ΚΟΙΝΩΝΙΑ

Δυστύχημα στα Τέμπη: Tα βήματα και τα εμπόδια για την άρση ασυλίας υπουργών

Ποια διαδικασία πρέπει να ακολουθηθεί για να βρεθεί ένας βουλευτής στο ειδώλιο και ποιες οι διαφορές στις περιπτώσεις υπουργών

 25/03/2024 08:00

Δυστύχημα στα Τέμπη: Tα βήματα και τα εμπόδια  για την άρση ασυλίας υπουργών

Θεολόγος Ηλιού

Οι γονείς των αδικοχαμένων θυμάτων στα Τέμπη, Μαρία Καρυστιανού και Παύλος Ασαλανίδης, κατέθεσαν αίτημα στη Βουλή για άρση της ασυλίας και την ενεργοποίηση του νόμου περί ευθυνών υπουργών, ώστε να εξεταστούν τυχόν ποινικές ευθύνες σε βάρος του Κώστα Καραμανλή και του Χρήστου Σπίρτζη για το μεγαλύτερο σιδηροδρομικό δυστύχημα στη χώρα.

Ωστόσο είτε για την άρση της βουλευτικής ασυλίας είτε για την ενεργοποίηση του νόμου για ποινική ευθύνη υπουργών, αποφασίζει μόνο η Βουλή και τα όργανά της. Σύμφωνα με έγκριτους νομικούς, ακόμα και ο εφέτης ανακριτής στην Λάρισα, που έχει στα χέρια του την υπόθεση των Τεμπών, να διαπιστώσει ποινικές ευθύνες πολιτικών προσώπων δεν μπορεί να τους καλέσει ο ίδιος, αλλά πρέπει να απευθυνθεί στη Βουλή.

Υπάρχουν μια σειρά από βήματα για να αρθεί τελικά μια βουλευτική ασυλία και κάποιες συγκεκριμένες διαδικασίες για να καθίσουν στο εδώλιο υπουργοί και υφυπουργοί. Ταυτόχρονα, υπάρχουν τείχη προστασίας που παρέχονται στα πολιτικά πρόσωπα πριν βρεθούν ενώπιον της δικαιοσύνης, τα οποία «σπάνε» με πλειοψηφίες της Βουλής και αποφάσεις οργάνων και επιτροπών της.

Πώς μπορεί να καθίσουν στο εδώλιο υπουργοί

«Καταρχάς να ξεκινήσουμε με τον διαχωρισμό ότι άλλο είναι η βουλευτική ασυλία και άλλο η ποινική ευθύνη των υπουργών και υφυπουργών» τονίζει στη «ΜτΚ» ο πρώην υπουργός Δικαιοσύνης και καθηγητής Ποινικού Δικαίου στο ΑΠΘ Νίκος Παρασκευόπουλος. «Για τις ευθύνες υπουργών υπάρχει το άρθρο 86. Παλιότερα, περίκλειε τη σύντομη παραγραφή των αδικημάτων για το γεγονότος που τελούταν κατά την άσκηση των καθηκόντων, αλλά καταργήθηκε. Ο νόμος περί ευθύνης υπουργών και το άρθρο 86, προβλέπει να υπάρχει ειδική διαδικασία την οποία θα πρέπει να αποφασίσει η Βουλή. Αρχικά πρέπει να αποφασιστεί η συγκρότηση εξεταστικής επιτροπής και αν προκύπτουν ευθύνες που βαραίνουν υπουργούς, συγκροτείται έπειτα ειδικό δικαστήριο για να καθίσουν στο ειδώλιο» εξηγεί ο κ. Παρασκευόπουλος.

Στην ουσία, όπως λέει στη «ΜτΚ» ο πολιτικός επιστήμονας Λευτέρης Κουσούλης, το άρθρο 86 ορίζει ότι μόνο η Βουλή μπορεί να τελικώς να κατηγορήσει υπουργό ή υφυπουργό για την άσκηση καθηκόντων. «Οποιαδήποτε έγκλιση και να γίνει περνάει από την Βουλή. Έχει προβλεφθεί ένα πέπλο προστασίας του πολιτικού συστήματος που δεν μπορεί να παρακαμφθεί με άλλες διαδικασίες, παρά μόνο με αυτές που ορίζει ο νόμος περί ευθύνης υπουργών. Συγκεκριμένα η ασφάλεια που παρέχει στον εκάστοτε υπουργό είναι ότι πρέπει πρώτα γίνει η προανακριτική, η άρση και έπειτα ειδικό δικαστήριο ειδικά για τον υπουργό που διώκεται» σημειώνει ο κ. Κουσούλης.

