ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΑΡΘΡΩΝ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ

Η Θεσσαλονίκη αποκτά CSI Institute

Βαγγέλης Στολάκης17 Νοεμβρίου 2020

«Το διαδίκτυο είναι ό,τι καλύτερο έχουμε. Είναι ένα πολυεργαλείο. Θέλουμε να το αναδείξουμε. Δεν είναι παιχνίδι». Μ’ αυτήν τη φράση ο άλλοτε επικεφαλής της Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος στη χώρα μας, ένας άνθρωπος που έχει ταυτίσει το όνομά του με την πάταξη του εγκλήματος που συντελείται μέσα από την οθόνη ενός ηλεκτρονικού υπολογιστή και με μόλις λίγα… κλικ, Μανώλης Σφακιανάκης, ανακοινώνει μέσω της «ΜτΚ» τη δημιουργία του CSI Institute στη Θεσσαλονίκη, σε χώρο του Λιμανιού. 

Πρόκειται για την επέκταση του Διεθνούς Ινστιτούτου Κυβερνοασφάλειας που δημιούργησε ο ίδιος τον Φεβρουάριο του 2017, όταν έκλεισε ο κύκλος του από την Ελληνική Αστυνομία και έδωσε σάρκα και οστά σε ένα όραμα χρόνων, όπως λέει ο ίδιος.

Το Ινστιτούτο που λειτουργεί ήδη για περισσότερο από τρία χρόνια και έχει πανελλαδική δράση, με παραρτήματα στους 52 νομούς της Ελλάδας προχωρά στη δημιουργία δομής στη δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της χώρας, καθώς το απαιτούν οι ανάγκες. «Το CSI Institute ήταν μία σκέψη μου η οποία δημιουργήθηκε μέσα από τη δυναμική και βιωματική πορεία μου στην ΕΛΑΣ τα 23 χρόνια που υπηρετούσα και αφορούσε αρχικά την προσέγγιση των διαδικτυακών φαινομένων τα οποία ήταν επιζήμια στην ανθρώπινη οντότητα» λέει ο κ. Σφακιανάκης και μιλά για το «διαδίκτυο της καραντίνας» και τους κινδύνους του.

Ο πρώην αξιωματικός της Ελληνικής Αστυνομίας, ιδιαίτερα αγαπητός στον κόσμο υπηρέτησε την υπηρεσία για 23 ολόκληρα χρόνια και οδήγησε στη Δικαιοσύνη 12.000 υποθέσεις που αφορούσαν το κυβερνοέγκλημα. «Το εμπνεύστηκα όσο ήμουν ήδη στην ελληνική Αστυνομία. Σάββατο έφυγα από την Αστυνομία και την επόμενη Δεύτερα το ανακοίνωσα» λέει.

Το CSI Institute είναι ένας Μη Κερδοσκοπικός Οργανισμός, που έχει ως σκοπό, μεταξύ άλλων, την πρόληψη και ενημέρωση για το ηλεκτρονικό έγκλημα, ενώ χρηματοδοτείται αποκλειστικά από δωρεές. «Τα έσοδά μας είναι από την εταιρική κοινωνική ευθύνη των εταιρειών. Το Ινστιτούτο μας αποτελείται από 45 εθελοντές, οι οποίοι προσφέρουν τις υπηρεσίες τους αφιλοκερδώς και διευθύνεται από την εγκληματολόγο-ψυχολόγο, Κέλλυ Ιωάννου» αναφέρει στη «ΜτΚ» ο κ. Σφακιανάκης. Σήμερα, το Ινστιτούτο έχει στο ενεργητικό του την πραγματοποίηση εκατοντάδων ημερίδων, δεκάδων live webinars, άρθρα, συνεντεύξεις και χιλιάδες συμβουλές, αν αναλογιστεί κανείς ότι καθημερινά οι υπεύθυνοι στα γραφεία απαντούν σε περίπου 400 κλήσεις.

Οι στόχοι

Όπως δηλώνει «το Ινστιτούτο έχει ως στόχο να εξειδικεύσει, να εκπαιδεύσει και να ενημερώσει τους πολίτες, τους μαθητές, τους γονείς για το διαδίκτυο. Η χώρα μας είναι ηλεκτρονικά αναλφάβητη. Μέσα από τομές και δομές προσπαθούμε καθημερινά να διδάξουμε το διαδίκτυο σε όλη την κοινωνία» σημειώνει.

