Δυσπαρευνία: Σταματήστε τον πόνο στο σεξ
31/03/2024 13:00
31/03/2024 13:00
Οι περισσότερες γυναίκες σε κάποια στιγμή της ζωής τους θα αρχίσουν να βιώνουν πόνο κατά τη διάρκεια του σεξ, μία κατάσταση που ονομάζεται δυσπαρευνία. Καμία γυναίκα όμως δεν χρειάζεται στη σημερινή εποχή να ταλαιπωρείται από τη δυσπαρευνία, καθώς υπάρχουν οι ιατρικές μέθοδοι που σταματούν τον πόνο στη σεξουαλική επαφή.
Σε ορισμένες γυναίκες η δυσπαρευνία μπορεί να έχει προσωρινό χαρακτήρα σε κάποιες άλλες όμως το σύμπτωμα αυτό θα είναι χρόνιο, υποβαθμίζοντας έτσι τη σεξουαλική ζωή τους. Ο πόνος τις περισσότερες φορές εντοπίζεται στον κόλπο ή στην αιδοιοπερινεϊκή περιοχή ή και στα δύο, ενώ πιο σπάνια μπορεί να επεκτείνεται στη μήτρα, στην ουροδόχο κύστη ή στη ράχη. Σε μερικές γυναίκες μάλιστα ο πόνος μπορεί να επιμένει ακόμη και για πολλές ώρες μετά την ερωτική συνεύρεση.
Πρέπει να σημειωθεί ότι η δυσπαρευνία μπορεί να υποκρύπτει κάποια γυναικολογική πάθηση, όπως είναι για παράδειγμα η ενδομητρίωση, μια φλεγμονή όπως η κολπίτιδα, η τραχηλίτιδα και ο έρπης των γεννητικών οργάνων, ή να αποτελεί προϊόν μαιευτικού τραυματισμού. Επίσης, ενδέχεται να συνδέεται με ορμονικές αλλαγές λόγω εμμηνόπαυσης ή να έχει προκληθεί από τη χορήγηση συγκεκριμένων φαρμάκων ή να πηγάζει από ανωμαλίες στη σεξουαλική υγεία και συγκεκριμένα από την έλλειψη διάθεσης για σεξ ή από απουσία πλήρους σεξουαλικής διέγερσης. Συχνά όμως η δυσπαρευνία οφείλεται σε ψυχολογικά αίτια προκαλώντας έτσι την αντίδραση της γυναίκας κατά τη διάρκεια της σεξουαλικής επαφής ή της εξέτασης από τη γυναικολόγο.
Η δυσπαρευνία προκαλεί συνήθως στη γυναίκα αμηχανία, φόβο και σε κάποιες περιπτώσεις ντροπή και ενοχή καθώς νομίζει πως η ίδια είναι υπεύθυνη για την αδυναμία της να απολαύσει την ερωτική πράξη. Στην πραγματικότητα όμως ο αληθινός «υπεύθυνος» αυτής της κατάστασης μπορεί να είναι ένα παθολογικό αίτιο όπως η αρθρίτιδα, ο σακχαρώδης διαβήτης, παθήσεις του θυρεοειδούς, ο καρκίνος, παρενέργειες από τη λήψη αναλγητικών ή αντισυλληπτικών φαρμάκων, η κόπωση ή το άγχος. Όλα αυτά μειώνουν δραματικά τη διάθεση για σεξουαλική επαφή.
Ταυτόχρονα, εάν ο σύντροφος της γυναίκας λαμβάνει κάποια αγωγή για την αντιμετώπιση της στυτικής δυσλειτουργίας μπορεί να αποτελεί το αίτιο της δυσπαρευνίας, καθώς αυτά τα φάρμακα συνήθως επιμηκύνουν τον χρόνο που απαιτείται για την εκσπερμάτιση και έτσι αυξάνονται οι πιθανότητες η σεξουαλική επαφή να μετατραπεί σε μια επώδυνη διαδικασία. Μάλιστα τέτοιες συνθήκες μπορούν να οδηγήσουν τη γυναίκα στην απώλεια της διάθεσης για σεξ.
Επίσης, εάν δεν συμπίπτουν χρονικά οι διαθέσεις του ζευγαριού για σεξουαλική επαφή, τότε μπορεί η δυσπαρευνία να εμφανιστεί κατά τη διάρκεια της ερωτικής πράξης.
