ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Πάσχα: Το δώρο έχει τη δική του... αιωνόβια ιστορία

Από τον Απρίλη του 1822 έως τις μέρες μας, το χρηματικό βοήθημα είναι συνυφασμένο με τις Άγιες μέρες

 12/04/2023 11:31

Πάσχα: Το δώρο έχει τη δική του... αιωνόβια ιστορία

Τελευταία ημέρα για την καταβολή του δώρου Πάσχα σήμερα Μεγάλη Τετάρτη και εκατοντάδες χιλιάδες εργαζόμενοι που το δικαιούνται περιμένουν την καταβολή του προκειμένου να προχωρήσουν στις αγορές των δώρων για τα βαφτιστήρια, για το πασχαλινό τραπέζι ή να καλύψουν οικονομικές υποχρεώσεις για τις οποίες ο μισθός δε φτάνει.

Το δώρο Πάσχα εκτός από μεγάλη ανάσα για τους εργαζόμενους έχει και μακρά ιστορία. Και συγκεκριμένα μία που ξεπερνά τον έναν αιώνα!

Όπως γράφει στο αφιέρωμά του το sansimera.gr, η πρώτη αναφορά για το δώρο του Πάσχα γίνεται σ’ ένα έγγραφο που απευθύνουν προς το Μινιστέριο (Υπουργείο) της Οικονομίας οι εργάτες του Τυπογραφείου της Διοίκησης (Εφημερίδα της Κυβέρνησης θα λέγαμε σήμερα) την 1η Απριλίου 1822, μεσούσης της Ελληνικής Επανάστασης. 

Οι εργαζόμενοι ζητούν ολίγα γρόσια «επειδή και κατ’ αυτάς έφτασαν αι του Πάσχα εορτάσιμοι ημέραι και θέλομεν ν’ αγοράσωμεν άλλος παπούτσια, άλλος τζουράπια και άλλος άλλο τι, δια τούτο παρακαλούμεν το Μινιστέριον να μας δώση ολίγα γρόσια δια ν’ απεράσωμεν ταύτας τας εορτασίμους ημέρας, αναπληρούντες τας χρείας μας». Την αίτηση υπέγραφε εκ μέρους των εργαζομένων ο αρχιτυπογράφος Κωνσταντίνος Τόμπρας.

Μετά την απελευθέρωση της Ελλάδας από τον τουρκικό ζυγό άρχισε σταδιακά να γίνεται συνήθεια οι εργοδότες να δίνουν δώρα σε είδος ή σε χρήμα προς τους υπαλλήλους τους κατά τις εορτές του Πάσχα. Με τον αναγκαστικό νόμο 866 του 1946 (τότε δεν υπήρχε Βουλή), καθιερώθηκαν οι έκτακτες ενισχύσεις, όπως ονομάστηκαν τα δώρα, οι οποίες συμπεριλήφθηκαν στο μισθό. 

Με αυτή τη νομοθετική ρύθμιση δινόταν το δικαίωμα στους αρμόδιους υπουργούς να καθορίζουν τους μισθούς, στους οποίους συμπεριλαμβάνονταν οι έκτακτες ενισχύσεις των Χριστουγέννων και του Πάσχα. Οι νόμοι 1777 και 1901 του 1951 επικύρωσαν την προηγούμενη νομοθετική πρωτοβουλία και όριζαν ότι «οι υπουργοί Οικονομικών και Εργασίας δύνανται δια κοινών αποφάσεων να προσδιορίζουν εκτάκτως οικονομικάς ενισχύσεις κατά τις εορτές Χριστουγέννων και Πάσχα εις χρήμα ή εις είδος».

Το καθεστώς αυτό θα ισχύσει έως το 1980, οπότε με το νόμο 1082 ρυθμίζεται οριστικά και για πάντα το ύψος και ο χρόνος καταβολής των δώρων εορτών και αδείας. Με τον ίδιο νόμο, το δώρο μετονομάζεται σε επίδομα. Με το νόμο 2084 του 1992 («νόμος Σιούφα») το επίδομα του Πάσχα (όπως και τα επιδόματα Χριστουγέννων και αδείας) άρχισε να μην υπολογίζεται στις συντάξεις του ΙΚΑ.

Στις 6 Αυγούστου 2009, εν μέσω ύφεσης της ελληνικής οικονομίας, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) προτείνει στην κυβέρνηση Καραμανλή την κατάργηση των δώρων Πάσχα και Χριστουγέννων, όπως και του επιδόματος της καλοκαιρινής άδειας. Στις 3 Μαρτίου 2010, η κυβέρνηση Παπανδρέου ανακοινώνει νέο πακέτο μέτρων για την αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης, στο οποίο περιλαμβάνεται και η περικοπή κατά 30% των επιδομάτων Πάσχα, Χριστουγέννων και αδείας στο Δημόσιο.