«Θέλουμε να τους μάθουμε τους κανόνες και τις κακοτοπιές του διαδικτύου, που είναι κάτι τελείως διαφορετικό από την πληροφορική που διδάσκεται στα σχολεία. Δεύτερος σκοπός είναι η δημιουργία εφαρμογών για να τιθασεύσουμε τα φαινόμενα του διαδικτύου, δηλαδή το cyber bullying που το δέχονται τα παιδιά μας, τον εθισμό και τέλος, την κοινωνική δικτύωση (social media). Τρίτος σκοπός του Ινστιτούτου είναι η ανάδειξη του διαδικτύου που γίνεται μέσα από την τιθάσευση των φαινομένων αυτών» λέει ο κ. Σφακιανάκης.

Τα live και οι κίνδυνοι της καραντίνας

Η δράση τόσο του ιδίου όσο και του Ινστιτούτου του δεν άργησε να βρει μεγάλη απήχηση. Για κάποιον μάλιστα που παρακολουθεί τον κ. Σφακιανάκη από την εποχή του στην Αστυνομία, θα έλεγε πως η επιτυχία ήταν αναμενόμενη. Σήμερα, που η χώρα βρίσκεται σε καθεστώς lockdown, η εργασία, η εκπαίδευση και οι περισσότερες αγορές γίνονται διαδικτυακά οι κίνδυνοι που ελλοχεύουν είναι περισσότεροι. Η απήχηση του Ινστιτούτου στα social media, σύμφωνα με την ίδια την Facebook φτάνει καθημερινά το 1.000.000. Κυριολεκτικά «χαμός» γίνεται και στα live που πραγματοποιεί κάθε βράδυ στις 9 μ.μ. ο κ. Σφακιανάκης δίνοντας συμβουλές στους χρήστες του διαδικτύου.

«Το Ινστιτούτο μας δεν ασχολείται με θεματολογίες αστυνομικής αρμοδιότητας πλην όμως παραπέμπει περιστατικά που τυχόν δεχθεί στην ΕΛΑΣ και στα αρμόδια τμήματα. Το όραμα μου και οι στόχοι μου για το Ινστιτούτο δημιουργήθηκαν καθώς υπηρετούσα στην ΕΛΑΣ. Στόχος μου αρχικός είναι γίνει αντιληπτό από όλους τους συμπολίτες μας το αυτονόητο: δηλαδή ότι το διαδίκτυο είναι φως και χωρίς τη γνώση γύρω από αυτό δεν υπάρχει ελπίδα και μέλλον σε κανέναν τομέα εξέλιξης της ζωής μας. 

Επιμέρους στόχοι είναι η τεχνολογική ενημέρωση μαζί με μαζική ενεργοποίηση όλων των πολιτών της χώρας μας για την αντιμετώπιση θεμάτων ασφαλείας στο διαδίκτυο μέσα από την εκπαίδευση πάνω στην ασφαλή πλοήγηση Παράλληλα όμως, με την ανάπτυξη της απλής διαδικτυακής γνώσης μέσα από το Ινστιτούτο θα αναπτυχθεί ένας δυναμικός βραχίονας γνώσης ο οποίος θα διαχωριστεί σε τομές και δομές μέσα σε ένα πολυδαίδαλο εργαστήριο σκέψης και υλοποίησης τεχνολογικών επιδεξιοτήτων, που θα προάγουν την εξέλιξη της επιστημονικής έρευνας στον τομέα νέων τεχνολογιών και διαδικτύου» λέει ο κ. Σφακιανάκης.

Μιλώντας για τη δημιουργία του CSI Institute στη Θεσσαλονίκη, η ανακοίνωση του οποίου επρόκειτο να πραγματοποιηθεί ωστόσο λόγω κορονοϊού αναβλήθηκε, λέει πως «θα δημιουργηθεί ένα εκπαιδευτικό κέντρο που θα μπορούν αν επισκέπτονται μαθητές για να ενημερώνονται για τους κινδύνους του διαδικτύου» λέει και ευχαριστεί θερμά την διοίκηση της ΟΛΘ ΑΕ για την παραχώρηση του χώρου αλλά και τον γνωστό δικηγόρο, Σταύρο Κουμεντάκη ο οποίος συνέβαλε καθοριστικά στην προσπάθεια για την δραστηριοποίηση του CSI Institute στη Θεσσαλονίκη.

Σημειώνεται πως μεταξύ άλλων, το CSI Institute έχει δημιουργήσει την εφαρμογή ABC (anti bullying center). Πρόκειται για μία εφαρμογή που εγκαθίσταται σε κινητά τηλέφωνα, υπολογιστές και tablets και με το πάτημα ενός κουμπιού τα παιδιά μπορούν να την ενεργοποιήσουν και να καταγγείλουν συμπεριφορές bullying στο Ινστιτούτο όλο το 24ωρο, το οποίο στη συνέχεια καταγράφει και με τους μηχανισμούς προσπαθεί να επιλύσει τα προβλήματα.

