ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Τα πολλά προσωπεία των ανθρώπων προκειμένου να κρύψουν τα συναισθήματά τους

Η παράσταση «Ο Εραστής» είναι μία ασυνήθιστη θεατρική εμπειρία

 17/06/2019 12:43

Τα πολλά προσωπεία των ανθρώπων προκειμένου να κρύψουν τα συναισθήματά τους
Οι δύο πρωταγωνιστές Κωνσταντίνος Παράσης και Χρύσα Κοτταράκου φαίνονται απόλυτα εναρμονισμένοι με τους ρόλους που καλούνται να ενσαρκώσουν.

Του Νίκου Αγγελή Άνθη

Αυτή την εβδομάδα επισκεφθήκαμε το Θέατρο Τ, με σκοπό να παρακολουθήσουμε το έργο «Ο Εραστής» του Χάρολντ Πίντερ με πρωταγωνιστές τη Χρύσα Κοτταράκου και τον Κωνσταντίνο Παράση. 

Το Θέατρο Τ, όπως έχουμε αναφέρει ξανά, παρά τη μικρή του χωρητικότητα έχει καταφέρει να αφήσει το δικό του ξεχωριστό στίγμα στην εναλλακτική θεατρική σκηνή της Θεσσαλονίκης, κυρίως λόγω των πολύ αξιόλογων παραστάσεων που ανεβάζει κατά καιρούς.  Έχει κατορθώσει να δώσει μία νέα καλλιτεχνική πνοή στη Θεσσαλονίκη, παρουσιάζοντας πολύ προσεγμένες και ποιοτικές θεατρικές δουλειές. Πολύ αξιόλογη λοιπόν ήταν και η παράσταση που παρακολουθήσαμε, η οποία κατάφερε να εναρμονιστεί πλήρως με το καλλιτεχνικό στίγμα του Θεάτρου Τ.

Ένα έργο, που θίγει σημαντικά στοιχεία μέσα από το πρίσμα της ειρωνείας

Ο «Εραστής» είναι ένα από τα πιο γνωστά έργα του νομπελίστα συγγραφέα Χάρολντ Πίντερ. Κυκλοφόρησε για πρώτη φορά το 1962, γνωρίζοντας πολύ μεγάλη επιτυχία, έχει στο επίκεντρό του ένα παντρεμένο ζευγάρι, την Σάρα και το Ρίτσαρντ, οι οποίοι ζουν μαζί σε ένα πολύ όμορφο σπίτι στα προάστια. Ο Ρίτσαρντ είναι ένας επιτυχημένος οικονομικός σύμβουλος, ενώ η Σάρα παραμένοντας στο σπίτι, φροντίζει να επικρατεί πάντα μια πολύ ευχάριστη και χαλαρή ατμόσφαιρα. 

Η ζωή τους επομένως, φαίνεται να είναι προσεκτικά προγραμματισμένη μέχρι και το τελευταίο δευτερόλεπτο της ημέρας. Ωστόσο, το αντιφατικό στοιχείο της ιστορίας είναι ότι η Σάρα έχει έναν εραστή, ο οποίος εν γνώσει του Ρίτσαρντ την επισκέπτεται στο σπίτι τους σχεδόν κάθε απόγευμα. 

Το έργο αυτό του Χάρολντ Πίντερ υπήρξε ιδιαίτερα επιτυχημένο, διότι καταφέρνει με έναν τρόπο πολύ ευφυή, που στηλιτεύει, να προσεγγίσει την έννοια του έρωτα, της συνήθειας, των ασυνείδητων σκέψεων, αλλά και της μοναξιάς, που βιώνουμε σχεδόν όλοι οι άνθρωποι, πνιγμένοι από τον φόβο των πραγματικών μας συναισθημάτων. Η σημαντικότερο ίσως παράμετρος αυτού του έργου, είναι ότι καταφέρνει να θίξει όλα αυτά τα σημαντικά στοιχεία, μέσα από το αποκαλυπτικό και ωμό πρίσμα της ειρωνείας και της σάτιρας.

