ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΣ

Διαδικτυακή ημερίδα του ΠΣΑΤ για τον Ντιέγκο Μαραντόνα (βίντεο)

Έλληνες δημοσιογράφοι μοιράστηκαν τις απόψεις και τις αναμνήσεις τους

 11/12/2020 10:05

Διαδικτυακή ημερίδα του ΠΣΑΤ για τον Ντιέγκο Μαραντόνα (βίντεο)

Στον Ντιέγκο Αρμάντο Μαραντόνα ήταν αφιερωμένη η πρώτη διαδικτυακή ημερίδα, που διοργάνωσε η διοίκηση του Πανελλήνιου Συνδέσμου Αθλητικού Τύπου.

Συντονιστής της ημερίδας ήταν ο Χρήστος Σωτηρακόπουλος, και για τον μεγάλο μπαλαδόρο του παγκοσμίου ποδοσφαίρου μίλησαν ο παλαιός άσος και νυν προπονητής που έχει γεννηθεί στην Αργεντινή, Χουάν Ραμόν Ρότσα, ο παλαιός διεθνής ποδοσφαιριστής Στράτος Αποστολάκης που έχει αγωνιστεί με την Εθνική στον αγώνα με την Αργεντινή του Μαραντόνα το 1994, ο πρόεδρος του Πανελληνίου Συνδέσμου Αμειβομένων Ποδοσφαιριστών Γιώργος Μπαντής και οι δημοσιογράφοι Κώστας Βερνίκος, Αντώνης Καρπετόπουλος, Άρης Νικολάκης, Περικλής Στέλλας, Μάνος Σταραμόπουλος και Άλκης Φιτσόπουλος.

Ο Χρήστος Σωτηρακόπουλος έδωσε πρώτα το λόγο στον Χουάν Ραμόν Ρότσα, που ανέφερε ότι γνώρισε τον Μαραντόνα μέσα στο γήπεδο. «Ήταν 15 ετών παιδί και όλοι έμεναν έκπληκτοι από το ποδοσφαιρικό του θράσος. Ήταν φαινόμενο και άντεξε σε μια εποχή, που το ποδόσφαιρο ήταν κυριολεκτικά βάρβαρο. Απορώ πώς παιζόταν τότε το ποδόσφαιρο σε κακούς ποδοσφαιρικούς χώρους και με τόση βιαιότητα. Ήταν συνεπώς και οι συνθήκες που τον έκαναν είδωλο, πέραν της δεινότητάς του. Και για αυτό το λόγο το αντίο έγινε με τόσες χιλιάδες κόσμου και αν δεν υπήρχε η πανδημία, θα ήταν εκατομμύρια στους δρόμους».

Ολοκληρώνοντας την τοποθέτησή του ενημέρωσε τους συμμετέχοντες της ημερίδας ότι την προσεχή Κυριακή, θα γίνει μια διαδικτυακή εκδήλωση στο Μέγαρο Μουσικής, στη διάρκεια της οποίας, οι Αργεντίνοι της Ελλάδας θα παρουσιάσουν το τραγούδι του Manu Chao, La Vida Tompola, που το ηχογράφησαν προς τιμή του εκλιπόντος. Το τραγούδι ακούστηκε για πρώτη φορά πριν την επίσημη παρουσίασή του στην ημερίδα του ΠΣΑΤ με πρωτοβουλία του Μάνου Σταραμόπουλου.

Ο Γιώργος Μπαντής, πρόεδρος του ΠΣΑΠ, τόνισε ότι ο Μαραντόνα ήταν θρύλος και πέρασε στην αιωνιότητα. Όσα χρόνια κι αν περάσουν, αυτό είναι κάτι που το κέρδισε με το σπαθί του. Όταν έπαιζε ποδόσφαιρο, ήταν λες και κουβαλούσε στις πλάτες του όλους τους ανθρώπους που βίωσαν φτώχια, δυστυχία, ρατσισμό. Τα αισθήματα αυτά φαίνονταν στο παιχνίδι του, στο πάθος που είχε, σε όσα βίωσε στην παιδική του ηλικία. Ήταν ένας Θεός με ανθρώπινες αδυναμίες. Ωστόσο, δεν είχε μόνο το χέρι του Θεού, αλλά και θυμό απέναντι στον Θεό. Το απέδειξε τότε στο Βατικανό απέναντι στον Πάπα, που διαφώνησε για τις χρυσές σκεπές. «Δεν μπορείς», τόνισε «να νοιάζεσαι για τα φτωχά παιδιά, όταν χρησιμοποιείς χρυσές λεπτομέρειες σε ένα απλό κτίριο».

Ο πρόεδρος του ΠΣΑΠ τόνισε ότι ο Μαραντόνα θα είναι πάντα ο άνθρωπος εκείνος που έπαιξε σ΄ένα λασπωμένο γήπεδο, παίρνοντας ρίσκο τόσο για τη δική του υγεία όσο και για εκείνη των συμπαικτών του, προκειμένου να σώσει ένα μικρό παιδί. Αυτή πίστευε, όμως, ότι είναι η ευθύνη ενός ποδοσφαιριστή απέναντι στην κοινωνία. Ολοκληρώνοντας την τοποθέτησή του, επισήμανε ότι δεν είναι εύκολο να είσαι ο Μαραντόνα και αυτό φαίνεται ξεκάθαρα στα λόγια του προς το τέλος της καριέρας του, όταν ταλαιπωρημένος από ψυχικά και σωματικά προβλήματα, δήλωσε «είμαι ο Ντιέγκο Αρμάντο Μαραντόνα κι έχω ανάγκη να με έχουν ανάγκη».