Μετά την είσοδο της χώρας στον αστερισμό των μνημονίων, ο πρωθυπουργός Γιώργος Παπανδρέου ανακοινώνει στις 2 Μαΐου 2010 την αντικατάσταση του 13ου και 14ου μισθού των δημοσίων υπαλλήλων με επίδομα 500 ευρώ, σε όλους όσοι οι αποδοχές φτάνουν μέχρι 3.000 ευρώ και πλήρη κατάργηση των δύο μισθών, για μεγαλύτερες αποδοχές. Για τους συνταξιούχους το επίδομα είναι 800 ευρώ για συντάξεις έως 2.500 ευρώ.

Στις 7 Νοεμβρίου 2012, με το Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2013 – 2016, που ψήφισε η υπό τον Αντώνη Σαμαρά κυβέρνηση συνεργασίας ΝΔ - ΠΑΣΟΚ - ΔΗΜΑΡ κατάργησε ολοσχερώς τα επιδόματα Χριστουγέννων, Πάσχα και Αδείας για τους δημόσιους υπάλληλους και όλους τους συνταξιούχους. 

Πλέον, το δώρο (επίδομα) Πάσχα, όπως και αυτό των Χριστουγέννων, το δικαιούνται όλοι οι εργαζόμενοι του ιδιωτικού τομέα στην ελληνική επικράτεια σύμφωνα με την Εθνική Γενική ΣΣΕ.

Οι διατάξεις του θεσμικού πλαισίου για τα δώρα εορτών είναι δημοσίας τάξεως, με συνέπεια να μην επιτρέπεται και να είναι άκυρη κάθε αντίθετη ρητή ή σιωπηρή συμφωνία, καθώς και η παραίτηση του εργαζόμενου από την αξίωση καταβολής τους.

Συνεπώς σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, όλοι οι μισθωτοί που απασχολούνται στον ιδιωτικό τομέα με σχέση εξαρτημένης εργασίας αορίστου ή ορισμένου χρόνου, πλήρους ή μερικής απασχόλησης σε οποιοδήποτε εργοδότη δικαιούνται δώρο Πάσχα.

Τελευταία ημέρα για την καταβολή του δώρου Πάσχα σήμερα Μεγάλη Τετάρτη και εκατοντάδες χιλιάδες εργαζόμενοι που το δικαιούνται περιμένουν την καταβολή του προκειμένου να προχωρήσουν στις αγορές των δώρων για τα βαφτιστήρια, για το πασχαλινό τραπέζι ή να καλύψουν οικονομικές υποχρεώσεις για τις οποίες ο μισθός δε φτάνει.

Το δώρο Πάσχα εκτός από μεγάλη ανάσα για τους εργαζόμενους έχει και μακρά ιστορία. Και συγκεκριμένα μία που ξεπερνά τον έναν αιώνα!

Όπως γράφει στο αφιέρωμά του το sansimera.gr, η πρώτη αναφορά για το δώρο του Πάσχα γίνεται σ’ ένα έγγραφο που απευθύνουν προς το Μινιστέριο (Υπουργείο) της Οικονομίας οι εργάτες του Τυπογραφείου της Διοίκησης (Εφημερίδα της Κυβέρνησης θα λέγαμε σήμερα) την 1η Απριλίου 1822, μεσούσης της Ελληνικής Επανάστασης. 

Οι εργαζόμενοι ζητούν ολίγα γρόσια «επειδή και κατ’ αυτάς έφτασαν αι του Πάσχα εορτάσιμοι ημέραι και θέλομεν ν’ αγοράσωμεν άλλος παπούτσια, άλλος τζουράπια και άλλος άλλο τι, δια τούτο παρακαλούμεν το Μινιστέριον να μας δώση ολίγα γρόσια δια ν’ απεράσωμεν ταύτας τας εορτασίμους ημέρας, αναπληρούντες τας χρείας μας». Την αίτηση υπέγραφε εκ μέρους των εργαζομένων ο αρχιτυπογράφος Κωνσταντίνος Τόμπρας.

