ΚΟΙΝΩΝΙΑ

Ελληνικό #Metoo: Δεν πρέπει να ζητάμε από το θύμα να αντιδρά, αλλά από τον δράστη να μην παρενοχλεί

Πυροδοτήθηκε από την εξομολόγηση της Σοφίας Μπεκατώρου και συνεχίστηκε με καταγγελίες γυναικών από το χώρο του πολιτισμού και των πανεπιστημίων - Τι λένε στη «ΜτΚ» δικηγόροι που έχουν χειριστεί υποθέσεις παρενόχλησης

 21/02/2021 17:30

Ελληνικό #Metoo: Δεν πρέπει να ζητάμε  από το θύμα να αντιδρά, αλλά από τον δράστη  να μην παρενοχλεί

Σοφία Χριστοφορίδου

«Μην μπλέκεις, δεν θα βρεις άκρη. Θα σου γυρίσει μπούμερανγκ. Δεν έπαθες δα και τίποτα, δεν σε βίασε. Ξέχασέ το και προχώρα». Αυτές είναι κάποιες από τις συνηθισμένες αντιδράσεις από το επαγγελματικό ή φιλικό περιβάλλον μιας γυναίκας, όταν βρει το κουράγιο να εξομολογηθεί ότι έπεσε θύμα σεξουαλικής παρενόχλησης στη δουλειά της.

Το ελληνικό #metoo, που πυροδοτήθηκε από την εξομολόγηση της Ολυμπιονίκη Σοφίας Μπεκατώρου και συνεχίστηκε με καταγγελίες γυναικών από το χώρο του πολιτισμού και των πανεπιστημίων, έχει αναπτερώσει το ηθικό των γυναικών και τις έχει δώσει δύναμη για να μιλήσουν.

«Αυτό από μόνο του είναι ένα τεράστιο όφελος» λέει η Άννα Τσιφτελίδου, συνήγορος γυναικών που είχαν πέσει θύματα παρενόχλησης, όταν ήταν φοιτήτριες στο ΑΠΘ. «Ενώ μέχρι πρότινος καμία δεν τολμούσε να μιλήσει, αυτή τη στιγμή δημιουργήθηκε μΊα χιονοστιβάδα. Ασχέτως αν όλες ή κάποιες οι υποθέσεις φτάσουν στα δικαστήρια και τιμωρηθούν οι ένοχοι, όλη αυτή η δυναμική μπορεί να αλλάξει τα έμφυλα στερεότυπα και να βελτιώσει το ισχύον θεσμικό πλαίσιο. Κάποιοι είχαν αποθρασυνθεί επειδή δεν υπήρχαν καταγγελίες και δεν προχωρούσαν οι υποθέσεις σε επίπεδο ποινικής δίωξης. Μετά από αυτό το κύμα καταγγελιών, κάποιοι άνδρες θα φοβηθούν να προχωρήσουν ή να επαναλάβουν τέτοιες συμπεριφορές και πολλές γυναίκες θα τολμήσουν να μιλήσουν πιο εύκολα στο μέλλον» λέει.

Η δικηγόρος Ιωάννα Στεντούμη έχει χειριστεί πολλές υποθέσεις παρενόχλησης. Το τελευταίο διάστημα, με την αλυσίδα των αποκαλύψεων, δέχτηκε πολλά τηλεφωνήματα από γυναίκες σε κακή ψυχολογική κατάσταση, που ξαναέζησαν την τραυματική τους εμπειρία, είτε αναγκάστηκαν σε σεξουαλική επαφή, είτε δέχτηκαν αγγίσματα και λεκτική παρενόχληση. Γιατί δεν μιλούν οι γυναίκες; «Δυστυχώς υπάρχει κουλτούρα ενοχοποίησης του θύματος. Ακόμα και για γυναίκες από το χώρο του θεάματος, που κάνουν επώνυμες καταγγελίες ακούμε αντιδράσεις του τύπου ‘αυτά γίνονται’, ‘μπορεί και να προκάλεσαν’, ‘ε, δεν έπαθαν και τίποτα’. Φανταστείτε πόσο δύσκολο είναι για λιγότερο προβεβλημένες εργαζόμενες, για μία υπάλληλο, για μία καθαρίστρια. Όταν σου συμβαίνει, παγώνεις, φοβάσαι τι επίδραση θα έχει αυτό στη δουλειά σου, πως θα φανεί προς τα έξω».


ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ: Την Τετάρτη απολογείται ο Δ. Λιγνάδης


Σχέσεις εξουσίας και μηχανισμοί άμυνας

Πολύ συχνά, η παρενόχληση ακολουθεί το ίδιο μοτίβο. Υπάρχει μία σχέση εξουσίας, με τον άνδρα στη θέση του εργοδότη ή προϊσταμένου και τη γυναίκα στη θέση υπαλλήλου ή υφισταμένης. Συχνά τα θύματα είναι πιο νέα σε ηλικία ή πιο ευάλωτα, δεν έχουν τη δύναμη να ορθώσουν ανάστημα ή το περιθώριο να χάσουν τη δουλειά τους. Η παρενόχληση μπορεί να αρχίσει με κομπλιμέντα και φλερτ, ανέκδοτα σεξουαλικού περιεχομένου και αγγίγματα που ξεκινούν από το χέρι και να καταλήγουν σε ερωτογενείς ζώνες.

«Η ίδια συμπεριφορά μπορεί να είναι πολύ διαφορετική, αν εκδηλώνεται σε ένα μπαρ από ό,τι σε ένα περιβάλλον εργασίας» σημειώνει η κ. Τσιφτελίδου, που διαπιστώνει ότι ακόμα και σήμερα το άλλο φύλο δεν έχει καταλάβει πότε η συμπεριφορά του είναι προσβλητική ή συνιστά παρενόχληση.

Η συμπεριφορά αυτή πηγάζει από την αντίληψη ότι είναι στη «φύση» του άνδρα να μη συγκρατεί τις παρορμήσεις του αλλά να τις εκφράζει ή και να τις επιβάλλει, και ότι η γυναίκα είναι αυτή που οφείλει να βάζει τα όρια και μην «προκαλεί» με την παρουσία της.

Οι δράστες προσπαθούν να δημιουργήσουν κλίμα οικειότητας και σταδιακά αυξάνουν την πίεση στα θύματα, τα οποία νιώθουν ότι ευθύνονται γιατί δεν το εμπόδισαν και στη συνέχεια ντροπή και φόβο για την έκθεση απέναντι σε συναδέλφους που μπορεί να τις ενοχοποιήσουν. «Όμως δεν πρέπει να ζητάμε από το θύμα να εμποδίσει, αλλά από τον δράστη να μην παρενοχλήσει. Όπως δεν θα ρίχναμε ευθύνες στο θύμα μιας κλοπής, αλλά στον δράστη» παρατηρεί η κ. Στεντούμη.

Η ίδια ανακαλεί στη μνήμη της μία υπόθεση νεαρής εργαζόμενης την οποία ο εργοδότης πλησίαζε όλο και πιο κοντά, στη συνέχεια πέρασε στα αγγίγματα και τις θωπείες. Μετά τις καταγγελίες στην Επιθεώρηση Εργασίας ο εργοδότης θορυβήθηκε και είπε ότι όλο αυτό ήταν αθώο γιατί την έβλεπε σαν κόρη του. «Πολλές φορές το επιχείρημα είναι ότι επρόκειτο για αστείο που η γυναίκα δεν κατάλαβε, ότι αντιδρά υπερβολικά, ότι είναι πολύ συναισθηματική» λέει η κ. Στεντούμη.


ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ: Η πρώτη μήνυση στο ελληνικό #MeToo: Ο Βασίλης περιγράφει πώς έπεσε θύμα βιασμού στα 15 του (βίντεο)


Μόνο 1 στις 3 μιλά

Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα της ActionAid για τη σεξουαλική παρενόχληση στη χώρα αποτελεί, που έγινε τον περασμένο Νοέμβριο, μία στις πέντε γυναίκες στην Ελλάδα αναφέρει ότι έχει υπάρξει θύμα σεξουαλικού εκβιασμού, μία στις δέκα έχει υπάρξει θύμα απόπειρας σεξουαλικής επίθεσης/απόπειρας βιασμού/βιασμού. Μία στις δύο γυναίκες έχει νιώσει ανεπιθύμητη σωματική επαφή ενώ έχει δεχθεί προσωπικά πρόστυχα σχόλια. Στον επισιτισμό η σεξουαλική παρενόχληση είναι περίπου κανόνας, αφού το 85% των γυναικών που συμμετείχαν στην έρευνα απάντησαν ότι έχει υποστεί τέτοιου είδους συμπεριφορά. Όμως μόλις το 35% των γυναικών δηλώνει ότι μίλησε σε κάποιον για το περιστατικό.

Απαιτεί μεγάλες ψυχικές αντοχές για να αντέξει μία γυναίκα την έκθεση, την περιθωριοποίηση ή και το στίγμα στον χώρο εργασίας, ενώ πάντα υπάρχει ο φόβος για εκδικητική συμπεριφορά από πλευράς του προϊσταμένου. Συνήθως οι γυναίκες αντιδρούν με παθητικό τρόπο, απομακρύνονται μόνες τους από τον άνθρωπο με την κακοποιητική συμπεριφορά. Μπορεί να παραιτηθούν από τη δουλειά τους ή να ζητήσουν μετάθεση για να αποφύγουν αυτόν που τις παρενοχλεί. Άλλες υποχρεώνονται να μιμηθούν τα χοντροκομμένα αστεία που δέχονται από τον προϊστάμενό τους, για να δείξουν ότι είναι άνετες και όχι θύματα, προκειμένου να επιβιώσουν, σε ένα δύσκολο εργασιακό περιβάλλον.

Λίγες έχουν τις ψυχικές και οικονομικές αντοχές να προσφύγουν στη δικαιοσύνη και να περιμένουν χρόνια μέχρι να τελεσιδικήσει η υπόθεση. Το δύσκολο σε αυτές τις υποθέσεις είναι να βρεις μάρτυρες για να στοιχειοθετήσεις την κατηγορία. Οι συνάδελφοι δεν είναι δεδομένο ότι θα τολμήσουν να στραφούν κατά άλλου συναδέλφου, πολλώ δε μάλλον κατά ενός ανωτέρου.

Όμως καμία γυναίκα που κάνει καταγγελία «δεν ρισκάρει να στιγματιστεί ή να δεχτεί αγωγή για συκοφαντική δυσφήμιση, αν δεν έχει υπάρξει όντως θύμα» λέει η κ. Στεντούμη.

Το νομικό πλαίσιο και οι τρόπο αντίδρασης

Σύμφωνα με τον Ν. 3896/2010 ως «σεξουαλική παρενόχληση» ορίζεται οποιαδήποτε μορφή ανεπιθύμητης λεκτικής, ψυχολογικής ή σωματικής συμπεριφοράς σεξουαλικού χαρακτήρα, με αποτέλεσμα την προσβολή της προσωπικότητας ενός προσώπου, ιδίως με τη δημιουργία εκφοβιστικού, εχθρικού, εξευτελιστικού, ταπεινωτικού ή επιθετικού περιβάλλοντος γύρω από αυτό. Για παράδειγμα, ανεπιθύμητα αγγίγματα, επαναλαμβανόμενα σχόλια σχετικά με το πόσο ελκυστικό είναι ένα άτομο, αποστολή μηνυμάτων με υπονοούμενα σεξουαλικού τύπου, προσκλήσεις για συναντήσεις για συνεύρεση, χυδαία αστεία, προσφορά δώρων με σκοπό να υπάρχει σεξουαλική ανταπόδοση, επίδειξη γενετικών οργάνων, απρεπείς σεξουαλικές χειρονομίες κ.ά.

