ΚΟΙΝΩΝΙΑ

Τι ακριβώς ήταν το κρυφό σχολειό;

Ο σουλτάνος Σουλεϊμάν ο Α’ εκδίδει διαταγή, με την οποία θα εκτελούταν ως άπιστος οποιοσδήποτε αμφισβητούσε τα λόγια του προφήτη Μωάμεθ. Ήταν αυτή επαρκής αιτία για την ίδρυση των «κρυφών σχολειών»;

 27/11/2021 08:00

 Τι ακριβώς ήταν το κρυφό σχολειό;

Του Βασίλη Κεχαγιά

Δεν είναι στις καταστατικές αρχές του Ισλάμ η απαγόρευση της άσκησης των θρησκευτικών καθηκόντων, σε πιστούς άλλων δογμάτων. Με τη δεδομένη τούτη καταστατική αρχή, θα πρέπει να θεωρούμε, ότι παρά τις σκληρές συνθήκες της οθωμανικής κατάκτησης, στα θέματα που άπτονται της εκκλησίας μάλλον δεν ήσαν ανάλογα απαγορευτικά τα μέτρα. Για το λόγο αυτό η εκκλησία κατάφερε να αντέξει στους τέσσερις αιώνες δουλείας, ακόμη ακόμη και να διατηρήσει κάποια προνόμια. Είναι γεγονός ότι το 1537 υπήρξε εντολή εκτέλεσης όσων αμφισβητούσαν το λόγο του Μωάμεθ, αλλά αυτό είναι κάτι διαφορετικό από την απαγόρευση της πίστης. Σε μία μακραίωνη κατάκτηση, άλλωστε, κατά καιρούς τα φιρμάνια άλλαζαν, πότε σφίγγοντας τα λουριά και πότε χαλαρώνοντας τις απαγορεύσεις.

Επίσης, είναι σίγουρο ότι η εκκλησία κατάφερε να αποτελέσει θεματοφύλακα της ελληνικής γλώσσας και τη μόνη εθνικά συγκροτημένη κοινότητα, που θα μπορούσε να τη διατηρήσει ζωντανή, διδάσκοντάς την, έστω σε επίπεδο στοιχειώδους γραφής και ανάγνωσης. Οι ιερείς θα μπορούσαν να έχουν το ρόλο άτυπων δασκάλων. Δεν ήταν ιδιαίτερα υψηλές οι παιδευτικές απαιτήσεις του λαού και κάποιες ώρες την εβδομάδα ήσαν αρκετές με τη γραπτή εξοικείωση των νέων με μια γλώσσα την οποία ομιλούσαν.

Προφανώς, όταν μιλούσαν για «κρυφά σχολειά», στους μοναστικούς κυρίως χώρους, δε θα υπήρχε παρενόχληση στην ενδιαίτηση ή στην άσκηση καθηκόντων των μοναχών. Την ίδια εποχή τα τζαμιά αποτελούσαν κι αυτά χώρους εκπαίδευσης των μικρών Οθωμανών, γι’ αυτό και η λέξη «χότζας» ταυτίζει τον ιερωμένος και το δάσκαλο. Και όντως, οι ώρες διδασκαλίας των χριστιανών εκτείνονταν στις νυχτερινές ώρες, αφού ακόμη και το γνωστό ποίημα «φεγγαράκι μου λαμπρό...» ανήκει αδιαμφισβήτητα στην περίοδο της τουρκοκρατίας.

Στις εκτάσεις της οθωμανικής αυτοκρατορίας, οι υπόδουλοι περιορίζονταν στο ρόλο του καλλιεργητή χωραφιών και στην απόδοση της ευκαρπίας σε κάποιους που ορίζονταν ως υπεύθυνοι, όχι κατ’ ανάγκην Τούρκοι. Η απαίτηση των κατακτητών για αύξηση της παραγωγικότητας, είχε αντίστροφη σχέση με την πρακτική μείωσή της, καθ’ ότι εκχερσώσεις και αποξηράνσεις δεν υπήρχαν, για τη βελτίωση των όρων παραγωγής. Στο πλαίσιο τούτο, τα παιδιά από νωρίς οδηγούνταν στην καλλιέργεια χωραφιών, με αποτέλεσμα το μικρό περίσσεμα χρόνου για την απόκτηση παιδείας. Οι αγροτικές εργασίες εκτείνονταν χρονικά ως τη Δύση του ήλιου, συνεπώς σχηματίζουμε μια πρώτη αντίληψη για την περίοδο της ημέρας στην οποία εκτεινόταν η συγκεκριμένη δυνατότητα, σε πρακτικό επίπεδο.

