ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Άννα Μυκωνίου: Οφείλουμε να δίνουμε βήμα σε νέους καλλιτέχνες

Συνάντηση της «ΜτΚ» με την πρόεδρο και καλλιτεχνική διευθύντρια του Κέντρου Πολιτισμού της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας

 10/05/2023 12:00

Άννα Μυκωνίου: Οφείλουμε να δίνουμε βήμα σε νέους καλλιτέχνες
Στιγμιότυπο από το περσινό Φεστιβάλ Επταπυργίου.

Του Νίκου Ασλανίδη

Το Κέντρο Πολιτισμού της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας έχει να επιδείξει σημαντική παρουσία στα πολιτιστικά δρώμενα αφού υλοποίησε μέχρι τώρα εκατοντάδες εκδηλώσεις, με ελεύθερη είσοδο για το κοινό, στην συντριπτική τους πλειοψηφία.

Κατάφερε να προβάλλει την πλούσια πολιτιστική και πολιτισμική μας κληρονομιά και να αναδείξει σημαντικούς θεσμούς, στηρίζοντας νέους αλλά και καταξιωμένους δημιουργούς.

Το σημαντικότερο όμως είναι ότι πέτυχε να ενισχύσει τη συμμετοχή των πολιτών στα πολιτιστικά δρώμενα, με σύνθημα: «Ο Πολιτισμός μας αγκαλιάζει όλους»…

Από το 2019, στην εσωτερική αυλή του Επταπυργίου, δημιούργησε ένα νέο θεσμό, το «Φεστιβάλ Επταπυργίου» που φιλοδοξεί να αποτελέσει βασικό πολιτιστικό θεσμό της ευρύτερης περιοχής της βόρειας Ελλάδος και πόλο έλξης τουριστών, βοηθώντας να μετατραπεί η Θεσσαλονίκη από απλή στάση, σε τουριστικό προορισμό.

Λίγο πριν ανακοινωθεί το φετινό πρόγραμμα του φεστιβάλ, η πρόεδρος και καλλιτεχνική διευθύντρια του Κέντρου Άννα Μυκωνίου, μίλησε στη «ΜτΚ» και τόνισε ότι φέτος στόχος είναι να γνωρίσουν τα παιδιά και οι νέοι της πόλης μας το Επταπύργιο, μέσα από δύο παραγωγές που θα ανακοινωθούν τις επόμενες ημέρες.

mikonioy.jpg

Η κ. Μυκωνίου γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη, και σπούδασε Γαλλική Φιλολογία στο ΑΠΘ. Πραγματοποίησε τις μεταπτυχιακές και διδακτορικές σπουδές της στο Παρίσι, στο πανεπιστήμιο της Σορβόννης, πάνω στο σύγχρονο θεατρικό κείμενο και τη λογοτεχνία. Η διδακτορική διατριβή της, στο ίδιο πανεπιστήμιο, είχε ως θέμα τη σύγχρονη ποίηση του 20ου αιώνα.

Πριν αναλάβει το Κέντρο Πολιτισμού, δίδαξε ελληνική, παγκόσμια και παιδική Λογοτεχνία στο τμήμα Βιβλιοθηκονομίας του Διεθνούς Πανεπιστήμιου Ελλάδος.

Αρχικά πείτε μας πώς ασχοληθήκατε με τον Πολιτισμό;

Η τέχνη αποτελούσε πάντα το καταφύγιό μου και σε ένα βαθμό την χαρά της ζωής μου. Προέρχομαι από το χώρο της λογοτεχνίας. Αγαπώ την ποίηση, την πεζογραφία, το θεατρικό κείμενο. Κυρίως η ποίηση ήταν και είναι πάντα το συναισθηματικό μου αποκούμπι. Είμαι διδάκτωρ Συγκριτικής λογοτεχνίας του πανεπιστημίου της Σορβόννης και δίδαξα πολλά χρόνια ποίηση και σύγχρονη λογοτεχνία στο τμήμα βιβλιοθηκονομίας. 

Είκοσι τρία χρόνια αγάπησα πολύ την διδασκαλία και την επικοινωνία με τους νέους ανθρώπους. Κάθε φορά που προσεγγίζαμε ένα λογοτεχνικό κείμενο στο μάθημα και αφού έκαμπτα τις πρώτες αντιστάσεις ανίας των φοιτητών μου, απολάμβανα τον ενθουσιασμό που εκδήλωναν, τον ενθουσιασμό του νεοφώτιστου που ανακαλύπτει ότι ναι μπορεί να γοητευθεί, διαβάζοντας ένα κείμενο του 14ου αιώνα, ένα διήγημα του Βοκκάκιου για παράδειγμα, από το «Δεκαήμερο». Απολάμβανα επίσης τις εύστοχες παρατηρήσεις τους για τα σύγχρονα κείμενα, την καθαρή τους ματιά, που δεν επηρεαζόταν από τη δημοτικότητα ή τις βραβεύσεις των συγγραφέων. Έχω κρατήσει τις καλύτερες αναμνήσεις από αυτή την εποχή.

Από πότε αναλάβατε το τιμόνι του Κέντρου Πολιτισμού Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας;

Το 2015 που ο Περιφερειάρχης Απόστολος Τζιτζικώστας με τίμησε και μου ανέθεσε το τιμόνι του φορέα πολιτισμού της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας.

