ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Βασίλης Παπαβασιλείου: Η καταδίκη της ΧΑ είναι μία πολύ σημαντική στιγμή της ελληνικής δημοκρατίας

Ο γνωστός θεατράνθρωπος επιστρέφει στη Θεσσαλονίκη και το ΚΘΒΕ και μιλά στη "ΜτΚ" για πολλά και ενδιαφέροντα

 19/10/2020 22:00

Βασίλης Παπαβασιλείου: Η καταδίκη της ΧΑ είναι μία πολύ σημαντική στιγμή της ελληνικής δημοκρατίας

Κυριακή Τσολάκη

«Η επιστροφή του ασώτου!». Έτσι σχολιάζει ο Βασίλης Παπαβασιλείου τον γυρισμό του στη Θεσσαλονίκη και στο ΚΘΒΕ και γελάμε και οι δυο. «Αν ήταν έτσι όλοι οι άσωτοι του ελληνικού θεάτρου θα ήμασταν ευτυχείς», του απαντώ και το ευφρόσυνο κλίμα συνεχίζεται.

Είπαμε πολλά ή μάλλον τον άκουσα να μιλάει. Γιατί όταν έχεις απέναντί σου ανθρώπους του διαμετρήματός του σωπαίνεις και απολαμβάνεις ξεδίπλωμα σκέψεων, ιδεών, μίας ολόκληρης φιλοσοφίας.

Παιδί του «Θεάτρου Τέχνης» και του Καρόλου Κουν, με πολυποίκιλη δράση στο ελληνικό θέατρο, μεταφραστής, αναγνωρισμένος σκηνοθέτης, ηθοποιός με προσωπική κατάθεση ο Βασίλης Παπαβασιλείου επανέρχεται στη γενέτειρά του, αλλά και στο ΚΘΒΕ που υπηρέτησε ως καλλιτεχνικός διευθυντής, θέση από την οποία έφυγε πριν 22 χρόνια. «Είμαι πολύ ευτυχής και συγκινημένος με την επιστροφή μου στην πόλη, γιατί βλέπω και, κυρίως, αισθάνομαι ότι η Θεσσαλονίκη έχει έναν αέρα ζωής που για μένα επιβεβαιώνει κάτι που πίστευα πάντα: της ανήκει ένα διαφορετικό μέλλον σε σχέση με το σχετικά απώτερο παρελθόν της. Αν αναλογιστούμε ότι η ένταξή της στον εθνικό κορμό της Ελλάδας είναι μία υπόθεση 100 ετών μέσα στα 200 χρόνια που συμπληρώνει η χώρα ως ελεύθερο κράτος και αν δούμε πόσα είχε να αντιμετωπίσει και να διαχειριστεί η πόλη, θα καταλάβουμε ότι δεν έχει περάσει εύκολα», τονίζει.

«Έλληνας είναι κάποιος που έμαθε ότι για όλα φταίει ο άλλος»

Τώρα ο ερχομός του σ’ αυτή γίνεται μέσα από τον Μαριβώ, μία μεγάλη του αγάπη, αφού είναι η πέμπτη φορά που καταπιάνεται με έργο του γάλλου θεατρικού συγγραφέα. Πρόκειται για το κείμενο «Η Δεύτερη έκπληξη του έρωτα», που ανεβαίνει για πρώτη φορά στην Ελλάδα και το οποίο ο γνωστός θεατράνθρωπος μεταφράζει και σκηνοθετεί.

Μέσα από αυτό ξαναρίχνει τώρα μία ματιά στο ΚΘΒΕ. «Υπάρχει ένα κλίμα πολιτισμού με νέα εργατικά και δυναμικά στελέχη. Πιστεύω ότι το ΚΘΒΕ έχει μέλλον και εφόσον του αναγνωριστούν κάποια δομικά στοιχεία που έχουν να κάνουν κυρίως με τον μεγάλο όγκο του, θα εξελιχθεί περισσότερο. Από εκεί και πέρα βέβαια είναι ένα σημαντικό στοίχημα να έχει την ευθύνη τριών μεγάλων χώρων που ημερησίως σε περίοδο ημικαραντίνας χρειάζονται 2.400 θεατές», επισημαίνει.

