Βλαισογονία στα παιδιά: Τι πρέπει να προσέξουν οι γονείς
27/01/2023 17:50
27/01/2023 17:50
Του Ιωάννη Δελνιώτη, εξειδικευμένου παιδοορθοπαιδικού
Η βλαισογονία στα παιδιά αποτελεί μια από τις πιο συχνές αιτίες προβληματισμού των γονέων, που αναρωτιούνται αν αυτό που βλέπουν είναι φυσιολογικό ή όχι. Σε αυτό το άρθρο θα αναλύσουμε τι ακριβώς είναι η συγκεκριμένη διαταραχή, αλλά και πώς αντιμετωπίζεται.
Με τον όρο βλαισογονία (στα αγγλικά γνωστός ως: knock knees ή genu valgum) εννοούμε την απόκλιση που έχουν τα πόδια, όταν τα γόνατα έρχονται σε επαφή.
Ειδικότερα, όταν το παιδί στέκεται όρθιο και τα γόνατα ακουμπούν μεταξύ τους, οι αστράγαλοι απομακρύνονται ο ένας από τον άλλον. Η εικόνα παρακάτω είναι ενδεικτική.
Όταν τα γόνατα ακουμπούν το ένα το άλλο, οι αστράγαλοι απομακρύνονται ο ένας από τον άλλον.
Η βλαισογονία δεν προκαλεί σχεδόν ποτέ συμπτώματα. Τα παιδιά δεν πονάνε κάπου. Οι γονείς όμως συνήθως προβληματίζονται για το αν αυτό που παρατηρούν είναι φυσιολογικό και αν μπορεί στο μέλλον να προκαλέσει προβλήματα.
Σε πιο μεγάλου βαθμού βλαισογονίες, τα παιδιά μπορεί να αναφέρουν κάποια ενόχληση κατά τη διάρκεια του περπατήματος, καθώς τα γόνατα ενδέχεται να τρίβονται το ένα με το άλλο. Σπανιότερα η βλαισογονία θα αποτελεί αιτία για πιθανές συχνές πτώσεις ή αναφορές ότι το παιδί σκοντάφτει με μεγάλη συχνότητα.
Αυτό όμως που πρέπει να συγκρατήσουν οι γονείς είναι πως η βλαισογονία δεν πονάει, γι’ αυτό αν το παιδί παραπονεθεί για πόνο, θα πρέπει να διερευνηθεί άλλη αιτία, που μπορεί να συνυπάρχει.
Οι περισσότερες περιπτώσεις παιδιών με βλαισογονία είναι φυσιολογικές. Αυτό συμβαίνει γιατί η βλαισογονία αποτελεί ένα φυσιολογικό στάδιο από το οποίο θα περάσουν τα πόδια κατά τη διάρκεια της σωματικής ανάπτυξης. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι αναμένουμε ως έναν βαθμό να δούμε ένα παιδί με βλαισογονία στις ηλικίες 2-5 ετών, η οποία όμως θα πρέπει να είναι συμμετρική και θα διορθώνεται (αυτο-περιορίζεται) μέχρι την ηλικία των 7 με 8 ετών.
Η πιο συχνή αιτία βλαισογονίας λοιπόν είναι η ιδιοπαθής, όταν μετά την ηλικία των 8 ετών συνεχίζει να υπάρχει βλαισογονία. Άλλες σπανιότερες αιτίες που μπορεί να προκαλέσουν βλαισογονία είναι κάποιο κάταγμα στην περιοχή του γόνατος, κάποια παλαιότερη λοίμωξη στην περιοχή του γόνατος, κάποια σκελετική δυσπλασία, ή η παρουσία κάποιου όγκου κ.α.
Η διάγνωση της βλαισογονίας θα στηριχτεί στην κλινική εξέταση και στο ιστορικό. Το μέγεθος της βλαισογονίας, η συμμετρία και η ηλικία του παιδιού παίζουν καθοριστικό ρόλο. Σε ορισμένες περιπτώσεις θα απαιτηθεί ακτινολογικός έλεγχος, ο οποίος πρέπει να είναι εξειδικευμένος, για να μετρηθούν ο βαθμός της βλαισογονίας και να αποκλειστούν άλλες αιτίες που μπορεί να ευθύνονται ή να συνυπάρχουν.
Η τρίτη εικόνα μάς δείχνει ένα παράδειγμα βλαισογονίας. Παρόμοιες πρέπει να είναι και οι ακτινογραφίες, για να μελετηθεί ο άξονας των ποδιών.
Οι μικρού βαθμού βλαισογονίες δεν θα προκαλέσουν κανένα πρόβλημα. Οι μεσαίου και μεγάλου βαθμού βλαισογονίες φορτίζουν περισσότερο την έξω πλευρά του γόνατος και μπορούν στο μέλλον να οδηγήσουν σε πόνους ή και αρθρίτιδα.