Ήταν μία πρόκληση. Και μία σημαντική αλλαγή στη ζωή μου και στην καθημερινότητά μου. Το Κέντρο Πολιτισμού τότε, ήταν καταχρεωμένο από τις προηγούμενες διοικήσεις και κουβαλούσε πολλά βάρη και μια μάλλον κακή φήμη μέσα στον καλλιτεχνικό κόσμο της Θεσσαλονίκης. Επιπλέον οι σχέσεις του με τους άλλους πολιτιστικούς φορείς της πόλης μας ήταν πρακτικά ανύπαρκτες, ενώ παρήγαγε ελάχιστο καλλιτεχνικό έργο. Σήκωσα τα μανίκια κυριολεκτικά και δούλεψα πολύ. Θυμάμαι ότι για 3 χρόνια πάλευα με δικαστήρια, χρέη, εφορίες και παλιές αμαρτίες. Στη ζωή μου αγαπάω όμως τις προκλήσεις και αυτό ήταν μία μεγάλη πρόκληση. Με τη στήριξη της σημερινής Διοίκησης και με πολύ αγώνα διαχειριστήκαμε όλα τα προβλήματα. 

Και από εκείνο το καλοκαίρι του 2018 ξεκινήσαμε ουσιαστικά να υφαίνουμε το προσωπικό μας αφήγημα για τον πολιτισμό. Όσοι παρακολούθησαν τη συναυλία με τους Imam baildi στη Μονή Λαζαριστών, στις 25 Ιουνίου 2018 θα θυμούνται τα πυροτεχνήματα που ρίξαμε. Για μας, στη Διοίκηση του Κέντρου πολιτισμού είχαν ένα επιπλέον συμβολισμό. Είχαμε κερδίσει το δύσκολο παιχνίδι της εξυγίανσης του φορέα μας, χωρίς επιπλέον επιχορηγήσεις, που εκείνα τα δύσκολα χρόνια της κρίσης ήταν πρακτικά ανέφικτες και επιτέλους μπορούσαμε να θέσουμε νέο σημείο εκκίνησης και να βάλουμε τους πραγματικούς καλλιτεχνικούς μας στόχους, όπως άρμοζε στον φορέα πολιτισμού της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας.

Ποιοι ήταν οι πρώτοι στόχοι που θέσατε;

Το πρώτο στοίχημα, που ακόμα παλεύω να κερδίσω, είναι η ανάδειξη του πολιτιστικού δυναμικού της Περιφέρειάς μας, κυρίως των νέων ανθρώπων. Να δώσουμε, ως φορέας βήμα σε νέους ανθρώπους και σε πρωτοποριακές καλλιτεχνικές προτάσεις με στόχο να κρατήσουμε τους καλλιτέχνες μας στον τόπο τους. Είναι πλήγμα που οι καλλιτέχνες μας δεν βρίσκουν δουλειά στην πόλη τους. Οι λόγοι αυτής της παθογένειας είναι πολλοί και είναι δύσκολο να αναλυθούν όλοι. Ο κυριότερος είναι ότι δεν υπάρχει σημαντική καλλιτεχνική δημιουργία στη Βόρειο Ελλάδα, δεν υπάρχουν αρκετές σκηνές, θέατρα, χώροι πολιτισμού, εκθεσιακοί χώροι για εικαστικές εκθέσεις. Το αποτέλεσμα είναι οι ντόπιοι καλλιτέχνες είτε να πέφτουν σε λήθαργο απραξίας, είτε να παίρνουν μοιρολατρικά τον δρόμο για την πρωτεύουσα για να δημιουργήσουν, αλλά και να βιοποριστούν. 

Εμείς, ως Κέντρο Πολιτισμού Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας, από το 2018 υιοθετήσαμε ένα άλλο μοντέλο. Τολμήσαμε, πήραμε ρίσκα, και επιλέξαμε πολύ συνειδητά αντί να ανακυκλώνουμε τις παραγωγές των Αθηνών να δημιουργούμε δικό μας πολιτιστικό προϊόν. Να οργανώνουμε δηλαδή δικές μας παραγωγές πάνω σε «φρέσκιες» καλλιτεχνικές ιδέες. Παρουσιάσαμε αφιερώματα, βραδιές ποίησης και μουσικής, συναυλίες αλλά και όπερα, ένα εξαιρετικά δύσκολο και σύνθετο είδος. Στη χώρα μας συχνά θεωρούμε ότι η όπερα αφορά ένα μικρό μυημένο κοινό από γνώστες. Δεν προσυπογράφω αυτή την άποψη. 

Θεωρώ ότι το κορυφαίο αυτό είδος λυρικής τέχνης πρέπει να διαπερνά όλα τα κοινωνικά στρώματα και τις κοινωνικές τάξεις. Κάποτε, όταν η όπερα ήταν ένα λαϊκό θέαμα, η επιτυχία της προσμετριόταν από το πόσο την τραγουδούσαν οι εργάτες στις σκαλωσιές του Μιλάνου ή οι γονδολιέρηδες στα κανάλια της Βενετίας. Η έλλειψη της όπερας σήμερα πιστεύω ότι περισσότερο οφείλεται στο έλλειμμα εκπαίδευσης των νέων μας. 