Η μουσική επιμέλεια έδωσε μία έντονη συναισθηματική χροιά

Αρχικά, η σκηνοθεσία της παράστασης, την οποία ανέλαβε η Λένα Φιλίπποβα, ήταν ιδιαίτερα ευρηματική, διότι δημιουργώντας τις απαραίτητες παύσεις ανάμεσα στις σκηνές του έργου, έδινε την ευκαιρία στους θεατές να επεξεργαστούν βαθύτερα τα υποδόρια μηνύματα του κειμένου. Η σκηνοθεσία επίσης, θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ιδιαίτερα επιτυχημένη, καθώς κατάφερε να διατηρήσει την παράσταση σε έναν γρήγορο ρυθμό, κρατώντας αμείωτο το ενδιαφέρον του κοινού μέχρι το τέλος. 

Φυσικά, ιδιαίτερα σημαντικά υπήρξαν και τα σκηνικά της συγκεκριμένης θεατρικής προσπάθειας, τα οποία επιμελήθηκε η Γεωργία Μπούρδα, και τα οποία περιέβαλαν αρμονικά την ιδιαίτερη αυτή ιστορία. Πιο αναλυτικά, τα σκηνικά, τα οποία θα μπορούσαμε να τα χαρακτηρίσουμε απλοϊκά και μινιμαλιστικά, αντιλαμβανόμαστε ότι κατάφεραν να επιτύχουν στο έπακρο τον στόχο τους, ο οποίος δεν ήταν άλλος από το να μας μεταφέρουν στον αστικό και απόλυτα στιλιζαρισμένο κόσμο του Πίντερ. Άλλωστε, μέσω αυτού του αφύσικου στιλιζαρίσματος, ο συγγραφέας καταφέρνει να αναδείξει με μεγαλύτερη σαφήνεια και ακρίβεια τη δυσκολία των ανθρώπινων σχέσεων, αλλά και τη συναισθηματική αστάθεια των πρωταγωνιστών του, οι οποίοι στην προσπάθειά τους να ζήσουν την τέλεια ζωή, φτάνουν στο τέλος να κατασκευάσουν έναν δικό τους πλασματικό κόσμο, στον οποίο δεν χωρούν οι ατέλειες, τα λάθη και τα ακατέργαστα συναισθήματα. 

Βέβαια, εξίσου σημαντικοί για το άρτιο καλλιτεχνικό αποτέλεσμα που παρακολουθήσαμε, υπήρξαν και οι φωτισμοί της παράστασης, καθώς και η μουσική επιμέλεια, διότι έδωσαν μία πιο έντονη συναισθηματική χροιά στην όλη θεατρική δημιουργία. Πιο συγκεκριμένα, η τζαζ μουσική επένδυση, που κυριαρχεί σε όλη την διάρκεια του έργου, μας μετέφερε νοητά στο μεσοαστικό περιβάλλον εκείνης της εποχής, οπτικοποιώντας ακόμα πιο παραστατικά την ιστορία του Χάρολντ Πίντερ.

Έντονη υποκριτική χημεία μεταξύ των πρωταγωνιστών

Το ανέβασμα του έργου αυτού, θα μπορούσαμε να το χαρακτηρίσουμε ιδιαίτερα φρέσκο και σύγχρονο, καθώς διατηρώντας την πολυεπίπεδη προσέγγιση του Πίντερ, παράλληλα δεν αποπνέει την κλασικότητα και τη μη χρονική εγκυρότητα μιας εποχής, που έχει περάσει ανεπιστρεπτί. 