Ο ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ:

Το ότι άλλη υπήρξε η αιτία για τη νυκτερινή διεξαγωγή των μαθημάτων και όχι οι τουρκικοί περιορισμοί τεκμαίρεται από το γεγονός ότι ο αναλφαβητισμός είχε μια γενικευμένη έκταση, φθάνοντας μάλιστα ως τα μέσα του προηγούμενου αιώνα. Οι μετά την απελευθέρωση άρση των όποιων απαγορεύσεων, θα είχαν φέρει τα μοναστήρια σε πρωταγωνιστικό ρόλο στην παροχή παιδείας, κάτι που ωστόσο δε συνέβη. Το πρώτο ελληνικό σχολείο ιδρύθηκε επισήμως από τον Καποδίστρια στην Αίγινα.

Οι δύσκολες οικονομικές συνθήκες, ακόμη και μετά την αποτίναξη του τουρκικού ζυγού, συνέχισαν να υπαγορεύουν στην πλειονότητα του αγροτικού πληθυσμού τη συμμετοχή των τέκνων τους στις αγροτικές εργασίες. Ακόμη και επί τουρκοκρατίας, τα αστικά κέντρα βρίσκονταν σε καλύτερη μοίρα, ως προς την υπόθεση της παιδείας, κάτι που αποδεικνύεται και από το γεγονός ότι σημεία της ελληνικής επικράτειας, όπως η Μάνη, όπου δεν «πάτησε πόδι Τούρκου», δεν μετατράπηκε σε εκπαιδευτικό κέντρο, παρά την απουσία απαγορεύσεων.

Θα πρέπει να δεχτούμε ότι η μετάβαση των νέων, είτε σε μοναστήρια, είτε σε άλλες οικίες, προκειμένου να παρακολουθήσουν τα όποια μαθήματα, εμπεριείχε πολλούς κινδύνους, συνεπώς υπήρχε η συνοδεία οπλοφόρου, κάτι που καθιστούσε την όλη διαδικασία ασφαλέστερη. Αναφερόμαστε στο συγκεκριμένο περιστατικό, διότι οπλοφόρος απεικονίζεται και στον κλασικό πίνακα του Νικόλαου Γύζη, αλλά ταυτοχρόνως δεν μπορούμε να θεωρήσουμε ότι ο συγκεκριμένος άνδρας -και οι ανάλογοι του, φυσικά- δεν είχε την άδεια ενός τόσο σκληρού και καταπιεστικού καθεστώτος.

Εντέλει, δε θα αμφισβητηθεί η μεγάλη προσφορά της εκκλησίας στη διάσωση της ελληνικής γλώσσας, προφορικώς και γραπτώς, αλλά αυτό μάλλον δε συνέβαινε, εν κρυπτώ και παραβύστω, τουλάχιστον στα μεγαλύτερα διαστήματα της δουλείας των Ρωμηών, όπως τους αποκαλούσαν. Μια τέτοια διαδικασία, μακροχρόνια στις απαιτήσεις της, σίγουρα κάποια στιγμή θα γινόταν αντιληπτή και θα γνώριζε την αντίδραση των κατακτητών. Όλοι γνωρίζουμε τη σκληρότητα που επεδείκνυαν οι Οθωμανοί, σε περίπτωση που αμφισβητούσαν το στάτους της αυτοκρατορίας τους.