Προτού η γυναικολόγος καταλήξει στη θεραπεία πρέπει πρώτα να αποσαφηνίσει τα αίτια που προκαλούν τη δυσπαρευνία, μια διαδικασία που δεν είναι πάντα εφικτή ούτε μπορεί να ολοκληρωθεί με ακρίβεια σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα.
Η γυναικολόγος θα λάβει αναλυτικό ιατρικό ιστορικό της γυναίκας, συμπεριλαμβανομένων και πληροφοριών για τη σεξουαλική ζωή της όπως τυχόν ιστορικό κακοποίησης ή λήψη φαρμάκων, θα συνεχίσει με κλινική εξέταση αλλά και παρακλινικές εξετάσεις όπως το ενδοκολπικό υπερηχογράφημα, προκειμένου να συγκεντρώσει δεδομένα για τα πιθανά αίτια της δυσπαρευνίας. Σε ορισμένα περιστατικά η γυναικολόγος ενδέχεται να προτείνει επιπλέον διερεύνηση, όπως τη λαπαροσκόπηση, εφόσον κρίνει πως είναι αναγκαίο. Παράλληλα, η γυναικολόγος ενδέχεται να ζητήσει από τη γυναίκα να επισκεφθεί και άλλες παραϊατρικές ειδικότητες, όπως οι φυσικοθεραπευτές, οι ψυχοθεραπευτές και οι σεξολόγοι, ώστε να αποκαλυφθεί ολόκληρο το «παζλ» των αιτιών της δυσπαρευνίας.
Εάν η δυσπαρευνία οφείλεται σε κάποια λοίμωξη ή δερματολογική πάθηση, όπως είναι οι κολπίτιδες ή η δερματίτιδα, τότε θα πρέπει να διακοπεί η χρήση κάθε προϊόντος που προκαλεί ερεθισμό, δηλαδή τα λιπαντικά, τα διαλύματα για ενδοκολπικές πλύσεις, τα απορρυπαντικά και τα καθαριστικά για την ευαίσθητη περιοχή, διότι μπορεί να οδηγήσουν σε αίσθημα καύσου, κνησμού και πόνου στην περιοχή. Αντιθέτως, η γυναίκα θα λάβει οδηγίες να χρησιμοποιεί αποκλειστικά βαμβακερά εσώρουχα και να ακολουθήσει την κατάλληλη φαρμακευτική αγωγή.
Σε άλλη περίπτωση η δυσπαρευνία μπορεί να συνοδεύεται από αιδοιοδυνία, δηλαδή τον πόνο στην περιοχή των έξω γεννητικών οργάνων. Όταν συμβαίνει αυτός ο συνδυασμός, για τουλάχιστον 3 μήνες, τότε η γυναίκα χρειάζεται να εφαρμόσει μια σειρά μέτρων:
Όταν η γυναικολόγος καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η θεραπεία της δυσπραρευνίας απαιτεί φαρμακευτική αγωγή τότε συνήθως αφορά κάποια κρεμώδη τοπικά αναισθητικά
που εφαρμόζονται στην περιοχή πριν από το σεξ ή και συστηματικά. Άλλα φαρμακευτικά σκευάσματα μπορεί να είναι αντιεπιληπτικά, αντικαταθλιπτικά ή οιστρογόνα με τοπική εφαρμογή.
Πέρα από τα παραπάνω η δυσπαρευνία μπορεί να αντιμετωπιστεί με εγχύσεις τοπικών αναισθητικών ή βοτουλινικής τοξίνης/υαλορουνιδάσης/στεροειδών (Μεσοθεραπεία κόλπου – αιδοίου με υαλουρονικό), ή συνδυασμού τους.
Στη «φαρέτρα» της γυναίκας εντοπίζονται επίσης πολλές πρακτικές της φυσικοθεραπείας που μπορούν να ανακουφίσουν το πρόβλημα, όπως είναι η πιεσοθεραπεία και η ηλεκτροδιέγερση στα σημεία ενεργοποίησης, ο βελονισμός, οι περινεϊκές μαλάξεις και η βιοανάδραση.
Ακόμα μία επιλογή που δύναται να προταθεί σε κάθε γυναίκα που αντιμετωπίζει τη δυσπαρευνία είναι η σεξουαλική συμβουλευτική σε συνδυασμό με τη γνωσιακή συμπεριφορική θεραπεία.