Σε αυτές τις παραγωγές λοιπόν αξιοποιήσαμε και αξιοποιούμε, τους ντόπιους καλλιτέχνες: σκηνοθέτες, μουσικούς, ενορχηστρωτές, χορωδίες, ορχήστρες, σκηνογράφους, φωτιστές, σε μεγάλο ποσοστό από την Περιφέρεια μας. Αποδεικνύεται ότι αυτό είναι ένα μοντέλο υγιές, που πρέπει όμως να βρει μιμητές σε όλη την χώρα, σε Δήμους, Περιφέρειες, πολιτιστικούς φορείς, πολύ απλά γιατί το καλλιτεχνικό δυναμικό κάθε περιοχής πρέπει να αξιοποιείται να αλληλοεπιδρά και να αναδεικνύεται.

Ο δεύτερος στόχος που βάλαμε ήταν να αναδείξουμε τα μνημεία της πόλης μας, της Περιφέρειάς μας, μέσα από σημαντικά πολιτιστικά δρώμενα. Η Θεσσαλονίκη είναι μία πόλη με ιδιαίτερη ιστορία που διαθέτει ένα μεγάλο αριθμό μνημείων. Συχνά αυτά τα διαμάντια της πολιτιστικής κληρονομιάς μας, παραμένουν άγνωστα ακόμα και από τους κατοίκους της ίδιας της πόλης. Η αξιοποίηση του τεράστιου πολιτιστικού αυτού πλούτου που διαθέτουμε δεν μπορούσε παρά να αποτελεί και μία από τις δικές μας βασικές επιλογές. 

Και αν πράγματι θέλουμε να μιλάμε για το μέλλον του παρελθόντος μας, αυτό το οποίο πρέπει να κατανοήσουμε είναι ότι απαιτείται να εντάξουμε αυτά τα μνημεία στην πολιτιστική παιδεία και ζωή του πολίτη, μέσα από όσο το δυνατόν περισσότερες εκδηλώσεις όλων των ειδών, πάντα όμως υψηλού κύρους και αισθητικής. 

Οι αρχαιολογικοί χώροι και τα μνημεία αναδεικνύονται καλυτέρα αλλά και προστατεύονται καλύτερα από τη στιγμή που κοινωνικοποιούνται, από τη στιγμή που αποκτούν τα χαρακτηριστικά της συμμετοχής στη σύγχρονη πραγματικότητα. Ο πολίτης αποκτά μία άλλη σχέση με το μνημείο, τη στιγμή που μπαίνει να παρακολουθήσει σε αυτό μία βραδιά όπερας, μία θεατρική παράσταση, μία συναυλία ή μία έκθεση εικαστικών. Το μνημείο από χώρος του παρελθόντος αποκτά ξαφνικά και νέα υπόσταση, εμπλουτίζοντας το δικό του παρόν- και μελλοντικά συντελεί στη βελτίωση της ποιότητας της ενεργής του ζωής. 

Οι δράσεις αυτές πρέπει να γίνονται με απόλυτο σεβασμό στο χώρο και στη συντήρηση του και σεβόμενοι την ιδιαίτερη ιστορία του και τον μοναδικό του χαρακτήρα. Κάθε μνημείο είναι μία παρακαταθήκη μνήμης, που πρέπει να μεταφέρεται ανόθευτη στις επόμενες γενιές, δεν είναι άψυχες πέτρες, αλλά ζωντανοί οργανισμοί που εκπέμπουν και μεταφέρουν νοήματα και μηνύματα, φθάνει να τα αφουγκραστούμε και να τα αποκωδικοποιήσουμε.

Από το 2018 έως σήμερα, κάναμε σειρά εκδηλώσεων στην Ροτόντα, στο Βυζαντινό λουτρό στην Άνω πόλη, στο αρχαίο θέατρο της Μίεζας στη Βέροια, στον Βυζαντινό οικισμό Βαρόσι στην Έδεσσα, στο αίθριο του Βυζαντινού μουσείου, στον πυργίσκο του Λευκού Πύργου, στο Τζιντζιρλί τζαμί στις Σέρρες και κυρίως δημιουργήσαμε ένα θεσμό το «Φεστιβάλ Επταπυργίου» στην Ακρόπολη της Θεσσαλονίκης.

Συνολικά πόσες εκδηλώσεις έχετε πραγματοποιήσει μέχρι τώρα και πόσος κόσμος τις παρακολούθησε;

Υπολογίζω ότι έχουμε πραγματοποιήσει πάνω από 800 εκδηλώσεις τα τελευταία χρόνια και τις έχουν παρακολουθήσει πολλές χιλιάδες συμπολίτες μας, αν και δεν θεωρώ ότι οι αριθμοί έχουν σημασία. Πορεύομαι με ποιοτικά χαρακτηριστικά και όχι με ποσοτικά.

Θυμάμαι να μνημονεύσω αγαπημένες μου εκδηλώσεις : τις τρεις εξαιρετικές μας όπερες, τις θεματικές βραδιές ποίησης και κυρίως το αφιέρωμα στον Καββαδία και τους Καταραμένους ποιητές, τα μουσικά αφιερώματα στην Edith Piaf, στη Jazz, στο Tango, στον ελληνικό κινηματογράφο, στον Μίκη Θεοδωράκη με συμφωνική ορχήστρα, 3 Opera gala με εξαιρετικούς λυρικούς τραγουδιστές, την χορογραφημένη «Θάλασσα» του Σκαλκώτα με την ΚΟΘ, τα αφιερώματα σε μεγάλους σύγχρονους Θεσσαλονικείς δημιουργούς κυρίως του Σαββόπουλου και του Καζαντζή, νέα θεατρικά έργα, το Ρέκβιεμ για τη Σμύρνη το νέο μεγάλο Συμφωνικό έργο για την επέτειο των 100 χρόνων από τη Μικρασιατική καταστροφή. 