Ο ΑΥΤΟΠΤΗΣ ΜΑΡΤΥΣ:

Δύο δάσκαλοι του Γένους, όπως τους αποδόθηκε ο τίτλος, ο Νικόλαος Δραγούμης και ο Αδαμάντιος Κοραής, έχοντας βιώσει την οθωμανική κατάκτηση, μας παρέδωσαν σημαντικές μαρτυρίες από την εποχή, μεταξύ των οποίων τα παρακάτω αποσπάσματα. Ο πρώτος έγραφε για τον πατέρα Μάρκο:

«Ως εάν έφερε μεγαλόσταυρον εις τον λαιμόν και ταινίαν εγκάρσιον εις το στήθος, εκαυχάτο πάντα ότι εδάρη υπό των οθωμανών χάριν των ελληνικών γραμμάτων. Ουχί μόνον κοπιώντες, αλλά και κινδυνεύοντες εσπούδαζον οι πατέρες ημών γράμματα. Εκαστος των Τούρκων και ο έσχατος, ως γνωστόν, είχε το δικαίωμα να τυραννεί, να φορολογεί και να φονεύει τους οπαδούς του Χριστού. Επειδή δε τα σχολεία διήγειραν τας υποψίας αυτών και κατέστρεφον παντοιοτρόπως, και δάσκαλοι και μαθητές εσοφίζοντο παντοίους επίσης τρόπους δια να αποφεύγωσιν την οργήν των. Και οσάκις συνήρχοντο εις το σχολείον, εις εξ αυτών ιστάμενος πλησίον του παραθύρου ως κατάσκοπος έστρεφεν ανήσυχος πανταχού το βλέμμα και έδιδεν προς τους άλλους την είδησιν ότι έβλεπεν οθωμανόν ερχόμενον μακρόθεν...».

Ενώ ο Αδαμάντιος Κοραής τονίζει στο «Σάλπισμα πολεμιστήριον», το 1801:

«Τις εξ ημών δεν εδοκίμασεν την απάνθρωπου αγριότητα και ασπλαγχνίαν της διεστραμμένης των Οσμανλήδων γενιάς. Αυτοί μας εγύμνωσαν από την προγονικήν ημών δόξαν. Τους ιερούς ημών ναούς μετέβαλον εις τζαμία, και μη αρκούμενοι εις το να μας στερούσι τα αναγκαία μέσα του να συστήσωμεν σχολεία εις ανατροφήν και φωτισμόν των ημετέρων τέκνων, μας αρπάζουσιν από τους πατρικούς κόλπους και αυτά τα τέκνα, δια να κατηχώσιν εις την θρησκείαν του Μωάμεθ ή να τα μεταχειρίζονται, ω Γραικοί, και πώς να προφέρη το στόμα μου τοιαύτην των Γραικών καταισχύνην; Δια να μεταχειρίζωνται εις τας ασελγείς και παρανόμους αυτών ηδονάς. Μας κρίνουσιν αδίκως και μας στερούσιν την ζωήν χωρίς έλεος και κρίσιν. Εις τας κεφαλάς των δυστυχών Γραικών έπεσαν σήμερον όλαι αι φρικταί εκείναι κατάρας, με τας οποίας ο Θεός εφοβέριζε πάλαι τους Ιουδαίους».

Ημερολόγιο καταστρώματος

1537

Ο Σουλεϊμάν ο Α’ εκδίδει διαταγή,

με την οποία θα εκτελείται όποιος

αμφισβητεί τα λόγια του Μωάμεθ

1609-1635

Δραστική αύξηση του αριθμού

των γενίτσαρων, θεμέλιος λίθος

των οθωμανικών στρατευμάτων

1679

Έκδοση του σερ Πολ Ρικό

για την κατάσταση της ελληνικής

και της αρμενικής εκκλησίας,

κάνει λόγο για «κρυφά σχολειά»

1801

Ο Αδαμάντιος Κοραής

εκδίδει το έργο του

«Πολεμιστήριο σάλπισμα»,

στο οποίο γίνεται αναφορά

στο κρυφό σχολειό

1886

Ο Νικόλαος Γύζης ζωγραφίζει

τον κλασικό πίνακα «Το κρυφό σχολειό»

Ένα ποίημα του Πολέμη

Το «Κρυφό σχολειό», ως ζωτική αφήγηση της απελευθερωμένης Ελλάδας, έγινε αντικείμενο της τέχνης, μέσα από την οποία σχηματίσθηκε μια εικόνα του επίμαχου θέματος. Έτσι, εκτός από το γνωστό πίνακα του Νικόλαου Γύζη, ο Ιωάννης Πολέμης συνέγραψε ομότιτλο ποίημα, το οποίο εύρισκε κάποιος σε αναγνωστικά παλαιοτέρων ετών.

