ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ

Θεσσαλονίκη: Βιοτεχνία για... τσακίρ κέφι

Η μοναδική βιοτεχνία στη Β. Ελλάδα που παράγει πιάτα για σπάσιμο, τόσο για εγχώρια... καταστροφή όσο και στο εξωτερικό

 27/11/2019 12:35

Θεσσαλονίκη: Βιοτεχνία για... τσακίρ κέφι

Θεολόγος Ηλιού

Το καθαρά ελληνικό έθιμο που θυμίζει ένδοξες στιγμές του παρελθόντος κρατά ζωντανό ο Κώστας Γκέντσιος, καθώς σήμερα διατηρεί τη μοναδική βιοτεχνία γύψινων πιάτων στη Θεσσαλονίκη αλλά και σε όλη τη Βόρεια Ελλάδα. «Τη δεκαετία του ’80 και μέχρι και το 1995, που σε όλα τα νυχτερινά έσπαζαν πιάτα, στο νομό Θεσσαλονίκης είχαν ανοίξει 53 βιοτεχνίες. Από όλες αυτές μείναμε σήμερα μόνο εμείς» δηλώνει στη «Θ» ο κ. Γκέντσιος, σημειώνοντας πως υπάρχει ακόμα μόνο ένας σε όλη την Ελλάδα που φτιάχνει γύψινα πιάτα, στον Πειραιά. Κόντρα στους καιρούς, από πολύ νωρίς ο ίδιος αποφάσισε να κρατήσει την επιχείρηση που είχε ανοίξει ο πατέρας του στις αρχές του ’80 στα Διαβατά Θεσσαλονίκης.

Μπήκαν... μέσα λόγω Παπαθεμελή

«Μετά το νόμο του Παπαθεμελή, που υποχρέωνε τα νυχτερινά κέντρα να κλείνουν νωρίς, η δουλειά άρχισε να πέφτει. Αν το πρόγραμμα ξεκινούσε στη 1 τα μεσάνυχτα και έπρεπε να κλείνουν στις 2, καταλαβαίνεις ότι δεν υπήρχε κατανάλωση. Βέβαια, μετά το 1993 μπήκαν και τα λουλούδια στη μέση και ο κόσμος άρχισε να πετάει πανέρια» εξηγεί για την πορεία προς την... εξαφάνιση των πιάτων από τα νυχτερινά κέντρα.

Ο κ. Γκέντσιος ανέλαβε την οικογενειακή επιχείρηση το 1997 και αμέσως άρχισε να ψάχνει νέες διεξόδους, διότι ήδη ο κόσμος είχε σταματήσει να σπάει πιάτα. «Έκανα και δεύτερη δουλειά και κράτησα τη βιοτεχνία πληρώνοντας από την τσέπη μου. Δεν ήθελα να την κλείσω, επιθυμούσα όλη αυτήν την παράδοση να την κρατήσω ζωντανή. Έτσι, με το που ξεκίνησα, άρχισα να το κυνηγάω λίγο περισσότερο. Το 1997 έκανα ιστοσελίδα στο διαδίκτυο και άρχισα τις πρώτες διαφημίσεις. Δεν το περίμενα, αλλά από την πρώτη εβδομάδα κιόλας είχα παραγγελίες από το εξωτερικό» σημειώνει. Από τότε έχει παραγγελίες από όλο τον κόσμο και συνεχίζει να τροφοδοτεί τα μοναδικά μαγαζιά που σπάνε πιάτα μέχρι σήμερα στην Ελλάδα.

Πού σπάνε πιάτα σήμερα

Στη Θεσσαλονίκη, δυστυχώς, όπως λέει ο κ. Γκέντσιος, σήμερα μόνο σε ένα μαγαζί σπάνε πιάτα όλες τις ημέρες λειτουργίας του. «Κατ’ άλλα, περιστασιακά κάποια καταστήματα προμηθεύονται για ειδικές βραδιές που διοργανώνουν», ειδικά τις ημέρες γιορτών τα clubs που έχουν πάρτι. Η μεγαλύτερη κατανάλωση όμως πιάτων για σπάσιμο γίνεται από το εξωτερικό, ιδιαίτερα τους χειμερινούς μήνες. «Σήμερα κάνουμε εξαγωγές σχεδόν σε όλη την Ευρώπη. Περισσότερο μας κάνουν παραγγελίες από ελληνικές ταβέρνες του εξωτερικού αλλά και άνθρωποι που διοργανώνουν ελληνικά γλέντια. Επίσης έχουμε παραγγελίες για πιάτα και από τη Σαουδική Αραβία, το Ντουμπάι, την Ντόχα» δηλώνει. Το καλοκαίρι χιλιάδες πιάτα σπάνε και στα ελληνικά νησιά, καθώς το ζητούν οι τουρίστες. «Το νούμερο ένα νησί σε κατανάλωση είναι η Σαντορίνη» τονίζει ο ιδιοκτήτης της βιοτεχνίας, κατατάσσοντας μετά τη Μύκονο, την Πάρο, τη Ρόδο και την Κρήτη. Ωστόσο, ο Κώστας Γκέντσιος ξεχωρίζει αδιαμφισβήτητα σε παραγγελίες στην Κύπρο, που, όπως λέει, «τώρα μαθαίνει το σπάσιμο πιάτων».

