερρακάκη- υποθέτω το γνωρίζετε. Κι όσοι δεν το γνωρίζουν ήδη, ας το μάθουν από την στήλη:

Από την Τρίτη το πρωί, λοιπόν, στο Covid Free Wallet του κινητού μας, εκτός από το πιστοποιητικό μπορούμε να αποθηκεύσουμε και έγγραφο ταυτοπροσωπείας που μας ζητούν για την είσοδό μας σε οποιοδήποτε χώρο.

Για το δεύτερο, θα σας αφηγηθώ μια ιστορία: δεκαεπτάχρονος ξεχνάει το δελτίο ταυτότητάς του σε ένα μαγαζί όπου την έδωσε μαζί με το πιστοποιητικό εμβολιασμού για έλεγχο ταυτοπροσωπίας (εξ ου και το νέο που γράφω παραπάνω) ώστε να του επιτραπεί η είσοδος. Το κατάστημα αντί να κρατήσει μια δυο μέρες την ταυτότητα περιμένοντας να την αναζητήσει ο νεαρός αφού διαπιστώσει την απώλειά της, την παραδίδει στο αστυνομικό τμήμα της περιοχής.

Ο νεαρός ανακαλύπτει την απώλεια και γυρνώντας ανάποδα την διαδρομή του, βρίσκει ότι η ταυτότητά του παραδόθηκε στο αστυνομικό τμήμα Λευκού Πύργου. Τηλεφωνεί (χαχαχαχα, γελάω γιατί είναι σχεδόν απίθανο να σηκώσουν το τηλέφωνο του κοινού σε δημόσια υπηρεσία). Επιμένει και κάποια στιγμή στέκεται τυχερός. Όχι τόσο ώστε να του πουν ότι έχουν εκεί την ταυτότητά του, αλλά εφόσον του είπαν από το μαγαζί πως την παρέδωσαν, θα πρέπει να περάσει από εκεί ή από άλλο κτίριο- πεντακόσια μέτρα μακριά- όπου εδρεύει η ασφάλεια του ιδίου αστυνομικού τμήματος, για να ρωτήσει καθώς ο ίδιος που σήκωσε το τηλέφωνο, δεν μπορεί να βοηθήσει…

Δεκαεπτάχρονος σε αστυνομικό τμήμα χωρίς ταυτότητα… πανικοβάλλεται και ζητά την βοήθεια του… έμπειρου πατέρα του. Πηγαίνει ο άνθρωπος το άλλο πρωί στο κτίριο της Αριστοτέλους -του λένε πως οι ταυτότητες παραδίδονται στην ασφάλεια και άρα πρέπει να πάει στην Δωδεκανήσου. Ρωτάει αν θα του την δώσουν ή θα πρέπει να είναι μαζί κι ο νεαρός. Του απαντούν «ανάλογα σε ποιον θα πέσετε να έχει υπηρεσία. Άλλοι είναι τυπικοί και δεν θα σας τη δώσουν, άλλοι όχι».

Πηγαίνει στην Δωδεκανήσου, όπου έκπληκτος ενημερώνεται ότι η ταυτότητα έχει καταστραφεί, γιατί πέρασε μια μέρα…

Ζητά πρακτικό καταστροφής και δεν υπάρχει. Απορεί πώς είναι δυνατόν να την καταστρέψουν δίχως να κάνουν μια προσπάθεια να βρουν τον άνθρωπο τηλεφωνικά, καθώς θα μπορούσε να την χάσει χωρίς να το γνωρίζει, και συμφωνούν μαζί του…

Ρωτάει τι θα πρέπει να κάνει, του λένε να βγάλει καινούργια.

Ρωτάει πώς μπορεί να γίνει αυτό και του λένε να κλείσει ραντεβού με το αρμόδιο τμήμα που εκείνη την στιγμή δεν… λόγω γιορτών.

