ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ Η βασίλισσα του καπνού έδωσε το στέμμα της στα πολυκαταστήματα

 08/11/2009 00:00

ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ Η βασίλισσα του καπνού έδωσε το στέμμα της στα πολυκαταστήματα
“Η Θεσσαλονίκη τότε ήταν η πρωτεύουσα του καπνού. Βασίλισσα που είχε στη δούλεψή της χιλιάδες ανθρώπους. Και, προς Θεού, μόνο καλή δεν ήταν η δουλειά. Το αντίθετο, οι συνθήκες ήταν άθλιες. Ήταν κουραστική και βρόμικη. Θυμάμαι πως, όταν φεύγαμε από το εργοστάσιο, ήμασταν τόσο βρόμικοι, που δεν σταματούσε ούτε το αστικό λεωφορείο να μας πάρει”. Οι αναμνήσεις μιας καπνεργάτριας της δεκαετίας του ʼ80 στη Θεσσαλονίκη κρύβουν το άρωμα του καπνού που τύλιγε την πόλη και που σε κάποια σημεία της το μυρίζει κανείς ακόμα…


Της Φανής Σοβιτσλή
fsovitsli@makthes.gr

Ένα άρωμα που είναι συνδεμένο με την ιστορία της Θεσσαλονίκης, καθώς τα 50 και πλέον καπνομάγαζα, οι γνωστές καπναποθήκες, αποτέλεσαν σημείο αναφοράς για την πόλη από την εμφάνιση του καπνεμπορίου, που τοποθετείται γύρω στο 1870. Η μυρωδιά του καπνού ήταν έντονη έως το 1990, αφού στη συνέχεια άρχισε να χάνεται λόγω της κατασκευής νέων κτιρίων με διαφορετική, πιο σύγχρονη τεχνολογία, αλλάζοντας, όπως ήταν αναμενόμενο, τα δεδομένα στο εμπόριο. Η κ. Ευαγγελία Καζατζίδου, εργάτρια για χρόνια στα καπνά της Θεσσαλονίκης και πρώην πρόεδρος της Πανελλαδικής Καπνεργατικής Ομοσπονδίας, θυμάται, νοσταλγεί και θυμώνει. “Δούλευα στην εταιρεία του ʽΜηχαηλίδηʼ, από τις μεγαλύτερες καπναποθήκες της Θεσσαλονίκης, στη Σταυρούπολη, στην οδό Ιατρού Γωγούση. Ήμουν εργάτρια από το 1982 έως και τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του 1990. Καλή δουλειά και σταθερή, για όποιον είχε ανάγκη να δουλέψει. Εποχική, βέβαια, γιατί δουλεύαμε από τον Μάιο μέχρι και τον Οκτώβριο. Κανείς δεν μπορεί να ξεχάσει τις άθλιες συνθήκες εργασίας. Βρομιά, υγρασία και ανυπόφορη ζέστη”, θυμάται.
Βέβαια, παραδέχεται πως όλοι όσοι δούλευαν στα καπνά πληρώνονταν καλά, για την εποχή. “Εγώ και πολλές ακόμα γυναίκες την είχαμε μεγάλη ανάγκη. Δεν θα ξεχάσω όμως την κούραση που ήταν πολύ μεγάλη, αλλά μεγαλύτερη ήταν η βρομιά. Όταν φεύγαμε για να πάμε στο σπίτι, δεν σταματούσε ούτε το λεωφορείο της γραμμής να μας πάρει. Όσο για ταξί, ούτε λόγος”, λέει χαρακτηριστικά η κ. Καζαντζίδου. Παρόλα αυτά, όπως αναφέρει, σήμερα, που οι δουλειές είναι λίγες και ο καθένας δίνει μάχη για μια θέση εργασίας, σκέφτεται πως τα καπνομάγαζα ήταν μια δουλειά όπως πολλές άλλες. “Δεν πειράζει, θα άντεχε ο κόσμος αν πληρωνόταν. Όπως άντεξαν χιλιάδες άνθρωποι εκείνα τα χρόνια”.

