ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

«Αμαρτίες» τραπεζών παιδεύουσι δανειολήπτες

Φωτιά οι δόσεις των δανείων, πόσο αυξάνονται - Η μάχη των επιτοκίων χορηγήσεων και καταθέσεων - Γιατί τα πιστωτικά ιδρύματα δεν... καίγονται να δελεάσουν τους καταθέτες - Τι διαμηνύουν τραπεζικές πηγές μέσω της «ΜτΚ»

 26/12/2022 08:00

«Αμαρτίες» τραπεζών παιδεύουσι δανειολήπτες

Στέφανος Μαχτσίρας

«Mπινελικώματα» με τον υπουργό Οικονομικών (έκφραση που χρησιμοποίησε ο ίδιος ο κ. Σταϊκούρας), μαχαίρια που βγήκαν και ξαναμπήκαν στα θικάρια, πρωθυπουργικά γκάζια, διαξιφισμοί, σκληρές διαπραγματεύσεις και ένα καλοδεχούμενο αλλά ανεπαρκές σχέδιο επιβράβευσης με μέτρο μίας μικρής μερίδας συνεπών δανειοληπτών.

Από τα παραπάνω είναι σαφές πως οι σχέσεις κυβέρνησης - τραπεζών κλυδωνίστηκαν επικίνδυνα ενώ αυτή την περίοδο διανύουν μία φάση εξομάλυνσης... μέχρι νεωτέρας.

Η στήριξη, έστω και με το σταγονόμετρο, των πιεζόμενων οφειλετών που μέχρι πρότινος εξυπηρετούσαν κανονικά τις δόσεις των δανείων τους αλλά και κινήσεις καλής θέλησης από τις τράπεζες (ισχνές αυξήσεις στα επιτόκια καταθέσεων και επανεξέταση υπέρογκων χρεώσεων και προμηθειών), βοήθησαν στην επίτευξη μίας προσωρινής ανακωχής μεταξύ των δύο πλευρών.

Και όλα αυτά, την ώρα που ήδη αρκετοί δανειολήπτες υφίστανται τις συνέπειες ακρίβειας, ενεργειακής κρίσης και ανόδου των επιτοκίων, με αποτέλεσμα σε πολλές περιπτώσεις δάνεια που μέχρι πρότινος αποπληρώνονταν κανονικά, πλέον δυσκολεύονται να εξυπηρετηθούν.

Ας επιχειρήσουμε να εξηγήσουμε βήμα - βήμα γιατί η σχέση οικονομικού επιτελείου και πιστωτικών ιδρυμάτων ηλεκτρίστηκε επικίνδυνα αλλά και γιατί οι ελληνικές τράπεζες έχουν μπει στο «στόχαστρο» πολιτών και κυβερνώντων.

Ο καλπάζων εδώ και ένα χρόνο -και στις χώρες της ΕΕ- πληθωρισμός (με απλά λόγια ο ρυθμός που «τρέχει» η ακρίβεια) αναγκάζει την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να «πυροβολεί» συνεχώς με διαδοχικές αυξήσεις επιτοκίων για να τιθασεύσει το πληθωριστικό τέρας.

Ανεβάζοντας το κόστος του χρήματος (αύξηση επιτοκίων), η ΕΚΤ ελπίζει πως θα περιορίσει σε πρώτη φάση τις ανατιμήσεις, με βαρύ όμως τίμημα για τις οικονομίες που μπορεί να περιέλθουν σε υφεσιακά μονοπάτια, καθώς η περιορισμένη ρευστότητα που θα κυκλοφορεί θα ωθήσει και τις τιμές σε καθοδική τροχιά. Μέχρι όμως να γίνει αυτό, αν γίνει (στα οικονομικά 1+1 δεν κάνουν πάντα 2), το αυξημένο κόστος του χρήματος μετακυλίεται ταχύτατα και στους Έλληνες δανειολήπτες οι οποίοι υφίστανται μικρά και μεγάλα ηλεκτροσόκ.

Σήμερα το επιτόκιο αναφοράς (euribor) με βάση το οποίο καθορίζονται οι μηνιαίες δόσεις των οφειλετών αγγίζει το 2,5% και έχει... δρόμο ακόμα να ανέβει μέχρι να απενεργοποιηθεί η πληθωριστική νάρκη. Δάνεια με κυμαινόμενο επιτόκιο αλλά και πρόσφατα δάνεια που το μεγαλύτερο μέρος της δόσης είναι τόκοι πληρώνουν το μάρμαρο ενώ δεν γλιτώνουν ούτε δάνεια με σταθερό επιτόκιο το οποίο θα πάρει την ανιούσα.

Για ένα δάνειο 100.000 ευρώ με 15ετή ορίζοντα αποπληρωμής, η μηνιαία δόση αυξήθηκε στα 720 ευρώ από τα 626 ευρώ τον Ιούλιο και πιθανότατα θα πλησιάσει τα 790 ευρώ στο πρώτο τρίμηνο του 2023, καθώς επίκεινται νέες αυξήσεις επιτοκίων από την ΕΚΤ. Η συνολική επιβάρυνση κυμαίνεται από 120-145 ευρώ το μήνα ή 1.440-1740 ευρώ ανά έτος.