Ο δημοσιογράφος Κώστας Βερνίκος, αναφέρθηκε στη συνάντηση που είχε μαζί του, 28 χρόνια πριν, στη Θεσσαλονίκη. Ο τίτλος της εφημερίδας, που ακολούθησε μια πολύ ενδιαφέρουσα συνέντευξη με τον 28χρονο τότε Μαραντόνα, ήταν «θέλω να ζήσω ελεύθερος» κι αυτό από μόνο του λέει πολλά για τη μετέπειτα ζωή του. Ο Ντιέγκο ήταν ένας πολύ απλός άνθρωπος, ευχάριστος, χαρούμενος. Έμεινε μαζί μας 2 ώρες περίπου και σε ερώτηση του συναδέλφου Άρη Νικολάκη «γιατί δέχτηκες να μας μιλήσεις», η απάντησή του ήταν γιατί ο τότε ιδιοκτήτης του Ολυμπιακού είχε κάνει πρόταση να τον αγοράσει και θεωρούσε την πρόταση ιδιαίτερα τιμητική. Απάντησε σε όλες τις ερωτήσεις, φωτογραφήθηκε υπομονετικότατα και σε όλη τη διάρκεια ένοιωθες ότι ήσουν δίπλα σε κάποιον ξεχωριστό. «Αξίζει να αναφέρουμε», τόνισε «όσα είπε ο ίδιος σε μια συνέντευξη στον Εμίλ Κουστουρίτσα, μιλώντας για τον εαυτό του, τα θέματα που είχε με την κοκαϊνη και την αναγνώριση της ποδοσφαιρικής του ευφυϊας. Του στέρησε η κοκαϊνη πολλά κι έχασε άλλα τόσα. Πρόκειται για ένα μεγάλο μήνυμα που απευθύνεται σε όλους για το πόσα μπορούν να πετύχουν, αρκεί να μην παραδοθούν σε τέτοιες διαδικασίες. Αυτό που κρατώ ο ίδιος, είναι την τέχνη της μπάλας από τον Ντιέγκο και τις στιγμές μαγείας που μας χάρισε.

Ο δημοσιογράφος Άρης Νικολάκης, από εκείνη τη συνάντηση, κρατά την επαφή με έναν θρύλο. Στα μάτια του ήταν μια πριμαντόνα με ψυχή μικρού παιδιού. Δεν είπε τίποτα περισσότερο από όσα έλεγε η ψυχούλα του. Ζητούσε να μάθει για την ατμόσφαιρο του γηπέδου και δήλωσε ότι του άρεσε η τρέλα των φιλάθλων του ΠΑΟΚ. «Δεν θα ξεχάσω ποτέ», τόνισε «το πόσο περιποιητικός ήταν». Ο Μαραντόνα είχε καταφέρει να σπάσει τα σύνορα της πατρίδας του και να κατακτήσει όλο τον κόσμο.

Ο δημοσιογράφος Περικλής Στέλλας κατέθεσε τη δική του προσωπική επαφή με τον θρύλο της μπάλας. «Ήταν την εποχή που ο ΠΑΟΚ θα έπαιζε με τη Νάπολι για το Κύπελλο ΟΥΕΦΑ. Τότε, όπως γνωρίζουν οι παλαιότεροι, δεν υπήρχαν μέτρα ασφαλείας και όταν προσγειωνόταν το αεροπλάνο, οι δημοσιογράφοι ξεχύνονταν στον διάδρομο. Ενώ έχει σταθμεύσει το αεροπλάνο και περιμένουμε να ανοίξει η πόρτα, επεμβαίνουν τα ΜΑΤ και μας αποκλείουν. Για καλή μου τύχη βρίσκομαι εκτός του κλοιού και μόλις ανοίγει η πόρτα, βρίσκομαι δίπλα ακριβώς στον Ντιέγκο, μαζί με τον φωτογράφο Βασίλη Βερβερίδη, οποίος και μας απαθανατίζει. Τρέχω δίπλα του, στρεσαρισμένος, με δέος και κάνω λάθος ερώτηση. Με κοιτάζει και μου λέει να μην ακουμπήσω την τίγρη (είχε μια τρίγρη η γραβάτα του). Τον ακολούθησα μέχρι την αίθουσα αφίξεων και κάποια στιγμή, με αναζητά με το βλέμμα και ζητά να πάω δίπλα του. Εκεί μου είπε μερικά πράγματα, σαν να ζητούσε συγγνώμη που δεν μου φέρθηκε πριν σωστά. Το αστείο είναι ότι η φωτογραφία δεν δημοσιεύθηκε ποτέ στην εφημερίδα, γιατί δεν πρόλαβε να φτάσει στον προορισμό της. Έπειτα στο παγκόσμιο κύπελλο στην Αμερική, σε ένα ξενοδοχείο, παρουσία πολλών ομογενών, μάθαμε ότι μέλος της ομάδας της Αργεντινής βρέθηκε ντοπαρισμένο. Στη συνέχεια, ο συνάδελφος Χρήστος Σωτηρακόπουλος, στο Βήμα, ενημέρωνε ότι ο Μαραντόνα ήταν εκείνος που βρέθηκε ντοπαρισμένος και εμείς μπροστά σε μια μεγάλη αποκλειστικότητα».

Ο δημοσιογράφος Αντώνης Καρπετόπουλος τόνισε ότι έζησε στην Ιταλία, όπου σπούδαζε, και τα μεγάλα του χρόνια και τα της φυγής του. Όλη αυτή η μαραντονολογία τον οδήγησε στο συμπέρασμα ότι όλοι οι μαραντονολόγοι θα προτιμούσαν να είχε πεθάνει ο Ντιέγκο το 1994. «Θα κάναμε όλοι φοβερές εκπομπές και θα είχαμε μεγαλώσει τον μύθο του», τόνισε. «Δεν υπάρχει πουθενά διάθεση να μιλήσει κάποιος για αυτόν μετά το 1995. Ακόμη και τα ντοκιμαντέρ που έγιναν, αναφέρονται αποκλειστικά σε εκείνα τα χρόνια. Η ανάγκη μας να έχουμε έναν παιδικό ήρωα, μας έχει οδηγήσει στην εξιστόρηση των γεγονότων της ζωής του μέχρι τη στιγμή που για εμάς ήταν πολύ ενδιαφέρουσα. Προσωπικά θεωρώ τη ζωή του ενδιαφέρουσα και μετά. Τότε ανακάλυψε τον Κάστρο, τότε έκανε τα τατουάζ με τον Τσε, τότε έγινε προπονητής της Εθνικής Αργεντινής».

