ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ

Την αντισεισμική θωράκιση κτηρίων του ΑΠΘ ζητούν καθηγητές

«Μετά τους ελέγχους του 2003 δεν έχει γίνει απολύτως τίποτα»

 27/03/2023 12:55

Την αντισεισμική θωράκιση κτηρίων του ΑΠΘ ζητούν καθηγητές

Έλενα Καραβασίλη

Καθηγητές του ΑΠΘ κρούουν τον κώδωνα κινδύνου για την ανάγκη αντισεισμικής θωράκισης των κτηρίων του Πανεπιστημίου, καθώς όπως επισημαίνουν, τα αποτελέσματα που προέκυψαν από τον προσεισμικό έλεγχο που διενήργησε ομάδα εξειδικευμένων καθηγητών του Τ.Π.Μ. του ΑΠΘ, πριν από 20 χρόνια είναι εκ των πραγμάτων ανησυχητικά και «μετά από τόσα χρόνια δεν έχει γίνει απολύτως καμία ενέργεια».

Συγκεκριμένα, η Δημοκρατική Πανεπιστημιακή Κίνηση (ΔΗΠΑΚ) ΑΠΘ με ανακοίνωσή της φέρνει στο προσκήνιο την ανάγκη αντισεισμικής θωράκισης των κτηρίων του ΑΠΘ, με τον Γιάννη Κουρμούλη, μέλος του διοικητικού συμβουλίου του διοικητικού προσωπικού του ΑΠΘ να τονίζει στο makthes.gr ότι «Δεν αρκεί να γίνονται έλεγχοι. Εμείς ζητούμε να γίνουν μελέτες και επεμβάσεις στα κτήρια για τη στατική τους επάρκεια. Πρόκειται για ένα αίτημα που θέτουμε σε κάθε πρυτανική αρχή μόλις αναλαμβάνει ακριβώς γιατί οι μελέτες είναι χρονοβόρες. Ωστόσο, πρέπει άμεσα να γίνουν παρεμβάσεις και να μην περιμένουμε να συμβεί κάτι».

Σε ανακοίνωσή της η ΔΗΠΑΚ επισημαίνει ότι το 2003, δηλαδή πριν από 20 χρόνια, ομάδα εξειδικευμένων καθηγητών του Τ.Π.Μ. του Α.Π.Θ., στο πλαίσιο προγράμματος της Π.Κ.Μ., προέβη σε «ταχύ οπτικό» προσεισμικό έλεγχο όλων των κτιρίων του Α.Π.Θ., με σκοπό την κατάταξή τους (Α΄ Φάση) για τον αναγκαίο και εστιασμένο δευτεροβάθμιο έλεγχο (Β΄ Φάση). Για όλα τα 204 πανεπιστημιακά κτίρια, με επιφάνεια περίπου 332.000 m2 , υπολογίσθηκε η «Δομική Βαθμολογία», που είναι συνάρτηση βαριάς βλάβης ή κατάρρευσης.

Τα συμπεράσματα της έκθεσης

Στα βασικά συμπεράσματα της έκθεσης περιλαμβάνονται συνοπτικά σχεδόν αυτούσια τα ακόλουθα:

«Η κτιριακή υποδομή του Α.Π.Θ. αναπτύχθηκε μεταπολεμικά, με τα προ του 1950 κτίρια στο 2.5% του συνόλου. Ορισμένα συγκροτήματα είναι μεγάλης, σταθμισμένης ως προς το εμβαδόν, µέσης ηλικίας, όπως η Φιλοσοφική (μέσο έτος κατασκευής 1950) και η Γεωπονοδασολογική Σχολή (μέσο έτος 1951). Σε σημαντικό ποσοστό (16%) των πανεπιστημιακών κτιρίων έγιναν προσθήκες καθ’ ύψος, γεγονός που αντικατοπτρίζει τις διαχρονικές πιεστικές ανάγκες εξεύρεσης χώρων. Το φαινόμενο αυτό ίσχυε και ισχύει ως ένα βαθμό και στα νοσοκομειακά κτίρια της πόλης. Από άποψη σπουδαιότητας, όπως αυτή ορίζεται στον αντισεισμικό κανονισμό, διαχρονικά το 94% περίπου των κτιρίων ανήκουν στην υψηλή κατηγορία Σ3 (Σ1-Σ4) της πολυπληθούς εκπαίδευσης. Το 68% των κτιρίων εξυπηρετεί περισσότερους από 100 χρήστες, καθώς στα πανεπιστημιακά κτίρια γίνεται εντατική χρήση.