Σε κάποια ειδικά περιστατικά η γυναικολόγος μπορεί να προκρίνει και τη χειρουργική επέμβαση με στόχο να αφαιρεθεί ο πάσχων ιστός ή για την αποκατάσταση της εισόδου του κόλπου ώστε να επανέλθει η φυσιολογική ανατομία του.
Εάν η δυσπαρευνία έχει ως αίτιο την εμμηνόπαυση και την κολπική ξηρότητα που προκαλεί ή εάν προκαλείται από τη λήψη συγκεκριμένων φαρμάκων (π.χ. αντισυλληπτικά, αντιαλλεργικά, αντισταμινικά, αντικαταθλιπτικά, αντικαρκινικά), τότε η θεραπευτική μέθοδος μπορεί να είναι είτε η εφαρμογή λιπαντικών και ενυδατικών σκευασμάτων είτε η θεραπεία ορμονικής αποκατάστασης, αλλά αφού θα διακοπεί ή θα αλλάξει προηγουμένως η υπαίτια φαρμακευτική αγωγή. Πρέπει να είναι σαφές ότι κατά τη διάρκεια της εμμηνόπαυσης μειώνονται οι ορμόνες και οι ωοθήκες δεν λειτουργούν όπως πρέπει, με αποτέλεσμα να ατροφούν τα γεννητικά όργανα φέρνοντας τον πόνο και το «κάψιμο» στη σεξουαλική ζωή της γυναίκας.
Ακόμη και αν μετά τις παραπάνω θεραπείες η δυσπαρευνία επιμένει, τότε υπάρχει η επιλογή άλλων δύο εγκεκριμένων και μη ορμονικών σκευασμάτων που έχουν ως ένδειξη τη μέτρια και σοβαρή δυσπαρευνία. Πρόκειται για την οσπεμιφένη και την πραστερόνη τα οποία είναι και ασφαλή αλλά και αποτελεσματικά όπως και τα οιστρογόνα.
Μία άλλη αιτία της δυσπαρευνίας που συναντάται συχνά είναι ο κολεόσπασμος, δηλαδή η έντονη και αντανακλαστική σύσπαση του κυκλοτερούς μυός που σχηματίζει την είσοδο του κόλπου. Η αντιμετώπιση του κολεοσπασμού επιτυγχάνεται με ψυχοθεραπεία και επισκέψεις σε σεξολόγο.
Η περίπτωση της ενδομητρίωσης από την άλλη αντιμετωπίζεται είτε μόνο χειρουργικά είτε και με συνδυασμό φαρμακευτικής θεραπείας. Παράλληλα, η γυναικολόγος δίνει σύσταση για περιορισμό των σεξουαλικών επαφών μόνο στο διάστημα ανάμεσα στην έμμηνο ρύση και στην ωορρηξία. Όταν διαγιγνώσκονται συμφύσεις ή πυελικές φλεγμονώδεις μάζες τότε μπορεί να χρειαστεί χειρουργική επέμβαση για τις πρώτες ή αφαίρεση για τις δεύτερες.
Το πιο σημαντικό από όλα είναι κάθε γυναίκα να κατανοήσει ότι η δυσπαρευνία είναι μια πολύ συχνή κατάσταση και δεν υπάρχει κανένας λόγος ντροπής. Συνεπώς, κάθε γυναίκα που έρχεται αντιμέτωπη με αυτήν μπορεί να μιλήσει ανοιχτά με τον σύντροφό της και τη γυναικολόγο της, διότι μόνο έτσι θα κατανοήσει τι συμβαίνει και πώς θα το ξεπεράσει. Η γυναικολόγος έχει όλες τις γνώσεις για να την κατευθύνει στη σωστή θεραπεία που θα της δώσει πίσω την ευχαρίστηση που προσφέρει μια υγιής σεξουαλική ζωή.
Η Χειρουργός Γυναικολόγος Μαιευτήρας, Μαρίνα Τοσουνίδου διαθέτει πολυετή εμπειρία και εξειδίκευση στην αντιμετώπιση της δυσπαρευνίας. Επικοινωνήστε μαζί της και κλείστε το ραντεβού σας.