Ο δημοσιογράφος Μάνος Σταραμόπουλος, ανέφερε ότι αυτό που διέθετε ο Μαραντόνα ήταν κάτι μαγικό. Ελάχιστοι μπορούν να σε μαγέψουν με τη μπάλα στα πόδια. Τον γνώρισε το 1994 σε μια αποστολή στο Ισραήλ, όπου έμενε στο ίδιο ξενοδοχείο με την Εθνική Αργεντινής για να έχει εύκολη πρόσβαση. Την πρώτη μέρα, μετά το τέλος ενός φιλικού αγώνα, ενώ γευμάτιζε, στο εστιατόριο μπήκε ο Μαραντόνα με δυο πράκτορες της Μοσάντ. Στην προσπάθεια να τον πλησιάσει, τέντωσε το χέρι του και τότε οι πράκτορες έβαλαν τα χέρια τους απειλητικά μέσα στις τσέπες τους. Τότε συνειδητοποιώντας τι έκανε, έδειξε την ταυτότητα της AIPS, τα πνεύματα ηρέμησαν και μίλησαν με τη βοήθεια μεταφραστή. Ο Μαραντόνα θαύμαζε τον Τζορτζ Μπεστ και τον Πελέ, ο οποίος και τον είχε συμβουλεύσει να μην παραμελεί το σώμα του, να γεύεται τα πάντα, αλλά να μην κάνει καταχρήσεις.

Ο δημοσιογράφος Άλκης Φιτσόπουλος, ανέφερε ότι ο Μαραντόνα μιλούσε πάντοτε στο τρίτο πρόσωπο για τον εαυτό του. Το 1988 κατάφερε να μιλήσει μαζί του για 20 λεπτά. Ήταν απεσταλμένος της εφημερίδας «Φίλαθλος» στη Νάπολη και έφτασε έξω από το Κάμπο Σπορτίδο Παραντίσο για να του πάρει μια δήλωση. «Μας το είχαν ξεκαθαρίσει ότι δεν θα μας δεχτεί» τόνισε «σε μια στιγμή όμως βλέπω μια κατακόκκινη Λαμποργκίνι να παρκάρει και πίσω της να ακολουθεί ένα τζιπ με δυο μπράβους. Τον καλημερίσαμε, του είπαμε ότι είμαστε από την Ελλάδα και του ζητήσαμε δυο κουβέντες. Χωρίς να το καταλάβουμε οι μπράβοι ήρθαν κοντά μας και μας ζήτησαν με έντονο ύφος να αποχωρήσουμε. Εμείς επιμέναμε και τότε μας έριξαν στα σύρματα. Τότε ήρθε προς το μέρος μας, έριξε ένα βλέμμα στους μπράβους και όλα ηρέμησαν. Ο Μαραντόνα, ένα κοντό μαυριδερό παιδί, είχε ηρεμία, θεϊκή αύρα και ό,τι έλεγε σε χτυπούσε στο κεντρικό νευρικό σύστημα. Στην άκρη του γραφείου του είχε δυο γυάλινα μπουκαλάκια που έγραφαν «Δάκρυα Μπερλουσκόνι» και «Δάκρυα Ανιέλι». Τον ρώτησα τι σήμαιναν αυτά και μου απάντησε ότι τα πουλούσαν στην Νάπολη, αφότου πήρε το πρωτάθλημα. Ζούσε τον ρόλο του ιεραπόστολου στον ιταλικό νότο. Ήταν ένας τρόπος να στείλει χαιρετίσματα προς την εξουσία στον ιταλικό βορρά. Μου είπε ότι δεν τον ενδιαφέρουν τα χρήματα, γιατί βγάζει λιγότερα από όσα δίνει. Εκείνη την εποχή, επίσης, δεν φορούσε ρολόι για να μην είναι αιχμάλωτος της ώρας. Αυτό που κρατά από όσα έχουν γραφεί για εκείνον, είναι «δεν μας νοιάζει τι έκανες για τη ζωή σου, μας νοιάζει τι έκανες για τις ζωές μας» και ότι ο Ντιέγκο «έπαιρνε πάντα 10 με πόνο».

Ο Στράτος Αποστολάκης τόνισε ότι ενώ θα έπαιζαν για πρώτη φορά σε παγκόσμιο κύπελλο αντί να περιμένουν το εναρκτήριο παιχνίδι, περίμεναν τη στιγμή που θα αντιμετώπιζαν τον Μαραντόνα. Ηταν το όνειρο της ζωής τους να έρθουν κοντά στο φαινόμενο αυτό, να μπορέσουν να τον ακουμπήσουν, να ακούσουν τη φωνή του, να τον αντιμετωπίσουν. «Μια πρώτη γεύση» πρόσθεσε «πήραμε στο δρόμο για το γήπεδο, όπου είδαμε μια ουρά χιλιομέτρων από φιλάθλους με φανέλες του Μαραντόνα. Στα αποδυτήρια τον ακούγαμε να φωνάζει και να δίνει σύνθημα στα ισπανικά για να εμψυχώσει τους συμπαίκτες του, εντός του γηπέδου όμως σταμάτησε να είναι εγκάρδιος και ήταν απόλυτα αφοσιωμένος στο παιχνίδι. Στο τέλος, προσπαθήσαμε όλοι να πάρουμε τη φανέλα του, τελικά όμως την έδωσε στον γιατρό της ομάδας. Νιώθουμε ευτυχείς που στη διάρκεια της καριέρας μας, ήρθαμε κοντά σε αυτόν τον άνθρωπο. Ήταν τεράστια εμπειρία για όλους μας».