Επιστρέφοντας στον παλαιότερο ρόλο του στο ΚΘΒΕ επιχειρώ να αγγίξω ένα ευαίσθητο θέμα, αυτό της αποχώρησής του. «Αυτά ανήκουν στο παρελθόν και, ξέρετε, υπάρχουν στοιχεία που υπερβαίνουν και την περίπτωση της Θεσσαλονίκης. Καταστάσεις και νοοτροπίες που συνδέονται με χρόνιες παθογένειες, πελατειακές αντιλήψεις... Συν το πραγματικό πρόβλημα ότι το θέατρο εδώ έχει ένα θέμα στελέχωσης, διότι αντλεί κυρίως από το τοπικό στοιχείο. Δεν έχει δηλαδή υπέρ αυτού το κεφάλαιο των αναγνωρίσιμων ονομάτων, τα οποία κάνουν τη διαφορά σε σχέση με την κεντρική πιάτσα της Αθήνας. Αυτό βέβαια δεν είναι απαραίτητα κακό εάν υπάρξουν οι προϋποθέσεις ως προς το ανθρώπινο δυναμικό, δηλαδή τους νέους που τελειώνουν τη Δραματική Σχολή. Πάνω σε αυτή τη βάση μπορεί να στηθεί ένα θέατρο, το οποίο θα δίνει ένα ισχυρό στίγμα. Γιατί η πόλη αυτή νομίζω τελικά ότι είναι φτιαγμένη για θεατρούπολη», σημειώνει.

Τότε πώς χάνει τους ανθρώπους της ή ανθρώπους σαν εκείνον; «Είναι ελληνικά φαινόμενα αυτά, ανάγονται στα 200 πρώτα χρόνια ελευθερίας που είναι δύσκολα», απαντά. Δίνει κατά κάποιον τρόπο δηλαδή άφεση και άλλοθι στον ανθρώπινο παράγοντα ο οποίος είναι κάποιες φορές υπεύθυνος που δεν τοποθετεί τον εαυτό του στον χωροχρόνο και την ιστορία. «Εσείς είδατε αυτό το στοιχείο της αυτογνωσίας και της αυτοσυνειδησίας να είναι πολύ διαδεδομένο στα μέρη μας;» αντιτείνει όταν του το λέω. «Έλληνας είναι κάποιος που έμαθε ότι για όλα φταίει ο άλλος. Αυτό ξέρετε τι σημαίνει; Ότι καθυστερούμε κατά μία επανάσταση. Όχι την μπολσεβίκικη αλλά την καντιανή. Ο Εμμανουέλ Καντ έλεγε ότι ο διαφωτισμός είναι η έξοδος του ανθρώπου από τη νηπιακή κατάσταση για την οποία υπεύθυνος είναι αυτός ο ίδιος. Αυτό το έχετε δει κάπου εφαρμοζόμενο παρ’ ημίν αυτά τα 200 χρόνια;», συμπληρώνει.

«Ζω την πανδημία ως μέτοχος της κοινής μοίρας»

Για εκείνον πολλά τέτοια ζητήματα εκπορεύονται από το τραύμα της ελληνική εκπαίδευσης που έχει να κάνει «με την παρουσία και τη λειτουργία ενός μαθήματος καθοριστικού της ποιότητάς της», δηλαδή τη φιλοσοφία, η οποία όμως στα σχολεία αποτελεί «τον τελευταίο τροχό της αμάξης», όπως υπογραμμίζει.

Ίσως αυτή η έλλειψη παιδείας να οδήγησε στη στροφή μίας μερίδας της ελληνικής κοινωνίας σε ακραίες επιλογές. «Τη φοβηθήκατε τη Χρυσή Αυγή;», τον ρωτώ. «Μολονότι η κατάσταση είχε έναν χαρακτήρα απεχθή δεν φοβήθηκα στιγμή για την εξέλιξή της. Πιστεύω ότι αυτό που έγινε εκείνον τον ανώμαλο καιρό ήταν μία αντίδραση. Αναρωτιόμασταν όλοι πώς γίνεται τόσες χιλιάδες Έλληνες να ψηφίζουν αυτό το υποκοσμιακό μόρφωμα. Γίνεται, γιατί αυτό που βαφτίστηκε κρίση στην Ελλάδα και στην πραγματικότητα ήταν η καταστροφή ενός ολόκληρου μοντέλου και τρόπου ζωής είχε τις συνέπειές του», τονίζει.

