ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΣ

Σφαίρες, μαστίγια και φλεγόμενα παπούτσια: Ο Αντώνης Σαριόγλου γυρνάει τον κόσμο με τον Έκτορ Κούπερ και διηγείται απίθανες ιστορίες

Ο συνεργάτης του σπουδαίου Αργεντινού προπονητή έχει βιώσει απίστευτες καταστάσεις στην Αφρική και την Ασία

 14/02/2023 15:00

Σφαίρες, μαστίγια και φλεγόμενα παπούτσια: Ο Αντώνης Σαριόγλου γυρνάει τον κόσμο με τον Έκτορ Κούπερ και διηγείται απίθανες ιστορίες

Βασίλης Μόσχου

Κάθε μεγάλος προπονητής έχει πίσω του ένα υψηλού επιπέδου τεχνικό επιτελείο και ο Αντώνης Σαριόγλου βρέθηκε από νεαρή ηλικία στο πλευρό του σπουδαίου Έκτορ Ραούλ Κούπερ, ως γυμναστής, κατά τη θητεία του στον Άρη.

Η σχέση που αναπτύχθηκε σε επαγγελματικό και προσωπικό επίπεδο ήταν τόσο στενή, που τα επόμενα χρόνια τον ακολούθησε παντού. Με αφορμή την έναρξη της νέας συνεργασίας, με την εθνική Συρίας, ο Έλληνας γυμναστής διηγείται τις περιπέτειές του στην Αφρική και το Ουζμπεκιστάν.

sarioglou-salah.jpg

Με τον Μοχάμεντ Σαλάχ σε προπόνηση της εθνικής Αιγύπτου


Η Αίγυπτος, το Μουντιάλ και η φιλία με τον Μοχάμεντ Σαλάχ

Η πρώτη και σημαντικότερη, από αγωνιστικής πλευράς, εμπειρία ήταν, αναμφίβολα, η συνεργασία με την εθνική Αιγύπτου.

«Για την Αίγυπτο θα μπορούσαμε να μιλάμε ώρες. Το 2015 αναλάβαμε μία ομάδα που είχε μείνει 28 χρόνια εκτός Μουντιάλ, με σκοπό την πρόκριση στα τελικά.

Η πρώτη μας διοργάνωση ήταν πάντως το Κόπα Άφρικα και φτάσαμε αήττητοι έως τον τελικό, όπου χάσαμε από το Καμερούν.

Στη συνέχεια καταφέραμε να εξασφαλίσουμε την πρόκριση στο Μουντιάλ της Ρωσίας κι αυτή ήταν μία ιστορική στιγμή για την Αίγυπτο.

Με τον Μοχάμεντ Σαλάχ γίναμε φίλοι και μπορεί να μην επικοινωνούμε πια συχνά, αλλά κανείς μας δεν ξεχνά όσα όλα ζήσαμε μαζί στην εθνική. Όταν μιλάμε, μού υπενθυμίζει πόσο καλά έμαθε να χρησιμοποιεί τη διάσημη ελληνική λέξη, αυτήν που ξέρουν οι πάντες σε όλον τον κόσμο.

Το Κάιρο είναι μια τεράστια και απολύτως χαοτική πόλη, αλλά η ζωή στην Αίγυπτο ήταν καλή. Δεν αντιμετωπίσαμε ποτέ κανένα πρόβλημα, σε οποιοδήποτε επίπεδο. Μπορεί να υπάρχουν πολιτισμικές και θρησκευτικές διαφορές, αλλά η συνύπαρξη με τους μουσουλμάνους στην Αίγυπτο ήταν εύκολη. Η διαφορά σε σχέση με τα όσα ζήσαμε σε άλλες χώρες της «βαθιάς» Αφρική ήταν τεράστια.

Η απόφαση που πήραμε πρόσφατα να πάμε στη Συρία δεν ήταν δύσκολη. Η χώρα είναι εντελώς κατεστραμμένη. Οι αγώνες και οι προπονήσεις της εθνικής δεν γίνονται στη Δαμασκό, αλλά στο Ντουμπάι, αφού στη Συρία δεν υπάρχουν πια υποδομές. Επομένως δεν υπάρχει και ζήτημα κινδύνου για μας».

