Σχέδιο ευθύνης για τη Θεσσαλονίκη

 21/10/2019 20:19

Η Θεσσαλονίκη είναι η μόνη πόλη στην Ελλάδα με πληθυσμό και Ιστορία που, το χρονικό τουλάχιστον των τελευταίων δεκαετιών το έχει αποδείξει, την καθιστούν μάλλον δύσκολα διαχειρίσιμη από τη συγκεντρωτική κεντρική διοίκηση. Δεν είναι Αθήνα, όπου τα προβλήματα επιλύονται με αποφασιστικές κινήσεις και γρήγορες νομοθετικές παρεμβάσεις. Δεν είναι όμως ούτε μία μικρή πόλη όπου τα αναπτυξιακά ζητήματα μπορούν με ευκολία να ιεραρχηθούν και να ενταχθούν σε προγράμματα κοινοτικών και εθνικών χρηματοδοτήσεων. Έχει ένα μοναδικό για τα ελληνικά δεδομένα μέγεθος. 

Σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες το μέγεθος αυτό αξιολογείται ως ιδανικό, καθώς πόλεις ανάλογων πληθυσμιακών και αναπτυξιακών χαρακτηριστικών αποτελούν προκλήσεις (case study) για εφαρμογή προγραμμάτων βιώσιμης προοπτικής. Για τον ελληνικό τρόπο διοίκησης η Θεσσαλονίκη αποτελεί ένα πρόβλημα, καθώς οι ανάγκες της προκαλούν -λογικά- διαφορετικές προσεγγίσεις ανάμεσα στους φορείς και τους πολίτες της και η κεντρική διοίκηση τα αντιμετωπίζει όλα αυτά με αμηχανία και συχνά με αντικρουόμενες αποφάσεις και προτεραιότητες, που αποτυπώνονται κάθε χρόνο και στις πρωθυπουργικές εξαγγελίες της Έκθεσης, που όπως ανακοινώνονται, έτσι και ξεχνιούνται. Τα παραδείγματα δεν έχουν τέλος. 

Η υποθαλάσσια ξεκινά ως απόλυτης προτεραιότητας έργο, αλλά η ανάγκη μιας εναλλακτικής ολοκλήρωσης της περιφερειακής εγκαταλείπεται με τη ματαίωσή της. Την μία χρονιά η ΔΕΘ φεύγει από το κέντρο ώστε να αναπτυχθεί ο θεσμός αλλά και η δυτική πλευρά της πόλης, και την άλλη επανέρχεται στο χώρο όπου βρίσκεται σήμερα. Η καινοτομία αξιολογείται ως πρωτεύουσας σημασίας ζήτημα εδώ και περισσότερο από είκοσι χρόνια με πλειάδα θεσμών ανολοκλήρωτων.

Το μετρό, και όχι μόνο εξαιτίας των αρχαιοτήτων, κυλά στις αργόσυρτες ράγες του χρόνου. Η θαλάσσια συγκοινωνία -ίσως το πιο «εύκολο» έργο- αντιμετωπίζεται με μειδιάματα ως γραφικότητα. Η αναβάθμιση και σύνδεση των εξαιρετικών ιστορικών αγορών, αντί να αποτελέσουν στοιχείο εμβληματικό της ταυτότητας της πόλης, εγκαταλείπονται (ενδεικτική η κατάσταση στον Άγιο Μηνά). Ο Θερμαϊκός έρχεται και χάνεται από το δημόσιο διάλογο, αλλά μόνο υποβάθμιση μπορεί κάποιος να διακρίνει από τις ανατολικές μέχρι τις δυτικές του ακτές. Η Άνω Πόλη, που κάποτε αποτελούσε ζήτημα ιδιαίτερης αντιμετώπισης, έχει χαθεί από τη δημόσια μέριμνα, η περιβόητη ανάπτυξη τόξων πρασίνου που θα άλλαζε την αναλογία πρασίνου ανά κάτοικο -τη χειρότερη στην Ευρώπη- δεν μας απασχολεί. Η αλλαγή στις προτεραιότητες δεν φαίνεται πλέον να εκπλήσσει κανέναν.