“ΓΥΝΑΙΚΕΙΑ ΔΟΥΛΕΙΑ Ο ΚΑΠΝΟΣ”

Από τη δεκαετία του 1980 μέχρι και τα πρώτα χρόνια του ʼ90 στη Θεσσαλονίκη δούλευαν περισσότεροι από 17.000 άνθρωποι στα καπνομάγαζα. Το 80% ήταν γυναίκες. Η δουλειά ήταν εποχική, κι αυτό βόλευε τις γυναίκες που τους υπόλοιπους μήνες αφιερώνονταν στην οικογένεια και στα παιδιά. Εξάλλου, όπως θυμούνται πολλές καπνεργάτριες, το διάστημα που τα καπνομάγαζα ήταν κλειστά, την περίοδο του χειμώνα, το ταμείο ανεργίας ήταν σταθερή... αξία, σε μια εποχή μάλιστα που ελάχιστοι εργοδότες κολλούσαν ένσημα στους εργάτες.
“Πολλές γυναίκες δεν άντεχαν τη δουλειά λόγω των αντιξοοτήτων και της ανυπόφορης βρομιάς και δυσοσμίας, ωστόσο οι περισσότερες ήταν αναγκασμένες να την κάνουν. Δεν ξέραμε άλλη δουλειά. Αυτή ήταν σταθερή την εποχή εκείνη”, αναφέρει η πρώην καπνεργάτρια κ. Καζαντζίδου.
Σήμερα, η εικόνα των καπνομάγαζων, τουλάχιστον στη Θεσσαλονίκη, έχει ξεθωριάσει. Τα χρόνια πέρασαν και τα καπνομάγαζα μετά το 1990 άρχισαν ένα ένα να κλείνουν. Πολύς κόσμος έχασε τη δουλειά του. Σύμφωνα με στοιχεία της Καπνεργατικής Ομοσπονδίας, με έδρα τη Θεσσαλονίκη, πολλοί εργάτες προκειμένου να συμπληρώσουν τα ένσημά τους ήταν αναγκασμένοι να πηγαινοέρχονταν καθημερινά σε καπνομάγαζα άλλων πόλεων, γειτονικών με τη Θεσσαλονίκη.
Η αυλαία στα περισσότερα από τα 55 καπνομάγαζα της πόλης έπεσε τη δεκαετία του 1990, οπότε έπαψαν να λειτουργούν, αλλάζοντας μοιραία και τη χρήση τους.