Πώς θα ήταν η Αργεντινή χωρίς τον Μαραντόνα

Στη συνέχεια ο Χρήστος Σωτηρακόπουλος ρώτησε πόσο διαφορετική θα ήταν η Αργεντινή του ’86, χωρίς τον Μαραντόνα και πόσο μακριά θα έφτανε.

Χουάν Ραμόν Ρότσα: «Θα πήγαινε σε πολύ κοντινό δρόμο, γιατί το Μουντιάλ της Ιταλίας το 1990 είχε καλύτερους ποδοσφαιριστές. Στο Μεξικό, όμως, τα πράγματα ήταν διαφορετικά. Το γήπεδο ήταν σε άθλια κατάσταση, το υψόμετρο των 2.600 μέτρων αποτελούσε πρόβλημα και παρόλα αυτά ο αρχηγός τους παρέσυρε όλους».

Κώστας Βερνίκος: «Από τη στιγμή που «έφυγε» νοιώθω πιο φτωχός. Ούτως ή άλλως δεν είχε πλέον να μας προσφέρει κάτι, η ενέργεια αυτή όμως δεν θα υπάρξει ποτέ ξανά. Ήταν μέρος της ζωής μας και μαζί με αυτόν χάθηκε και ένα κομμάτι από τα νιάτα μας. Προσωπικά δεν θα συγκρίνω ποτέ ποδοσφαιριστές, γιατί ο καθένας προσθέτει και κάτι σημαντικό μέσα και έξω από το γήπεδο. Από εκείνον κρατώ τις όμορφες στιγμές τέχνης που έδωσαν κάτι διαφορετικό στη ζωή μου».

Περικλής Στέλλας: «Ως άντρας που αγαπά το ποδόσφαιρο από μικρό παιδί, θαύμαζα αυτό που έκανε μέσα στο γήπεδο και ένιωθα αποστροφή για όσα έκανε έξω από αυτό. Θεωρώ ότι αδίκησε τον εαυτό του σε μεγάλο βαθμό. Ο κόσμος τον λάτρεψε γιατί ήταν ο μοναδικός που τα έβαλε με την εξουσία και έλεγε πάντοτε ότι «εγώ είμαι το μικρόφωνο του κόσμου». Πιστεύω ότι χωρίς τον Μαραντόνα, η Αργεντινή δεν θα έφτανε στην κορυφή».

Άλκης Φιτσόπουλος: «Σε αυτό το Μουντιάλ το ποδόσφαιρο παρεκτράπη και ο Μαραντόνα βρέθηκε στο επίκεντρο. Αξίζει να δούμε τις καταστάσεις στο περιβάλλον που έλαβαν χώρα. Αυτή τη στιγμή ο Μέσι παίζει σε ένα απολύτως προστατευμένο χώρο, ενώ αξίζει να θυμηθούμε τι έγινε τότε στον τελικό με τη Νάπολι, όπου η μισή ομάδα της Μπάγερν θα έπρεπε να έχει αποβληθεί. Δεν θα έφτανε η Αργεντινή εκεί, χωρίς τον Μαραντόνα».

Λίγο πριν το τέλος της ημερίδας, ο Κώστας Βερνίκος θυμήθηκε με μεγάλη θλίψη τη στιγμή που ο Μπλάτερ, τότε πρόεδρος της ΦΙΦΑ, ανακοίνωσε με περίσσια χαρά, τη σύλληψη του Μαραντόνα. Ο Χρήστος Σωτηρακόπουλος συμφώνησε, λέγοντας ότι κανονικά θα έπρεπε ο πρόεδρος να στενοχωριέται που ο κορυφαίος ποδοσφαιριστής της διοργάνωσης βρέθηκε θετικός σε ντόπινγκ.

Ολοκληρώνοντας τη συζήτηση, ο Χρήστος Σωτηρακόπουλος επισήμανε ότι έχει λείψει πολύ από το ποδόσφαιρο η ντρίπλα και ανέφερε ότι πολλές φορές του ζητούν να διαλέξει ποδοσφαιριστή και ειλικρινά δεν καταλαβαίνει γιατί πρέπει να μπουν ταμπέλες στις αναμνήσεις και στα όνειρά μας. Όλοι ήταν και είναι ξεχωριστοί και όλοι όταν σταματήσουν θα μας λείψουν πολύ. Ο Κώστας Βερνίκος θυμήθηκε όταν η παλιά ελληνική τηλεόραση μετέδιδε έναν αγώνα και υπήρχε συζήτηση να προβληθεί και δεύτερος αγώνας δεν το έκαναν από φόβο μήπως χάσει την αξία του. Πλέον έχουμε τη δυνατότητα, μέσα από πλατφόρμες και συνδρομητική τηλεόραση, να βλέπουμε τα πάντα και του χρόνου, θα μπορεί κάποιος να βλέπει ταυτόχρονα 32-40 παιχνίδια. Μιλώντας για την Αργεντινή τόνισε ότι είναι η χώρα της ελευθερίας, της μουσικής, η χώρα που πάλεψε και νίκησε τη δικτατορία. Επίσης ανέφερε ότι στον αγώνα με την Αγγλία υπήρχε ο πόλεμος των νησιών Φόκλαντ κάτι που έκανε την ατμόσφαιρα πολύ διαφορετική για τους Αργεντίνους. Κλείνοντας χαρακτήρισε το Μαραντόνα σαν τον πιο ανθρώπινο «Θεό».