Σε αυτό το πλαίσιο, η πρωτοβουλία στήριξης των ευάλωτων συνεπών δανειοληπτών που θα ξεκινήσει στις αρχές του 2023 επιβαρύνοντας τις τράπεζες, θα αφορά τουλάχιστον 30.000 νοικοκυριά με υπόλοιπα 2 δισ. ευρώ περίπου, που προέρχονται από στεγαστικά ή μικρά επιχειρηματικά δάνεια και έχουν ως ενέχυρο την α’ κατοικία του οφειλέτη. Η επιδότηση θα είναι 12μηνης διάρκειας και θα ανέρχεται στο 50% της αύξησης του επιτοκίου σε σύγκριση με την 30ή Ιουνίου 2022.

Ευάλωτοι θεωρούνται όσοι έχουν ετήσιο εισόδημα μέχρι 7.000 ευρώ, προσαυξανόμενο κατά 3.500 ευρώ, ανά μέλος της οικογένειας, με όριο και μέγιστο ετήσιο εισόδημα 21.000 ευρώ, μέγιστη αξία κύριας κατοικίας 180.000 ευρώ, συνολικές καταθέσεις έως 7.000 ευρώ, προσαυξανόμενες κατά 3.500 ευρώ για κάθε μέλος της οικογένειας με όριο συνολικών καταθέσεων το ποσό 21.000 ευρώ.

«Το σχέδιο είναι αστειότητα, αφήνει εκτός μεγάλη μερίδα ευάλωτων δανειοπληπτών ενώ δεν περιλαμβάνει νοικοκυριά με κόκκινα δάνεια, ελάχιστοι ωφελούνται. Όλοι οι ενήμεροι δανειολήπτες θα έπρεπε να ωφεληθούν ειδικά τώρα που αυξάνονται οι μηνιαίες δόσεις τους. Οι τράπεζες κερδίζουν 3,5-4% από τις αυξημένες δόσεις και το επιτοκιακό περιθώριο, πρέπει να επωμιστούν ένα τμήμα του κόστους και αυτές. Δεν είναι δυνατόν να θέλουν να κοκκινίσουν οι συνεπείς δανειολήπτες που εξυπηρετούν με πολύ κόπο τα δάνειά τους», σημειώνει η Παναγιώτα Καλαποθαράκου, πρόεδρος της ΕΚΠΟΙΖΩ (Ένωση Καταναλωτών - Ποιότητα Ζωής).

«Δεχόμαστε καταγγελίες και για τις υψηλές χρεώσεις των τραπεζών για απλές συναλλαγές που είναι από τις υψηλότερες στην Ευρώπη, υπάρχουν και δύο αποφάσεις του Αρείου Πάγου για αυτό το θέμα, για μία κατηγορία χρεώσεων, μετά από προσφυγή της ΕΚΠΟΙΖΩ αλλά δεν εφαρμόζονται», καταλήγει.

Επιτόκια καταθέσεων

Το οικονομικό επιτελείο πιέζει έντονα για αύξηση των επιτοκίων καταθέσεων και μείωση των επιτοκίων χορηγήσεων. Οι τράπεζες που κρατάνε... και το μαχαίρι κα το πεπόνι ωθούν ανοδικά τα επιτόκια χορηγήσεων δανείων ενώ για τα επιτόκια καταθέσεων σφυρίζουν αδιάφορα.

Σύμφωνα με στοιχεία της ΤτΕ για τον Οκτώβριο, σημαντική αύξηση καταγράφεται στο κυμαινόμενο επιτόκιο των στεγαστικών δανείων το οποίο σχεδόν διπλασιάστηκε από την αρχή του χρόνου (από 2,36% στο 4%).

Οι τράπεζες διατηρήσαν τον μήνα αυτό σχεδόν αμετάβλητο στο 0,05% το επιτόκιο των νέων καταθέσεων (από 0,04% στην αρχή του έτους) αυξάνοντας όμως το σταθμισμένο επιτόκιο των νέων δανείων στο 4,86%, από 3,90% που ήταν στην αρχή του 2022. Η εξέλιξη αυτή είχε ως αποτέλεσμα να αυξηθεί το επιτοκιακό περιθώριο στο 4,23% από 3,86% που ήταν στην αρχή του έτους.

Αιτίες είναι η πλεονάζουσα ρευστότητα που υπάρχει στο τραπεζικό σύστημα και η οποία συγκρατεί τα επιτόκια καταθέσεων χαμηλά, παρά την παράλληλη άνοδο των επιτοκίων χορηγήσεων, που ενισχύονται λόγω της ανόδου του euribor αλλά και οι «ολιγοπωλιακές» συνθήκες λειτουργίας της μικρής ελληνικής αγοράς (οι τέσσερις μεγάλοι παίκτες, Εθνική, Πειραιώς, Eurobank, Alpha Bank «μαζεύουν όλο το χαρτί»).

Οι συνολικές καταθέσεις στις τράπεζες έχουν αυξηθεί στα 183,1 δισ. ευρώ από 132,9 δισ. ευρώ στις αρχές του 2019, καταγράφοντας άνοδο πάνω από 45 δισ. τα τελευταία χρόνια. Με απλά λόγια, οι τράπεζες δεν έχουν κανένα όφελος από μία μεγάλη αύξηση των επιτοκίων καταθέσεων καθώς η ρευστότητα που έχουν αποκτήσεις φτάνει και... περισσεύει.

Οι τράπεζες μετά τις επίμονες κυβερνητικές παραινέσεις αντιδρούν, έστω και δειλά - δειλά, προχωρώντας σε αυξήσεις στα επιτόκια των προθεσμιακών καταθέσεων (αφορούν κατά βάση μεγάλα ποσά) και όχι στις καταθέσεις ταμιευτηρίου.