Απ’ έξω μαυροφόρ’ απελπισιά,

πικρής σκλαβιάς χειροπιαστό σκοτάδι,

και μέσα στη θολόκτιστη εκκλησιά,

στην εκκλησιά, που παίρνει κάθε βράδυ

την όψη του σχολειού,

το φοβισμένο φως του καντηλιού

τρεμάμενο τα ονείρατα αναδεύει,

και γύρω τα σκλαβόπουλα μαζεύει

Εκεί καταδιωγμένη κατοικεί

του σκλάβου η αλυσόδετη πατρίδα,

βραχνά ο παπάς, ο δάσκαλος εκεί

θεριεύει την απσταμένη ελπίδα

με λόγια μαγικά,

εκεί η ψυχή πικρότερο αγροικά

τον πόνο της σκλαβιάς της, εκεί βλέπει

τι έχασε, τι έχει τι της πρέπει.

Κι απ’ την εικόνα του Χριστού ψηλά,

που εβούβανε τα στόματα των πλάνων,

και ρίχνει και συντρίβει και κυλά

στην άβυσσο τους θρόνους των τυράννων,

κι από τη σιγαλιά,

που δένει στο λαιμό πνιγμού θηλιά,

κι απ’ των προγόνων τ’ άφθαρτα βιβλία,

που δείχνουν τα πανάρχαια μεγαλεία,

Ένας ψαλμός ακούγεται βαθύς

σα μελωδίες ενός κόσμου άλλου,

κι ανατριχιάζει ακούοντας καθείς

προφητικά τα λόγια του δασκάλου

με μια φωνή βαριά.

Μη σκιάζεστε στα σκότη! Η λευτεριά,

σαν της αυγής το φεγγοβόλο αστέρι,

της νύχτας το ξημέρωμα θα φέρει.

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 21 Νοεμβρίου 2021

Του Βασίλη Κεχαγιά

Δεν είναι στις καταστατικές αρχές του Ισλάμ η απαγόρευση της άσκησης των θρησκευτικών καθηκόντων, σε πιστούς άλλων δογμάτων. Με τη δεδομένη τούτη καταστατική αρχή, θα πρέπει να θεωρούμε, ότι παρά τις σκληρές συνθήκες της οθωμανικής κατάκτησης, στα θέματα που άπτονται της εκκλησίας μάλλον δεν ήσαν ανάλογα απαγορευτικά τα μέτρα. Για το λόγο αυτό η εκκλησία κατάφερε να αντέξει στους τέσσερις αιώνες δουλείας, ακόμη ακόμη και να διατηρήσει κάποια προνόμια. Είναι γεγονός ότι το 1537 υπήρξε εντολή εκτέλεσης όσων αμφισβητούσαν το λόγο του Μωάμεθ, αλλά αυτό είναι κάτι διαφορετικό από την απαγόρευση της πίστης. Σε μία μακραίωνη κατάκτηση, άλλωστε, κατά καιρούς τα φιρμάνια άλλαζαν, πότε σφίγγοντας τα λουριά και πότε χαλαρώνοντας τις απαγορεύσεις.

Επίσης, είναι σίγουρο ότι η εκκλησία κατάφερε να αποτελέσει θεματοφύλακα της ελληνικής γλώσσας και τη μόνη εθνικά συγκροτημένη κοινότητα, που θα μπορούσε να τη διατηρήσει ζωντανή, διδάσκοντάς την, έστω σε επίπεδο στοιχειώδους γραφής και ανάγνωσης. Οι ιερείς θα μπορούσαν να έχουν το ρόλο άτυπων δασκάλων. Δεν ήταν ιδιαίτερα υψηλές οι παιδευτικές απαιτήσεις του λαού και κάποιες ώρες την εβδομάδα ήσαν αρκετές με τη γραπτή εξοικείωση των νέων με μια γλώσσα την οποία ομιλούσαν.