Παρέμβαση στη συζήτηση έκαναν ο επίτιμος πρόεδρος του ΠΣΑΤ Παύλος Γερακάρης και τα μέλη του Δ.Σ. Φάνης Σκύφτας, Ασπασία Βελονάκη και Κώστας Τουτσίδης.

Στον Ντιέγκο Αρμάντο Μαραντόνα ήταν αφιερωμένη η πρώτη διαδικτυακή ημερίδα, που διοργάνωσε η διοίκηση του Πανελλήνιου Συνδέσμου Αθλητικού Τύπου.

Συντονιστής της ημερίδας ήταν ο Χρήστος Σωτηρακόπουλος, και για τον μεγάλο μπαλαδόρο του παγκοσμίου ποδοσφαίρου μίλησαν ο παλαιός άσος και νυν προπονητής που έχει γεννηθεί στην Αργεντινή, Χουάν Ραμόν Ρότσα, ο παλαιός διεθνής ποδοσφαιριστής Στράτος Αποστολάκης που έχει αγωνιστεί με την Εθνική στον αγώνα με την Αργεντινή του Μαραντόνα το 1994, ο πρόεδρος του Πανελληνίου Συνδέσμου Αμειβομένων Ποδοσφαιριστών Γιώργος Μπαντής και οι δημοσιογράφοι Κώστας Βερνίκος, Αντώνης Καρπετόπουλος, Άρης Νικολάκης, Περικλής Στέλλας, Μάνος Σταραμόπουλος και Άλκης Φιτσόπουλος.

Ο Χρήστος Σωτηρακόπουλος έδωσε πρώτα το λόγο στον Χουάν Ραμόν Ρότσα, που ανέφερε ότι γνώρισε τον Μαραντόνα μέσα στο γήπεδο. «Ήταν 15 ετών παιδί και όλοι έμεναν έκπληκτοι από το ποδοσφαιρικό του θράσος. Ήταν φαινόμενο και άντεξε σε μια εποχή, που το ποδόσφαιρο ήταν κυριολεκτικά βάρβαρο. Απορώ πώς παιζόταν τότε το ποδόσφαιρο σε κακούς ποδοσφαιρικούς χώρους και με τόση βιαιότητα. Ήταν συνεπώς και οι συνθήκες που τον έκαναν είδωλο, πέραν της δεινότητάς του. Και για αυτό το λόγο το αντίο έγινε με τόσες χιλιάδες κόσμου και αν δεν υπήρχε η πανδημία, θα ήταν εκατομμύρια στους δρόμους».

Ολοκληρώνοντας την τοποθέτησή του ενημέρωσε τους συμμετέχοντες της ημερίδας ότι την προσεχή Κυριακή, θα γίνει μια διαδικτυακή εκδήλωση στο Μέγαρο Μουσικής, στη διάρκεια της οποίας, οι Αργεντίνοι της Ελλάδας θα παρουσιάσουν το τραγούδι του Manu Chao, La Vida Tompola, που το ηχογράφησαν προς τιμή του εκλιπόντος. Το τραγούδι ακούστηκε για πρώτη φορά πριν την επίσημη παρουσίασή του στην ημερίδα του ΠΣΑΤ με πρωτοβουλία του Μάνου Σταραμόπουλου.

Ο Γιώργος Μπαντής, πρόεδρος του ΠΣΑΠ, τόνισε ότι ο Μαραντόνα ήταν θρύλος και πέρασε στην αιωνιότητα. Όσα χρόνια κι αν περάσουν, αυτό είναι κάτι που το κέρδισε με το σπαθί του. Όταν έπαιζε ποδόσφαιρο, ήταν λες και κουβαλούσε στις πλάτες του όλους τους ανθρώπους που βίωσαν φτώχια, δυστυχία, ρατσισμό. Τα αισθήματα αυτά φαίνονταν στο παιχνίδι του, στο πάθος που είχε, σε όσα βίωσε στην παιδική του ηλικία. Ήταν ένας Θεός με ανθρώπινες αδυναμίες. Ωστόσο, δεν είχε μόνο το χέρι του Θεού, αλλά και θυμό απέναντι στον Θεό. Το απέδειξε τότε στο Βατικανό απέναντι στον Πάπα, που διαφώνησε για τις χρυσές σκεπές. «Δεν μπορείς», τόνισε «να νοιάζεσαι για τα φτωχά παιδιά, όταν χρησιμοποιείς χρυσές λεπτομέρειες σε ένα απλό κτίριο».

Ο πρόεδρος του ΠΣΑΠ τόνισε ότι ο Μαραντόνα θα είναι πάντα ο άνθρωπος εκείνος που έπαιξε σ΄ένα λασπωμένο γήπεδο, παίρνοντας ρίσκο τόσο για τη δική του υγεία όσο και για εκείνη των συμπαικτών του, προκειμένου να σώσει ένα μικρό παιδί. Αυτή πίστευε, όμως, ότι είναι η ευθύνη ενός ποδοσφαιριστή απέναντι στην κοινωνία. Ολοκληρώνοντας την τοποθέτησή του, επισήμανε ότι δεν είναι εύκολο να είσαι ο Μαραντόνα και αυτό φαίνεται ξεκάθαρα στα λόγια του προς το τέλος της καριέρας του, όταν ταλαιπωρημένος από ψυχικά και σωματικά προβλήματα, δήλωσε «είμαι ο Ντιέγκο Αρμάντο Μαραντόνα κι έχω ανάγκη να με έχουν ανάγκη».