Δύο άλλοι νόμοι που καλύπτουν θεσμικά τέτοιες υποθέσεις είναι ο ν. 4531/2018 που κυρώνει την σύμβαση της Κωνσταντινούπολης και ο ν. 4604/2019 για την προώθηση της ουσιαστικής ισότητας των φύλων και πρόληψη και καταπολέμηση της έμφυλης βίας.

«Νομοθετικό πλαίσιο υπάρχει, η δυσκολία είναι μέχρι να φτάσουμε στην καταγγελία, γιατί όταν ο θύτης είναι ο ισχυρός και το θύμα νιώθει αδύναμο, σιωπά» σημειώνει η κ. Τσιφτελίδου.

«Το θύμα μπορεί να υποβάλει μέσα σε τρεις μήνες έγκληση για προσβολή της γενετήσιας αξιοπρέπειας ή ευπρέπειας (όταν δεν μεσολάβησε σωματική επαφή αλλά μόνο λεκτική παρενόχληση του θύματος ή ανάρμοστη συμπεριφορά, όπως αυνανισμός του δράστη). Επίσης, μπορεί να υποβάλει αγωγή για προσβολή προσωπικότητας, να διεκδικήσει αποζημίωση για ηθική βλάβη ή για τυχόν βλαπτική μεταβολή στους όρους εργασίας ή να στραφεί κατά του εργοδότη (ακόμα και αν δεν είναι ο ίδιος ο δράστης) γιατί δεν δημιούργησε συνθήκες εργασίας που να μην επιτρέπουν παρενοχλητική συμπεριφορά» αναφέρει η κ. Στεντούμη.

Τα θύματα μπορούν επίσης να καταφύγουν στον Συνήγορο του Πολίτη, την Εθνική Αρχή Διαφάνειας (αν πρόκειται για δημόσια υπηρεσία) και στην Επιθεώρηση Εργασίας, ή να απευθυνθούν στην τηλεφωνική γραμμή SOS 15900 και να μιλήσουν με ψυχολόγους και κοινωνικούς λειτουργούς.

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 21 Φεβρουαρίου 2021

«Μην μπλέκεις, δεν θα βρεις άκρη. Θα σου γυρίσει μπούμερανγκ. Δεν έπαθες δα και τίποτα, δεν σε βίασε. Ξέχασέ το και προχώρα». Αυτές είναι κάποιες από τις συνηθισμένες αντιδράσεις από το επαγγελματικό ή φιλικό περιβάλλον μιας γυναίκας, όταν βρει το κουράγιο να εξομολογηθεί ότι έπεσε θύμα σεξουαλικής παρενόχλησης στη δουλειά της.

Το ελληνικό #metoo, που πυροδοτήθηκε από την εξομολόγηση της Ολυμπιονίκη Σοφίας Μπεκατώρου και συνεχίστηκε με καταγγελίες γυναικών από το χώρο του πολιτισμού και των πανεπιστημίων, έχει αναπτερώσει το ηθικό των γυναικών και τις έχει δώσει δύναμη για να μιλήσουν.