Οι δύσκολες μέρες στην Κινσάσα, οι πυροβολισμοί στο γήπεδο και τα... μαστίγια

Ο Αντώνης Σαριόγλου έζησε τις δυσκολότερες μέρες στην Κινσάσα, στη διάρκεια της θητείας στην εθνική της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό.

«Τις πιο δυσάρεστες εμπειρίες, τις ζήσαμε στο Κονγκό. Η πρωτεύουσα, Κινσάσα, είναι μία πάμπτωχη και πολύ άσχημη πόλη. Από τις πιο άσχημες που έχω δει.

Όλα γύρω μας ήταν άσχημα. Τα γήπεδα, οι δρόμοι, τα αυτοκίνητα, τα κτίρια. Είναι μία αφιλόξενη πόλη με εξίσου αφιλόξενους και επιθετικούς, θα έλεγα, ανθρώπους. Συνέβαιναν φοβερά πράγματα στην πόλη. Κάποιες φορές ήσουν κολλημένος στην κίνηση και έβλεπες πολίτες να συγκρούονται άγρια με την αστυνομία ή και με δυνάμεις του στρατού, με αφορμή μία τροχαία παράβαση. Θεωρητικά έχουν Δημοκρατία, αλλά στην ουσία κουμάντο κάνει ο στρατός.

Ακόμη και απέναντι σε μας, που ήμασταν μέλη της εθνικής ομάδας, η στάση του κόσμου ήταν συχνά εχθρική.

Όταν τα πράγματα δεν πήγαιναν καλά, ένιωθες έντονα αυτό το εχθρικό κλίμα. Θυμάμαι τις μέρες μετά τα ματς με το Μαρόκο και τον αποκλεισμό μας από την τελική φάση του Μουντιάλ.

Όταν γυρίσαμε στην Κινσάσα δεν μπορούσαμε να κυκλοφορήσουμε με το λεωφορείο της ομάδας, ούτε καν να φορέσουμε τα ρούχα της Εθνικής. Παίρναμε τουριστικό λεωφορείο για να μη δίνουμε στόχο. Εκεί άρχισα να νιώθω ανασφάλεια. Μετά μάθαμε ότι το σπίτι δύο ποδοσφαιριστών που θεωρήθηκαν υπεύθυνοι για τον αποκλεισμό, είχε κυριολεκτικά λεηλατηθεί.

Η πιο τρομακτική εμπειρία ήταν πάντως αυτή που ζήσαμε πριν από ένα παιχνίδι για τα προκριματικά του Κόπα Άφρικα. Το ματς επρόκειτο να γίνει κεκλεισμένων των θυρών, λόγω τιμωρίας. Την ώρα που κάναμε προπόνηση ενόψει του αγώνα με το Μπενίν, μπήκε ξαφνικά μέσα στο γήπεδο μία ομάδα οπαδών. Οι άντρες της Ασφάλειας τούς θεώρησαν επικίνδυνους και άρχισαν να πυροβολούν στον αέρα.

Κάπου εκεί είπαμε ΟΚ, εδώ δεν γίνεται να συνεχίσουμε. Όταν πηγαίνεις στα αποδυτήρια και ακούς πυροβολισμούς πάνω από το κεφάλι σου, αρχίζεις να σκέφτεσαι διαφορετικά. Λες, μπορεί μία σφαίρα να βρει στην κερκίδα και να μου έρθει αδέσποτη. Επίσης, σκέφτεσαι ότι για να αναγκαστούν να βγάλουν όπλα, ήξεραν ότι οι οπαδοί ήταν πολύ επικίνδυνοι.

Φοβερή εμπειρία ήταν και ένα ταξίδι με την εθνική Αιγύπτου ενόψει αγώνα με τη Νιγηρία για τα προκριματικά του Κόπα Άφρικα, το 2017. Μας πήγαν σε ένα γήπεδο που χωρούσε 22.000 και είχε μέσα 26.000 ανθρώπους. Κάποια στιγμή οι οπαδοί έσπασαν τις πόρτες και μπήκαν στο γήπεδο, μία ανάσα από τον αγωνιστικό χώρο.