Γι’ αυτό άλλωστε και η οργάνωση είχε αυτή την τύχη. «Η καταδίκη της είναι μία πολύ σημαντική στιγμή της ελληνικής δημοκρατίας και δίνει τα εύσημα στην ελληνική δικαιοσύνη. Ταυτόχρονα φορτίζει το θέμα με τέτοια δύναμη που το καθιστά ένα πολύ μεγάλο μάθημα για όποιον θέλει να το πάρει», λέει.

Όση ώρα μιλάει ακούω έναν διανοούμενο του ελληνικού θεάτρου, που ο προφορικός του λόγος συντάσσεται σαν γραπτός. «Το διανοούμενος είναι μεγάλη κουβέντα», σχολιάζει. «Προσπαθώ να κάνω μία ολόκληρη σκέψη σε ένα εικοσιτετράωρο και αυτό οφείλω να πω είναι το παιχνίδι που μου αρέσει», συμπληρώνει.

Και ποιες είναι οι σκέψεις του για όλο αυτό που μας συμβαίνει με τον κορονοϊό και την πανδημία; «Το ζω ως μέτοχος της κοινής μοίρας. Δεν είχαμε ξαναδεί κάτι τέτοιο. Αυτός ο τρόμος για το λοιμώδες νόσημα που φορέας του μπορεί να είναι οποιοσδήποτε, προκαλεί μία παράλυση στο κοινωνικό γίγνεσθαι, είναι καταστροφή κάθε δεσμού, διότι η προϋπόθεση αυτού που λέμε ζωή είναι τα σώματα να συναντώνται. Όλο αυτό μας έβαλε σε έναν τεχνητό θάλαμο, σε έναν χώρο πειραματικού εργαστηρίου από όπου ελπίζουμε ότι η έξοδος θα γίνει σύντομα», υποστηρίζει.

Είπε κι άλλα πολλά… Είναι αδύνατον να αποτυπωθούν όλα σε μία σελίδα. Με κάποια αφορμή ανέφερε και μία φράση του Κάφκα που έχει καρφωθεί στο μυαλό μου: «Η νωθρότητα και η ανυπομονησία είναι τα δύο μεγαλύτερα κακά από τα οποία απορρέουν όλα τα άλλα». Είναι άραγε κακό που εμείς τώρα, μετά από όλα αυτά, ανυπομονούμε για την παράστασή του;

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Η πρεμιέρα της παράστασης είναι προγραμματισμένη για το Σάββατο 31 Οκτωβρίου στο Βασιλικό Θέατρο. Είναι μία συμπαραγωγή: ΚΘΒΕ - «Θεάτρου Τέχνης»

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 18 Οκτωβρίου 2020

«Η επιστροφή του ασώτου!». Έτσι σχολιάζει ο Βασίλης Παπαβασιλείου τον γυρισμό του στη Θεσσαλονίκη και στο ΚΘΒΕ και γελάμε και οι δυο. «Αν ήταν έτσι όλοι οι άσωτοι του ελληνικού θεάτρου θα ήμασταν ευτυχείς», του απαντώ και το ευφρόσυνο κλίμα συνεχίζεται.

Είπαμε πολλά ή μάλλον τον άκουσα να μιλάει. Γιατί όταν έχεις απέναντί σου ανθρώπους του διαμετρήματός του σωπαίνεις και απολαμβάνεις ξεδίπλωμα σκέψεων, ιδεών, μίας ολόκληρης φιλοσοφίας.

Παιδί του «Θεάτρου Τέχνης» και του Καρόλου Κουν, με πολυποίκιλη δράση στο ελληνικό θέατρο, μεταφραστής, αναγνωρισμένος σκηνοθέτης, ηθοποιός με προσωπική κατάθεση ο Βασίλης Παπαβασιλείου επανέρχεται στη γενέτειρά του, αλλά και στο ΚΘΒΕ που υπηρέτησε ως καλλιτεχνικός διευθυντής, θέση από την οποία έφυγε πριν 22 χρόνια. «Είμαι πολύ ευτυχής και συγκινημένος με την επιστροφή μου στην πόλη, γιατί βλέπω και, κυρίως, αισθάνομαι ότι η Θεσσαλονίκη έχει έναν αέρα ζωής που για μένα επιβεβαιώνει κάτι που πίστευα πάντα: της ανήκει ένα διαφορετικό μέλλον σε σχέση με το σχετικά απώτερο παρελθόν της. Αν αναλογιστούμε ότι η ένταξή της στον εθνικό κορμό της Ελλάδας είναι μία υπόθεση 100 ετών μέσα στα 200 χρόνια που συμπληρώνει η χώρα ως ελεύθερο κράτος και αν δούμε πόσα είχε να αντιμετωπίσει και να διαχειριστεί η πόλη, θα καταλάβουμε ότι δεν έχει περάσει εύκολα», τονίζει.