«Αυτό από μόνο του είναι ένα τεράστιο όφελος» λέει η Άννα Τσιφτελίδου, συνήγορος γυναικών που είχαν πέσει θύματα παρενόχλησης, όταν ήταν φοιτήτριες στο ΑΠΘ. «Ενώ μέχρι πρότινος καμία δεν τολμούσε να μιλήσει, αυτή τη στιγμή δημιουργήθηκε μΊα χιονοστιβάδα. Ασχέτως αν όλες ή κάποιες οι υποθέσεις φτάσουν στα δικαστήρια και τιμωρηθούν οι ένοχοι, όλη αυτή η δυναμική μπορεί να αλλάξει τα έμφυλα στερεότυπα και να βελτιώσει το ισχύον θεσμικό πλαίσιο. Κάποιοι είχαν αποθρασυνθεί επειδή δεν υπήρχαν καταγγελίες και δεν προχωρούσαν οι υποθέσεις σε επίπεδο ποινικής δίωξης. Μετά από αυτό το κύμα καταγγελιών, κάποιοι άνδρες θα φοβηθούν να προχωρήσουν ή να επαναλάβουν τέτοιες συμπεριφορές και πολλές γυναίκες θα τολμήσουν να μιλήσουν πιο εύκολα στο μέλλον» λέει.

Η δικηγόρος Ιωάννα Στεντούμη έχει χειριστεί πολλές υποθέσεις παρενόχλησης. Το τελευταίο διάστημα, με την αλυσίδα των αποκαλύψεων, δέχτηκε πολλά τηλεφωνήματα από γυναίκες σε κακή ψυχολογική κατάσταση, που ξαναέζησαν την τραυματική τους εμπειρία, είτε αναγκάστηκαν σε σεξουαλική επαφή, είτε δέχτηκαν αγγίσματα και λεκτική παρενόχληση. Γιατί δεν μιλούν οι γυναίκες; «Δυστυχώς υπάρχει κουλτούρα ενοχοποίησης του θύματος. Ακόμα και για γυναίκες από το χώρο του θεάματος, που κάνουν επώνυμες καταγγελίες ακούμε αντιδράσεις του τύπου ‘αυτά γίνονται’, ‘μπορεί και να προκάλεσαν’, ‘ε, δεν έπαθαν και τίποτα’. Φανταστείτε πόσο δύσκολο είναι για λιγότερο προβεβλημένες εργαζόμενες, για μία υπάλληλο, για μία καθαρίστρια. Όταν σου συμβαίνει, παγώνεις, φοβάσαι τι επίδραση θα έχει αυτό στη δουλειά σου, πως θα φανεί προς τα έξω».


ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ: Την Τετάρτη απολογείται ο Δ. Λιγνάδης


Σχέσεις εξουσίας και μηχανισμοί άμυνας

Πολύ συχνά, η παρενόχληση ακολουθεί το ίδιο μοτίβο. Υπάρχει μία σχέση εξουσίας, με τον άνδρα στη θέση του εργοδότη ή προϊσταμένου και τη γυναίκα στη θέση υπαλλήλου ή υφισταμένης. Συχνά τα θύματα είναι πιο νέα σε ηλικία ή πιο ευάλωτα, δεν έχουν τη δύναμη να ορθώσουν ανάστημα ή το περιθώριο να χάσουν τη δουλειά τους. Η παρενόχληση μπορεί να αρχίσει με κομπλιμέντα και φλερτ, ανέκδοτα σεξουαλικού περιεχομένου και αγγίγματα που ξεκινούν από το χέρι και να καταλήγουν σε ερωτογενείς ζώνες.

«Η ίδια συμπεριφορά μπορεί να είναι πολύ διαφορετική, αν εκδηλώνεται σε ένα μπαρ από ό,τι σε ένα περιβάλλον εργασίας» σημειώνει η κ. Τσιφτελίδου, που διαπιστώνει ότι ακόμα και σήμερα το άλλο φύλο δεν έχει καταλάβει πότε η συμπεριφορά του είναι προσβλητική ή συνιστά παρενόχληση.

Η συμπεριφορά αυτή πηγάζει από την αντίληψη ότι είναι στη «φύση» του άνδρα να μη συγκρατεί τις παρορμήσεις του αλλά να τις εκφράζει ή και να τις επιβάλλει, και ότι η γυναίκα είναι αυτή που οφείλει να βάζει τα όρια και μην «προκαλεί» με την παρουσία της.