Αντίθετα, αυτό το θεατρικό ανέβασμα καταφέρνει να μας μεταφέρει στο χωροχρονικό παρόν της ιστορίας, χωρίς να νιώσουμε ούτε για μία στιγμή ξένοι ή χρονικά παράταιροι. Φυσικά, ειδική αναφορά οφείλουμε να κάνουμε και στους δύο ηθοποιούς-πρωταγωνιστές της συγκεκριμένης θεατρικής δουλειάς, καθώς τόσο η Χρύσα Κοτταράκου, όσο και ο Κωνσταντίνος Παράσης, φαίνονται απόλυτα εναρμονισμένοι με τους ρόλους, που καλούνται να ενσαρκώσουν, καλύπτοντας ουσιαστικά τη φανταστική απόσταση μεταξύ της τέχνης και της πραγματικότητας. 

Πιο αναλυτικά, η μεγάλη υποκριτική και σκηνική τους χημεία, σε συνδυασμό με το διάχυτο ερμηνευτικό τους ταλέντο καταφέρνει να αποδώσει στο έπακρο την στηλιτευτική διάθεση του Πίντερ, ο οποίος χρησιμοποιώντας ένα ζευγάρι, που φαινομενικά αποτελεί ενσάρκωση του αμερικανικού ονείρου, μας υποδεικνύει, ότι οι άνθρωποι υιοθετούν πολλά προσωπεία, στην προσπάθειά τους να κρύψουν τα πραγματικά τους συναισθήματα. Άλλωστε, όπως υποστηρίζει και ο ίδιος ο συγγραφέας, οι άνθρωποι πολύ συχνά στο πλαίσιο της αγωνιώδους προσπάθειάς τους να κατακτήσουν την ευδαιμονία, καταλήγουν να φοράνε «ετοιμόρροπα» προσωπεία, τα οποία σε πολλές περιπτώσεις συγκαλύπτουν το πραγματικό κενό, που αισθάνονται.

Κλείνοντας λοιπόν, μπορούμε με βεβαιότητα να υποστηρίξουμε, ότι η παράσταση «Ο Εραστής» είναι μία ασυνήθιστη θεατρική εμπειρία, η οποία αν και αρχικά φαντάζει αλλοπρόσαλλη και καλλιτεχνικά ασύνδετη, στο τέλος καταφέρνει να σε κερδίσει με την αντισυμβατική ειλικρίνειά της.

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 15-16 Ιουνίου 2019

Του Νίκου Αγγελή Άνθη

Αυτή την εβδομάδα επισκεφθήκαμε το Θέατρο Τ, με σκοπό να παρακολουθήσουμε το έργο «Ο Εραστής» του Χάρολντ Πίντερ με πρωταγωνιστές τη Χρύσα Κοτταράκου και τον Κωνσταντίνο Παράση. 

Το Θέατρο Τ, όπως έχουμε αναφέρει ξανά, παρά τη μικρή του χωρητικότητα έχει καταφέρει να αφήσει το δικό του ξεχωριστό στίγμα στην εναλλακτική θεατρική σκηνή της Θεσσαλονίκης, κυρίως λόγω των πολύ αξιόλογων παραστάσεων που ανεβάζει κατά καιρούς.  Έχει κατορθώσει να δώσει μία νέα καλλιτεχνική πνοή στη Θεσσαλονίκη, παρουσιάζοντας πολύ προσεγμένες και ποιοτικές θεατρικές δουλειές. Πολύ αξιόλογη λοιπόν ήταν και η παράσταση που παρακολουθήσαμε, η οποία κατάφερε να εναρμονιστεί πλήρως με το καλλιτεχνικό στίγμα του Θεάτρου Τ.