- Σε ό,τι αφορά στην κατάταξη του κτιριακού αποθέματος κατά την Α΄ Φάση το 2003, με βάση ελληνικά και διεθνή επιστημονικά κριτήρια, τα αποτελέσματα έδειξαν κακή προς μέτρια κατάσταση, και παρά το γεγονός ότι ήταν καλύτερη από ότι στα ιδιωτικά και δημόσια (331 νοσοκομειακά και 167 σχολικά) κτίρια στην πόλη. Τα ενδεικτικά ποσοστά που ακολουθούν δείχνουν την προβληματική κατάσταση που ίσχυε το 2003 στο ΑΠΘ. Ο σχεδιασμός χωρίς αντισεισμικό κανονισμό αφορούσε στο 26% των κτιρίων, ενώ η από άποψη συντήρησης κακή γενική κατάσταση στο 25% των κτιρίων. Τα ποσοστά των κτιρίων στα οποία είχαν εντοπισθεί δυσμενή μορφολογικά χαρακτηριστικά, όπως είναι ο κίνδυνος κρούσης µε διπλανά σε επαφή κτίρια ήταν 36%, και η µη κανονικότητα οριζόντια και καθ’ ύψος στο 20%. Κατά μέσο όρο, σε κάθε κτίριο είχαν εντοπισθεί περισσότερες από µία «µη κανονικότητες», εκ των οποίων οι περισσότερες ήταν μορφολογικές.

-Συμπερασματικά κατά την Α’ Φάση, το 2003, το 39% των κτιριακών μονάδων, που αντιστοιχεί στο 50% του εμβαδού των κτιρίων είχε χαμηλή (δυσμενή στη σεισμική συμπεριφορά) βαθμολογία, ενώ το σύνολο του 56% των κτιριακών μονάδων, που αντιστοιχεί στο 73% του εμβαδού των κτιρίων είχε βαθμολογία χαμηλή έως μέτρια. Με βάση αυτά τα δεδομένα το 2003-2004, κατά τη Β’ Φάση επιλέχθηκαν 59 κτίρια και από αυτά 30, με βάση κριτήρια σπουδαιότητας και ομοιότητας. Από τα 30 κτίρια βρέθηκαν τα σχέδια για μόλις 18. Από τα 30, τελικά, επιλεγέντα κτίρια βρέθηκε ότι το 1/3 έχριζε με άμεση – πρώτη προτεραιότητα την ένταξή τους στη Γ΄ Φάση, με την απαίτηση εκπόνησης μελέτης επεμβάσεων σε επισφαλή έναντι σεισμού κτίρια».

«Απολύτως καμία συντήρηση εδώ και 20 χρόνια»

