ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ

Θεσσαλονίκη: Σπαράγματα αναμνήσεων και ιστορίας στους πάγκους του Μπιτ Παζάρ

Περπατώντας στην οδό Τοσίτσα, βλέπει κανείς τους καταστηματάρχες να περιφέρονται ανάμεσα στα εκατοντάδες παλαιά αντικείμενα. Ο καθένας απ’ αυτούς βρέθηκε εκεί ακολουθώντας διαφορετικό μονοπάτι

 23/10/2022 08:12

Της Μαρίας Αραμπατζή

Στη Θεσσαλονίκη, δύο είναι οι λέξεις που σκέφτεσαι όταν ακούς παλιό αντικείμενο, «Μπιτ Παζάρ». Στην ιστορική αγορά που σήμερα όλοι γνωρίζουν για τα εναλλακτικά ουζερί και τα νεανικά μπαράκια που γεμίζουν κάθε βράδυ, το πρωί τα μαγαζάκια που υπάρχουν παρατεταγμένα στο πλακόστρωτο της οδού Τοσίτσα σε ταξιδεύουν σε μία άλλη εποχή.

Το Μπιτ Παζάρ ιδρύθηκε το 1928, μια εποχή, που το πρόβλημα της εγκατάστασης των προσφύγων μετά την Μικρασιατική καταστροφή του 1922,ήταν έντονο. Έτσι, τότε παραχωρήθηκαν οικόπεδα στον Οικοδομικό Συνεταιρισμό Προσφύγων Θεσσαλονίκης και χτίστηκαν διώροφα κτήρια, που εγκαινιάστηκαν παρουσία του Ελευθέριου Βενιζέλου. Στα δωμάτια των ορόφων διέμεναν οι πρόσφυγες, ενώ στο ισόγειο λειτουργούσαν διάφορα μικρομάγαζα που πουλούσαν ως επί το πλείστον παλιά ρούχα, τα περισσότερα γεμάτα με... ψείρες. Χάρη σε αυτές τις ψείρες πήρε και το όνομά της η αγορά. Στην Τουρκική γλώσσα bit (μπιτ) σημαίνει ψείρα, δηλαδή η αγορά της ψείρας.

mpazar-gheniki.png

Περπατώντας στην οδό Τοσίτσα, βλέπει κανείς τους καταστηματάρχες να περιφέρονται ανάμεσα στα εκατοντάδες παλαιά αντικείμενα. Ο καθένας απ’ αυτούς βρέθηκε εκεί ακολουθώντας διαφορετικό μονοπάτι. Είτε του κληροδοτήθηκε από την οικογένεια, είτε έκανε το χόμπι του επάγγελμα.

Παλαιοπωλεία, Παλιατζίδικα , Αντικερί, όπως κι αν αποκαλέσει κανείς αυτά τα μαγαζάκια, σίγουρα θα μπορούσαν να ονομαστούν επίσης μουσεία ιστορίας και αναμνήσεων, καθώς μέσα από τα αντικείμενα, καθένας μπορεί να ταξιδέψει στο χρόνο να γνωρίσει πολιτισμούς να μάθει για τα ήθη και τα έθιμα μιας άλλης εποχής.

«Πολλές φορές έρχονται στα χέρια μας αντικείμενα εκατοντάδων χρόνων τα οποία άλλαξαν πολλά χέρια από γενιά σε γενιά. Από τον πατέρα στο γιο, ο γιος μετά στο δικό του γιο και πάει λέγοντας. Μέχρι που κάποιος κληρονόμος ήθελε να τα ξεφορτωθεί και πέρασαν στα δικά μας χέρια» λέει ο Βασίλης Φετώκης, ιδιοκτήτης αντικερί.

mpazar-1.jpg

«Κάθε αντικείμενο είναι μοναδικό και έχει την ιστορία του άλλες φορές μεγαλύτερη άλλες μικρότερη, εμείς δυστυχώς δεν είμαστε σε θέση να τη γνωρίζουμε συνήθως» τονίζει ο Παναγιώτης Κοτίδης, ιδιοκτήτης παλαιοπωλείου και πρόεδρος του σωματείου παλαιοπωλών.

Τα κριτήρια, που επιλέγουν τα αντικείμενά που θα φέρουν στο χώρο τους, οι παλαιοπώλες, είναι αρκετά και διαφέρουν μεταξύ τους. Άλλοι επιλέγουν σύμφωνα με το προσωπικό τους γούστο, άλλοι σύμφωνα με την παλαιότητα του αντικειμένου, με την τιμή, την σπανιότητα, την κατάσταση που βρίσκεται το αντικείμενο και άλλοι πάλι αγοράζουν οτιδήποτε παλιό αρκεί να είναι οικονομικό και να μπορούν να το «ξεφορτωθούν» εύκολα.

mpazar-2.jpg

«Όταν αγοράζουμε κάτι από έναν ιδιώτη προσπαθούμε να είναι κάτι που δεν χρειάζεται καθόλου επιδιόρθωση ή αυτή να είναι πάρα πολύ μικρή». αναφέρει ο Δημήτρης Φετώκης, ιδιοκτήτης αντικερί.