Μετά την απελευθέρωση της Ελλάδας από τον τουρκικό ζυγό άρχισε σταδιακά να γίνεται συνήθεια οι εργοδότες να δίνουν δώρα σε είδος ή σε χρήμα προς τους υπαλλήλους τους κατά τις εορτές του Πάσχα. Με τον αναγκαστικό νόμο 866 του 1946 (τότε δεν υπήρχε Βουλή), καθιερώθηκαν οι έκτακτες ενισχύσεις, όπως ονομάστηκαν τα δώρα, οι οποίες συμπεριλήφθηκαν στο μισθό. 

Με αυτή τη νομοθετική ρύθμιση δινόταν το δικαίωμα στους αρμόδιους υπουργούς να καθορίζουν τους μισθούς, στους οποίους συμπεριλαμβάνονταν οι έκτακτες ενισχύσεις των Χριστουγέννων και του Πάσχα. Οι νόμοι 1777 και 1901 του 1951 επικύρωσαν την προηγούμενη νομοθετική πρωτοβουλία και όριζαν ότι «οι υπουργοί Οικονομικών και Εργασίας δύνανται δια κοινών αποφάσεων να προσδιορίζουν εκτάκτως οικονομικάς ενισχύσεις κατά τις εορτές Χριστουγέννων και Πάσχα εις χρήμα ή εις είδος».

Το καθεστώς αυτό θα ισχύσει έως το 1980, οπότε με το νόμο 1082 ρυθμίζεται οριστικά και για πάντα το ύψος και ο χρόνος καταβολής των δώρων εορτών και αδείας. Με τον ίδιο νόμο, το δώρο μετονομάζεται σε επίδομα. Με το νόμο 2084 του 1992 («νόμος Σιούφα») το επίδομα του Πάσχα (όπως και τα επιδόματα Χριστουγέννων και αδείας) άρχισε να μην υπολογίζεται στις συντάξεις του ΙΚΑ.

Στις 6 Αυγούστου 2009, εν μέσω ύφεσης της ελληνικής οικονομίας, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) προτείνει στην κυβέρνηση Καραμανλή την κατάργηση των δώρων Πάσχα και Χριστουγέννων, όπως και του επιδόματος της καλοκαιρινής άδειας. Στις 3 Μαρτίου 2010, η κυβέρνηση Παπανδρέου ανακοινώνει νέο πακέτο μέτρων για την αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης, στο οποίο περιλαμβάνεται και η περικοπή κατά 30% των επιδομάτων Πάσχα, Χριστουγέννων και αδείας στο Δημόσιο.

Μετά την είσοδο της χώρας στον αστερισμό των μνημονίων, ο πρωθυπουργός Γιώργος Παπανδρέου ανακοινώνει στις 2 Μαΐου 2010 την αντικατάσταση του 13ου και 14ου μισθού των δημοσίων υπαλλήλων με επίδομα 500 ευρώ, σε όλους όσοι οι αποδοχές φτάνουν μέχρι 3.000 ευρώ και πλήρη κατάργηση των δύο μισθών, για μεγαλύτερες αποδοχές. Για τους συνταξιούχους το επίδομα είναι 800 ευρώ για συντάξεις έως 2.500 ευρώ.

Στις 7 Νοεμβρίου 2012, με το Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2013 – 2016, που ψήφισε η υπό τον Αντώνη Σαμαρά κυβέρνηση συνεργασίας ΝΔ - ΠΑΣΟΚ - ΔΗΜΑΡ κατάργησε ολοσχερώς τα επιδόματα Χριστουγέννων, Πάσχα και Αδείας για τους δημόσιους υπάλληλους και όλους τους συνταξιούχους. 

Πλέον, το δώρο (επίδομα) Πάσχα, όπως και αυτό των Χριστουγέννων, το δικαιούνται όλοι οι εργαζόμενοι του ιδιωτικού τομέα στην ελληνική επικράτεια σύμφωνα με την Εθνική Γενική ΣΣΕ.

Οι διατάξεις του θεσμικού πλαισίου για τα δώρα εορτών είναι δημοσίας τάξεως, με συνέπεια να μην επιτρέπεται και να είναι άκυρη κάθε αντίθετη ρητή ή σιωπηρή συμφωνία, καθώς και η παραίτηση του εργαζόμενου από την αξίωση καταβολής τους.

Συνεπώς σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, όλοι οι μισθωτοί που απασχολούνται στον ιδιωτικό τομέα με σχέση εξαρτημένης εργασίας αορίστου ή ορισμένου χρόνου, πλήρους ή μερικής απασχόλησης σε οποιοδήποτε εργοδότη δικαιούνται δώρο Πάσχα.

ΣΧΟΛΙΑ

Επιλέξτε Κατηγορία