Στην προηγούμενη εικόνα γίνεται προφανές πως σε βλαισογονίες (και το ίδιο ισχύει και για ραιβογονίες), όταν το παιδί περπατάει και τρέχει, ο κύριος όγκος των φορτίσεων δεν διέρχεται από το μέσο του γόνατος, αλλά από την έξω πλευρά (και στην ραιβογονία από την μέσα πλευρά). Αυτό μπορεί να οδηγήσει στο μέλλον σε πόνους και πρώιμη εκφύλιση της άρθρωσης του γόνατος (οστεοαρθρίτιδα).
Αν η βλαισογονία αφορά σε παιδιά μικρής ηλικίας -κάτι φυσιολογικό- απλώς παρακολουθούμε την εξέλιξή της, καθώς στις περισσότερες περιπτώσεις θα διορθωθεί από τον ίδιο τον οργανισμό. Αν η βλαισογονία δεν αυτοδιορθωθεί και είναι αρκετή, μπορεί να αντιμετωπιστεί με μια ελάχιστης παρεμβατικότητας επέμβαση, η οποία ονομάζεται επιφυσιόδεση. Η επιφυσιόδεση χρησιμοποιεί υλικά που έχουν το μέγεθος ενός συνδετήρα και μπλοκάρουν την ανάπτυξη ενός σημείου στην περιοχή του γόνατος με σκοπό να ευθειαστεί ο άξονας του ποδιού.
Η επέμβαση αυτή πρέπει να γίνει πριν την εφηβεία και αποτελεί την πιο σύγχρονη μέθοδο που εφαρμόζεται παγκοσμίως. Μετά την εφηβεία δεν υπάρχει αυτή η επιλογή και οι χειρουργικές μέθοδοι είναι πολύ πιο εργώδεις και βαριές με ογκώδη υλικά και παρεμβάσεις στα οστά. Ο ρόλος των φυσικοθεραπειών ή ειδικών υποδημάτων και ενθέτων στα παπούτσια είναι ελάχιστος έως μηδαμινός.
Συμπερασματικά, οι γονείς πρέπει να έχουν κατά νου πως:
INFO!
Ιωάννης Δελνιώτης
MD, MSc, FEBOT
Εξειδικευμένος Παιδοορθοπαιδικός
Υπ. Διδάκτωρ Ιατρικής Α.Π.Θ
Συνεργάτης Euromedica Γενική Κλινική Θεσσαλονίκης
Του Ιωάννη Δελνιώτη, εξειδικευμένου παιδοορθοπαιδικού
Η βλαισογονία στα παιδιά αποτελεί μια από τις πιο συχνές αιτίες προβληματισμού των γονέων, που αναρωτιούνται αν αυτό που βλέπουν είναι φυσιολογικό ή όχι. Σε αυτό το άρθρο θα αναλύσουμε τι ακριβώς είναι η συγκεκριμένη διαταραχή, αλλά και πώς αντιμετωπίζεται.
Με τον όρο βλαισογονία (στα αγγλικά γνωστός ως: knock knees ή genu valgum) εννοούμε την απόκλιση που έχουν τα πόδια, όταν τα γόνατα έρχονται σε επαφή.
Ειδικότερα, όταν το παιδί στέκεται όρθιο και τα γόνατα ακουμπούν μεταξύ τους, οι αστράγαλοι απομακρύνονται ο ένας από τον άλλον. Η εικόνα παρακάτω είναι ενδεικτική.
Όταν τα γόνατα ακουμπούν το ένα το άλλο, οι αστράγαλοι απομακρύνονται ο ένας από τον άλλον.
Η βλαισογονία δεν προκαλεί σχεδόν ποτέ συμπτώματα. Τα παιδιά δεν πονάνε κάπου. Οι γονείς όμως συνήθως προβληματίζονται για το αν αυτό που παρατηρούν είναι φυσιολογικό και αν μπορεί στο μέλλον να προκαλέσει προβλήματα.
Σε πιο μεγάλου βαθμού βλαισογονίες, τα παιδιά μπορεί να αναφέρουν κάποια ενόχληση κατά τη διάρκεια του περπατήματος, καθώς τα γόνατα ενδέχεται να τρίβονται το ένα με το άλλο. Σπανιότερα η βλαισογονία θα αποτελεί αιτία για πιθανές συχνές πτώσεις ή αναφορές ότι το παιδί σκοντάφτει με μεγάλη συχνότητα.
Αυτό όμως που πρέπει να συγκρατήσουν οι γονείς είναι πως η βλαισογονία δεν πονάει, γι’ αυτό αν το παιδί παραπονεθεί για πόνο, θα πρέπει να διερευνηθεί άλλη αιτία, που μπορεί να συνυπάρχει.