Οι διαφορετικές προσεγγίσεις της πόλης, που συχνά οδηγούν στους μικρούς αγαπημένους μας εμφυλίους, αξιοποιούνται από την Αθήνα ως δικαιολογία για να μην προχωρήσει εντέλει κάτι και ο επίλογος κάθε απραξίας φέρει τη δικαιολογία «αφού ως Θεσσαλονικείς δεν ξέρετε τι θέλετε». Και δεν θα μάθουμε ποτέ. Γιατί η ανάπτυξη μιας πόλης, του μεγέθους μάλιστα της Θεσσαλονίκης, δεν μπορεί να είναι η, κατά περίπτωση, συμπερίληψη αντιφατικών αιτημάτων, που άλλο πρωτοεμφανίστηκε τη δεκαετία του ’80, να μην πω και του ’60, και άλλο αποτέλεσε έμπνευση στιγμής ή προτεραιότητα συμφερόντων σε κάποια δημόσια γραφεία. Η Θεσσαλονίκη δεν έχει Ρυθμιστικό, δεν έχει σχέδιο αναπτυξιακών προτεραιοτήτων και χρήσεων γης. Αν κάτι σύγχρονο έχει να καταδείξει μια καινούργια κυβέρνηση, είναι η γρήγορη εκπόνησή του. Δεν είμαστε οι Θεσσαλονικείς που δεν ξέρουμε τι θέλουμε. Είναι η απουσία διαχρονικής συμφωνίας που, αν και όταν αποτυπωθεί με σαφήνεια, θα αντιμετωπιστεί από όλους με συνέπεια και σοβαρότητα.

ΤΑ ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΤΩΝ ΑΠΟΦΑΣΕΩΝ

Τελευταίο παράδειγμα τα 670 στρέμματα του στρατοπέδου Γκόνου στο δήμο Εχεδώρου, όπου η προηγούμενη κυβέρνηση αποφάσισε την ανάπτυξη «γεωστρατηγικής σημασίας» Κέντρου Εμπορευματικών Μεταφορών, ενώ η σημερινή πάγωσε το διαγωνισμό και εξήγγειλε στον ίδιο χώρο Ελεύθερη Ζώνη Βιομηχανίας και Εμπορίου. Πριν από λίγους μήνες ο διευθύνων σύμβουλος της ΓΑΙΟΣΕ ανέφερε ότι μέχρι τον Ιανουάριο του 2019 θα ολοκληρωνόταν ο «ανταγωνιστικός διάλογος» μεταξύ των υποψήφιων επενδυτών και θα βλέπαμε την υπογραφή της τελικής σύμβασης μέσα στο πρώτο εξάμηνο του τρέχοντος έτους. Η λειτουργία μεγάλου κέντρου logistics σε μικρή απόσταση από λιμάνι, σιδηρόδρομο και μεγάλες οδικές αρτηρίες είναι έργο αυτονόητης σημασίας και πάγιο αίτημα των φορέων της πόλης. Όπως και η δημιουργία Ελεύθερης Ζώνης. Δεν μπορούν ωστόσο να παίρνονται τέτοιας δυναμικής αποφάσεις και να ματαιώνονται χωρίς ευρύτερους σχεδιασμούς. Γιατί άλλαξε η απόφαση, ποια είναι η εναλλακτική, τι θα γίνει περαιτέρω με τις συνδεδεμένες μεταφορές στην περιοχή, εντέλει με ποια κριτήρια ξεκινούν και σταματούν έργα, είναι ζητήματα άγνωστα. Εάν ωστόσο η Θεσσαλονίκη είχε σχέδιο, όλα θα λειτουργούσαν διαφορετικά.

ΔΙΕΘΝΗΣ ΠΟΛΗ ΚΑΤΑ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ

Στη Θεσσαλονίκη, πολλά χρόνια τώρα, πραγματοποιούνται διεθνείς συναντήσεις και συνέδρια με κεντρικό θέμα τη συμβολή της πόλης στην ανάπτυξη της ευρύτερης Νοτιοανατολικής Ευρώπης. Μέχρι σήμερα ωστόσο δεν έχει γίνει μία απολογιστική διαδικασία -εννοείται εσωτερική, δική μας- για όσα πετύχαμε, κερδίσαμε, χάσαμε όλες αυτές τις δεκαετίες του βαλκανικού μετασχηματισμού. Η ταυτότητα μιας πόλης χτίζεται με κόπο και σχέδιο (branding), το ίδιο και ο επανακαθορισμός της (rebranding). Δεν είναι δυνατόν να εγκαθίστανται θεσμοί (να θυμηθούμε τους Οργανισμούς για την Ανασυγκρότηση των Βαλκανίων, το Συμβούλιο Απόδημου Ελληνισμού) και να καταργούνται χωρίς επιμέτρηση των επιπτώσεων στην αναπτυξιακή ταυτότητα της περιοχής. Και, εν πάση περιπτώσει, αν κάποιες λειτουργίες πρέπει να καταργηθούν ή να επανασχεδιαστούν, αυτό πρέπει να γίνεται με δημόσια και επιστημονική τεκμηρίωση.