Προφανώς, όταν μιλούσαν για «κρυφά σχολειά», στους μοναστικούς κυρίως χώρους, δε θα υπήρχε παρενόχληση στην ενδιαίτηση ή στην άσκηση καθηκόντων των μοναχών. Την ίδια εποχή τα τζαμιά αποτελούσαν κι αυτά χώρους εκπαίδευσης των μικρών Οθωμανών, γι’ αυτό και η λέξη «χότζας» ταυτίζει τον ιερωμένος και το δάσκαλο. Και όντως, οι ώρες διδασκαλίας των χριστιανών εκτείνονταν στις νυχτερινές ώρες, αφού ακόμη και το γνωστό ποίημα «φεγγαράκι μου λαμπρό...» ανήκει αδιαμφισβήτητα στην περίοδο της τουρκοκρατίας.

Στις εκτάσεις της οθωμανικής αυτοκρατορίας, οι υπόδουλοι περιορίζονταν στο ρόλο του καλλιεργητή χωραφιών και στην απόδοση της ευκαρπίας σε κάποιους που ορίζονταν ως υπεύθυνοι, όχι κατ’ ανάγκην Τούρκοι. Η απαίτηση των κατακτητών για αύξηση της παραγωγικότητας, είχε αντίστροφη σχέση με την πρακτική μείωσή της, καθ’ ότι εκχερσώσεις και αποξηράνσεις δεν υπήρχαν, για τη βελτίωση των όρων παραγωγής. Στο πλαίσιο τούτο, τα παιδιά από νωρίς οδηγούνταν στην καλλιέργεια χωραφιών, με αποτέλεσμα το μικρό περίσσεμα χρόνου για την απόκτηση παιδείας. Οι αγροτικές εργασίες εκτείνονταν χρονικά ως τη Δύση του ήλιου, συνεπώς σχηματίζουμε μια πρώτη αντίληψη για την περίοδο της ημέρας στην οποία εκτεινόταν η συγκεκριμένη δυνατότητα, σε πρακτικό επίπεδο.

Ο ΙΣΤΟΡΙΚΟΣ:

Το ότι άλλη υπήρξε η αιτία για τη νυκτερινή διεξαγωγή των μαθημάτων και όχι οι τουρκικοί περιορισμοί τεκμαίρεται από το γεγονός ότι ο αναλφαβητισμός είχε μια γενικευμένη έκταση, φθάνοντας μάλιστα ως τα μέσα του προηγούμενου αιώνα. Οι μετά την απελευθέρωση άρση των όποιων απαγορεύσεων, θα είχαν φέρει τα μοναστήρια σε πρωταγωνιστικό ρόλο στην παροχή παιδείας, κάτι που ωστόσο δε συνέβη. Το πρώτο ελληνικό σχολείο ιδρύθηκε επισήμως από τον Καποδίστρια στην Αίγινα.

Οι δύσκολες οικονομικές συνθήκες, ακόμη και μετά την αποτίναξη του τουρκικού ζυγού, συνέχισαν να υπαγορεύουν στην πλειονότητα του αγροτικού πληθυσμού τη συμμετοχή των τέκνων τους στις αγροτικές εργασίες. Ακόμη και επί τουρκοκρατίας, τα αστικά κέντρα βρίσκονταν σε καλύτερη μοίρα, ως προς την υπόθεση της παιδείας, κάτι που αποδεικνύεται και από το γεγονός ότι σημεία της ελληνικής επικράτειας, όπως η Μάνη, όπου δεν «πάτησε πόδι Τούρκου», δεν μετατράπηκε σε εκπαιδευτικό κέντρο, παρά την απουσία απαγορεύσεων.