ΚΕΝΤΡΑ ΕΜΠΟΡΙΑΣ ΚΑΠΝΟΥ

Οι καπναποθήκες, ή αλλιώς τα καπνομάγαζα της Θεσσαλονίκης, που αποτέλεσαν σημείο αναφοράς για την πόλη, συνετέλεσαν στην οικονομική της άνθηση, καθιστώντας την ένα από τα σημαντικότερα ευρωπαϊκά κέντρα εμπορίας. Σημαντικά στοιχεία για την ιστορία των καπνομάγαζων της πόλης προκύπτουν από την έρευνα που διεξήγαγε ο αρχιτέκτων μηχανικός Σπύρος Ταβλίκος το 2001 μαζί με την τότε συμφοιτήτριά του Σοφία Γκοβούση. Η έρευνα αφορά 60 κτίρια, από τα οποία τα 55 υφίστανται έως σήμερα ενώ 5 έως 7 έχουν κατεδαφιστεί. Οι παλαιότερες καπναποθήκες άρχισαν να χτίζονται τη δεκαετία του 1920 ενώ οι νεότερες μετά το 1954.
Σήμερα, όπως επισημαίνει ο κ. Ταβλίκος, κάποιες από τις καπναποθήκες δεν υπάρχουν, άλλες στέκονται εγκαταλελειμμένες και άλλες στεγάζουν νέες χρήσεις, κυρίως πολυκαταστήματα και εμπορικά κέντρα, όπως η περίφημη “Αυστροελληνική” στην οδό Τσιμισκή. Από τα μεγαλύτερα κτίρια καπναποθηκών είναι της “ΣΕΚΕ” στον Εύοσμο, η “ΕΞΕΛΚΑ” στη Σταυρούπολη, που εγκαταλείφθηκε και διαχειρίζεται σήμερα η νομαρχία Θεσσαλονίκης, πολλά στην πλατεία Διοικητηρίου, που σήμερα δεν τα πιάνει το μάτι του περαστικού, κι ένα καπνομάγαζο στην αερογέφυρα της Σταυρούπολης, το οποίο κατεδαφίστηκε πρόσφατα, για να δώσει τη θέση του σʼ ένα ακόμα πολυκατάστημα. “Δυστυχώς, τα κτίρια αυτά είναι στην πλειονότητά τους ιδιόκτητα. Η πολιτεία δεν μπόρεσε να παρέμβει για να τα σώσει. Ούτε όμως ποτέ επιχειρήθηκε καμία καταγραφή τους, δεδομένου ότι αποτέλεσαν κομμάτι της ιστορίας της πόλης”, σημειώνει ο αρχιτέκτονας. Προσθέτει μάλιστα ότι η Εφορία Νεοτέρων Μνημείων θα μπορούσε ίσως να τα κηρύξει διατηρητέα, για να γλιτώσουν τουλάχιστον από την κατεδάφιση...  


Η ιστορία του καπνού στη Θεσσαλονίκη

1. Η εμφάνιση του καπνεμπορίου στη Θεσσαλονίκη τοποθετείται γύρω στο 1870. Οι παλαιότερες καπναποθήκες άρχισαν να χτίζονται τη δεκαετία του 1920 ενώ οι νεότερες μετά το 1954.
2. Κατά τη δεκαετία του ʼ80 και μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του ʼ90 στη Θεσσαλονίκη εργάζονταν στα καπνά 15.000 άνθρωποι. Μετά το 1997, οπότε η νέα ευρωπαϊκή αγροτική πολιτική κατηύθυνε τους αγρότες σε νέες καλλιέργειες, ο καπνός γνώρισε κρίση, η καλλιέργεια και η επεξεργασία του σταμάτησαν στη Θεσσαλονίκη και περιορίστηκαν στην Κατερίνη, το Πολύκαστρο Κιλκίς, την Καβάλα και την Ξάνθη.
3. Η νεότερη έρευνα (των κ. Ταβλίκου και Γκοβούση) έχει συμπεριλάβει 60 κτίρια, από τα οποία τα 55 υφίστανται μέχρι σήμερα ενώ 5 έχουν κατεδαφιστεί.
4. Τα καπνομάγαζα που έχουν διατηρηθεί στην πλειοψηφία τους στεγάζουν άλλες χρήσεις. Μόνο σε ένα από αυτά, στη Σταυρούπολη, φιλοξενούνται ορισμένες διοικητικές υπηρεσίες του Εθνικού Οργανισμού Καπνού. Γνωστά καπνομάγαζα που έχουν αλλάξει ιδιότητα είναι το ξενοδοχείο “Les Lazaristes”, απέναντι από τη Μονή Λαζαριστών, στη Σταυρούπολη, το εμπορικό κέντρο επί των οδών Τσιμισκή και Αριστοτέλους, στην καρδιά της Θεσσαλονίκης (πρώην καπνομάγαζο της “Αστροελληνικής”) και τα ιδιωτικά εκπαιδευτήρια των οδών Δωδεκανήσου και Φράγκων. Από τα υπόλοιπα έχουν μείνει μόνο τα ονόματα, για να θυμίζουν τις παλιές δόξες του καπνού: “ΣΕΚΕ” στον Εύοσμο, “ΕΞΕΛΚΑ” στη Σταυρούπολη, “Ελλάς” στην οδό Λαγκαδά, “Αργυρίου” στην οδό Γιαννιτσών, “Αττίκ” στην οδό Γεωργικής Σχολής και “Γκρέις” στα τολ της Καλαμαριάς.