Η Νιγηρία είχε παίξει πολύ καλά αλλά εμείς ισοφαρίσαμε με τον Σαλάχ στο 90' και στις καθυστερήσεις ο διαιτητής έκοψε φάση τετ-α-τετ, πάλι με τον Σαλάχ, σφυρίζοντας τη λήξη. Προφανώς φοβήθηκε ότι τα πράγματα θα ξέφευγαν αν η Νιγηρία έχανε.

Ο κόσμος που είχε μπει στο γήπεδο φώναζε, αλλά δεν ήταν απειλητικός απέναντί μας. Υπήρχαν άλλωστε περίπου 20 έφιπποι αστυνομικοί με μαστίγια και χτυπούσαν στο ψαχνό όποιον έκανε και την παραμικρή κίνηση που θα μπορούσε να θεωρηθεί απειλητική. Μιλάμε για απίστευτη εικόνα. Σκέψου να βλέπεις ανθρώπους να μαστιγώνονται μπροστά σου».

Τα φλεγόμενα παπούτσια και η πράσινη μπογιά στο γήπεδο

Απολύτως σουρεαλιστική ήταν και η εμπειρία του στο Τσαντ.

«Μας έβαλαν να παίξουμε ντάλα μεσημέρι με 42 βαθμούς σε πλαστικό γήπεδο. Τα παπούτσια μας έκαιγαν στην κυριολεξία. Πατούσες και καιγόσουν. Το έκαναν επίτηδες για να μας δυσκολέψουν, αλλά κερδίσαμε 5-1.

Κάποια στιγμή δεν άντεξα, ζήτησα νερό από τον φροντιστή για να ρίξω στα παπούτσια μου αλλά εκείνος με απέτρεψε λέγοντας πώς θα το κάνω χειρότερο, αφού το νερό θα έβραζε και θα έπαιρναν φωτιά τα πόδια μου.

Θυμάμαι επίσης μία τρελή ιστορία στο Κόπα Άφρικα της Γκαμπόν. Τα γήπεδα ήταν σε τραγική κατάσταση και υπήρχαν πολλά σημεία με χώμα. Έκοβαν, λοιπόν, χόρτο από τα βοηθητικά και το έριχναν στο γήπεδο για να καλύπτουν τα... καφέ σημεία.

Το καλύτερο το έκαναν στον ημιτελικό με την Μπουρκίνα Φάσο. Η μικρή περιοχή ήταν τόσο χάλια που την έβαψαν πράσινη με μπογιά. Ο τερματοφύλακάς μας έκανε ζέσταμα με άσπρα ισοθερμικά και σε λίγη ώρα, μετά από κάποιες βουτιές, ήταν καταπράσινος».

cuper-syria.jpg

Η παρουσίασή τους από την ποδοσφαιρική ομοσπονδία της Συρίας


Οι μολυσματικές ασθένειες και τα αμέτρητα εμβόλια

Οι υγειονομικές συνθήκες στην Αφρική είναι τελείως διαφορετικές απ' ό,τι στον δυτικό κόσμο και ο κίνδυνος προσβολής από μολυσματικές ασθένειες καθιστά απαραίτητο τον εμβολιασμό για κάθε μία από αυτές.

«Αν δεν κάνω λάθος επισκεφτήκαμε 18 χώρες της Αφρικής, τα ταξίδια ήταν ατέλειωτα και οι συνθήκες δύσκολες. Έχουμε πάει σχεδόν παντού. Μαλάουι, Τσαντ, Μαδαγασκάρη, Μπενίν, Ουγκάντα, Τανζανία. Είδαμε πολλή φυσική ομορφιά αλλά και πολλή φτώχεια.

Είναι αδύνατον να κάνεις τόσα ταξίδια στην Αφρική αν δεν έχεις εμβολιαστεί για κάθε πιθανή ασθένεια. Είναι τόσα πολλά τα εμβόλια, που χάνεις το μέτρημα και συνήθως δεν ξέρεις καν για ποια ασθένεια σε εμβολιάζουν. Θυμάμαι πριν από ένα ταξίδι με την εθνική Αιγύπτου, πρέπει να ήταν στο γαλλικό Κονγκό, μάς είχαν κάνει τρία εμβόλια, ένα σε κάθε χέρι και ακόμη ένα που ήταν πόσιμο.