«Εν ολίγης το σύνολο της απόφασης και της έρευνας για την ποινική δίωξη των υπουργών και υφυπουργών για τα συγκεκριμένα εγκλήματα που τελούνται κατά την άσκηση των καθηκόντων τους περνάει από τα χέρια της δικαιοσύνης στα χέρια των βουλευτών» επισημαίνει ο δικηγόρος Θοδωρής Καραγιάννης. «Ο νόμος ορίζει ότι για την έναρξη της διαδικασίας που μπορεί να οδηγήσει σε δίωξη κατά υπουργού πρέπει να υπάρξει σχετική πρόταση για άσκηση της ποινικής δίωξης που υποβάλλεται από τριάντα τουλάχιστον βουλευτές, με συγκεκριμένη αναφορά στα στοιχεία της αξιόποινης πράξης και μνεία των διατάξεων που παραβιάστηκαν, διαφορετικά είναι απαράδεκτη. Την προέρευνα της υπόθεσης (προκαταρκτική εξέταση), εφόσον προηγηθεί η ανωτέρω πρόταση διεξάγει ειδική κοινοβουλευτική επιτροπή που ουσιαστικά υποκαθιστά το έργο του αρμόδιου Εισαγγελέα πρωτοδικών. Η απόφαση για την άσκηση ή μη της ποινικής δίωξης λαμβάνεται με την απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των βουλευτών, μετά από την κατάθεση του πορίσματος της επιτροπής των βουλευτών με το πέρας της προκαταρκτικής εξέτασης. Σε όλες τις ανωτέρω διαδικασίες οι πραγματικά αρμόδιοι, ήτοι οι Έλληνες Δικαστές και Εισαγγελείς προβλέπονται μόνο δυνητικά και χωρίς αποφασιστικό, αλλά μόνο με γνωμοδοτικό ρόλο» εξηγεί ο κ. Καραγιάννης.

Όπως τονίζει ο πολιτικός επιστήμονας Λευτέρης Κουσούλης, «αν ο εφέτης ανακριτής κατά την έρευνα διαπιστώσει ενδεχόμενο ευθυνών πολιτικών προσώπων αμίλητη θα οδηγήσει την υπόθεση στη Βουλή για να αρχίσουν οι προβλεπόμενες διαδικασίες». Ακόμα και να μην είναι πλέον υπουργός το πρόσωπο που θα κατηγορηθεί και πάλι προβλέπεται να συγκροτηθεί ειδικό δικαστήριο. «Το άρθρο 86 του συντάγματος εξειδικεύει ο Ν. 3126/2003 που αναφέρει ότι τα πλημμελήματα ή κακουργήματα, που τελούνται από υπουργό, υφυπουργό και μέλος της κυβέρνησης, κατά την άσκηση των καθηκόντων του, εκδικάζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου αυτού από το Ειδικό Δικαστήριο, ακόμη και αν ο Υπουργός έχει παύσει να έχει την ιδιότητα αυτή, ενώ και οι συμμέτοχοι τους που δεν είναι υπουργοί επίσης δικάζονται από το ειδικό δικαστήριο» υπογραμμίζει ο δικηγόρος Θοδωρής Καραγιάννης.

Τι ισχύει για την άρση βουλευτικής ασυλίας

Διαφορετικές είναι οι διαδικασίες που ακολουθούνται για την άρση βουλευτικής ασυλίας, αλλά και πάλι βρίσκεται στα χέρια της Βουλής η εφαρμογή της. «Για τη βουλευτική ασυλία υπάρχουν τα άρθρα 61 και 62. Με τα άρθρα αυτά, ο βουλευτής δεν διώκεται για κάτι που μπορεί να είπε ρητορεύοντας και αν έχει τελέσει αδίκημα ή έγκλημα για να διωχθεί, πρέπει να δώσει την έγκριση η πλειοψηφία της Βουλής. Όταν φτάσει υπόθεση άρση βουλευτικής ασυλίας, η Βουλή αποφαίνεται με εισήγηση της Επιτροπή Δεοντολογίας, για την άρση και για το εάν θα προχωρήσει η δίωξη» αναφέρει ο πρώην υπουργός Δικαιοσύνης Νίκος Παρασκευόπουλος.