Τα καπνομάγαζα στα χρόνια που πέρασαν

Η χωρική κατανομή των καπναποθηκών και η διαδοχή τους στο χρόνο -σύμφωνα με τα στοιχεία της ίδια έρευνας- εξετάζονται σε τρεις περιόδους.
*Τα στοιχεία για την πρώτη χρονικά περίοδο αφορούν τη χωροθέτηση των κτιρίων επεξεργασίας καπνού, είναι ελάχιστα και προέρχονται από πηγές που αναφέρονται στη βιομηχανική ανάπτυξή της. Η αρχή της περιόδου θα μπορούσε να οριστεί το έτος 1870.
*Η δεύτερη περίοδος εκτείνεται από το 1922 έως το 1940 και χαρακτηρίζεται από την πρωτοφανή άνθησή του και τη μαζική συγκέντρωση των καπναποθηκών στο χώρο της Θεσσαλονίκης. Τα πρώτα σύγχρονα κτίρια χτίστηκαν μετά το 1924 και εντάχθηκαν στο νέο σχέδιο της πόλης που είχε ήδη τεθεί σε ισχύ το 1920 με σχετικό διάταγμα.
*Η αρχή της τρίτης περιόδου συμβατικά ορίζεται το 1953, όταν το καπνεμπόριο δείχνει τα πρώτα σημάδια ανάκαμψης από την κρίση στην οποία είχε περιέλθει.
Η νέα τάση πάντως ήταν αυτή που έμελλε να σηματοδοτήσει ολόκληρη την τρίτη περίοδο, ή καλύτερα την “τρίτη γενιά” των καπναποθηκών στους κόλπους της Θεσσαλονίκης. Νέα κτίρια, μεγαλύτερου όγκου και χωρητικότητας, προσαρμοσμένα πλήρως στη χρήση της τεχνολογίας και των νέων μεθόδων επεξεργασίας του καπνού, αντικαθιστούν τα παλαιότερα κτίρια.
 

“Η Θεσσαλονίκη τότε ήταν η πρωτεύουσα του καπνού. Βασίλισσα που είχε στη δούλεψή της χιλιάδες ανθρώπους. Και, προς Θεού, μόνο καλή δεν ήταν η δουλειά. Το αντίθετο, οι συνθήκες ήταν άθλιες. Ήταν κουραστική και βρόμικη. Θυμάμαι πως, όταν φεύγαμε από το εργοστάσιο, ήμασταν τόσο βρόμικοι, που δεν σταματούσε ούτε το αστικό λεωφορείο να μας πάρει”. Οι αναμνήσεις μιας καπνεργάτριας της δεκαετίας του ʼ80 στη Θεσσαλονίκη κρύβουν το άρωμα του καπνού που τύλιγε την πόλη και που σε κάποια σημεία της το μυρίζει κανείς ακόμα…