Γυναικολόγος-Μαιευτήρας με εξειδίκευση στην Αισθητική Γυναικολογία
Οι περισσότερες γυναίκες σε κάποια στιγμή της ζωής τους θα αρχίσουν να βιώνουν πόνο κατά τη διάρκεια του σεξ, μία κατάσταση που ονομάζεται δυσπαρευνία. Καμία γυναίκα όμως δεν χρειάζεται στη σημερινή εποχή να ταλαιπωρείται από τη δυσπαρευνία, καθώς υπάρχουν οι ιατρικές μέθοδοι που σταματούν τον πόνο στη σεξουαλική επαφή.
Σε ορισμένες γυναίκες η δυσπαρευνία μπορεί να έχει προσωρινό χαρακτήρα σε κάποιες άλλες όμως το σύμπτωμα αυτό θα είναι χρόνιο, υποβαθμίζοντας έτσι τη σεξουαλική ζωή τους. Ο πόνος τις περισσότερες φορές εντοπίζεται στον κόλπο ή στην αιδοιοπερινεϊκή περιοχή ή και στα δύο, ενώ πιο σπάνια μπορεί να επεκτείνεται στη μήτρα, στην ουροδόχο κύστη ή στη ράχη. Σε μερικές γυναίκες μάλιστα ο πόνος μπορεί να επιμένει ακόμη και για πολλές ώρες μετά την ερωτική συνεύρεση.
Πρέπει να σημειωθεί ότι η δυσπαρευνία μπορεί να υποκρύπτει κάποια γυναικολογική πάθηση, όπως είναι για παράδειγμα η ενδομητρίωση, μια φλεγμονή όπως η κολπίτιδα, η τραχηλίτιδα και ο έρπης των γεννητικών οργάνων, ή να αποτελεί προϊόν μαιευτικού τραυματισμού. Επίσης, ενδέχεται να συνδέεται με ορμονικές αλλαγές λόγω εμμηνόπαυσης ή να έχει προκληθεί από τη χορήγηση συγκεκριμένων φαρμάκων ή να πηγάζει από ανωμαλίες στη σεξουαλική υγεία και συγκεκριμένα από την έλλειψη διάθεσης για σεξ ή από απουσία πλήρους σεξουαλικής διέγερσης. Συχνά όμως η δυσπαρευνία οφείλεται σε ψυχολογικά αίτια προκαλώντας έτσι την αντίδραση της γυναίκας κατά τη διάρκεια της σεξουαλικής επαφής ή της εξέτασης από τη γυναικολόγο.
Η δυσπαρευνία προκαλεί συνήθως στη γυναίκα αμηχανία, φόβο και σε κάποιες περιπτώσεις ντροπή και ενοχή καθώς νομίζει πως η ίδια είναι υπεύθυνη για την αδυναμία της να απολαύσει την ερωτική πράξη. Στην πραγματικότητα όμως ο αληθινός «υπεύθυνος» αυτής της κατάστασης μπορεί να είναι ένα παθολογικό αίτιο όπως η αρθρίτιδα, ο σακχαρώδης διαβήτης, παθήσεις του θυρεοειδούς, ο καρκίνος, παρενέργειες από τη λήψη αναλγητικών ή αντισυλληπτικών φαρμάκων, η κόπωση ή το άγχος. Όλα αυτά μειώνουν δραματικά τη διάθεση για σεξουαλική επαφή.
Ταυτόχρονα, εάν ο σύντροφος της γυναίκας λαμβάνει κάποια αγωγή για την αντιμετώπιση της στυτικής δυσλειτουργίας μπορεί να αποτελεί το αίτιο της δυσπαρευνίας, καθώς αυτά τα φάρμακα συνήθως επιμηκύνουν τον χρόνο που απαιτείται για την εκσπερμάτιση και έτσι αυξάνονται οι πιθανότητες η σεξουαλική επαφή να μετατραπεί σε μια επώδυνη διαδικασία. Μάλιστα τέτοιες συνθήκες μπορούν να οδηγήσουν τη γυναίκα στην απώλεια της διάθεσης για σεξ.
Επίσης, εάν δεν συμπίπτουν χρονικά οι διαθέσεις του ζευγαριού για σεξουαλική επαφή, τότε μπορεί η δυσπαρευνία να εμφανιστεί κατά τη διάρκεια της ερωτικής πράξης.