Πλέον, οι συστημικοί όμιλοι προσφέρουν αποδόσεις έως και 1% για προϊόντα διάρκειας 12 μηνών. Επιπλέον, ξεκίνησε η διάθεση πιο ελκυστικών προγραμμάτων με διάρκεια μεγαλύτερη του έτους.

Επιπλέον, οι τράπεζες μετά τα... κηρύγματα του υπουργείου Οικονομικών έχουν ήδη ξεκινήσει να μειώνουν προμήθειες για διάφορες τραπεζικές συναλλαγές, κινήσεις που θα συνεχιστούν το επόμενο διάστημα.

Αναφορικά με τον εξωδικαστικό μηχανισμό ρύθμισης χρεών, οι τράπεζες ήταν ένθερμοι υποστηρικτές του, βάσει του οποίου μέσω αλγορίθμου προτείνεται η βέλτιστη λύση για να κάνουν μία νέα αρχή οι οφειλέτες, πιστωτικά ιδρύματα και funds «φρενάρουν» τη διαδικασία, απορρίπτονας μία στις τέσσερις αιτήσεις.

ΤΙ ΛΕΝΕ ΟΙ ΤΡΑΠΕΖΕΣ: «Θα σταθούμε δίπλα στους πελάτες μας, γενναίες αυξήσεις επιτοκίων στις προθεσμιακές»

Πηγές της Alpha Bank στις οποίες απευθύνθηκε η «ΜτΚ», επισημαίνουν πως «ο επίμονος πληθωρισμός έχει οδηγήσει τις κεντρικές τράπεζες σε σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής, για να τιθασευτούν οι τιμές. Οι Κεντρικές Τράπεζες, έχουν εισέλθει σε έναν κύκλο ανόδου των επιτοκίων και μείωσης των ισολογισμών τους. Οι εξελίξεις αυτές επηρεάζουν το κόστος χρήματος και τα καταθετικά επιτόκια, τα οποία βρίσκονταν σε αρνητικά επίπεδα μέχρι πρόσφατα, με πολλές ευρωπαϊκές τράπεζες να χρεώνουν τους καταθέτες».

Συνεχίζοντας, σημειώνουν ότι «οι ελληνικές τράπεζες, βάσει στοιχείων της ΕΚΤ, δεν προσχώρησαν ποτέ στην λογική των αρνητικών επιτοκίων, με αποτέλεσμα οι προθεσμιακές καταθέσεις στην Ελλάδα να αποδώσουν, την περίοδο 2019-2022, σημαντικά υψηλότερα, σε σχέση με την Ευρωζώνη.

Σύμφωνα με τους υπολογισμούς, για το σύνολο του τραπεζικού συστήματος, η εξέλιξη αυτή απέφερε επιτοκιακό όφελος για τις ελληνικές επιχειρήσεις που προσεγγίζει ή υπερβαίνει τα 300 εκατ. ευρώ στην τριετία. Τα ελληνικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα έχουν ήδη προβεί σε γενναίες αυξήσεις των επιτοκίων των λογαριασμών προθεσμίας, έχοντας κλείσει μέρος της ψαλίδας με την Ευρωζώνη. Από τον Οκτώβριο, η Alpha Bank έχει αναπροσαρμόσει τα επιτόκια για καταθέσεις προθεσμίας, ενώ προσφέρει ένα νέο προϊόν κλιμακούμενης απόδοσης που μεσοσταθμικά προσεγγίζει το 1,20% για προθεσμιακές καταθέσεις με διάρκεια 24 μηνών».

Για τις προμήθειες στις τραπεζικές συναλλαγές, τονίζουν πως «τα τελευταία χρόνια, οι ελληνικές τράπεζες προχώρησαν σε μεγάλες επενδύσεις στα πληροφοριακά τους συστήματα, δίνοντας τη δυνατότητα στους πελάτες τους να πραγματοποιούν έναν ολοένα αυξανόμενο αριθμό συναλλαγών από την οθόνη του κινητού τους ή/και του υπολογιστή τους. Παράλληλα, μεγάλη βαρύτητα δόθηκε στην ασφάλεια των συναλλαγών, με τις τράπεζες να θωρακίζουν τα συστήματά τους από κακόβουλες επιθέσεις. Παρά τις σημαντικές επενδύσεις, τα στοιχεία δείχνουν ότι οι ελληνικές τράπεζες παρουσιάζουν το χαμηλότερο ποσοστό προμηθειών στα οργανικά τους έσοδα σε σχέση με τις ευρωπαϊκές τράπεζες, τόσο ως ποσοστό του ΑΕΠ, όσο και ως ποσοστό επί των συνολικών τους εσόδων (προτελευταία θέση).

Ανταποκρινόμενες στην πρόσκληση της κυβέρνησης, οι τράπεζες αναπροσαρμόζουν σε τακτικά διαστήματα τις χρεώσεις τους. Στα κόστη πληρωμής λογαριασμών, οι χρεώσεις κυμαίνονται από 15-30 λεπτά για την Alpha Bank, έως 50-60 λεπτά για τον ανταγωνισμό. Παράλληλα, η Alpha Bank προσέφερε εξαρχής δωρεάν τη δυνατότητα μεταφοράς χρημάτων μέσω του συστήματος IRIS, ενώ επανεξετάζονται και οι χρεώσεις που αφορούν σε εμβάσματα».

