ΑΠΟΨΕΙΣ

Τεστ αντοχής για όλους…

 21/08/2022 22:00

Αλίμονο αν θεωρήσουμε ότι είναι λογικό και φυσιολογικό να μας παρακολουθεί ο «big brother» και ότι δεν θα υπάρχει στο μέλλον ούτε μία ιδιωτική στιγμή, ούτε μία χαραμάδα ελευθερίας για μας.

Η φύση του θέματος είναι τέτοια που δεν μπορεί υποβαθμιστεί αλλά ούτε και να ξεχαστεί και τούτη η διαπίστωση είναι που κρατά την ένταση και την τοξικότητα στην αντιπαράθεση μεταξύ κυβέρνησης και αντιπολίτευσης.

Η κυβέρνηση είναι λογικό να μην επιθυμεί «μονοθεματική» πολιτική ζωή πολλών μηνών. Αντίθετα, η αντιπολίτευση συνεχώς ανεβάζει τους τόνους της κριτικής και θέλει όχι μόνο να παραμείνει στην επικαιρότητα το θέμα των παρακολουθήσεων αλλά να είναι και αυτό που θα δεσπόσει στην τελική προεκλογική ατζέντα.

Για να συμβεί αυτό θα πρέπει να καταφέρει η αντιπολίτευση:

1. Να πείσει την κοινή γνώμη ότι οι παρακολουθήσεις είναι ένα θέμα απόλυτης και αποκλειστικής ευθύνης και ενοχής του Κυρ. Μητσοτάκη ο όποιος όσο και αν «πετά την μπάλα στην κερκίδα» δεν θα αποφύγει τη μοιραία φθορά και την οριστική ήττα στις εντυπώσεις που δημιουργούν την κεντρική τάση στην εκλογική συμπεριφορά της πλειοψηφίας. Αυτή η «κεντρική τάση» ας μην ξεχνάμε ότι έλεγε τον Ιούλιο του 2019 ότι πρέπει «να φύγει ο Τσίπρας».

2. Να εξουδετερώσει τη σύγχυση που προκύπτει από την διάθεση της κυβέρνησης να ερευνηθούν οι παρακολουθήσεις από το 2012, γεγονός που βάζει στο κάδρο και την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, αν και ουσιαστικά λίγοι πιστεύουν ότι δεν γίνονταν παρακολουθήσεις επί ΣΥΡΙΖΑ και παλιότερα επί ΠΑΣΟΚ.

3. Να μείνει όσο είναι δυνατόν πίσω στην ατζέντα το θέμα της οικονομίας, της ακρίβειας και της ενεργειακής κρίσης, πράγμα πολύ δύσκολο έως αδύνατον καθώς σε κάθε καπιταλιστική χώρα ισχύει το It’s the economy stupid (είναι η οικονομία, ηλίθιε).

Αντίστοιχα η κυβέρνηση περιμένει να δει πόσο μεγάλο είναι το πλήγμα που υπέστη το «αντί ΣΥΡΙΖΑ μέτωπο» που τόσο καλά λειτούργησε για τον Κυριάκο Μητσοτάκη το 2019 δίνοντάς του την αυτοδυναμία και πόσο ταχύς είναι ο ρυθμός απομάκρυνσης κεντρώων και «μεταρρυθμιστών» ψηφοφόρων από τον Μητσοτάκη -και όχι από τη ΝΔ- τον οποίο στήριξαν.

Όσο και αν το θέλουν όμως ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ, στο βήμα ΔΕΘ -όπου δίδεται πάντα, μετά τα «μπάνια του λαού» το εναρκτήριο λάκτισμα του προεκλογικού αγώνα όταν μένει λιγότερο από ένας χρόνος για τις κάλπες- η λογική λέει ότι οι παρακολουθήσεις δεν θα είναι το μόνο θέμα που θα κυριαρχήσει.

Είναι γνωστό ότι «οι εκλογές κερδίζονται στο γήπεδο της οικονομίας» και το μείζον ερώτημα είναι το αν η κυβέρνηση καταφέρει σταδιακά και παρά τη μεγάλη σοβαρότητα του θέματος των υποκλοπών, να δει τον «βουβό» μέχρι στιγμής αλλά σίγουρα θυμωμένο κόσμο -πράγμα που θα αποτυπωθεί στις δημοσκοπήσεις του Σεπτεμβρίου- να στρέφει την προσοχή του στην καθημερινότητα. Δύσκολο πολύ αλλά όχι και ακατόρθωτο. Πάντως το πιο πιθανό είναι να μάθουμε και νέα από το θέμα των παρακολουθήσεων γι’ αυτό και ο ΣΥΡΙΖΑ με μπαράζ ανακοινώσεων θέτει το ερώτημα «Πόσοι ακόμη πολιτικοί, δημοσιογράφοι και επιχειρηματίες παρακολουθούνταν;».