Ο δημοσιογράφος Κώστας Βερνίκος, αναφέρθηκε στη συνάντηση που είχε μαζί του, 28 χρόνια πριν, στη Θεσσαλονίκη. Ο τίτλος της εφημερίδας, που ακολούθησε μια πολύ ενδιαφέρουσα συνέντευξη με τον 28χρονο τότε Μαραντόνα, ήταν «θέλω να ζήσω ελεύθερος» κι αυτό από μόνο του λέει πολλά για τη μετέπειτα ζωή του. Ο Ντιέγκο ήταν ένας πολύ απλός άνθρωπος, ευχάριστος, χαρούμενος. Έμεινε μαζί μας 2 ώρες περίπου και σε ερώτηση του συναδέλφου Άρη Νικολάκη «γιατί δέχτηκες να μας μιλήσεις», η απάντησή του ήταν γιατί ο τότε ιδιοκτήτης του Ολυμπιακού είχε κάνει πρόταση να τον αγοράσει και θεωρούσε την πρόταση ιδιαίτερα τιμητική. Απάντησε σε όλες τις ερωτήσεις, φωτογραφήθηκε υπομονετικότατα και σε όλη τη διάρκεια ένοιωθες ότι ήσουν δίπλα σε κάποιον ξεχωριστό. «Αξίζει να αναφέρουμε», τόνισε «όσα είπε ο ίδιος σε μια συνέντευξη στον Εμίλ Κουστουρίτσα, μιλώντας για τον εαυτό του, τα θέματα που είχε με την κοκαϊνη και την αναγνώριση της ποδοσφαιρικής του ευφυϊας. Του στέρησε η κοκαϊνη πολλά κι έχασε άλλα τόσα. Πρόκειται για ένα μεγάλο μήνυμα που απευθύνεται σε όλους για το πόσα μπορούν να πετύχουν, αρκεί να μην παραδοθούν σε τέτοιες διαδικασίες. Αυτό που κρατώ ο ίδιος, είναι την τέχνη της μπάλας από τον Ντιέγκο και τις στιγμές μαγείας που μας χάρισε.

Ο δημοσιογράφος Άρης Νικολάκης, από εκείνη τη συνάντηση, κρατά την επαφή με έναν θρύλο. Στα μάτια του ήταν μια πριμαντόνα με ψυχή μικρού παιδιού. Δεν είπε τίποτα περισσότερο από όσα έλεγε η ψυχούλα του. Ζητούσε να μάθει για την ατμόσφαιρο του γηπέδου και δήλωσε ότι του άρεσε η τρέλα των φιλάθλων του ΠΑΟΚ. «Δεν θα ξεχάσω ποτέ», τόνισε «το πόσο περιποιητικός ήταν». Ο Μαραντόνα είχε καταφέρει να σπάσει τα σύνορα της πατρίδας του και να κατακτήσει όλο τον κόσμο.

Ο δημοσιογράφος Περικλής Στέλλας κατέθεσε τη δική του προσωπική επαφή με τον θρύλο της μπάλας. «Ήταν την εποχή που ο ΠΑΟΚ θα έπαιζε με τη Νάπολι για το Κύπελλο ΟΥΕΦΑ. Τότε, όπως γνωρίζουν οι παλαιότεροι, δεν υπήρχαν μέτρα ασφαλείας και όταν προσγειωνόταν το αεροπλάνο, οι δημοσιογράφοι ξεχύνονταν στον διάδρομο. Ενώ έχει σταθμεύσει το αεροπλάνο και περιμένουμε να ανοίξει η πόρτα, επεμβαίνουν τα ΜΑΤ και μας αποκλείουν. Για καλή μου τύχη βρίσκομαι εκτός του κλοιού και μόλις ανοίγει η πόρτα, βρίσκομαι δίπλα ακριβώς στον Ντιέγκο, μαζί με τον φωτογράφο Βασίλη Βερβερίδη, οποίος και μας απαθανατίζει. Τρέχω δίπλα του, στρεσαρισμένος, με δέος και κάνω λάθος ερώτηση. Με κοιτάζει και μου λέει να μην ακουμπήσω την τίγρη (είχε μια τρίγρη η γραβάτα του). Τον ακολούθησα μέχρι την αίθουσα αφίξεων και κάποια στιγμή, με αναζητά με το βλέμμα και ζητά να πάω δίπλα του. Εκεί μου είπε μερικά πράγματα, σαν να ζητούσε συγγνώμη που δεν μου φέρθηκε πριν σωστά. Το αστείο είναι ότι η φωτογραφία δεν δημοσιεύθηκε ποτέ στην εφημερίδα, γιατί δεν πρόλαβε να φτάσει στον προορισμό της. Έπειτα στο παγκόσμιο κύπελλο στην Αμερική, σε ένα ξενοδοχείο, παρουσία πολλών ομογενών, μάθαμε ότι μέλος της ομάδας της Αργεντινής βρέθηκε ντοπαρισμένο. Στη συνέχεια, ο συνάδελφος Χρήστος Σωτηρακόπουλος, στο Βήμα, ενημέρωνε ότι ο Μαραντόνα ήταν εκείνος που βρέθηκε ντοπαρισμένος και εμείς μπροστά σε μια μεγάλη αποκλειστικότητα».

Ο δημοσιογράφος Αντώνης Καρπετόπουλος τόνισε ότι έζησε στην Ιταλία, όπου σπούδαζε, και τα μεγάλα του χρόνια και τα της φυγής του. Όλη αυτή η μαραντονολογία τον οδήγησε στο συμπέρασμα ότι όλοι οι μαραντονολόγοι θα προτιμούσαν να είχε πεθάνει ο Ντιέγκο το 1994. «Θα κάναμε όλοι φοβερές εκπομπές και θα είχαμε μεγαλώσει τον μύθο του», τόνισε. «Δεν υπάρχει πουθενά διάθεση να μιλήσει κάποιος για αυτόν μετά το 1995. Ακόμη και τα ντοκιμαντέρ που έγιναν, αναφέρονται αποκλειστικά σε εκείνα τα χρόνια. Η ανάγκη μας να έχουμε έναν παιδικό ήρωα, μας έχει οδηγήσει στην εξιστόρηση των γεγονότων της ζωής του μέχρι τη στιγμή που για εμάς ήταν πολύ ενδιαφέρουσα. Προσωπικά θεωρώ τη ζωή του ενδιαφέρουσα και μετά. Τότε ανακάλυψε τον Κάστρο, τότε έκανε τα τατουάζ με τον Τσε, τότε έγινε προπονητής της Εθνικής Αργεντινής».