Οι δράστες προσπαθούν να δημιουργήσουν κλίμα οικειότητας και σταδιακά αυξάνουν την πίεση στα θύματα, τα οποία νιώθουν ότι ευθύνονται γιατί δεν το εμπόδισαν και στη συνέχεια ντροπή και φόβο για την έκθεση απέναντι σε συναδέλφους που μπορεί να τις ενοχοποιήσουν. «Όμως δεν πρέπει να ζητάμε από το θύμα να εμποδίσει, αλλά από τον δράστη να μην παρενοχλήσει. Όπως δεν θα ρίχναμε ευθύνες στο θύμα μιας κλοπής, αλλά στον δράστη» παρατηρεί η κ. Στεντούμη.

Η ίδια ανακαλεί στη μνήμη της μία υπόθεση νεαρής εργαζόμενης την οποία ο εργοδότης πλησίαζε όλο και πιο κοντά, στη συνέχεια πέρασε στα αγγίγματα και τις θωπείες. Μετά τις καταγγελίες στην Επιθεώρηση Εργασίας ο εργοδότης θορυβήθηκε και είπε ότι όλο αυτό ήταν αθώο γιατί την έβλεπε σαν κόρη του. «Πολλές φορές το επιχείρημα είναι ότι επρόκειτο για αστείο που η γυναίκα δεν κατάλαβε, ότι αντιδρά υπερβολικά, ότι είναι πολύ συναισθηματική» λέει η κ. Στεντούμη.


ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΗ: Η πρώτη μήνυση στο ελληνικό #MeToo: Ο Βασίλης περιγράφει πώς έπεσε θύμα βιασμού στα 15 του (βίντεο)


Μόνο 1 στις 3 μιλά

Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα της ActionAid για τη σεξουαλική παρενόχληση στη χώρα αποτελεί, που έγινε τον περασμένο Νοέμβριο, μία στις πέντε γυναίκες στην Ελλάδα αναφέρει ότι έχει υπάρξει θύμα σεξουαλικού εκβιασμού, μία στις δέκα έχει υπάρξει θύμα απόπειρας σεξουαλικής επίθεσης/απόπειρας βιασμού/βιασμού. Μία στις δύο γυναίκες έχει νιώσει ανεπιθύμητη σωματική επαφή ενώ έχει δεχθεί προσωπικά πρόστυχα σχόλια. Στον επισιτισμό η σεξουαλική παρενόχληση είναι περίπου κανόνας, αφού το 85% των γυναικών που συμμετείχαν στην έρευνα απάντησαν ότι έχει υποστεί τέτοιου είδους συμπεριφορά. Όμως μόλις το 35% των γυναικών δηλώνει ότι μίλησε σε κάποιον για το περιστατικό.

Απαιτεί μεγάλες ψυχικές αντοχές για να αντέξει μία γυναίκα την έκθεση, την περιθωριοποίηση ή και το στίγμα στον χώρο εργασίας, ενώ πάντα υπάρχει ο φόβος για εκδικητική συμπεριφορά από πλευράς του προϊσταμένου. Συνήθως οι γυναίκες αντιδρούν με παθητικό τρόπο, απομακρύνονται μόνες τους από τον άνθρωπο με την κακοποιητική συμπεριφορά. Μπορεί να παραιτηθούν από τη δουλειά τους ή να ζητήσουν μετάθεση για να αποφύγουν αυτόν που τις παρενοχλεί. Άλλες υποχρεώνονται να μιμηθούν τα χοντροκομμένα αστεία που δέχονται από τον προϊστάμενό τους, για να δείξουν ότι είναι άνετες και όχι θύματα, προκειμένου να επιβιώσουν, σε ένα δύσκολο εργασιακό περιβάλλον.

Λίγες έχουν τις ψυχικές και οικονομικές αντοχές να προσφύγουν στη δικαιοσύνη και να περιμένουν χρόνια μέχρι να τελεσιδικήσει η υπόθεση. Το δύσκολο σε αυτές τις υποθέσεις είναι να βρεις μάρτυρες για να στοιχειοθετήσεις την κατηγορία. Οι συνάδελφοι δεν είναι δεδομένο ότι θα τολμήσουν να στραφούν κατά άλλου συναδέλφου, πολλώ δε μάλλον κατά ενός ανωτέρου.