Την επόμενη μέρα το πρωί ξυπνάω και συνειδητοποιώ ότι δεν μπορώ να κουνήσω το αριστερό μου χέρι. Ο πόνος ήταν απίστευτος και το ανέφερα στον Έκτορ, λέγοντάς του ότι ήταν σαν να έχει παραλύσει.

Αργότερα, ενώ πηγαίναμε προς το μέρος στο οποίο θα γινόταν η προπόνηση, αναγκαστήκαμε να σταματήσουμε το πούλμαν. Πέντε από τους παίκτες της ομάδας αισθάνθηκαν άσχημα και έκαναν εμετό. Τις επόμενες δύο μέρες δεν μπορούσαμε να κάνουμε προπόνηση. Κανείς δεν ξέρει τι ακριβώς ήταν αυτό το εμβόλιο».

Η ζωή στο Ουζμπεκιστάν και η λατρεία για τον Βασίλη Χατζηπαναγή

Ελάχιστοι Έλληνες θα απαντούσαν σωστά στην ερώτηση «ποια είναι η πρωτεύουσα του Ουζμπεκιστάν», αλλά όπως εξηγεί ο Αντώνης Σαριόγλου, οι κάτοικοι της Τασκένδης λατρεύουν την Ελλάδα, αφού, εκτός των άλλων, την έχουν συνδέσει με τον θρυλικό Βασίλη Χατζηπαναγή.

«Η εμπειρία από το Ουζμπεκιστάν δεν είχε καμία σχέση με τα όσα ζήσαμε στην Αφρική. Η καθημερινότητα εκεί είναι πολύ κοντά στον ευρωπαϊκό τρόπο ζωής κι ας μιλάμε για μία ασιατική χώρα με διαφορετική κουλτούρα. Η Τασκένδη είναι μία πολύ ωραία πόλη, παρά τα κατάλοιπα από την εποχή του κομμουνισμού.

Ο κόσμος αγαπά πολύ τους Έλληνες και το δείχνει με κάθε ευκαιρία. Έλληνας είναι άλλωστε και ο ήρωάς τους, ο Βασίλης Χατζηπαναγής. Όπου κι αν πας σού μιλούν με θαυμασμό για εκείνον και η μορφή του βρίσκεται παντού στο γήπεδο της Παχτακόρ.

Σε αθλητικό επίπεδο κάναμε πολύ καλή δουλειά και ο κόσμος την αναγνώρισε. Ήταν μία εξαιρετική εμπειρία σε μία μακρινή αλλά φιλόξενη χώρα με ανθρώπους που δεν έχουν μεν το δικό μας ταμπεραμέντο, αλλά είναι ιδιαίτερα φιλικοί με τους ξένους και πρωτίστως με τους Έλληνες».

sarioglou-cuper.jpg

Αντώνης Σαριόγλου και Έκτορ Ραούλ Κούπερ κατά την κοινή θητεία τους στον Άρη


Ο Έκτορ Κούπερ και η αγάπη του για τη Θεσσαλονίκη και τον Άρη

Έχουν περάσει πάνω από δέκα χρόνια από τη μέρα που ο Αργεντινός τεχνικός αποχώρησε από τον πάγκο του Άρη, αλλά η αγάπη του για τους κιτρινόμαυρους και τη Θεσσαλονίκη παραμένει αναλλοίωτη.

«Ο Έκτορ αγάπησε πολύ την Ελλάδα, τη Θεσσαλονίκη και τον Άρη. Μπορεί να έχουν περάσει χρόνια από τότε που έφυγε αλλά ποτέ δεν ξέχασε όσα έζησε. Η πόλη είναι πάντα μέσα στην καρδιά του και εξίσου ισχυρά είναι τα συναισθήματα για τον Άρη. Παρακολουθεί συστηματικά την πορεία της ομάδας, ξέρει πού βρίσκεται στη βαθμολογία, είναι ενήμερος για τις σημαντικές εξελίξεις, όπως, για παράδειγμα, για την πρόσφατη αποχώρηση του Άλαν Πάρντιου από τον πάγκο. Ο δεσμός του με τη Θεσσαλονίκη και τον Άρη δεν έχει ξεθωριάσει καθόλου με το πέρασμα του χρόνου».