Τα μέλη της ΔΗΠΑΚ επισημαίνουν ότι «στην παραπάνω δυσοίωνη κατάσταση θα πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι αυτή αφορούσε στο 2003, δηλαδή για τα πρώτα 30 χρόνια της μέσης (ανηγμένης στην επιφάνεια) ηλικίας των κτιριακών μονάδων (1972, ως μέσο έτος). Σήμερα, 20 χρόνια μετά, η κατάσταση των κτιρίων είναι ακόμη χειρότερη, καθώς από τότε έχει προστεθεί η εικοσαετής γήρανση τους! Επιπλέον, σημαντική επιβαρυντική παράμετρος για την επαύξηση της τρωτότητας του κτιριακού αποθέματος, είναι ότι διαχρονικά, και τότε (το 2003) και μέχρι και σήμερα, 20 χρόνια μετά, δεν υπήρξε καμιά απολύτως συντήρηση, ενώ για τις απαιτούμενες από το κανονιστικό πλαίσιο επεμβάσεις, για αποφυγή πιθανών καταρρεύσεων, ούτε λόγος! Αντίθετα, η κτιριακή υποδομή υποβάλλεται συνεχώς σε πρόσθετες επιβαρυντικές επιδράσεις από διάβρωση, μετακινήσεις, διαφορικές καθιζήσεις, εξαιτίας και πλημμυρικών φαινομένων. Πλημμυρισμένες θεμελιώσεις και πλημμυρισμένα υπόγεια (βλ. Πολυτεχνική, Νέα Φιλοσοφική, κ.ά) ως συνέπεια της λειτουργικής ανεπάρκειας αγωγών όμβριων και αποχετεύσεων και σε συνδυασμό με την επακόλουθη άνοδο της στάθμης του υδροφόρου ορίζοντα, λόγω διακοπής της φυσικής ροής του και περιορισμού του στην περιοχή εξαιτίας της επιφανειακής σήραγγας της λεγόμενης «τρύπας του Κούβελα».

Οι ίδιοι σε ανακοίνωσή τους θέτουν τα ακόλουθα ζητήματα: «Οι πρυτανείες μέχρι και τη σημερινή, όλα αυτά τα 20 χρόνια, τι έπραξαν για τον περιορισμό της διακινδύνευσης; Οι διατελέσαντες και νυν περιφερειάρχες και δήμαρχοι τι έκαναν για την αντισεισμική προστασία και θωράκιση στο Α.Π.Θ. και συνολικά για την πόλη και κρίσιμες υποδομές της; Οι μέχρι σήμερα κυβερνήσεις και οι ιθύνοντες υπουργοί με την πολιτική τους «αγνοούν» σε εγκληματικό βαθμό τις πραγματικές ανάγκες για ασφαλή λειτουργία των υποδομών, ενώ αφειδώς χρηματοδοτούν με πολλές δεκάδες εκατομμύρια ΟΠΠΙ και «βιομηχανικά» διδακτορικά, και το «φαίνεσθαι» του πανεπιστημίου – επιχείρηση».

Τα μέλη της ΔΗΠΑΚ κάνουν λόγο για «προδιαγεγραμμένο έγκλημα» τονίζοντας πως: «Ο σεισμός δεν σκοτώνει, οι κατασκευές σκοτώνουν! Ο σεισμός ως «τυχηματικό» γεγονός δεν προβλέπεται, όμως όταν συμβεί οι συνέπειές του μπορούν να προβλεφθούν και να προληφθούν, με σκοπό να περιοριστούν στο ελάχιστο! Η σεισμική διακινδύνευση, όταν όχι μόνο δεν λαμβάνονται μέτρα προστασίας και πολύ περισσότερο όταν συστηματικά «αγνοείται» εξαιτίας της πολιτικής της υποχρηματοδότησης και της ιδιωτικοποίησης, δεν αποτελεί αποτέλεσμα φυσικού φαινομένου, αλλά προδιαγεγραμμένο έγκλημα, όχι μόνο για τις υποδομές αλλά και τη ζωή των εργαζόμενων και των φοιτητών μας, που διαβιούν καθημερινά στο ΑΠΘ».

Τονίζουν τέλος ότι διεκδικούν:

« - Άμεση επικαιροποίηση της Α΄ Φάσης των ελέγχων σε όλα τα κτίρια υψηλής σπουδαιότητας.

- Διεύρυνση της Β΄ Φάσης στο κτιριακό απόθεμα που έχει επιβαρυνθεί την τελευταία 20ετία και λόγω μόνιμων προβλημάτων και της απουσίας συντήρησης του.