Ο δημοσιογράφος Μάνος Σταραμόπουλος, ανέφερε ότι αυτό που διέθετε ο Μαραντόνα ήταν κάτι μαγικό. Ελάχιστοι μπορούν να σε μαγέψουν με τη μπάλα στα πόδια. Τον γνώρισε το 1994 σε μια αποστολή στο Ισραήλ, όπου έμενε στο ίδιο ξενοδοχείο με την Εθνική Αργεντινής για να έχει εύκολη πρόσβαση. Την πρώτη μέρα, μετά το τέλος ενός φιλικού αγώνα, ενώ γευμάτιζε, στο εστιατόριο μπήκε ο Μαραντόνα με δυο πράκτορες της Μοσάντ. Στην προσπάθεια να τον πλησιάσει, τέντωσε το χέρι του και τότε οι πράκτορες έβαλαν τα χέρια τους απειλητικά μέσα στις τσέπες τους. Τότε συνειδητοποιώντας τι έκανε, έδειξε την ταυτότητα της AIPS, τα πνεύματα ηρέμησαν και μίλησαν με τη βοήθεια μεταφραστή. Ο Μαραντόνα θαύμαζε τον Τζορτζ Μπεστ και τον Πελέ, ο οποίος και τον είχε συμβουλεύσει να μην παραμελεί το σώμα του, να γεύεται τα πάντα, αλλά να μην κάνει καταχρήσεις.

Ο δημοσιογράφος Άλκης Φιτσόπουλος, ανέφερε ότι ο Μαραντόνα μιλούσε πάντοτε στο τρίτο πρόσωπο για τον εαυτό του. Το 1988 κατάφερε να μιλήσει μαζί του για 20 λεπτά. Ήταν απεσταλμένος της εφημερίδας «Φίλαθλος» στη Νάπολη και έφτασε έξω από το Κάμπο Σπορτίδο Παραντίσο για να του πάρει μια δήλωση. «Μας το είχαν ξεκαθαρίσει ότι δεν θα μας δεχτεί» τόνισε «σε μια στιγμή όμως βλέπω μια κατακόκκινη Λαμποργκίνι να παρκάρει και πίσω της να ακολουθεί ένα τζιπ με δυο μπράβους. Τον καλημερίσαμε, του είπαμε ότι είμαστε από την Ελλάδα και του ζητήσαμε δυο κουβέντες. Χωρίς να το καταλάβουμε οι μπράβοι ήρθαν κοντά μας και μας ζήτησαν με έντονο ύφος να αποχωρήσουμε. Εμείς επιμέναμε και τότε μας έριξαν στα σύρματα. Τότε ήρθε προς το μέρος μας, έριξε ένα βλέμμα στους μπράβους και όλα ηρέμησαν. Ο Μαραντόνα, ένα κοντό μαυριδερό παιδί, είχε ηρεμία, θεϊκή αύρα και ό,τι έλεγε σε χτυπούσε στο κεντρικό νευρικό σύστημα. Στην άκρη του γραφείου του είχε δυο γυάλινα μπουκαλάκια που έγραφαν «Δάκρυα Μπερλουσκόνι» και «Δάκρυα Ανιέλι». Τον ρώτησα τι σήμαιναν αυτά και μου απάντησε ότι τα πουλούσαν στην Νάπολη, αφότου πήρε το πρωτάθλημα. Ζούσε τον ρόλο του ιεραπόστολου στον ιταλικό νότο. Ήταν ένας τρόπος να στείλει χαιρετίσματα προς την εξουσία στον ιταλικό βορρά. Μου είπε ότι δεν τον ενδιαφέρουν τα χρήματα, γιατί βγάζει λιγότερα από όσα δίνει. Εκείνη την εποχή, επίσης, δεν φορούσε ρολόι για να μην είναι αιχμάλωτος της ώρας. Αυτό που κρατά από όσα έχουν γραφεί για εκείνον, είναι «δεν μας νοιάζει τι έκανες για τη ζωή σου, μας νοιάζει τι έκανες για τις ζωές μας» και ότι ο Ντιέγκο «έπαιρνε πάντα 10 με πόνο».

Ο Στράτος Αποστολάκης τόνισε ότι ενώ θα έπαιζαν για πρώτη φορά σε παγκόσμιο κύπελλο αντί να περιμένουν το εναρκτήριο παιχνίδι, περίμεναν τη στιγμή που θα αντιμετώπιζαν τον Μαραντόνα. Ηταν το όνειρο της ζωής τους να έρθουν κοντά στο φαινόμενο αυτό, να μπορέσουν να τον ακουμπήσουν, να ακούσουν τη φωνή του, να τον αντιμετωπίσουν. «Μια πρώτη γεύση» πρόσθεσε «πήραμε στο δρόμο για το γήπεδο, όπου είδαμε μια ουρά χιλιομέτρων από φιλάθλους με φανέλες του Μαραντόνα. Στα αποδυτήρια τον ακούγαμε να φωνάζει και να δίνει σύνθημα στα ισπανικά για να εμψυχώσει τους συμπαίκτες του, εντός του γηπέδου όμως σταμάτησε να είναι εγκάρδιος και ήταν απόλυτα αφοσιωμένος στο παιχνίδι. Στο τέλος, προσπαθήσαμε όλοι να πάρουμε τη φανέλα του, τελικά όμως την έδωσε στον γιατρό της ομάδας. Νιώθουμε ευτυχείς που στη διάρκεια της καριέρας μας, ήρθαμε κοντά σε αυτόν τον άνθρωπο. Ήταν τεράστια εμπειρία για όλους μας».