Στη Λάρισα υπάρχουν τρία νυχτερινά κέντρα που έχουν ακόμα και σήμερα κάθε βράδυ πιάτα για σπάσιμο. Βέβαια τα μεγέθη είναι πολύ διαφορετικά με αυτά του παρελθόντος. Χαρακτηριστικό είναι πως παλιότερα σε κάθε νυχτερινό κέντρο έσπαζαν 25.000 πιάτα το μήνα, ενώ σήμερα και τα τρία μαζί καταναλώνουν τον ίδιο αριθμό.

Η μεγαλύτερη παραγγελία

Αν και ήταν μικρός, ο κ. Γκέντσιος πρόλαβε τις «καλές εποχές», που μέσα σε μια νύχτα είδε να σπάνε 25.000 πιάτα. Αυτόν τον αριθμό τον άκουσε ακόμα μια φορά ξανά, τον Σεπτέμβριο του 2018. «Η μεγαλύτερη παραγγελία που είχα ήταν για το γάμο του Αντώνη Ρέμου. Στείλαμε δέκα παλέτες πιάτα που ετοιμάσαμε μέσα σε τέσσερις ημέρες για δύο γλέντια που διοργάνωσε» αναφέρει χαρακτηριστικά.

Σήμερα η βιοτεχνία παράγει κάθε μέρα 7.000 γύψινα πιάτα. Στις ένδοξες εποχές με μεγάλες παραγγελίες η παραγωγή άγγιζε τις 20.000 πιάτα την ημέρα. «Μπορεί να είναι για σπάσιμο, έχουν και αυτά όμως την τεχνική τους. Προσέχουμε πολύ στην κατασκευή, γιατί καταφέρνουμε να έχουμε καλή ποιότητα και να ακούγεται στο σπάσιμο σαν πιάτο κανονικό» σημειώνει για τη δουλειά του ο κ. Γκέντσιος.

*Δημοσιεύθηκε στη "Θεσσαλονίκη" στις 21 Νοεμβρίου 2019 

Το καθαρά ελληνικό έθιμο που θυμίζει ένδοξες στιγμές του παρελθόντος κρατά ζωντανό ο Κώστας Γκέντσιος, καθώς σήμερα διατηρεί τη μοναδική βιοτεχνία γύψινων πιάτων στη Θεσσαλονίκη αλλά και σε όλη τη Βόρεια Ελλάδα. «Τη δεκαετία του ’80 και μέχρι και το 1995, που σε όλα τα νυχτερινά έσπαζαν πιάτα, στο νομό Θεσσαλονίκης είχαν ανοίξει 53 βιοτεχνίες. Από όλες αυτές μείναμε σήμερα μόνο εμείς» δηλώνει στη «Θ» ο κ. Γκέντσιος, σημειώνοντας πως υπάρχει ακόμα μόνο ένας σε όλη την Ελλάδα που φτιάχνει γύψινα πιάτα, στον Πειραιά. Κόντρα στους καιρούς, από πολύ νωρίς ο ίδιος αποφάσισε να κρατήσει την επιχείρηση που είχε ανοίξει ο πατέρας του στις αρχές του ’80 στα Διαβατά Θεσσαλονίκης.

Μπήκαν... μέσα λόγω Παπαθεμελή

«Μετά το νόμο του Παπαθεμελή, που υποχρέωνε τα νυχτερινά κέντρα να κλείνουν νωρίς, η δουλειά άρχισε να πέφτει. Αν το πρόγραμμα ξεκινούσε στη 1 τα μεσάνυχτα και έπρεπε να κλείνουν στις 2, καταλαβαίνεις ότι δεν υπήρχε κατανάλωση. Βέβαια, μετά το 1993 μπήκαν και τα λουλούδια στη μέση και ο κόσμος άρχισε να πετάει πανέρια» εξηγεί για την πορεία προς την... εξαφάνιση των πιάτων από τα νυχτερινά κέντρα.