- Άμεση εκκίνηση της Γ’ Φάσης (μελέτες επεμβάσεων) για τα ήδη από το 2003-2004 διαπιστωμένα επισφαλή κτίρια.

- Ενισχύσεις και επεμβάσεις στα ήδη διαπιστωμένα προβληματικά κτίρια.

- Σχεδιασμό και οργάνωση ολιστικής αντιμετώπισης δευτερογενών επιδράσεων (πυρκαγιές, διαφυγή τοξικών ή επικίνδυνων ρύπων, κλπ) σε ό,τι αφορά στην εργαστηριακή – ερευνητική υποδομή, εξαιτίας του σεισμού.

- Οργάνωση και εκτέλεση μέτρων ετοιμότητας και ασκήσεων για την άμεση αποφυγή των συνεπειών του σεισμού.

- Σχεδιασμό και κατασκευή διόδων άμεσης διαφυγής από εσώτερους («τυφλούς») σε κτίρια χώρους. - Εγκατάσταση συστημάτων συνέχισης της ηλεκτροδότησης (όπου είναι απαραίτητο, σε περίπτωση διακοπής της από το δίκτυο), και αυτοματοποιημένης (με ειδικούς αισθητήρες) διακοπής παροχής δικτύων αγωγών (πχ φυσικού αερίου κ.ά.).

- Έκτακτη κρατική χρηματοδότηση για τις ανάγκες των παραπάνω αναγκαίων δράσεων».

Υπενθυμίζεται ότι, όπως είχε επισημάνει σε δηλώσεις στη «ΜτΚ» ο Νίκος Μανουσαρίδης, προϊστάμενος της Γενικής Διεύθυνσης Τεχνικών Υπηρεσιών και Μηχανοργάνωσης του ακαδημαϊκού ιδρύματος, η μελέτη που περιλαμβάνει την αντιστήριξη του κτιρίου Διοίκησης «βρίσκεται σε στάδιο ολοκλήρωσης. Ο διαγωνισμός της συγκεκριμένης μελέτης είναι ύψους 800.000 ευρώ ώστε να γίνει η πλήρης αναβάθμιση του κτιρίου διοίκησης».

Καθηγητές του ΑΠΘ κρούουν τον κώδωνα κινδύνου για την ανάγκη αντισεισμικής θωράκισης των κτηρίων του Πανεπιστημίου, καθώς όπως επισημαίνουν, τα αποτελέσματα που προέκυψαν από τον προσεισμικό έλεγχο που διενήργησε ομάδα εξειδικευμένων καθηγητών του Τ.Π.Μ. του ΑΠΘ, πριν από 20 χρόνια είναι εκ των πραγμάτων ανησυχητικά και «μετά από τόσα χρόνια δεν έχει γίνει απολύτως καμία ενέργεια».

Συγκεκριμένα, η Δημοκρατική Πανεπιστημιακή Κίνηση (ΔΗΠΑΚ) ΑΠΘ με ανακοίνωσή της φέρνει στο προσκήνιο την ανάγκη αντισεισμικής θωράκισης των κτηρίων του ΑΠΘ, με τον Γιάννη Κουρμούλη, μέλος του διοικητικού συμβουλίου του διοικητικού προσωπικού του ΑΠΘ να τονίζει στο makthes.gr ότι «Δεν αρκεί να γίνονται έλεγχοι. Εμείς ζητούμε να γίνουν μελέτες και επεμβάσεις στα κτήρια για τη στατική τους επάρκεια. Πρόκειται για ένα αίτημα που θέτουμε σε κάθε πρυτανική αρχή μόλις αναλαμβάνει ακριβώς γιατί οι μελέτες είναι χρονοβόρες. Ωστόσο, πρέπει άμεσα να γίνουν παρεμβάσεις και να μην περιμένουμε να συμβεί κάτι».