Της Φανής Σοβιτσλή
fsovitsli@makthes.gr

Ένα άρωμα που είναι συνδεμένο με την ιστορία της Θεσσαλονίκης, καθώς τα 50 και πλέον καπνομάγαζα, οι γνωστές καπναποθήκες, αποτέλεσαν σημείο αναφοράς για την πόλη από την εμφάνιση του καπνεμπορίου, που τοποθετείται γύρω στο 1870. Η μυρωδιά του καπνού ήταν έντονη έως το 1990, αφού στη συνέχεια άρχισε να χάνεται λόγω της κατασκευής νέων κτιρίων με διαφορετική, πιο σύγχρονη τεχνολογία, αλλάζοντας, όπως ήταν αναμενόμενο, τα δεδομένα στο εμπόριο. Η κ. Ευαγγελία Καζατζίδου, εργάτρια για χρόνια στα καπνά της Θεσσαλονίκης και πρώην πρόεδρος της Πανελλαδικής Καπνεργατικής Ομοσπονδίας, θυμάται, νοσταλγεί και θυμώνει. “Δούλευα στην εταιρεία του ʽΜηχαηλίδηʼ, από τις μεγαλύτερες καπναποθήκες της Θεσσαλονίκης, στη Σταυρούπολη, στην οδό Ιατρού Γωγούση. Ήμουν εργάτρια από το 1982 έως και τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του 1990. Καλή δουλειά και σταθερή, για όποιον είχε ανάγκη να δουλέψει. Εποχική, βέβαια, γιατί δουλεύαμε από τον Μάιο μέχρι και τον Οκτώβριο. Κανείς δεν μπορεί να ξεχάσει τις άθλιες συνθήκες εργασίας. Βρομιά, υγρασία και ανυπόφορη ζέστη”, θυμάται.
Βέβαια, παραδέχεται πως όλοι όσοι δούλευαν στα καπνά πληρώνονταν καλά, για την εποχή. “Εγώ και πολλές ακόμα γυναίκες την είχαμε μεγάλη ανάγκη. Δεν θα ξεχάσω όμως την κούραση που ήταν πολύ μεγάλη, αλλά μεγαλύτερη ήταν η βρομιά. Όταν φεύγαμε για να πάμε στο σπίτι, δεν σταματούσε ούτε το λεωφορείο της γραμμής να μας πάρει. Όσο για ταξί, ούτε λόγος”, λέει χαρακτηριστικά η κ. Καζαντζίδου. Παρόλα αυτά, όπως αναφέρει, σήμερα, που οι δουλειές είναι λίγες και ο καθένας δίνει μάχη για μια θέση εργασίας, σκέφτεται πως τα καπνομάγαζα ήταν μια δουλειά όπως πολλές άλλες. “Δεν πειράζει, θα άντεχε ο κόσμος αν πληρωνόταν. Όπως άντεξαν χιλιάδες άνθρωποι εκείνα τα χρόνια”.

“ΓΥΝΑΙΚΕΙΑ ΔΟΥΛΕΙΑ Ο ΚΑΠΝΟΣ”

Από τη δεκαετία του 1980 μέχρι και τα πρώτα χρόνια του ʼ90 στη Θεσσαλονίκη δούλευαν περισσότεροι από 17.000 άνθρωποι στα καπνομάγαζα. Το 80% ήταν γυναίκες. Η δουλειά ήταν εποχική, κι αυτό βόλευε τις γυναίκες που τους υπόλοιπους μήνες αφιερώνονταν στην οικογένεια και στα παιδιά. Εξάλλου, όπως θυμούνται πολλές καπνεργάτριες, το διάστημα που τα καπνομάγαζα ήταν κλειστά, την περίοδο του χειμώνα, το ταμείο ανεργίας ήταν σταθερή... αξία, σε μια εποχή μάλιστα που ελάχιστοι εργοδότες κολλούσαν ένσημα στους εργάτες.
“Πολλές γυναίκες δεν άντεχαν τη δουλειά λόγω των αντιξοοτήτων και της ανυπόφορης βρομιάς και δυσοσμίας, ωστόσο οι περισσότερες ήταν αναγκασμένες να την κάνουν. Δεν ξέραμε άλλη δουλειά. Αυτή ήταν σταθερή την εποχή εκείνη”, αναφέρει η πρώην καπνεργάτρια κ. Καζαντζίδου.
Σήμερα, η εικόνα των καπνομάγαζων, τουλάχιστον στη Θεσσαλονίκη, έχει ξεθωριάσει. Τα χρόνια πέρασαν και τα καπνομάγαζα μετά το 1990 άρχισαν ένα ένα να κλείνουν. Πολύς κόσμος έχασε τη δουλειά του. Σύμφωνα με στοιχεία της Καπνεργατικής Ομοσπονδίας, με έδρα τη Θεσσαλονίκη, πολλοί εργάτες προκειμένου να συμπληρώσουν τα ένσημά τους ήταν αναγκασμένοι να πηγαινοέρχονταν καθημερινά σε καπνομάγαζα άλλων πόλεων, γειτονικών με τη Θεσσαλονίκη.
Η αυλαία στα περισσότερα από τα 55 καπνομάγαζα της πόλης έπεσε τη δεκαετία του 1990, οπότε έπαψαν να λειτουργούν, αλλάζοντας μοιραία και τη χρήση τους.