Οι περισσότερες περιπτώσεις παιδιών με βλαισογονία είναι φυσιολογικές. Αυτό συμβαίνει γιατί η βλαισογονία αποτελεί ένα φυσιολογικό στάδιο από το οποίο θα περάσουν τα πόδια κατά τη διάρκεια της σωματικής ανάπτυξης. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι αναμένουμε ως έναν βαθμό να δούμε ένα παιδί με βλαισογονία στις ηλικίες 2-5 ετών, η οποία όμως θα πρέπει να είναι συμμετρική και θα διορθώνεται (αυτο-περιορίζεται) μέχρι την ηλικία των 7 με 8 ετών.
Η πιο συχνή αιτία βλαισογονίας λοιπόν είναι η ιδιοπαθής, όταν μετά την ηλικία των 8 ετών συνεχίζει να υπάρχει βλαισογονία. Άλλες σπανιότερες αιτίες που μπορεί να προκαλέσουν βλαισογονία είναι κάποιο κάταγμα στην περιοχή του γόνατος, κάποια παλαιότερη λοίμωξη στην περιοχή του γόνατος, κάποια σκελετική δυσπλασία, ή η παρουσία κάποιου όγκου κ.α.
Η διάγνωση της βλαισογονίας θα στηριχτεί στην κλινική εξέταση και στο ιστορικό. Το μέγεθος της βλαισογονίας, η συμμετρία και η ηλικία του παιδιού παίζουν καθοριστικό ρόλο. Σε ορισμένες περιπτώσεις θα απαιτηθεί ακτινολογικός έλεγχος, ο οποίος πρέπει να είναι εξειδικευμένος, για να μετρηθούν ο βαθμός της βλαισογονίας και να αποκλειστούν άλλες αιτίες που μπορεί να ευθύνονται ή να συνυπάρχουν.
Η τρίτη εικόνα μάς δείχνει ένα παράδειγμα βλαισογονίας. Παρόμοιες πρέπει να είναι και οι ακτινογραφίες, για να μελετηθεί ο άξονας των ποδιών.
Οι μικρού βαθμού βλαισογονίες δεν θα προκαλέσουν κανένα πρόβλημα. Οι μεσαίου και μεγάλου βαθμού βλαισογονίες φορτίζουν περισσότερο την έξω πλευρά του γόνατος και μπορούν στο μέλλον να οδηγήσουν σε πόνους ή και αρθρίτιδα.
Στην προηγούμενη εικόνα γίνεται προφανές πως σε βλαισογονίες (και το ίδιο ισχύει και για ραιβογονίες), όταν το παιδί περπατάει και τρέχει, ο κύριος όγκος των φορτίσεων δεν διέρχεται από το μέσο του γόνατος, αλλά από την έξω πλευρά (και στην ραιβογονία από την μέσα πλευρά). Αυτό μπορεί να οδηγήσει στο μέλλον σε πόνους και πρώιμη εκφύλιση της άρθρωσης του γόνατος (οστεοαρθρίτιδα).
Αν η βλαισογονία αφορά σε παιδιά μικρής ηλικίας -κάτι φυσιολογικό- απλώς παρακολουθούμε την εξέλιξή της, καθώς στις περισσότερες περιπτώσεις θα διορθωθεί από τον ίδιο τον οργανισμό. Αν η βλαισογονία δεν αυτοδιορθωθεί και είναι αρκετή, μπορεί να αντιμετωπιστεί με μια ελάχιστης παρεμβατικότητας επέμβαση, η οποία ονομάζεται επιφυσιόδεση. Η επιφυσιόδεση χρησιμοποιεί υλικά που έχουν το μέγεθος ενός συνδετήρα και μπλοκάρουν την ανάπτυξη ενός σημείου στην περιοχή του γόνατος με σκοπό να ευθειαστεί ο άξονας του ποδιού.
Η επέμβαση αυτή πρέπει να γίνει πριν την εφηβεία και αποτελεί την πιο σύγχρονη μέθοδο που εφαρμόζεται παγκοσμίως. Μετά την εφηβεία δεν υπάρχει αυτή η επιλογή και οι χειρουργικές μέθοδοι είναι πολύ πιο εργώδεις και βαριές με ογκώδη υλικά και παρεμβάσεις στα οστά. Ο ρόλος των φυσικοθεραπειών ή ειδικών υποδημάτων και ενθέτων στα παπούτσια είναι ελάχιστος έως μηδαμινός.
Συμπερασματικά, οι γονείς πρέπει να έχουν κατά νου πως:
INFO!
Ιωάννης Δελνιώτης
MD, MSc, FEBOT
Εξειδικευμένος Παιδοορθοπαιδικός
Υπ. Διδάκτωρ Ιατρικής Α.Π.Θ
Συνεργάτης Euromedica Γενική Κλινική Θεσσαλονίκης
ΣΧΟΛΙΑ