ΑΠΟΨΕΙΣ

Ποιος θέλει τη Θεσσαλονίκη χωρισμένη και διχασμένη;

 14/11/2019 18:03

Η αλλαγή κυβέρνησης και η εκλογή νέας διοίκησης στο δήμο Θεσσαλονίκης είναι μία ευκαιρία, που δεν πρέπει να πάει χαμένη. Μπορεί η δεύτερη να προέκυψε μέσα από ένα ανεξάρτητο αυτοδιοικητικό ψηφοδέλτιο, που δεν είχε τη στήριξη της Νέας Δημοκρατίας με χρίσμα, η ανάγκη όμως εύρεσης ενός λειτουργικού και αποτελεσματικού διοικητικού σχήματος που θα υπερέβαινε τις αριθμητικές ανακολουθίες του «Κλεισθένη» οδήγησε σε ένα συνεργατικό σχήμα που εγκολπώνει πολλές δυνάμεις.

Η νέα διοίκηση του δήμου έπεσε από νωρίς στα βαθιά. Δεν ζήτησε από την αρχή καμία περίοδο χάριτος και ανέλαβε τα καθήκοντά της με περίσσεια βολονταρισμού. Ανέπτυξε δραστηριότητα σε όλα σχεδόν τα πεδία που είχε αναδείξει προεκλογικά, με πρώτα και καλύτερα αυτά της καθημερινότητας. Καθαριότητα, ευταξία, κυκλοφοριακές ρυθμίσεις, παρά τις μεμονωμένες αντιδράσεις αγκαλιάστηκαν από όλους τους πολίτες, που είδαν πως αν μη τι άλλο γίνεται μία δυναμική προσπάθεια. Θα ήταν παράλογο να υπάρξουν μαγικές λύσεις σε όλα τα χρονίζοντα ζητήματα, σχεδόν ανέφικτο. Όμως δόθηκε ένα σήμα, δόθηκε με σαφήνεια το μήνυμα των προτεραιοτήτων και μιας αρχικής ιεράρχησης των ζητημάτων.

Αλλά ακόμη και σε θέματα συμβολικά, κάπως πιο ιδεολογικά γίνεται προσπάθεια να αποφευχθεί ο διχασμός της πόλης και ο χωρισμός της σε δύο στρατόπεδα. Πολλοί, εθισμένοι στο διχαστικό λόγο, απότοκο μιας αβαθούς υπερπολιτικοποίησης των προηγούμενων ετών, που εδράζονταν στην κοινωνική πίεση που επέφερε η οικονομική κρίση και η όξυνση του κοινωνικού ζητήματος, προσπαθούν να συντηρήσουν μία «εμφυλιοπολεμική λογική». Διαβάζουν και αναλύουν τον κόσμο με ανελαστικά ιδεολογικά γυαλιά, με αναγωγές στο παρελθόν και προσπαθούν με ερμηνείες τραβηγμένες από τα μαλλιά να επιβάλλουν το χωρισμό της πόλης σε στρατόπεδα. Η στρατηγική αυτή ξενίζει διότι, εκτός των άλλων, στα αυτοδιοικητικά ζητήματα μπορούμε να συμφωνήσουμε σε έναν ελάχιστο κοινό παρανομαστή. Ποιος διαφωνεί και αναλαμβάνει το κόστος της διαφωνίας του με τον προγραμματικό στόχο ολοκλήρωσης του μετρό; Ή της αναμόρφωσης του βασικού συγκοινωνιακού μέσου της πόλης, του ΟΑΣΘ, σε ευρωπαϊκά πρότυπα; Ακόμη και η ευταξία στο δημόσιο χώρο είναι ένα στοίχημα που πρέπει να κερδηθεί. Με τον όρο ευταξία -έναν όρο ομπρέλα- νοείται μία σειρά παραμέτρων που καθορίζουν την εικόνα της πόλης. Καθαριότητα, φωτισμός, πράσινο, σεβασμός του δημοσίου χώρου, κανονιστικές, κανόνες ανελαστικοί για όλους κ.ο.κ.

Προφανώς υπάρχουν προοδευτικές και συντηρητικές φωνές, προφανώς και υπάρχουν διαφορετικές αντιλήψεις για τα ζητήματα της πόλης. Όμως, από το σημείο αυτό έως ότου να επιχειρείται μία συστηματική όξυνση, μία κενή περιεχομένου πόλωση, υπάρχει πολιτικός χώρος πιο μετριοπαθών προσεγγίσεων.

Η λογική των στρατοπέδων, η λογική μίας «αριστερής» και μίας «δεξιάς» Θεσσαλονίκης, που αντιμάχονται με κάθε ευκαιρία και σε κάθε πεδίο, φανερώνει πως όσοι την προωθούν έχουν αντικειμενικό στόχο την εξυπηρέτηση πολιτικών ή κομματικών συμφερόντων και πάντως σίγουρα όχι την πρόοδο της πόλης. Θα έλεγε κανείς ότι η προσπάθεια αυτή αποσκοπεί περισσότερο στη συγκρότηση πολιτικών οντοτήτων και στην απόκτηση ερεισμάτων στην κοινωνία της πόλης παρά στην προώθηση ώριμων λύσεων και στη διαμόρφωση μίας ρεαλιστικής ατζέντας διεκδικήσεων ή σχεδιασμού.

Η Θεσσαλονίκη από αυτήν την υπόθεση του διχασμού έχει βγει ζημιωμένη. Είναι μία στρατηγική που ιστορικά δεν την έχει ευνοήσει και αυτό αποτυπώνεται σε αρκετά πεδία. Το βασικότερο όλων είναι η υστέρησή της σε βασικές υποδομές. Η αδυναμία να εμφανιστεί στο τραπέζι του εθνικού στρατηγικού σχεδιασμού των μεγάλων έργων με μία καλά σχεδιασμένη και συμφωνημένη ενιαία άποψη ήρθε και επικάθησε στη δημοσιονομική δυσπραγία του ελληνικού κράτους την προηγούμενη 10ετία και σε έναν πιο αθηνοκεντρικό σχεδιασμό της προηγούμενης 25ετίας.

Αυτή η πραγματικότητα πρέπει να αλλάξει. Η Θεσσαλονίκη, όλοι το ομολογούν, είναι μία πόλη που έχει μεγάλες δυνατότητες. Για να μη μείνει αυτό το συμπέρασμα μία απλή διατύπωση, για να μη χαθεί άλλη μία ιστορική ευκαιρία, σήμερα που τα πράγματα στην εθνική οικονομία δείχνουν πως αφήνουμε πίσω μας τη μεγάλη οικονομική κρίση και ανοίγονται νέες ευκαιρίες, πρέπει η Θεσσαλονίκη να εμφανιστεί πιο έτοιμη και αποφασισμένη από ποτέ. Αυτό θα γίνει από τις δυνάμεις που αντιλαμβάνονται το επίδικο και επιλέγουν να τοποθετηθούν στα πράγματα ως επισπεύδουσα δύναμη και όχι ως τροχοπέδη.

*Δημοσιεύθηκε στη "ΜτΚ" στις 10 Νοεμβρίου 2019