«Όσο διαρκεί η βουλευτική περίοδος, ο βουλευτής δεν διώκεται ούτε συλλαμβάνεται ούτε φυλακίζεται ούτε με άλλο τρόπο περιορίζεται χωρίς άδεια του Σώματος» αναφέρει χαρακτηριστικά το άρθρο 62. «Μάλιστα, το ίδιο το άρθρο ορίζει ότι η ανωτέρω άδεια δίνεται υποχρεωτικά μόνο όταν το αδίκημα δε σχετίζεται με την άσκηση των καθηκόντων του βουλευτή, άλλως υπάρχει σχετική διακριτική ευχέρεια του σώματος. Η άδεια αυτή που προβλέπεται στον κώδικα ποινικής δικονομίας και στο άρθρο 54 ουσιαστικά αποτελεί προϋπόθεση χωρίς την οποία δεν μπορεί να διωχθεί ο βουλευτής για την πράξη που έκανε, ακόμα και αν διωχθούν οι συμμέτοχοι του για την ίδια πράξη. Η μόνη εξαίρεση στα ανωτέρω είναι η περίπτωση που ο βουλευτής διαπράξει αυτόφωρο κακούργημα, οπότε εκεί συλλαμβάνεται και διώκεται κανονικά όπως ό κάθε πολίτης» επισημαίνει ο δικηγόρος Θοδωρής Καραγιάννης για την άρση βουλευτικής ασυλίας.

Εκτός από την ποινική δίωξη, ο εκάστοτε βουλευτής δέχεται και το μεγάλο πολιτικό κόστος όταν αρθεί η βουλευτική του ασυλία, καθώς εμμέσως δέχεται την πολιτική αποδοκιμασία της πλειοψηφίας της ολομέλειας. «Η άρση ασυλίας αποτελεί πολιτική μομφή για έναν βουλευτή. Από την μια είναι μια νομική δοκιμασία, που πρέπει με στοιχεία να τον καταδικάσουν ή όχι και από την άλλη μια πολιτική αποδοκιμασία. Όταν υπερψηφιστεί η άρση, χάνει την πολιτική προστασία της παράταξης του» λέει ο πολιτικός επιστήμονας Λευτέρης Κουσούλης.

Μπορεί να επηρεάσει η Ευρώπη ;

Η Μαρία Καρυστιανού συγκίνησε, συντάραξε και παρακίνησε με τις ομιλίες της στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στις αρμόδιες επιτροπές. Επηρέασε και ξεσήκωσε κύματα συμπαράστασης πανευρωπαϊκά για τη δικαίωση που αναζητούν οι συγγενείς των 57 θυμάτων του δυστυχήματος. Ωστόσο, σύμφωνα με έγκριτους νομικούς και πολιτικούς αναλυτές, οι επιτροπές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου φαίνεται να μην μπορούν να επηρεάσουν στην άρση ασυλίας και την ενεργοποίηση του νόμου περί ευθύνης υπουργών, αν δεν το αποφασίσει η Ελληνική Βουλή.

«Δεν προβλέπεται οι Ευρωπαϊκές Επιτροπές να επηρεάζουν τα άρθρα του Συντάγματος μας και τα άρθρα που αφορούν την άρση και τον νόμο περί ευθύνης υπουργών. Θα πρέπει να γίνει αναθεώρηση Συντάγματος για να αλλάξουν οι διαδικασίες, δεν μπορεί να γίνει κάτι διαφορετικό. Βέβαια, επί της αρχής το ευρωπαϊκό δίκαιο υπερισχύει του εθνικού δικαίου κάθε χώρας, αλλά δεν γίνεται παντού εφαρμογή» λέει στη «ΜτΚ» ο διδάκτωρ Πολιτικής Επιστήμης, Πάνος Κολιαστάσης.

Όπως αναφέρει ο κ. Κολιαστάσης, στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης, τα κοινοβούλια εμπλέκονται στις διαδικασίες όταν ένας βουλευτής διώκεται ποινικά. «Σε λίγες χώρες της Ευρώπης υπάρχει δίωξη βουλευτών και υπουργών χωρίς τις εγκρίσεις των κοινοβουλίων. Ο λόγος που προστατεύονται τα ενεργά πολιτικά πρόσωπα κυβερνήσεων είναι για να μπορούν να… κυβερνιούνται οι χώρες. Αν δεν υπήρχε η ασυλία, θα μπορούσαν συνεχώς βουλευτές και υπουργοί να βρίσκονται σε αντιδικίες και ο καθένας να τους μηνύει για το παραμικρό, με αποτέλεσμα να σταματούν να ασκούν τα καθήκοντά τους και να μη μπορούν να λαμβάνουν πολιτικές αποφάσεις που αφορούν τη χώρα» εξηγεί ο κ. Κολιαστάσης.