Για τη στήριξη των συνεπών δανειοληπτών οι ίδιες πηγές, διαμηνύουν πως «το τραπεζικό σύστημα, με υψηλό αίσθημα ευθύνης απέναντι στους πολίτες ανταποκρίθηκε στα αιτήματα της πολιτείας για τη στήριξη των ευάλωτων, προκειμένου να αντιμετωπίσουν τη δύσκολη συγκυρία. Τόσο η Alpha Bank όσο και οι άλλες συστημικές τράπεζες, εργάστηκαν από κοινού προκειμένου να σχεδιάσουν μία σειρά μέτρων που στόχο έχουν να βοηθήσουν τα πιο ευάλωτα νοικοκυριά. Θα πρέπει να καταλάβουμε ότι το τελευταίο πράγμα που θέλει να δει μία τράπεζα είναι τον δανειολήπτη να μην μπορεί να αποπληρώσει το δάνειό του. Για να αποτραπεί μία τέτοια εξέλιξη, η Alpha Bank βρίσκεται πάντα δίπλα στους πελάτες της και είναι έτοιμη να προσφέρει πρώτη συμβιβαστικές λύσεις, οι οποίες διευκολύνουν τον δανειολήπτη ώστε να συνεχίσει να εξυπηρετεί κανονικά το δάνειό του. Είναι ενδεικτικό πως μόνον κατά την τελευταία διετία, περισσότερα από 50.000 δάνεια έχουν ρυθμιστεί, ενώ κόκκινα δάνεια ύψους 800 εκατ. ευρώ έχουν εξυγιανθεί, δίνοντας ανάσα στους δανειολήπτες».

Τα παράπονά σας στη... Λαγκάρντ

Τραπεζικές πηγές από άλλη μεγάλη συστημική τράπεζα ανέφεραν στη «ΜτΚ» ότι ορισμένες τράπεζες προχώρησαν ήδη σε κλιμακωτή αναπροσαρμογή του επιτοκίου προθεσμιακών καταθέσεων. Ως προς τις χορηγήσεις, σχολιάζουν ότι στα μεγάλα επιχειρηματικά δάνεια έγινε προσπάθεια να κρατηθούν σταθερά ή και να μειωθούν τα επιτόκια δανεισμού. Βέβαια, το μεγάλο πρόβλημα είναι στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις.

Εκεί οι τράπεζες «δείχνουν» προς την ΕΚΤ και την Κριστίν Λαγκάρντ. «Το 99% των δανείων των μικρομεσαίων είναι στη βάση του Euribor, τα επιτόκια δεν αυξήθηκαν παραπάνω από αυτό το επίπεδο» εξηγούν οι ίδιες πηγές. Πάντως αναγνωρίζουν ότι υπάρχει μια... δυσαρμονία μεταξύ προσφοράς και ζήτησης.

«Υπάρχουν μικρομεσαίες επιχειρήσεις που ζητάν με αγωνία δάνειο και δεν το παίρνουν γιατί κρίνει η τράπεζα ότι δεν είναι βιώσιμη η αποπληρωμή του ή και υπάρχουν μικρομεσαίες επιχειρήσεις που δεν δανείζονται, είτε γιατί έχουν ρευστότητα είτε γιατί δεν τολμούν να χρησιμοποιήσουν επενδυτικά προϊόντα».

«Aπό τα μέχρι τώρα στοιχεία οι ενδείξεις για νέα κόκκινα δάνεια ήταν πολύ χαμηλά για αυτό οι τράπεζες ήταν πολύ διστακτικές. Πλέον συνεκτιμάται ο κίνδυνος για μια νέα γενιά κόκκινων δανείων, εάν συνεχίσει η ΕΚΤ να αυξάνει τα επιτόκια και αυτό μπορεί να οδηγήσει σε ένα νέο φαύλο κύκλο», σχολιάζουν οι ίδιες πηγές.

Ώρα ευθύνης

Σε κάθε περίπτωση και πέρα από άσκοπους λαϊκισμούς, καμία οικονομία στον πλανήτη δεν μπορεί να λειτουργήσει εύρυθμα χωρίς τράπεζες. Σε αυτό το πλαίσιο τα πιστωτικά ιδρύματα (προσβλέπουν σε κέρδη 3,5 δισ. ευρώ το 2022), που «μάτωσαν» για να ξεφορτωθούν μεγάλο μέρος κόκκινων δανείων, καλούνται να επιδείξουν σοβαρότητα και να βάλουν πλάτη τουλάχιστον σε όσους οφειλέτες μετά κόπων και βασάνων κατέβαλαν αδιαλείπτως τις δόσεις τους και τους οποίους δεν «επιβράβευσαν» σχεδόν ποτέ μέχρι σήμερα.

Προφανώς οι τράπεζες δεν είναι φιλανθρωπικά ιδρύματα, προφανώς και οι πολίτες δεν είναι και δεν πρέπει να αντιμετωπίζονται σαν κορόιδα.

Δεν πρέπει να ξεχνάμε πως οι τράπεζες από το 2013 μέχρι το 2015 έχουν ανακεφαλαιοποιηθεί τρεις φορές με το δημόσιο, οι Έλληνες φορολογούμενοι δηλαδή, να συνεισφέρει πάνω από 30 δισ. ευρώ, διαδικασία απολύτως αναγκαία για να μην υποστούν κραχ οι καταθέτες.