Ένας αγαπημένος στο κοινό θεσμός, που δημιούργησε το Κέντρο πολιτισμού Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας και που αγαπώ πολύ είναι «Το επίσημο Ένδυμα» που παρουσιάζεται στο Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης κάθε Νοέμβριο. Κραουνάκης, Μουζουράκης, Πορτοκάλογλου, είναι αυτοί που φόρεσαν μέχρι σήμερα το επίσημο ένδυμα και δημιούργησαν 3 βραδιές μοναδικές. 

Και βέβαια οι «Βραδιές πολιτισμού» που γίνονται στους κήπους της Βίλας Αλλατίνη με χιλιάδες θεατές κάθε χρόνο. Τα τελευταία χρόνια αρκετές από τις παραγωγές μας μαγνητοσκοπούνται από την ΕΡΤ3 και προβάλλονται από την συχνότητα της, ενώ μένουν και μήνες στο ERTFLIX. Αυτή η πρακτική πολλαπλασιάζει το κοινό μας.

Πώς προέκυψε η ιδέα του φεστιβάλ Επταπυργίου;

Στην προσπάθεια μας να αναδείξουμε τα μνημεία μας, επισκεφθήκαμε και την εσωτερική αυλή του Επταπυργίου το 2018, που μας γοήτευσε με την ιστορία της και την ιδιαίτερη αισθητική της. Το Επταπύργιο έχει μία μοναδική αισθητική, δυνατή ενέργεια και είναι παράδειγμα πολυπολιτισμικότητας. Βυζαντινό φρούριο, σύγχρονη φυλακή, και πρόσφατα χώρος πολιτισμού. 

Σε εκείνη την πρώτη επίσκεψη ξεκίνησε ένα δημιουργικό φλερτ, βόλτες, επισκέψεις που κατέληξαν σε μία ονειρεμένη βραδιά της πανσελήνου το 2018 με την Καρυοφυλλιά Καραμπέτη να απαγγέλει Ρίτσο και τον Γιώργο Λαζαρίδη να ερμηνεύει την Σονάτα υπόι το σεληνόφως του Μπετόβεν σε μία πραγματικά βιωματική εμπειρία. Πιστεύω ότι τα μνημεία πρέπει να είναι κομμάτι της ζωής μας και όχι μία μουσειακή επίσκεψη, μία φορά στη ζωή μας Η αρχή είχε γίνει. 

Την ιδέα όμως, να γίνει εκεί ένα Φεστιβάλ θεσμός και όχι μία ακόμη εκδήλωση, μας την έδωσε η μεγάλη κυρία του θεάτρου, η κ. Ιωάννα Μανωλεδάκη, σε μία συζήτησή μας -παρών ήταν και συνεργάτης μου και στη συνέχεια καλλιτεχνικός διευθυντής του Φεστιβάλ ο Θανάσης Κολαλάς. Η ιδέα της μας γοήτευσε από την πρώτη στιγμή. Και βουτήξαμε με το Θανάση στα βαθιά.

Η βοήθεια όμως του Περιφερειάρχη Απόστολου Τζιτζικώστα ήταν το μαγικό ραβδί που μας έλυσε όλα τα δύσκολα προβλήματα που αντιμετωπίσαμε στην προσπάθειά μας να μετατρέψουμε την αυλή ενός ιστορικού μνημείου σε έναν ιδιαίτερο χώρο πολιτισμού, για την πόλη της Θεσσαλονίκης, ένα μικρό σε μέγεθος αλλά μεγάλο σε εκτόπισμα Ηρώδειο.

Για φέτος τι σκέφτεστε να παρουσιάσετε στο φεστιβάλ Επταπυργίου;

Χρόνο με τον χρόνο, το Φεστιβάλ Επταπυργίου δίνει το στίγμα του, χτίζοντας μία σχέση εμπιστοσύνης με το κοινό της πόλης μας. Είναι πραγματικά γοητευτικό το ότι δημιουργούνται μνήμες σε ένα τέτοιο χώρο, όπως το Επταπύργιο. Είναι σημαντικό που χρόνο με τον χρόνο το μνημείο γίνεται όλο και πιο οικείο στους Θεσσαλονικείς, αν σκεφτεί κανείς ότι πολλοί από αυτούς δεν το είχαν καν επισκεφθεί στο παρελθόν.

Φέτος ο καλλιτεχνικός προγραμματισμός χτίστηκε με την σκέψη να κάνουμε άνοιγμα στα παιδιά μας, στους νέους ανθρώπους. Τα προσκαλούμε λοιπόν -μέσα από δύο παραγωγές- να γνωρίσουν το Φεστιβάλ Επταπυργίου και να δημιουργήσουν και αυτά μνήμες στην γοητευτική αυλή του.