Πώς θα ήταν η Αργεντινή χωρίς τον Μαραντόνα

Στη συνέχεια ο Χρήστος Σωτηρακόπουλος ρώτησε πόσο διαφορετική θα ήταν η Αργεντινή του ’86, χωρίς τον Μαραντόνα και πόσο μακριά θα έφτανε.

Χουάν Ραμόν Ρότσα: «Θα πήγαινε σε πολύ κοντινό δρόμο, γιατί το Μουντιάλ της Ιταλίας το 1990 είχε καλύτερους ποδοσφαιριστές. Στο Μεξικό, όμως, τα πράγματα ήταν διαφορετικά. Το γήπεδο ήταν σε άθλια κατάσταση, το υψόμετρο των 2.600 μέτρων αποτελούσε πρόβλημα και παρόλα αυτά ο αρχηγός τους παρέσυρε όλους».

Κώστας Βερνίκος: «Από τη στιγμή που «έφυγε» νοιώθω πιο φτωχός. Ούτως ή άλλως δεν είχε πλέον να μας προσφέρει κάτι, η ενέργεια αυτή όμως δεν θα υπάρξει ποτέ ξανά. Ήταν μέρος της ζωής μας και μαζί με αυτόν χάθηκε και ένα κομμάτι από τα νιάτα μας. Προσωπικά δεν θα συγκρίνω ποτέ ποδοσφαιριστές, γιατί ο καθένας προσθέτει και κάτι σημαντικό μέσα και έξω από το γήπεδο. Από εκείνον κρατώ τις όμορφες στιγμές τέχνης που έδωσαν κάτι διαφορετικό στη ζωή μου».

Περικλής Στέλλας: «Ως άντρας που αγαπά το ποδόσφαιρο από μικρό παιδί, θαύμαζα αυτό που έκανε μέσα στο γήπεδο και ένιωθα αποστροφή για όσα έκανε έξω από αυτό. Θεωρώ ότι αδίκησε τον εαυτό του σε μεγάλο βαθμό. Ο κόσμος τον λάτρεψε γιατί ήταν ο μοναδικός που τα έβαλε με την εξουσία και έλεγε πάντοτε ότι «εγώ είμαι το μικρόφωνο του κόσμου». Πιστεύω ότι χωρίς τον Μαραντόνα, η Αργεντινή δεν θα έφτανε στην κορυφή».

Άλκης Φιτσόπουλος: «Σε αυτό το Μουντιάλ το ποδόσφαιρο παρεκτράπη και ο Μαραντόνα βρέθηκε στο επίκεντρο. Αξίζει να δούμε τις καταστάσεις στο περιβάλλον που έλαβαν χώρα. Αυτή τη στιγμή ο Μέσι παίζει σε ένα απολύτως προστατευμένο χώρο, ενώ αξίζει να θυμηθούμε τι έγινε τότε στον τελικό με τη Νάπολι, όπου η μισή ομάδα της Μπάγερν θα έπρεπε να έχει αποβληθεί. Δεν θα έφτανε η Αργεντινή εκεί, χωρίς τον Μαραντόνα».

Λίγο πριν το τέλος της ημερίδας, ο Κώστας Βερνίκος θυμήθηκε με μεγάλη θλίψη τη στιγμή που ο Μπλάτερ, τότε πρόεδρος της ΦΙΦΑ, ανακοίνωσε με περίσσια χαρά, τη σύλληψη του Μαραντόνα. Ο Χρήστος Σωτηρακόπουλος συμφώνησε, λέγοντας ότι κανονικά θα έπρεπε ο πρόεδρος να στενοχωριέται που ο κορυφαίος ποδοσφαιριστής της διοργάνωσης βρέθηκε θετικός σε ντόπινγκ.

Ολοκληρώνοντας τη συζήτηση, ο Χρήστος Σωτηρακόπουλος επισήμανε ότι έχει λείψει πολύ από το ποδόσφαιρο η ντρίπλα και ανέφερε ότι πολλές φορές του ζητούν να διαλέξει ποδοσφαιριστή και ειλικρινά δεν καταλαβαίνει γιατί πρέπει να μπουν ταμπέλες στις αναμνήσεις και στα όνειρά μας. Όλοι ήταν και είναι ξεχωριστοί και όλοι όταν σταματήσουν θα μας λείψουν πολύ. Ο Κώστας Βερνίκος θυμήθηκε όταν η παλιά ελληνική τηλεόραση μετέδιδε έναν αγώνα και υπήρχε συζήτηση να προβληθεί και δεύτερος αγώνας δεν το έκαναν από φόβο μήπως χάσει την αξία του. Πλέον έχουμε τη δυνατότητα, μέσα από πλατφόρμες και συνδρομητική τηλεόραση, να βλέπουμε τα πάντα και του χρόνου, θα μπορεί κάποιος να βλέπει ταυτόχρονα 32-40 παιχνίδια. Μιλώντας για την Αργεντινή τόνισε ότι είναι η χώρα της ελευθερίας, της μουσικής, η χώρα που πάλεψε και νίκησε τη δικτατορία. Επίσης ανέφερε ότι στον αγώνα με την Αγγλία υπήρχε ο πόλεμος των νησιών Φόκλαντ κάτι που έκανε την ατμόσφαιρα πολύ διαφορετική για τους Αργεντίνους. Κλείνοντας χαρακτήρισε το Μαραντόνα σαν τον πιο ανθρώπινο «Θεό».

Παρέμβαση στη συζήτηση έκαναν ο επίτιμος πρόεδρος του ΠΣΑΤ Παύλος Γερακάρης και τα μέλη του Δ.Σ. Φάνης Σκύφτας, Ασπασία Βελονάκη και Κώστας Τουτσίδης.

ΣΧΟΛΙΑ

Επιλέξτε Κατηγορία