Μιλώντας για τους κινδύνους του διαδικτύου την περίοδο του lockdown κάνει λόγο για «διαδίκτυο της καραντίνας». «Έχουν μεταλλαχθεί οι κίνδυνοι. Πλέον έχουμε εντοπίσει ότι το τελευταίο διάστημα το έγκλημα γίνεται μέσω SMS. Μου κατήγγειλαν περιπτώσεις, όπου τους ήρθε γραπτό μήνυμα στο κινητό τηλέφωνο από μεταφορική εταιρεία και πάτησαν το σχετικό link προσθέτοντας στη συνέχεια στοιχεία της τραπεζικής κάρτας με αποτέλεσμα να αφαιρεθεί το υπόλοιπο των δικαιούχων» λέει. Καταγγέλλει δε πως απάτες γίνονται και με πρόσχημα το... Νetfilx. «Τους ζήτησαν να βάλουν στοιχεία κάρτας γιατί υποτίθεται πως έληξε η συνδρομή. Και ορισμένοι πολίτες έδωσαν τα στοιχεία τους» λέει ο κ. Σφακιανάκης.

Ο εθισμός είναι ασθένεια

«Ο εθισμός στο διαδίκτυο είναι ασθένεια. Η συγκεκριμένη παραδοχή (ήδη και του ΠΟΥ) επιβεβαιώνει την έκταση, εύρος και βάθος την έκθεσής μας στο διαδίκτυο. Η πανδημία και το (ήδη δεύτερο) lockdown επιβαρύνουν την κατάσταση. Διαθέτουμε πάντοτε (ενήλικες και ανήλικοι) επαρκείς δικαιολογίες αφιερώνοντας ατέλειωτες, κατά κανόνα, ώρες στο διαδίκτυο. Η έκθεσή μας όμως στο διαδίκτυο συνδέεται, κατ’ αναπόδραστη συνέπεια, και με τους αντίστοιχους κινδύνους. Κάποιοι ήδη τους έχουμε βιώσει. Και, ποτέ, δεν είναι μειωμένης αξίας. Ευαισθητοποιούμαστε περισσότερο (και ορθά) με τους διαδικτυακούς κινδύνους που αφορούν τα παιδιά. Όμως: το κυβερνοέγκλημα αγγίζει, δυνητικά, όλους μας. Ανεξαιρέτως» υποστηρίζει από την πλευρά του στη «ΜτΚ» ο δικηγόρος και εκ των συντελεστών του εγχειρήματος του Ινστιτούτου στη Θεσσαλονίκη, Σταύρος Κουμεντάκης.

«Η πρόληψη αφορά την πολιτεία, την κοινωνία, τους φορείς και οργανισμούς, την οικογένεια και, αυτονοήτως, τον καθένα, ξεχωριστά, από εμάς. Όταν είτε δεν λειτουργήσει είτε αποτύχει η πρόληψη, τι συμβαίνει; Όταν οι δράστες εντοπίσουν τις ‘χαραμάδες’ στις συσκευές, στα δίκτυα, στα συστήματα και προσοχή μας; Όταν καταφέρουν να διεισδύσουν στον αποκλειστικά δικό μας-προσωπικό κόσμο; Κι όταν συμβεί αυτό με τα παιδιά μας; Όταν δεν λειτουργήσει (ή αποτύχει) η πρόληψη, ακολουθεί η καταστολή, υπό την αυτονόητη προϋπόθεση του εντοπισμού του δράστη. Και, στη συνέχεια, πάλι η πρόληψη. Η πολιτεία οφείλει να μεριμνά για τη δημιουργία του πλέγματος των αναγκαίων ρυθμίσεων που αφορούν τη βαρύτατη ποινική απαξία των συμπεριφορών εκείνων που εξέρχονται από το πλαίσιο του κοινωνικά, ηθικά και νομικά ανεκτού. Σειρά ποινικών ρυθμίσεων υφίστανται που αφορούν το κυβερνοέγκλημα και την ποινική μεταχείριση εκείνων που υιοθετούν μη ανεκτές συμπεριφορές, όπως το όριο προσδιορίζεται από το κοινωνικό σώμα και την πολιτεία που το εκφράζει» σχολιάζει ο κ. Κουμεντάκης.