Και τα μελλοντικά σας σχέδια;

Στόχος μου είναι η εξωστρέφεια του φορέα μου. Να δημιουργήσω τις συνθήκες ώστε οι έξι μεγάλες παραγωγές του Φεστιβάλ Επταπυργίου, που είναι όλες παραγωγές από τα σπλάχνα της πόλης, να παρουσιάζονται σε όλη την Ελλάδα. Μόνον έτσι θα αξιοποιήσουμε πραγματικά το καλλιτεχνικό δυναμικό μας. Είναι μία πρόκληση και εμείς αγαπάμε τις προκλήσεις…

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 07.05.2023

Του Νίκου Ασλανίδη

Το Κέντρο Πολιτισμού της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας έχει να επιδείξει σημαντική παρουσία στα πολιτιστικά δρώμενα αφού υλοποίησε μέχρι τώρα εκατοντάδες εκδηλώσεις, με ελεύθερη είσοδο για το κοινό, στην συντριπτική τους πλειοψηφία.

Κατάφερε να προβάλλει την πλούσια πολιτιστική και πολιτισμική μας κληρονομιά και να αναδείξει σημαντικούς θεσμούς, στηρίζοντας νέους αλλά και καταξιωμένους δημιουργούς.

Το σημαντικότερο όμως είναι ότι πέτυχε να ενισχύσει τη συμμετοχή των πολιτών στα πολιτιστικά δρώμενα, με σύνθημα: «Ο Πολιτισμός μας αγκαλιάζει όλους»…

Από το 2019, στην εσωτερική αυλή του Επταπυργίου, δημιούργησε ένα νέο θεσμό, το «Φεστιβάλ Επταπυργίου» που φιλοδοξεί να αποτελέσει βασικό πολιτιστικό θεσμό της ευρύτερης περιοχής της βόρειας Ελλάδος και πόλο έλξης τουριστών, βοηθώντας να μετατραπεί η Θεσσαλονίκη από απλή στάση, σε τουριστικό προορισμό.

Λίγο πριν ανακοινωθεί το φετινό πρόγραμμα του φεστιβάλ, η πρόεδρος και καλλιτεχνική διευθύντρια του Κέντρου Άννα Μυκωνίου, μίλησε στη «ΜτΚ» και τόνισε ότι φέτος στόχος είναι να γνωρίσουν τα παιδιά και οι νέοι της πόλης μας το Επταπύργιο, μέσα από δύο παραγωγές που θα ανακοινωθούν τις επόμενες ημέρες.

mikonioy.jpg

Η κ. Μυκωνίου γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη, και σπούδασε Γαλλική Φιλολογία στο ΑΠΘ. Πραγματοποίησε τις μεταπτυχιακές και διδακτορικές σπουδές της στο Παρίσι, στο πανεπιστήμιο της Σορβόννης, πάνω στο σύγχρονο θεατρικό κείμενο και τη λογοτεχνία. Η διδακτορική διατριβή της, στο ίδιο πανεπιστήμιο, είχε ως θέμα τη σύγχρονη ποίηση του 20ου αιώνα.

Πριν αναλάβει το Κέντρο Πολιτισμού, δίδαξε ελληνική, παγκόσμια και παιδική Λογοτεχνία στο τμήμα Βιβλιοθηκονομίας του Διεθνούς Πανεπιστήμιου Ελλάδος.

Αρχικά πείτε μας πώς ασχοληθήκατε με τον Πολιτισμό;

Η τέχνη αποτελούσε πάντα το καταφύγιό μου και σε ένα βαθμό την χαρά της ζωής μου. Προέρχομαι από το χώρο της λογοτεχνίας. Αγαπώ την ποίηση, την πεζογραφία, το θεατρικό κείμενο. Κυρίως η ποίηση ήταν και είναι πάντα το συναισθηματικό μου αποκούμπι. Είμαι διδάκτωρ Συγκριτικής λογοτεχνίας του πανεπιστημίου της Σορβόννης και δίδαξα πολλά χρόνια ποίηση και σύγχρονη λογοτεχνία στο τμήμα βιβλιοθηκονομίας. 

Είκοσι τρία χρόνια αγάπησα πολύ την διδασκαλία και την επικοινωνία με τους νέους ανθρώπους. Κάθε φορά που προσεγγίζαμε ένα λογοτεχνικό κείμενο στο μάθημα και αφού έκαμπτα τις πρώτες αντιστάσεις ανίας των φοιτητών μου, απολάμβανα τον ενθουσιασμό που εκδήλωναν, τον ενθουσιασμό του νεοφώτιστου που ανακαλύπτει ότι ναι μπορεί να γοητευθεί, διαβάζοντας ένα κείμενο του 14ου αιώνα, ένα διήγημα του Βοκκάκιου για παράδειγμα, από το «Δεκαήμερο». Απολάμβανα επίσης τις εύστοχες παρατηρήσεις τους για τα σύγχρονα κείμενα, την καθαρή τους ματιά, που δεν επηρεαζόταν από τη δημοτικότητα ή τις βραβεύσεις των συγγραφέων. Έχω κρατήσει τις καλύτερες αναμνήσεις από αυτή την εποχή.

Από πότε αναλάβατε το τιμόνι του Κέντρου Πολιτισμού Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας;

Το 2015 που ο Περιφερειάρχης Απόστολος Τζιτζικώστας με τίμησε και μου ανέθεσε το τιμόνι του φορέα πολιτισμού της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας.