Η ΑΓΝΩΣΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ

Παρά την αύξηση του τουρισμού στην Θεσσαλονίκη τα τελευταία χρόνια, πολλά «συγκριτικά» πλεονεκτήματά μας βρίσκονται εν υπνώσει. Χρειάστηκαν οι ανασκαφές του μετρό για να ανακαλύψουμε -ελπίζω- τη σημασία της βυζαντινής Θεσσαλονίκης. Μα τα μνημεία, προστατευμένα από την Unesco, βρίσκονται μπροστά μας! Η Αχειροποίητος, ο Άγιος Δημήτριος, η Αγία Σοφία, ο Όσιος Δαυίδ, η Παναγία Χαλκέων, η Μονή Βλατάδων, ο Άγιος Νικόλαος Ορφανός, τα λουτρά, τα τείχη, ο Προφήτης Ηλίας, οι Άγιοι Απόστολοι, η Ροτόντα. Και βέβαια οι διαδρομές σε όλη τη Μακεδονία. Αλλά και ευρύτερα ο πολιτιστικός τουρισμός. Παρά την προβολή των συγκλονιστικών μνημείων από την Πέλλα μέχρι την Καβάλα (το περιορίζω όσο μπορώ), τη γειτνίαση με την Χαλκιδική και τον Όλυμπο, τη γαστρονομική παράδοση της περιοχής, το σχέδιο τουριστικών εγχειρημάτων συνεργειών και προοπτικής αναζητείται.

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 20 Οκτωβρίου 2019

Η Θεσσαλονίκη είναι η μόνη πόλη στην Ελλάδα με πληθυσμό και Ιστορία που, το χρονικό τουλάχιστον των τελευταίων δεκαετιών το έχει αποδείξει, την καθιστούν μάλλον δύσκολα διαχειρίσιμη από τη συγκεντρωτική κεντρική διοίκηση. Δεν είναι Αθήνα, όπου τα προβλήματα επιλύονται με αποφασιστικές κινήσεις και γρήγορες νομοθετικές παρεμβάσεις. Δεν είναι όμως ούτε μία μικρή πόλη όπου τα αναπτυξιακά ζητήματα μπορούν με ευκολία να ιεραρχηθούν και να ενταχθούν σε προγράμματα κοινοτικών και εθνικών χρηματοδοτήσεων. Έχει ένα μοναδικό για τα ελληνικά δεδομένα μέγεθος. 

Σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες το μέγεθος αυτό αξιολογείται ως ιδανικό, καθώς πόλεις ανάλογων πληθυσμιακών και αναπτυξιακών χαρακτηριστικών αποτελούν προκλήσεις (case study) για εφαρμογή προγραμμάτων βιώσιμης προοπτικής. Για τον ελληνικό τρόπο διοίκησης η Θεσσαλονίκη αποτελεί ένα πρόβλημα, καθώς οι ανάγκες της προκαλούν -λογικά- διαφορετικές προσεγγίσεις ανάμεσα στους φορείς και τους πολίτες της και η κεντρική διοίκηση τα αντιμετωπίζει όλα αυτά με αμηχανία και συχνά με αντικρουόμενες αποφάσεις και προτεραιότητες, που αποτυπώνονται κάθε χρόνο και στις πρωθυπουργικές εξαγγελίες της Έκθεσης, που όπως ανακοινώνονται, έτσι και ξεχνιούνται. Τα παραδείγματα δεν έχουν τέλος. 