«Έλληνας είναι κάποιος που έμαθε ότι για όλα φταίει ο άλλος»

Τώρα ο ερχομός του σ’ αυτή γίνεται μέσα από τον Μαριβώ, μία μεγάλη του αγάπη, αφού είναι η πέμπτη φορά που καταπιάνεται με έργο του γάλλου θεατρικού συγγραφέα. Πρόκειται για το κείμενο «Η Δεύτερη έκπληξη του έρωτα», που ανεβαίνει για πρώτη φορά στην Ελλάδα και το οποίο ο γνωστός θεατράνθρωπος μεταφράζει και σκηνοθετεί.

Μέσα από αυτό ξαναρίχνει τώρα μία ματιά στο ΚΘΒΕ. «Υπάρχει ένα κλίμα πολιτισμού με νέα εργατικά και δυναμικά στελέχη. Πιστεύω ότι το ΚΘΒΕ έχει μέλλον και εφόσον του αναγνωριστούν κάποια δομικά στοιχεία που έχουν να κάνουν κυρίως με τον μεγάλο όγκο του, θα εξελιχθεί περισσότερο. Από εκεί και πέρα βέβαια είναι ένα σημαντικό στοίχημα να έχει την ευθύνη τριών μεγάλων χώρων που ημερησίως σε περίοδο ημικαραντίνας χρειάζονται 2.400 θεατές», επισημαίνει.

Επιστρέφοντας στον παλαιότερο ρόλο του στο ΚΘΒΕ επιχειρώ να αγγίξω ένα ευαίσθητο θέμα, αυτό της αποχώρησής του. «Αυτά ανήκουν στο παρελθόν και, ξέρετε, υπάρχουν στοιχεία που υπερβαίνουν και την περίπτωση της Θεσσαλονίκης. Καταστάσεις και νοοτροπίες που συνδέονται με χρόνιες παθογένειες, πελατειακές αντιλήψεις... Συν το πραγματικό πρόβλημα ότι το θέατρο εδώ έχει ένα θέμα στελέχωσης, διότι αντλεί κυρίως από το τοπικό στοιχείο. Δεν έχει δηλαδή υπέρ αυτού το κεφάλαιο των αναγνωρίσιμων ονομάτων, τα οποία κάνουν τη διαφορά σε σχέση με την κεντρική πιάτσα της Αθήνας. Αυτό βέβαια δεν είναι απαραίτητα κακό εάν υπάρξουν οι προϋποθέσεις ως προς το ανθρώπινο δυναμικό, δηλαδή τους νέους που τελειώνουν τη Δραματική Σχολή. Πάνω σε αυτή τη βάση μπορεί να στηθεί ένα θέατρο, το οποίο θα δίνει ένα ισχυρό στίγμα. Γιατί η πόλη αυτή νομίζω τελικά ότι είναι φτιαγμένη για θεατρούπολη», σημειώνει.

Τότε πώς χάνει τους ανθρώπους της ή ανθρώπους σαν εκείνον; «Είναι ελληνικά φαινόμενα αυτά, ανάγονται στα 200 πρώτα χρόνια ελευθερίας που είναι δύσκολα», απαντά. Δίνει κατά κάποιον τρόπο δηλαδή άφεση και άλλοθι στον ανθρώπινο παράγοντα ο οποίος είναι κάποιες φορές υπεύθυνος που δεν τοποθετεί τον εαυτό του στον χωροχρόνο και την ιστορία. «Εσείς είδατε αυτό το στοιχείο της αυτογνωσίας και της αυτοσυνειδησίας να είναι πολύ διαδεδομένο στα μέρη μας;» αντιτείνει όταν του το λέω. «Έλληνας είναι κάποιος που έμαθε ότι για όλα φταίει ο άλλος. Αυτό ξέρετε τι σημαίνει; Ότι καθυστερούμε κατά μία επανάσταση. Όχι την μπολσεβίκικη αλλά την καντιανή. Ο Εμμανουέλ Καντ έλεγε ότι ο διαφωτισμός είναι η έξοδος του ανθρώπου από τη νηπιακή κατάσταση για την οποία υπεύθυνος είναι αυτός ο ίδιος. Αυτό το έχετε δει κάπου εφαρμοζόμενο παρ’ ημίν αυτά τα 200 χρόνια;», συμπληρώνει.