Προτού η γυναικολόγος καταλήξει στη θεραπεία πρέπει πρώτα να αποσαφηνίσει τα αίτια που προκαλούν τη δυσπαρευνία, μια διαδικασία που δεν είναι πάντα εφικτή ούτε μπορεί να ολοκληρωθεί με ακρίβεια σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα.
Η γυναικολόγος θα λάβει αναλυτικό ιατρικό ιστορικό της γυναίκας, συμπεριλαμβανομένων και πληροφοριών για τη σεξουαλική ζωή της όπως τυχόν ιστορικό κακοποίησης ή λήψη φαρμάκων, θα συνεχίσει με κλινική εξέταση αλλά και παρακλινικές εξετάσεις όπως το ενδοκολπικό υπερηχογράφημα, προκειμένου να συγκεντρώσει δεδομένα για τα πιθανά αίτια της δυσπαρευνίας. Σε ορισμένα περιστατικά η γυναικολόγος ενδέχεται να προτείνει επιπλέον διερεύνηση, όπως τη λαπαροσκόπηση, εφόσον κρίνει πως είναι αναγκαίο. Παράλληλα, η γυναικολόγος ενδέχεται να ζητήσει από τη γυναίκα να επισκεφθεί και άλλες παραϊατρικές ειδικότητες, όπως οι φυσικοθεραπευτές, οι ψυχοθεραπευτές και οι σεξολόγοι, ώστε να αποκαλυφθεί ολόκληρο το «παζλ» των αιτιών της δυσπαρευνίας.
Εάν η δυσπαρευνία οφείλεται σε κάποια λοίμωξη ή δερματολογική πάθηση, όπως είναι οι κολπίτιδες ή η δερματίτιδα, τότε θα πρέπει να διακοπεί η χρήση κάθε προϊόντος που προκαλεί ερεθισμό, δηλαδή τα λιπαντικά, τα διαλύματα για ενδοκολπικές πλύσεις, τα απορρυπαντικά και τα καθαριστικά για την ευαίσθητη περιοχή, διότι μπορεί να οδηγήσουν σε αίσθημα καύσου, κνησμού και πόνου στην περιοχή. Αντιθέτως, η γυναίκα θα λάβει οδηγίες να χρησιμοποιεί αποκλειστικά βαμβακερά εσώρουχα και να ακολουθήσει την κατάλληλη φαρμακευτική αγωγή.
Σε άλλη περίπτωση η δυσπαρευνία μπορεί να συνοδεύεται από αιδοιοδυνία, δηλαδή τον πόνο στην περιοχή των έξω γεννητικών οργάνων. Όταν συμβαίνει αυτός ο συνδυασμός, για τουλάχιστον 3 μήνες, τότε η γυναίκα χρειάζεται να εφαρμόσει μια σειρά μέτρων:
Όταν η γυναικολόγος καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η θεραπεία της δυσπραρευνίας απαιτεί φαρμακευτική αγωγή τότε συνήθως αφορά κάποια κρεμώδη τοπικά αναισθητικά
που εφαρμόζονται στην περιοχή πριν από το σεξ ή και συστηματικά. Άλλα φαρμακευτικά σκευάσματα μπορεί να είναι αντιεπιληπτικά, αντικαταθλιπτικά ή οιστρογόνα με τοπική εφαρμογή.
Πέρα από τα παραπάνω η δυσπαρευνία μπορεί να αντιμετωπιστεί με εγχύσεις τοπικών αναισθητικών ή βοτουλινικής τοξίνης/υαλορουνιδάσης/στεροειδών (Μεσοθεραπεία κόλπου – αιδοίου με υαλουρονικό), ή συνδυασμού τους.
Στη «φαρέτρα» της γυναίκας εντοπίζονται επίσης πολλές πρακτικές της φυσικοθεραπείας που μπορούν να ανακουφίσουν το πρόβλημα, όπως είναι η πιεσοθεραπεία και η ηλεκτροδιέγερση στα σημεία ενεργοποίησης, ο βελονισμός, οι περινεϊκές μαλάξεις και η βιοανάδραση.
Ακόμα μία επιλογή που δύναται να προταθεί σε κάθε γυναίκα που αντιμετωπίζει τη δυσπαρευνία είναι η σεξουαλική συμβουλευτική σε συνδυασμό με τη γνωσιακή συμπεριφορική θεραπεία.