Θα πρέπει να δεχτούμε ότι η μετάβαση των νέων, είτε σε μοναστήρια, είτε σε άλλες οικίες, προκειμένου να παρακολουθήσουν τα όποια μαθήματα, εμπεριείχε πολλούς κινδύνους, συνεπώς υπήρχε η συνοδεία οπλοφόρου, κάτι που καθιστούσε την όλη διαδικασία ασφαλέστερη. Αναφερόμαστε στο συγκεκριμένο περιστατικό, διότι οπλοφόρος απεικονίζεται και στον κλασικό πίνακα του Νικόλαου Γύζη, αλλά ταυτοχρόνως δεν μπορούμε να θεωρήσουμε ότι ο συγκεκριμένος άνδρας -και οι ανάλογοι του, φυσικά- δεν είχε την άδεια ενός τόσο σκληρού και καταπιεστικού καθεστώτος.

Εντέλει, δε θα αμφισβητηθεί η μεγάλη προσφορά της εκκλησίας στη διάσωση της ελληνικής γλώσσας, προφορικώς και γραπτώς, αλλά αυτό μάλλον δε συνέβαινε, εν κρυπτώ και παραβύστω, τουλάχιστον στα μεγαλύτερα διαστήματα της δουλείας των Ρωμηών, όπως τους αποκαλούσαν. Μια τέτοια διαδικασία, μακροχρόνια στις απαιτήσεις της, σίγουρα κάποια στιγμή θα γινόταν αντιληπτή και θα γνώριζε την αντίδραση των κατακτητών. Όλοι γνωρίζουμε τη σκληρότητα που επεδείκνυαν οι Οθωμανοί, σε περίπτωση που αμφισβητούσαν το στάτους της αυτοκρατορίας τους.

Ο ΑΥΤΟΠΤΗΣ ΜΑΡΤΥΣ:

Δύο δάσκαλοι του Γένους, όπως τους αποδόθηκε ο τίτλος, ο Νικόλαος Δραγούμης και ο Αδαμάντιος Κοραής, έχοντας βιώσει την οθωμανική κατάκτηση, μας παρέδωσαν σημαντικές μαρτυρίες από την εποχή, μεταξύ των οποίων τα παρακάτω αποσπάσματα. Ο πρώτος έγραφε για τον πατέρα Μάρκο:

«Ως εάν έφερε μεγαλόσταυρον εις τον λαιμόν και ταινίαν εγκάρσιον εις το στήθος, εκαυχάτο πάντα ότι εδάρη υπό των οθωμανών χάριν των ελληνικών γραμμάτων. Ουχί μόνον κοπιώντες, αλλά και κινδυνεύοντες εσπούδαζον οι πατέρες ημών γράμματα. Εκαστος των Τούρκων και ο έσχατος, ως γνωστόν, είχε το δικαίωμα να τυραννεί, να φορολογεί και να φονεύει τους οπαδούς του Χριστού. Επειδή δε τα σχολεία διήγειραν τας υποψίας αυτών και κατέστρεφον παντοιοτρόπως, και δάσκαλοι και μαθητές εσοφίζοντο παντοίους επίσης τρόπους δια να αποφεύγωσιν την οργήν των. Και οσάκις συνήρχοντο εις το σχολείον, εις εξ αυτών ιστάμενος πλησίον του παραθύρου ως κατάσκοπος έστρεφεν ανήσυχος πανταχού το βλέμμα και έδιδεν προς τους άλλους την είδησιν ότι έβλεπεν οθωμανόν ερχόμενον μακρόθεν...».

Ενώ ο Αδαμάντιος Κοραής τονίζει στο «Σάλπισμα πολεμιστήριον», το 1801:

«Τις εξ ημών δεν εδοκίμασεν την απάνθρωπου αγριότητα και ασπλαγχνίαν της διεστραμμένης των Οσμανλήδων γενιάς. Αυτοί μας εγύμνωσαν από την προγονικήν ημών δόξαν. Τους ιερούς ημών ναούς μετέβαλον εις τζαμία, και μη αρκούμενοι εις το να μας στερούσι τα αναγκαία μέσα του να συστήσωμεν σχολεία εις ανατροφήν και φωτισμόν των ημετέρων τέκνων, μας αρπάζουσιν από τους πατρικούς κόλπους και αυτά τα τέκνα, δια να κατηχώσιν εις την θρησκείαν του Μωάμεθ ή να τα μεταχειρίζονται, ω Γραικοί, και πώς να προφέρη το στόμα μου τοιαύτην των Γραικών καταισχύνην; Δια να μεταχειρίζωνται εις τας ασελγείς και παρανόμους αυτών ηδονάς. Μας κρίνουσιν αδίκως και μας στερούσιν την ζωήν χωρίς έλεος και κρίσιν. Εις τας κεφαλάς των δυστυχών Γραικών έπεσαν σήμερον όλαι αι φρικταί εκείναι κατάρας, με τας οποίας ο Θεός εφοβέριζε πάλαι τους Ιουδαίους».