Ήταν μία πρόκληση. Και μία σημαντική αλλαγή στη ζωή μου και στην καθημερινότητά μου. Το Κέντρο Πολιτισμού τότε, ήταν καταχρεωμένο από τις προηγούμενες διοικήσεις και κουβαλούσε πολλά βάρη και μια μάλλον κακή φήμη μέσα στον καλλιτεχνικό κόσμο της Θεσσαλονίκης. Επιπλέον οι σχέσεις του με τους άλλους πολιτιστικούς φορείς της πόλης μας ήταν πρακτικά ανύπαρκτες, ενώ παρήγαγε ελάχιστο καλλιτεχνικό έργο. Σήκωσα τα μανίκια κυριολεκτικά και δούλεψα πολύ. Θυμάμαι ότι για 3 χρόνια πάλευα με δικαστήρια, χρέη, εφορίες και παλιές αμαρτίες. Στη ζωή μου αγαπάω όμως τις προκλήσεις και αυτό ήταν μία μεγάλη πρόκληση. Με τη στήριξη της σημερινής Διοίκησης και με πολύ αγώνα διαχειριστήκαμε όλα τα προβλήματα. 

Και από εκείνο το καλοκαίρι του 2018 ξεκινήσαμε ουσιαστικά να υφαίνουμε το προσωπικό μας αφήγημα για τον πολιτισμό. Όσοι παρακολούθησαν τη συναυλία με τους Imam baildi στη Μονή Λαζαριστών, στις 25 Ιουνίου 2018 θα θυμούνται τα πυροτεχνήματα που ρίξαμε. Για μας, στη Διοίκηση του Κέντρου πολιτισμού είχαν ένα επιπλέον συμβολισμό. Είχαμε κερδίσει το δύσκολο παιχνίδι της εξυγίανσης του φορέα μας, χωρίς επιπλέον επιχορηγήσεις, που εκείνα τα δύσκολα χρόνια της κρίσης ήταν πρακτικά ανέφικτες και επιτέλους μπορούσαμε να θέσουμε νέο σημείο εκκίνησης και να βάλουμε τους πραγματικούς καλλιτεχνικούς μας στόχους, όπως άρμοζε στον φορέα πολιτισμού της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας.

Ποιοι ήταν οι πρώτοι στόχοι που θέσατε;

Το πρώτο στοίχημα, που ακόμα παλεύω να κερδίσω, είναι η ανάδειξη του πολιτιστικού δυναμικού της Περιφέρειάς μας, κυρίως των νέων ανθρώπων. Να δώσουμε, ως φορέας βήμα σε νέους ανθρώπους και σε πρωτοποριακές καλλιτεχνικές προτάσεις με στόχο να κρατήσουμε τους καλλιτέχνες μας στον τόπο τους. Είναι πλήγμα που οι καλλιτέχνες μας δεν βρίσκουν δουλειά στην πόλη τους. Οι λόγοι αυτής της παθογένειας είναι πολλοί και είναι δύσκολο να αναλυθούν όλοι. Ο κυριότερος είναι ότι δεν υπάρχει σημαντική καλλιτεχνική δημιουργία στη Βόρειο Ελλάδα, δεν υπάρχουν αρκετές σκηνές, θέατρα, χώροι πολιτισμού, εκθεσιακοί χώροι για εικαστικές εκθέσεις. Το αποτέλεσμα είναι οι ντόπιοι καλλιτέχνες είτε να πέφτουν σε λήθαργο απραξίας, είτε να παίρνουν μοιρολατρικά τον δρόμο για την πρωτεύουσα για να δημιουργήσουν, αλλά και να βιοποριστούν. 

Εμείς, ως Κέντρο Πολιτισμού Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας, από το 2018 υιοθετήσαμε ένα άλλο μοντέλο. Τολμήσαμε, πήραμε ρίσκα, και επιλέξαμε πολύ συνειδητά αντί να ανακυκλώνουμε τις παραγωγές των Αθηνών να δημιουργούμε δικό μας πολιτιστικό προϊόν. Να οργανώνουμε δηλαδή δικές μας παραγωγές πάνω σε «φρέσκιες» καλλιτεχνικές ιδέες. Παρουσιάσαμε αφιερώματα, βραδιές ποίησης και μουσικής, συναυλίες αλλά και όπερα, ένα εξαιρετικά δύσκολο και σύνθετο είδος. Στη χώρα μας συχνά θεωρούμε ότι η όπερα αφορά ένα μικρό μυημένο κοινό από γνώστες. Δεν προσυπογράφω αυτή την άποψη. 

Θεωρώ ότι το κορυφαίο αυτό είδος λυρικής τέχνης πρέπει να διαπερνά όλα τα κοινωνικά στρώματα και τις κοινωνικές τάξεις. Κάποτε, όταν η όπερα ήταν ένα λαϊκό θέαμα, η επιτυχία της προσμετριόταν από το πόσο την τραγουδούσαν οι εργάτες στις σκαλωσιές του Μιλάνου ή οι γονδολιέρηδες στα κανάλια της Βενετίας. Η έλλειψη της όπερας σήμερα πιστεύω ότι περισσότερο οφείλεται στο έλλειμμα εκπαίδευσης των νέων μας. 

Σε αυτές τις παραγωγές λοιπόν αξιοποιήσαμε και αξιοποιούμε, τους ντόπιους καλλιτέχνες: σκηνοθέτες, μουσικούς, ενορχηστρωτές, χορωδίες, ορχήστρες, σκηνογράφους, φωτιστές, σε μεγάλο ποσοστό από την Περιφέρεια μας. Αποδεικνύεται ότι αυτό είναι ένα μοντέλο υγιές, που πρέπει όμως να βρει μιμητές σε όλη την χώρα, σε Δήμους, Περιφέρειες, πολιτιστικούς φορείς, πολύ απλά γιατί το καλλιτεχνικό δυναμικό κάθε περιοχής πρέπει να αξιοποιείται να αλληλοεπιδρά και να αναδεικνύεται.