Η υποθαλάσσια ξεκινά ως απόλυτης προτεραιότητας έργο, αλλά η ανάγκη μιας εναλλακτικής ολοκλήρωσης της περιφερειακής εγκαταλείπεται με τη ματαίωσή της. Την μία χρονιά η ΔΕΘ φεύγει από το κέντρο ώστε να αναπτυχθεί ο θεσμός αλλά και η δυτική πλευρά της πόλης, και την άλλη επανέρχεται στο χώρο όπου βρίσκεται σήμερα. Η καινοτομία αξιολογείται ως πρωτεύουσας σημασίας ζήτημα εδώ και περισσότερο από είκοσι χρόνια με πλειάδα θεσμών ανολοκλήρωτων.

Το μετρό, και όχι μόνο εξαιτίας των αρχαιοτήτων, κυλά στις αργόσυρτες ράγες του χρόνου. Η θαλάσσια συγκοινωνία -ίσως το πιο «εύκολο» έργο- αντιμετωπίζεται με μειδιάματα ως γραφικότητα. Η αναβάθμιση και σύνδεση των εξαιρετικών ιστορικών αγορών, αντί να αποτελέσουν στοιχείο εμβληματικό της ταυτότητας της πόλης, εγκαταλείπονται (ενδεικτική η κατάσταση στον Άγιο Μηνά). Ο Θερμαϊκός έρχεται και χάνεται από το δημόσιο διάλογο, αλλά μόνο υποβάθμιση μπορεί κάποιος να διακρίνει από τις ανατολικές μέχρι τις δυτικές του ακτές. Η Άνω Πόλη, που κάποτε αποτελούσε ζήτημα ιδιαίτερης αντιμετώπισης, έχει χαθεί από τη δημόσια μέριμνα, η περιβόητη ανάπτυξη τόξων πρασίνου που θα άλλαζε την αναλογία πρασίνου ανά κάτοικο -τη χειρότερη στην Ευρώπη- δεν μας απασχολεί. Η αλλαγή στις προτεραιότητες δεν φαίνεται πλέον να εκπλήσσει κανέναν.

Οι διαφορετικές προσεγγίσεις της πόλης, που συχνά οδηγούν στους μικρούς αγαπημένους μας εμφυλίους, αξιοποιούνται από την Αθήνα ως δικαιολογία για να μην προχωρήσει εντέλει κάτι και ο επίλογος κάθε απραξίας φέρει τη δικαιολογία «αφού ως Θεσσαλονικείς δεν ξέρετε τι θέλετε». Και δεν θα μάθουμε ποτέ. Γιατί η ανάπτυξη μιας πόλης, του μεγέθους μάλιστα της Θεσσαλονίκης, δεν μπορεί να είναι η, κατά περίπτωση, συμπερίληψη αντιφατικών αιτημάτων, που άλλο πρωτοεμφανίστηκε τη δεκαετία του ’80, να μην πω και του ’60, και άλλο αποτέλεσε έμπνευση στιγμής ή προτεραιότητα συμφερόντων σε κάποια δημόσια γραφεία. Η Θεσσαλονίκη δεν έχει Ρυθμιστικό, δεν έχει σχέδιο αναπτυξιακών προτεραιοτήτων και χρήσεων γης. Αν κάτι σύγχρονο έχει να καταδείξει μια καινούργια κυβέρνηση, είναι η γρήγορη εκπόνησή του. Δεν είμαστε οι Θεσσαλονικείς που δεν ξέρουμε τι θέλουμε. Είναι η απουσία διαχρονικής συμφωνίας που, αν και όταν αποτυπωθεί με σαφήνεια, θα αντιμετωπιστεί από όλους με συνέπεια και σοβαρότητα.