Έχει φτάσει η στιγμή οι τράπεζες να στηρίξουν έμπρακτα την κοινωνία ή για να το πούμε με τους όρους τους, τους ίδιους τους πελάτες τους που τις κράτησαν και τις κρατάνε όρθιες, εμπιστευόμενοι σε αυτές τις οικονομίες τους, τις πιο δύσκολες στιγμές...

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 24-25.12.2022

«Mπινελικώματα» με τον υπουργό Οικονομικών (έκφραση που χρησιμοποίησε ο ίδιος ο κ. Σταϊκούρας), μαχαίρια που βγήκαν και ξαναμπήκαν στα θικάρια, πρωθυπουργικά γκάζια, διαξιφισμοί, σκληρές διαπραγματεύσεις και ένα καλοδεχούμενο αλλά ανεπαρκές σχέδιο επιβράβευσης με μέτρο μίας μικρής μερίδας συνεπών δανειοληπτών.

Από τα παραπάνω είναι σαφές πως οι σχέσεις κυβέρνησης - τραπεζών κλυδωνίστηκαν επικίνδυνα ενώ αυτή την περίοδο διανύουν μία φάση εξομάλυνσης... μέχρι νεωτέρας.

Η στήριξη, έστω και με το σταγονόμετρο, των πιεζόμενων οφειλετών που μέχρι πρότινος εξυπηρετούσαν κανονικά τις δόσεις των δανείων τους αλλά και κινήσεις καλής θέλησης από τις τράπεζες (ισχνές αυξήσεις στα επιτόκια καταθέσεων και επανεξέταση υπέρογκων χρεώσεων και προμηθειών), βοήθησαν στην επίτευξη μίας προσωρινής ανακωχής μεταξύ των δύο πλευρών.

Και όλα αυτά, την ώρα που ήδη αρκετοί δανειολήπτες υφίστανται τις συνέπειες ακρίβειας, ενεργειακής κρίσης και ανόδου των επιτοκίων, με αποτέλεσμα σε πολλές περιπτώσεις δάνεια που μέχρι πρότινος αποπληρώνονταν κανονικά, πλέον δυσκολεύονται να εξυπηρετηθούν.

Ας επιχειρήσουμε να εξηγήσουμε βήμα - βήμα γιατί η σχέση οικονομικού επιτελείου και πιστωτικών ιδρυμάτων ηλεκτρίστηκε επικίνδυνα αλλά και γιατί οι ελληνικές τράπεζες έχουν μπει στο «στόχαστρο» πολιτών και κυβερνώντων.

Ο καλπάζων εδώ και ένα χρόνο -και στις χώρες της ΕΕ- πληθωρισμός (με απλά λόγια ο ρυθμός που «τρέχει» η ακρίβεια) αναγκάζει την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να «πυροβολεί» συνεχώς με διαδοχικές αυξήσεις επιτοκίων για να τιθασεύσει το πληθωριστικό τέρας.

Ανεβάζοντας το κόστος του χρήματος (αύξηση επιτοκίων), η ΕΚΤ ελπίζει πως θα περιορίσει σε πρώτη φάση τις ανατιμήσεις, με βαρύ όμως τίμημα για τις οικονομίες που μπορεί να περιέλθουν σε υφεσιακά μονοπάτια, καθώς η περιορισμένη ρευστότητα που θα κυκλοφορεί θα ωθήσει και τις τιμές σε καθοδική τροχιά. Μέχρι όμως να γίνει αυτό, αν γίνει (στα οικονομικά 1+1 δεν κάνουν πάντα 2), το αυξημένο κόστος του χρήματος μετακυλίεται ταχύτατα και στους Έλληνες δανειολήπτες οι οποίοι υφίστανται μικρά και μεγάλα ηλεκτροσόκ.

Σήμερα το επιτόκιο αναφοράς (euribor) με βάση το οποίο καθορίζονται οι μηνιαίες δόσεις των οφειλετών αγγίζει το 2,5% και έχει... δρόμο ακόμα να ανέβει μέχρι να απενεργοποιηθεί η πληθωριστική νάρκη. Δάνεια με κυμαινόμενο επιτόκιο αλλά και πρόσφατα δάνεια που το μεγαλύτερο μέρος της δόσης είναι τόκοι πληρώνουν το μάρμαρο ενώ δεν γλιτώνουν ούτε δάνεια με σταθερό επιτόκιο το οποίο θα πάρει την ανιούσα.

Για ένα δάνειο 100.000 ευρώ με 15ετή ορίζοντα αποπληρωμής, η μηνιαία δόση αυξήθηκε στα 720 ευρώ από τα 626 ευρώ τον Ιούλιο και πιθανότατα θα πλησιάσει τα 790 ευρώ στο πρώτο τρίμηνο του 2023, καθώς επίκεινται νέες αυξήσεις επιτοκίων από την ΕΚΤ. Η συνολική επιβάρυνση κυμαίνεται από 120-145 ευρώ το μήνα ή 1.440-1740 ευρώ ανά έτος.

Σε αυτό το πλαίσιο, η πρωτοβουλία στήριξης των ευάλωτων συνεπών δανειοληπτών που θα ξεκινήσει στις αρχές του 2023 επιβαρύνοντας τις τράπεζες, θα αφορά τουλάχιστον 30.000 νοικοκυριά με υπόλοιπα 2 δισ. ευρώ περίπου, που προέρχονται από στεγαστικά ή μικρά επιχειρηματικά δάνεια και έχουν ως ενέχυρο την α’ κατοικία του οφειλέτη. Η επιδότηση θα είναι 12μηνης διάρκειας και θα ανέρχεται στο 50% της αύξησης του επιτοκίου σε σύγκριση με την 30ή Ιουνίου 2022.