Σε ανακοίνωσή της η ΔΗΠΑΚ επισημαίνει ότι το 2003, δηλαδή πριν από 20 χρόνια, ομάδα εξειδικευμένων καθηγητών του Τ.Π.Μ. του Α.Π.Θ., στο πλαίσιο προγράμματος της Π.Κ.Μ., προέβη σε «ταχύ οπτικό» προσεισμικό έλεγχο όλων των κτιρίων του Α.Π.Θ., με σκοπό την κατάταξή τους (Α΄ Φάση) για τον αναγκαίο και εστιασμένο δευτεροβάθμιο έλεγχο (Β΄ Φάση). Για όλα τα 204 πανεπιστημιακά κτίρια, με επιφάνεια περίπου 332.000 m2 , υπολογίσθηκε η «Δομική Βαθμολογία», που είναι συνάρτηση βαριάς βλάβης ή κατάρρευσης.

Τα συμπεράσματα της έκθεσης

Στα βασικά συμπεράσματα της έκθεσης περιλαμβάνονται συνοπτικά σχεδόν αυτούσια τα ακόλουθα:

«Η κτιριακή υποδομή του Α.Π.Θ. αναπτύχθηκε μεταπολεμικά, με τα προ του 1950 κτίρια στο 2.5% του συνόλου. Ορισμένα συγκροτήματα είναι μεγάλης, σταθμισμένης ως προς το εμβαδόν, µέσης ηλικίας, όπως η Φιλοσοφική (μέσο έτος κατασκευής 1950) και η Γεωπονοδασολογική Σχολή (μέσο έτος 1951). Σε σημαντικό ποσοστό (16%) των πανεπιστημιακών κτιρίων έγιναν προσθήκες καθ’ ύψος, γεγονός που αντικατοπτρίζει τις διαχρονικές πιεστικές ανάγκες εξεύρεσης χώρων. Το φαινόμενο αυτό ίσχυε και ισχύει ως ένα βαθμό και στα νοσοκομειακά κτίρια της πόλης. Από άποψη σπουδαιότητας, όπως αυτή ορίζεται στον αντισεισμικό κανονισμό, διαχρονικά το 94% περίπου των κτιρίων ανήκουν στην υψηλή κατηγορία Σ3 (Σ1-Σ4) της πολυπληθούς εκπαίδευσης. Το 68% των κτιρίων εξυπηρετεί περισσότερους από 100 χρήστες, καθώς στα πανεπιστημιακά κτίρια γίνεται εντατική χρήση.

- Σε ό,τι αφορά στην κατάταξη του κτιριακού αποθέματος κατά την Α΄ Φάση το 2003, με βάση ελληνικά και διεθνή επιστημονικά κριτήρια, τα αποτελέσματα έδειξαν κακή προς μέτρια κατάσταση, και παρά το γεγονός ότι ήταν καλύτερη από ότι στα ιδιωτικά και δημόσια (331 νοσοκομειακά και 167 σχολικά) κτίρια στην πόλη. Τα ενδεικτικά ποσοστά που ακολουθούν δείχνουν την προβληματική κατάσταση που ίσχυε το 2003 στο ΑΠΘ. Ο σχεδιασμός χωρίς αντισεισμικό κανονισμό αφορούσε στο 26% των κτιρίων, ενώ η από άποψη συντήρησης κακή γενική κατάσταση στο 25% των κτιρίων. Τα ποσοστά των κτιρίων στα οποία είχαν εντοπισθεί δυσμενή μορφολογικά χαρακτηριστικά, όπως είναι ο κίνδυνος κρούσης µε διπλανά σε επαφή κτίρια ήταν 36%, και η µη κανονικότητα οριζόντια και καθ’ ύψος στο 20%. Κατά μέσο όρο, σε κάθε κτίριο είχαν εντοπισθεί περισσότερες από µία «µη κανονικότητες», εκ των οποίων οι περισσότερες ήταν μορφολογικές.