Αποδέχεται ο Σπίρτζης το αίτημα των συγγενών θυμάτων

Με επιστολή του στον πρόεδρο της Βουλής ο πρώην υπουργός Υποδομών και Μεταφορών, ζήτησε την ενεργοποίηση του άρθρου 86 παρ.5 του Συντάγματος, για τη διερεύνηση τυχόν ευθυνών του στο πλαίσιο της ποινικής διερεύνησης της σιδηροδρομικού δυστυχήματος στα Τέμπη. Πρόκειται για το έναν από τους δυο υπουργούς, που οι συγγενείς των θυμάτων έχουν βάλει στο στόχαστρο διερεύνησης, ώστε να αποδειχθεί ποιος ευθύνεται για την κατάσταση στο σιδηροδρομικό δίκτυο και όσα δεν είχαν γίνει που θα μπορούσαν να αποτρέψουν την τραγωδία. Ο δεύτερος υπουργός, είναι ο τέως υπουργός Υποδομών και Μεταφορών Κώστας Καραμανλής, που βρισκόταν στην ηγεσία του υπουργείου όταν έγινε το δυστύχημα.

Ο κ. Σπίρτζης, όπως αναφέρει στην επιστολή του, υπέβαλε το αίτημα προκειμένου «να μην μείνει καμία σκιά ως προς τις δικές του ευθύνες αλλά και για να αποκαλυφθούν έμμεσα οι πραγματικοί υπαίτιοι».

Όταν υπουργοί κάθισαν στο... σκαμνί

Στην πολιτική ιστορία της χώρας, δεν είναι λίγες οι φορές που βρέθηκαν βουλευτές και υπουργοί στο εδώλιο για παράβαση καθήκοντος αλλά και για άλλου είδους αδικήματα και εγκλήματα. Μάλιστα, η Ελληνική Βουλή έχει εγκρίνει την παραπομπή ακόμα και πρώην πρωθυπουργού της χώρας, του Ανδρέα Παπανδρέου.

Στις 21 Σεπτεμβρίου 1989 η Βουλή αποφάσισε την παραπομπή του Ανδρέα Παπανδρέου στο Ειδικό Δικαστήριο για την υπόθεση των τηλεφωνικών υποκλοπών, με την κατηγορία ηθικής αυτουργίας κατ’ εξακολούθηση στην παγίδευση και παραβίαση των τηλεφωνημάτων και της προφορικής συνομιλίας.

Στις 27 Σεπτεμβρίου 1989, η Βουλή παραμπεί ξανά στο Ειδικό Δικαστήριο τον Ανδρέα Παπανδρέου, για το σκάνδαλο Κοσκωτά. Μαζί με τον πρώην πρωθυπουργό, παραπέμφθηκαν σε δίκη ο Αγαμέμνονας Κουτσόγιωργας, ο Γεώργιος Πέτσος, ο Παναγιώτης Ρουμελιώτης και ο Δημήτρης Τσοβόλας. Η δίκη για την υπόθεση Κοσκωτά, άρχισε στις 11 Μαρτίου 1991 και η απόφαση εκδόθηκε στις 16 Ιανουαρίου 1992, με τον Ανδρέα Παπανδρέου να αθωώνεται, στον Δημήτρη Τσοβόλα να επιβάλλεται ποινή φυλάκισης δυόμισι ετών και τριετής στέρηση των πολιτικών του δικαιωμάτων και στον Γεώργιο Πέτσο να επιβάλλεται φυλάκιση 10 μηνών και διετής στέρηση των πολιτικών του δικαιωμάτων.

Το 1994 παραπέμφθηκε στο Ειδικό Δικαστήριο από τη Βουλή ο πρώην πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Μητσοτάκης για την υπόθεση των τηλεφωνικών υποκλοπών. Υπέρ της παραπομπής ψήφισαν ΠΑΣΟΚ και ΚΚΕ, κατά η Πολιτική Άνοιξη, ενώ οι βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας απείχαν από την ψηφοφορία.

Μετά από συγκρότηση Προανακριτικής Επιτροπής, παραπέμφθηκε σε Ειδικό Δικαστήριο το 2014 για την υπόθεση της λίστας Λαγκάρντ ο πρώην υπουργός Οικονομικών Γιώργος Παπακωνσταντίνου. Μετά από περίπου 20 μέρες και 13 συνεδριάσεις του δικαστηρίου, ο πρώην υπουργός καταδικάστηκε σε φυλάκιση ενός έτους με αναστολή, για το πλημμέλημα της νόθευσης εγγράφου.

Η πιο πρόσφατη περίπτωση, είναι του πρώην υπουργού του ΣΥΡΙΖΑ Νίκου Παππά, που έπειτα από όλες τις προβλεπόμενες διαδικασίες, παραπέμφθηκε σε Ειδικό Δικαστήριο και κρίθηκε ένοχος για τους χειρισμούς του στη διαγωνιστική διαδικασία για τις τηλεοπτικές άδειες. Το δικαστήριο του επέβαλε την ανώτατη ποινή που προβλέπει ο νόμος, δύο χρόνια φυλάκιση με τριετή αναστολή.