Λέγαμε για τη «φύση του θέματος» που αγγίζει τον πυρήνα των ατομικών και συνταγματικών δικαιωμάτων, η οποία πέρα από τους κεντρώους και τους μεταρρυθμιστές δεν αφήνει ασυγκίνητο και τον διεθνή Τύπο αλλά και τα θεσμικά όργανα της ΕΕ.

Σημαντικό γεγονός της εβδομάδας που πέρασε ήταν η δήλωση, της πρόεδρου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, Ρομπέρτα Μέτσολα, που με σαφή τρόπο καταδίκασε τις παρακολουθήσεις στην Ελλάδα χαρακτηρίζοντάς τες «παράνομες» υπογραμμίζοντας ότι «παραβιάσεις των αρχών και αξιών που αποτελούν τη βάση του δημοκρατικού μας συστήματος δεν μπορούν να γίνουν ανεκτές».

Το πόσο περίπλοκο είναι το θέμα υπενθυμίζει και η καταγγελία του πρώην υπουργού του ΣΥΡΙΖΑ Παναγιώτη Λαφαζάνη ο όποιος σε δηλώσεις και συνεντεύξεις του τονίζει ότι τον παρακολουθούσαν και τον ίδιο επί πρωθυπουργίας Τσίπρα λόγω του ότι «οποιαδήποτε δραστηριότητα κινηματική και κοινωνική που ενοχλούσε την πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ παρακολουθούνταν αδιαλείπτως» και προσθέτει πως «άλλες παρακολουθήσεις παίζουν ειδικό ρόλο και αξιοποιούνται για πολιτικές εξελίξεις, όπως αυτή του κ. Ανδρουλάκη και άλλες είναι αυτές που πρέπει να αποσιωπηθούν και να δικαιολογηθούν στην κοινή γνώμη».

Κυβερνητικά στελέχη βρήκαν την ευκαιρία να σχολιάσουν δηκτικά ότι «το «όλα στο φως» δεν μπορεί να εφαρμόζεται επιλεκτικά».

Πριν ξεσπάσει το θέμα των παρακολουθήσεων η Νέα Δημοκρατία ηγεμόνευε στον χώρο του Κέντρου, όπως τουλάχιστον έλεγαν οι έρευνες της κοινής γνώμης. Σ’ αυτό συντελούσε και ο έντονα σκληρός -στην κυβέρνηση τον χαρακτηρίζουν «τοξικό»- αντιπολιτευτικός λόγος του ΣΥΡΙΖΑ, ο όποιος έσπευδε να «εργαλειοποιήσει» κάθε μείζον θέμα της επικαιρότητας βρίσκοντας πραγματικές η φανταστικές ευθύνες της κυβέρνησης.

Σήμερα τα δεδομένα έχουν αλλάξει. Το πόσο δραματικά, θα το δείξουν οι επόμενοι μήνες.

Σε προεκλογική χρονιά όμως, έχει σημασία το ποιος προπορεύεται στις δημοσκοπήσεις και με ποια διαφορά.

Ποιος μπορεί σήμερα να υποστηρίξει ότι η ΝΔ έχει το προβάδισμα των 7-8 μονάδων που έπαιρνε λ.χ. στις δημοσκοπήσεις του περασμένου Απριλίου; Η λογική λέει πως η διαφορά ΝΔ-ΣΥΡΙΖΑ έχει «ροκανιστεί» και ότι από την περιπέτειά του ο Νίκος Ανδρουλάκης, με τις παρακολουθήσεις σε βάρος του , αλλά και από την σταθερή στάση του μάλλον θα έχει ενδυναμωθεί.

Έρχονται τουλάχιστον «διπλές» εκλογές και η κάλπη -για να θυμηθούμε την παλιά πολιτική αργκό»- θα είναι «πολύ» και όχι «ολίγον» έγκυος.

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 21.08.2022