Ευάλωτοι θεωρούνται όσοι έχουν ετήσιο εισόδημα μέχρι 7.000 ευρώ, προσαυξανόμενο κατά 3.500 ευρώ, ανά μέλος της οικογένειας, με όριο και μέγιστο ετήσιο εισόδημα 21.000 ευρώ, μέγιστη αξία κύριας κατοικίας 180.000 ευρώ, συνολικές καταθέσεις έως 7.000 ευρώ, προσαυξανόμενες κατά 3.500 ευρώ για κάθε μέλος της οικογένειας με όριο συνολικών καταθέσεων το ποσό 21.000 ευρώ.

«Το σχέδιο είναι αστειότητα, αφήνει εκτός μεγάλη μερίδα ευάλωτων δανειοπληπτών ενώ δεν περιλαμβάνει νοικοκυριά με κόκκινα δάνεια, ελάχιστοι ωφελούνται. Όλοι οι ενήμεροι δανειολήπτες θα έπρεπε να ωφεληθούν ειδικά τώρα που αυξάνονται οι μηνιαίες δόσεις τους. Οι τράπεζες κερδίζουν 3,5-4% από τις αυξημένες δόσεις και το επιτοκιακό περιθώριο, πρέπει να επωμιστούν ένα τμήμα του κόστους και αυτές. Δεν είναι δυνατόν να θέλουν να κοκκινίσουν οι συνεπείς δανειολήπτες που εξυπηρετούν με πολύ κόπο τα δάνειά τους», σημειώνει η Παναγιώτα Καλαποθαράκου, πρόεδρος της ΕΚΠΟΙΖΩ (Ένωση Καταναλωτών - Ποιότητα Ζωής).

«Δεχόμαστε καταγγελίες και για τις υψηλές χρεώσεις των τραπεζών για απλές συναλλαγές που είναι από τις υψηλότερες στην Ευρώπη, υπάρχουν και δύο αποφάσεις του Αρείου Πάγου για αυτό το θέμα, για μία κατηγορία χρεώσεων, μετά από προσφυγή της ΕΚΠΟΙΖΩ αλλά δεν εφαρμόζονται», καταλήγει.

Επιτόκια καταθέσεων

Το οικονομικό επιτελείο πιέζει έντονα για αύξηση των επιτοκίων καταθέσεων και μείωση των επιτοκίων χορηγήσεων. Οι τράπεζες που κρατάνε... και το μαχαίρι κα το πεπόνι ωθούν ανοδικά τα επιτόκια χορηγήσεων δανείων ενώ για τα επιτόκια καταθέσεων σφυρίζουν αδιάφορα.

Σύμφωνα με στοιχεία της ΤτΕ για τον Οκτώβριο, σημαντική αύξηση καταγράφεται στο κυμαινόμενο επιτόκιο των στεγαστικών δανείων το οποίο σχεδόν διπλασιάστηκε από την αρχή του χρόνου (από 2,36% στο 4%).

Οι τράπεζες διατηρήσαν τον μήνα αυτό σχεδόν αμετάβλητο στο 0,05% το επιτόκιο των νέων καταθέσεων (από 0,04% στην αρχή του έτους) αυξάνοντας όμως το σταθμισμένο επιτόκιο των νέων δανείων στο 4,86%, από 3,90% που ήταν στην αρχή του 2022. Η εξέλιξη αυτή είχε ως αποτέλεσμα να αυξηθεί το επιτοκιακό περιθώριο στο 4,23% από 3,86% που ήταν στην αρχή του έτους.

Αιτίες είναι η πλεονάζουσα ρευστότητα που υπάρχει στο τραπεζικό σύστημα και η οποία συγκρατεί τα επιτόκια καταθέσεων χαμηλά, παρά την παράλληλη άνοδο των επιτοκίων χορηγήσεων, που ενισχύονται λόγω της ανόδου του euribor αλλά και οι «ολιγοπωλιακές» συνθήκες λειτουργίας της μικρής ελληνικής αγοράς (οι τέσσερις μεγάλοι παίκτες, Εθνική, Πειραιώς, Eurobank, Alpha Bank «μαζεύουν όλο το χαρτί»).

Οι συνολικές καταθέσεις στις τράπεζες έχουν αυξηθεί στα 183,1 δισ. ευρώ από 132,9 δισ. ευρώ στις αρχές του 2019, καταγράφοντας άνοδο πάνω από 45 δισ. τα τελευταία χρόνια. Με απλά λόγια, οι τράπεζες δεν έχουν κανένα όφελος από μία μεγάλη αύξηση των επιτοκίων καταθέσεων καθώς η ρευστότητα που έχουν αποκτήσεις φτάνει και... περισσεύει.

Οι τράπεζες μετά τις επίμονες κυβερνητικές παραινέσεις αντιδρούν, έστω και δειλά - δειλά, προχωρώντας σε αυξήσεις στα επιτόκια των προθεσμιακών καταθέσεων (αφορούν κατά βάση μεγάλα ποσά) και όχι στις καταθέσεις ταμιευτηρίου.

Πλέον, οι συστημικοί όμιλοι προσφέρουν αποδόσεις έως και 1% για προϊόντα διάρκειας 12 μηνών. Επιπλέον, ξεκίνησε η διάθεση πιο ελκυστικών προγραμμάτων με διάρκεια μεγαλύτερη του έτους.