Ρωτάει πώς μπορεί να κυκλοφορεί το παιδί χωρίς ταυτότητα, καθώς απαιτείται για την ταυτοπροσωπία με το πιστοποιητικό εμβολιασμού, του λένε με την βεβαίωση κατάθεσης ηλεκτρονικού αιτήματος για έκδοση νέας ταυτότητας (προηγούμενο έργο Πιερρακάκη).

Τους ρωτάει αν μπορεί να γίνει άμεσα αυτό και του λένε ναι εφόσον έχει κωδικούς TAXIS (που δεν έχει ως ανήλικος) ή τραπεζικό λογαριασμό (που πάλι δεν έχει καθώς οι τράπεζες έχουν περίεργες διαδικασίες για τους μη ενήλικες).

Στην παρατήρηση του ανθρώπου ότι η μόνη λύση που προσφέρουν στο παιδί μέχρι να καταφέρει να φτάσει σε ραντεβού για έκδοση νέας ταυτότητας, είναι το να μην κυκλοφορεί, εισπράττει την στερεότυπη απάντηση: δεν φταίμε εμείς κύριε- έτσι λέει ο νόμος.

Καλή χρονιά να έχουμε…

*******************************************************************************************

Συμπληρώνουμε δυο ολόκληρα χρόνια απόλυτης και βίαιης ανατροπής όλων όσα ξέραμε για τη ζωή και οι μεγαλύτεροι και οι μικρότεροι και μιας και συνηθίζεται λίγο πριν τη δύση μιας χρονιάς και πριν την ανατολή μιας νέας η πατροπαράδοτη ανασκόπηση, όσα δεινά μικρά ή μεγαλύτερα και να επιχειρήσω να απαριθμήσω, πάντοτε θα ξεχνάω τα μισά.

Γι’ αυτό και σήμερα, στην τελευταία στήλη αυτής της χρονιάς δε θα αναλωθώ –για μία ακόμη φορά- στο να περιγράψω τις απίστευτες παλινωδίες των κυβερνώντων αναφορικά με τον χειρισμό της πανδημίας (άλλωστε ετούτη τη βδομάδα παράγινε τόσο το κακό που ακόμη κι ο σχολιασμός θα είναι φτωχός μπροστά στα γεγονότα που εκτυλίχθηκαν ον κάμερα), αλλά και στα της αξιωματικής αντιπολίτευσης που συνεχίζει να πατά σε δύο βάρκες (η μία ο συλλογικός στόχος και η άλλη ο Πολάκης), αλλά θα επιλέξω να πω την ταπεινή μου γνώμη για το τι πρέπει να γίνει από σήμερα κιόλας και από την 1η του νέου χρόνου οπωσδήποτε.

Μπήκαμε, λοιπόν, στην περιπέτεια του κορονοϊού με φόβο, αλλά και... πάθος και κάτι οι άφθαρτοι τότε -τόσο απέναντι στην κοινή γνώμη όσο και με καθαρό μυαλό- επιστήμονες, κάτι το ρητό «ο θάνατός σου, η ζωή μου» που μας γλίτωσε από τα χειρότερα βλέποντας την τραγωδία στο Μπέργκαμο, γίναμε στο πρώτο κύμα παράδειγμα προς μίμηση. Κάπου εκεί, σταμάτησαν οι δάφνες πάνω στις οποίες αναπαύονταν οι κυβερνώντες κι άρχισαν τα... ντράβαλα. Και ήταν πολλά, πάρα πολλά κι όταν μπήκε το ’21 και ήρθαν τα εμβόλια, στο κάδρο μπήκαν κι άλλοι δακτυλοδεικτούμενοι, οι αρνητές κι οι αντιεμβολιαστές.