Ένα έργο, που θίγει σημαντικά στοιχεία μέσα από το πρίσμα της ειρωνείας

Ο «Εραστής» είναι ένα από τα πιο γνωστά έργα του νομπελίστα συγγραφέα Χάρολντ Πίντερ. Κυκλοφόρησε για πρώτη φορά το 1962, γνωρίζοντας πολύ μεγάλη επιτυχία, έχει στο επίκεντρό του ένα παντρεμένο ζευγάρι, την Σάρα και το Ρίτσαρντ, οι οποίοι ζουν μαζί σε ένα πολύ όμορφο σπίτι στα προάστια. Ο Ρίτσαρντ είναι ένας επιτυχημένος οικονομικός σύμβουλος, ενώ η Σάρα παραμένοντας στο σπίτι, φροντίζει να επικρατεί πάντα μια πολύ ευχάριστη και χαλαρή ατμόσφαιρα. 

Η ζωή τους επομένως, φαίνεται να είναι προσεκτικά προγραμματισμένη μέχρι και το τελευταίο δευτερόλεπτο της ημέρας. Ωστόσο, το αντιφατικό στοιχείο της ιστορίας είναι ότι η Σάρα έχει έναν εραστή, ο οποίος εν γνώσει του Ρίτσαρντ την επισκέπτεται στο σπίτι τους σχεδόν κάθε απόγευμα. 

Το έργο αυτό του Χάρολντ Πίντερ υπήρξε ιδιαίτερα επιτυχημένο, διότι καταφέρνει με έναν τρόπο πολύ ευφυή, που στηλιτεύει, να προσεγγίσει την έννοια του έρωτα, της συνήθειας, των ασυνείδητων σκέψεων, αλλά και της μοναξιάς, που βιώνουμε σχεδόν όλοι οι άνθρωποι, πνιγμένοι από τον φόβο των πραγματικών μας συναισθημάτων. Η σημαντικότερο ίσως παράμετρος αυτού του έργου, είναι ότι καταφέρνει να θίξει όλα αυτά τα σημαντικά στοιχεία, μέσα από το αποκαλυπτικό και ωμό πρίσμα της ειρωνείας και της σάτιρας.

Η μουσική επιμέλεια έδωσε μία έντονη συναισθηματική χροιά

Αρχικά, η σκηνοθεσία της παράστασης, την οποία ανέλαβε η Λένα Φιλίπποβα, ήταν ιδιαίτερα ευρηματική, διότι δημιουργώντας τις απαραίτητες παύσεις ανάμεσα στις σκηνές του έργου, έδινε την ευκαιρία στους θεατές να επεξεργαστούν βαθύτερα τα υποδόρια μηνύματα του κειμένου. Η σκηνοθεσία επίσης, θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ιδιαίτερα επιτυχημένη, καθώς κατάφερε να διατηρήσει την παράσταση σε έναν γρήγορο ρυθμό, κρατώντας αμείωτο το ενδιαφέρον του κοινού μέχρι το τέλος. 

Φυσικά, ιδιαίτερα σημαντικά υπήρξαν και τα σκηνικά της συγκεκριμένης θεατρικής προσπάθειας, τα οποία επιμελήθηκε η Γεωργία Μπούρδα, και τα οποία περιέβαλαν αρμονικά την ιδιαίτερη αυτή ιστορία. Πιο αναλυτικά, τα σκηνικά, τα οποία θα μπορούσαμε να τα χαρακτηρίσουμε απλοϊκά και μινιμαλιστικά, αντιλαμβανόμαστε ότι κατάφεραν να επιτύχουν στο έπακρο τον στόχο τους, ο οποίος δεν ήταν άλλος από το να μας μεταφέρουν στον αστικό και απόλυτα στιλιζαρισμένο κόσμο του Πίντερ. Άλλωστε, μέσω αυτού του αφύσικου στιλιζαρίσματος, ο συγγραφέας καταφέρνει να αναδείξει με μεγαλύτερη σαφήνεια και ακρίβεια τη δυσκολία των ανθρώπινων σχέσεων, αλλά και τη συναισθηματική αστάθεια των πρωταγωνιστών του, οι οποίοι στην προσπάθειά τους να ζήσουν την τέλεια ζωή, φτάνουν στο τέλος να κατασκευάσουν έναν δικό τους πλασματικό κόσμο, στον οποίο δεν χωρούν οι ατέλειες, τα λάθη και τα ακατέργαστα συναισθήματα. 