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 24 Μαρτίου 2024

Οι γονείς των αδικοχαμένων θυμάτων στα Τέμπη, Μαρία Καρυστιανού και Παύλος Ασαλανίδης, κατέθεσαν αίτημα στη Βουλή για άρση της ασυλίας και την ενεργοποίηση του νόμου περί ευθυνών υπουργών, ώστε να εξεταστούν τυχόν ποινικές ευθύνες σε βάρος του Κώστα Καραμανλή και του Χρήστου Σπίρτζη για το μεγαλύτερο σιδηροδρομικό δυστύχημα στη χώρα.

Ωστόσο είτε για την άρση της βουλευτικής ασυλίας είτε για την ενεργοποίηση του νόμου για ποινική ευθύνη υπουργών, αποφασίζει μόνο η Βουλή και τα όργανά της. Σύμφωνα με έγκριτους νομικούς, ακόμα και ο εφέτης ανακριτής στην Λάρισα, που έχει στα χέρια του την υπόθεση των Τεμπών, να διαπιστώσει ποινικές ευθύνες πολιτικών προσώπων δεν μπορεί να τους καλέσει ο ίδιος, αλλά πρέπει να απευθυνθεί στη Βουλή.

Υπάρχουν μια σειρά από βήματα για να αρθεί τελικά μια βουλευτική ασυλία και κάποιες συγκεκριμένες διαδικασίες για να καθίσουν στο εδώλιο υπουργοί και υφυπουργοί. Ταυτόχρονα, υπάρχουν τείχη προστασίας που παρέχονται στα πολιτικά πρόσωπα πριν βρεθούν ενώπιον της δικαιοσύνης, τα οποία «σπάνε» με πλειοψηφίες της Βουλής και αποφάσεις οργάνων και επιτροπών της.

Πώς μπορεί να καθίσουν στο εδώλιο υπουργοί

«Καταρχάς να ξεκινήσουμε με τον διαχωρισμό ότι άλλο είναι η βουλευτική ασυλία και άλλο η ποινική ευθύνη των υπουργών και υφυπουργών» τονίζει στη «ΜτΚ» ο πρώην υπουργός Δικαιοσύνης και καθηγητής Ποινικού Δικαίου στο ΑΠΘ Νίκος Παρασκευόπουλος. «Για τις ευθύνες υπουργών υπάρχει το άρθρο 86. Παλιότερα, περίκλειε τη σύντομη παραγραφή των αδικημάτων για το γεγονότος που τελούταν κατά την άσκηση των καθηκόντων, αλλά καταργήθηκε. Ο νόμος περί ευθύνης υπουργών και το άρθρο 86, προβλέπει να υπάρχει ειδική διαδικασία την οποία θα πρέπει να αποφασίσει η Βουλή. Αρχικά πρέπει να αποφασιστεί η συγκρότηση εξεταστικής επιτροπής και αν προκύπτουν ευθύνες που βαραίνουν υπουργούς, συγκροτείται έπειτα ειδικό δικαστήριο για να καθίσουν στο ειδώλιο» εξηγεί ο κ. Παρασκευόπουλος.

Στην ουσία, όπως λέει στη «ΜτΚ» ο πολιτικός επιστήμονας Λευτέρης Κουσούλης, το άρθρο 86 ορίζει ότι μόνο η Βουλή μπορεί να τελικώς να κατηγορήσει υπουργό ή υφυπουργό για την άσκηση καθηκόντων. «Οποιαδήποτε έγκλιση και να γίνει περνάει από την Βουλή. Έχει προβλεφθεί ένα πέπλο προστασίας του πολιτικού συστήματος που δεν μπορεί να παρακαμφθεί με άλλες διαδικασίες, παρά μόνο με αυτές που ορίζει ο νόμος περί ευθύνης υπουργών. Συγκεκριμένα η ασφάλεια που παρέχει στον εκάστοτε υπουργό είναι ότι πρέπει πρώτα γίνει η προανακριτική, η άρση και έπειτα ειδικό δικαστήριο ειδικά για τον υπουργό που διώκεται» σημειώνει ο κ. Κουσούλης.