* Δημοσιεύτηκε στη «ΜτΚ» στις 12.02.2023

Κάθε μεγάλος προπονητής έχει πίσω του ένα υψηλού επιπέδου τεχνικό επιτελείο και ο Αντώνης Σαριόγλου βρέθηκε από νεαρή ηλικία στο πλευρό του σπουδαίου Έκτορ Ραούλ Κούπερ, ως γυμναστής, κατά τη θητεία του στον Άρη.

Η σχέση που αναπτύχθηκε σε επαγγελματικό και προσωπικό επίπεδο ήταν τόσο στενή, που τα επόμενα χρόνια τον ακολούθησε παντού. Με αφορμή την έναρξη της νέας συνεργασίας, με την εθνική Συρίας, ο Έλληνας γυμναστής διηγείται τις περιπέτειές του στην Αφρική και το Ουζμπεκιστάν.

sarioglou-salah.jpg

Με τον Μοχάμεντ Σαλάχ σε προπόνηση της εθνικής Αιγύπτου


Η Αίγυπτος, το Μουντιάλ και η φιλία με τον Μοχάμεντ Σαλάχ

Η πρώτη και σημαντικότερη, από αγωνιστικής πλευράς, εμπειρία ήταν, αναμφίβολα, η συνεργασία με την εθνική Αιγύπτου.

«Για την Αίγυπτο θα μπορούσαμε να μιλάμε ώρες. Το 2015 αναλάβαμε μία ομάδα που είχε μείνει 28 χρόνια εκτός Μουντιάλ, με σκοπό την πρόκριση στα τελικά.

Η πρώτη μας διοργάνωση ήταν πάντως το Κόπα Άφρικα και φτάσαμε αήττητοι έως τον τελικό, όπου χάσαμε από το Καμερούν.

Στη συνέχεια καταφέραμε να εξασφαλίσουμε την πρόκριση στο Μουντιάλ της Ρωσίας κι αυτή ήταν μία ιστορική στιγμή για την Αίγυπτο.

Με τον Μοχάμεντ Σαλάχ γίναμε φίλοι και μπορεί να μην επικοινωνούμε πια συχνά, αλλά κανείς μας δεν ξεχνά όσα όλα ζήσαμε μαζί στην εθνική. Όταν μιλάμε, μού υπενθυμίζει πόσο καλά έμαθε να χρησιμοποιεί τη διάσημη ελληνική λέξη, αυτήν που ξέρουν οι πάντες σε όλον τον κόσμο.

Το Κάιρο είναι μια τεράστια και απολύτως χαοτική πόλη, αλλά η ζωή στην Αίγυπτο ήταν καλή. Δεν αντιμετωπίσαμε ποτέ κανένα πρόβλημα, σε οποιοδήποτε επίπεδο. Μπορεί να υπάρχουν πολιτισμικές και θρησκευτικές διαφορές, αλλά η συνύπαρξη με τους μουσουλμάνους στην Αίγυπτο ήταν εύκολη. Η διαφορά σε σχέση με τα όσα ζήσαμε σε άλλες χώρες της «βαθιάς» Αφρική ήταν τεράστια.

Η απόφαση που πήραμε πρόσφατα να πάμε στη Συρία δεν ήταν δύσκολη. Η χώρα είναι εντελώς κατεστραμμένη. Οι αγώνες και οι προπονήσεις της εθνικής δεν γίνονται στη Δαμασκό, αλλά στο Ντουμπάι, αφού στη Συρία δεν υπάρχουν πια υποδομές. Επομένως δεν υπάρχει και ζήτημα κινδύνου για μας».

Οι δύσκολες μέρες στην Κινσάσα, οι πυροβολισμοί στο γήπεδο και τα... μαστίγια

Ο Αντώνης Σαριόγλου έζησε τις δυσκολότερες μέρες στην Κινσάσα, στη διάρκεια της θητείας στην εθνική της Λαϊκής Δημοκρατίας του Κονγκό.