«Σημασία έχει να είναι κάτι αρκετά οικονομικό που θα μπορεί να φανεί χρήσιμο, ώστε να μπορέσει να πωληθεί γρήγορα» λέει ο Παναγιώτης Κοτίδης.

Σε αυτά τα μαγαζάκια μπορεί να βρει κάποιος βιβλία, δίσκους βινυλίου, ρούχα, έπιπλα, υφαντά, παιχνίδια, σκεύη καθημερινής χρήσης, έργα τέχνης, κοσμήματα, νομίσματα και μια ατελείωτη λίστα πραγμάτων με ότι μπορεί να φανταστεί κανείς, φτιαγμένα από διάφορα υλικά. Η τιμολόγηση τους γίνεται ανάλογα με την όψη την λειτουργικότητα και την ιστορία τους.

mpazar-4.jpg

Οι άνθρωποι που συχνάζουν σ’ αυτά, είτε περιστασιακά, είτε ως θαμώνες, δεν ανήκουν σε κάποια συγκεκριμένη κατηγορία. Δεν προέρχονται από κάποιο κοινωνικό στρώμα και το κίνητρό τους είναι κάθε φορά διαφορετικό. Συλλέκτες, τουρίστες, ρομαντικοί, κάποιοι που μπορεί να χρειάζονται ένα συγκεκριμένο αντικείμενο και να ψάχνουν μία πιο οικονομική λύση, και κάποιοι απλώς περίεργοι. Αυτό όμως που ενώνει τους πωλητές και τους αγοραστές των παλαιοπωλείων είναι η αγάπη τους για το παλιό και η αναγνώριση της αξίας του.

Η αγορά που μέχρι πριν λίγα χρόνια είχε τόση κίνηση που δεν μπορούσες να περάσεις, πλέον τείνει να εξαφανιστεί, καθώς ο κλάδος περνάει κρίση και τα καταστήματα κλείνουν το ένα μετά το άλλο.

mpazar-3.jpg

«Τα πράγματα έχουν δυσκολέψει πολύ. Δύσκολα τα βγάζει πέρα κανείς, η δουλειά αυτή δεν έχει πια κέρδος τα λεφτά που δίνουμε για να το συντηρήσουμε είναι περισσότερα απ’ αυτά που κερδίζουμε» τονίζει ο κ. Κοτίδης.

«Για μας ξεκίνησε η χειρότερη εποχή του χρόνου. Το καλοκαίρι τουλάχιστον κάτι γίνεται με τους τουρίστες, αυτοί βρίσκουν ακόμη ενδιαφέρον στο παλιό» λέει ο Γιάννης Θαλασσινός, ιδιοκτήτης παλαιοπωλείου.

Της Μαρίας Αραμπατζή

Στη Θεσσαλονίκη, δύο είναι οι λέξεις που σκέφτεσαι όταν ακούς παλιό αντικείμενο, «Μπιτ Παζάρ». Στην ιστορική αγορά που σήμερα όλοι γνωρίζουν για τα εναλλακτικά ουζερί και τα νεανικά μπαράκια που γεμίζουν κάθε βράδυ, το πρωί τα μαγαζάκια που υπάρχουν παρατεταγμένα στο πλακόστρωτο της οδού Τοσίτσα σε ταξιδεύουν σε μία άλλη εποχή.

Το Μπιτ Παζάρ ιδρύθηκε το 1928, μια εποχή, που το πρόβλημα της εγκατάστασης των προσφύγων μετά την Μικρασιατική καταστροφή του 1922,ήταν έντονο. Έτσι, τότε παραχωρήθηκαν οικόπεδα στον Οικοδομικό Συνεταιρισμό Προσφύγων Θεσσαλονίκης και χτίστηκαν διώροφα κτήρια, που εγκαινιάστηκαν παρουσία του Ελευθέριου Βενιζέλου. Στα δωμάτια των ορόφων διέμεναν οι πρόσφυγες, ενώ στο ισόγειο λειτουργούσαν διάφορα μικρομάγαζα που πουλούσαν ως επί το πλείστον παλιά ρούχα, τα περισσότερα γεμάτα με... ψείρες. Χάρη σε αυτές τις ψείρες πήρε και το όνομά της η αγορά. Στην Τουρκική γλώσσα bit (μπιτ) σημαίνει ψείρα, δηλαδή η αγορά της ψείρας.

mpazar-gheniki.png

Περπατώντας στην οδό Τοσίτσα, βλέπει κανείς τους καταστηματάρχες να περιφέρονται ανάμεσα στα εκατοντάδες παλαιά αντικείμενα. Ο καθένας απ’ αυτούς βρέθηκε εκεί ακολουθώντας διαφορετικό μονοπάτι. Είτε του κληροδοτήθηκε από την οικογένεια, είτε έκανε το χόμπι του επάγγελμα.