«Εν ολίγης το σύνολο της απόφασης και της έρευνας για την ποινική δίωξη των υπουργών και υφυπουργών για τα συγκεκριμένα εγκλήματα που τελούνται κατά την άσκηση των καθηκόντων τους περνάει από τα χέρια της δικαιοσύνης στα χέρια των βουλευτών» επισημαίνει ο δικηγόρος Θοδωρής Καραγιάννης. «Ο νόμος ορίζει ότι για την έναρξη της διαδικασίας που μπορεί να οδηγήσει σε δίωξη κατά υπουργού πρέπει να υπάρξει σχετική πρόταση για άσκηση της ποινικής δίωξης που υποβάλλεται από τριάντα τουλάχιστον βουλευτές, με συγκεκριμένη αναφορά στα στοιχεία της αξιόποινης πράξης και μνεία των διατάξεων που παραβιάστηκαν, διαφορετικά είναι απαράδεκτη. Την προέρευνα της υπόθεσης (προκαταρκτική εξέταση), εφόσον προηγηθεί η ανωτέρω πρόταση διεξάγει ειδική κοινοβουλευτική επιτροπή που ουσιαστικά υποκαθιστά το έργο του αρμόδιου Εισαγγελέα πρωτοδικών. Η απόφαση για την άσκηση ή μη της ποινικής δίωξης λαμβάνεται με την απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των βουλευτών, μετά από την κατάθεση του πορίσματος της επιτροπής των βουλευτών με το πέρας της προκαταρκτικής εξέτασης. Σε όλες τις ανωτέρω διαδικασίες οι πραγματικά αρμόδιοι, ήτοι οι Έλληνες Δικαστές και Εισαγγελείς προβλέπονται μόνο δυνητικά και χωρίς αποφασιστικό, αλλά μόνο με γνωμοδοτικό ρόλο» εξηγεί ο κ. Καραγιάννης.

Όπως τονίζει ο πολιτικός επιστήμονας Λευτέρης Κουσούλης, «αν ο εφέτης ανακριτής κατά την έρευνα διαπιστώσει ενδεχόμενο ευθυνών πολιτικών προσώπων αμίλητη θα οδηγήσει την υπόθεση στη Βουλή για να αρχίσουν οι προβλεπόμενες διαδικασίες». Ακόμα και να μην είναι πλέον υπουργός το πρόσωπο που θα κατηγορηθεί και πάλι προβλέπεται να συγκροτηθεί ειδικό δικαστήριο. «Το άρθρο 86 του συντάγματος εξειδικεύει ο Ν. 3126/2003 που αναφέρει ότι τα πλημμελήματα ή κακουργήματα, που τελούνται από υπουργό, υφυπουργό και μέλος της κυβέρνησης, κατά την άσκηση των καθηκόντων του, εκδικάζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του νόμου αυτού από το Ειδικό Δικαστήριο, ακόμη και αν ο Υπουργός έχει παύσει να έχει την ιδιότητα αυτή, ενώ και οι συμμέτοχοι τους που δεν είναι υπουργοί επίσης δικάζονται από το ειδικό δικαστήριο» υπογραμμίζει ο δικηγόρος Θοδωρής Καραγιάννης.

Τι ισχύει για την άρση βουλευτικής ασυλίας

Διαφορετικές είναι οι διαδικασίες που ακολουθούνται για την άρση βουλευτικής ασυλίας, αλλά και πάλι βρίσκεται στα χέρια της Βουλής η εφαρμογή της. «Για τη βουλευτική ασυλία υπάρχουν τα άρθρα 61 και 62. Με τα άρθρα αυτά, ο βουλευτής δεν διώκεται για κάτι που μπορεί να είπε ρητορεύοντας και αν έχει τελέσει αδίκημα ή έγκλημα για να διωχθεί, πρέπει να δώσει την έγκριση η πλειοψηφία της Βουλής. Όταν φτάσει υπόθεση άρση βουλευτικής ασυλίας, η Βουλή αποφαίνεται με εισήγηση της Επιτροπή Δεοντολογίας, για την άρση και για το εάν θα προχωρήσει η δίωξη» αναφέρει ο πρώην υπουργός Δικαιοσύνης Νίκος Παρασκευόπουλος.

«Όσο διαρκεί η βουλευτική περίοδος, ο βουλευτής δεν διώκεται ούτε συλλαμβάνεται ούτε φυλακίζεται ούτε με άλλο τρόπο περιορίζεται χωρίς άδεια του Σώματος» αναφέρει χαρακτηριστικά το άρθρο 62. «Μάλιστα, το ίδιο το άρθρο ορίζει ότι η ανωτέρω άδεια δίνεται υποχρεωτικά μόνο όταν το αδίκημα δε σχετίζεται με την άσκηση των καθηκόντων του βουλευτή, άλλως υπάρχει σχετική διακριτική ευχέρεια του σώματος. Η άδεια αυτή που προβλέπεται στον κώδικα ποινικής δικονομίας και στο άρθρο 54 ουσιαστικά αποτελεί προϋπόθεση χωρίς την οποία δεν μπορεί να διωχθεί ο βουλευτής για την πράξη που έκανε, ακόμα και αν διωχθούν οι συμμέτοχοι του για την ίδια πράξη. Η μόνη εξαίρεση στα ανωτέρω είναι η περίπτωση που ο βουλευτής διαπράξει αυτόφωρο κακούργημα, οπότε εκεί συλλαμβάνεται και διώκεται κανονικά όπως ό κάθε πολίτης» επισημαίνει ο δικηγόρος Θοδωρής Καραγιάννης για την άρση βουλευτικής ασυλίας.