Και συμπληρώνει: «Ξεχωριστής βαρύτητας είναι τα εγκλήματα που αφορούν την ερωτική ζωή του ατόμου και τελούνται μέσω διαδικτύου ή/και με ηλεκτρονικά μέσα. Ιδιαίτερη κοινωνική και ηθική απαξία έχουν όταν αφορούν παιδιά. Διατάξεις που αφορούν σεξουαλικής φύσεως εγκλήματα με θύματα τα παιδιά είναι, ενδεικτικά: προσβολή της γενετήσιας αξιοπρέπειας (337 ΠΚ), διευκόλυνση προσβολών της ανηλικότητας (338 ΠΚ) και κυρίως η πορνογραφία ανηλίκων (348Α ΠΚ), προσέλκυση παιδιών για γενετήσιους λόγους (348Β ΠΚ), πορνογραφικές παραστάσεις ανηλίκων (348Γ ΠΚ). Βλάβη, βέβαια, δεν υφίστανται μόνον τα παιδιά από τη δημόσια έκθεση ‘μη δημόσιων’ πράξεών μας. 

Τα παραδείγματα είναι, δυστυχώς, αμέτρητα, μολονότι στην αντίληψή μας πέφτουν, κατά κανόνα, όσα αφορούν δημόσια πρόσωπα. Σοβαρό το πρόσφατο, σχετικό, ατόπημα του νομοθέτη: Δυστυχώς, με την αναμόρφωση του ποινικού κώδικα τον Ιούνιο του παρελθόντος έτους, επαναπροσεγγίστηκε, θέλω να πιστεύω από αβλεψία, η διάταξη του 370Α ΠΚ που προέβλεπε πως ‘όποιος αθέμιτα παρακολουθεί με ειδικά τεχνικά μέσα ή ...αποτυπώνει σε υλικό φορέα μη δημόσια πράξη άλλου, τιμωρείται με κάθειρξη μέχρι δέκα ετών’. 

Την ίδια αντιμετώπιση επιφύλασσε και για εκείνον που θα έκανε χρήση του φορέα. Ήδη η συγκεκριμένη ποινική κύρωση δεν υφίσταται μολονότι διατηρείται η πρόβλεψη καθαυτή. Ως εκ τούτου, η δημόσια έκθεση (λ.χ. κυκλοφορία στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ή, γενικά, στο διαδίκτυο) ‘μη δημόσιας πράξης άλλου’ -όπως τόσα, πάρα πολύ σοβαρά και πρόσφατα παραδείγματα, αντιμετωπίζεται από το νυν άρθρο 370Α ΠΚ (σε συνδυασμό και με άλλες διατάξεις) όχι πλέον ως κακούργημα αλλά ως πλημμέλημα. Ας ελπίσουμε σε μία σύντομη, σχετική, επανόρθωση» καταλήγει ο κ. Κουμεντάκης.

Δεύτερο lockdown και διαδίκτυο

«Οι κίνδυνοι του διαδικτύου είναι παρόντες. Και όσο περνά ο καιρός τόσο διογκώνονται. Το δεύτερο lockdown, λίγους μόλις μήνες μετά το πρώτο, ο νέος εγκλεισμός, η αύξηση της επαφής με τους υπολογιστές και τις έξυπνες συσκευές μας, η τηλεργασία και τηλεκπαίδευση μας καθιστούν περισσότερο ευάλωτους. Οφείλουμε να βρισκόμαστε, όλοι, σε εγρήγορση: η πολιτεία, η κοινωνία, οι αρχές, οι φορείς, το σχολείο, η οικογένεια, ο καθένας από εμάς. Καλούμαστε να κρατούμε σε εγρήγορση τις περισσότερο ευάλωτες σε τέτοιους κινδύνους ομάδες. Τους πρεσβύτερους και τα παιδιά μας. Και, αναμφίβολα, επιβάλλεται να προστρέχουμε στους ειδικούς. Προσοχή: όχι εκείνους που λειτουργούν για ίδιο, εντέλει, όφελος. 

Σ’ εκείνους που αποδεδειγμένα λειτουργούν με κοινωνική ευθύνη, για το κοινό καλό. Και μην ξεχνάμε: οι γνώσεις μας για το κυβερνοέγκλημα θα είναι, πάντοτε περιορισμένες σε σύγκριση με τους θύτες. Αν το αποδεχθούμε είναι βέβαιο ότι η επόμενη μέρα θα είναι καλύτερη. Και ακόμα περισσότερο: όλοι μας περισσότερο ασφαλείς και, αυτονόητα, περισσότερο χαρούμενοι. 

Και περαιτέρω (με αφορμή το σε εξέλιξη, ήδη, δεύτερο lockdown): Ας μειώσουμε την έκθεσή μας στο διαδίκτυο. Ας μειώσουμε τη χρήση των laptop, ipad και smart phones μας. Ας επενδύσουμε στην αυτοβελτίωση, ας επενδύσουμε στους οικείους μας, ας επενδύσουμε στη (φυσική ή/και νοητή) οικογένειά μας. Μαζί», συμβουλεύει ο κ. Κουμεντάκης.

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 15 Νοεμβρίου 2020

This page might use cookies if your analytics vendor requires them.