«Ζω την πανδημία ως μέτοχος της κοινής μοίρας»

Για εκείνον πολλά τέτοια ζητήματα εκπορεύονται από το τραύμα της ελληνική εκπαίδευσης που έχει να κάνει «με την παρουσία και τη λειτουργία ενός μαθήματος καθοριστικού της ποιότητάς της», δηλαδή τη φιλοσοφία, η οποία όμως στα σχολεία αποτελεί «τον τελευταίο τροχό της αμάξης», όπως υπογραμμίζει.

Ίσως αυτή η έλλειψη παιδείας να οδήγησε στη στροφή μίας μερίδας της ελληνικής κοινωνίας σε ακραίες επιλογές. «Τη φοβηθήκατε τη Χρυσή Αυγή;», τον ρωτώ. «Μολονότι η κατάσταση είχε έναν χαρακτήρα απεχθή δεν φοβήθηκα στιγμή για την εξέλιξή της. Πιστεύω ότι αυτό που έγινε εκείνον τον ανώμαλο καιρό ήταν μία αντίδραση. Αναρωτιόμασταν όλοι πώς γίνεται τόσες χιλιάδες Έλληνες να ψηφίζουν αυτό το υποκοσμιακό μόρφωμα. Γίνεται, γιατί αυτό που βαφτίστηκε κρίση στην Ελλάδα και στην πραγματικότητα ήταν η καταστροφή ενός ολόκληρου μοντέλου και τρόπου ζωής είχε τις συνέπειές του», τονίζει.

Γι’ αυτό άλλωστε και η οργάνωση είχε αυτή την τύχη. «Η καταδίκη της είναι μία πολύ σημαντική στιγμή της ελληνικής δημοκρατίας και δίνει τα εύσημα στην ελληνική δικαιοσύνη. Ταυτόχρονα φορτίζει το θέμα με τέτοια δύναμη που το καθιστά ένα πολύ μεγάλο μάθημα για όποιον θέλει να το πάρει», λέει.

Όση ώρα μιλάει ακούω έναν διανοούμενο του ελληνικού θεάτρου, που ο προφορικός του λόγος συντάσσεται σαν γραπτός. «Το διανοούμενος είναι μεγάλη κουβέντα», σχολιάζει. «Προσπαθώ να κάνω μία ολόκληρη σκέψη σε ένα εικοσιτετράωρο και αυτό οφείλω να πω είναι το παιχνίδι που μου αρέσει», συμπληρώνει.

Και ποιες είναι οι σκέψεις του για όλο αυτό που μας συμβαίνει με τον κορονοϊό και την πανδημία; «Το ζω ως μέτοχος της κοινής μοίρας. Δεν είχαμε ξαναδεί κάτι τέτοιο. Αυτός ο τρόμος για το λοιμώδες νόσημα που φορέας του μπορεί να είναι οποιοσδήποτε, προκαλεί μία παράλυση στο κοινωνικό γίγνεσθαι, είναι καταστροφή κάθε δεσμού, διότι η προϋπόθεση αυτού που λέμε ζωή είναι τα σώματα να συναντώνται. Όλο αυτό μας έβαλε σε έναν τεχνητό θάλαμο, σε έναν χώρο πειραματικού εργαστηρίου από όπου ελπίζουμε ότι η έξοδος θα γίνει σύντομα», υποστηρίζει.

Είπε κι άλλα πολλά… Είναι αδύνατον να αποτυπωθούν όλα σε μία σελίδα. Με κάποια αφορμή ανέφερε και μία φράση του Κάφκα που έχει καρφωθεί στο μυαλό μου: «Η νωθρότητα και η ανυπομονησία είναι τα δύο μεγαλύτερα κακά από τα οποία απορρέουν όλα τα άλλα». Είναι άραγε κακό που εμείς τώρα, μετά από όλα αυτά, ανυπομονούμε για την παράστασή του;

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Η πρεμιέρα της παράστασης είναι προγραμματισμένη για το Σάββατο 31 Οκτωβρίου στο Βασιλικό Θέατρο. Είναι μία συμπαραγωγή: ΚΘΒΕ - «Θεάτρου Τέχνης»

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 18 Οκτωβρίου 2020

ΣΧΟΛΙΑ

Επιλέξτε Κατηγορία