Εκτός από την ποινική δίωξη, ο εκάστοτε βουλευτής δέχεται και το μεγάλο πολιτικό κόστος όταν αρθεί η βουλευτική του ασυλία, καθώς εμμέσως δέχεται την πολιτική αποδοκιμασία της πλειοψηφίας της ολομέλειας. «Η άρση ασυλίας αποτελεί πολιτική μομφή για έναν βουλευτή. Από την μια είναι μια νομική δοκιμασία, που πρέπει με στοιχεία να τον καταδικάσουν ή όχι και από την άλλη μια πολιτική αποδοκιμασία. Όταν υπερψηφιστεί η άρση, χάνει την πολιτική προστασία της παράταξης του» λέει ο πολιτικός επιστήμονας Λευτέρης Κουσούλης.

Μπορεί να επηρεάσει η Ευρώπη ;

Η Μαρία Καρυστιανού συγκίνησε, συντάραξε και παρακίνησε με τις ομιλίες της στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στις αρμόδιες επιτροπές. Επηρέασε και ξεσήκωσε κύματα συμπαράστασης πανευρωπαϊκά για τη δικαίωση που αναζητούν οι συγγενείς των 57 θυμάτων του δυστυχήματος. Ωστόσο, σύμφωνα με έγκριτους νομικούς και πολιτικούς αναλυτές, οι επιτροπές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου φαίνεται να μην μπορούν να επηρεάσουν στην άρση ασυλίας και την ενεργοποίηση του νόμου περί ευθύνης υπουργών, αν δεν το αποφασίσει η Ελληνική Βουλή.

«Δεν προβλέπεται οι Ευρωπαϊκές Επιτροπές να επηρεάζουν τα άρθρα του Συντάγματος μας και τα άρθρα που αφορούν την άρση και τον νόμο περί ευθύνης υπουργών. Θα πρέπει να γίνει αναθεώρηση Συντάγματος για να αλλάξουν οι διαδικασίες, δεν μπορεί να γίνει κάτι διαφορετικό. Βέβαια, επί της αρχής το ευρωπαϊκό δίκαιο υπερισχύει του εθνικού δικαίου κάθε χώρας, αλλά δεν γίνεται παντού εφαρμογή» λέει στη «ΜτΚ» ο διδάκτωρ Πολιτικής Επιστήμης, Πάνος Κολιαστάσης.

Όπως αναφέρει ο κ. Κολιαστάσης, στις περισσότερες χώρες της Ευρώπης, τα κοινοβούλια εμπλέκονται στις διαδικασίες όταν ένας βουλευτής διώκεται ποινικά. «Σε λίγες χώρες της Ευρώπης υπάρχει δίωξη βουλευτών και υπουργών χωρίς τις εγκρίσεις των κοινοβουλίων. Ο λόγος που προστατεύονται τα ενεργά πολιτικά πρόσωπα κυβερνήσεων είναι για να μπορούν να… κυβερνιούνται οι χώρες. Αν δεν υπήρχε η ασυλία, θα μπορούσαν συνεχώς βουλευτές και υπουργοί να βρίσκονται σε αντιδικίες και ο καθένας να τους μηνύει για το παραμικρό, με αποτέλεσμα να σταματούν να ασκούν τα καθήκοντά τους και να μη μπορούν να λαμβάνουν πολιτικές αποφάσεις που αφορούν τη χώρα» εξηγεί ο κ. Κολιαστάσης.

Αποδέχεται ο Σπίρτζης το αίτημα των συγγενών θυμάτων

Με επιστολή του στον πρόεδρο της Βουλής ο πρώην υπουργός Υποδομών και Μεταφορών, ζήτησε την ενεργοποίηση του άρθρου 86 παρ.5 του Συντάγματος, για τη διερεύνηση τυχόν ευθυνών του στο πλαίσιο της ποινικής διερεύνησης της σιδηροδρομικού δυστυχήματος στα Τέμπη. Πρόκειται για το έναν από τους δυο υπουργούς, που οι συγγενείς των θυμάτων έχουν βάλει στο στόχαστρο διερεύνησης, ώστε να αποδειχθεί ποιος ευθύνεται για την κατάσταση στο σιδηροδρομικό δίκτυο και όσα δεν είχαν γίνει που θα μπορούσαν να αποτρέψουν την τραγωδία. Ο δεύτερος υπουργός, είναι ο τέως υπουργός Υποδομών και Μεταφορών Κώστας Καραμανλής, που βρισκόταν στην ηγεσία του υπουργείου όταν έγινε το δυστύχημα.