Παλαιοπωλεία, Παλιατζίδικα , Αντικερί, όπως κι αν αποκαλέσει κανείς αυτά τα μαγαζάκια, σίγουρα θα μπορούσαν να ονομαστούν επίσης μουσεία ιστορίας και αναμνήσεων, καθώς μέσα από τα αντικείμενα, καθένας μπορεί να ταξιδέψει στο χρόνο να γνωρίσει πολιτισμούς να μάθει για τα ήθη και τα έθιμα μιας άλλης εποχής.

«Πολλές φορές έρχονται στα χέρια μας αντικείμενα εκατοντάδων χρόνων τα οποία άλλαξαν πολλά χέρια από γενιά σε γενιά. Από τον πατέρα στο γιο, ο γιος μετά στο δικό του γιο και πάει λέγοντας. Μέχρι που κάποιος κληρονόμος ήθελε να τα ξεφορτωθεί και πέρασαν στα δικά μας χέρια» λέει ο Βασίλης Φετώκης, ιδιοκτήτης αντικερί.

mpazar-1.jpg

«Κάθε αντικείμενο είναι μοναδικό και έχει την ιστορία του άλλες φορές μεγαλύτερη άλλες μικρότερη, εμείς δυστυχώς δεν είμαστε σε θέση να τη γνωρίζουμε συνήθως» τονίζει ο Παναγιώτης Κοτίδης, ιδιοκτήτης παλαιοπωλείου και πρόεδρος του σωματείου παλαιοπωλών.

Τα κριτήρια, που επιλέγουν τα αντικείμενά που θα φέρουν στο χώρο τους, οι παλαιοπώλες, είναι αρκετά και διαφέρουν μεταξύ τους. Άλλοι επιλέγουν σύμφωνα με το προσωπικό τους γούστο, άλλοι σύμφωνα με την παλαιότητα του αντικειμένου, με την τιμή, την σπανιότητα, την κατάσταση που βρίσκεται το αντικείμενο και άλλοι πάλι αγοράζουν οτιδήποτε παλιό αρκεί να είναι οικονομικό και να μπορούν να το «ξεφορτωθούν» εύκολα.

mpazar-2.jpg

«Όταν αγοράζουμε κάτι από έναν ιδιώτη προσπαθούμε να είναι κάτι που δεν χρειάζεται καθόλου επιδιόρθωση ή αυτή να είναι πάρα πολύ μικρή». αναφέρει ο Δημήτρης Φετώκης, ιδιοκτήτης αντικερί.

«Σημασία έχει να είναι κάτι αρκετά οικονομικό που θα μπορεί να φανεί χρήσιμο, ώστε να μπορέσει να πωληθεί γρήγορα» λέει ο Παναγιώτης Κοτίδης.

Σε αυτά τα μαγαζάκια μπορεί να βρει κάποιος βιβλία, δίσκους βινυλίου, ρούχα, έπιπλα, υφαντά, παιχνίδια, σκεύη καθημερινής χρήσης, έργα τέχνης, κοσμήματα, νομίσματα και μια ατελείωτη λίστα πραγμάτων με ότι μπορεί να φανταστεί κανείς, φτιαγμένα από διάφορα υλικά. Η τιμολόγηση τους γίνεται ανάλογα με την όψη την λειτουργικότητα και την ιστορία τους.

mpazar-4.jpg

Οι άνθρωποι που συχνάζουν σ’ αυτά, είτε περιστασιακά, είτε ως θαμώνες, δεν ανήκουν σε κάποια συγκεκριμένη κατηγορία. Δεν προέρχονται από κάποιο κοινωνικό στρώμα και το κίνητρό τους είναι κάθε φορά διαφορετικό. Συλλέκτες, τουρίστες, ρομαντικοί, κάποιοι που μπορεί να χρειάζονται ένα συγκεκριμένο αντικείμενο και να ψάχνουν μία πιο οικονομική λύση, και κάποιοι απλώς περίεργοι. Αυτό όμως που ενώνει τους πωλητές και τους αγοραστές των παλαιοπωλείων είναι η αγάπη τους για το παλιό και η αναγνώριση της αξίας του.

Η αγορά που μέχρι πριν λίγα χρόνια είχε τόση κίνηση που δεν μπορούσες να περάσεις, πλέον τείνει να εξαφανιστεί, καθώς ο κλάδος περνάει κρίση και τα καταστήματα κλείνουν το ένα μετά το άλλο.

mpazar-3.jpg

«Τα πράγματα έχουν δυσκολέψει πολύ. Δύσκολα τα βγάζει πέρα κανείς, η δουλειά αυτή δεν έχει πια κέρδος τα λεφτά που δίνουμε για να το συντηρήσουμε είναι περισσότερα απ’ αυτά που κερδίζουμε» τονίζει ο κ. Κοτίδης.

«Για μας ξεκίνησε η χειρότερη εποχή του χρόνου. Το καλοκαίρι τουλάχιστον κάτι γίνεται με τους τουρίστες, αυτοί βρίσκουν ακόμη ενδιαφέρον στο παλιό» λέει ο Γιάννης Θαλασσινός, ιδιοκτήτης παλαιοπωλείου.

ΣΧΟΛΙΑ

Επιλέξτε Κατηγορία