Ο δεύτερος στόχος που βάλαμε ήταν να αναδείξουμε τα μνημεία της πόλης μας, της Περιφέρειάς μας, μέσα από σημαντικά πολιτιστικά δρώμενα. Η Θεσσαλονίκη είναι μία πόλη με ιδιαίτερη ιστορία που διαθέτει ένα μεγάλο αριθμό μνημείων. Συχνά αυτά τα διαμάντια της πολιτιστικής κληρονομιάς μας, παραμένουν άγνωστα ακόμα και από τους κατοίκους της ίδιας της πόλης. Η αξιοποίηση του τεράστιου πολιτιστικού αυτού πλούτου που διαθέτουμε δεν μπορούσε παρά να αποτελεί και μία από τις δικές μας βασικές επιλογές. 

Και αν πράγματι θέλουμε να μιλάμε για το μέλλον του παρελθόντος μας, αυτό το οποίο πρέπει να κατανοήσουμε είναι ότι απαιτείται να εντάξουμε αυτά τα μνημεία στην πολιτιστική παιδεία και ζωή του πολίτη, μέσα από όσο το δυνατόν περισσότερες εκδηλώσεις όλων των ειδών, πάντα όμως υψηλού κύρους και αισθητικής. 

Οι αρχαιολογικοί χώροι και τα μνημεία αναδεικνύονται καλυτέρα αλλά και προστατεύονται καλύτερα από τη στιγμή που κοινωνικοποιούνται, από τη στιγμή που αποκτούν τα χαρακτηριστικά της συμμετοχής στη σύγχρονη πραγματικότητα. Ο πολίτης αποκτά μία άλλη σχέση με το μνημείο, τη στιγμή που μπαίνει να παρακολουθήσει σε αυτό μία βραδιά όπερας, μία θεατρική παράσταση, μία συναυλία ή μία έκθεση εικαστικών. Το μνημείο από χώρος του παρελθόντος αποκτά ξαφνικά και νέα υπόσταση, εμπλουτίζοντας το δικό του παρόν- και μελλοντικά συντελεί στη βελτίωση της ποιότητας της ενεργής του ζωής. 

Οι δράσεις αυτές πρέπει να γίνονται με απόλυτο σεβασμό στο χώρο και στη συντήρηση του και σεβόμενοι την ιδιαίτερη ιστορία του και τον μοναδικό του χαρακτήρα. Κάθε μνημείο είναι μία παρακαταθήκη μνήμης, που πρέπει να μεταφέρεται ανόθευτη στις επόμενες γενιές, δεν είναι άψυχες πέτρες, αλλά ζωντανοί οργανισμοί που εκπέμπουν και μεταφέρουν νοήματα και μηνύματα, φθάνει να τα αφουγκραστούμε και να τα αποκωδικοποιήσουμε.

Από το 2018 έως σήμερα, κάναμε σειρά εκδηλώσεων στην Ροτόντα, στο Βυζαντινό λουτρό στην Άνω πόλη, στο αρχαίο θέατρο της Μίεζας στη Βέροια, στον Βυζαντινό οικισμό Βαρόσι στην Έδεσσα, στο αίθριο του Βυζαντινού μουσείου, στον πυργίσκο του Λευκού Πύργου, στο Τζιντζιρλί τζαμί στις Σέρρες και κυρίως δημιουργήσαμε ένα θεσμό το «Φεστιβάλ Επταπυργίου» στην Ακρόπολη της Θεσσαλονίκης.

Συνολικά πόσες εκδηλώσεις έχετε πραγματοποιήσει μέχρι τώρα και πόσος κόσμος τις παρακολούθησε;

Υπολογίζω ότι έχουμε πραγματοποιήσει πάνω από 800 εκδηλώσεις τα τελευταία χρόνια και τις έχουν παρακολουθήσει πολλές χιλιάδες συμπολίτες μας, αν και δεν θεωρώ ότι οι αριθμοί έχουν σημασία. Πορεύομαι με ποιοτικά χαρακτηριστικά και όχι με ποσοτικά.

Θυμάμαι να μνημονεύσω αγαπημένες μου εκδηλώσεις : τις τρεις εξαιρετικές μας όπερες, τις θεματικές βραδιές ποίησης και κυρίως το αφιέρωμα στον Καββαδία και τους Καταραμένους ποιητές, τα μουσικά αφιερώματα στην Edith Piaf, στη Jazz, στο Tango, στον ελληνικό κινηματογράφο, στον Μίκη Θεοδωράκη με συμφωνική ορχήστρα, 3 Opera gala με εξαιρετικούς λυρικούς τραγουδιστές, την χορογραφημένη «Θάλασσα» του Σκαλκώτα με την ΚΟΘ, τα αφιερώματα σε μεγάλους σύγχρονους Θεσσαλονικείς δημιουργούς κυρίως του Σαββόπουλου και του Καζαντζή, νέα θεατρικά έργα, το Ρέκβιεμ για τη Σμύρνη το νέο μεγάλο Συμφωνικό έργο για την επέτειο των 100 χρόνων από τη Μικρασιατική καταστροφή. 