Ο κ. Γκέντσιος ανέλαβε την οικογενειακή επιχείρηση το 1997 και αμέσως άρχισε να ψάχνει νέες διεξόδους, διότι ήδη ο κόσμος είχε σταματήσει να σπάει πιάτα. «Έκανα και δεύτερη δουλειά και κράτησα τη βιοτεχνία πληρώνοντας από την τσέπη μου. Δεν ήθελα να την κλείσω, επιθυμούσα όλη αυτήν την παράδοση να την κρατήσω ζωντανή. Έτσι, με το που ξεκίνησα, άρχισα να το κυνηγάω λίγο περισσότερο. Το 1997 έκανα ιστοσελίδα στο διαδίκτυο και άρχισα τις πρώτες διαφημίσεις. Δεν το περίμενα, αλλά από την πρώτη εβδομάδα κιόλας είχα παραγγελίες από το εξωτερικό» σημειώνει. Από τότε έχει παραγγελίες από όλο τον κόσμο και συνεχίζει να τροφοδοτεί τα μοναδικά μαγαζιά που σπάνε πιάτα μέχρι σήμερα στην Ελλάδα.

Πού σπάνε πιάτα σήμερα

Στη Θεσσαλονίκη, δυστυχώς, όπως λέει ο κ. Γκέντσιος, σήμερα μόνο σε ένα μαγαζί σπάνε πιάτα όλες τις ημέρες λειτουργίας του. «Κατ’ άλλα, περιστασιακά κάποια καταστήματα προμηθεύονται για ειδικές βραδιές που διοργανώνουν», ειδικά τις ημέρες γιορτών τα clubs που έχουν πάρτι. Η μεγαλύτερη κατανάλωση όμως πιάτων για σπάσιμο γίνεται από το εξωτερικό, ιδιαίτερα τους χειμερινούς μήνες. «Σήμερα κάνουμε εξαγωγές σχεδόν σε όλη την Ευρώπη. Περισσότερο μας κάνουν παραγγελίες από ελληνικές ταβέρνες του εξωτερικού αλλά και άνθρωποι που διοργανώνουν ελληνικά γλέντια. Επίσης έχουμε παραγγελίες για πιάτα και από τη Σαουδική Αραβία, το Ντουμπάι, την Ντόχα» δηλώνει. Το καλοκαίρι χιλιάδες πιάτα σπάνε και στα ελληνικά νησιά, καθώς το ζητούν οι τουρίστες. «Το νούμερο ένα νησί σε κατανάλωση είναι η Σαντορίνη» τονίζει ο ιδιοκτήτης της βιοτεχνίας, κατατάσσοντας μετά τη Μύκονο, την Πάρο, τη Ρόδο και την Κρήτη. Ωστόσο, ο Κώστας Γκέντσιος ξεχωρίζει αδιαμφισβήτητα σε παραγγελίες στην Κύπρο, που, όπως λέει, «τώρα μαθαίνει το σπάσιμο πιάτων».

Στη Λάρισα υπάρχουν τρία νυχτερινά κέντρα που έχουν ακόμα και σήμερα κάθε βράδυ πιάτα για σπάσιμο. Βέβαια τα μεγέθη είναι πολύ διαφορετικά με αυτά του παρελθόντος. Χαρακτηριστικό είναι πως παλιότερα σε κάθε νυχτερινό κέντρο έσπαζαν 25.000 πιάτα το μήνα, ενώ σήμερα και τα τρία μαζί καταναλώνουν τον ίδιο αριθμό.

Η μεγαλύτερη παραγγελία

Αν και ήταν μικρός, ο κ. Γκέντσιος πρόλαβε τις «καλές εποχές», που μέσα σε μια νύχτα είδε να σπάνε 25.000 πιάτα. Αυτόν τον αριθμό τον άκουσε ακόμα μια φορά ξανά, τον Σεπτέμβριο του 2018. «Η μεγαλύτερη παραγγελία που είχα ήταν για το γάμο του Αντώνη Ρέμου. Στείλαμε δέκα παλέτες πιάτα που ετοιμάσαμε μέσα σε τέσσερις ημέρες για δύο γλέντια που διοργάνωσε» αναφέρει χαρακτηριστικά.

Σήμερα η βιοτεχνία παράγει κάθε μέρα 7.000 γύψινα πιάτα. Στις ένδοξες εποχές με μεγάλες παραγγελίες η παραγωγή άγγιζε τις 20.000 πιάτα την ημέρα. «Μπορεί να είναι για σπάσιμο, έχουν και αυτά όμως την τεχνική τους. Προσέχουμε πολύ στην κατασκευή, γιατί καταφέρνουμε να έχουμε καλή ποιότητα και να ακούγεται στο σπάσιμο σαν πιάτο κανονικό» σημειώνει για τη δουλειά του ο κ. Γκέντσιος.

*Δημοσιεύθηκε στη "Θεσσαλονίκη" στις 21 Νοεμβρίου 2019 

ΣΧΟΛΙΑ

Επιλέξτε Κατηγορία