ΑΠΟΨΕΙΣ

Τσίπρας στη Θεσσαλονίκη: Μία από τα ίδια, καμία φαντασία, καμία μετεξέλιξη

 30/09/2020 08:00

Από την εκλογική ήττα στην απαιτούμενη -μη- ωρίμανση… Η εκλογική ήττα στις εκλογές του 2019 και μάλιστα με τη διαφορά που αποτυπώθηκε ανάμεσα στα δύο μεγάλα κόμματα, ήταν (και παραμένει) επαρκής αιτία αλλαγών στον ΣΥΡΙΖΑ. Το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης μετά την εντυπωσιακή αποδοκιμασία της κάλπης θα περίμενε κανείς να αναδιοργανωθεί σε πολλά επίπεδα. Η σχετικά καλή πορεία της κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας και η θετική διαχείριση τριών μείζονος σημασίας κρίσεων (Έβρος, πανδημία, ελληνοτουρκικά και Αν. Μεσόγειος) μετατρέπει την ανάγκη μετεξέλιξης σε ιεραρχικά πρώτο μέλημα. Για να το πούμε αλλιώς, ο ΣΥΡΙΖΑ ως έχει δεν μπορεί να σταθεί απέναντι σε μία ανανεωμένη και με αυτοπεποίθηση Νέα Δημοκρατία, παρά τις υπαρκτές αδυναμίες της δεύτερης. Η σύγκριση, στη μεγάλη εικόνα, είναι δραματική.

Χρόνος υπήρχε για μία διαφορετική προσέγγιση, για αλλαγή στρατηγικής, για προγραμματική εμβάθυνση και πολιτική ωρίμανση. Αξιοποιήθηκε αυτός ο χρόνος προς αυτήν την κατεύθυνση; Η εμφάνιση του Αλέξη Τσίπρα στο Thessaloniki Helexpo Forum έδωσε μία καθαρή απάντηση -για όποιον μπορεί να προσεγγίσει τα ζητήματα με μία σχετική αυτονομία. Όχι, δεν αξιοποιήθηκε.

Τί είδαμε, τι δεν είδαμε και τί σημαίνουν αυτά που ακούσαμε… Οι ομιλίες των πολιτικών αρχηγών -ειδικά αυτές του Σεπτεμβρίου στη Θεσσαλονίκη- είναι μία ιδανική ευκαιρία για να δοθούν πολλαπλές απαντήσεις και να σκιαγραφηθεί το πολιτικό σχέδιο κάθε κόμματος. Στον λόγο των αρχηγών αποτυπώνονται οι προτεραιότητες, οι αιχμές, η αντιπολιτευτική στρατηγική και ένα περίγραμμα προγραμματικού λόγου.

Ο Αλέξης Τσίπρας είχε τη δυνατότητα να εμφανιστεί ανανεωμένος. Με νέο πολιτικό λόγο, καλύτερα προετοιμασμένες προτάσεις για την οικονομία, μακριά από τον αναξιόπιστο πληθωρισμό υποσχέσεων της αντιμνημονιακής περιόδου, με σαφή στόχευση τη δημιουργία ενός πιο μετριοπαθούς «κεντροαριστερού» προφίλ κόμματος εξουσίας. Είχε τη δυνατότητα να εκπλήξει θετικά, να πιάσει την παγκόσμια τάση επαναφοράς της κρατικής παρέμβασης και να τη γειώσει στα ελληνικά πράγματα με νέες πολιτικές.

Η προσπάθεια αυτή βέβαια μόνον εύκολη δεν είναι καθώς απαιτεί συστηματική και επίπονη προγραμματική υπέρβαση, μακριά από ιδεοληπτικές βεβαιότητες και αγκυλώσεις που ενδημούν στην Αριστερά, αυτοκριτική διάθεση, συγχρονισμό με πιο αναζητήσεις και επεξεργασίες, σαφή εικόνα προτεραιοτήτων για την ίδια τη χώρα. Απαιτεί αλλαγές στην κομματική δομή, πεπαιδευμένα στελέχη με αντίληψη των νέων ιεραρχήσεων, ηγετική ομάδα με βαθιά γνώση των δεδομένων και με συναντίληψη για τον δρόμο που πρέπει να ακολουθηθεί.

Αντί αυτών παρακολουθήσαμε μία soft παρουσίαση ενός «Προγράμματος Θεσσαλονίκης» δομημένο γύρω από χιλιάδες διορισμούς στο δημόσιο, με μία αβαθή και έωλη επεκτατική πολιτική, έναν παλαιού τύπου κρατισμό και μία υφολογία κομματικών στελεχών εφάμιλλη της αντιμνημονιακής περιόδου. Ο ίδιος ο Τσίπρας πλάτειασε, δεν είχε κέντρο βάρους, δεν άφησε ένα στίγμα.

Αποδεικνύεται περίτρανα λοιπόν ότι το κόμμα ΣΥΡΙΖΑ, ως έχει, αδυνατεί να μετεξελιχθεί σε κάτι άλλο, σε αυτό δηλαδή που έχει ανάγκη η χώρα. Αποδεικνύεται ότι η ηγετική ομάδα, το στελεχιακό δυναμικό και τα μέλη του κόμματος νιώθουν πολύ πιο άνετα όσο κινούνται κοντά στην «αντιμνημονιακή» μήτρα που τους γέννησε. Επειδή δε οι περισσότεροι εξ αυτών πολιτικοποιήθηκαν συγκροτητικά κατά την περίοδο 2010-2015, έχουν ταυτίσει τη διαμαρτυρία με την κυβερνητική πρόταση για το μέλλον. Αδυνατούν να καταλάβουν τις αλλαγές της ελληνικής κοινωνίας, αδυνατούν να προσεγγίσουν και να κατανοήσουν την αναγκαιότητα ενός μεταρρυθμιστικού προγράμματος για το κράτος και την οικονομία -πόσο δε μάλλον να το σχεδιάσουν.

Αντιπολιτεύονται χωρίς να σχεδιάζουν, παρουσιάζουν λύσεις χωρίς να μετράνε, καμώνονται τους έτοιμους όταν δεν άλλαξαν σχεδόν τίποτε από αυτό που αποδοκιμάστηκε. Όσο η κυβέρνηση θα κυριαρχεί στον μετριοπαθή κεντρώο χώρο, τόσο θα επικρατεί εκνευρισμός και ανακύκλωση παλιών συνθημάτων. Βέβαια, όσο δε νιώθουν κάποια πολιτική απειλή από τον ευρύτερο προοδευτικό χώρο (βλ. δομική αδυναμία ΚΙΝΑΛ) έχουν την άνεση του μονοπωλίου.


*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 27 Σεπτεμβρίου 2020