Επιπλέον, οι τράπεζες μετά τα... κηρύγματα του υπουργείου Οικονομικών έχουν ήδη ξεκινήσει να μειώνουν προμήθειες για διάφορες τραπεζικές συναλλαγές, κινήσεις που θα συνεχιστούν το επόμενο διάστημα.

Αναφορικά με τον εξωδικαστικό μηχανισμό ρύθμισης χρεών, οι τράπεζες ήταν ένθερμοι υποστηρικτές του, βάσει του οποίου μέσω αλγορίθμου προτείνεται η βέλτιστη λύση για να κάνουν μία νέα αρχή οι οφειλέτες, πιστωτικά ιδρύματα και funds «φρενάρουν» τη διαδικασία, απορρίπτονας μία στις τέσσερις αιτήσεις.

ΤΙ ΛΕΝΕ ΟΙ ΤΡΑΠΕΖΕΣ: «Θα σταθούμε δίπλα στους πελάτες μας, γενναίες αυξήσεις επιτοκίων στις προθεσμιακές»

Πηγές της Alpha Bank στις οποίες απευθύνθηκε η «ΜτΚ», επισημαίνουν πως «ο επίμονος πληθωρισμός έχει οδηγήσει τις κεντρικές τράπεζες σε σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής, για να τιθασευτούν οι τιμές. Οι Κεντρικές Τράπεζες, έχουν εισέλθει σε έναν κύκλο ανόδου των επιτοκίων και μείωσης των ισολογισμών τους. Οι εξελίξεις αυτές επηρεάζουν το κόστος χρήματος και τα καταθετικά επιτόκια, τα οποία βρίσκονταν σε αρνητικά επίπεδα μέχρι πρόσφατα, με πολλές ευρωπαϊκές τράπεζες να χρεώνουν τους καταθέτες».

Συνεχίζοντας, σημειώνουν ότι «οι ελληνικές τράπεζες, βάσει στοιχείων της ΕΚΤ, δεν προσχώρησαν ποτέ στην λογική των αρνητικών επιτοκίων, με αποτέλεσμα οι προθεσμιακές καταθέσεις στην Ελλάδα να αποδώσουν, την περίοδο 2019-2022, σημαντικά υψηλότερα, σε σχέση με την Ευρωζώνη.

Σύμφωνα με τους υπολογισμούς, για το σύνολο του τραπεζικού συστήματος, η εξέλιξη αυτή απέφερε επιτοκιακό όφελος για τις ελληνικές επιχειρήσεις που προσεγγίζει ή υπερβαίνει τα 300 εκατ. ευρώ στην τριετία. Τα ελληνικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα έχουν ήδη προβεί σε γενναίες αυξήσεις των επιτοκίων των λογαριασμών προθεσμίας, έχοντας κλείσει μέρος της ψαλίδας με την Ευρωζώνη. Από τον Οκτώβριο, η Alpha Bank έχει αναπροσαρμόσει τα επιτόκια για καταθέσεις προθεσμίας, ενώ προσφέρει ένα νέο προϊόν κλιμακούμενης απόδοσης που μεσοσταθμικά προσεγγίζει το 1,20% για προθεσμιακές καταθέσεις με διάρκεια 24 μηνών».

Για τις προμήθειες στις τραπεζικές συναλλαγές, τονίζουν πως «τα τελευταία χρόνια, οι ελληνικές τράπεζες προχώρησαν σε μεγάλες επενδύσεις στα πληροφοριακά τους συστήματα, δίνοντας τη δυνατότητα στους πελάτες τους να πραγματοποιούν έναν ολοένα αυξανόμενο αριθμό συναλλαγών από την οθόνη του κινητού τους ή/και του υπολογιστή τους. Παράλληλα, μεγάλη βαρύτητα δόθηκε στην ασφάλεια των συναλλαγών, με τις τράπεζες να θωρακίζουν τα συστήματά τους από κακόβουλες επιθέσεις. Παρά τις σημαντικές επενδύσεις, τα στοιχεία δείχνουν ότι οι ελληνικές τράπεζες παρουσιάζουν το χαμηλότερο ποσοστό προμηθειών στα οργανικά τους έσοδα σε σχέση με τις ευρωπαϊκές τράπεζες, τόσο ως ποσοστό του ΑΕΠ, όσο και ως ποσοστό επί των συνολικών τους εσόδων (προτελευταία θέση).

Ανταποκρινόμενες στην πρόσκληση της κυβέρνησης, οι τράπεζες αναπροσαρμόζουν σε τακτικά διαστήματα τις χρεώσεις τους. Στα κόστη πληρωμής λογαριασμών, οι χρεώσεις κυμαίνονται από 15-30 λεπτά για την Alpha Bank, έως 50-60 λεπτά για τον ανταγωνισμό. Παράλληλα, η Alpha Bank προσέφερε εξαρχής δωρεάν τη δυνατότητα μεταφοράς χρημάτων μέσω του συστήματος IRIS, ενώ επανεξετάζονται και οι χρεώσεις που αφορούν σε εμβάσματα».