Για να μην τα πολυλογώ, κλείνουμε τη χρονιά με περισσότερους από 20.000 νεκρούς και με αριθμούς κρουσμάτων που μέχρι κι αυτή την εβδομάδα μας φαίνονταν μακρινοί και ταιριαστοί σε χώρες με τριπλάσιους και τετραπλάσιους πληθυσμούς από εμάς. Και το ερώτημα που προκύπτει είναι ένα και μοναδικό: και τώρα τι κάνουμε;

Προφανώς όταν έχει χαθεί έστω και μία ζωή, πόσο μάλλον 20.000, δεν δικαιούται κανείς ούτε καν να σκεφτεί πως ό,τι έγινε, έγινε και πάμε παρακάτω. Γιατί ευθύνες υπάρχουν και θα αποδοθούν, όμως η πανδημία μαίνεται και δεν υπάρχει περιθώριο για δευτερόλεπτο χαμένου χρόνου. Η κυβέρνηση, λοιπόν, που βλέπει τα κρούσματα να αυξάνονται κατά 10.000 μέρα με τη μέρα, πρέπει επιτέλους να ξεχάσει ακόμη και τη λέξη «πολιτικό κόστος» και να φροντίσει τα αυστηρά μέτρα που έλαβε εσπευσμένα κι αφού την πρόλαβε η πανδημία να τηρηθούν στο έπακρο. Και μόλις μπει ο νέος χρόνος και φτάσει η πρώτη εργάσιμη Δευτέρα, να παραμερίσει ενδοιασμούς, διαφωνίες κλπ και να εμβολιάσει την άλλη μέρα το πρωί τους υπαλλήλους της (και μας) που αρνούνται. Γιατί παράγινε το κακό, παραπύκνωσαν οι φωνασκίες συγκεκριμένων υπουργών από τα τηλεπαράθυρα, ξεχείλισε η αγανάκτηση όλων όσοι πράξαμε και μια και δυο και τρεις το χρέος μας και δε μπορεί από ολόκληρη κυβέρνηση να κάνει τη δουλειά του σωστά κι υπεύθυνα μόνο ένας, ο Πιερρακάκης. Γιατί έτσι όπως πάει το θέμα, θα έχουμε application για κάθε πιστοποιητικό υγείας ή άλλο, αλλά δε θα έχει μείνει κανένας να το δείξουμε...

Αλλά και η αντιπολίτευση, έστω και τώρα πρέπει να ξεχάσει κι αυτή το πολιτικό κόστος και τους συντροφικούς δεσμούς και με εμφατικό κι επιδεικτικό τρόπο να αδειάσει τους Πολάκηδες αλλά και τον πολακισμό. Όχι μόνο για τα μάτια του κόσμου, αλλά γιατί αν συνεχίσουν έτσι και δεν βοηθήσουν αποφασιστικά, δε θα έχουν χώρα να εξασκήσουν τον πόθο τους, να κυβερνήσουν δηλαδή.

Όσο για τους αρνητές και λοιπούς ψεκασμένους που δε σέβονται ούτε τον ανθρώπινο πόνο, ούτε τίποτα άλλο, ας μετανοήσουν πριν να είναι αργά όπως είναι για πολλούς εξ αυτών που άφησαν πίσω χήρες, χήρους κι ορφανά γιατί «δεν τρώνε σανό». Κι όλοι οι υπόλοιποι, όσο κι αν μας κοστίζει προσωπικά και ψυχικά, ας τους απομονώσουμε ακόμη κι αν είναι αδέρφια ή παιδιά μας. Για το δικό τους το καλό, μήπως και ο εκβιασμός μας τους οδηγήσει στο «τσίμπημα» και σώσουμε έτσι τις ζωές τους.

Μεγάλη προσοχή, λοιπόν και υγεία σε όλο τον κόσμο. Και του χρόνου να είμαστε εδώ, να τα λέμε και να ξαναχτίσουμε ό,τι γκρέμισε ο COVID.


* Δημοσιεύτηκε στη "ΜτΚ" στις 31/12.2021-02/01.2022


ΣΧΟΛΙΑ

Επιλέξτε Κατηγορία