«Τις πιο δυσάρεστες εμπειρίες, τις ζήσαμε στο Κονγκό. Η πρωτεύουσα, Κινσάσα, είναι μία πάμπτωχη και πολύ άσχημη πόλη. Από τις πιο άσχημες που έχω δει.

Όλα γύρω μας ήταν άσχημα. Τα γήπεδα, οι δρόμοι, τα αυτοκίνητα, τα κτίρια. Είναι μία αφιλόξενη πόλη με εξίσου αφιλόξενους και επιθετικούς, θα έλεγα, ανθρώπους. Συνέβαιναν φοβερά πράγματα στην πόλη. Κάποιες φορές ήσουν κολλημένος στην κίνηση και έβλεπες πολίτες να συγκρούονται άγρια με την αστυνομία ή και με δυνάμεις του στρατού, με αφορμή μία τροχαία παράβαση. Θεωρητικά έχουν Δημοκρατία, αλλά στην ουσία κουμάντο κάνει ο στρατός.

Ακόμη και απέναντι σε μας, που ήμασταν μέλη της εθνικής ομάδας, η στάση του κόσμου ήταν συχνά εχθρική.

Όταν τα πράγματα δεν πήγαιναν καλά, ένιωθες έντονα αυτό το εχθρικό κλίμα. Θυμάμαι τις μέρες μετά τα ματς με το Μαρόκο και τον αποκλεισμό μας από την τελική φάση του Μουντιάλ.

Όταν γυρίσαμε στην Κινσάσα δεν μπορούσαμε να κυκλοφορήσουμε με το λεωφορείο της ομάδας, ούτε καν να φορέσουμε τα ρούχα της Εθνικής. Παίρναμε τουριστικό λεωφορείο για να μη δίνουμε στόχο. Εκεί άρχισα να νιώθω ανασφάλεια. Μετά μάθαμε ότι το σπίτι δύο ποδοσφαιριστών που θεωρήθηκαν υπεύθυνοι για τον αποκλεισμό, είχε κυριολεκτικά λεηλατηθεί.

Η πιο τρομακτική εμπειρία ήταν πάντως αυτή που ζήσαμε πριν από ένα παιχνίδι για τα προκριματικά του Κόπα Άφρικα. Το ματς επρόκειτο να γίνει κεκλεισμένων των θυρών, λόγω τιμωρίας. Την ώρα που κάναμε προπόνηση ενόψει του αγώνα με το Μπενίν, μπήκε ξαφνικά μέσα στο γήπεδο μία ομάδα οπαδών. Οι άντρες της Ασφάλειας τούς θεώρησαν επικίνδυνους και άρχισαν να πυροβολούν στον αέρα.

Κάπου εκεί είπαμε ΟΚ, εδώ δεν γίνεται να συνεχίσουμε. Όταν πηγαίνεις στα αποδυτήρια και ακούς πυροβολισμούς πάνω από το κεφάλι σου, αρχίζεις να σκέφτεσαι διαφορετικά. Λες, μπορεί μία σφαίρα να βρει στην κερκίδα και να μου έρθει αδέσποτη. Επίσης, σκέφτεσαι ότι για να αναγκαστούν να βγάλουν όπλα, ήξεραν ότι οι οπαδοί ήταν πολύ επικίνδυνοι.

Φοβερή εμπειρία ήταν και ένα ταξίδι με την εθνική Αιγύπτου ενόψει αγώνα με τη Νιγηρία για τα προκριματικά του Κόπα Άφρικα, το 2017. Μας πήγαν σε ένα γήπεδο που χωρούσε 22.000 και είχε μέσα 26.000 ανθρώπους. Κάποια στιγμή οι οπαδοί έσπασαν τις πόρτες και μπήκαν στο γήπεδο, μία ανάσα από τον αγωνιστικό χώρο.

Η Νιγηρία είχε παίξει πολύ καλά αλλά εμείς ισοφαρίσαμε με τον Σαλάχ στο 90' και στις καθυστερήσεις ο διαιτητής έκοψε φάση τετ-α-τετ, πάλι με τον Σαλάχ, σφυρίζοντας τη λήξη. Προφανώς φοβήθηκε ότι τα πράγματα θα ξέφευγαν αν η Νιγηρία έχανε.