-Συμπερασματικά κατά την Α’ Φάση, το 2003, το 39% των κτιριακών μονάδων, που αντιστοιχεί στο 50% του εμβαδού των κτιρίων είχε χαμηλή (δυσμενή στη σεισμική συμπεριφορά) βαθμολογία, ενώ το σύνολο του 56% των κτιριακών μονάδων, που αντιστοιχεί στο 73% του εμβαδού των κτιρίων είχε βαθμολογία χαμηλή έως μέτρια. Με βάση αυτά τα δεδομένα το 2003-2004, κατά τη Β’ Φάση επιλέχθηκαν 59 κτίρια και από αυτά 30, με βάση κριτήρια σπουδαιότητας και ομοιότητας. Από τα 30 κτίρια βρέθηκαν τα σχέδια για μόλις 18. Από τα 30, τελικά, επιλεγέντα κτίρια βρέθηκε ότι το 1/3 έχριζε με άμεση – πρώτη προτεραιότητα την ένταξή τους στη Γ΄ Φάση, με την απαίτηση εκπόνησης μελέτης επεμβάσεων σε επισφαλή έναντι σεισμού κτίρια».

«Απολύτως καμία συντήρηση εδώ και 20 χρόνια»

Τα μέλη της ΔΗΠΑΚ επισημαίνουν ότι «στην παραπάνω δυσοίωνη κατάσταση θα πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι αυτή αφορούσε στο 2003, δηλαδή για τα πρώτα 30 χρόνια της μέσης (ανηγμένης στην επιφάνεια) ηλικίας των κτιριακών μονάδων (1972, ως μέσο έτος). Σήμερα, 20 χρόνια μετά, η κατάσταση των κτιρίων είναι ακόμη χειρότερη, καθώς από τότε έχει προστεθεί η εικοσαετής γήρανση τους! Επιπλέον, σημαντική επιβαρυντική παράμετρος για την επαύξηση της τρωτότητας του κτιριακού αποθέματος, είναι ότι διαχρονικά, και τότε (το 2003) και μέχρι και σήμερα, 20 χρόνια μετά, δεν υπήρξε καμιά απολύτως συντήρηση, ενώ για τις απαιτούμενες από το κανονιστικό πλαίσιο επεμβάσεις, για αποφυγή πιθανών καταρρεύσεων, ούτε λόγος! Αντίθετα, η κτιριακή υποδομή υποβάλλεται συνεχώς σε πρόσθετες επιβαρυντικές επιδράσεις από διάβρωση, μετακινήσεις, διαφορικές καθιζήσεις, εξαιτίας και πλημμυρικών φαινομένων. Πλημμυρισμένες θεμελιώσεις και πλημμυρισμένα υπόγεια (βλ. Πολυτεχνική, Νέα Φιλοσοφική, κ.ά) ως συνέπεια της λειτουργικής ανεπάρκειας αγωγών όμβριων και αποχετεύσεων και σε συνδυασμό με την επακόλουθη άνοδο της στάθμης του υδροφόρου ορίζοντα, λόγω διακοπής της φυσικής ροής του και περιορισμού του στην περιοχή εξαιτίας της επιφανειακής σήραγγας της λεγόμενης «τρύπας του Κούβελα».

Οι ίδιοι σε ανακοίνωσή τους θέτουν τα ακόλουθα ζητήματα: «Οι πρυτανείες μέχρι και τη σημερινή, όλα αυτά τα 20 χρόνια, τι έπραξαν για τον περιορισμό της διακινδύνευσης; Οι διατελέσαντες και νυν περιφερειάρχες και δήμαρχοι τι έκαναν για την αντισεισμική προστασία και θωράκιση στο Α.Π.Θ. και συνολικά για την πόλη και κρίσιμες υποδομές της; Οι μέχρι σήμερα κυβερνήσεις και οι ιθύνοντες υπουργοί με την πολιτική τους «αγνοούν» σε εγκληματικό βαθμό τις πραγματικές ανάγκες για ασφαλή λειτουργία των υποδομών, ενώ αφειδώς χρηματοδοτούν με πολλές δεκάδες εκατομμύρια ΟΠΠΙ και «βιομηχανικά» διδακτορικά, και το «φαίνεσθαι» του πανεπιστημίου – επιχείρηση».