Για τη στήριξη των συνεπών δανειοληπτών οι ίδιες πηγές, διαμηνύουν πως «το τραπεζικό σύστημα, με υψηλό αίσθημα ευθύνης απέναντι στους πολίτες ανταποκρίθηκε στα αιτήματα της πολιτείας για τη στήριξη των ευάλωτων, προκειμένου να αντιμετωπίσουν τη δύσκολη συγκυρία. Τόσο η Alpha Bank όσο και οι άλλες συστημικές τράπεζες, εργάστηκαν από κοινού προκειμένου να σχεδιάσουν μία σειρά μέτρων που στόχο έχουν να βοηθήσουν τα πιο ευάλωτα νοικοκυριά. Θα πρέπει να καταλάβουμε ότι το τελευταίο πράγμα που θέλει να δει μία τράπεζα είναι τον δανειολήπτη να μην μπορεί να αποπληρώσει το δάνειό του. Για να αποτραπεί μία τέτοια εξέλιξη, η Alpha Bank βρίσκεται πάντα δίπλα στους πελάτες της και είναι έτοιμη να προσφέρει πρώτη συμβιβαστικές λύσεις, οι οποίες διευκολύνουν τον δανειολήπτη ώστε να συνεχίσει να εξυπηρετεί κανονικά το δάνειό του. Είναι ενδεικτικό πως μόνον κατά την τελευταία διετία, περισσότερα από 50.000 δάνεια έχουν ρυθμιστεί, ενώ κόκκινα δάνεια ύψους 800 εκατ. ευρώ έχουν εξυγιανθεί, δίνοντας ανάσα στους δανειολήπτες».

Τα παράπονά σας στη... Λαγκάρντ

Τραπεζικές πηγές από άλλη μεγάλη συστημική τράπεζα ανέφεραν στη «ΜτΚ» ότι ορισμένες τράπεζες προχώρησαν ήδη σε κλιμακωτή αναπροσαρμογή του επιτοκίου προθεσμιακών καταθέσεων. Ως προς τις χορηγήσεις, σχολιάζουν ότι στα μεγάλα επιχειρηματικά δάνεια έγινε προσπάθεια να κρατηθούν σταθερά ή και να μειωθούν τα επιτόκια δανεισμού. Βέβαια, το μεγάλο πρόβλημα είναι στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις.

Εκεί οι τράπεζες «δείχνουν» προς την ΕΚΤ και την Κριστίν Λαγκάρντ. «Το 99% των δανείων των μικρομεσαίων είναι στη βάση του Euribor, τα επιτόκια δεν αυξήθηκαν παραπάνω από αυτό το επίπεδο» εξηγούν οι ίδιες πηγές. Πάντως αναγνωρίζουν ότι υπάρχει μια... δυσαρμονία μεταξύ προσφοράς και ζήτησης.

«Υπάρχουν μικρομεσαίες επιχειρήσεις που ζητάν με αγωνία δάνειο και δεν το παίρνουν γιατί κρίνει η τράπεζα ότι δεν είναι βιώσιμη η αποπληρωμή του ή και υπάρχουν μικρομεσαίες επιχειρήσεις που δεν δανείζονται, είτε γιατί έχουν ρευστότητα είτε γιατί δεν τολμούν να χρησιμοποιήσουν επενδυτικά προϊόντα».

«Aπό τα μέχρι τώρα στοιχεία οι ενδείξεις για νέα κόκκινα δάνεια ήταν πολύ χαμηλά για αυτό οι τράπεζες ήταν πολύ διστακτικές. Πλέον συνεκτιμάται ο κίνδυνος για μια νέα γενιά κόκκινων δανείων, εάν συνεχίσει η ΕΚΤ να αυξάνει τα επιτόκια και αυτό μπορεί να οδηγήσει σε ένα νέο φαύλο κύκλο», σχολιάζουν οι ίδιες πηγές.

Ώρα ευθύνης

Σε κάθε περίπτωση και πέρα από άσκοπους λαϊκισμούς, καμία οικονομία στον πλανήτη δεν μπορεί να λειτουργήσει εύρυθμα χωρίς τράπεζες. Σε αυτό το πλαίσιο τα πιστωτικά ιδρύματα (προσβλέπουν σε κέρδη 3,5 δισ. ευρώ το 2022), που «μάτωσαν» για να ξεφορτωθούν μεγάλο μέρος κόκκινων δανείων, καλούνται να επιδείξουν σοβαρότητα και να βάλουν πλάτη τουλάχιστον σε όσους οφειλέτες μετά κόπων και βασάνων κατέβαλαν αδιαλείπτως τις δόσεις τους και τους οποίους δεν «επιβράβευσαν» σχεδόν ποτέ μέχρι σήμερα.

Προφανώς οι τράπεζες δεν είναι φιλανθρωπικά ιδρύματα, προφανώς και οι πολίτες δεν είναι και δεν πρέπει να αντιμετωπίζονται σαν κορόιδα.

Δεν πρέπει να ξεχνάμε πως οι τράπεζες από το 2013 μέχρι το 2015 έχουν ανακεφαλαιοποιηθεί τρεις φορές με το δημόσιο, οι Έλληνες φορολογούμενοι δηλαδή, να συνεισφέρει πάνω από 30 δισ. ευρώ, διαδικασία απολύτως αναγκαία για να μην υποστούν κραχ οι καταθέτες.

Έχει φτάσει η στιγμή οι τράπεζες να στηρίξουν έμπρακτα την κοινωνία ή για να το πούμε με τους όρους τους, τους ίδιους τους πελάτες τους που τις κράτησαν και τις κρατάνε όρθιες, εμπιστευόμενοι σε αυτές τις οικονομίες τους, τις πιο δύσκολες στιγμές...

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 24-25.12.2022

ΣΧΟΛΙΑ

Επιλέξτε Κατηγορία