Ένας αγαπημένος στο κοινό θεσμός, που δημιούργησε το Κέντρο πολιτισμού Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας και που αγαπώ πολύ είναι «Το επίσημο Ένδυμα» που παρουσιάζεται στο Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης κάθε Νοέμβριο. Κραουνάκης, Μουζουράκης, Πορτοκάλογλου, είναι αυτοί που φόρεσαν μέχρι σήμερα το επίσημο ένδυμα και δημιούργησαν 3 βραδιές μοναδικές. 

Και βέβαια οι «Βραδιές πολιτισμού» που γίνονται στους κήπους της Βίλας Αλλατίνη με χιλιάδες θεατές κάθε χρόνο. Τα τελευταία χρόνια αρκετές από τις παραγωγές μας μαγνητοσκοπούνται από την ΕΡΤ3 και προβάλλονται από την συχνότητα της, ενώ μένουν και μήνες στο ERTFLIX. Αυτή η πρακτική πολλαπλασιάζει το κοινό μας.

Πώς προέκυψε η ιδέα του φεστιβάλ Επταπυργίου;

Στην προσπάθεια μας να αναδείξουμε τα μνημεία μας, επισκεφθήκαμε και την εσωτερική αυλή του Επταπυργίου το 2018, που μας γοήτευσε με την ιστορία της και την ιδιαίτερη αισθητική της. Το Επταπύργιο έχει μία μοναδική αισθητική, δυνατή ενέργεια και είναι παράδειγμα πολυπολιτισμικότητας. Βυζαντινό φρούριο, σύγχρονη φυλακή, και πρόσφατα χώρος πολιτισμού. 

Σε εκείνη την πρώτη επίσκεψη ξεκίνησε ένα δημιουργικό φλερτ, βόλτες, επισκέψεις που κατέληξαν σε μία ονειρεμένη βραδιά της πανσελήνου το 2018 με την Καρυοφυλλιά Καραμπέτη να απαγγέλει Ρίτσο και τον Γιώργο Λαζαρίδη να ερμηνεύει την Σονάτα υπόι το σεληνόφως του Μπετόβεν σε μία πραγματικά βιωματική εμπειρία. Πιστεύω ότι τα μνημεία πρέπει να είναι κομμάτι της ζωής μας και όχι μία μουσειακή επίσκεψη, μία φορά στη ζωή μας Η αρχή είχε γίνει. 

Την ιδέα όμως, να γίνει εκεί ένα Φεστιβάλ θεσμός και όχι μία ακόμη εκδήλωση, μας την έδωσε η μεγάλη κυρία του θεάτρου, η κ. Ιωάννα Μανωλεδάκη, σε μία συζήτησή μας -παρών ήταν και συνεργάτης μου και στη συνέχεια καλλιτεχνικός διευθυντής του Φεστιβάλ ο Θανάσης Κολαλάς. Η ιδέα της μας γοήτευσε από την πρώτη στιγμή. Και βουτήξαμε με το Θανάση στα βαθιά.

Η βοήθεια όμως του Περιφερειάρχη Απόστολου Τζιτζικώστα ήταν το μαγικό ραβδί που μας έλυσε όλα τα δύσκολα προβλήματα που αντιμετωπίσαμε στην προσπάθειά μας να μετατρέψουμε την αυλή ενός ιστορικού μνημείου σε έναν ιδιαίτερο χώρο πολιτισμού, για την πόλη της Θεσσαλονίκης, ένα μικρό σε μέγεθος αλλά μεγάλο σε εκτόπισμα Ηρώδειο.

Για φέτος τι σκέφτεστε να παρουσιάσετε στο φεστιβάλ Επταπυργίου;

Χρόνο με τον χρόνο, το Φεστιβάλ Επταπυργίου δίνει το στίγμα του, χτίζοντας μία σχέση εμπιστοσύνης με το κοινό της πόλης μας. Είναι πραγματικά γοητευτικό το ότι δημιουργούνται μνήμες σε ένα τέτοιο χώρο, όπως το Επταπύργιο. Είναι σημαντικό που χρόνο με τον χρόνο το μνημείο γίνεται όλο και πιο οικείο στους Θεσσαλονικείς, αν σκεφτεί κανείς ότι πολλοί από αυτούς δεν το είχαν καν επισκεφθεί στο παρελθόν.

Φέτος ο καλλιτεχνικός προγραμματισμός χτίστηκε με την σκέψη να κάνουμε άνοιγμα στα παιδιά μας, στους νέους ανθρώπους. Τα προσκαλούμε λοιπόν -μέσα από δύο παραγωγές- να γνωρίσουν το Φεστιβάλ Επταπυργίου και να δημιουργήσουν και αυτά μνήμες στην γοητευτική αυλή του.

Και τα μελλοντικά σας σχέδια;

Στόχος μου είναι η εξωστρέφεια του φορέα μου. Να δημιουργήσω τις συνθήκες ώστε οι έξι μεγάλες παραγωγές του Φεστιβάλ Επταπυργίου, που είναι όλες παραγωγές από τα σπλάχνα της πόλης, να παρουσιάζονται σε όλη την Ελλάδα. Μόνον έτσι θα αξιοποιήσουμε πραγματικά το καλλιτεχνικό δυναμικό μας. Είναι μία πρόκληση και εμείς αγαπάμε τις προκλήσεις…

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 07.05.2023

ΣΧΟΛΙΑ

Επιλέξτε Κατηγορία