Σε κάποια ειδικά περιστατικά η γυναικολόγος μπορεί να προκρίνει και τη χειρουργική επέμβαση με στόχο να αφαιρεθεί ο πάσχων ιστός ή για την αποκατάσταση της εισόδου του κόλπου ώστε να επανέλθει η φυσιολογική ανατομία του.
Εάν η δυσπαρευνία έχει ως αίτιο την εμμηνόπαυση και την κολπική ξηρότητα που προκαλεί ή εάν προκαλείται από τη λήψη συγκεκριμένων φαρμάκων (π.χ. αντισυλληπτικά, αντιαλλεργικά, αντισταμινικά, αντικαταθλιπτικά, αντικαρκινικά), τότε η θεραπευτική μέθοδος μπορεί να είναι είτε η εφαρμογή λιπαντικών και ενυδατικών σκευασμάτων είτε η θεραπεία ορμονικής αποκατάστασης, αλλά αφού θα διακοπεί ή θα αλλάξει προηγουμένως η υπαίτια φαρμακευτική αγωγή. Πρέπει να είναι σαφές ότι κατά τη διάρκεια της εμμηνόπαυσης μειώνονται οι ορμόνες και οι ωοθήκες δεν λειτουργούν όπως πρέπει, με αποτέλεσμα να ατροφούν τα γεννητικά όργανα φέρνοντας τον πόνο και το «κάψιμο» στη σεξουαλική ζωή της γυναίκας.
Ακόμη και αν μετά τις παραπάνω θεραπείες η δυσπαρευνία επιμένει, τότε υπάρχει η επιλογή άλλων δύο εγκεκριμένων και μη ορμονικών σκευασμάτων που έχουν ως ένδειξη τη μέτρια και σοβαρή δυσπαρευνία. Πρόκειται για την οσπεμιφένη και την πραστερόνη τα οποία είναι και ασφαλή αλλά και αποτελεσματικά όπως και τα οιστρογόνα.
Μία άλλη αιτία της δυσπαρευνίας που συναντάται συχνά είναι ο κολεόσπασμος, δηλαδή η έντονη και αντανακλαστική σύσπαση του κυκλοτερούς μυός που σχηματίζει την είσοδο του κόλπου. Η αντιμετώπιση του κολεοσπασμού επιτυγχάνεται με ψυχοθεραπεία και επισκέψεις σε σεξολόγο.
Η περίπτωση της ενδομητρίωσης από την άλλη αντιμετωπίζεται είτε μόνο χειρουργικά είτε και με συνδυασμό φαρμακευτικής θεραπείας. Παράλληλα, η γυναικολόγος δίνει σύσταση για περιορισμό των σεξουαλικών επαφών μόνο στο διάστημα ανάμεσα στην έμμηνο ρύση και στην ωορρηξία. Όταν διαγιγνώσκονται συμφύσεις ή πυελικές φλεγμονώδεις μάζες τότε μπορεί να χρειαστεί χειρουργική επέμβαση για τις πρώτες ή αφαίρεση για τις δεύτερες.
Το πιο σημαντικό από όλα είναι κάθε γυναίκα να κατανοήσει ότι η δυσπαρευνία είναι μια πολύ συχνή κατάσταση και δεν υπάρχει κανένας λόγος ντροπής. Συνεπώς, κάθε γυναίκα που έρχεται αντιμέτωπη με αυτήν μπορεί να μιλήσει ανοιχτά με τον σύντροφό της και τη γυναικολόγο της, διότι μόνο έτσι θα κατανοήσει τι συμβαίνει και πώς θα το ξεπεράσει. Η γυναικολόγος έχει όλες τις γνώσεις για να την κατευθύνει στη σωστή θεραπεία που θα της δώσει πίσω την ευχαρίστηση που προσφέρει μια υγιής σεξουαλική ζωή.
Η Χειρουργός Γυναικολόγος Μαιευτήρας, Μαρίνα Τοσουνίδου διαθέτει πολυετή εμπειρία και εξειδίκευση στην αντιμετώπιση της δυσπαρευνίας. Επικοινωνήστε μαζί της και κλείστε το ραντεβού σας.
Γυναικολόγος-Μαιευτήρας με εξειδίκευση στην Αισθητική Γυναικολογία
ΣΧΟΛΙΑ