ΤΑ ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΤΩΝ ΑΠΟΦΑΣΕΩΝ

Τελευταίο παράδειγμα τα 670 στρέμματα του στρατοπέδου Γκόνου στο δήμο Εχεδώρου, όπου η προηγούμενη κυβέρνηση αποφάσισε την ανάπτυξη «γεωστρατηγικής σημασίας» Κέντρου Εμπορευματικών Μεταφορών, ενώ η σημερινή πάγωσε το διαγωνισμό και εξήγγειλε στον ίδιο χώρο Ελεύθερη Ζώνη Βιομηχανίας και Εμπορίου. Πριν από λίγους μήνες ο διευθύνων σύμβουλος της ΓΑΙΟΣΕ ανέφερε ότι μέχρι τον Ιανουάριο του 2019 θα ολοκληρωνόταν ο «ανταγωνιστικός διάλογος» μεταξύ των υποψήφιων επενδυτών και θα βλέπαμε την υπογραφή της τελικής σύμβασης μέσα στο πρώτο εξάμηνο του τρέχοντος έτους. Η λειτουργία μεγάλου κέντρου logistics σε μικρή απόσταση από λιμάνι, σιδηρόδρομο και μεγάλες οδικές αρτηρίες είναι έργο αυτονόητης σημασίας και πάγιο αίτημα των φορέων της πόλης. Όπως και η δημιουργία Ελεύθερης Ζώνης. Δεν μπορούν ωστόσο να παίρνονται τέτοιας δυναμικής αποφάσεις και να ματαιώνονται χωρίς ευρύτερους σχεδιασμούς. Γιατί άλλαξε η απόφαση, ποια είναι η εναλλακτική, τι θα γίνει περαιτέρω με τις συνδεδεμένες μεταφορές στην περιοχή, εντέλει με ποια κριτήρια ξεκινούν και σταματούν έργα, είναι ζητήματα άγνωστα. Εάν ωστόσο η Θεσσαλονίκη είχε σχέδιο, όλα θα λειτουργούσαν διαφορετικά.

ΔΙΕΘΝΗΣ ΠΟΛΗ ΚΑΤΑ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ

Στη Θεσσαλονίκη, πολλά χρόνια τώρα, πραγματοποιούνται διεθνείς συναντήσεις και συνέδρια με κεντρικό θέμα τη συμβολή της πόλης στην ανάπτυξη της ευρύτερης Νοτιοανατολικής Ευρώπης. Μέχρι σήμερα ωστόσο δεν έχει γίνει μία απολογιστική διαδικασία -εννοείται εσωτερική, δική μας- για όσα πετύχαμε, κερδίσαμε, χάσαμε όλες αυτές τις δεκαετίες του βαλκανικού μετασχηματισμού. Η ταυτότητα μιας πόλης χτίζεται με κόπο και σχέδιο (branding), το ίδιο και ο επανακαθορισμός της (rebranding). Δεν είναι δυνατόν να εγκαθίστανται θεσμοί (να θυμηθούμε τους Οργανισμούς για την Ανασυγκρότηση των Βαλκανίων, το Συμβούλιο Απόδημου Ελληνισμού) και να καταργούνται χωρίς επιμέτρηση των επιπτώσεων στην αναπτυξιακή ταυτότητα της περιοχής. Και, εν πάση περιπτώσει, αν κάποιες λειτουργίες πρέπει να καταργηθούν ή να επανασχεδιαστούν, αυτό πρέπει να γίνεται με δημόσια και επιστημονική τεκμηρίωση.

Η ΑΓΝΩΣΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ

Παρά την αύξηση του τουρισμού στην Θεσσαλονίκη τα τελευταία χρόνια, πολλά «συγκριτικά» πλεονεκτήματά μας βρίσκονται εν υπνώσει. Χρειάστηκαν οι ανασκαφές του μετρό για να ανακαλύψουμε -ελπίζω- τη σημασία της βυζαντινής Θεσσαλονίκης. Μα τα μνημεία, προστατευμένα από την Unesco, βρίσκονται μπροστά μας! Η Αχειροποίητος, ο Άγιος Δημήτριος, η Αγία Σοφία, ο Όσιος Δαυίδ, η Παναγία Χαλκέων, η Μονή Βλατάδων, ο Άγιος Νικόλαος Ορφανός, τα λουτρά, τα τείχη, ο Προφήτης Ηλίας, οι Άγιοι Απόστολοι, η Ροτόντα. Και βέβαια οι διαδρομές σε όλη τη Μακεδονία. Αλλά και ευρύτερα ο πολιτιστικός τουρισμός. Παρά την προβολή των συγκλονιστικών μνημείων από την Πέλλα μέχρι την Καβάλα (το περιορίζω όσο μπορώ), τη γειτνίαση με την Χαλκιδική και τον Όλυμπο, τη γαστρονομική παράδοση της περιοχής, το σχέδιο τουριστικών εγχειρημάτων συνεργειών και προοπτικής αναζητείται.

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 20 Οκτωβρίου 2019

ΣΧΟΛΙΑ

ΔΕΙΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Επιλέξτε Κατηγορία