Βέβαια, εξίσου σημαντικοί για το άρτιο καλλιτεχνικό αποτέλεσμα που παρακολουθήσαμε, υπήρξαν και οι φωτισμοί της παράστασης, καθώς και η μουσική επιμέλεια, διότι έδωσαν μία πιο έντονη συναισθηματική χροιά στην όλη θεατρική δημιουργία. Πιο συγκεκριμένα, η τζαζ μουσική επένδυση, που κυριαρχεί σε όλη την διάρκεια του έργου, μας μετέφερε νοητά στο μεσοαστικό περιβάλλον εκείνης της εποχής, οπτικοποιώντας ακόμα πιο παραστατικά την ιστορία του Χάρολντ Πίντερ.

Έντονη υποκριτική χημεία μεταξύ των πρωταγωνιστών

Το ανέβασμα του έργου αυτού, θα μπορούσαμε να το χαρακτηρίσουμε ιδιαίτερα φρέσκο και σύγχρονο, καθώς διατηρώντας την πολυεπίπεδη προσέγγιση του Πίντερ, παράλληλα δεν αποπνέει την κλασικότητα και τη μη χρονική εγκυρότητα μιας εποχής, που έχει περάσει ανεπιστρεπτί. 

Αντίθετα, αυτό το θεατρικό ανέβασμα καταφέρνει να μας μεταφέρει στο χωροχρονικό παρόν της ιστορίας, χωρίς να νιώσουμε ούτε για μία στιγμή ξένοι ή χρονικά παράταιροι. Φυσικά, ειδική αναφορά οφείλουμε να κάνουμε και στους δύο ηθοποιούς-πρωταγωνιστές της συγκεκριμένης θεατρικής δουλειάς, καθώς τόσο η Χρύσα Κοτταράκου, όσο και ο Κωνσταντίνος Παράσης, φαίνονται απόλυτα εναρμονισμένοι με τους ρόλους, που καλούνται να ενσαρκώσουν, καλύπτοντας ουσιαστικά τη φανταστική απόσταση μεταξύ της τέχνης και της πραγματικότητας. 

Πιο αναλυτικά, η μεγάλη υποκριτική και σκηνική τους χημεία, σε συνδυασμό με το διάχυτο ερμηνευτικό τους ταλέντο καταφέρνει να αποδώσει στο έπακρο την στηλιτευτική διάθεση του Πίντερ, ο οποίος χρησιμοποιώντας ένα ζευγάρι, που φαινομενικά αποτελεί ενσάρκωση του αμερικανικού ονείρου, μας υποδεικνύει, ότι οι άνθρωποι υιοθετούν πολλά προσωπεία, στην προσπάθειά τους να κρύψουν τα πραγματικά τους συναισθήματα. Άλλωστε, όπως υποστηρίζει και ο ίδιος ο συγγραφέας, οι άνθρωποι πολύ συχνά στο πλαίσιο της αγωνιώδους προσπάθειάς τους να κατακτήσουν την ευδαιμονία, καταλήγουν να φοράνε «ετοιμόρροπα» προσωπεία, τα οποία σε πολλές περιπτώσεις συγκαλύπτουν το πραγματικό κενό, που αισθάνονται.

Κλείνοντας λοιπόν, μπορούμε με βεβαιότητα να υποστηρίξουμε, ότι η παράσταση «Ο Εραστής» είναι μία ασυνήθιστη θεατρική εμπειρία, η οποία αν και αρχικά φαντάζει αλλοπρόσαλλη και καλλιτεχνικά ασύνδετη, στο τέλος καταφέρνει να σε κερδίσει με την αντισυμβατική ειλικρίνειά της.

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 15-16 Ιουνίου 2019

ΣΧΟΛΙΑ

Επιλέξτε Κατηγορία