Τα μέλη της ΔΗΠΑΚ κάνουν λόγο για «προδιαγεγραμμένο έγκλημα» τονίζοντας πως: «Ο σεισμός δεν σκοτώνει, οι κατασκευές σκοτώνουν! Ο σεισμός ως «τυχηματικό» γεγονός δεν προβλέπεται, όμως όταν συμβεί οι συνέπειές του μπορούν να προβλεφθούν και να προληφθούν, με σκοπό να περιοριστούν στο ελάχιστο! Η σεισμική διακινδύνευση, όταν όχι μόνο δεν λαμβάνονται μέτρα προστασίας και πολύ περισσότερο όταν συστηματικά «αγνοείται» εξαιτίας της πολιτικής της υποχρηματοδότησης και της ιδιωτικοποίησης, δεν αποτελεί αποτέλεσμα φυσικού φαινομένου, αλλά προδιαγεγραμμένο έγκλημα, όχι μόνο για τις υποδομές αλλά και τη ζωή των εργαζόμενων και των φοιτητών μας, που διαβιούν καθημερινά στο ΑΠΘ».

Τονίζουν τέλος ότι διεκδικούν:

« - Άμεση επικαιροποίηση της Α΄ Φάσης των ελέγχων σε όλα τα κτίρια υψηλής σπουδαιότητας.

- Διεύρυνση της Β΄ Φάσης στο κτιριακό απόθεμα που έχει επιβαρυνθεί την τελευταία 20ετία και λόγω μόνιμων προβλημάτων και της απουσίας συντήρησης του.

- Άμεση εκκίνηση της Γ’ Φάσης (μελέτες επεμβάσεων) για τα ήδη από το 2003-2004 διαπιστωμένα επισφαλή κτίρια.

- Ενισχύσεις και επεμβάσεις στα ήδη διαπιστωμένα προβληματικά κτίρια.

- Σχεδιασμό και οργάνωση ολιστικής αντιμετώπισης δευτερογενών επιδράσεων (πυρκαγιές, διαφυγή τοξικών ή επικίνδυνων ρύπων, κλπ) σε ό,τι αφορά στην εργαστηριακή – ερευνητική υποδομή, εξαιτίας του σεισμού.

- Οργάνωση και εκτέλεση μέτρων ετοιμότητας και ασκήσεων για την άμεση αποφυγή των συνεπειών του σεισμού.

- Σχεδιασμό και κατασκευή διόδων άμεσης διαφυγής από εσώτερους («τυφλούς») σε κτίρια χώρους. - Εγκατάσταση συστημάτων συνέχισης της ηλεκτροδότησης (όπου είναι απαραίτητο, σε περίπτωση διακοπής της από το δίκτυο), και αυτοματοποιημένης (με ειδικούς αισθητήρες) διακοπής παροχής δικτύων αγωγών (πχ φυσικού αερίου κ.ά.).

- Έκτακτη κρατική χρηματοδότηση για τις ανάγκες των παραπάνω αναγκαίων δράσεων».

Υπενθυμίζεται ότι, όπως είχε επισημάνει σε δηλώσεις στη «ΜτΚ» ο Νίκος Μανουσαρίδης, προϊστάμενος της Γενικής Διεύθυνσης Τεχνικών Υπηρεσιών και Μηχανοργάνωσης του ακαδημαϊκού ιδρύματος, η μελέτη που περιλαμβάνει την αντιστήριξη του κτιρίου Διοίκησης «βρίσκεται σε στάδιο ολοκλήρωσης. Ο διαγωνισμός της συγκεκριμένης μελέτης είναι ύψους 800.000 ευρώ ώστε να γίνει η πλήρης αναβάθμιση του κτιρίου διοίκησης».

ΣΧΟΛΙΑ

Επιλέξτε Κατηγορία