Ο κ. Σπίρτζης, όπως αναφέρει στην επιστολή του, υπέβαλε το αίτημα προκειμένου «να μην μείνει καμία σκιά ως προς τις δικές του ευθύνες αλλά και για να αποκαλυφθούν έμμεσα οι πραγματικοί υπαίτιοι».

Όταν υπουργοί κάθισαν στο... σκαμνί

Στην πολιτική ιστορία της χώρας, δεν είναι λίγες οι φορές που βρέθηκαν βουλευτές και υπουργοί στο εδώλιο για παράβαση καθήκοντος αλλά και για άλλου είδους αδικήματα και εγκλήματα. Μάλιστα, η Ελληνική Βουλή έχει εγκρίνει την παραπομπή ακόμα και πρώην πρωθυπουργού της χώρας, του Ανδρέα Παπανδρέου.

Στις 21 Σεπτεμβρίου 1989 η Βουλή αποφάσισε την παραπομπή του Ανδρέα Παπανδρέου στο Ειδικό Δικαστήριο για την υπόθεση των τηλεφωνικών υποκλοπών, με την κατηγορία ηθικής αυτουργίας κατ’ εξακολούθηση στην παγίδευση και παραβίαση των τηλεφωνημάτων και της προφορικής συνομιλίας.

Στις 27 Σεπτεμβρίου 1989, η Βουλή παραμπεί ξανά στο Ειδικό Δικαστήριο τον Ανδρέα Παπανδρέου, για το σκάνδαλο Κοσκωτά. Μαζί με τον πρώην πρωθυπουργό, παραπέμφθηκαν σε δίκη ο Αγαμέμνονας Κουτσόγιωργας, ο Γεώργιος Πέτσος, ο Παναγιώτης Ρουμελιώτης και ο Δημήτρης Τσοβόλας. Η δίκη για την υπόθεση Κοσκωτά, άρχισε στις 11 Μαρτίου 1991 και η απόφαση εκδόθηκε στις 16 Ιανουαρίου 1992, με τον Ανδρέα Παπανδρέου να αθωώνεται, στον Δημήτρη Τσοβόλα να επιβάλλεται ποινή φυλάκισης δυόμισι ετών και τριετής στέρηση των πολιτικών του δικαιωμάτων και στον Γεώργιο Πέτσο να επιβάλλεται φυλάκιση 10 μηνών και διετής στέρηση των πολιτικών του δικαιωμάτων.

Το 1994 παραπέμφθηκε στο Ειδικό Δικαστήριο από τη Βουλή ο πρώην πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Μητσοτάκης για την υπόθεση των τηλεφωνικών υποκλοπών. Υπέρ της παραπομπής ψήφισαν ΠΑΣΟΚ και ΚΚΕ, κατά η Πολιτική Άνοιξη, ενώ οι βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας απείχαν από την ψηφοφορία.

Μετά από συγκρότηση Προανακριτικής Επιτροπής, παραπέμφθηκε σε Ειδικό Δικαστήριο το 2014 για την υπόθεση της λίστας Λαγκάρντ ο πρώην υπουργός Οικονομικών Γιώργος Παπακωνσταντίνου. Μετά από περίπου 20 μέρες και 13 συνεδριάσεις του δικαστηρίου, ο πρώην υπουργός καταδικάστηκε σε φυλάκιση ενός έτους με αναστολή, για το πλημμέλημα της νόθευσης εγγράφου.

Η πιο πρόσφατη περίπτωση, είναι του πρώην υπουργού του ΣΥΡΙΖΑ Νίκου Παππά, που έπειτα από όλες τις προβλεπόμενες διαδικασίες, παραπέμφθηκε σε Ειδικό Δικαστήριο και κρίθηκε ένοχος για τους χειρισμούς του στη διαγωνιστική διαδικασία για τις τηλεοπτικές άδειες. Το δικαστήριο του επέβαλε την ανώτατη ποινή που προβλέπει ο νόμος, δύο χρόνια φυλάκιση με τριετή αναστολή.

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 24 Μαρτίου 2024

ΣΧΟΛΙΑ

Επιλέξτε Κατηγορία