Ο κόσμος που είχε μπει στο γήπεδο φώναζε, αλλά δεν ήταν απειλητικός απέναντί μας. Υπήρχαν άλλωστε περίπου 20 έφιπποι αστυνομικοί με μαστίγια και χτυπούσαν στο ψαχνό όποιον έκανε και την παραμικρή κίνηση που θα μπορούσε να θεωρηθεί απειλητική. Μιλάμε για απίστευτη εικόνα. Σκέψου να βλέπεις ανθρώπους να μαστιγώνονται μπροστά σου».

Τα φλεγόμενα παπούτσια και η πράσινη μπογιά στο γήπεδο

Απολύτως σουρεαλιστική ήταν και η εμπειρία του στο Τσαντ.

«Μας έβαλαν να παίξουμε ντάλα μεσημέρι με 42 βαθμούς σε πλαστικό γήπεδο. Τα παπούτσια μας έκαιγαν στην κυριολεξία. Πατούσες και καιγόσουν. Το έκαναν επίτηδες για να μας δυσκολέψουν, αλλά κερδίσαμε 5-1.

Κάποια στιγμή δεν άντεξα, ζήτησα νερό από τον φροντιστή για να ρίξω στα παπούτσια μου αλλά εκείνος με απέτρεψε λέγοντας πώς θα το κάνω χειρότερο, αφού το νερό θα έβραζε και θα έπαιρναν φωτιά τα πόδια μου.

Θυμάμαι επίσης μία τρελή ιστορία στο Κόπα Άφρικα της Γκαμπόν. Τα γήπεδα ήταν σε τραγική κατάσταση και υπήρχαν πολλά σημεία με χώμα. Έκοβαν, λοιπόν, χόρτο από τα βοηθητικά και το έριχναν στο γήπεδο για να καλύπτουν τα... καφέ σημεία.

Το καλύτερο το έκαναν στον ημιτελικό με την Μπουρκίνα Φάσο. Η μικρή περιοχή ήταν τόσο χάλια που την έβαψαν πράσινη με μπογιά. Ο τερματοφύλακάς μας έκανε ζέσταμα με άσπρα ισοθερμικά και σε λίγη ώρα, μετά από κάποιες βουτιές, ήταν καταπράσινος».

cuper-syria.jpg

Η παρουσίασή τους από την ποδοσφαιρική ομοσπονδία της Συρίας


Οι μολυσματικές ασθένειες και τα αμέτρητα εμβόλια

Οι υγειονομικές συνθήκες στην Αφρική είναι τελείως διαφορετικές απ' ό,τι στον δυτικό κόσμο και ο κίνδυνος προσβολής από μολυσματικές ασθένειες καθιστά απαραίτητο τον εμβολιασμό για κάθε μία από αυτές.

«Αν δεν κάνω λάθος επισκεφτήκαμε 18 χώρες της Αφρικής, τα ταξίδια ήταν ατέλειωτα και οι συνθήκες δύσκολες. Έχουμε πάει σχεδόν παντού. Μαλάουι, Τσαντ, Μαδαγασκάρη, Μπενίν, Ουγκάντα, Τανζανία. Είδαμε πολλή φυσική ομορφιά αλλά και πολλή φτώχεια.

Είναι αδύνατον να κάνεις τόσα ταξίδια στην Αφρική αν δεν έχεις εμβολιαστεί για κάθε πιθανή ασθένεια. Είναι τόσα πολλά τα εμβόλια, που χάνεις το μέτρημα και συνήθως δεν ξέρεις καν για ποια ασθένεια σε εμβολιάζουν. Θυμάμαι πριν από ένα ταξίδι με την εθνική Αιγύπτου, πρέπει να ήταν στο γαλλικό Κονγκό, μάς είχαν κάνει τρία εμβόλια, ένα σε κάθε χέρι και ακόμη ένα που ήταν πόσιμο.

Την επόμενη μέρα το πρωί ξυπνάω και συνειδητοποιώ ότι δεν μπορώ να κουνήσω το αριστερό μου χέρι. Ο πόνος ήταν απίστευτος και το ανέφερα στον Έκτορ, λέγοντάς του ότι ήταν σαν να έχει παραλύσει.