Ημερολόγιο καταστρώματος

1537

Ο Σουλεϊμάν ο Α’ εκδίδει διαταγή,

με την οποία θα εκτελείται όποιος

αμφισβητεί τα λόγια του Μωάμεθ

1609-1635

Δραστική αύξηση του αριθμού

των γενίτσαρων, θεμέλιος λίθος

των οθωμανικών στρατευμάτων

1679

Έκδοση του σερ Πολ Ρικό

για την κατάσταση της ελληνικής

και της αρμενικής εκκλησίας,

κάνει λόγο για «κρυφά σχολειά»

1801

Ο Αδαμάντιος Κοραής

εκδίδει το έργο του

«Πολεμιστήριο σάλπισμα»,

στο οποίο γίνεται αναφορά

στο κρυφό σχολειό

1886

Ο Νικόλαος Γύζης ζωγραφίζει

τον κλασικό πίνακα «Το κρυφό σχολειό»

Ένα ποίημα του Πολέμη

Το «Κρυφό σχολειό», ως ζωτική αφήγηση της απελευθερωμένης Ελλάδας, έγινε αντικείμενο της τέχνης, μέσα από την οποία σχηματίσθηκε μια εικόνα του επίμαχου θέματος. Έτσι, εκτός από το γνωστό πίνακα του Νικόλαου Γύζη, ο Ιωάννης Πολέμης συνέγραψε ομότιτλο ποίημα, το οποίο εύρισκε κάποιος σε αναγνωστικά παλαιοτέρων ετών.

Απ’ έξω μαυροφόρ’ απελπισιά,

πικρής σκλαβιάς χειροπιαστό σκοτάδι,

και μέσα στη θολόκτιστη εκκλησιά,

στην εκκλησιά, που παίρνει κάθε βράδυ

την όψη του σχολειού,

το φοβισμένο φως του καντηλιού

τρεμάμενο τα ονείρατα αναδεύει,

και γύρω τα σκλαβόπουλα μαζεύει

Εκεί καταδιωγμένη κατοικεί

του σκλάβου η αλυσόδετη πατρίδα,

βραχνά ο παπάς, ο δάσκαλος εκεί

θεριεύει την απσταμένη ελπίδα

με λόγια μαγικά,

εκεί η ψυχή πικρότερο αγροικά

τον πόνο της σκλαβιάς της, εκεί βλέπει

τι έχασε, τι έχει τι της πρέπει.

Κι απ’ την εικόνα του Χριστού ψηλά,

που εβούβανε τα στόματα των πλάνων,

και ρίχνει και συντρίβει και κυλά

στην άβυσσο τους θρόνους των τυράννων,

κι από τη σιγαλιά,

που δένει στο λαιμό πνιγμού θηλιά,

κι απ’ των προγόνων τ’ άφθαρτα βιβλία,

που δείχνουν τα πανάρχαια μεγαλεία,

Ένας ψαλμός ακούγεται βαθύς

σα μελωδίες ενός κόσμου άλλου,

κι ανατριχιάζει ακούοντας καθείς

προφητικά τα λόγια του δασκάλου

με μια φωνή βαριά.

Μη σκιάζεστε στα σκότη! Η λευτεριά,

σαν της αυγής το φεγγοβόλο αστέρι,

της νύχτας το ξημέρωμα θα φέρει.

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 21 Νοεμβρίου 2021

ΣΧΟΛΙΑ

Επιλέξτε Κατηγορία