ΚΕΝΤΡΑ ΕΜΠΟΡΙΑΣ ΚΑΠΝΟΥ

Οι καπναποθήκες, ή αλλιώς τα καπνομάγαζα της Θεσσαλονίκης, που αποτέλεσαν σημείο αναφοράς για την πόλη, συνετέλεσαν στην οικονομική της άνθηση, καθιστώντας την ένα από τα σημαντικότερα ευρωπαϊκά κέντρα εμπορίας. Σημαντικά στοιχεία για την ιστορία των καπνομάγαζων της πόλης προκύπτουν από την έρευνα που διεξήγαγε ο αρχιτέκτων μηχανικός Σπύρος Ταβλίκος το 2001 μαζί με την τότε συμφοιτήτριά του Σοφία Γκοβούση. Η έρευνα αφορά 60 κτίρια, από τα οποία τα 55 υφίστανται έως σήμερα ενώ 5 έως 7 έχουν κατεδαφιστεί. Οι παλαιότερες καπναποθήκες άρχισαν να χτίζονται τη δεκαετία του 1920 ενώ οι νεότερες μετά το 1954.
Σήμερα, όπως επισημαίνει ο κ. Ταβλίκος, κάποιες από τις καπναποθήκες δεν υπάρχουν, άλλες στέκονται εγκαταλελειμμένες και άλλες στεγάζουν νέες χρήσεις, κυρίως πολυκαταστήματα και εμπορικά κέντρα, όπως η περίφημη “Αυστροελληνική” στην οδό Τσιμισκή. Από τα μεγαλύτερα κτίρια καπναποθηκών είναι της “ΣΕΚΕ” στον Εύοσμο, η “ΕΞΕΛΚΑ” στη Σταυρούπολη, που εγκαταλείφθηκε και διαχειρίζεται σήμερα η νομαρχία Θεσσαλονίκης, πολλά στην πλατεία Διοικητηρίου, που σήμερα δεν τα πιάνει το μάτι του περαστικού, κι ένα καπνομάγαζο στην αερογέφυρα της Σταυρούπολης, το οποίο κατεδαφίστηκε πρόσφατα, για να δώσει τη θέση του σʼ ένα ακόμα πολυκατάστημα. “Δυστυχώς, τα κτίρια αυτά είναι στην πλειονότητά τους ιδιόκτητα. Η πολιτεία δεν μπόρεσε να παρέμβει για να τα σώσει. Ούτε όμως ποτέ επιχειρήθηκε καμία καταγραφή τους, δεδομένου ότι αποτέλεσαν κομμάτι της ιστορίας της πόλης”, σημειώνει ο αρχιτέκτονας. Προσθέτει μάλιστα ότι η Εφορία Νεοτέρων Μνημείων θα μπορούσε ίσως να τα κηρύξει διατηρητέα, για να γλιτώσουν τουλάχιστον από την κατεδάφιση...  