Όμως καμία γυναίκα που κάνει καταγγελία «δεν ρισκάρει να στιγματιστεί ή να δεχτεί αγωγή για συκοφαντική δυσφήμιση, αν δεν έχει υπάρξει όντως θύμα» λέει η κ. Στεντούμη.

Το νομικό πλαίσιο και οι τρόπο αντίδρασης

Σύμφωνα με τον Ν. 3896/2010 ως «σεξουαλική παρενόχληση» ορίζεται οποιαδήποτε μορφή ανεπιθύμητης λεκτικής, ψυχολογικής ή σωματικής συμπεριφοράς σεξουαλικού χαρακτήρα, με αποτέλεσμα την προσβολή της προσωπικότητας ενός προσώπου, ιδίως με τη δημιουργία εκφοβιστικού, εχθρικού, εξευτελιστικού, ταπεινωτικού ή επιθετικού περιβάλλοντος γύρω από αυτό. Για παράδειγμα, ανεπιθύμητα αγγίγματα, επαναλαμβανόμενα σχόλια σχετικά με το πόσο ελκυστικό είναι ένα άτομο, αποστολή μηνυμάτων με υπονοούμενα σεξουαλικού τύπου, προσκλήσεις για συναντήσεις για συνεύρεση, χυδαία αστεία, προσφορά δώρων με σκοπό να υπάρχει σεξουαλική ανταπόδοση, επίδειξη γενετικών οργάνων, απρεπείς σεξουαλικές χειρονομίες κ.ά.

Δύο άλλοι νόμοι που καλύπτουν θεσμικά τέτοιες υποθέσεις είναι ο ν. 4531/2018 που κυρώνει την σύμβαση της Κωνσταντινούπολης και ο ν. 4604/2019 για την προώθηση της ουσιαστικής ισότητας των φύλων και πρόληψη και καταπολέμηση της έμφυλης βίας.

«Νομοθετικό πλαίσιο υπάρχει, η δυσκολία είναι μέχρι να φτάσουμε στην καταγγελία, γιατί όταν ο θύτης είναι ο ισχυρός και το θύμα νιώθει αδύναμο, σιωπά» σημειώνει η κ. Τσιφτελίδου.

«Το θύμα μπορεί να υποβάλει μέσα σε τρεις μήνες έγκληση για προσβολή της γενετήσιας αξιοπρέπειας ή ευπρέπειας (όταν δεν μεσολάβησε σωματική επαφή αλλά μόνο λεκτική παρενόχληση του θύματος ή ανάρμοστη συμπεριφορά, όπως αυνανισμός του δράστη). Επίσης, μπορεί να υποβάλει αγωγή για προσβολή προσωπικότητας, να διεκδικήσει αποζημίωση για ηθική βλάβη ή για τυχόν βλαπτική μεταβολή στους όρους εργασίας ή να στραφεί κατά του εργοδότη (ακόμα και αν δεν είναι ο ίδιος ο δράστης) γιατί δεν δημιούργησε συνθήκες εργασίας που να μην επιτρέπουν παρενοχλητική συμπεριφορά» αναφέρει η κ. Στεντούμη.

Τα θύματα μπορούν επίσης να καταφύγουν στον Συνήγορο του Πολίτη, την Εθνική Αρχή Διαφάνειας (αν πρόκειται για δημόσια υπηρεσία) και στην Επιθεώρηση Εργασίας, ή να απευθυνθούν στην τηλεφωνική γραμμή SOS 15900 και να μιλήσουν με ψυχολόγους και κοινωνικούς λειτουργούς.

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 21 Φεβρουαρίου 2021

ΣΧΟΛΙΑ

Επιλέξτε Κατηγορία