Αργότερα, ενώ πηγαίναμε προς το μέρος στο οποίο θα γινόταν η προπόνηση, αναγκαστήκαμε να σταματήσουμε το πούλμαν. Πέντε από τους παίκτες της ομάδας αισθάνθηκαν άσχημα και έκαναν εμετό. Τις επόμενες δύο μέρες δεν μπορούσαμε να κάνουμε προπόνηση. Κανείς δεν ξέρει τι ακριβώς ήταν αυτό το εμβόλιο».

Η ζωή στο Ουζμπεκιστάν και η λατρεία για τον Βασίλη Χατζηπαναγή

Ελάχιστοι Έλληνες θα απαντούσαν σωστά στην ερώτηση «ποια είναι η πρωτεύουσα του Ουζμπεκιστάν», αλλά όπως εξηγεί ο Αντώνης Σαριόγλου, οι κάτοικοι της Τασκένδης λατρεύουν την Ελλάδα, αφού, εκτός των άλλων, την έχουν συνδέσει με τον θρυλικό Βασίλη Χατζηπαναγή.

«Η εμπειρία από το Ουζμπεκιστάν δεν είχε καμία σχέση με τα όσα ζήσαμε στην Αφρική. Η καθημερινότητα εκεί είναι πολύ κοντά στον ευρωπαϊκό τρόπο ζωής κι ας μιλάμε για μία ασιατική χώρα με διαφορετική κουλτούρα. Η Τασκένδη είναι μία πολύ ωραία πόλη, παρά τα κατάλοιπα από την εποχή του κομμουνισμού.

Ο κόσμος αγαπά πολύ τους Έλληνες και το δείχνει με κάθε ευκαιρία. Έλληνας είναι άλλωστε και ο ήρωάς τους, ο Βασίλης Χατζηπαναγής. Όπου κι αν πας σού μιλούν με θαυμασμό για εκείνον και η μορφή του βρίσκεται παντού στο γήπεδο της Παχτακόρ.

Σε αθλητικό επίπεδο κάναμε πολύ καλή δουλειά και ο κόσμος την αναγνώρισε. Ήταν μία εξαιρετική εμπειρία σε μία μακρινή αλλά φιλόξενη χώρα με ανθρώπους που δεν έχουν μεν το δικό μας ταμπεραμέντο, αλλά είναι ιδιαίτερα φιλικοί με τους ξένους και πρωτίστως με τους Έλληνες».

sarioglou-cuper.jpg

Αντώνης Σαριόγλου και Έκτορ Ραούλ Κούπερ κατά την κοινή θητεία τους στον Άρη


Ο Έκτορ Κούπερ και η αγάπη του για τη Θεσσαλονίκη και τον Άρη

Έχουν περάσει πάνω από δέκα χρόνια από τη μέρα που ο Αργεντινός τεχνικός αποχώρησε από τον πάγκο του Άρη, αλλά η αγάπη του για τους κιτρινόμαυρους και τη Θεσσαλονίκη παραμένει αναλλοίωτη.

«Ο Έκτορ αγάπησε πολύ την Ελλάδα, τη Θεσσαλονίκη και τον Άρη. Μπορεί να έχουν περάσει χρόνια από τότε που έφυγε αλλά ποτέ δεν ξέχασε όσα έζησε. Η πόλη είναι πάντα μέσα στην καρδιά του και εξίσου ισχυρά είναι τα συναισθήματα για τον Άρη. Παρακολουθεί συστηματικά την πορεία της ομάδας, ξέρει πού βρίσκεται στη βαθμολογία, είναι ενήμερος για τις σημαντικές εξελίξεις, όπως, για παράδειγμα, για την πρόσφατη αποχώρηση του Άλαν Πάρντιου από τον πάγκο. Ο δεσμός του με τη Θεσσαλονίκη και τον Άρη δεν έχει ξεθωριάσει καθόλου με το πέρασμα του χρόνου».

* Δημοσιεύτηκε στη «ΜτΚ» στις 12.02.2023

ΣΧΟΛΙΑ

Επιλέξτε Κατηγορία