Η ιστορία του καπνού στη Θεσσαλονίκη

1. Η εμφάνιση του καπνεμπορίου στη Θεσσαλονίκη τοποθετείται γύρω στο 1870. Οι παλαιότερες καπναποθήκες άρχισαν να χτίζονται τη δεκαετία του 1920 ενώ οι νεότερες μετά το 1954.
2. Κατά τη δεκαετία του ʼ80 και μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του ʼ90 στη Θεσσαλονίκη εργάζονταν στα καπνά 15.000 άνθρωποι. Μετά το 1997, οπότε η νέα ευρωπαϊκή αγροτική πολιτική κατηύθυνε τους αγρότες σε νέες καλλιέργειες, ο καπνός γνώρισε κρίση, η καλλιέργεια και η επεξεργασία του σταμάτησαν στη Θεσσαλονίκη και περιορίστηκαν στην Κατερίνη, το Πολύκαστρο Κιλκίς, την Καβάλα και την Ξάνθη.
3. Η νεότερη έρευνα (των κ. Ταβλίκου και Γκοβούση) έχει συμπεριλάβει 60 κτίρια, από τα οποία τα 55 υφίστανται μέχρι σήμερα ενώ 5 έχουν κατεδαφιστεί.
4. Τα καπνομάγαζα που έχουν διατηρηθεί στην πλειοψηφία τους στεγάζουν άλλες χρήσεις. Μόνο σε ένα από αυτά, στη Σταυρούπολη, φιλοξενούνται ορισμένες διοικητικές υπηρεσίες του Εθνικού Οργανισμού Καπνού. Γνωστά καπνομάγαζα που έχουν αλλάξει ιδιότητα είναι το ξενοδοχείο “Les Lazaristes”, απέναντι από τη Μονή Λαζαριστών, στη Σταυρούπολη, το εμπορικό κέντρο επί των οδών Τσιμισκή και Αριστοτέλους, στην καρδιά της Θεσσαλονίκης (πρώην καπνομάγαζο της “Αστροελληνικής”) και τα ιδιωτικά εκπαιδευτήρια των οδών Δωδεκανήσου και Φράγκων. Από τα υπόλοιπα έχουν μείνει μόνο τα ονόματα, για να θυμίζουν τις παλιές δόξες του καπνού: “ΣΕΚΕ” στον Εύοσμο, “ΕΞΕΛΚΑ” στη Σταυρούπολη, “Ελλάς” στην οδό Λαγκαδά, “Αργυρίου” στην οδό Γιαννιτσών, “Αττίκ” στην οδό Γεωργικής Σχολής και “Γκρέις” στα τολ της Καλαμαριάς.


Τα καπνομάγαζα στα χρόνια που πέρασαν

Η χωρική κατανομή των καπναποθηκών και η διαδοχή τους στο χρόνο -σύμφωνα με τα στοιχεία της ίδια έρευνας- εξετάζονται σε τρεις περιόδους.
*Τα στοιχεία για την πρώτη χρονικά περίοδο αφορούν τη χωροθέτηση των κτιρίων επεξεργασίας καπνού, είναι ελάχιστα και προέρχονται από πηγές που αναφέρονται στη βιομηχανική ανάπτυξή της. Η αρχή της περιόδου θα μπορούσε να οριστεί το έτος 1870.
*Η δεύτερη περίοδος εκτείνεται από το 1922 έως το 1940 και χαρακτηρίζεται από την πρωτοφανή άνθησή του και τη μαζική συγκέντρωση των καπναποθηκών στο χώρο της Θεσσαλονίκης. Τα πρώτα σύγχρονα κτίρια χτίστηκαν μετά το 1924 και εντάχθηκαν στο νέο σχέδιο της πόλης που είχε ήδη τεθεί σε ισχύ το 1920 με σχετικό διάταγμα.
*Η αρχή της τρίτης περιόδου συμβατικά ορίζεται το 1953, όταν το καπνεμπόριο δείχνει τα πρώτα σημάδια ανάκαμψης από την κρίση στην οποία είχε περιέλθει.
Η νέα τάση πάντως ήταν αυτή που έμελλε να σηματοδοτήσει ολόκληρη την τρίτη περίοδο, ή καλύτερα την “τρίτη γενιά” των καπναποθηκών στους κόλπους της Θεσσαλονίκης. Νέα κτίρια, μεγαλύτερου όγκου και χωρητικότητας, προσαρμοσμένα πλήρως στη χρήση της τεχνολογίας και των νέων μεθόδων επεξεργασίας του καπνού, αντικαθιστούν τα παλαιότερα κτίρια.
 

Επιλέξτε Κατηγορία